Κουμπιά

Κυλιόμενο Μήνυμα

Δευτέρα 28 Οκτωβρίου 2024

28 Οκτωβρίου 1940: Το χρονικό της πρώτης ημέρας του Ελληνοϊταλικού πολέμου. Γ΄ Μέρος

28 Οκτωβρίου 1940:
Το χρονικό της πρώτης ημέρας του Ελληνοϊταλικού πολέμου. Γ΄ Μέρος 

Α΄ Μέρος.   Β΄ Μέρος  Δ΄ Μέρος

 Η κήρυξη της επιστράτευσης

Τις πρώτες πρωινές ώρες της 28ης Οκτωβρίου υπογράφηκε το Βασιλικό Διάταγμα για την κήρυξη της γενικής επιστράτευσης:
«Ἄρθρον 1ον. Τίθεμεν εὶς ἐπιστράτευσιν τὸν ἐν Εἰρήνῃ Στρατὸν Ξηρᾶς. Ἄρθρον 2ον. Καλοῦμεν ὑπὸ τὰ ὅπλα τοὺς ἐφέδρους Ἀξιωματικοὺς καὶ ὁπλίτας τοὺς καθοριζομένους διὰ είδικῶν Διαταγῶν καὶ προκηρύξεων τοῦ ἐπὶ τῶν Στρατιωτικῶν Ὑπουργοῦ. Ἄρθρον 3ον. Πρώτην ἡμέραν ἐπιστρατεύσεως ὁρίζομεν τὴν 28ην τοῦ μηνὸς Ὀκτωβρίου…».15
Από το Γενικό Επιτελείο Στρατού, στη συνέχεια, εκδόθηκε εγκύκλιος διαταγή προς όλες τις στρατιωτικές, διοικητικές, δημοτικές, κοινοτικές, διπλωματικές, προξενικές αρχές, τις αρχές της Χωροφυλακής και Αστυνομίας Πόλεων, σχετικά με την πρόσκληση για κατάταξη εφέδρων αξιωματικών και οπλιτών από όλη την επικράτεια.16

Εξ άλλου, στο πλαίσιο της πολεμικής προπαρασκευής της χώρας, ήδη από την άνοιξη του 1940, είχαν προσκληθεί διαδοχικές κλάσεις εφέδρων αξιωματικών και οπλιτών για μετεκπαίδευση στα νέα όπλα, ενώ όσοι κλήθηκαν για μηνιαία εκπαίδευση τον Αύγουστο και τον Σεπτέμβριο παρέμειναν υπό τα όπλα λόγω της κρισιμότητας της κατάστασης.
Το σχέδιο επιστράτευσης του Στρατού Ξηράς είχε οριστικοποιηθεί από το 1939 και προέβλεπε τη συγκρότηση, εκτός των μονάδων που υπήρχαν και σε καιρό ειρήνης, Γενικού Στρατηγείου, δύο τμημάτων στρατιάς, μίας ομάδας μεραρχιών και σημαντικού αριθμού μικρότερων μονάδων. 

Η διαδικασία της επιστράτευσης, μεταφοράς και συγκέντρωσης των ελληνικών δυνάμεων υπολογιζόταν ότι θα είχε ολοκληρωθεί εντός είκοσι δύο ημερών για το αλβανικό θέατρο επιχειρήσεων και εντός δεκαπέντε για το βουλγαρικό.

Μέχρι την κήρυξη του πολέμου είχαν καταρτιστεί από το Γενικό Επιτελείο Στρατού 31 μερικά σχέδια που εξασφάλιζαν επιμέρους ζητήματα της επιστράτευσης και είχαν εφαρμοστεί με μυστικότητα στο σύνολό τους τα 21 από αυτά και εν μέρει ορισμένα ακόμη. 

Οι μονάδες που για διάφορους λόγους θα επιστρατεύονταν σε τόπο διαφορετικό από την έδρα τους σε περίοδο ειρήνης, είχαν ήδη μετασταθμεύσει στους τόπους επιστράτευσής τους. Παράλληλα, στους τόπους όπου έπρεπε να συγκροτηθούν νέες μονάδες ήταν ήδη εγκατεστημένες οι διοικήσεις τους, με αποσπάσματα ως πυρήνες, έτοιμα για το έργο αυτό.

Από την πρώτη στιγμή, όλοι οι αρμόδιοι φορείς κινητοποιήθηκαν με μεγάλη ταχύτητα και απόλυτη τάξη, βάσει του σχεδίου επιστράτευσης. Αντιπροσωπευτική η εικόνα που παραδίδει ο Συνταγματάρχης Αγησίλαος Σινιώρης, διοικητής του 1ου Συντάγματος Πεζικού:
«Εἰς τήν ἐν Ἀθήναις ἕδραν τοῦ Συντάγματος ἤρχισεν ἀπό τῶν πρώτων στιγμῶν τῆς ἀναγγελίας τῆς κηρύξεως τοῦ πολέμου πυρετώδης κίνησις διά τήν ἐκτέλεσιν τοῦ Σχεδίου Ἐπιστρατεύσεως 1939. […] Ἀπό τῆς 6ης πρωϊνῆς διενεμήθησαν οἱ φάκελλοι ἐπιστρατεύσεως εἰς τούς διοικητάς λόχων καί τμημάτων, εὐθύς δέ οὗτοι άνεχώρησαν διά τούς προαναγνωρισθέντας χώρους ἐπιστρατεύσεως τοῦ 1ου Συντάγματος Πεζικοῦ εἰς τήν περιοχήν Χαλάνδρι – Φιλοθέη διά τήν ὀργάνωσιν τῶν λόχων καί τμημάτων των. Ἐπίσης αὐθωρεί οἱ προκαθωρισμένοι Ἀξιωματικοί ἀνεχώρησαν διά τάς εἰδικάς προσωρινάς ἀποστολάς των, αἵτινες άφεώρων κυρίως εἰς τήν παραλαβήν τοῦ ἀπαιτουμένου ἀριθμοῦ κτηνῶν ἐκ τῶν διαφόρων κέντρων ἐπιτάξεως. Ἡ προσέλευσις τῶν Ἐφέδρων ἤρξατο ἀθρόα καί μετ’ ἀσυνήθους ἐνθουσιασμοῦ ἀπό 11.30΄ ὥρας…».17

Τα μεσάνυχτα της Δευτέρας άρχισε να λειτουργεί το Γενικό Στρατηγείο υπό την αρχηγία του Αντιστράτηγου Παπάγου. Τα επιτελικά γραφεία και οι διευθύνσεις του επανδρώθηκαν από το σύνολο των αξιωματικών που υπηρετούσαν στο Γενικό Επιτελείο Στρατού, το οποίο εξακολούθησε να λειτουργεί ως έμπεδο επιτελείο με νέο προσωπικό και με αρχηγό τον Αντιστράτηγο Κωνσταντίνο Πάλλη. 

Το Γενικό Στρατηγείο, όπως και ορισμένα γραφεία του βασιλιά και της κυβέρνησης, εγκαταστάθηκε στο ξενοδοχείο «Μεγάλη Βρετανία» της Αθήνας, το οποίο διέθετε κατάλληλους χώρους και το ασφαλέστερο αντιαεροπορικό καταφύγιο της πόλης.

Αναλαμβάνοντας τα καθήκοντά του ο Αρχηγός του Γενικού Στρατηγείου εξέδωσε ημερήσια διαταγή καλώντας όλους τους αξιωματικούς και οπλίτες του Ελληνικού Στρατού να επιτελέσουν το ύψιστο καθήκον τους προς την πατρίδα με αυταπάρνηση και σταθερότητα:
«Πρόκειται περὶ ἀγῶνος ὑπάρξεως. Θὰ πολεμήσωμεν μὲ πεῖσμα, μὲ ἀδάμαστον ἐγκαρτέρησιν, μὲ ἀμείωτον μέχρι τελευταίας πνοῆς ἐνεργητικότητα. Ἔχω ἀκράδαντον τὴν πεποίθησιν ὅτι ὁ Ἑλληνικὸς Στρατὸς θὰ γράψῃ νέας λαμπρὰς σελίδας εἰς τὴν ἔνδοξον Ἱστορίαν τοῦ Ἔθνους. Μὴ ἀμφιβάλλητε ὅτι τελικῶς θὰ ἐπικρατήσωμεν. Μὲ τὴν βοήθειαν καὶ τὴν εὐλογίαν τοῦ Θεοῦ καὶ τὰς εὐχὰς τοῦ Ἔθνους Ἕλληνες Ἀξιωματικοὶ καὶ Ὁπλῖται φανῆτε ἥρωες!».18

Η αντίδραση του λαού

Από τη στιγμή που έγινε γνωστή η είδηση του πολέμου και παρά τον αρχικό αιφνιδιασμό που προκάλεσε, η αντίδραση του ελληνικού λαού ήταν εξίσου απρόσμενη. Δεν υπήρχε φόβος, ταραχή ή αγωνία, παρά μόνο «μιὰ διάθεση εὐφορίας, κέφι ἀνάλαφρο, ἀλλόκοτο», όπως παρατηρεί ο Άγγελος Τερζάκης περιγράφοντας την ατμόσφαιρα στην Αθήνα εκείνο το πρωί:
«Στὰ μάτια τῶν ἀνθρώπων ποὺ ἀντικρύζονταν, ἔφεγγε ἕνα χαρούμενο ξάφνιασμα, σάμπως ὅλος αὐτὸς ὁ κόσμος, ὁ ἴσαμε χτὲς βουτηγμένος στὴν καθημερινότητα καὶ στὴ βιοπάλη, νὰ μάθαινε ξαφνικὰ πὼς ἔχει μέσα του κρυμμένα νιάτα.
Γιατὶ τὸ πρωΐ τῆς 28ης Ὀκτωβρίου 1940 γινόταν πραγματικὰ μιὰ ἀποκάλυψη: Διαφορετικὸ εἶχε πέσει νὰ κοιμηθεῖ τὸ ἔθνος τὴ νύχτα ποὺ πέρασε, διαφορετικὸ ξυπνοῦσε τώρα. Ἡ εἴδηση ποὺ ἔτρεχε ἀπὸ στόμα σὲ στόμα “Πόλεμος! οἱ Ἰταλοὶ εἰσβάλλουν”, εἴτανε σὰ γενικὴ πρόσκληση σὲ ξεφάντωμα. Περηφάνεια, φιλότιμο καὶ λεβεντιὰ φούσκωναν τὰ στήθη»
.19

Σε όλο το διάστημα που είχε προηγηθεί του πολέμου, ο ελληνικός λαός, παρά τη θερμή ιδιοσυγκρασία του, τήρησε αξιομνημόνευτη ηρεμία απέναντι στις ιταλικές προκλήσεις. Υπήρχε, όμως, έντονη στην ψυχή του η επιθυμία για απάντηση στις προσβολές προς την εθνική και θρησκευτική του πίστη. 

Αυτή ήταν που πυροδότησε το θάρρος, το σθένος, την ομοψυχία απέναντι στον κοινό εχθρό και το «παραλήρημα ενθουσιασμού» που επικράτησε από την πρώτη ημέρα του πολέμου. Είναι χαρακτηριστικές οι αντιδράσεις του κόσμου, όπως έχουν αποτυπωθεί σε αναμνήσεις και απομνημονεύματα εφέδρων που κλήθηκαν στα όπλα από όλη την Ελλάδα:
«Στήν Αἰδηψό, ξημερώνοντας ἡ μέρα τῆς 28ης Ὀκτωβρίου τοῦ 1940 οἱ καμπάνες ἄρχισαν νά κτυπᾶνε δυνατά κι ὅλος ὁ κόσμος ἔτρεχε καί ρωτοῦσε νά μάθει τί συμβαίνει. Τότε ἀπ’ τόν περισσότερο κόσμο ἔλειπαν τά μέσα μαζικῆς ἐνημερώσεως.
Δέν ἀργήσαμε νά μάθουμε τήν κήρυξη τοῦ Ἰταλικοῦ πολέμου. Μέχρι τό βράδυ ὅλοι οἱ ἐπιστρατευμένοι τῆς ἐπαρχίας μας εἴχαμε μεταφερθεῖ μέ πολεμικό καράβι στό Βόλο. Ἡ ὥρα τοῦ ἀποχαιρετισμοῦ τῶν δικῶν μας ἦταν ἡ πιό συγκινητική. Ὅλοι μας ἑνωμένοι σάν ἀδέλφια μέ σφιγμένη τήν καρδιά καί θάρρος ξεκινούσαμε γιά τήν Νίκη».20

«Ὅταν τήν πρωΐαν τῆς 28.10.1940 ἠκούσθη τό διάγγελμα τοῦ βασιλέως Γεωργίου Β΄ καί τοῦ πρωθυπουργοῦ Ἰω. Μεταξᾶ, κανείς δέν αἰφνιδιάσθη. Στήν Κομοτινή προσήρχοντο οἱ ἔφεδροι πρός κατάταξι, μέ μεγάλο ἐνθουσιασμό φωνάζοντας. “Ἐμπρός παιδιά νά ρίψουμε τούς Ἰταλούς τοῦ Μουσολίνι στη θάλασσα. Ἐμπρός γιά τή νίκη. Τό δίκαιον εἶναι μέ τό μέρος μας καί γιαυτό ὁ Θεός καί ἡ Παναγία θά μᾶς βοηθήσουν νά νικήσουμε τούς ἐπιδρομεῖς φασίστες”.
Καί τά τραῖνα γεμᾶτα ἐφέδρους ἔφευγαν γιά τό Ἀλβανικό μέτωπο, χωρίς νά ὑπολογίζη κανένας τάς 7.000.000 λόγχας τοῦ Μουσολίνι, γιά τις ὁποῖες οἱ πάντες μιλοῦσαν μέ μεγάλη περιφρόνησι».21

«Τραβῶ γιὰ τὸ σιδηροδρομικὸ σταθμὸ Λαρίσσης, δὲ μπορῶ νὰ κρύψω τὴ συγκίνηση ποὺ μὲ κυριεύει, κάθε φορὰ ποὺ θυμᾶμαι τὶς τελευταῖες ὧρες ποὺ πέρασα σπίτι μου, ἀνάμεσα στὰ φιλιὰ καὶ τοὺς   λυγμοὺς τῆς ἀγαπημένης μου μητέρας… Μόλις ἦρθε τὸ τραῖνο ἀπὸ τὸν Πειραιᾶ χιλιάδες κόσμος ὥρμησε νὰ τὸ κυριέψει. Οἱ λιγώτεροι μπαίνανε ἀπὸ τὶς πόρτες τῶν βαγονιῶν. 

Οἱ περισσότεροι ἀπὸ τὰ παράθυρα, τὴ σκεπή, κι’ ἀπὸ ἄλλα ἀπίθανα μέρη. Δὲν ξέρω πῶς τινάχτηκα σ’ ἕνα κάθισμα, πάντως τὸ γεγονὸς εἶναι πὼς βρίσκομαι σ’ ἕνα βαγόνι δεύτερης θέσης στριμωγμένος ἀνάμεσα σὲ ὀχτὼ ἄλλους ἀξιωματικούς. Τὸ τραῖνο ξεκίνησε. Γιὰ πολλὴ ὥρα κανείς μας δὲ μιλᾶ, ὁ καθένας σκέφτεται τὸν κόσμο ποὺ ἄφισε πίσω του, τὸ ἄγνωστο ποὺ πηγαίνει νὰ συναντήσει...».22

«Ἀργά τό βράδυ πηγαίνω στό σταθμό Πελοποννήσου. […] Τά τραῖνα εἶναι γεμάτα μέσα κι ὄξω, κι ἀπάνω. Τά “παιδιά” μ’ ἕνα μικρότατο πακετάκι στό χέρι – μιά φανέλα ἤ ἕνα ζευγάρι κάλτσες – φορώντας ἕνα παλιό πανταλόνι κι ἕνα σακάκι (οὔτε αὐτό τά περισσότερα) περιμένουν νά φύγῃ τό τραῖνο, νά τούς πάῃ στά βουνά τῆς Ἠπείρου καί τῆς Ἀλβανίας, νά πολεμήσουν. Ἔχουν ἐμπιστοσύνη στήν Πατρίδα. Θά τούς προμηθέψῃ ἀπ’ ὅλα. Φεύγουνε τά παιδιά τραγουδῶντας…».23

Αντίστοιχα υψηλό ήταν το φρόνημα των ανδρών που ήδη βρίσκονταν απέναντι από τις ιταλικές δυνάμεις, προεπιστρατευμένοι έως και δύο μήνες νωρίτερα. Γράφει, στην έκθεσή του ο Υποστράτηγος Κατσιμήτρος:
«Μετά χαρᾶς καί ὑπερηφανείας ἐθνικῆς ἀναμιμνήσκομαι ἤδη τἀς ἱεράς καί συγκινητικάς ἐκείνας ὥρας καθ’ ἅς εὑρισκόμενος μεταξύ τῶν ἀνδρῶν ἐκείνων ἔβλεπον ἀντικατοπτριζομένην εἰς τό βλέμμα αὐτῶν τήν ἀποφασιστικότητα, τήν ἀκατάβλητον ψυχικήν ἰσχύν καί τήν ἀκμαίαν αὐτῶν ἠθικήν δύναμιν».24

Ὑποσημειώσεις

15 ΦΕΚ 337/28-10-1940. Αρχείο ΓΕΣ/ΔΙΣ, Φ.650/Δ/33.
16 ΕΔΥΣ 318 της 28/10/1940, Αρχείο ΓΕΣ/ΔΙΣ, Φ.607/Γ/11.
17 Αρχείο ΓΕΣ/ΔΙΣ, Φ.710/Α/1.
18 Αρχείο ΓΕΣ/ΔΙΣ, Φ.601/Δ/1.
19 Άγγ. Τερζάκης, Ελληνική εποποιΐα (1940-1941), ΓΕΣ/7ο ΕΓ, Αθήνα 1990, 40.
20 Κ.Ν. Χατζηπατέρας – Μ.Σ. Φαφαλιού, Μαρτυρίες 40-41, εκδόσεις Κέδρος, Αθήνα 1982, 60.21 Κ.Ν. Χατζηπατέρας – Μ.Σ. Φαφαλιού, Μαρτυρίες 40-41, εκδόσεις Κέδρος, Αθήνα 1982, 61.
22 Ν. Καραντώνης, Πόλεμος. Το ημερολόγιο ενός ανθυπολοχαγού (28 Οκτωβρίου ’40 - 26 Απριλίου ’41), «ΙΚΑΡΟΣ» εκδοτική εταιρία, 9.
23 Δ.Σ. Λουκάτος, Ὁπλίτης στό Ἀλβανικό Μέτωπο. Ἡμερολογιακές Σημειώσεις 1940-41, Ποταμός, Αθήνα 2001, 16.
24 Αρχείο ΓΕΣ/ΔΙΣ, Φ.692/Α/6β.

Εκδόσεις της Διεύθυνσης Ιστορίας Στρατού για τον Ελληνοϊταλικό και Ελληνογερμανικό Πόλεμο

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου