Κουμπιά

Κυλιόμενο Μήνυμα

Κυριακή 16 Φεβρουαρίου 2025

Ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου, Πνευματικὰ Γυμνάσματα Μελέτη ΙΕ΄: Στὴν παραβολὴ τοῦ Ἀσώτου

Πνευματικὰ Γυμνάσματα, Ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου
Μελέτη ΙΕ΄: Στὴν παραβολὴ τοῦ Ἀσώτου

Α΄: Αὐτὸς ἀναχώρησε ἀπὸ τὸν οἶκο τοῦ πατέρα του
Β΄: Ποιά ζωὴ ἔζησε μετὰ τὴν ἀναχώρηση
Γ’: Ποιά ἐπιστροφὴ ἔδειξε

Α΄

Σκέψου, ἀδελφέ, τὴν ἀναχώρηση, ποὺ ἔκανε ἐκεῖνος ὁ ἄσωτος υἱὸς ἀπὸ τὸν οἶκο τοῦ πατέρα του, ὅπως διηγεῖται ὁ ἱερὸς Λουκᾶς (Λουκ. 15,11-32), μὲ τὴν ὁποία ἀναχώρηση φάνηκε στ’ ἀλήθεια σὰν ἕνας νέος χωρὶς μυαλὸ καὶ νοῦ, διότι τὶ τοῦ ἔλειπε, ὅταν ἦταν στὸ πατρικὸ σπίτι καὶ βρισκόταν κάτω ἀπὸ τὴν προστασία τοῦ γλυκύτατου πατέρα του; 
Αὐτὸς βρισκόταν κάθε ἡμέρα μέσα στὴν πατρικὴ ἀγκάλη, εἶχε ὅ,τι χρειαζόταν, τὸν ὑπηρετοῦσαν ὅλοι οἱ δοῦλοι, εἶχε τὰ χάδια καὶ τὶς τιμὲς ὡς κληρονόμος τῆς πατρικῆς περιουσίας καὶ σχεδὸν ἀναγνωριζόταν ὡς κύριος καὶ ἐξουσιαστὴς κάθε πράγματος, ὥστε μποροῦσε νὰ ἔχει κάθε λόγο νὰ λέει ἐκεῖνο τὸ ψαλμικό: «Πλησθησόμεθα ἐν τοῖς ἀγαθοῖς τοῦ οἴκου σου (Θὰ μᾶς χορτάσουν τὰ πλούσια ἀγαθὰ τοῦ οἴκου σου)» (Ψαλμ. 64,5).

Ἀλλά ἡ ἐπιθυμία τῆς πλανεμένης ἐλευθερίας, ἀπὸ ἐκεῖ ποὺ ἦταν τέκνο καὶ κληρονόμος, τὸν ἔκανε νὰ ἐπιθυμεῖ νὰ γίνει δοῦλος καὶ μισθωτός. 
Ἄρχισε, λοιπόν, νὰ ἐνοχλεῖται ἀπὸ τὴ βασιλικὴ καὶ ἐλεύθερη ζωή, ποὺ εἶχε κάτω ἀπὸ τὴν ὑπακοὴ τοῦ πατέρα του· ἄρχισε νὰ ἐπιθυμεῖ νὰ ζεῖ σύμφωνα μὲ τὸ θέλημά του καὶ νὰ ἱκανοποιεῖ τὴ διάθεσή του, ὅπως τὴν ἱκανοποιοῦν οἱ ἄλλοι, καὶ αὐτὴ ἡ ἐνόχληση καὶ ἐπιθυμία, τὸν παρακίνησαν νὰ ζητήσει συγκατάθεση ἀπὸ τὸν Πατέρα του, γιὰ νὰ φύγει ἀπὸ τὸν πατρικὸ οἶκο καὶ τὸν συμβούλευσαν νὰ ζητήσει τὸ μερίδιο ἀπὸ ἐκείνη τὴν κληρονομιὰ ποὺ ἀναλογοῦσε ὁλόκληρη σ’ αὐτόν: «Πάτερ, δὸς μοὶ τὸ ἐπιβάλλον μέρος τῆς οὐσίας. (Πατέρα, δῶσε μου τὸ μερίδιο τῆς περιουσίας, ποὺ μοῦ ἀναλογεῖ)» (Λουκ. 15,12). 

Ὁ πατέρας δὲν θέλησε νὰ τὸν ἐμποδίσει ἀπὸ αὐτὴν τὴν κίνηση, ἀλλὰ τὸν ἄφησε νὰ ἀναχωρήσει, γιὰ νὰ μάθει μὲ τὴ δοκιμὴ καὶ τὴ στέρηση, ποιά ἀγαθὰ ἀπολάμβανε, ὅταν ἦταν στὸν οἶκο τοῦ πατέρα του καὶ τὰ καταφρόνησε, ὅπως ἑρμηνεύει ὁ θεῖος Χρυσόστομος: «Γι΄αὐτό τὸν ἄφησε ὁ Πατέρας καὶ δὲν τὸν ἐμπόδισε νὰ μεταβεῖ στὴν ξένη χώρα, γιὰ νὰ μάθει μὲ τὴν πεῖρα καλά, πόσες εὐεργεσίες εἶχε μένοντας στὸ πατρικό του σπίτι» (Λόγ. Α΄περί Μετανοίας). 
Καὶ ἐπειδὴ ὁ πατέρας του δὲν μποροῦσε νὰ τὸν πείσει μὲ τὸν λόγο, γιὰ νὰ παραμείνει στὸν οἶκο του, ἄφησε νὰ τὸν πείσουν αὐτὰ τὰ πράγματα καὶ τὰ παθήματα· «Πολλὲς φορὲς ὁ Θεός, ὅταν μὲ τὰ λόγια δὲν πείθει, τότε ἀφήνει τὴ διδασκαλία στὴν ἐμπειρία τῶν καταστάσεων», λέει ὁ Χρυσορρήμων (ὅ.π.), «ὅπως ἔχει γραφεῖ: «Παιδεύσει σὲ ἡ ἀποστασία σου, καὶ ἡ κακία σου ἐλέγξει σέ. (Ἡ ἀπομάκρυνσή σου ἀπὸ ἐμένα θὰ σὲ καταδικάσει καὶ ἡ ἀσέβεια θὰ σὲ τιμωρήσει) (Ἰερ. 2,19)· διότι καὶ ὁ Ἀδάμ, ὅταν ἦταν μέσα στὸν παράδεισο, δὲν γνώριζε τὴν εὐδαιμονία ποὺ εἶχε, ἀπὸ τότε ὅμως ποὺ ἐξορίσθηκε ἀπὸ αὐτόν, τότε τὴ γνώρισε». 
Γι’ αὐτό, λοιπόν, ὁ πατέρας διαμοίρασε σὲ αὐτοὺς τὴν περιουσία του, «καὶ διεῖλεν αὐτοῖς τὸν βίον (καὶ μοίρασε σὲ αὐτοὺς τὴν περιουσία του)·καὶ μετ᾿ οὐ πολλὰς ἡμέρας συναγαγὼν ἅπαντα ὁ νεώτερος υἱὸς ἀπεδήμησεν εἰς χώραν μακράν (καὶ μετὰ ἀπὸ λίγες ἡμέρες ὁ νεότερος υἱός, ἀφοῦ πῆρε ὅλη του τὴν περιουσία, ἔφυγε σὲ μακρινὴ χώρα)» (Λουκ.15,12-13).
 
Αὐτὴ ἡ κατανυκτικὴ παραβολή, ἀδελφέ, εἶναι μιὰ ζωντανὴ εἰκόνα ἐκείνου τοῦ κακοῦ, ποὺ ἐσὺ ἔπραξες, ἀπομακρυνόμενος ἀπὸ τὴν ὑποταγὴ τοῦ Θεοῦ σου μὲ τὴν ἁμαρτία. Ἄχ! Καὶ ποιός ἦταν πλουσιότερος ἀπὸ ἐσένα ἄθλιε, πρὶν νὰ χάσεις τὴν ἀθωότητα καὶ νὰ ἁμαρτήσεις; 
Ποιός ἄλλος ἦταν εὐγενέστερος ἀπὸ σένα; Ποιός ὡραιότερος καὶ λαμπρότερος; Γιὰ σένα ἦταν προετοιμασμένη ὅλη ἡ κληρονομιὰ τοῦ παραδείσου, τὴν ὁποία μετὰ ἀπὸ λίγο θὰ ἀποκτοῦσε πληρέστατα καὶ τῆς ὁποίας εἶχες τώρα τὴν κυριότητα. 
Σὲ σένα ἦταν δοσμένο τὸ χάρισμα τῆς υἱοθεσίας, μὲ τὴν ὁποία ἤσουν υἱὸς Θεοῦ καὶ ὁ πλουσιότερος ἀπὸ ὅλους ποὺ κατοικοῦν στὴν Ἀνατολή, καθὼς εἶναι γραμμένο γιὰ τὸν Ἰώβ : «Καὶ ἦν ὁ ἄνθρωπος ἐκεῖνος εὐγενὴς τῶν ἀφ᾿ ἡλίου ἀνατολῶν. (Καὶ ἔτσι ὁ ἄνθρωπος ἐκεῖνος ἦταν ἕνας ἀπὸ τοὺς πολὺ διακεκριμένους ἀνθρώπους τῶν ἀνατολικῶν ἐκείνων χωρῶν)» (Ἰώβ,1,3).
(Εἶχες τὴν ὡραιότητα καὶ τὴν ὀμορφιά, τὴν ὁποία σοῦ προξενεῖ ἡ ἀθωότητα καὶ ἀναμαρτησία καὶ ἔπειτα, ποιός θησαυρὸς δὲν ἦταν γιὰ σένα ἡ ἁγιαστικὴ χάρις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἡ ὁποία εἶναι τὸ μεγαλύτερο χάρισμα, ποὺ μπορεῖ νὰ δώσει ὁ Θεὸς πρὸς ἕνα κτίσμα σὲ αὐτὴν τὴν ζωή; 
Μέσα ἀπὸ αὐτὴν ἤσουν ἀγαπημένος ἀπὸ τοὺς ἀγγέλους, σύντροφος μὲ τοὺς ἁγίους, ναὸς ἔμψυχος τῆς θεότητας, ὅπως λέει ὁ θεῖος Παῦλος: «Ἂρα οὖν οὐκέτι ἐστὲ ξένοι καὶ πάροικοι, ἀλλὰ συμπολῖται τῶν ἁγίων καὶ οἰκεῖοι τοῦ Θεοῦ. 
(Ἄρα δὲν εἶστε πλέον ξένοι, ὅπως προηγουμένως, καὶ προσωρινοὶ πολῖτες τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, ἀλλὰ εἶστε συμπολῖτες ὅλων τῶν ἁγίων, καὶ οἰκιακοὶ τοῦ Θεοῦ)» (Ἐφ.2,19).
Αὐτή ἡ χάρις κατοικοῦσε σὲ σένα πάντοτε, αὐτὴ σὲ κυβερνοῦσε, αὐτὴ σὲ παρηγοροῦσε ὡς φιλόστοργη μητέρα μὲ τὶς οὐράνιες γλυκύτητες, μὲ τὸ ἀκατηγόρητο τῆς συνειδήσεως καὶ μὲ τὰ θεῖα της μυστήρια· αὐτὴ σὲ κρατοῦσε συχνὰ ὡς υἱὸ μονογενῆ στὶς ἀγκαλιὲς τῆς πρόνοιάς της. 
Ἀλλὰ ἐσύ, ὄντας νέος, ποὺ ἔπασχε ἀπὸ ἄγνοια, καταφρόνησες ὅλα αὐτὰ καὶ θέλησες νὰ κακομεταχειρισθεὶς χωρὶς κανένα ὄφελος τὴν ἐλευθερία τοῦ αὐτεξουσίου σου, γιὰ νὰ ζεῖς σύμφωνα μὲ τὶς ἐπιθυμίες σου, ἀντὶ νὰ τὸ χρησιμοποιήσεις, γιὰ νὰ ὑποτάσσεσαι μὲ πολὺ μισθὸ στὸν οὐράνιο Πατέρα σου καὶ σκέφθηκες ἐσφαλμένα, ὅτι θὰ κάνεις ἕνα μεγάλο κέρδος, ἂν ἀπομακρυνθεῖς ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ Πατέρα σου.
 
Ὡ σκέψη ἀνόητη, ἡ ὁποία σοῦ ἔφερε ἀντίστροφα τὰ πράγματα, διότι ὅταν ἤσουν διαταζόμενος καὶ ὑπήκοος, τότε ἤσουν στ’ ἀλήθεια αὐτεξούσιος καὶ ἐλεύθερος· καὶ ὅταν φάνηκες πὼς εἶσαι αὐτεξούσιος καὶ ἐλεύθερος, τότε ἔγινες στ’ ἀλήθεια δοῦλος καὶ ἐξουσιαζόμενος. Ὡ καὶ νὰ ἦταν δυνατὸν νὰ ἔμπαινε κανεὶς στὴν καρδιά σου, ἀδελφέ, καὶ νὰ τὴν κάνει νὰ αἰσθανθεῖ τὸ μεγάλο σκοτάδι τῆς ἄγνοιας, ποὺ τὴν κυρίεψε καὶ σὲ ἔκανε νὰ ὑπολογίζεις τὰ κτίσματα περισσότερο ἀπὸ τὸν Κτίστη, νὰ νομίζει βαρὺ καὶ σκληρὸ φορτίο τὸν ἐλαφρὺ καὶ γλυκὸ ζυγὸ τῆς ὑποταγῆς σὲ αὐτὸν τὸν φιλοστοργότατο Πατέρα σου : «Ὁ γὰρ ζυγὸς μοῦ χρηστὸς καὶ τὸ φορτίον μου ἐλαφρὸν ἐστιν (Διότι ὁ ζυγὸς τῆς ὑπακοῆς σὲ μένα καὶ τὴ διδασκαλία μου εἶναι ἁπαλὸς καὶ ὠφέλιμος σ’ αὐτὸν ποὺ τὸν σηκώνει˙ καὶ τὸ φορτίο τῶν ὑποχρεώσεων καὶ καθηκόντων ποὺ θέτω ἐγὼ πάνω στοὺς πιστούς μου εἶναι ἐλαφρύ)» (Ματθ.11,30) καὶ νὰ νομίζεις γιὰ ἐλευθερία σου ἐκεῖνο ποὺ εἶναι ἀληθινὰ αἰχμαλωσία σου, καθὼς εἶναι γραμμένο σχετικὰ μὲ τὴν Ἱερουσαλὴμ «ἀντὶ ἐλευθέρας ἐγένετο εἰς δούλην (ἀπό ἐλεύθερη ἔγινε δούλη)» (Α’ Μακαβ. 2,11). 
Καὶ ὅπως λέει ὁ Παῦλος: «Ὅτε γὰρ δοῦλοι ἦτε τῆς ἁμαρτίας, ἐλεύθεροι ἦτε τῇ δικαιοσύνῃ. τίνα οὖν καρπὸν εἴχετε τότε ἐφ᾿ οἷς νῦν ἐπαισχύνεσθε; τὸ γὰρ τέλος ἐκείνων θάνατος. (Ἀλλοτε, ὅταν ἤσασταν ὑπόδουλοι στὴν ἁμαρτία, ἤσασταν μὲν ἐλεύθεροι ὡς πρὸς τὴ δικαίωση καὶ τὴν ἀρετή, ποὺ θέλει ὁ Θεός, ἀλλὰ ποιό καρπό, ποιό κέρδος καὶ ὠφέλεια εἴχατε τότε ἀπὸ τὰ ἔργα τῆς ἁμαρτίας, γιὰ τὰ ὁποῖα τώρα ντρέπεστε κάθε φορὰ ποὺ τὰ ἐνθυμεῖσθε; Διότι ἡ κατάληξη ἐκείνων εἶναι ὁ αἰώνιος πνευματικὸς θάνατος)» (Ρωμ. 6,20-21).
 
Ὅμως ἔστω καὶ τώρα τίναξε τὸ παχὺ σκοτάδι καὶ τὴν πλάνη ἀπὸ τὸν νοῦ σου καὶ ἀναλαμβάνοντας τὴ φρόνηση ποὺ ἔχασες, γνώρισε πὼς δὲν ὑπάρχει ἄλλη ἐλευθερία, ὅπως τὸ νὰ ὑποτάσσεσαι μὲ ὅλη τὴν τελειότητα στὸν Θεὸ καὶ ὅπως τὸ νὰ ἀφήνεις τὸν ἑαυτό σου νὰ κυβερνᾶται ἀπὸ τὴ θέληση τοῦ οὐράνιου Πατέρα σου, ὅπως σοῦ τὸ λέει ὁ Παῦλος: «Νυνὶ δὲ ἐλευθερωθέντες ἀπὸ τῆς ἁμαρτίας δουλωθέντες δὲ τῷ Θεῷ ἔχετε τὸν καρπὸν ὑμῶν εἰς ἁγιασμόν, τὸ δὲ τέλος ζῶὴν αἰώνιον. 
(Τώρα λοιπὸν ποὺ ἀποκτήσατε τὴν ἐλευθερία καὶ ἀπαλλαχτήκατε ἀπὸ τὴ δουλεία τῆς ἁμαρτίας, ὑποδουλωθήκατε δὲ θεληματικὰ στὸν Θεό, ἔχετε ὡς καρπὸ τὴν προκοπὴ στὴν ἁγιότητα, τελικὸ δὲ καὶ ἀναφαίρετο κέρδος τὴν αἰώνια ζωή)» (Ρωμ. 6,22). 

Βδελύξου τὴν ἀνοησία, ποὺ ἔκανες καὶ ἀναχώρησε ἀπὸ αὐτὸ τὸ βασιλικὸ παλάτι τοῦ Πατέρα σου, ὁμολογῶντας τὸ σφάλμα σου καὶ πᾶρε τὴν ἀπόφαση γιὰ ὅλη σου τὴ ζωή, να μὴ βγεῖς πλέον ἀπὸ τὸν οἶκο σου, οὔτε ἀπὸ τὴν ὑπακοὴ τῶν ἐντολῶν Του. 
Ἀλλὰ ἐπειδὴ καὶ μόνο τοῦ φυσικοῦ υἱοῦ γνώρισμα εἶναι νὰ κατοικεῖ πάντοτε στὸν οἶκο τοῦ πατέρα του καὶ ὄχι τοῦ δούλου, ὅπως εἶσαι ἐσύ, παρακάλεσε τὸν μονογενῆ Υἱό του νὰ κάνει καὶ σένα θετὸ υἱὸ τοῦ Πατέρα του καὶ νὰ σὲ ἐλευθερώσει ἀπὸ τὴ δουλεία τῆς ἁμαρτίας, γιὰ νὰ μπορεῖς νὰ μένεις παντοτινὰ καὶ ἐσὺ σὰν υἱὸς στὴν οὐράνια οἰκία τοῦ Πατέρα Του, ὅπως σοῦ τὸ ὑπόσχεται ὁ ἴδιος λέγοντας: « Ὁ δὲ δοῦλος οὐ μένει ἐν τῇ οἰκὶᾳ εἰς τὸν αἰῶνα· ὁ υἱὸς μένει εἰς τὸν αἰῶνα. ἐὰν οὖν ὁ υἱὸς ὑμᾶς ἐλευθερώσῃ, ὄντως ἐλεύθεροι ἔσεσθε  (Ὁ δοῦλος ὅμως δὲν παραμένει γιὰ πάντα στὴν οἰκία τοῦ Κυρίου του ὡς κληρονόμος καὶ παντοτινὸς κάτοχος˙ διότι δὲν ἔχει δικαιώματα σ’ αὐτὴν καὶ ἐκδιώκεται ἀπ’ αὐτὴν ὅταν καταστεῖ ἀνεπιθύμητος. 
Ἀντίθετα ὁ γιὸς μένει γιὰ πάντα στὴν οἰκία τοῦ πατέρα του, ἐπειδὴ κληρονομεῖ ὅλα τὰ δικαιώματα τοῦ πατέρα του. Ἐὰν λοιπὸν ὁ μονογενὴς Υἱὸς τοῦ Θεοῦ σας χαρίσει τὴν ἐλευθερία, τότε θὰ εἶστε πράγματι ἐλεύθεροι καὶ θὰ ἀποκτήσετε τὴν ἀληθινὴ ἐλευθερία τῆς ψυχῆς)» (Ἰω.8,35). 

Β΄

Σκέψου, ἀγαπητέ, τὴ δυστυχισμένη ζωή, ποὺ ἔζησε αὐτὸς ὁ πτωχὸς καὶ ἄγνωστος νέος ἔξω ἀπὸ τὴν οἰκία τοῦ Πατέρα του καὶ τὶς ζημιὲς ποὺ ἔλαβε, οἱ ὁποῖες συνολικὰ ἦταν τέσσερις. 
Ἡ πρώτη ζημιὰ ἦταν, ποὺ καταξόδευσε κακῶς ὅλο τὸ μερίδιο τῆς περιουσίας του˙ ἡ δεύτερη, ποὺ τοποθετήθηκε νὰ ζεῖ κάτω ἀπὸ ἕναν ἀφέντη πολὺ σκληρὸ˙ ἡ τρίτη, ποὺ τοποθετήθηκε στὸ πλέον μηδαμινὸ ἔργο, δηλαδὴ νὰ βόσκει χοίρους, ζῶα ἀκάθαρτα˙ ἡ τέταρτη ποὺ κατάντησε σὲ τόση πεῖνα, ὥστε τοῦ ἔλειπε ἐκεῖνο ποὺ δὲν ἔλειπε ἀπὸ τὴν ἀγέλη τῶν χοίρων. 
Ἀλλὰ καὶ κάθε ἁμαρτωλὸς ἄνθρωπος παθαίνει ὅλες αὐτὲς τὶς ζημιὲς καὶ ἀκόμη ἀσύγκριτα μεγαλύτερες˙ διότι πρῶτα στερεῖται ὁ τρισάθλιος τὴ φιλία τοῦ Θεοῦ καὶ μαζὶ μὲ αὐτὴν στερεῖται καὶ τὰ οὐράνια ἀγαθά, διασκορπίζοντας στὰ ὑλικὰ πράγματα τὸν νοῦ του, ὁ ὁποῖος εἶναι ἡ καθ' ἑαυτὸ καὶ ἡ κυριότερη περιουσία τοῦ ἀνθρώπου, κατὰ τὸν Θεσσαλονίκης θεόπνευστο Γρηγόριο ποὺ λέει: «Οὐσία καὶ περιουσία μας εἶναι ὁ ἔμφυτος νοῦς. Ἕως ὅτου ἐμμένουμε στοὺς τρόπους τῆς σωτηρίας μας, τὸν ἔχουμε συγκεντρωμένο στὸν ἑαυτό μας καὶ στὸν πρῶτο καὶ ἀνώτατο νοῦ, τὸν Θεὸ˙ ὅταν ὅμως ἀνοίξουμε πόρτα στὰ πάθη, ἀμέσως σκορπίζεται περιπλανώμενος διαρκῶς γύρω ἀπὸ τὰ σαρκικὰ καὶ γήινα»(αγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, Λόγος εἰς τὴν παραβολὴν τοῦ Ἀσώτου). 

Δεύτερον, ὑποτάσσεται στὸν μεγαλύτερο ἐχθρό του ,ὁ ὁποῖος εἶναι ὁ διάβολος, κατὰ τὸν Χρυσόστομο. 
Τρίτο, λησμονεῖ τὴν εὐγένεια, ποὺ ἔλαβε στὸ θεῖο Βάπτισμα˙ καταφρονεῖ τὴν ἀνατροφὴ ποὺ ἀξιώθηκε νὰ λάβει στὴν ἁγία Ἐκκλησία, τρεφόμενος μὲ τὰ ἱερὰ μυστήρια˙ ἀπορρίπτει τὴν υἱοθεσία τοῦ Θεοῦ καὶ μεταχειρίζεται ὁ δυστυχὴς τὴν αἰσχρότερη ἐργασία, ποὺ ὑπάρχει στὸν κόσμο, ὅπως τὸ νὰ βόσκει χοίρους, δηλαδὴ ὄχι μόνο νὰ κυλιέται σὰν χοῖρος μέσα στὸν βόρβορο τῶν κτηνωδῶν ἡδονῶν καὶ ὀρέξεων τῆς σάρκας, ἀλλὰ καὶ σὲ ἄλλους νὰ γίνεται διδάσκαλος τῶν αἰσχρῶν αὐτῶν πράξεων, σύμφωνα μὲ τὴν ἑρμηνεία τοῦ ἁγίου Θεοφύλακτου. 
Τέταρτο δὲ καὶ τελευταῖο, διότι καὶ σ’ αὐτὴν τὴν αἰσχρὴ πράξη βρισκόμενος, δὲν μπορεῖ ὁ ἐλεεινὸς καθόλου νὰ ἱκανοποιήσει καὶ νὰ χορτάσει τὴν ἐπιθυμία του, ἀλλὰ ὅσο περισσότερο τρώει μία τέτοια αἰσχρὴ τροφὴ τῆς ἁμαρτίας, τόσο περισσότερο τοῦ αὐξάνει ἡ πεῖνα καὶ τοῦ λείπει ἐκεῖνο, που περισσεύει μέχρι καὶ στὰ ζῶα τοῦ κάμπου. 
«Αὐτὸς ποὺ συνήθισε σ’ αὐτά, δὲν μπορεῖ νὰ τὰ χορτάσει· γιατί ἡ ἡδονὴ δὲν παραμένει, ἀλλὰ συγχρόνως γίνεται καὶ ἀπογίνεται καὶ παραμένει πάλι κενὸς ὁ ἐλεεινός», λέει ὁ ἱερὸς Θεοφύλακτος. (Ἐρμηνεία εἰς τὴν τοῦ ἀσώτου παραβολήν). 
Καὶ ὁ μέγας τῆς Θεσσαλονίκης Γρηγόριος λέει σ’ αὐτὴν τὴν παραβολή: «Δὲν μποροῦσε νὰ χορτάσει τὴν ἐπιθυμία του· γιατί; Διότι ἡ φύση τοῦ σώματος δὲν ἐπαρκεῖ, νὰ ἱκανοποιήσει τὶς ὁρμὲς τοῦ ἀκόλαστου». Ὡ συμφορά! Ὡ δυστυχία ἀξιοδάκρυτη! 

Πές μου τώρα, ἐσὺ συναμαρτωλέ, δὲν τὰ ἔπαθες ὅλα αὐτὰ μὲ τὴν πράξη, ἀφοῦ ἁμάρτησες; Γιατί, λοιπόν, δὲν μαθαίνεις μὲ τὰ δικά σου ἔξοδα καὶ μὲ τὰ παθήματα ποὺ ἔπαθες, νὰ βδελύσσεσαι τὴν ἀθλιότητά σου καὶ νὰ φεύγεις ἀπὸ ἕναν τόπο ἄκαρπο καὶ στερημένο ἀπὸ κάθε καλό; 
Δὲ δοκίμασες ἔμπρακτα ὅτι ὅσοι ἀπομακρύνονται ἀπὸ τὸν Θεὸ ὅλοι χάνονται; Καθὼς εἶναι γραμμένο: «Ὅτι ἰδοὺ οἱ μακρύνοντες ἑαυτοὺς ἀπὸ σοῦ ἀπολοῦνται (Ἱδού, αὐτοὶ οἱ ὁποῖοι ἀπομακρύνονται ἀπὸ σένα, θὰ καταστραφοῦν)» (Ψαλμ. 72,27), γιατί δὲ φεύγεις μία ὥρα νωρίτερα ἀπὸ τὰ χέρια ἑνὸς κυρίου τόσο ἀπάνθρωπου καὶ σκληροῦ, ποὺ δὲ χαίρεται γιὰ ἄλλο παρὰ γιὰ τὴ δική σου ἀπώλεια; 
Ποιά εἰρήνη ἔχει ποτὲ ὁ χοῖρος μὲ τὸν σκύλο; «Τὶς εἰρήνη ὑαὶνῃ πρὸς κύνα; (Ποιὰ εἰρήνη θὰ ἔχει ἡ ὕαινα μὲ τὸν σκύλο;)» (Σειράχ 13,18)· ἢ ποιά εἰρήνη θὰ ἔχεις ἐσὺ μὲ τέτοιον τυραννικὸ κύριο;
 
Νομίζεις ὅτι θὰ βρεῖς ἀνάπαυση καμία φορὰ ὄντας ἔξω ἀπὸ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ; Νομίζεις ὅτι θὰ βρεῖς κάποιο καλὸ ἔξω ἀπὸ τὸ σπίτι τοῦ οὐράνιου πατέρα σου; Ὡ, τυφλὸς καὶ πλανεμένος ποὺ εἶσαι! Καὶ ποιός ἔκανε ποτὲ πόλεμο μὲ τὸν Θεὸ καὶ στάθηκε εἰρηνικὸς στὸν ἑαυτό του; 
«Τὶς σκληρὸς γενόμενος ἐναντίον αὐτοῦ ὑπέμεινεν; (Ποιὸς θὰ πάει ἐνάντια στὸν Θεὸ καὶ δὲ θὰ ζημιωθεῖ;)» (Ἰώβ. 9,4).
Γι’ αὐτὸ λοιπὸν ἐὰν ἐσὺ ζητᾶς νὰ ἔχεις εἰρήνη μὲ τὴν ἁμαρτία καὶ μὲ τοὺς ἐχθροὺς τοῦ Θεοῦ, τοὺς δαίμονες, γνώριζε, ὅτι ὁ Θεὸς καὶ ἡ συνείδησή σου δὲν θὰ σταματήσουν νὰ σὲ πολεμοῦν καὶ ἡ εἰρήνη σου δὲν θὰ εἶναι εἰρήνη, ἀλλὰ ἀληθινὸς πόλεμος. 
«Εἰρήνη - εἰρήνη. Καὶ ποῦ ἐστιν εἰρήνη; (Εἰρήνη, εἰρήνη καὶ ποῦ εἶναι ἡ εἰρήνη;)» (Ἰερεμ. 6,14). 
Ἀλλὰ ἐὰν ἀντιθέτως ἔχεις εἰρήνη μὲ τὸν Θεὸ καὶ μὲ τὴν ἀρετή, γνώριζε ὅτι αὐτὴ εἶναι ἡ ἀληθινή σου εἰρήνη, τὴν ὁποία δὲν μπορεῖ νὰ ταράξει κανένας πόλεμος· «ἡσυχάσεις γάρ, καὶ οὐ ἔσται ὁ πολεμῶν σὲ· μεταβαλόμενοι δὲ πολλοὶ σοῦ δεηθήσονται (ἐάν ἐσὺ ἔχεις καθαρὴ τὴν καρδιά σου,θα ἀπολαμβάνεις ἡσυχία καὶ εἰρήνη, διότι κανεὶς δὲν θὰ ὑπάρξει, ποὺ νὰ σὲ ἐπιβουλεύεται καὶ νὰ σὲ πολεμεῖ)» (Ἰώβ,11,19). 

Πῶς λοιπὸν ἐσὺ μόνος ζητεῖς νὰ βρεῖς ἐκεῖνο, ποὺ δὲ βρῆκε μέχρι τώρα κανεὶς ἄλλος ἁμαρτωλός; Πῶς ἐσὺ θέλεις νὰ ἁμαρτάνεις καὶ ἔπειτα θέλεις νὰ μὴ σὲ ἐλέγχει ἡ συνείδησή σου ἀλλὰ νὰ σὲ κολακεύει, ὅτι κάνεις καλά, ἡ ὁποία συνείδηση σὲ ὅλους τοὺς ἄλλους ἁμαρτωλοὺς εἶναι κατήγορος καὶ μάρτυρας καὶ κριτὴς καὶ δήμιος; 
Βγάλε, λοιπόν, βγάλε ἀπὸ τὸν νοῦ σου αὐτὸ ποὺ φαντάσθηκες νὰ βρεῖς καὶ νὰ εἶσαι βέβαιος, ὅτι δὲ θὰ κάνεις ποτὲ ἀληθινὸ καλό, παρὰ μόνο ὅταν ὑποτάσσεσαι ὁλωσδιόλου στὰ προστάγματα τοῦ Θεοῦ καὶ πᾶρε τέλεια ἀπόφαση ἀπὸ τώρα καὶ στὸ ἑξῆς νὰ ἀλλάξεις καὶ τὴν γνώμη καὶ τὸν τρόπο τῆς ζωῆς σου, καὶ νὰ προτιμᾶς καλύτερα νὰ πεθάνεις παρὰ νὰ χωρισθεῖς ἄλλη μία φορὰ ἀπὸ τὸν οὐράνιο οἶκο τοῦ Πατέρα σου καὶ νὰ θελήσεις ξανὰ νὰ κατοικήσεις στὴν κατοικία τῶν δαιμόνων καὶ τῶν ἁμαρτωλῶν, λέγοντας μὲ τὸν Δαβίδ: «Ἐξελεξάμην παραῤῥιπτεῖσθαι ἐν τῷ οἴκῳ τοῦ Θεοῦ μου μᾶλλον ἢ οἰκεῖν μὲ ἐν σκηνώμασιν ἁμαρτωλῶν. 
(Προτίμησα περισσότερο νὰ εἶμαι παραπεταμένος στὸν οἶκο τοῦ Θεοῦ μου παρὰ νὰ κατοικῶ στὰ ἀνάκτορα τῶν ἁμαρτωλῶν)» (Ψαλμ.83,11). 
Καὶ παρακάλεσε τὸν Κύριο, ὅτι ἂν τυχὸν καὶ καμιὰ φορὰ θελήσεις νὰ χρησιμοποιήσεις κακῶς τὴν ἐλευθερία τοῦ αὐτεξουσίου καὶ νὰ ζητήσεις νὰ βγεῖς ἔξω ἀπὸ τὸν οἶκο του, νὰ σοῦ κλείσει τὸν δρόμο μὲ ἀγκάθια, δηλαδὴ μὲ τὶς θλίψεις, τὶς δυστυχίες καὶ τὶς ἀσθένειες, ὥστε ἀναγκαστικὰ νὰ ἐπιστρέψεις ἀμέσως πίσω, ὅπως εἶναι γραμμένο ἀπὸ τὸν Ψαλμωδό: «Μὴ γίνεσθε ὡς ἵππος καὶ ἡμίονος, οἷς οὐκ ἔστι σύνεσις, ἐν κημῷ καὶ χαλινῷ τὰς σιαγόνας αὐτῶν ἄγξαις τῶν μὴ ἐγγιζόντων πρὸς σέ. 
(Λοιπόν ἐσεῖς οἱ ἄνθρωποι μὴ γίνεστε ὅμοιοι μὲ τὸν ἵππο καὶ τὸν ἡμίονο, στοὺς ὁποίους δὲν ὑπάρχει καθόλου σύνεση. Καὶ ὅπως μὲ σιδερένιο φίμωτρο καὶ χαλινάρι συσφίγγονται οἱ σιαγόνες τῶν ἄγριων αὐτῶν ζώων, ἔτσι καὶ Ἐσύ, Κύριε, ἂς σφίξεις μὲ τὸ χαλινάρι τῶν θλίψεων καὶ μὲ τὶς πολλὲς τιμωρίες ἂς περιορίσεις τοὺς ἁμαρτωλούς, οἱ ὁποῖοι μένουν ἀμετανόητοι καὶ δὲν θέλουν νὰ πλησιάσουν πρὸς Ἐσένα)» (Ψαλμ. 31,9).

Γ΄

Σκέψου, ἀγαπητέ, τὴν ἐπιστροφὴ τοῦ δυστυχισμένου νέου στὸ πατρικὸ σπίτι καὶ τὰ αἴτια, ποὺ τὸν παρακίνησαν, τὰ ὁποῖα ἦταν τρία· τὸ πρῶτο ἦταν διότι στοχάστηκε μὲ προσοχὴ τὴν ἀθλιότητα τῆς καταστάσεώς του· τὰ δεύτερο διότι σύγκρινε τὴν ἀθλιότητά του μὲ τὴν εὐτυχία ἐκείνων, ποὺ κατοικοῦσαν στὸν πατρικό του οἶκο καὶ τρίτο, διότι ἔλαβε μία ζωντανὴ ἐλπίδα, ὅτι θὰ τὸν συγχωρήσει ὁ πατέρας του, ὅπως τόσες ἄλλες φορὲς τὸν συγχώρησε· καὶ ἔτσι ἐπιστρέφοντας ἐπέτυχε τὴν ποθούμενη συγχώρηση· «ἔτι δὲ αὐτοῦ μακρὰν ἀπέχοντος εἶδεν αὐτὸν ὁ πὰτὴρ αὐτοῦ καὶ ἐσπλαγχνίσθη, καὶ δραμὼν ἐπέπεσεν ἐπὶ τὸν τράχηλον αὐτοῦ καὶ κατεφίλησεν αὐτόν. (και ἐνῷ βρισκόταν ἀκόμη μακριά, τὸν εἶδε ὁ πατέρας του καὶ τὸν σπλαχνίσθηκε. Ἔτρεξε τότε γιὰ νὰ τὸν προϋπαντήσει, ἔπεσε στὸν τράχηλό του, τὸν ἀγκάλιασε σφιχτὰ καὶ τὸν καταφιλοῦσε μὲ στοργή)» (Λουκ.15,20). 

Ὅλα αὐτὰ εἶναι ἀνάγκη νὰ τὰ κάνεις καὶ ἐσύ , ἀδελφέ, μὲ πολλὴ φροντίδα καὶ νὰ ἔλθεις στὸν ἑαυτό σου, ὅπως λέει ὁ Προφήτης: «Μνήσθητε ταῦτα καὶ στενάξατε, μετανοήσατε οἱ πεπλανημένοι, ἐπιστρέψατε τῇ καρδίᾳ. (Μετανοήστε οἱ ἀποστάτες καὶ ἐπιστρέψτε μὲ ὅλη σας τὴν καρδιὰ στὸν Θεό)» (Ησ. 46,8), συλλογιζόμενος μὲ προσοχὴ τὴ μεγάλη δυστυχία, ποὺ παθαίνει ἡ ψυχή σου, ὅταν βρίσκεται μακριὰ ἀπὸ τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ. 
Μὴ θελήσεις νὰ κάνεις καὶ ἐσὺ σὰν ἐκείνους τοὺς δούλους, οἱ ὁποῖοι, ἀφοῦ σκληρύνει τὸ δέρμα τους, δὲν αἰσθάνονται τὸ ραβδὶ τοῦ ἀφέντη τους· οὔτε νὰ φθάσεις καὶ ἐσὺ νὰ ὀνομάζεις εἰρήνη τὸ ἀποκορύφωμα ὅλων τῶν κακῶν, ποὺ δοκιμάζεις, ὅπως ἔχει γραφτεῖ: «Εἶτ᾿ οὐκ ἤρκεσε τὸ πλανᾶσθαι περὶ τὴν τοῦ Θεοῦ γνῶσιν, ἀλλὰ καὶ μεγὰλῳ ζῶντες ἀγνοίας πολὲμῳ τὰ τοσαῦτα κὰκὰ εἰρήνην προσαγορεύουσιν. 
(Ἔπειτα, σὰν νὰ μὴν ἦταν ἀρκετὸ γι' αὐτοὺς νὰ πλανῶνται στὴν περὶ τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ γνώση, περιέπεσαν καὶ σὲ ἄλλα κακά. 
Ζῶντας ἐξ αἰτίας τῆς ἀγνοίας τους αὐτῆς σὲ διαρκῆ πόλεμο μὲ τὸν ἑαυτό τους καὶ μὲ τοὺς ἄλλους, ὀνομάζουν εἰρήνη τὶς τόσες καὶ τέτοιες συμφορές τους)» (Σοφ. Σολ. 14,22). 

Δὲν ξέρεις πόσες ἐνοχλήσεις δοκιμάζουν οἱ ταλαίπωροι ἁμαρτωλοί, ποὺ εἶναι μακριὰ ἀπὸ τὸν Θεό; Δὲν ξέρεις πόσες δυσκολίες ἔχουν; 
Πόσες στενοχώριες; Πόση λύπη καὶ πόνο στὴν καρδιά; Γιατί ἔχουν στερηθεῖ τὴ θεία χάρη; Γιατί δὲν κοινωνοῦν τὰ ἄχραντα μυστήρια; 
Καὶ γιατί δὲν ἀπολαμβάνουν ἀοράτως τὶς βοήθειες ἀπὸ τὸν Θεό; Καὶ ἐσὺ γιατί μένεις ἀναίσθητος σὲ ὅλες αὐτὲς τὶς ζημιές; 
Δὲν γνωρίζεις πὼς μία μόνο ζημιὰ ἀπὸ αὐτὲς καὶ μάλιστα ἡ στέρηση τῶν μυστηρίων, εἶναι μία ἀνυπόφορη ζημιὰ καὶ ἕνας ἀληθινὸς θάνατος τῆς ψυχῆς; 
Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ Μέγας Βασίλειος στὸν νέο Κανόνα του «θάνατο» καὶ «μάχαιρα» ὀνομάζει τὴ στέρηση τῆς Θείας Κοινωνίας καὶ τὴν καθαίρεση. 

Εἶναι φανερό, λοιπόν, ὅτι δὲν ἦλθες ἀκόμα στὸν ἑαυτό σου, ἀλλὰ βρίσκεσαι ἀκόμη ἔξω ἀπὸ τὸν ἑαυτό σου· καὶ γι’ αὐτὸ καὶ ἔλεγε: «Πόσοι μίσθιοι τοῦ πατρὸς μου περισσεύουσιν ἄρτων, ἐγὼ δὲ λιμῷ ἀπόλλυμαι; 
(Πόσοι μισθωτοὶ ἐργάτες τοῦ πατέρα μου ἔχουν ἄφθονο καὶ περίσσιο ψωμί, ἐνῷ ἐγὼ κινδυνεύω νὰ πεθάνω ἀπὸ τὴν πεῖνα;)» (Λουκ. 15,17), όπως βεβαιώνει καὶ ὁ μέγας τῆς Θεσσαλονίκης Γρηγόριος λέγοντας: «Ἐκεῖνος ἂν καὶ στερήθηκε, ἀφοῦ ἀπομακρύνθηκε ἀπὸ τὸν κοινὸ Πατέρα καὶ τροφέα καὶ Δεσπότη, ὅταν ἔπεσε σὲ λιμὸ ἰσχυρὸ καὶ αἰσθάνθηκε καλὰ τὴ στέρηση, μετανόησε καὶ ἐπέστρεψε καὶ ζήτησε καὶ πάλι ἔτυχε τῆς θείας καὶ ἀκήρατης τροφῆς». (Λόγος εἰς τὴν αὐτὴν παραβολήν). 
Ἐσύ, ὅμως, ἀδελφέ, καὶ πεινᾶς καὶ τὴν πεῖνα ποὺ ὑποφέρεις δὲν αἰσθάνεσαι· γι’ αὐτὸ λοιπόν, πάσχεις καὶ συγχρόνως διπλὸ τὸ κακὸ καὶ διπλῆ ἡ ζημία· ἐπειδὴ κινδυνεύεις νὰ πεθάνεις ἀπὸ τὴν πεῖνα ὄχι ἄρτου καὶ νεροῦ, ἀλλὰ ἀπὸ πεῖνα λόγου Θεοῦ, καθὼς εἶναι γραμμένο : «Ἰδοὺ ἡμέραι ἔρχονται, λέγει Κύριος, καὶ ἐξαποστελῶ λιμὸν ἐπὶ τὴν γῆν, οὐ λὶμὸν ἄρτων οὐδὲ δίψαν ὕδατος, ἀλλὰ λιμὸν τοῦ ἀκοῦσαι τὸν λόγον Κυρίου.
 (Να, ἔρχονται ἡμέρες, λέει ὁ Κύριος, καὶ θὰ στείλω μεγάλη ἀνέχεια στὴ γῆ. Οἱ ἄνθρωποι θὰ πεινᾶνε, ἀλλὰ ὄχι γιὰ ψωμὶ καὶ δὲν θὰ διψᾶνε γιὰ νερό, ἀλλὰ θὰ πεινᾶνε γιὰ νὰ ἀκούσουν λόγο Θεοῦ)» (Ἀμώς.8,11).
 
Καὶ ὅμως, ποιά ἐπιθυμία δείχνεις στὸ νὰ πηγαίνεις συχνὰ νὰ ἀκοῦς τὰ λόγια τῶν δασκάλων, ποὺ σοῦ κηρύττουν τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ, γιὰ νὰ χορτάσεις τὴν πεῖνα σου· ἐπειδὴ κατὰ τὸν Θεολόγο Γρηγόριο: «Ἄρτος ἀγγέλων ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, μὲ τὸν ὁποῖον τρέφονται ψυχὲς ποὺ πεινοῦν τὸν Θεό». 
Ἐσὺ νὰ ἀκοῦς τὸν λόγο τοῦ Κυρίου, ποὺ σὲ προστάζει νὰ ἐρευνᾶς τὶς Γραφές, γιὰ νὰ βρεῖς σὲ αὐτὲς τὴν αἰώνια ζωή: «Ἐρευνᾶτε τὰς γραφάς, ὅτι ὑμεῖς δοκεῖτε ἐν αὐταῖς ζῶὴν αἰώνιον ἔχειν· καὶ ἐκεῖναι εἰσιν αἱ μαρτυροῦσαι περὶ ἐμοῦ· καὶ οὐ θέλετε ἐλθεῖν πρὸς μὲ ἵνα ζωὴν ἔχητε. 
(Ἐσείς ἐξετάζετε μὲ προσκόλληση στὸ ἐξωτερικὸ γράμμα τὶς Ἅγιες Γραφές, διότι νομίζετε ὅτι μόνο μὲ τὴν ἀνάγνωση καὶ τὴν ἐξέταση αὐτὴ θὰ ἔχετε ζωὴ αἰώνια. Κι ὅμως ἐκεῖνες εἶναι ποὺ μαρτυροῦν γιὰ μένα. Δυστυχῶς ὅμως, παρὰ τὴ μαρτυρία τῶν Γραφῶν, δὲν θέλετε νὰ ἔλθετε κοντά μου, γιὰ νὰ ἔχετε ζωὴ αἰώνια)» (Ιω.5,39-40)· καὶ ὅμως πότε πιάνεις βιβλίο στὰ χέρια σου γιὰ νὰ διαβάσεις; 
Πότε μελετᾶς τὸν νόμο τοῦ Κυρίου, γιὰ νὰ ὁδηγηθεῖς μὲ αὐτὸν στὴν σωτηρία σου, ὅπως παραγγέλλει ὁ Παῦλος: «Ἀπὸ βρέφους τὰ ἱερὰ γράμματα οἶδας, τὰ δυνάμενά σὲ σοφίσαι εἰς σωτηρίαν. (Ἀπό μικρὸ παιδὶ γνωρίζεις τὶς ἅγιες Γραφές, οἱ ὁποῖες μποροῦν νὰ σοῦ μεταδώσουν τὴν ἀληθινὴ σοφία, ποὺ ὁδηγεῖ στὴ σωτηρία μὲ τὴν πίστη στὸν Ἰησοῦ Χριστό)». (Β΄Τιμ.3,15).
 
Ἐσὺ γνωρίζεις ὅτι ἄρτος ἀληθινὸς καὶ τροφὴ τῆς ψυχῆς καὶ τοῦ σώματος εἶναι τὸ ζωοποιὸ σῶμα καὶ τὸ αἷμα τοῦ Κυρίου, ὅπως τὸ λέει μόνος Του: «Ἐγὼ εἰμι ὁ ἄρτος ὁ ζῶν ὁ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καταβὰς· ἐάν τις φὰγῃ ἐκ τούτου τοῦ ἄρτου, ζήσεται εἰς τὸν αἰῶνα. καὶ ὁ ἄρτος δὲ ὃν ἐγὼ δώσω, ἡ σὰρξ μου ἐστιν. 
(Ἐγώ εἶμαι ὁ ἄρτος ποὺ κατέβηκα ἀπὸ τὸν οὐρανὸ κι ἔχω μέσα μου ζωὴ ποὺ τὴ μεταδίδω καὶ στοὺς ἄλλους. 
Ὅποιος φάει ἀπὸ τὸν ἄρτο αὐτὸ θὰ ζήσει αἰώνια. Ἐπιπλέον, ὁ ἄρτος ποὺ θὰ δώσω στοὺς πιστοὺς γιὰ νὰ τὸν κοινωνοῦν καὶ νὰ τρέφονται μ’ αὐτόν, εἶναι ἡ ἀνθρώπινή μου φύση, τὴν ὁποία ἐγὼ θὰ προσφέρω θυσία γιὰ νὰ ζωοποιηθεῖ ὁλόκληρος ὁ κόσμος)» (Ιωάν.6,51)· καὶ ὅμως ποιά προθυμία ἢ ποιά ἀγάπη ἔχεις στὸ νὰ προετοιμάζεσαι συνεχῶς καὶ νὰ μεταλαβαίνεις αὐτὸν τὸν Θεῖο Ἄρτο (ὅταν δὲν ἔχεις ἐμπόδιο) γιὰ νὰ χορτάσεις καὶ νὰ ζήσεις αἰώνια; 
Γι’ αὐτὸ λοιπὸν ὅπως ἕνας ἀσθενής, ὅταν εἶναι νηστικὸς γιὰ πολὺ καιρὸ καὶ δὲν ἔχει ὄρεξη νὰ φάει, δείχνει ἔτσι σημεῖο θανάτου, ἔτσι καὶ ἐσύ, ἀδελφέ, μὲ τὴν ἀνορεξία αὐτή, ποὺ ἔχεις στὸ νὰ τρῶς τὸν νοητὸ καὶ πνευματικὸ ἄρτο, τόσο τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ, ὅσο καὶ τοῦ σώματος τοῦ Κυρίου, δείχνεις σημάδι ὅτι κινδυνεύεις νὰ πεθάνεις ὁλότελα ψυχικά.
 
Γι’ αὐτὸ σύνελθε, ἀγαπητέ, σύνελθε· πῶς καὶ μὲ ποιόν τρόπο; Ἐγὼ θὰ σοῦ πῶ· ἐὰν ἀγωνίζεσαι πάντοτε νὰ συγκεντρώνεις ὅλο τὸν νοῦ σου μέσα στὴν καρδιά σου καὶ δὲν τὸν ἀφήνεις νὰ διασκορπίζεται μὲ τὶς αἰσθήσεις σου στὰ πράγματα τοῦ κόσμου, τότε θὰ συνέλθεις· τότε θὰ δεῖς νοερὰ ἐκεῖ μέσα τὰ πάθη ποὺ σὲ κυρίεψαν καὶ σὲ κυριεύουν, τὰ ὁποῖα προηγουμένως δὲ γνώριζες καθόλου· τότε θὰ δεῖς τοὺς νοητοὺς ἐχθρούς, πῶς σὲ πολεμοῦν ἀκατάπαυστα· καὶ ἁπλᾶ νὰ ποῦμε τότε θὰ γνωρίσεις τὸ κέρδος ἢ τὴ ζημιὰ ποὺ ἔπαθες· γι’ αὐτό, λοιπόν, θὰ παρακαλεῖς πάντοτε νοερὰ καὶ μέσα ἀπὸ τὴν καρδιά σου τὸν Θεό.
 
Γιὰ νὰ σὲ ἐλεήσει, ὅπως ἐλέησε καὶ τὸν ἄσωτο λέγοντας: «Κύριε, Ἰησοῦ Χριστέ, Υἱὲ τοῦ Θεοῦ, ἐλέησόν με», ἐπειδὴ ἡ καρδιὰ εἶναι τὸ κέντρο καὶ τὸ ταμεῖο ὅλων τῶν παθῶν καὶ τῶν λογισμῶν τοῦ ἀνθρώπου, ὅπως εἶπε ὁ Κύριος: «Τὰ δὲ ἐκπορευόμενα ἐκ τοῦ στόματος ἐκ τῆς καρδίας ἐξέρχεται, κἀκεῖνα κοινοῖ τὸν ἄνθρωπον. ἐκ γὰρ τῆς καρδίας ἐξέρχονται διαλογισμοὶ πονηροί, φόνοι, μοιχεῖαι, πορνεῖαι, κλοπαί, ψευδομαρτυρίαι, βλασφημίαι.
 (Ὅσα ὅμως βγαίνουν ἀπ’ τὸ στόμα, προέρχονται ἀπὸ τὴν καρδιά, κι αὐτὰ εἶναι ποὺ μολύνουν τὸν ἄνθρωπο·διότι ἀπ’ τὴν καρδιὰ βγαίνουν σκέψεις πονηρές, φόνοι, μοιχεῖες, πορνεῖες, κλοπές, ψευδομαρτυρίες, βλασφημίες. Ὅλες αὐτὲς οἱ παραβάσεις ἀρχικῶς φυτρώνουν στὴν καρδιὰ ὡς λογισμοὶ καὶ ἐπιθυμίες καὶ ἀποφάσεις, κι ἀπὸ ἐκεῖ πηγάζουν)» (Ματθ. 15,18-19).
 
Καὶ ὁ μέγας Μακάριος λέει: «Ἡ καρδιὰ κυριαρχεῖ ὅλου τοῦ ὀργάνου· καὶ ὅταν ἡ χάρις καταλάβει τὰ μέρη τῆς καρδιᾶς, βασιλεύει σὲ ὅλους τοὺς λογισμοὺς καὶ τὰ μέλη· διότι ἐκεῖ εἶναι ὁ νοῦς καὶ ὅλοι οἱ λογισμοὶ τῆς ψυχῆς» (Λόγος ἰε΄, σελ. 203). 
Γι’ αὐτὸ εἶπε καὶ ὁ Μέγας Βασίλειος ὅτι, ὅταν ὁ νοῦς δὲ σκορπίζεται στὰ πράγματα τοῦ κόσμου, ἐπιστρέφει στὸν ἑαυτό του καὶ μέσα ἀπὸ τὸν ἑαυτό του ἀνεβαίνει στὴν ἔννοια τοῦ Θεοῦ: «Νοῦς ποὺ δὲν διασκορπίζεται στὰ ἔξω, οὔτε ἀπὸ τὰ αἰσθητήρια διαχέεται στὸν κόσμο, ἐπανέρχεται στὸν ἑαυτό του καὶ μὲ τὸν ἑαυτό του ἀνεβαίνει πρὸς τὴν ἔννοια τοῦ Θεοῦ καὶ ἐκεῖ φωτιζόμενος καὶ ἐλλαμπόμενος ἀπὸ τὸ κάλλος τοῦ Θεοῦ ξεχνᾶ καὶ αὐτὴ τὴν ἴδια του τὴ φύση»( Ἐπιστολὴ α΄ πρὸς τὸν θεολόγο Γρηγόριο). 

Αὐτὴ τὴν κίνηση τοῦ νοῦ πρὸς τὸν ἑαυτό του τὴν ὀνομάζει κυκλικὴ καὶ ἀπλανῆ, τὸ πτηνὸ τοῦ οὐρανοῦ, ὁ Ἀεροπαγίτης Διονύσιος, λέγοντας: «Τῆς ψυχῆς κυκλικὴ κίνηση εἶναι ἡ ἀπ' ἔξω εἴσοδος στὸν ἑαυτό της καὶ ἡ ἐνοειδὴς συνέλιξη τῶν νερῶν της δυνάμεων, ποὺ τῆς προσφέρει τὸ ἀπλάνευτο σὰν μέσα σὲ ἕναν κύκλο καὶ τὴν ἐπαναφέρει ἀπὸ τὰ πολλὰ ποὺ εἶναι ἔξω, καὶ πρῶτα τὴν συνάγει στὸν ἑαυτό της, ἔπειτα ἀφοῦ γίνει ἐνοειδής, τὴν ἑνώνει μὲ τὶς ἑνιαία ἑνωμένες δυνάμεις κι ἔτσι τὴ χειραγωγεῖ πρὸς τὸ καλὸ καὶ ἀγαθό, τὸ ἐπάνω ἀπὸ ὅλα τὰ ὄντα, τὸ ἕνα καὶ τὸ αὐτό, τὸ ἄναρχο καὶ ἀτελεύτητο (δηλαδὴ τὸν Θεὸ)» (Κέφ. δ’, Περὶ θείων ὀνομάτων). 

Ἔλα λοιπὸν μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο στὸν ἑαυτό σου, ἀγαπητέ, διότι μὲ ἄλλον τρόπο δὲν εἶναι δυνατὸ νὰ ἔλθεις στὸν ἑαυτό σου· σήκω καὶ πᾶρε αὐτὴ τὴ γενναία ἀπόφαση λέγοντας: «Ἀναστὰς πορεύσομαι πρὸς τὸν πατέρα μου. (Θα σηκωθῶ καὶ θὰ πάω πρὸς τὸν πατέρα μου)» (Λουκ.15,18)· σήκω ἀπὸ ἐκείνη τὴν λάσπη, ποὺ εἶσαι πεσμένος καὶ πήγαινε τρέχοντας νὰ βρεῖς τὸν πατέρα σου, τὸν γλυκύτατο Ἰησοῦ, στοῦ ὁποίου τὰ χέρια βρίσκεται ὅλη ἡ σωτηρία σου, ὅλη ἡ εἰρήνη σου, ὅλη ἡ αἰωνιότητά σου· «καὶ οὐκ ἔστιν ἐν ἂλλῳ οὐδενὶ ἡ σωτηρία· οὐδὲ γὰρ ὄνομά ἐστιν ἕτερον ὑπὸ τὸν οὐρανὸν τὸ δεδομένον ἐν ἀνθρώποις ἐν ᾧ δεῖ σωθῆναι ἡμᾶς. (καὶ δὲν εἶναι δυνατὸν μὲ κανέναν ἄλλον νὰ ἀποκτήσουμε τὴ σωτηρία ποὺ μᾶς ὑποσχέθηκε ὁ Θεὸς· διότι δὲν ὑπάρχει κάτω ἀπὸ τὸν οὐρανὸ καὶ πάνω σ’ ὅλη τὴ γῆ ἐκτὸς ἀπὸ τὸ ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ κανένα ἄλλο ὄνομα τὸ ὁποῖο νὰ ἔχει δώσει ὁ Θεὸς στοὺς ἀνθρώπους καὶ νὰ ἔχει ὁρίσει ὁ ἴδιος ὅτι μόνο μὲ αὐτὸ μποροῦμε νὰ σωθοῦμε ὅλοι ἐμεῖς.
Συνεπῶς μόνον αὐτὸν τὸν Ἰησοῦ ὀφείλουμε νὰ ἐγκολπωθοῦμε ὡς Σωτῆρα)» (Πράξ. 4,12). 
Τί φοβᾶσαι; Ἂν καὶ μὲ δική σου ὑπαιτιότητα ἔχασες ἐκεῖνο, ποὺ εἶναι γνώρισμα ἑνὸς υἱοῦ, αὐτὸ λόγῳ τῆς ὑπερβολικῆς του ἀγαθότητας δὲν ἔχασε ἐκεῖνο, ποὺ εἶναι γνώρισμα ἑνὸς πατέρα, ὅπως λέει ὁ θεόπνευστος Χρυσόστομος: «Ἐμεῖς στερηθήκαμε τὸ γνώρισμα τῆς ὑιότητας, Ἐκεῖνος τὸ τῆς πατρότητας δὲν ἀπέβαλε».
 
Καὶ ἐσύ, ποὺ ἀκολούθησες τὸ παράδειγμα αὐτοῦ τοῦ ἀσώτου μὲ τὸ νὰ ἁμαρτήσεις, ἀκολούθησε ἀκόμη καὶ τὸ παράδειγμά του μὲ τὸ νὰ μετανοήσεις καὶ ταπεινώσου μέχρι τὴ γῆ μπροστὰ στὸ Θεὸ καὶ ὁμολόγησε μπροστὰ σὲ Αὐτὸν καὶ στοὺς ἀγγέλους πὼς ἔσφαλλες καὶ πὼς δὲν εἶσαι ἄξιος νὰ ὀνομασθεῖς υἱός Του· «Πάτερ, ἥμαρτον εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ ἐνώπιόν σου.
(Πατέρα, ἁμάρτησα στὸν οὐρανὸ· διότι ἐκεῖ οἱ ἄγγελοι ἐκτελοῦν μὲ εὐλάβεια τὸ θεῖο θέλημα, καὶ ὅπως ὑπακούουν αὐτοί, ἔτσι ἀξιώνουν καὶ ὅλα τὰ κτίσματα νὰ ὑπακούουν σ’ αὐτό, καὶ λυποῦνται γιὰ τὴν ἀποστασία κάθε ἀνθρώπου. 
Ἁμάρτησα καὶ σὲ σένα διότι περιφρόνησα τὴ στοργή σου καὶ δὲν λογάριασα τὴ λύπη ποὺ δοκίμαζες ὅταν ἔφευγα μακριά σου)» (Λουκ.15,18)· καὶ ἐκείνη τὴν ἐλευθερία, γιὰ τὴν ἀγάπη τῆς ὁποίας παρακινήθηκες νὰ φύγεις ἀπὸ τὸν οἶκο του, ἀφιέρωσέ την στὸν Κύριο καὶ ἐμψύχωσε τὴν καρδιά σου μὲ ἕνα μεγάλο θάρρος, στοχαζόμενος ὅτι ὁ οὐράνιος Πατέρας σου, βλέποντας σὲ τόσο πτωχό, τόσο γυμνό, τόσο ταλαιπωρημένο καὶ κακοπαθημένο ἀπὸ τὸν διάβολο, ἀπὸ τὰ πάθη καὶ τὴν ἁμαρτία (ἐπειδὴ λέει ἕνας σοφὸς ὅτι εἶναι ἀναγκαία καταδίκη γιὰ τὸν πονηρὸ ἡ πονηρία) δὲν θὰ σκεφθεῖ, ὅτι κατέφαγες τὴν περιουσία του, οὔτε θὰ θυμηθεῖ ἐκεῖνα ποὺ ἔκανες, ἀλλὰ μόνο ἐκεῖνα ποὺ ἔπαθες, ὅπως λέει ὁ κήρυκας τῆς μετάνοιας καὶ παρηγορητὴς τῶν ἁμαρτωλῶν ὁ θεῖος Χρυσόστομος· «Γι’ αὐτὸ δὲν εἶπε «ὅσα ἔκανε», ἀλλὰ «ὅσα ἔπαθε»· δὲν μνημόνευσε ὅτι κατέφαγε τὴν περιουσία, ἀλλὰ ὅτι ἔπεσε σὲ ἀμέτρητες συμφορὲς· ἔτσι ζητεῖ τὸ πρόβατο μὲ τόση φροντίδα»( Λόγος περὶ μετανοίας ἐξ ἀγροῦ ἐπανήκων). 

Γι ‘ αὐτό, λοιπόν, θὰ κινηθεῖ ἀπὸ τὴν ὑπερβολική του εὐσπλαχνία καὶ θὰ ἔλθει πρὸς συνάντησή σου, θὰ πέσει πάνω στὸν τράχηλό σου, θὰ σὲ ἀγκαλιάσει, θὰ σοῦ δώσει τα φίλημα τῆς εἰρήνης καὶ θὰ λησμονήσει ὅλες τὶς ἁμαρτίες σου· ὡστόσο ἐσὺ μὲ ἔκπληξη γιὰ τὴν ἀμέτρητη εὐσπλαχνία Του, ἀπομάκρυνε καὶ μίσησε τὶς ἁμαρτίες σου τόσο ὅσο ποτέ. 
Νὰ ντραπεῖς, ποὺ ἄλλοι ἐλάχιστοι καὶ κατώτεροι ἀπὸ σένα, ποὺ φύλαξαν καθαρὴ ζωὴ μὲ τὸ νὰ μείνουν στὴν ὑποταγὴ τοῦ οὐράνιου Πατέρα καὶ δὲν ἀναχώρησαν ἀπὸ τὴν οἰκία του, βρίσκονται στὴν τάξη τῶν υἱῶν· ἄλλοι πάλι, ἂν καὶ ἁμάρτησαν, ὅμως μὲ τοὺς πόνους καὶ τοὺς ἱδρῶτες τῆς μετανοίας ἀνακάλεσαν τὴν χάρη καὶ βρίσκονται στὴν τάξη τῶν μισθωτῶν, ὅπως ἑρμηνεύει γιὰ τοὺς υἱοὺς καὶ τοὺς μισθωτοὺς ὁ Θεσσαλονίκης Γρηγόριος· καὶ οἱ δύο μαζὶ κοινωνοῦν τὰ θεῖα μυστήρια, ἔχουν χορτασμένη τὴν καρδιὰ τοὺς ἀπὸ τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ καὶ ἀπὸ μία πλουσιοπάροχη εἰρήνη τῆς συνειδήσεως· ἐσύ, ὅμως, ταλαίπωρε, μὲ τὸ νὰ παρακούσεις τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ ἁμαρτήσεις καὶ νὰ μὴν κάνεις τὴν ἀπαραίτητη μετάνοια, στερήθηκες ὅλα αὐτὰ καὶ ἔλαβες Κανόνα νὰ μὴν κοινωνεῖς τὰ θεῖα μυστήρια: «Πόσοι ἐργάτες τοῦ Πατέρα μου ἔχουν περίσσευμα ἄρτων καὶ ἐγὼ πεθαίνω ἀπὸ τὴν πεῖνα;». 

Πᾶρε τὴν ἀπόφαση νὰ δείξεις ἀπὸ τώρα καὶ στὸ ἑξῆς μία παντοτινὴ μὲ συντριβὴ μετάνοια καὶ ζήτησε ἀπὸ τὸν Κύριο χάρη, γιὰ νὰ σὲ δυναμώσει νὰ μὴν ἀπομακρυνθεὶς πλέον ποτὲ ἀπὸ τὴν ὑποταγὴ τῶν ἐντολῶν του· ὁ ὁποῖος σὰν ἕνας φιλόστοργος πατέρας σὲ προσκαλεῖ ὡς παιδί του, γιὰ νὰ σὲ ὁρίζει μόνος αὐτὸς καὶ παραπονετικὰ σοῦ φωνάζει μὲ τὸν Προφήτη: «Ἐπιστράφητε, υἱοὶ ἀφεστηκότες, λέγει Κύριος, διότι ἐγὼ κατακυριεύσω ὑμῶν.
(Γυρίστε πίσω, παραστρατημένα παιδιά, γιατί Ἐγὼ θὰ γίνω καὶ πάλι ὁ Κύριός σας)» (Ἰερεμ.3,14). 


ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
ἐπιμέλεια: Ἑλένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
Ἐπιμέλεια πολυτονισμοῦ: Ἄκτιστον



ΠΗΓΕΣ:

•    Ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου, Πνευματικὰ Γυμνάσματα, μελέτη ΙΕ΄, σελίδες 127-137, Ἔκδοσις Συνοδείας Σπυρίδωνος Ἱερομονάχου (4η ἔκδοση), Ἱερὰ Καλύβη «Ἅγιος Σπυρίδων Α΄», Νέα σκήτη Ἁγίου ΄Ὅρους,2016 
•    http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient greek/tools/liddell-scott/index.html 
•    Π. Τρεμπέλα, Ἡ Καινὴ Διαθήκη μὲ σύντομη ἑρμηνεία (ἀπόδοση στὴν κοινὴ νεοελληνική), ἐκδόσεις ἀδελφότητος θεολόγων «Ὁ Σωτήρ», ἔκδοση τέταρτη, Ἀθήνα 2014. 
•    Ἡ Καινὴ Διαθήκη, Κείμενον καὶ ἑρμηνευτικὴ ἀπόδοσις ὑπὸ Ἰωάννου Κολιτσάρα, ἐκδόσεις ἀδελφότητος θεολόγων «Ἡ Ζωή», ἔκδοση τριακοστὴ τρίτη, Ἀθήνα 2009. 
•    Ἡ Παλαιὰ Διαθήκη κατὰ τοὺς ἑβδομήκοντα, Κείμενον καὶ σύντομος ἀπόδοσις τοῦ νοήματος ὑπὸ Ἰωάννου Κολιτσάρα, ἐκδόσεις ἀδελφότητος θεολόγων «Ἡ Ζωή», ἔκδοση τέταρτη, Ἀθήνα 2005. 
•    http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
•    http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου