Λόγοι Β΄
ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ
"ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ"
ΣΟΥΡΩΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
"ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ"
ΣΟΥΡΩΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Ή παλληκαριά γεννιέται άπό την εμπιστοσύνη στον Θεό
«Ή παλληκαριά δέν έχει βαρβαρότητα»
Τα ανδραγαθήματα τα κάνουν αυτοί πού έχουν παλληκαριά, μεγάλη καρδιά - όχι μεγάλο μπόι και είναι αποφασισμένοι νά θυσιασθουν. Και στον πόλεμο, όσοι έχουν παλληκαριά, επειδή έχουν καλωσύνη, δέν σκοτώνουν, γιατί ή παλληκαριά δεν έχει βαρβαρότητα.
Ρίχνουν γύρω-γύρω άπό τόν εχθρό και τόν αναγκάζουν νά παραδοθη. Ό καλός προτιμάει νά σκοτωθή εκείνος παρά νά σκοτώση. Και όταν κανείς έχη τέτοια διάθεση, δέχεται θεϊκές δυνάμεις.
Οι κακοί είναι φοβητσιάρηδες, άνανδροι, θρασύδειλοι· φοβούνται και τόν εαυτό τους και τους άλλους, γι' αυτό ρίχνουν συνέχεια άπό φόβο.
Τότε μέ τόν ανταρτοπόλεμο, όταν υπηρετούσα στον στρατό, είχαμε πάει μιά φορά σέ ένα χωριό. «Δέν είναι εδώ κανείς άπό τους συμμορίτες, μας είπαν έχουν φύγει όλοι. Μόνο μιά τρελλή γυναίκα έμεινε». Ένας λοιπόν τήν είδε άπό μακριά και έρριξε μιά-δυό ριπές μέ το οπλοπολυβόλο!
Ή καημένη φώναξε «τί σας έκανα;», και ύστερα έπεσε κάτω.
- Από τόν φόβο του το έκανε;
- Ναί, άπό τόν φόβο του. Ένας τέτοιος άνθρωπος θέλει τήν εύκολη λύση γιά τόν εαυτό του. Γιά νά εΐναι σίγουρος, λέει: «Καλύτερα να τον ξεκάνω τον εχθρό». Ό λιγώτερο φοβητσιάρης είναι και λιγώτερο κακός. Θα κοιτάξη να τον άχρηστέψη τον εχθρό, να τού σπάση λ.χ. το πόδι, το χέρι· δεν θα τον ξεκάνη.
Άλλο ανδρισμός, λεβεντιά, και άλλο κακότητα, εγκληματικότητα. Δεν είναι ανδρισμός να πιάνης τους
εχθρούς, τους αιχμαλώτους, και νά τους σφάζης.
Ανδρισμός θά πή νά πιάσω τον εχθρό, νά τού σπάσω τό ντουφέκι και μετά νά τον αφήσω ελεύθερο. Ό πατέρας μου έτσι έκανε.
Όταν έπιανε τους Τσέτες[1] πού έκαναν επιδρομές στά Φάρασα, έπαιρνε τά ντουφέκια τους, τά έσπαζε και τους έλεγε: «Είστε γυναίκες· δεν είστε άνδρες». Ύστερα τους άφηνε ελεύθερους.
Μιά φορά ντύθηκε χανούμισσα, πήγε στο λημέρι τους και ζήτησε τον καπετάνιο.
Προηγουμένως είχε συνεννοηθή με τά παλληκάρια του, νά επιτεθούν αμέσως μετά τό σύνθημα πού θά τους έδινε.
Όταν οι Τσέτες τον πήγαν στον καπετάνιο, τού είπε: «Διώξε τους άνδρες σου, γιά νά μείνουμε μόνοι μας». Μόλις έμειναν οι δυό τους, τού άρπαξε τό ντουφέκι, τό έσπασε και τού είπε: «Τώρα εσύ είσαι γυναίκα· εγώ είμαι ό Έζνεπίδης[2]». Έδωσε τότε τό σύνθημα, όρμησαν τά παλληκάρια του και έδιωξαν τους Τσέτες άπό τό χωριό.
Γιά νά κάνη κανείς προκοπή, πρέπει νά έχη παλαβή φλέβα, μέ τήν καλή έννοια. Ανάλογα πώς θά αξιοποίηση τήν παλαβή φλέβα, θά γίνη ή άγιος ή ήρωας. Άν όμως δεν βοηθηθή και παρασυρθή, μπορεί νά γίνη εγκληματίας.
Ένας πού δέν έχει παλαβή φλέβα δέν μπορεί νά γίνη ούτε άγιος ούτε ήρωας. Γι' αυτό χρειάζεται νά πάρη μπρος μέσα μας ή μηχανή, νά δούλεψη ή καρδιά, ή παλληκάρια. Ή καρδιά πρέπει νά παλαβώση. Γνωρίζω πολλούς στρατιωτικούς πού αποστρατεύθηκαν καί είναι όλο σκασίλα
Μερικοί θέλουν να γίνη πόλεμος, για να ασχοληθούν - τόσο πολύ! -ενώ άλλος, μόλις τον καλούν για επιστράτευση, τρέμει ή άλλος κάνει τον τρελλό, γιά να μήν υπηρέτηση. Πόσοι απόστρατοι μου λένε ότι θέλουν να πάνε επάνω στην Βοσνία νά πολεμήσουν.
Δέν έχουν αξιοποιήσει την παλληκαριά τους στην πνευματική ζωή, γι' αυτό, όταν άκοϋν γιά πόλεμο, χαίρονται νά πάνε νά πολεμήσουν. Αυτοί πού έχουν τόση δύναμη, αν εΐχαν γνωρίσει την πνευματική ζωή, ξέρεις τί άσκηση, τί αγώνες θά έκαναν; Άγιοι θά ήταν.
«Τί παλληκαριά υπήρχε παλιά»
- Γέροντα, μιά φορά μάς είχατε πει κάτι γιά τήν γιαγιά σας...
- Ή γιαγιά μου είχε πολλή παλληκαριά. Είχε πάντοτε μαζί της γιά ασφάλεια ένα γιαταγάνι! Βλέπεις, χήρα γυναίκα ήταν, μέ δυό παιδιά, πώς νά τά βγάλη πέρα μέ τους Τούρκους!
Δύσκολα χρόνια!... Τήν φοβόνταν όλοι. Παλληκάρι! Μιά φορά ένας κλέφτης είχε πάει νά κλέψη σέ ένα αμπέλι πού ήταν κοντά στά μνήματα. Γιά νά τον φοβηθούν, φόρεσε ένα πουκάμισο άσπρο μέχρι κάτω. Ύστερα μπήκε στά μνήματα, έτσι όπως ήταν μέ το άσπρο πουκάμισο, και γύριζε εκεί μέσα.
Τότε έτυχε νά περάση άπό τά μνήματα ή γιαγιά μου.
Ό κλέφτης, μόλις τήν είδε, ξάπλωσε κάτω και έκανε τον πεθαμένο, γιά νά τήν φοβερίση, νά νομίση ότι είναι βρυκόλακας.
Εκείνη όμως τον πλησίασε και τοϋ είπε: «Εσένα, αν ήσουν καλός άνθρωπος, θά σέ είχε λειώσει τό χώμα»! Γυρίζει μετά το γιαταγάνι άπό τήν ανάποδη και αρχίζει νά τον δέρνη. Τόν είχε σακατέψει. Ούτε ήξερε ποιος ήταν.
Ύστερα άκουσε στό χωριό ότι ό τάδε είναι σακατεμένος και έτσι έμαθε ποιος ήταν.
Στην εποχή μας σπανίζουν τά παλληκαριά. Οί άνθρωποι είναι νερόβραστοι. Γι' αυτό, Θεός φυλάξοι, άν γίνη ένας πόλεμος, άλλοι άπό φόβο θά πεθάνουν, άλλοι θά μείνουν στον δρόμο άπό μιά μικρή ταλαιπωρία, γιατί συνήθισαν στην καλοπέραση. Παλιά, τί παλληκαριά είχαν!
Στην Μονή Φλαβιανών, στην Μικρά Ασία, είχαν πιάσει οι Τούρκοι έναν άνδρα και τόν έσφαξαν. Μετά είπαν στην γυναίκα του: «Ή θά άρνηθής τόν Χριστό ή θά σφάξουμε καί τά παιδιά σου». «Τόν άνδρα μου, τους λέει εκείνη, τόν πήρε ό Χριστός, τά παιδιά μου τά εμπιστεύομαι στον Χριστό καί έγώ τόν Χριστό δέν Τόν αρνούμαι».
Τί παλληκαριά! Όταν δέν ύπάρχη στον άνθρωπο ό Χριστός, πώς νά ύπάρχη αυτή ή παλληκαριά; Σήμερα οι άνθρωποι χωρίς Χριστό χτίζουν τήν ζωή τους στά μπάζα.
Εκείνα τά χρόνια ήταν καί οί μητέρες παλληκάρια καί τά παιδιά παλληκάρια. Στην Κόνιτσα, θυμάμαι, μιά γειτόνισσα πού ήταν σέ ενδιαφέρουσα πήγε μόνη της μιάμιση ώρα μακριά άπό τήν πόλη στο χωράφι καί τσάπιζε καλαμπόκια.
Έκεϊ γέννησε το παιδάκι, το πήρε στην ποδιά της καί γύρισε στο χωριό. «Έχω καί μωράκι», μας είπε περνώντας άπό τήν πόρτα μας. Ήταν καί Κατοχή, δύσκολα χρόνια.
Τώρα υπάρχουν γυναίκες πού άπό φόβο κάθονται έξι- έπτά μήνες ξαπλωμένες, γιά νά γεννήσουν ένα παιδί. Άλλο εκείνες πού έχουν λόγους υγείας.
1. Τούρκοι αντάρτες.
2. Τό επώνυμο τοΰ Γέροντα.
Απόσπασμα από τις σελίδες 213 -216 του βιβλίου:
ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ
ΛΟΓΟΙ Β΄
ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΑΦΥΠΝΙΣΗ
ΣΟΥΡΩΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ
«ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ»ΣΟΥΡΩΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου