Ὑπομνηματισμὸς τῆς Εὐαγγελικῆς περικοπῆς τῶν Χριστουγέννων
Ἡ κατὰ σάρκα Γέννησις τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ (Ματθ.2,1-12)Ἁγίου Ἰωάννου, ἀρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως τοῦ Χρυσοστόμου
«Τοῦ δὲ Ἰησοῦ γεννηθέντος ἐν Βηθλεὲμ τῆς Ἰουδαίας ἐν ἡμέραις Ἡρῴδου τοῦ βασιλέως, ἰδοὺ μάγοι ἀπὸ ἀνατολῶν παρεγένοντο εἰς Ἱεροσόλυμα λέγοντες· ποῦ ἐστιν ὁ τεχθεὶς βασιλεὺς τῶν Ἰουδαίων; Εἴδομεν γὰρ αὐτοῦ τὸν ἀστέρα ἐν τῇ ἀνατολῇ καὶ ἤλθομεν προσκυνῆσαι αὐτῷ
(: Ὅταν λοιπὸν ὁ Ἰησοῦς γεννήθηκε στὴ Βηθλεὲμ τῆς Ἰουδαίας τὶς ἡμέρες τοῦ βασιλιᾶ Ἡρώδη, ἰδοὺ σοφοὶ ἀστρονόμοι ἀπὸ τὰ μέρη τῆς ἀνατολῆς ἦλθαν στὰ Ἱεροσόλυμα καὶ ἄρχισαν νὰ ρωτοῦν: ‘’Ποῦ εἶναι ὁ βασιλιᾶς τῶν Ἰουδαίων ποὺ τώρα τελευταῖα γεννήθηκε; Διότι εἴδαμε τὸ ἀστέρι Του νὰ ἀνατέλλει καὶ νὰ δίνει ἔτσι τὴν εἴδηση γιὰ τὴ γέννηση τοῦ νέου βασιλιᾶ καὶ ἤρθαμε νὰ Τὸν προσκυνήσουμε’’)» (Ματθ.2,1-3).
Μᾶς χρειάζεται, ἀδελφοί μου, πολλὴ ἀγρυπνία, πολλὲς προσευχές, ὥστε νὰ μπορέσουμε νὰ ἐξετάσουμε ἱκανοποιητικὰ αὐτὸ τὸ χωρίο καὶ νὰ μάθουμε ποιοί εἶναι αὐτοὶ οἱ μάγοι καὶ ἀπὸ ποῦ ἦλθαν καὶ πῶς καὶ ποιός τοὺς ἔπεισε καὶ τί ἦταν αὐτὸ τὸ ἀστέρι.
Καλύτερα ὅμως, ἐὰν θέλετε, ἂς ἀναφέρουμε πρῶτα ὅσα λέγουν οἱ ἐχθροὶ τῆς ἀλήθειας· διότι Τοῦ ἐπιτέθηκε μὲ τόση σφοδρότητα ὁ διάβολος, ὥστε τόλμησε νὰ ἐξοπλίσει αὐτοὺς καὶ ἀπὸ τὸ χωρίο τοῦτο ἐναντίον τῶν λόγων τῆς ἀληθείας.
Τί λέγουν λοιπόν; Ἰσχυρίζονται τάχα τὸ ἑξῆς: «Ἰδού, τὸ γεγονὸς ὅτι φάνηκε ἀστέρι καὶ ὅταν γεννήθηκε ὁ Χριστός, μαρτυρεῖ ὅτι ἡ ἀστρολογία γνωρίζει τὴν ἀλήθεια».
Ἀφοῦ γεννήθηκε λοιπὸν κατὰ τὰ ἀστρολογικὰ δεδομένα, πῶς ἀπέδειξε τὴν ἀστρολογία ἀνάξια λόγου, πῶς κατήργησε τὴν πίστη στὴν μοῖρα, πῶς ἀποστόμωσε τοὺς δαίμονες, πῶς ἐξαφάνισε τὴν πλάνη καὶ ἐξουδετέρωσε κάθε εἴδους μαγεία;
Τί ἔμαθαν ὅμως οἱ μάγοι ἀπὸ τὸ ἀστέρι ἐκεῖνο; Ὅτι ἦταν βασιλέας τῶν Ἰουδαίων; Ἀλλά, ὅπως εἶπε στὸν Πιλάτο, δὲν ἦταν βασιλέας σὲ ἐγκόσμιο βασίλειο: «Ἡ βασιλεία ἡ ἐμὴ οὐκ ἔστιν ἐκ τοῦ κόσμου τούτου (: Ἡ βασιλεία ἡ δική μου δὲν προέρχεται ἀπὸ τὸν κόσμο τοῦτο, οὔτε στηρίζεται πάνω σὲ κάποια ἀνθρώπινη θέληση ἢ κοσμικὴ δύναμη)» (Ἰω. 18,36).
Καὶ πράγματι δὲν παρουσίασε τίποτε σχετικό. Δὲν εἶχε κοντά Του οὔτε σωματοφύλακες, οὔτε ὑπασπιστές, οὔτε ἄλογα, οὔτε ζεῦγος ἡμιόνων οὔτε ἄλλο τίποτε παρόμοιο, ἀλλὰ ζοῦσε ὡς ἀσήμαντος καὶ πτωχὸς καὶ εἶχε μαζί του δώδεκα ἁπλοῦς ἀνθρώπους.
Ἀλλὰ καὶ ἂν γνώριζαν ὅτι εἶναι βασιλέας, γιατί πῆγαν νὰ Τὸν συναντήσουν; Διότι δὲν εἶναι βέβαια ἔργο τῆς ἀστρολογίας νὰ γνωρίζει ἀπὸ τὰ ἄστρα ποιοί γεννήθηκαν, ἀλλά, ὅπως λέγουν, νὰ προφητεύει διὰ τῶν ἄστρων τὰ μέλλοντα.
Αὐτοὶ ὅμως δὲν παρευρέθησαν ὅταν γεννοῦσε ἡ μητέρα, οὔτε γνώριζαν τὸν χρόνο, κατὰ τὸν ὁποῖο γεννήθηκε ὁ Χριστός, οὔτε στηρίχτηκαν στὸν χρόνο τῆς γεννήσεως γιὰ νὰ ὑπολογίσουν ἀπὸ τὴν κίνηση τῶν ἀστέρων τὰ μέλλοντα νὰ συμβοῦν.
Ἀντιθέτως, ἐπειδὴ εἶδαν πρὶν ἀπὸ πολὺ καιρὸ ἕνα ἀστέρι ποὺ παρουσιάστηκε ἐπάνω ἀπὸ τὴν πατρίδα τους, ἦλθαν γιὰ νὰ δοῦν τὸν Νεογέννητο, πρᾶγμα τὸ ὁποῖο δημιουργεῖ πολὺ μεγαλύτερες ἀπορίες ἀπὸ τὸ πρῶτο· διότι τὶ τοὺς ἔπεισε, ποιά ὠφέλεια περίμεναν, ὥστε νὰ ἔλθουν ἀπὸ τόση ἀπόσταση νὰ προσκυνήσουν τὸν βασιλέα;
Καὶ ἂν ἀκόμη ἐπρόκειτο νὰ εἶναι δικός τους βασιλέας καὶ πάλι δὲν ἦταν λογικὸ αὐτὸ ποὺ ἔκαναν. Διότι, ἐὰν γεννιόταν σὲ κάποια βασιλικὴ αὐλὴ καὶ ἦταν βασιλέας ὁ πατέρας του, θὰ ἔλεγε κανεὶς ὅτι ἔκαναν καλὰ ποὺ ἦλθαν νὰ προσκυνήσουν τὸ νεογέννητο, γιὰ νὰ κολακεύσουν τὸν πατέρα, καὶ ὅτι μὲ αὐτὴ τὴν ἐνέργειά τους ἐξασφάλισαν ἐκ τῶν προτέρων μεγάλες πιθανότητες γιὰ μελλοντικὴ εὔνοια.
Τώρα ὅμως γιατί ξεκίνησαν γιὰ τόσο μακρινὸ ταξίδι καὶ πρόσφεραν δῶρα, ἀφοῦ δὲν ἀνέμεναν νὰ γίνει δικός τους βασιλέας, ἀλλὰ ἑνὸς παράξενου λαοῦ, ποὺ κατοικοῦσε σὲ πολὺ μεγάλη ἀπόσταση ἀπὸ τὴν πατρίδα τους; Καὶ ἀφοῦ μάλιστα ἐπρόκειτο νὰ εἶναι ἐπικίνδυνη ἡ ὅλη ἐνέργειά τους;
Διότι καὶ ὁ Ἡρώδης ταράχθηκε πάρα πολὺ ὅταν τὸ ἄκουσε καὶ ὅλος ὁ λαὸς ἀνησύχησε, ὅταν ἄκουσε ὅλα ὅσα ἔλεγαν αὐτοί.
«Ἀλλὰ δὲν τὰ προέβλεψαν», θὰ ἔλεγε κάποιος, «αὐτά». Αὐτὸ ὅμως δὲν εἶναι λογικὸ· διότι, καὶ πολὺ ἀνόητοι ἂν ἦσαν, δὲν ἔπρεπε νὰ ἀγνοοῦν τοῦτο, ὅτι, ἂν φθάσουν σὲ χώρα ποὺ ἔχει βασιλέα καὶ ἀνακοινώσουν ὅσα γνωρίζουν καὶ ποῦν ὅτι ὑπάρχει κάποιος ἄλλος βασιλέας ποὺ μόλις γεννήθηκε καὶ ὄχι ὁ κάτοχος τοῦ θρόνου, δὲν θὰ ἐπέσυραν ἄπειρες φορὲς ἐναντίον τους τὸν θάνατο;
Καὶ γενικῶς, γιατί ἦλθαν καὶ προσκύνησαν ἕνα παιδὶ ποὺ βρισκόταν στὰ σπάργανα;
Διότι, ἂν βρισκόταν στὴν ἀνδρικὴ ἡλικία, θὰ μποροῦσε νὰ ἰσχυρισθεῖ κανεὶς ὅτι ἐξέθεσαν τοὺς ἑαυτούς τους σὲ φανερὸ κίνδυνο, διότι ἀνέμεναν νὰ εὐεργετηθοῦν ἀπὸ Αὐτόν, ἂν καὶ θὰ ἦταν πολὺ παράλογο, Πέρσες αὐτοί, ἀλλόθρησκοι, ποὺ δὲν εἶχαν τίποτε κοινὸ μὲ τοὺς Ἰουδαίους, νὰ θέλουν νὰ ἀφήσουν τὰ σπίτια τους καὶ τὴν πατρίδα καὶ τοὺς συγγενεῖς καὶ τοὺς δικούς τους καὶ νὰ γίνουν οἰκειοθελῶς ὑπήκοοι ξένου βασιλέως.
Καὶ ἂν αὐτὸ εἶναι παράλογο, ἀκόμη περισσότερο παράλογα εἶναι τὰ ὑπόλοιπα. Ποιά εἶναι λοιπὸν αὐτά;
Τὸ ὅτι ἐπέστρεψαν ἀμέσως, ἀφοῦ ἦλθαν τόσο μακριὰ ἀπὸ τὴν πατρίδα τους καὶ προσκύνησαν καὶ ἀνησύχησαν τοὺς πάντες.
Καὶ μὲ δυὸ λέξεις, ποιό βασιλικὸ σύμβολο εἶδαν, ἀφοῦ εἶδαν μιὰ καλύβα μὲ φάτνη καὶ ἕνα παιδὶ στὰ σπάργανα καὶ μιὰ πτωχὴ μητέρα;
Σὲ ποιόν πρόσφεραν τὰ δῶρα καὶ γιατί; Μήπως ὑπῆρχε νόμος καὶ ἔθιμο νὰ προσκυνοῦν τοὺς νεογέννητους βασιλεῖς, ὅπου καὶ ἂν γεννήθηκαν;
Μήπως γύριζαν συνεχῶς ὅλη τὴν οἰκουμένη καὶ προσκυνοῦσαν πρὶν ἀκόμη νὰ ἀνέβουν στὸν θρόνο, ἐκείνους ποὺ γνώριζαν ὅτι ἀπὸ μικροὶ καὶ ἀσήμαντοι θὰ γίνουν βασιλεῖς; Κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ προβάλλει παρόμοιο ἰσχυρισμό.
Τότε γιατί Τὸν προσκύνησαν; Ἐὰν γιὰ τὸ παρόν, τί περίμεναν νὰ κερδίσουν ἀπὸ ἕνα νήπιο καὶ μία πτωχὴ μητέρα;
Ἐὰν γιὰ τὸ μέλλον, πῶς γνώριζαν ὅτι θὰ συγκρατήσει στὴ μνήμη του τὸ παιδί, ποὺ τὸ προσκύνησαν ὅταν βρισκόταν στὰ σπάργανα, ὅσα ἔγιναν τότε;
Καὶ ἐὰν ἐπρόκειτο νὰ τοῦ τὸ ὑπενθυμίσει ἡ μητέρα Του, καὶ πάλι δὲν πρέπει νὰ τιμηθοῦν, ἀλλὰ νὰ τιμωρηθοῦν, διότι ἔριξαν τὸ νήπιο σὲ φανερὸ κίνδυνο.
Ἐξ αἰτίας τοὺς ταράχθηκε ὁ Ἡρώδης καὶ τὸ ἀναζητοῦσε καὶ ἐρευνοῦσε καὶ προσπαθοῦσε νὰ τὸ ἐξοντώσει.
Καὶ σὲ κάθε περίπτωση ἐκεῖνος ποὺ ἀποκαλύπτει ὅτι ἕνας κοινὸς ἄνθρωπος μικρῆς ἡλικίας πρόκειται νὰ γίνει βασιλέας, δὲν κάνει τίποτε ἄλλο παρὰ τὸν παραδίδει στὴ σφαγὴ καὶ τοῦ ἀνάπτει μυρίους πολέμους.
Εἶδες πόσα παράλογα παρουσιάζονται, ἂν ἐξετάσουμε τὸ εὐαγγελικὸ χωρίο μὲ τὰ ἀνθρώπινα μέτρα καὶ κατὰ τὸν συνηθισμένο τρόπο;
Καὶ δὲν εἶναι μόνο αὐτά, ἀλλὰ θὰ ἦταν δυνατὸ νὰ ἀναφέρω περισσότερα, τὰ ὁποῖα ἀπαιτοῦν περισσότερη συζήτηση, ἀπὸ ὅση ἀπαιτοῦν ὅσα ἀνέφερα.
Ἀλλὰ γιὰ νὰ μὴν σᾶς κάνουμε, μὲ τὴν ἔκφραση τῆς μιᾶς ἀπορίας κατόπιν τῆς ἄλλης, νὰ αἰσθάνεστε ἰλίγγους, ἂς προχωρήσουμε τώρα στὴ λύση τῶν ἀποριῶν.
Ἂς προσπαθήσουμε νὰ λύσουμε πρῶτα τὸ ζήτημα τοῦ ἀστέρος· διότι ἂν μάθουμε τί ἦταν τὸ ἀστέρι καὶ ποιά ἡ προέλευσή του καὶ ἂν ἦταν καὶ αὐτὸ ἕνα ἀπὸ τὰ πολλὰ ἢ διαφορετικὸ ἀπὸ τὰ ἄλλα καὶ ἂν ἦταν πράγματι ἀστέρι ἢ μόνον φαινομενικῶς ἀστέρι, θὰ κατανοήσουμε εὔκολα καὶ ὅλα τὰ ἄλλα.
Ἀπὸ ποῦ ὅμως θὰ τὰ μάθουμε αὐτά; Ἀπὸ τὸ ἴδιο τὸ κείμενο.
Εἶναι βεβαίως φανερὸ ἀπὸ τὴν πορεία του κατ' ἀρχὴν ὅτι τὸ ἀστέρι αὐτὸ δὲν ἦταν ἕνα ἀπὸ τὰ πολλὰ ἢ καλύτερα δὲν ἦταν, κατὰ τὴν γνώμη μου τοὐλάχιστον, ἀστέρι, ἀλλὰ κάποια ἀόρατη δύναμη ποὺ ἔλαβε μορφὴ ἄστρου· διότι, εἶναι βεβαιότατο, δὲν ὑπάρχει ἀστέρι ποὺ νὰ ἀκολουθεῖ αὐτὴν τὴν πορεία, ἀλλὰ καὶ ὁ ἥλιος καὶ ἡ σελήνη καὶ ὅλα τὰ ἄλλα ἀστέρια τὰ βλέπουμε νὰ προχωροῦν ἀπὸ τὴν ἀνατολὴ πρὸς τὴν δύση.
Αὐτὸ ὅμως πήγαινε ἀπὸ τὸν βορρᾶ πρὸς τὸν νότο· διότι αὐτὸς εἶναι ὁ προσανατολισμὸς τῆς Παλαιστίνης ἀπὸ τὴν Περσία.
Στὸ ἴδιο συμπέρασμα ὁδηγεῖ καὶ ἡ ἐξέταση τῆς ὥρας· διότι δὲν φάνηκε τὴ νύχτα, ἀλλὰ τὸ μεσημέρι, ὅταν ὁ ἥλιος ἦταν ὁλόλαμπρος.
Τοῦτο δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ συμβεῖ ὄχι μόνον μὲ τὰ ἀστέρια, ἀλλὰ οὔτε μὲ τὴ σελήνη· διότι καὶ αὐτή, ἂν καὶ εἶναι πολὺ μεγαλύτερη ἀπὸ ὅλα, κρύπτεται καὶ ἐξαφανίζεται ἀμέσως, μόλις φανοῦν οἱ ἀκτῖνες τοῦ ἥλιου.
Αὐτὸ τὸ ἀστέρι ὅμως νίκησε μὲ τὴν ὑπερβολικὴ λαμπρότητά του τὶς ἀκτῖνες τοῦ ἥλιου καὶ ἀπεδείχθη φωτεινότερο ἀπὸ ἐκεῖνες καὶ ἔλαμψε περισσότερο μέσα στὸ τόσο φῶς.
Τρίτο ἀποδεικτικὸ στοιχεῖο εἶναι ὅτι κρυβόταν καὶ ἐπανεμφανιζόταν πάλι· διότι φαινόταν καὶ ὁδηγοῦσε τοὺς μάγους κατὰ τὴν πορεία τους μέχρι τὴν Παλαιστίνη. Ὅταν ἔφθασαν ὅμως στὰ Ἱεροσόλυμα, κρύφτηκε.
Ἔπειτα φανερώθηκε πάλι, ὅταν ἐπρόκειτο νὰ ἀναχωρήσουν, ἀφοῦ ἀνακοίνωσαν στὸν Ἡρώδη τὴν αἰτία τῆς ἀφίξεώς τους καὶ τὸν ἀποχαιρέτησαν.
Αὐτὰ ἀποδεικνύουν ὅτι δὲν πρόκειται γιὰ κίνηση ἄστρου, ἀλλὰ γιὰ κίνηση κάποιας πολὺ λογικῆς δυνάμεως· διότι δὲν εἶχε κάποια μόνιμη πορεία, ἀλλὰ κινιόταν ὅταν ἔπρεπε νὰ κινεῖται, σταματοῦσε ὅταν ἔπρεπε νὰ σταματᾶ καὶ ρύθμιζε τὰ πάντα ὅπως ἔπρεπε, ὅπως ἡ στήλη τῆς νεφέλης, ποὺ σταματοῦσε ἢ ἔκανε τὸ στρατόπεδο τῶν Ἰουδαίων νὰ ξεκινήσει ὅποτε χρειαζόταν.
Τέταρτο στοιχεῖο, ἀπὸ τὸ ὁποῖο μπορεῖ κανεὶς νὰ γνωρίσει καλῶς τὰ πράγματα, εἶναι ὁ τρόπος, μὲ τὸν ὁποῖο τοὺς ὁδηγοῦσε· διότι δὲν τοὺς ὁδηγοῦσε ἀπὸ τὸν οὐρανό. Διότι δὲν ἦταν δυνατὸ νὰ κατατοπίζονται αὐτοὶ μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο.
Ἀλλὰ κατέβαινε χαμηλὰ καὶ τοὺς ὁδηγοῦσε· διότι γνωρίζετε καλῶς ὅτι δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ κάνει ἕνα ἀστέρι γνωστὸ ἕνα τόπο τόσο μικρό, ὅσο εἶναι ὀρθὸ νὰ κατέχει μία καλύβα ἢ μᾶλλον ὅσο εἶναι λογικὸ νὰ κατέχει τὸ σῶμα ἑνὸς νηπίου.
Ἐπειδὴ λοιπὸν τὸ ὕψος τοῦ ἀστέρος εἶναι πολὺ μεγάλο, δὲν ἦταν δυνατὸ νὰ ἐπισημάνει καὶ νὰ κάνει γνωστὸ στοὺς ἐπιθυμοῦντες νὰ δοῦν ἕνα τόσο μικρὸ τόπο.
Αὐτὸ εἶναι δυνατὸ νὰ τὸ ἀντιληφθεῖ κανεὶς καὶ ἀπὸ τὴν σελήνη, ἡ ὁποία, ἂν καὶ εἶναι πολὺ μεγαλύτερη ἀπὸ τὰ ἄστρα, δίδει τὴν ἐντύπωση σὲ ὅλους τοὺς κατοίκους τῆς γῆς, ποὺ εἶναι διασκορπισμένοι σὲ ὅλη τὴν ἐπιφάνεια τῆς γῆς, ὅτι βρίσκεται κοντά τους.
Πές μου, λοιπόν, πῶς θὰ ἔδειχνε τὸ ἀστέρι ἕνα τόπο μικρὸ ὅσο μία φάτνη καὶ μία καλύβα, ἂν δὲν ἄφηνε τὸ ὕψος ἐκεῖνο καὶ δὲν κατέβαινε κάτω καὶ δὲν σταματοῦσε ἀκριβῶς ἐπάνω ἀπὸ τὴν κεφαλὴ τοῦ παιδιοῦ;
Τοῦτο ἀσφαλῶς ὑπονοοῦσε καὶ ὁ Εὐαγγελιστὴς ὅταν ἔλεγε: «καὶ ἰδοὺ ὁ ἀστὴρ ὃν εἶδον ἐν τῇ ἀνατολῇ προῆγεν αὐτούς, ἕως ἐλθὼν ἔστη ἐπάνω οὗ ἦν τὸ παιδίον (: καὶ νά , τὸ ὑπερφυσικὸ ἀστέρι ποὺ ἔλαμπε καὶ τὴν ἡμέρα, τὸ ἴδιο ἀστέρι ποὺ εἶδαν ἐξ ἀρχῆς στὴν ἀνατολή του, πήγαινε μπροστὰ ἀπὸ αὐτούς, μέχρι ποὺ ἦλθε καὶ στάθηκε πάνω ἀπὸ τὸ σπίτι ποὺ ἦταν τὸ παιδί)» (Ματθ.2,9).
Βλέπεις μὲ πόσα ἀποδεικνύεται ὅτι τὸ ἄστρο αὐτὸ δὲν ἦταν ἕνα ἀπὸ τὰ πολλὰ ποὺ ὑπάρχουν στὸν οὐρανὸ καὶ ὅτι δὲν φαινόταν νὰ ἀκολουθεῖ τὴν φυσικὴ τάξη;
Ἀλλὰ γιατί φάνηκε; Γιὰ νὰ καυτηριάσει τὴν ἀναισθησία τῶν Ἰουδαίων καὶ νὰ τοὺς ἀφαιρέσει κάθε ἴχνος δικαιολογίας γιὰ τὴν ἀπιστία τους.
Ἐπειδὴ δηλαδὴ ἐπρόκειτο, Αὐτὸς ποὺ ἦλθε ἀπὸ τοὺς οὐρανοὺς νὰ δώσει τέλος στὸν παλαιὸ τρόπο ζωῆς καὶ νὰ καλέσει τὴν οἰκουμένη νὰ Τὸν προσκυνήσει καὶ νὰ Τὸν λατρεύσει σὲ ὅλη τὴν ξηρὰ καὶ τὴν θάλασσα, ἄνοιξε ἐξ ἀρχῆς τὴν θύρα γιὰ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους, ἐπειδὴ ἤθελε νὰ παραδειγματίσει τοὺς δικούς του διὰ τῶν ξένων.
Ἐπειδὴ δηλαδή, ἂν καὶ ἄκουγαν συνεχῶς τοὺς προφῆτες ποὺ μιλοῦσαν γιὰ τὴν ἐνανθρώπησή Του, δὲν ἔδιδαν τὴν ἀπαιτούμενη σημασία, ἔκαμε νὰ ἔλθουν καὶ βάρβαροι ἀπὸ χώρα μακρινὴ καὶ νὰ ἀναζητοῦν τὸν βασιλέα ποὺ βρισκόταν κοντά τους καὶ πληροφορήθηκαν πρῶτα ἀπὸ περσικὴ φωνὴ ἐκεῖνα, τὰ ὁποῖα δὲν θέλησαν νὰ μάθουν ἀπὸ τοὺς προφῆτες, ὥστε ἂν Τὸν ἀκολουθήσουν, νὰ ἔχουν σοβαρότατο στοιχεῖο ὅτι πείσθηκαν γιὰ τὴν παρουσία Του.
Ἂν ἀντιθέτως Τὸν ἀντιμετωπίσουν μὲ ἐχθρότητα, νὰ μὴν ἔχουν καμία δικαιολογία· διότι ποιά δικαιολογία θὰ ἔχουν νὰ παρουσιάσουν, ἂν δὲν πιστέψουν στὸν Χριστὸ μετὰ ἀπὸ τόσες προφητεῖες, ὅταν δοῦν ὅτι οἱ μάγοι ἐπείσθησαν ἐπειδὴ εἶδαν ἕνα ἀστέρι καὶ ἦλθαν καὶ προσκύνησαν τὸν Νεογέννητο;
Ἐνήργησε λοιπὸν καὶ στὴν περίπτωση τῶν μάγων ὅπως στὴν περίπτωση τῶν Νινευιτῶν, ποὺ τοὺς ἔστειλε τὸν Ἰωνᾶ, καὶ ὅπως στὴν περίπτωση τῆς Σαμαρείτιδας καὶ τῆς Χαναναίας.
Γιὰ τοῦτο εἶπε: «Ἂνδρὲς Νινευῖται ἀναστήσονται ἐν τῇ κρίσει μετὰ τῆς γενεᾶς ταύτης καὶ κατακρινοῦσιν αὐτήν, ὅτι μετενόησαν εἰς τὸ κήρυγμα Ἰωνᾶ, καὶ ἰδοὺ πλεῖον Ἰωνᾶ ὧδε (: Οἱ Νινευίτες θὰ ἀναστηθοῦν στὴν τελικὴ κρίση μαζὶ μὲ τὴ γενιὰ αὐτὴ καὶ θὰ τὴν κατακρίνουν· διότι ἐκεῖνοι ἂν καὶ ἦταν ἀλλοεθνεῖς καὶ εἰδωλολάτρες, μετανόησαν στὸ κήρυγμα τοῦ Ἰωνᾶ, ὁ ὁποῖος ἦταν ξένος καὶ δὲν ἔκανε κανένα θαῦμα σὲ αὐτούς.
Καὶ νά, ἐδῶ πολὺ περισσότερα συντελοῦν στὸ νὰ γίνει δεκτὸ τὸ δικό μου κήρυγμα ἀπὸ ὅσα συντελοῦσαν στὸ κήρυγμα τοῦ Ἰωνᾶ.
Διότι πρὶν ἀπὸ Ἐμένα οἱ προφῆτες σας γνωστοποίησαν τὸν ἀληθινὸ Θεὸ καὶ σᾶς προανήγγειλαν τὴν ἔλευσή μου· κι ἐγὼ τόσο καιρό σας κηρύττω καὶ σᾶς ἀποδεικνύω μὲ θαύματα καταπληκτικὰ ὅτι δὲν εἶμαι ἁπλὸς προφήτης)» (Ματθ.12,41).
Καί: «Βασίλισσα νότου ἐγερθήσεται ἐν τῇ κρίσει μετὰ τῆς γενεᾶς ταύτης καὶ κατακρινεῖ αὐτήν, ὅτι ἦλθεν ἐκ τῶν περάτων τῆς γῆς ἀκοῦσαι τὴν σοφίαν Σολομῶνος, καὶ ἰδοὺ πλεῖον Σολομῶνος ὧδε (: Ἡ βασίλισσα τῆς νοτιοδυτικῆς Ἀραβίας, τῆς χώρας Σαβά, θὰ ἀναστηθεῖ τὴν ὥρα τῆς τελικῆς κρίσεως μαζὶ μὲ τὴ γενεὰ αὐτὴ καὶ θὰ τὴν κατακρίνει· διότι ἡ βασίλισσα αὐτὴ ἦλθε ἀπὸ τὴν ἄκρη τοῦ κόσμου νὰ ἀκούσει τὴ σοφία τοῦ Σολομῶντος, ἐνῷ ἦταν γυναῖκα καὶ δὲν γνώριζε τὸν ἀληθινὸ Θεό.
Καὶ νά, ἐδῶ πρόκειται γιὰ κάτι ἀνώτερο ἀπὸ τὸν Σολομῶντα, ἀφοῦ ἐγὼ δὲν εἶμαι ἁπλῶς σοφὸς ὅπως ἦταν ἐκεῖνος, ἀλλὰ εἶμαι ἡ ἴδια ἡ ἐνσάρκωση τῆς Θείας Σοφίας)» (Ματθ. 12,42).
Διότι ἐκεῖνοι μὲν πίστεψαν στὰ μικρότερα, ἐνῷ αὐτοὶ δὲν πίστεψαν οὔτε στὰ μεγαλύτερα.
«Ἀλλὰ γιατί», θὰ μποροῦσε νὰ ἀναρωτηθεῖ κάποιος, «τοὺς προσείλκυσε μὲ θέαμα αὐτοῦ τοῦ εἴδους;».
Ἀλλὰ πῶς ἔπρεπε; Νὰ τοὺς στείλει προφῆτες; Ἦσαν μάγοι καὶ δὲν θὰ παραδέχονταν τοὺς προφῆτες. Νὰ τοὺς ὁμιλήσει ἀπὸ τὸν οὐρανό; Δὲν θὰ ἔδιναν σημασία. Νὰ ἀποστείλει ἄγγελο; Καὶ αὐτὸν θὰ τὸν περιφρονοῦσαν.
Γι' αὐτὸ δὲν χρησιμοποίησε ὁ Θεὸς τίποτε ἀπὸ αὐτὰ καὶ μὲ πολλὴ συγκατάβαση τοὺς προσκάλεσε μὲ μέσο, πρὸς τὸ ὁποῖο εἶχαν ἐξοικείωση, καὶ τοὺς ἔδειξε ἕνα μεγάλο καὶ ἐντελῶς διαφορετικὸ ἀστέρι, γιὰ νὰ τοὺς προξενήσει μεγάλη ἐντύπωση καὶ μὲ τὸ μέγεθός του καὶ μὲ τὸ κάλλος του καὶ μὲ τὸν τρόπο τῆς κινήσεώς του.
Αὐτὰ μιμήθηκε καὶ ὁ Παῦλος καὶ ὁμίλησε πρὸς τοὺς Ἕλληνες ἀπὸ ἕνα βωμὸ καὶ ἄντλησε ἐπιχειρήματα ἀπὸ ποιητές.
Πρὸς τοὺς Ἰουδαίους πάλι ὁμιλεῖ ἐπικαλούμενος πρὸς διαβεβαίωση τὴν περιτομὴ καὶ ἀρχίζει μὲ θυσίες τὴν διδασκαλία Του πρὸς τοὺς ζῶντες κατὰ τὸν ἰουδαϊκὸ νόμο.
Ἐπειδὴ δηλαδὴ κάθε ἄνθρωπος ἀγαπᾶ ἐκεῖνα, μὲ τὰ ὁποῖα ἔχει ἐξοικειωθεῖ, τὰ χρησιμοποιοῦν καὶ ὁ Θεὸς καὶ οἱ ἄνθρωποι ποὺ ἀπέστειλε πρὸς σωτηρία τῆς οἰκουμένης.
Μὴ νομίσεις λοιπὸν ὅτι θὰ ἔκρινε ταπεινωτικὸ νὰ τοὺς καλέσει μὲ ἀστέρι· διότι τότε θίγεις ὅλους τοὺς ἰουδαϊκοὺς θεσμούς, τὶς θυσίες, τοὺς καθαρμούς, τὴν πρωτομηνιά, τὴν κιβωτό, ἀκόμη καὶ τὸν ναὸ τὸν ἴδιο. Διότι αὐτὰ ἔχουν τὴν ἀρχή τους στὴν εἰδωλολατρικὴ θρησκεία.
Ὁ Θεὸς ὅμως, γιὰ νὰ σώσει τοὺς παραπλανημένους, δέχθηκε νὰ χρησιμοποιοῦν ὡς θεραπευτικὰ μέσα, ἀφοῦ τὰ μετέβαλε ὀλίγο, ἐκεῖνα μὲ τὰ ὁποῖα λάτρευαν τὰ εἴδωλα οἱ εἰδωλολάτρες, γιὰ νὰ τοὺς ἀπομακρύνει σταδιακῶς ἀπὸ τὶς συνήθειές τους καὶ νὰ τοὺς ὁδηγήσει στὴν ὑψηλὴ πίστη.
Αὐτὸ λοιπὸν ἔκανε καὶ στὴν περίπτωση τῶν μάγων. Ἀνέχτηκε νὰ τοὺς καλέσει μὲ τὴ θέα ἑνὸς ἄστρου, γιὰ νὰ τοὺς ὁδηγήσει κατόπιν ὑψηλότερα.
Καὶ ἀφοῦ τοὺς κατηύθυνε καὶ τοὺς ὁδήγησε καὶ τοὺς ἔφερε μπροστὰ στὴ φάτνη, δὲν συνεννοεῖται πλέον μαζί τους διὰ τοῦ ἄστρου, ἀλλὰ δι' ἀγγέλου, καὶ ἔτσι ἔγιναν σιγά-σιγά καλύτεροι.
Τὸ ἴδιο ἔκανε καὶ μὲ τοὺς Ἀσκαλωνίτες καὶ τοὺς Γαζαίους. Ἐπειδὴ οἱ πέντε ἐκεῖνες πόλεις ὑπέφεραν μεγάλα δεινὰ ὅταν ἔφθασε ἐκεῖ ἡ κιβωτός, καὶ ἐπειδὴ δὲν ἔβρισκαν τρόπο νὰ ἀπαλλαγοῦν ἀπὸ τὰ βάσανα ποὺ τοὺς ταλαιπωροῦσαν, κάλεσαν τοὺς μάντεις, συγκέντρωσαν τὸν λαὸ καὶ ζητοῦσαν νὰ βροῦν ἀπαλλαγὴ ἀπὸ τὰ θεόπεμπτα ἐκεῖνα δεινά (βλ. Α΄Βασ. κέφ.5).
Ὅταν εἶπαν οἱ μάντεις ὅτι πρέπει νὰ ζεύσουν στὴν κιβωτὸ ἀγύμναστα καὶ πρωτόγεννα μοσχάρια καὶ νὰ τὰ ἀφήσουν νὰ προχωροῦν χωρὶς νὰ τὰ κατευθύνει κανείς, διότι ἔτσι θὰ ἀποδειχθεῖ πλήρως ἂν εἶναι θεόπεμπτα τὰ δεινὰ ἢ ἂν πρόκειται περὶ ἐπιδημίας (διότι, εἶπαν, ἂν συντρίψουν ἕνεκα ἀπειρίας τὸν ζυγὸ ἢ ἐπιστρέψουν πρὸς τὰ μοσχάρια τους ποὺ θὰ φωνάζουν, ὀφείλονται, ὅσα συμβαίνουν, στὴν τύχη (Α΄ Βασ. κεφ. 6)· ἂν βαδίσουν ὅμως σωστὰ καὶ δὲν ἐπηρεαστοῦν ἀπὸ τοὺς μυκηθμοὺς τῶν μοσχαριῶν τους καὶ ἂν δὲν βαδίσουν μὲ ἀταξία ἐπειδὴ στεροῦνται πείρας, εἶναι ὁλοφάνερο ὅτι ὀργίστηκε ὁ Θεὸς κατὰ τῶν πόλεων αὐτῶν).
Ἐπειδὴ λοιπὸν πείσθηκαν οἱ κάτοικοι αὐτῶν τῶν πόλεων ἀπὸ τὰ λόγια τῶν μάντεων καὶ ἐνήργησαν ὅπως τοὺς συμβούλευσαν, ὁ Θεὸς ἔδειξε πάλι τὴν συγκατάβασή Του, ἀκολούθησε τὴν γνώμη τῶν μάντεων καὶ δὲν ἔκρινε ὅτι εἶναι ἀνάξιο γι' Αὐτὸν νὰ ἀποδείξει ὀρθὲς τὶς προβλέψεις τῶν μάντεων καὶ νὰ κάνει νὰ θεωροῦνται ἀξιόπιστοι γιὰ ὅσα εἶπαν τότε· διότι, μὲ τὸ νὰ ὁμολογήσουν ἀκόμη καὶ οἱ ἀρνητὲς τοῦ Θεοῦ τὴν δύναμή Του καὶ νὰ ἐκφράσουν τὴν γνώμη τους περὶ Αὐτοῦ οἱ θρησκευτικοὶ καθοδηγητὲς τοῦ λαοῦ αὐτοῦ, ἐπιτυγχανόταν κάτι τὸ σπουδαιότερο.
Εἶναι δυνατὸ νὰ δεῖ κανεὶς ὅτι ὁ Θεὸς ρυθμίζει καὶ ἄλλα πολλὰ κατὰ τὸν ἴδιο τρόπο. Καὶ στὴν περίπτωση τῆς γυναίκας ποὺ προφήτευσε μὲ αὐθυποβολὴ φαίνεται ὅτι ἐνήργησε κατὰ τὸν ἴδιο τρόπο, πρᾶγμα τὸ ὁποῖο θὰ μπορέσετε βεβαίως νὰ ἑρμηνεύσετε ἔπειτα ἀπὸ ὅσα ἀκούσατε (Α΄ Βασ. κεφ. 28).
Αὐτὰ λοιπὸν εἶχα νὰ πῶ ἐγὼ γιὰ τὴν αἰτία τῆς ἐμφανίσεως τοῦ ἀστέρος, ἐσεῖς ὅμως θὰ μπορούσατε νὰ πεῖτε καὶ περισσότερα. Διότι λέγει ἡ Γραφή: «Δίδου σοφῷ ἀφορμὴν καὶ σοφώτερος ἔσται (: Μὲ τὶς ὑποδείξεις σου δίδε στὸν σοφὸ ἀφορμὴ διορθώσεώς του καὶ βελτιώσεως καὶ θὰ γίνει σοφότερος καὶ συνετότερος)» (Παροιμ. 9,9).
Πρέπει τώρα νὰ ἐξετάσουμε τὴν ἀρχὴ τοῦ εὐαγγελικοῦ χωρίου. Ἀλλὰ ποιά εἶναι ἡ ἀρχή; «Τοῦ δὲ Ἰησοῦ γεννηθέντος ἐν Βηθλεὲμ τῆς Ἰοὐδαίας ἐν ἡμέραις Ἡρῴδου τοῦ βασιλέως, ἰδοὺ μάγοι ἀπὸ ἀνατολῶν παρεγένοντο εἰς Ἱεροσόλυμα (: Ὅταν λοιπὸν ὁ Ἰησοῦς γεννήθηκε στὴ Βηθλεὲμ τῆς Ἰουδαίας τὶς ἡμέρες τοῦ βασιλιᾶ Ἡρώδη. Ἰδού, σοφοὶ ἀστρονόμοι ἀπὸ τὰ μέρη τῆς ἀνατολῆς ἦλθαν στὰ Ἱεροσόλυμα)» (Ματθ. 2,1). Οἱ μάγοι ἀκολούθησαν τὸ ἀστέρι ποὺ τοὺς ὁδηγοῦσε.
Οἱ Ἰουδαῖοι ἀντιθέτως δὲν πίστεψαν οὔτε στοὺς προφῆτες ποὺ τοὺς δίδασκαν.
Ἀλλὰ γιατί μᾶς ἀναφέρει καὶ τὸν χρόνο καὶ τὸν τόπο μὲ τὶς φράσεις «ἐν Βηθλεὲμ τῆς Ἰουδαίας» καὶ «ἐν ἡμέραις Ἡρῴδου τοῦ βασιλέως»; Καὶ γιατί προσθέτει καὶ τὸ ἀξίωμά του;
Προσθέτει τὸ ἀξίωμά του, ἐπειδὴ ὑπῆρχε κι ἄλλος Ἡρώδης, ἐκεῖνος ποὺ ἀποκεφάλισε τὸν Ἰωάννη. (Πρόκειται γιὰ τὸν Ἡρώδη Ἀντύπα, υἱὸ τοῦ βασιλιᾶ Ἡρώδη τοῦ Μεγάλου, ὁ ὁποῖος, ὄντας ὕπουλος καὶ ἀκόλαστος, εἶχε ἀποκεφαλίσει τὸν Ἰωάννη τὸν Βαπτιστὴ ἐξ αἰτίας της Ἠρωδιάδας μὲ τὴν ὁποία παράνομα συζοῦσε καὶ ὁ ὁποῖος ἀργότερα ἀνέκρινε καὶ τὸν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστὸ ὅταν τοῦ Τὸν ἔστειλε ὁ Πιλάτος).
Ἐκείνος ὅμως ἦταν τετράρχης (: κυβερνήτης τοῦ τέταρτου μέρους μιᾶς ρωμαϊκῆς ἐπαρχίας), ἐνῷ αὐτὸς ἦταν βασιλιᾶς.
Καὶ μᾶς ἀναφέρει τὸν τόπο καὶ τὸν χρόνο, γιὰ νὰ μᾶς ὑπενθυμίσει παλαιὲς προφητεῖες.
Ἀπὸ αὐτὲς ἡ μία εἶναι τοῦ προφήτη Μιχαία (: τέλη 8ου ἕως περίπου μέσα 7ου αἰ. π. Χ.), ποὺ εἶπε:
«Καὶ σύ, Βηθλεέμ, οἶκος τοῦ Ἐφραθά, ὀλιγοστὸς εἶ τοῦ εἶναι ἐν χιλιάσιν Ἰούδα· ἐκ σοῦ μοὶ ἐξελεύσεται τοῦ εἶναι εἰς ἄρχοντα ἐν τῷ Ἰσραήλ, καὶ αἱ ἔξοδοι αὐτοῦ ἀπ᾿ ἀρχῆς ἐξ ἡμερῶν αἰῶνος.
Διὰ τοῦτο δώσει αὐτοὺς ἕως καιροῦ τικτούσης τέξεται, καὶ οἱ ἐπίλοιποι τῶν ἀδελφῶν αὐτῶν ἐπιστρέψουσιν ἐπὶ τοὺς υἱοὺς Ἰσραήλ. Καὶ στήσεται καὶ ὄψεται καὶ ποιμανεῖ τὸ ποίμνιον αὐτοῦ ἐν ἰσχύϊ Κύριος, καὶ ἐν τῇ δὸξῃ ὀνόματος Κυρίου Θεοῦ αὐτῶν ὑπάρξουσι, διότι νῦν μεγαλυνθήσονται ἕως ἄκρων τῆς γῆς (: Καὶ Ἐσὺ Βηθλεέμ, ποὺ ἀλλιῶς ὀνομάζεσαι καὶ οἶκος Ἐφραθά, μικρὴ εἶσαι μεταξὺ τῶν πόλεων τοῦ Ἰούδα. Δὲν ἔχεις οὔτε χιλίους κατοίκους.
Ἀλλὰ ἀπὸ ἐσένα θὰ προέλθει πρὸς δόξα δική μου ἕνας ἄντρας ὁ ὁποῖος θὰ γίνει ἄρχοντας τοῦ ἰσραηλιτικοῦ λαοῦ.
Ἡ ἀρχὴ καὶ ἡ ἐνέργεια Αὐτοῦ ξεπερνᾶ τὴν ἀρχὴ τῶν ἡμερῶν τῆς δημιουργίας. Εἶναι ὁ Μεσσίας.
Γιὰ σωφρονισμό τους γιὰ τὶς ἡμέρες ἐκεῖνες ὁ Κύριος θὰ παραδώσει τοὺς Ἰσραηλῖτες στοὺς ἐχθρούς τους, μέχρις ὁρισμένου χρονικοῦ διαστήματος.
Θὰ πονέσουν, ὅπως ἡ γυναῖκα ἡ ὁποία πρόκειται νὰ γεννήσει καὶ τῆς ὁποίας σταματοῦν οἱ ὠδίνες μετὰ τὴν γέννηση.
Τότε ὅσοι ἀπὸ τοὺς Ἰσραηλῖτες εἶχαν ἀπομείνει στὶς χῶρες τῆς ἐξορίας τους θὰ ἐπιστρέψουν πρὸς τοὺς ἀδελφοὺς τους Ἰσραηλῖτες στὴ γῆ τῆς Ἐπαγγελίας.
Τότε ὁ Κύριος ὄρθιος θὰ ἐπιβλέπει μὲ στοργὴ καὶ θὰ ποιμαίνει μὲ τὴν δύναμή του τὰ πρόβατα τῆς νέας αὐτῆς ποίμνης, τοὺς πιστοὺς· καὶ οἱ πιστοὶ θὰ ἔχουν περιβληθεῖ τὴν δόξα τοῦ ὀνόματος Κυρίου καὶ Θεοῦ, καὶ θὰ εἶναι περιφανεῖς καὶ ἔνδοξοι ἕως τὰ ἄκρα τῆς οἰκουμένης)» (Μιχ. 5,1-3).
Ἡ ἄλλη προφητεία εἶναι τοῦ πατριάρχου Ἰακώβ (2006-1859 π.Χ.), ποὺ μᾶς καθορίζει μὲ ἀκρίβεια τὸν χρόνο καὶ δίδει σπουδαῖο χαρακτηριστικὸ τοῦ χρόνου τῆς γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ.
Λέγει: «Οὐκ ἐκλείψει ἄρχων ἐξ Ἰούδα καὶ ἡγούμενος ἐκ τῶν μηρῶν αὐτοῦ, ἕως ἐὰν ἔλθῃ τὰ ἀποκείμενα αὐτῷ, καὶ αὐτὸς προσδοκία ἐθνῶν (: Δὲν θὰ λείψει ἄρχοντας ἀπὸ τὴν φυλὴ Ἰούδα καὶ ἀρχηγὸς ἀπὸ τοὺς ἀπογόνους του, μέχρις ὅτου ἔλθει Ἐκεῖνος, στὰ χέρια τοῦ ὁποίου ἀπόκεινται οἱ ἐξουσίες. Αὐτὸς θὰ εἶναι ἡ ἐλπίδα καὶ ἡ προσμονὴ τῶν λαῶν, ὁ Μεσσίας)» (Γέν 49,10).
Καὶ ἀξίζει νὰ ἐρευνήσουμε καὶ τὸ ἑξῆς: Ἀπὸ τί τὸ κατάλαβαν οἱ μάγοι καὶ ποιός τοὺς παρακίνησε;
Διότι ἔχω τὴν γνώμη ὅτι αὐτὸ δὲν εἶναι μόνον ἔργο τοῦ ἀστεριοῦ, ἀλλὰ καὶ τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος κίνησε τὴν ψυχή τους.
Τὸ ἴδιο ἔκαμε καὶ στὸν πέρση βασιλιᾶ Κῦρο, ὅταν τὸν προετοίμαζε νὰ ἀφήσει ἐλεύθερους τοὺς Ἰουδαίους (τὸ ἔτος 559π.Χ. κατέλαβε τὴ Βαβυλῶνα καὶ ἐπέτρεψε στοὺς Ἰουδαίους νὰ ἐπανέλθουν στὴν πατρίδα τους καὶ νὰ ἀνοικοδομήσουν τὸν ναὸ τοῦ Σολομῶντα).
Δὲν ἐνήργησε ὅμως κατὰ τρόπο ποὺ νὰ περιορίσει τὴν ἐλεύθερη βούλησή τους. Καὶ ὅταν κάλεσε τὸν Παῦλο μὲ φωνὴ ἀπὸ τὸν οὐρανό, ἔδειξε καὶ τὴ δική Του συγκατάβαση καὶ τὴν ὑπακοὴ τοῦ Παύλου (Πράξ. κέφ.9).
«Ἀλλὰ γιατί», θὰ μποροῦσε νὰ ρωτήσει κανείς, «δὲν τὸ ἀποκάλυψε σὲ ὅλους τοὺς μάγους;»· διότι δὲν ἐπρόκειτο νὰ πιστέψουν ὅλοι καὶ διότι αὐτοὶ ἦσαν καταλληλότεροι ἀπὸ ὅλους.
Γιὰ τοῦτο χάθηκαν χιλιάδες ἔθνη, ἀλλὰ μόνο στοὺς Νινευίτες ἔστειλε ὁ Θεὸς προφήτη. Καὶ οἱ σταυρωμένοι ληστὲς ἦσαν δύο, ἀλλὰ σώθηκε ὁ ἕνας μόνο. Πρόσεξε ὅμως τὴν ἀρετὴ τῶν δύο αὐτῶν μάγων, ποὺ φαίνεται ὄχι μόνο ἐπειδὴ ἦλθαν, ἀλλὰ καὶ ἐπειδὴ ὁμιλοῦν μὲ κάθε εἰλικρίνεια.
Γιὰ νὰ μὴ νομιστεῖ ὅτι ψεύδονται, λέγουν ποιός τοὺς ὁδήγησε καὶ ἀπὸ πόσο μεγάλη ἀπόσταση ἦλθαν καί, μόλις ἔφθασαν, ἔδειξαν τὴν εἰλικρίνειά τους.
Ρωτοῦσαν: «Ποῦ ἐστιν ὁ τεχθεὶς βασιλεὺς τῶν Ἰουδαίων; εἴδομεν γὰρ αὐτοῦ τὸν ἀστέρα ἐν τῇ ἀνατολῇ καὶ ἤλθομεν προσκυνῆσαι αὐτῷ (: Πού εἶναι ὁ βασιλιᾶς τῶν Ἰουδαίων; Ποῦ τώρα τελευταῖα γεννήθηκε; Διότι εἴδαμε τὸ ἀστέρι Του νὰ ἀνατέλλει καὶ νὰ δίνει ἔτσι τὴν εἴδηση γιὰ τὴ γέννηση τοῦ νέου βασιλιᾶ, καὶ ἤλθαμε νὰ Τὸν προσκυνήσουμε)», λέγει ὁ ἱερὸς Εὐαγγελιστής.
Καὶ δὲν φοβήθηκαν οὔτε τοῦ λαοῦ τὴν ὀργὴ οὔτε τὴν δύναμη τοῦ βασιλιᾶ. Νομίζω λοιπὸν ὅτι καὶ στὴν πατρίδα τους κήρυξαν τὰ ἴδια στοὺς συμπατριῶτες τους.
Διότι, ἀφοῦ δὲν παρέλειψαν νὰ τὰ ποῦν ἐδῶ, θὰ τὰ εἶπαν πολὺ περισσότερο ἐλεύθερα στὴν πατρίδα τους, ἀφοῦ μάλιστα πληροφορήθηκαν καὶ γιὰ τὴν ἐπίσκεψη τοῦ ἀγγέλου στὴν Μαρία καὶ γιὰ τὶς προφητεῖες.
«Ἀκούσας δὲ Ἡρῴδης ὁ βασιλεὺς ἐταράχθη καὶ πᾶσα Ἱεροσόλυμα μετ᾿ αὐτοῦ (: Ὅταν ὅμως ὁ βασιλιᾶς Ἡρώδης ἄκουσε τὰ λόγια αὐτὰ ποὺ τοῦ εἶπαν οἱ μάγοι, ταράχτηκε, ἐπειδὴ φοβήθηκε μήπως ὁ νέος βασιλιᾶς γίνει ἀντίζηλός του)» (Ματθ.2,3).
Ὁ Ἡρώδης εὐλόγως ἀνησύχησε, ἐπειδὴ ἦταν βασιλιᾶς καὶ φοβοῦνταν καὶ γιὰ τὸν ἑαυτό του καὶ γιὰ τοὺς ἀπογόνους του.
Ἀλλὰ ὁ λαὸς τῶν Ἱεροσολύμων γιατί ἀνησύχησε; Ἀφοῦ μάλιστα οἱ προφῆτες ὁμιλοῦσαν πρὸ πολλοῦ γι' Αὐτὸν ὡς σωτῆρα καὶ εὐεργέτη καὶ ἐλευθερωτή. Γιατί λοιπὸν ἀνησύχησαν;
Διότι εἶχαν τὴν ἴδια νοοτροπία, ἐξ αἰτίας τῆς ὁποίας δὲν λάτρευαν τὸν Θεὸ καὶ παλαιότερα τὴν ὥρα ποὺ τοὺς εὐεργετοῦσε, ἀλλὰ ἐνῷ τοὺς εἶχε χαρίσει τὴν ἐλευθερία τους, αὐτοὶ νοσταλγοῦσαν τὰ κρέατα τῆς Αἰγύπτου.
Σὲ παρακαλῶ νὰ προσέξεις τὴν ἀκρίβεια τῶν προφητειῶν. Διότι καὶ αὐτὸ τὸ εἶπε παλαιότερα ὁ προφήτης μὲ τὰ ἑξῆς λόγια: «Ὅτι πᾶσαν στολὴν ἐπισυνηγμένην δὸλῳ καὶ ἱμάτιον μετὰ καταλλαγῆς ἀποτίσουσι καὶ θελήσουσιν εἰ ἐγενήθησαν πυρίκαυστοι. ὅτι παιδίον ἐγενήθη ἡμῖν, υἱὸς καὶ ἐδόθη ἡμῖν, οὗ ἡ ἀρχὴ ἐγενήθη ἐπὶ τοῦ ὤμου αὐτοῦ, καὶ καλεῖται τὸ ὄνομα αὐτοῦ μεγάλης βουλῆς ἄγγελός, θαυμαστὸς σύμβουλος, Θεὸς ἰσχυρός, ἐξουσιαστής, ἄρχων εἰρήνης, πατὴρ τοῦ μέλλοντος αἰῶνος· ἐγὼ γὰρ ἄξω εἰρήνην ἐπὶ τοὺς ἄρχοντας, εἰρήνην καὶ ὑγίειαν αὐτῷ (: Διότι οἱ στολὲς καὶ τὰ ἱμάτια, τὰ ὁποῖα ὅσοι καταδυνάστευαν τὸν λαὸ μάζεψαν μὲ δόλο καὶ ἀπάτη καὶ καταπίεση, θὰ τὰ ἀποδώσουν πίσω καὶ μὲ τὸ παραπάνω.
Καὶ οἱ λυτρωμένοι ἄνθρωποι θὰ θελήσουν ὅλα αὐτὰ νὰ παραδοθοῦν στὴ φωτιά.
Αὐτὰ λοιπὸν θὰ πραγματοποιηθοῦν, διότι θὰ γεννηθεῖ γιὰ ἐμᾶς παιδί, θὰ δοθεῖ σὲ ἐμᾶς ὁ υἱὸς αὐτός, τοῦ ὁποίου ἡ ἀρχὴ καὶ ἐξουσία ὑπάρχει ἀπ' ἀρχῆς ἐπάνω στοὺς ὤμους Του καὶ θὰ καλεῖται τὸ ὄνομα Αὐτοῦ ἀγγελιαφόρος τῆς μεγάλης βουλῆς τοῦ Θεοῦ, θαυμαστὸς σύμβουλος, Θεὸς ἰσχυρός, ἐξουσιαστής, ἀρχηγὸς τῆς εἰρήνης, πατὴρ τοῦ μέλλοντος αἰῶνος.
"Ἐγώ, λέγει ὁ Θεός, θὰ φέρω τὴν εἰρήνη στοὺς ἄρχοντες, εἰρήνη καὶ ὑγεία θὰ χορηγήσω στὸ παιδὶ αὐτό.
Ἡ βασιλικὴ Του ἐξουσία θὰ ἔχει ἀπεριόριστη ἔκταση, θὰ ἐκτείνεται σὲ ὅλη την οἰκούμενη.
Καὶ τῆς εἰρηνικῆς Του βασιλείας δὲν θὰ ὑπάρχει τέλος. Αὐτὸς θὰ ἀνορθώσει τὸν θρόνο καὶ τὴν ἔνδοξη βασιλεία του προφητάνακτος Δαβίδ, θὰ ἀναλάβει καὶ θὰ φέρει εἰς πέρας τὸ ἔργο αὐτῆς τῆς ἀνορθώσεως μὲ δίκαιη κρίση ἀπὸ τώρα καὶ στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων)» (Ἠσ. 9,5-7).
Ἐπειδὴ ὅμως ταράχθηκαν οἱ Ἰουδαῖοι, δὲν ζήτησαν νὰ δοῦν αὐτὸ ποὺ συνέβη, οὔτε ἀκολούθησαν τοὺς μάγους, οὔτε ἐνδιαφέρον ἔδειξαν. Τόσο πολὺ ἦσαν στριφνοὶ καὶ ἀδιάφοροι συγχρόνως.
Κανονικὰ ἔπρεπε νὰ αἰσθάνονται ὑπερήφανοι, διότι ὁ βασιλιᾶς γεννήθηκε στὴν πατρίδα τους καὶ ἀπέσπασε τὴν προσοχή της Περσίας καὶ ἐπρόκειτο νὰ ἔχουν τοὺς πάντες ὑπὸ τὴν ἐξουσία τους, ἀφοῦ ἡ κατάσταση βελτιώθηκε καὶ ἄρχισαν εὐθὺς ἐξ ἀρχῆς τόσο λαμπρά.
Αὐτοὶ ὅμως παρ' ὅλα αὐτὰ δὲν βελτιώθηκαν. Ἂν καὶ εἶχαν ἀπαλλαγεῖ προσφάτως ἀπὸ τὴν αἰχμαλωσία, καὶ ἔπρεπε, καὶ ἂν ἀκόμη δὲν γνώριζαν τίποτε ἀπὸ τὰ μυστηριώδη καὶ ὑψηλά, ἀλλὰ ἔκριναν μὲ μόνη βάση τὰ παρόντα, ἔπρεπε νὰ σκεφθοῦν ὡς ἑξῆς: «Ἀφοῦ τόσο τρέμουν τὸν βασιλέα μᾶς μόλις γεννήθηκε, θὰ τὸν φοβηθοῦν πολὺ περισσότερο, ὅταν μεγαλώσει, καὶ ὅτι θὰ ὑπακούσουν καὶ ὅτι τὸ βασίλειό μας θὰ γίνει λαμπρότερο ἀπὸ τῶν βαρβάρων».
Τίποτε ὅμως δὲν τοὺς ἔκανε νὰ ἀνανήψουν. Τόση ἦταν ἡ νωθρότητα καὶ τόσος συγχρόνως ὁ φθόνος τους.
Γιὰ τοῦτο πρέπει νὰ ξεριζώνουμε μὲ σχολαστικότητα καὶ τὰ δύο αὐτὰ ἀπὸ τὴν ψυχή μας καὶ νὰ εἶναι ἐπιθετικότερος καὶ ἀπὸ τὴν φωτιὰ ἐκεῖνος ποὺ πρόκειται νὰ ἀντιπαραταχθεῖ σὲ αὐτά. Γιὰ τοῦτο εἶπε καὶ ὁ Χριστός: «Πῦρ ἦλθον βαλεῖν ἐπὶ τὴν γῆν, καὶ τί θέλω εἰ ἤδη ἀνήφθη! (: Ὁ καιρὸς αὐτὸς δὲν εἶναι καιρὸς γιὰ ἀσύδοτη ζωὴ καὶ γιὰ ὕπνο, καὶ γιὰ νὰ περνοῦν οἱ δοῦλοι μου ξένοιαστα τὶς ἡμέρες τους. Ἦλθα νὰ βάλω φωτιὰ στὴ γῆ. Ἦλθα δηλαδὴ νὰ ἀνάψω τὴν πυρκαγιὰ ποὺ μέσα στὶς καλοπροαίρετες καρδιὲς θὰ δημιουργήσει φλογερὴ ἀγάπη καὶ ζῆλο γιὰ τὸν Θεὸ· στοὺς κακοπροαίρετους ὅμως καὶ δύστροπους ἀνθρώπους θὰ διεγείρει φανατικὸ μῖσος.
Κι ἔτσι θὰ χωριστοῦν οἱ πιστοὶ ἀπὸ τοὺς ἀπίστους. Τὴ φωτιὰ τοῦ πνευματικοῦ αὐτοῦ πολέμου ἦλθα νὰ ρίξω ἀπὸ τὸν οὐρανὸ στὴ γῆ. Καὶ τί ἄλλο περισσότερο θέλω, ἐὰν τώρα ἄναψε κιόλας ἡ φωτιὰ αὐτή;)» (Λουκ.12,49).
Γιὰ τοῦτο καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα παρουσιάζεται σὰν φλόγα πυρός.
Ἐμεῖς ὅμως γίναμε πιὸ ἀναίσθητοι ἀπὸ τὴν τέφρα καὶ πιὸ νεκροὶ ἀπὸ τοὺς νεκρούς. Καὶ συμβαίνει τοῦτο, ἂν καὶ βλέπουμε ὅτι ὁ Παῦλος ἀνέβη ἐπάνω ἀπὸ τὸν οὐρανὸ καὶ ἐπάνω ἀπὸ τὸν οὐρανὸ τοῦ οὐρανοῦ καὶ ὅτι νίκησε τὰ πάντα μὲ ὁρμὴ μεγαλύτερη ἀπὸ ἐκείνη ἀπὸ τῆς φωτιᾶς καὶ ὑψώθηκε ἐπάνω ἀπὸ ὅλα, τὰ ἐπάνω καὶ τὰ κάτω, τὰ παρόντα καὶ τὰ μέλλοντα, τὰ ὑπαρκτὰ καὶ τὰ ἀνύπαρκτα.
Ἂν ἰσχυριστεῖς ὅτι εἶναι ἀνώτερο ἀπὸ τὶς δυνάμεις σου αὐτὸ τὸ πρότυπο, ὁ ἰσχυρισμός σου αὐτὸς ὀφείλεται ὁπωσδήποτε στὴ νωθρότητά σου-διότι τί εἶχε παραπάνω ἀπὸ ἐσένα ὁ Παῦλος καὶ ἰσχυρίζεσαι ὅτι σοῦ εἶναι ἀδύνατον νὰ μιμηθεῖς τὸν ζῆλο του;
«Καὶ συναγαγὼν πάντας τοὺς ἀρχιερεῖς καὶ γραμματεῖς τοῦ λαοῦ ἐπυνθάνετο παρ᾿ αὐτῶν ποῦ ὁ Χριστὸς γεννᾶται. οἱ δὲ εἶπον αὐτῷ· ἐν Βηθλεὲμ τῆς Ἰουδαίας(: Τότε λοιπὸν μάζεψε ὁ Ἡρώδης ὅλους τοὺς ἀρχιερεῖς καὶ τοὺς γραμματεῖς τοῦ λαοῦ, ποὺ θεωροῦνταν γνῶστες καὶ διδάσκαλοι τοῦ νόμου, καὶ ζητοῦσε νὰ μάθει ἀπὸ αὐτοὺς σὲ ποιό μέρος σύμφωνα μὲ τὶς προφητεῖες θὰ γεννιόταν ὁ Χριστός, ὁ Μεσσίας δηλαδὴ καὶ βασιλιᾶς τοῦ Ἰσραήλ)» (Ματθ.2,4).
Εἶδες ὅτι ὅλα γίνονται γιὰ νὰ ἐλεγχθοῦν οἱ Ἰουδαῖοι; Ἐφόσον δὲν Τὸν ἔβλεπαν καὶ δὲν εἶχαν καταληφθεῖ ἀπὸ τὸν φθόνο, ἔδιναν στὶς προφητεῖες τὸ ἀληθινὸ νόημά τους. Ὅταν ὅμως εἶδαν τὴ δόξα ποὺ ὁ Ἰησοῦς ἀποκτοῦσε ἀπὸ τὰ θαύματα, κυριεύτηκαν ἀπὸ τὸν φθόνο καὶ πρόδωσαν τὴν ἀλήθεια.
Ἡ ἀλήθεια ὅμως μὲ ὅλα αὐτὰ ἐξυψωνόταν καὶ σφυρηλατοῦνταν ἀπὸ τοὺς ἐχθρούς της ἰσχυρότερη.
Πρόσεξε λοιπὸν πῶς συμβαίνουν καὶ ἐδῶ ἀξιοθαύμαστα καὶ παράδοξα πράγματα. Μὲ κοινὴ συνεργασία μαθαίνουν κάτι περισσότερο οἱ βάρβαροι καὶ οἱ Ἰουδαῖοι καὶ διαφωτίζουν ὁ ἕνας τὸν ἄλλον. Οἱ Ἰουδαῖοι ἄκουσαν ἀπὸ τοὺς μάγους ὅτι ἀκόμη καὶ ἕνα ἀστέρι Τὸν ἀνήγγειλε στὴ χώρα τῶν Περσῶν.
Οἱ μάγοι πάλι πληροφοροῦνταν ἀπὸ τοὺς Ἰουδαίους ὅτι γι' Αὐτὸν ποὺ τοὺς ἀνήγγειλε τὸ ἀστέρι καὶ οἱ προφῆτες ἐπίσης εἶχαν πρὸ πολλῶν ἐτῶν ὁμιλήσει, ἐμπνεόμενοι ἀπὸ τὸν οὐρανό.
Καὶ τὸ θέμα τῆς ἐρώτησής τους ἔγινε γιὰ τοὺς μὲν καὶ τοὺς δέ, ἔκθεση διδασκαλίας μὲ μεγαλύτερη σαφήνεια καὶ ἀκρίβεια.
Καὶ οἱ ἐχθροὶ τῆς ἀλήθειας καὶ χωρὶς νὰ θέλουν ἀναγκάζονται νὰ διαβάσουν στοὺς μάγους τὶς λέξεις ποὺ μαρτυροῦν τὴν ἀλήθεια καὶ νὰ ἑρμηνεύουν τὴν προφητεία, ἔστω καὶ ὄχι ὁλόκληρη.
Ἀνέφεραν δηλαδὴ τὴ Βηθλεὲμ καὶ ὅτι ἀπὸ αὐτὴν θὰ προέλθει Αὐτὸς ποὺ θὰ ποιμάνει τὸν Ἰσραὴλ· κολακεύοντας ὅμως τὸν βασιλέα δὲν πρόσθεσαν τὴ συνέχεια τῆς ἴδιας προφητείας ἀμέσως παρακάτω καὶ αὐτὴ ἦταν: «Καὶ αἱ ἔξοδοι αὐτοῦ ἀπ᾿ ἀρχῆς ἐξ ἡμερῶν αἰῶνος (: Καὶ ἡ ἀρχὴ καὶ ἡ ἐνέργεια Αὐτοῦ ξεπερνᾶ τὴν ἀρχὴ τῶν ἡμερῶν τῆς δημιουργίας)» (Μιχ. 5,1).
«Καὶ γιὰ ποιό λόγο», θὰ μποροῦσε νὰ ἀναρωτηθεῖ κάποιος, «ἀφοῦ ἐπρόκειτο νὰ ἔλθει ἀπὸ ἐκεῖ, ζοῦσε στὴ Ναζαρὲτ μετὰ τὴ γέννησή Του καὶ συσκότιζε τὴν προφητεία;». Ὡστόσο καὶ βέβαια δεν τη συσκότισε παρὰ τὴν παρουσίασε ἀκόμη σαφέστερη.
Διότι μὲ τὸ νὰ γεννηθεῖ στὴ Βηθλεέμ, ἐνῷ ἡ μητέρα κατοικοῦσε μόνιμα στὴ Ναζαρέτ, δείχνει ὅτι τὸ πρᾶγμα σύμφωνα μὲ κάποιο σχέδιο τῆς Θείας Πρόνοιας.
Γιὰ τοῦτο δὲν ἔφυγε ἀπὸ ἐκεῖ εὐθὺς μόλις γεννήθηκε, ἀλλὰ συμπλήρωσε σαράντα ἡμέρες παρέχοντας τὴ δυνατότητα σὲ ἐκείνους, ποὺ θέλουν νὰ λεπτολογοῦν, νὰ ὑποβάλουν τὰ πάντα σὲ ἀκριβῆ ἔλεγχο.
Διότι ἦταν πολλὰ ἐκεῖνα ποὺ παρακινοῦσαν στὴν ἔρευνα αὐτή, ἐὰν ἤθελαν νὰ προσέχουν. Ὅταν δηλαδὴ ἦλθαν οἱ μάγοι, ξεσηκώθηκε ὁλόκληρη ἡ πόλη καὶ μαζὶ μὲ τὴν πόλη ὁ βασιλιᾶς, ὁ προφήτης Μιχαίας ὁδηγήθηκε στὸ μέσον γιὰ ἀκριβῆ ἔλεγχο (Ματθ.2,6: «Οἱ δὲ εἶπον αὐτῷ· ἐν Βηθλεὲμ τῆς Ἰουδαίας· οὕτω γὰρ γέγραπται διὰ τοῦ προφήτου· Καὶ σὺ Βηθλεέμ, γῆ Ἰούδα, οὐδαμῶς ἐλαχίστη εἶ ἐν τοῖς ἡγεμόσιν Ἰούδα· ἐκ σοῦ γὰρ ἐξελεύσεται ἡγούμενος, ὅστις ποιμανεῖ τὸν λαὸν μου τὸν Ἰσραήλ (: Αὐτοί τότε ἀπάντησαν στὸν Ἡρώδη: «Γεννιέται στὴ Βηθλεὲμ τῆς Ἰουδαίας, διότι ἔτσι ἔχει γραφεῖ ἀπὸ τὸν Θεὸ μέσῳ τοῦ προφήτη Μιχαία: "Καὶ ἐσὺ Βηθλεέμ, ποὺ περιλαμβάνεσαι στὴ χώρα τῆς φυλῆς τοῦ Ἰούδα, ἂν καὶ φαίνεσαι μικρὸ χωριό, δὲν εἶσαι καθόλου ἀσήμαντη πόλη ἀπὸ τὶς πρωτεύουσες ποὺ ξεχωρίζουν στὴν περιοχὴ τῆς φυλῆς τοῦ Ἰούδα. Καὶ δὲν εἶσαι ἡ πιὸ μικρή, διότι ἀπὸ ἐσένα θὰ βγεῖ ἄρχοντας, ὁ ὁποῖος θὰ ποιμάνει τὸν λαό μου τὸν Ἰσραήλ")»), συγκροτήθηκε μέγιστο δικαστήριο, καὶ ἄλλα πολλὰ ἔγιναν ἐκεῖ, τὰ ὁποῖα τὰ διηγεῖται ὁ Λουκᾶς ὅλα μὲ ἀκρίβεια.
Λόγου χάρη τὰ σχετικὰ μὲ τὴν προφήτιδα Ἄννα ποὺ εὐχαριστοῦσε καὶ δοξολογοῦσε τὸν Θεὸ ὅταν εἶδε τὸν νεογέννητο Ἰησοῦ κατὰ τὴν ὑπαπαντή Του στὸ ναό, μὲ τὸν γέροντα Συμεῶν ποὺ Τὸν ὑποδέχτηκε ὡς τὸν ἀναμενόμενο Μεσσία, τὸν ἱερέα Ζαχαρία μὲ τὴν συγκλονιστική του προφητεία (Λουκ.1,67-79), τοὺς ἀγγέλους ποὺ δοξολογοῦσαν στὸν οὐρανὸ κατὰ τὴ Γέννησή Του, τοὺς βοσκοὺς ποὺ ἔτρεξαν νὰ προσκυνήσουν τὸ Θεῖο Βρέφος.
Αὐτὰ ὅλα ἦταν ἱκανὰ γιὰ νὰ δώσουν ἀφορμὴ σὲ αὐτοὺς ποὺ προσέχουν καὶ νὰ βροῦν τὸ παιδὶ ποὺ γεννήθηκε.
Διότι, ἂν γνώρισαν τὸν τόπο οἱ μάγοι ποὺ ἦλθαν ἀπὸ τὴν περσικὴ γῆ, πολὺ περισσότερο θὰ μποροῦσαν νὰ τὰ μάθουν αὐτὰ ὅσοι μόνιμα κατοικοῦσαν ἐκεῖ.
Φανέρωσε λοιπὸν ἀπὸ τὴν ἀρχὴ τὸν ἑαυτό Του μὲ πολλὰ θαύματα. Ἐπειδὴ ὅμως δὲν θέλησαν νὰ Τὸν δοῦν, κρύφτηκε γιὰ ἕνα ἐνδιάμεσο χρονικὸ διάστημα καὶ φανερώθηκε πάλι ἀπὸ ἄλλη λαμπρότερη ἀρχὴ· διότι οὔτε οἱ μάγοι τότε, οὔτε τὸ ἄστρο, ἀλλὰ τὸ διεκήρυττε ὁ Πατέρας Του στὰ ρεῖθρα τοῦ Ἰορδάνη.
Κατέβηκε καὶ τὸ Πνεῦμα ποὺ κατηύθυνε τὴν φωνὴ αὐτὴ στὴν κεφαλὴ τοῦ βαπτιζομένου. Καὶ ὁ Ἰωάννης στὴ συνέχεια μὲ πλήρη παρρησία φώναξε σὲ ὅλη τὴν Ἰουδαία καὶ γέμισε μὲ τὴ διδασκαλία αὐτὴν κάθε κατοικούμενο καὶ κάθε ἀκατοίκητο μέρος.
Ἀλλὰ καὶ ἡ μαρτυρία γιὰ τὰ θαύματα, ἡ γῆ, ἡ θάλασσα, ὅλη ἡ κτίση βροντοφώναξε γι' Αὐτόν.
Κατὰ τὴν ἐποχὴ τῆς Γεννήσεως τόσα ἀκριβῶς γεγονότα ἔλαβαν χώρα, ὅσα ἦταν φυσικὸ νὰ δείξουν ἀθόρυβα Αὐτὸν ποὺ εἶχε ἔλθει. Γιὰ νὰ μὴν λέγουν οἱ Ἰουδαῖοι: «δὲν γνωρίζουμε πότε γεννήθηκε, οὔτε σὲ ποιό μέρος ἐξοικονομήθηκε ὅλη ἡ ἐπίσκεψη τῶν μάγων» καὶ τὰ ὑπόλοιπα ποὺ εἴπαμε.
Ὥστε καμία δικαιολογία δὲν μποροῦν νὰ προβάλλουν, ποὺ δὲν ἀναζήτησαν τὸν νεογέννητο Μεσσία τους.
Πρόσεξε τώρα τὴν ἀκρίβεια τῆς προφητείας. Δὲν εἶπε δηλαδὴ ὅτι ὁ Μεσσίας θὰ κατοικεῖ στὴ Βηθλεέμ, ἀλλὰ μόνο ὅτι "θὰ προέλθει ἀπὸ τὴ Βηθλεέμ". Ὥστε καὶ τοῦτο ἀποτελοῦσε προφητεία, ὅτι μόνο θὰ γεννηθεῖ ἐκεῖ.
Μερικοὶ ὅμως ἀπὸ αὐτοὺς ὑποστηρίζουν μὲ ἀναισχυντία ὅτι αὐτὰ εἰπώθηκαν γιὰ τὸν Ζοροβάβελ (Βαβυλωνιακὴ λέξη ποὺ σημαίνει: "σπέρμα τῆς Βαβέλ". Ὁ Ζοροβάβελ ἦταν ἄρχοντας τῆς φυλῆς τοῦ Ἰούδα, ὁ ὁποῖος διετέλεσε αἰχμάλωτος στὴ Βαβυλῶνα. Ἐτέθη ἐπί κεφαλῆς 42.360 Ἰουδαίων ποὺ ἐπέστρεφαν στὴν πάτριο γῆ ἀπὸ τῆς Βαβυλωνιακῆς ἐξορίας.
Στὴν Ἱερουσαλὴμ ἐπιμελήθηκε τὴν ἀνοικοδόμηση τοῦ Ναοῦ τοῦ Σολομῶντα, ποὺ εἶχε καταστραφεῖ τὸ 587π.Χ. ἀπὸ τὸν Ναβουχοδονόσορα.
Ἦταν μεγάλος ἐμψυχωτὴς τοῦ λαοῦ, ὅπως δηλώνει ὁ διαγωνισμὸς πάλης μὲ τοὺς σωματοφύλακες τοῦ Δαρείου καὶ ἡ νίκη του ἐνάντια σὲ αὐτούς. Μετὰ τὴν κτίση τοῦ Ναοῦ, ποὺ συμπληρώθηκε τὸ 517 π.Χ., δὲν γίνεται λόγος γι' αὐτόν).
Πῶς ὅμως μποροῦν νὰ δικαιολογηθοῦν; Δὲν μποροῦν βέβαια, ἐπειδή: «Καὶ αἱ ἔξοδοι αὐτοῦ ἀπ᾿ ἀρχῆς ἐξ ἡμερῶν αἰῶνος (: Καὶ ἡ ἀρχὴ καὶ ἡ ἐνέργεια Αὐτοῦ ξεπερνᾶ τὴν ἀρχὴ τῶν ἡμερῶν τῆς δημιουργίας)» (:Μιχ. 5,1) καὶ πῶς αὐτὸ ποὺ εἰπώθηκε στὴν ἀρχὴ θὰ ἐφαρμοστεῖ σὲ αὐτόν;
Διότι δὲν γεννήθηκε βέβαια στὴν Ἰουδαία, ἀλλὰ στὴ Βαβυλῶνα. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ ὀνομάστηκε ἄλλωστε Ζοροβάβελ (: γέννημα-θρέμμα τῆς Βαβυλώνας), ἐπειδὴ ἐκεῖ τὸν συνέλαβε ἡ μητέρα του.
Ὅσοι γνωρίζουν τὴ γλῶσσα των Σύρων (για τὸν λαὸ αὐτὸν χρησιμοποιεῖται σήμερα ἡ λέξη «Ἀσσύριοι»), καταλαβαίνουν αὐτὸ ποὺ λέμε.
Ἀλλὰ μαζὶ μὲ αὐτὰ ποὺ εἰπώθηκαν καὶ ὅλος ὁ χρόνος ποὺ ἐπακολούθησε, ἀρκεῖ γιὰ νὰ στηρίξει τὴν μαρτυρία.
Τί μᾶς λέγει; «Καὶ σὺ Βηθλεέμ, γῆ Ἰούδα, οὐδαμῶς ἐλαχίστη εἶ ἐν τοῖς ἡγεμόσιν Ἰούδα (: Κι ἐσὺ Βηθλεέμ, ποὺ περιλαμβάνεσαι στὴ χώρα τῆς φυλῆς τοῦ Ἰούδα, ἂν καὶ φαίνεσαι μικρὸ χωριό, δὲν εἶσαι καθόλου ἀσήμαντη πόλη ἀπὸ τὶς πρωτεύουσες ποὺ ξεχωρίζουν στὴν περιοχὴ τῆς φυλῆς τοῦ Ἰούδα)».
Καὶ προσθέτει καὶ τὴν αἰτία τῆς λαμπρότητάς της μὲ τὸν λόγο ὅτι: «Ἐκ σοῦ γὰρ ἐξελεύσεται ἡγούμενος, ὅστις ποιμανεῖ τὸν λαὸν μοῦ τὸν Ἰσραήλ (: Καὶ δὲν εἶσαι ἡ πιὸ μικρή, διότι ἀπὸ ἐσένα θὰ βγεῖ ἄρχοντας, ὁ ὁποῖος θὰ ποιμάνει τὸν λαό μου τὸν Ἰσραήλ)». Καὶ κανεὶς ἄλλος δὲν λάμπρυνε τὸ μέρος ἐκεῖνο παρὰ Αὐτὸς μόνο.
Πραγματικά, ἔπειτα ἀπὸ τὴν Γέννηση ἐκείνη ἔρχονται ἀπὸ τὰ πέρατα τῆς οἰκουμένης γιὰ νὰ δοῦν τὴ φάτνη καὶ τὴ θέση τῆς καλύβας, πρᾶγμα ποὺ κατὰ ἔμπνευση τοῦ οὐρανοῦ προανήγγειλε ὁ προφήτης λέγοντας: «Οὐδαμῶς ἐλαχίστη εἶ ἐν τοῖς ἡγεμόσιν Ἰούδα» (Μιχ. 5,2), δηλαδὴ ὡς πρὸς τοὺς φυλάρχους. Μὲ αὐτὸ ποὺ εἶπε συμπεριέλαβε καὶ τὴν Ἱερουσαλήμ. Καὶ πάλι ὅμως δὲν πρόσεχαν, μολονότι ἡ ὠφέλεια μετέβαινε σὲ αὐτούς.
Καὶ γιὰ τὸν λόγο αὐτὸν οἱ προφῆτες πουθενὰ στὴν ἀρχὴ δὲν ὁμιλοῦν γιὰ τὸ ἀξίωμά Του τόσο, ὅσο γιὰ τὴν εὐεργεσία ποὺ δέχονται ἀπὸ Αὐτὸν· διότι ὅταν γεννοῦσε ἡ Παρθένος, ὁ προφήτης λέγει: «Καλέσεις τὸ ὄνομα αὐτοῦ Ἰησοῦν (: Θὰ γεννήσει υἱό, καὶ Ἐσὺ (ὁ ὁποῖος σύμφωνα μὲ τὸν νόμο θεωρεῖσαι προστάτης καὶ πατέρας του) θὰ τὸ ὀνομάσεις Ἰησοῦ (δηλαδὴ Θεό-Σωτῆρα)». Καὶ προσθέτει: «Αὐτὸς γὰρ σώσει τὸν λαὸν αὐτοῦ ἀπὸ τῶν ἁμαρτιῶν αὐτῶν (: διότι Αὐτὸς θὰ σώσει πράγματι τὸν λαό Του ἀπὸ τὶς ἁμαρτίες του)» (Ματθ.1,21).
Ἀλλὰ καὶ οἱ μάγοι δὲν ἔλεγαν «Ποῦ εἶναι ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ;» ἀλλὰ «ποῦ ἐστιν ὁ τεχθεὶς βασιλεὺς τῶν Ἰουδαίων; (: Ποῦ εἶναι ὁ νεογέννητος βασιλιᾶς τῶν Ἰουδαίων;)» (Ματθ.2,2). Καὶ ἐδῶ πάλι δὲν εἶπε ὅτι «Ἀπὸ ἐσένα θὰ προέλθει ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ» ἀλλὰ «ἡγούμενος, ὅστις ποιμανεῖ τὸν λαὸν μου τὸν Ἰσραὴλ»· διότι ἔπρεπε στὸ προοίμιο τῆς ζωῆς Του νὰ γίνεται μετριοπαθέστερος λόγος, γιὰ νὰ μὴ σκανδαλίζονται καὶ νὰ γίνεται διδασκαλία γιὰ τὴ σωτηρία τους, γιὰ νὰ προσελκύονται ἔτσι περισσότερο.
Οἱ μαρτυρίες λοιπὸν ποὺ προσκομίζονται πρῶτες καὶ ποὺ παρουσιάστηκαν εὐθὺς κατὰ τὸν χρόνο τῆς γεννήσεως, δὲν λέγουν γι' Αὐτὸν τίποτε μεγάλο οὔτε ὑψηλό, ὅπως ὅσες ἀκολουθοῦν μετὰ τὴν ἐμφάνιση τῶν σημείων.
Αὐτὲς οἱ τελευταῖες ὁμιλοῦν περὶ τοῦ ἀξιώματός Του μεγαλοφωνότερα. Ὅταν ὅμως ἔπειτα ἀπὸ πολλὰ θαύματα τὰ παιδιὰ ἔψαλλαν ὕμνους σὲ Αὐτόν, ἄκουσε τί λέγει ὁ προφήτης: «Ἐκ στόματος νηπίων καὶ θηλαζόντων κατηρτίσω αἶνον (: Ἀπό τὰ στόματα καὶ αὐτῶν ἀκόμη τῶν νηπίων καὶ θηλαζόντων παιδιῶν ἄκουσες καὶ ἀκοῦς τέλειο ὕμνο πίστεως καὶ δοξολογίας πρὸς Ἐσένα)» (Ψαλμ. 8,3).
Καὶ ἀλλοῦ: «Ὂψομαι τοὺς οὐρανούς, ἔργα τῶν δακτύλων σου, σελήνην καὶ ἀστέρας, ἃ σὺ ἐθεμελίωσας (: Θὰ ἀνυψώσω τὰ βλέμματά μου στοὺς οὐρανοὺς καὶ θὰ βλέπω τὰ ἀναρίθμητα ὑπέροχα ἐκεῖ δημιουργήματά Σου, τὰ ὁποῖα χωρὶς κόπο σὰν μὲ τὰ δάκτυλα ἁπλῶς τῶν χεριῶν Σου ἔκανες, τὴν σελήνη δηλαδὴ καὶ τοὺς ἀστέρες, τὰ ὁποῖα Ἐσὺ στερέωσες στὸ ἀπέραντο χάος τοῦ οὐρανοῦ)» (Ψαλμ. 8,4).
Αὐτὸς δηλαδὴ ὁ Ψαλμὸς Τὸν παρουσιάζει ξεκάθαρα ὡς δημιουργὸ τοῦ παντός.
Ἀλλὰ καὶ ἡ μαρτυρία ποὺ προέκυψε μετὰ τὴν Ἀνάληψη Τὸν ἀνακηρύττει ὁμότιμο πρὸς τὸν Πατέρα: «Εἶπεν ὁ Κύριος τῷ Κυρίῳ μου (: Εἶπε ὁ Κύριος καὶ Θεός μου πρὸς τὸν Κύριο καὶ Θεό μου, πρὸς τὸν Μεσσία)», λέγει, «κάθου ἐκ δεξιῶν μου (: Κάθισε στὰ δεξιὰ τοῦ θρόνου μου)» (Ψαλμ. 109,1).
Καὶ ὁ Ἠσαΐας λέγει: «Καὶ ἔσται ἐν τῇ ἡμὲρᾳ ἐκεὶνῃ ἡ ρίζα τοῦ Ἰεσσαὶ καὶ ὁ ἀνιστάμενος ἄρχειν ἐθνῶν, ἐπ᾿ αὐτῷ ἔθνη ἐλπιοῦσι, καὶ ἔσται ἡ ἀνάπαυσις αὐτοῦ τιμή (: Κατά τὴν ἡμέρα ἐκείνη ὁ εὐλογημένος αὐτὸς ἀπόγονος τοῦ Ἰεσσαί, ὁ Μεσσίας, θὰ ἐμφανιστεῖ ὡς ἄρχοντας τῶν ἐθνῶν, θὰ εἶναι μέγας κατὰ τὴν ἀρετὴ καὶ τὴν δύναμη, ὥστε τὰ ἔθνη θὰ στηρίξουν σὲ Αὐτὸν τὶς ἐλπίδες τους.
Ὁ θρόνος Του καὶ ἡ διαμονή Του θὰ εἶναι ἔνδοξη καὶ τιμημένη)» (Ἠσ. 11,10).
Πῶς ὅμως λέγει ὅτι «ἡ Βηθλεὲμ δὲν εἶναι ἐλαχίστη ὡς πρὸς τοὺς ἡγεμόνες τοῦ Ἰσραήλ»;
Διότι ὄχι μόνο στὴν Παλαιστίνη ἀλλὰ καὶ στὸν κόσμο ὁλόκληρο ἔγινε ἡ κώμη αὐτὴ περίβλεπτη. Ἀλλὰ τότε ὁ λόγος ἀφοροῦσε τοὺς Ἰουδαίους, γιὰ τοῦτο καὶ πρόσθεσε: «Ποιμανεῖ τὸν λαὸν μοῦ τὸν Ἰσραήλ (: Θὰ ποιμάνει τὸν λαό μου τὸν Ἰσραήλ)».
Μολονότι ἔγινε ποιμένας ὁλόκληρης τῆς οἰκουμένης. Ἀλλά, ὅπως εἶπα, δὲν ἤθελε τότε νὰ σκανδαλίσει ἀποκαλύπτοντας τὸν λόγο ποὺ ἀφοροῦσε τὰ ἔθνη.
«Καλά, καὶ πῶς τὸν ποίμανε», θὰ μποροῦσε νὰ ἀναρωτηθεῖ κάποιος, «τὸν Ἰουδαϊκὸ λαό;».
Βεβαίως ἔγινε τοῦτο· διότι λέγοντας ἐδῶ «Ἰσραὴλ» ὑπονοεῖ ὅσους ἀπὸ τοὺς Ἰουδαίους πίστεψαν σὲ Αὐτόν.
Τοῦτο ἀκριβῶς ἐξηγῶντας ὁ Παῦλος ἔλεγε: «Οὐχ οἷον δὲ ὅτι ἐκπέπτωκεν ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ. οὐ γὰρ πάντες οἱ ἐξ Ἰσραήλ, οὗτοι Ἰσραήλ (: Τὸ γεγονὸς ὅμως ὅτι ἐξέπεσαν αὐτοὶ ἀπὸ τὶς εὐλογίες, δὲν σημαίνει ὅτι ἔχει ξεπέσει καὶ διαψευστεῖ ἀπὸ τὰ πράγματα ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, διότι ἀληθινοὶ Ἰσραηλῖτες δὲν εἶναι ὅλοι ὅσοι κατάγονται σαρκικὰ ἀπὸ τὸν Ἰσραήλ)» (Ρωμ. 9,6).
Ἂν δὲν τοὺς ποίμανε ὅλους, ἡ αἰτία καὶ ἡ κατηγορία εἶναι δική τους. Δὲν εἶχαν δηλαδὴ ἀκούσει τίποτε περὶ δικαστηρίων οὔτε περὶ εὐθυνῶν, ἄκουσαν μόνο γιὰ ἕνα ἥμερο καὶ πρᾶο ποιμένα καὶ ἐνῷ ἔπρεπε νὰ προσκυνήσουν μαζὶ μὲ τοὺς μάγους καὶ νὰ δοξάσουν τὸν Θεό, ἀφοῦ ἔφθασε μία τέτοια στιγμὴ ποὺ νὰ ἀφεθοῦν τὰ ἁμαρτήματά τους, αὐτοὶ κάνουν τὸ ἀντίθετο: ταράσσονται, προκαλοῦν ἀνησυχία, πλέκουν ἄπειρες σκευωρίες.
«Τότε Ἡρῴδης λάθρα καλέσας τὸὺς μάγους ἠκρίβωσε παρ᾿ αὐτῶν τὸν χρόνον τοῦ φαινομένου ἀστέρος (: Τότε ὁ Ἡρώδης κάλεσε κρυφὰ τοὺς μάγους καὶ πληροφορήθηκε ἀκριβῶς ἀπὸ αὐτοὺς τὸν χρόνο, κατὰ τὸν ὁποῖο εἶχε φανεῖ ὁ ἀστέρας)» (Ματθ.2,7).
Ἀπέβλεπε στὸν φόνο τοῦ νεογέννητου, πρᾶγμα ποὺ μαρτυροῦσε ἐσχάτη ἀνοησία καὶ ὄχι μόνο παραφροσύνη· διότι ὅσα εἶχαν λεχθεῖ καὶ συμβεῖ ἦταν ἀρκετὰ νὰ τὸν ἀπομακρύνουν ἀπὸ ὅλη αὐτὴν τὴν προσπάθεια.
Ἀφοῦ μάλιστα τὰ συμβάντα ἦσαν ὑπερανθρώπινα, τὸ νὰ καλέσει δηλαδὴ τὸ ἄστρο ἀπὸ τὸν οὐρανὸ τοὺς μάγους καὶ νὰ ἐπιχειρήσουν τόσο μακρινὸ ταξίδι ἄνδρες βάρβαροι, γιὰ νὰ προσκυνήσουν Ἐκεῖνον ποὺ κείτονταν στὰ σπάργανα καὶ τὴ φάτνη, καὶ τὸ νὰ προαναγγείλουν ὅλα αὐτὰ οἱ προφῆτες μὲ θεῖο ὁρισμό, καὶ ὅλα τὰ ἄλλα ἦταν ἀνώτερα ἀπὸ τὴν δύναμη τοῦ ἀνθρώπου. Ἀλλὰ ὅμως κανένα ἀπὸ αὐτὰ δὲν τὸν συγκράτησε. Τέτοια εἶναι ἡ πονηρία. Πέφτει στὶς παγίδες ποὺ στήνει καὶ πάντοτε ἐπιχειρεῖ ἔργα ἀκατόρθωτα.
Πρόσεξε τώρα τὴν ἀνοησία. Ἐὰν πίστευε στὴν προφητεία καὶ τὴν θεωροῦσε ἀμετακίνητη, θὰ ἦταν ὁλοφάνερο ὅτι ἐπιχειροῦσε ἀδύνατα πράγματα.
Ἂν πάλι δὲν πίστευε καὶ δὲν περίμενε ὅτι θὰ πραγματοποιηθοῦν τα λεγόμενα, δὲν ἔπρεπε νὰ τρέμει καὶ νὰ φοβᾶται, οὔτε νὰ ἐπιδίδεται σὲ ἐπιβουλές.
Ὥστε εἴτε ἔτσι, εἴτε ἀλλιῶς, ὁ δόλος ἦταν περιττός. Καὶ τοῦτο ὅμως εἶναι ἀπόδειξη ἐσχάτης ἀνοησίας, ἡ ἰδέα ὅτι οἱ μάγοι θὰ προτιμοῦσαν αὐτὰ ἀπὸ τὸ νεογέννητο, χάριν τοῦ ὁποίου ἀνέλαβαν τόσο μεγάλο ταξίδι· διότι ἂν φλέγονταν τόσο ἀπὸ τὸν πόθο προτοῦ τὸ δοῦν, ἀφοῦ τὸ εἶδαν καὶ βεβαιώθηκαν ἀπὸ τὴν προφητεία, πῶς ἤλπιζε ὅτι θὰ τοὺς πείσει νὰ προδώσουν σὲ αὐτὸν τὸ παιδί;
Μολονότι ὅμως τόσο πολλὰ τὸν ἀπέτρεπαν, ἐκεῖνος συνέχιζε: «Τότε Ἡρῴδης λάθρα καλέσας τοὺς μάγους ἠκρίβωσε παρ᾿ αὐτῶν τὸν χρόνον τοῦ φαινομένου ἀστέρος (: Τότε ὁ Ἡρώδης κάλεσε κρυφὰ τοὺς μάγους καὶ πληροφορήθηκε ἀκριβῶς ἀπὸ αὐτοὺς τὸν χρόνο, κατὰ τὸν ὁποῖο εἶχε φανεῖ ὁ ἀστέρας)» (Ματθ.2,7).
Νόμιζε ὅτι οἱ Ἰουδαῖοι προστάτευαν τὸ παιδί, δὲν ἤλπισε ὅτι θὰ ἔφθαναν σὲ τέτοιο σημεῖο μανίας, ὥστε νὰ θέλουν νὰ παραδώσουν στοὺς ἐχθρούς του τὸν προστάτη καὶ σωτῆρα τους, ποὺ ἦλθε γιὰ τὴν ἐλευθερία τοῦ ἔθνους τους.
Γιὰ τοῦτο καὶ καλεῖ τοὺς μάγους κρυφὰ καὶ ζητεῖ τὸν χρόνο ὄχι τοῦ παιδιοῦ, ἀλλὰ τοῦ ἄστρου, προσέχοντας ἰδιαιτέρως τὸ θήραμα· διότι μοῦ φαίνεται ὅτι τὸ ἄστρο φάνηκε πρὸ πολλοῦ χρόνου.
Ὁ Χριστὸς ἔπρεπε νὰ δεχθεῖ τὴν προσκύνηση μέσα στὰ σπάργανα ἀκόμα, γιὰ νὰ φανεῖ τὸ ἀξιοθαύμαστο καὶ παράδοξο γεγονός. Ἐπειδὴ λοιπὸν ἐπρόκειτο νὰ τοὺς χρειαστεῖ πολὺς χρόνος γιὰ τὸ ταξίδι τους, γιὰ νὰ φθάσουν οἱ μάγοι ἐγκαίρως στὸ νεογέννητο, γιὰ αὐτὸν τὸν λόγο τὸ ἄστρο παρουσιάζεται πρὸ πολλοῦ χρόνου· διότι ἂν παρουσιάστηκε στὴν ἀνατολὴ σὲ αὐτούς, τὴ στιγμὴ ποὺ γεννιόταν στὴν Παλαιστίνη, ἀπὸ τὸν πολὺ χρόνο ποὺ θὰ τοὺς χρειαζόταν γιὰ τὴν ὁδοιπορία τους, ὅταν ἔφθαναν δὲν θὰ Τὸν ἔβλεπαν στὰ σπάργανα.
Καὶ ἐὰν φονεύει ἀπὸ διετῆ παιδιὰ καὶ πιὸ κάτω, ἂς μὴν ἀπορήσουμε. Ὁ θυμὸς ἀφ' ἑνὸς καὶ ὁ φόβος ἀφ' ἑτέρου πρόσθεσαν περισσότερο χρόνο χάριν περισσότερης ἀσφάλειας, ὥστε νὰ μὴ διαφύγει κανείς.
Ἀφοῦ τοὺς κάλεσε λοιπόν, τοὺς λέγει: «Πορευθέντες ἀκριβῶς ἐξετάσατε περὶ τοῦ παιδίου, ἐπὰν δὲ εὕρητε, ἀπαγγείλατέ μοί, ὅπως κἀγὼ ἐλθὼν προσκυνήσω αὐτῷ (: Πηγαίνετε ἐκεῖ καὶ ἐξετᾶστε μὲ κάθε ἀκρίβεια ὅλα τὰ σχετικὰ μὲ τὸ παιδὶ· καὶ ὅταν θὰ τὸ βρεῖτε, πληροφορῆστε με, γιὰ νὰ ἔλθω στὴ Βηθλεὲμ νὰ τὸ προσκυνήσω καὶ ἐγώ)» (Ματθ.2,8).
Βλέπεις τὴν ἀνοησία; Ἂν τὰ λέγεις αὐτὰ μὲ εἰλικρίνεια, γιατί ρωτᾶς κρυφά; Ἂν ὅμως σχεδιάζεις ἐπιβουλή, πῶς δὲν ἀντιλήφθηκες ὅτι θὰ κατανοήσουν οἱ μάγοι τὸν δόλο ἀπὸ τὴν μυστικότητα τῆς ἐρωτήσεως;
Τὸ εἶπα ὅμως: ψυχὴ ποὺ καταλήφθηκε ἀπὸ τὴν πονηρία, γίνεται τὸ πλέον ἀνόητο πρᾶγμα.
Καὶ δὲν τοὺς εἶπε: «πηγαίνετε νὰ μάθετε γιὰ τὸν βασιλέα», ἀλλὰ «γιὰ τὸ παιδί». Δὲν εἶχε τὴν δύναμη, οὔτε τὸ εἶδος τῆς ἐξουσίας Του νὰ κατονομάσει. Τίποτε ὅμως ἀπὸ αὐτὰ δὲν ἀντιλήφθηκαν οἱ μάγοι λόγῳ τῆς πολλῆς εὐλάβειάς τους.
Δὲν σκέφτηκαν ὅτι θὰ ἔφτανε ἐκεῖνος σὲ τέτοιο σημεῖο κακίας καὶ ὅτι θὰ ἔκανε τέτοιο ἀξιοθαύμαστο σχέδιο ἐπιβουλῆς.
Φεύγουν λοιπὸν χωρὶς καμία ὑποψία, ἀλλὰ ἀπὸ τὸν ἑαυτό τους ἔκριναν καὶ τὴν συμπεριφορὰ τῶν ἄλλων.
«Καὶ ἰδοὺ ὁ ἀστὴρ ὃν εἶδον ἐν τῇ ἀνατολῇ προῆγεν αὐτούς, ἕως ἐλθὼν ἔστη ἐπάνω οὗ ἦν τὸ παιδίον (: Καὶ ἰδοὺ τὸ λαμπρὸ ἀστέρι, ποὺ εἶχαν δεῖ στὴν Ἀνατολή, προπορευόταν καὶ τοὺς ὁδηγοῦσε, ἕως ὅτου ἦλθε καὶ στάθηκε ἐπάνω ἀπὸ τὸν τόπο ὅπου βρισκόταν τὸ παιδὶ)»· διότι εἶχε κρυφτεῖ γιὰ τοῦτον ἀκριβῶς τὸν λόγο: νὰ χάσουν τὸν ὁδηγό, καὶ νὰ βρεθοῦν στὴν ἀνάγκη νὰ ρωτήσουν τοὺς Ἰουδαίους καὶ νὰ γίνει τὸ πρᾶγμα πασίδηλο.
Ὅταν λοιπὸν ρώτησαν καὶ εἶχαν ὡς πληροφοριοδότες τοὺς ἐχθρούς του, φαίνεται πάλι σὲ αὐτούς. Καὶ πρόσεξε τὴν ἄριστη ἀκολουθία τῶν γεγονότων. Ἐξ αἰτίας τοῦ ἄστρου τοὺς δέχεται ὁ λαὸς τῶν Ἰουδαίων καὶ ὁ βασιλιᾶς ποὺ προσκομίζουν τὴ μαρτυρία τοῦ προφήτη ποὺ ὁμιλεῖ γιὰ τὸ φαινόμενο.
Καὶ ἔπειτα ἀπὸ τὸν προφήτη τοὺς παραλαμβάνει πάλι ὁ ἄγγελος καὶ τοὺς τὰ ἐξηγεῖ ὅλα. Καὶ μὲ τὴν ὁδηγία τοῦ ἄστρου βαδίζουν τότε ἀπὸ τὰ Ἱεροσόλυμα στὴ Βηθλεέμ. Τὸ ἄστρο τοὺς συνόδευε καὶ ἀπὸ ἐκεῖ.
Γιὰ νὰ μάθεις καὶ ἀπὸ αὐτό, ὅτι δὲν ἦταν ἕνα ἀπὸ τὰ πολλὰ ἄστρα, ἐπειδὴ οὔτε ἕνα ἄστρο δὲν ἔχει αὐτὴ τὴ φύση.
Καὶ δὲν προχωροῦσε ἁπλῶς, ἀλλὰ τοὺς ἔσυρε ἀπὸ τὸ χέρι καὶ τοὺς καθοδηγοῦσε ἡμέρα μεσημέρι.
«Καὶ τί χρειαζόταν τὸ ἄστρο τοῦτο», θὰ μποροῦσε νὰ ρωτήσει κάποιος, «ἀφοῦ εἶχε γίνει γνωστὸ τὸ μέρος;».
Γιὰ νὰ γίνει ὁρατὸ καὶ τὸ παιδὶ· διότι δὲν ὑπῆρχε κανένα σημεῖο ποὺ νὰ τὸ δείχνει. Οὔτε τὸ σπίτι ἦταν μεγαλοπρεπές, οὔτε ἡ μητέρα γνωστὴ καὶ ἐπίσημη.
Χρειαζόταν λοιπὸν τὸ ἄστρο ποὺ θὰ τοὺς σταματοῦσε στὸν ὁρισμένο τόπο. Γιὰ τοῦτο καὶ ἐμφανίζεται σὲ αὐτούς, ὅταν ἐξῆλθαν ἀπὸ τὰ Ἱεροσόλυμα καὶ δὲν σταμάτησε προηγουμένως, ὥσπου ἔφθασαν στὴ φάτνη.
Τὸ θαῦμα συνδυαζόταν μὲ θαῦμα, διότι καὶ τὰ δύο ἦσαν παράδοξα: καὶ οἱ μάγοι ποὺ προσκυνοῦν καὶ τὸ ἄστρο ποὺ ὁδηγοῦσε· ἀλλὰ καὶ ἱκανὰ ἦσαν νὰ ἀποσπάσουν τὴν προσοχὴ ἀνθρώπων ἀπὸ λίθο·διότι ἂν οἱ μάγοι ἔλεγαν ὅτι ἄκουσαν ἀπὸ τοὺς προφῆτες νὰ τὰ λέγουν αὐτὰ ἢ ὅτι οἱ ἄγγελοι εἶχαν σὲ αὐτοὺς ὁμιλήσει ἰδιαιτέρως, θὰ μποροῦσαν νὰ μὴ γίνουν πιστευτοί.
Τώρα ὅμως, ποὺ φαινόταν τὸ ἄστρο στὸν οὐρανό, ἀποστομώνονταν καὶ οἱ πλέον ἀναίσχυντοι. Καὶ ἔπειτα ὅταν ἔφθασε ἐπάνω ἀπὸ τὸ παιδί, τὸ ἄστρο σταμάτησε πάλι. Καὶ τοῦτο ὑπερέβαλε τὴ δύναμη τοῦ ἄστρου, τώρα νὰ κρύπτεται, ἔπειτα νὰ φαίνεται καὶ μετὰ τὴν ἐμφάνιση νὰ σταματᾶ.
Ἀπὸ αὐτὰ καὶ ἐκεῖνοι λάμβαναν ἐνίσχυση στὴν πίστη τους. Καὶ γιὰ τοῦτο καὶ χάρηκαν· ἐπειδὴ βρῆκαν ὅ,τι ζητοῦσαν, ἐπειδὴ ἔγιναν ἀγγελιοφόροι τῆς ἀληθείας, ἐπειδὴ δὲν ἔκαναν ἄδικα τόσο δρόμο.
Τόσο μέγας ἦταν ὁ πόθος τους γιὰ τὸν Χριστό. «Ἓως ἐλθὼν ἔστη ἐπάνω οὗ ἦν τὸ παιδίον (: Τὸ ἀστέρι προπορευόταν καὶ τοὺς ὁδηγοῦσε, ἕως ὅτου ἦλθε καὶ στάθηκε ἐπάνω ἀπὸ τὸν τόπο ὅπου βρισκόταν τὸ παιδί)».
Και ἔδειχνε ἔτσι ὅτι τὸ παιδὶ ἦταν θεῖο. Καὶ ἀφοῦ στάθηκε, ὠθεῖ σὲ προσκύνηση ὄχι ἁπλῶς βαρβάρους ἀλλὰ τοὺς πλέον σοφοὺς μεταξὺ αὐτῶν.
Βλέπεις ὅτι εὐλόγως ἐμφανίστηκε τὸ ἄστρο; Ἀκόμη καὶ μετὰ τὴν προφητεία καὶ ἔπειτα ἀπὸ τὴν ἐξήγηση τῶν ἀρχιερέων καὶ γραμματέων, πρόσεχαν σὲ αὐτό.
Ἂς ντρέπεται ὁ Μαρκίων (: Ὁ Μαρκίων ἦταν αἰρεσιάρχης τοῦ 2ου αἱ., ποὺ συγκρότησε διαρχικὸ θεολογικὸ σύστημα. Δέχεται μόνο τὸ εὐαγγέλιο τοῦ Λουκᾶ, ὡς μαθητῆ τοῦ Παύλου. Ὀργάνωσε δική του ἐκκλησία.
Ὁ Χριστὸς κατ' αὐτὸν ἐμφανίστηκε ὡς ἐνήλικας αἰφνιδίως, ἡ δὲ σταύρωσή του ἦταν φαινομενική. Καταπολεμήθηκε ἀπὸ διαπρεπεῖς θεολόγους, ὅπως ὁ Ἰουστῖνος, ὁ Εἰρηναῖος, ὁ Τερτυλλιανὸς κ.α), ας ἐντρέπεται ὁ Παῦλος ἀπὸ τὰ Σαμόσατα (: Ὁ Παῦλος ὁ Σαμοσατεὺς ἦταν αἱρετικὸς τοῦ 3ου αἱ., καὶ εἶχε χρηματίσει ἐπίσκοπος Ἀντιοχείας (260-268). Ἦταν ὑλόφρονας, ἀγέρωχος, ἐπιδεικτικός.
Ἀρνιόταν τὸ δόγμα τῆς Ἁγίας Τριάδος καὶ τό της ἐνανθρωπίσεως, μὴ παραδεχόμενος τὶς αἰώνιες ὑποστάσεις τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Διέφυγε κατὰ τὴν πρώτη ἐναντίον του γενομένη τὸ 264 μ.Χ. Σύνοδο ἐπισκόπων τοῦ πατριαρχικοῦ θρόνου Ἀντιοχείας, ἀλλὰ ἀπογυμνώθηκε ἀπὸ τὰ ἐπιχειρήματά του κατὰ τὴν δεύτερη καὶ εὐρύτερη σύνοδο τοῦ 268μ.Χ. ἀπὸ τὸν πρεσβύτερο Μαλχίωνα), που δὲν θέλησαν νὰ δοῦν ὅ,τι εἶδαν οἱ μάγοι, οἱ πρόδρομοι τῆς Ἐκκλησίας.
Δὲν ντρέπομαι νὰ τοὺς ἀποκαλῶ ἔτσι. Ἂς ντρέπεται ὁ Μαρκίων βλέποντας τὸν Θεὸ ἐνσαρκωμένο νὰ δέχεται προσκύνηση.
Ἂς ντρέπεται ὁ Παῦλος ἀπὸ τὰ Σαμόσατα, βλέποντας νὰ προσκυνεῖται ὄχι ὡς ἁπλὸς ἄνθρωπος. Ὅτι εἶναι ἔνσαρκος τὸ φανερώνουν τὰ σπάργανα καὶ ἡ φάτνη. Ὅτι Τὸν προσκυνοῦν ὄχι ὡς ἁπλὸ ἄνθρωπο τὸ φανερώνουν μὲ τὴν προσφορὰ τόσων δώρων σὲ ἐντελῶς ἄωρη ἡλικία, τὰ ὁποῖα φυσικὸ ἦταν νὰ προσφέρουν σὲ Θεό.
Ἂς ντρέπονται μαζί τους καὶ οἱ Ἰουδαῖοι, ποὺ τοὺς βλέπουν νὰ καταφθάνουν, ἂν καὶ βάρβαροι καὶ μάγοι, καὶ δὲν θέλουν ἐν τούτοις οὔτε ἔπειτα ἀπὸ αὐτοὺς νὰ ἔλθουν. Τὰ ὅσα γίνονταν τότε ἦσαν προτύπωση τῶν μελλοντικῶν, καὶ γινόταν φανερὸ ἀμέσως ἀπὸ τὰ προοίμια ὅτι τὰ ἔθνη θὰ ἔφθαναν τὸν Ἰουδαϊκὸ λαό.
«Ἀλλὰ γιατί», θὰ μποροῦσε νὰ ἀναρωτηθεῖ κάποιος, «δὲν τὸ εἶπε ἀπὸ τὴν ἀρχή, ἀλλὰ ἀργότερα;
Γιατί δὲν ἔλεγε ἐξ ἀρχῆς στοὺς μαθητές Του νὰ πᾶνε καὶ νὰ διδάξουν τὴ σωτηριώδη ἀλήθεια σὲ ὅλα τὰ ἔθνη (Ματθ. 28,19), ἀλλὰ τὸ εἶπε ὕστερα ἀπὸ αὐτά;».
Διότι ὅπως εἶπα, ὅ,τι συμβαίνει ἦταν γιὰ νὰ γίνει προτύπωση, ἕνα εἶδος προαναγγελίας. Τὸ λογικὸ θὰ ἦταν νὰ προσέλθουν πρῶτοι οἱ Ἰουδαῖοι. Ἐπειδὴ ὅμως μὲ τὴ θέλησή τους περιφρόνησαν τὴν πρὸς αὐτοὺς εὐεργεσία, τὰ πράγματα ἔγιναν ἀντιστρόφως.
Διαφορετικὰ οὔτε ἐδῶ δὲν ἔπρεπε νὰ ἔλθουν οἱ μάγοι πρὸ τῶν Ἰουδαίων, οὔτε νὰ προλάβουν ἐκεῖνοι ποὺ ἦλθαν ἀπὸ τόση ἀπόσταση αὐτοὺς ποὺ ἔμεναν στὴν ἴδια πόλη.
Οὔτε αὐτοὶ ποὺ δὲν εἶχαν ἀκούσει τίποτε δὲν ἔπρεπε νὰ προφθάσουν αὐτοὺς ποὺ εἶχαν μεγαλώσει μέσα σὲ τόσο πολλὲς προφητεῖες.
Ἐπειδὴ ἔδειξαν ὑπερβολικὴ ἄγνοια γιὰ τὰ δικά τους προνόμια, προλαμβάνουν οἱ ὁδοιπόροι τῆς Περσικῆς, τοὺς κατοίκους τῶν Ἱεροσολύμων, πρᾶγμα ποὺ λέγει καὶ ὁ Παῦλος: «Ὑμῖν ἦν ἀναγκαῖον πρῶτον λαληθῆναι τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ· ἐπειδὴ δὲ ἀπωθεῖσθε αὐτὸν καὶ οὐκ ἀξίους κρίνετε ἑαυτοὺς τῆς αἰωνίου ζωῆς, ἰδοὺ στρεφόμεθα εἰς τὰ ἔθνη(:Σε σᾶς ἦταν ἀνάγκη νὰ κηρυχθεῖ πρῶτα ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ. Ἀλλὰ ἐπειδὴ τὸν ἀποκρούετε καὶ δὲν κρίνετε τοὺς ἑαυτούς σας ἄξιους τῆς αἰώνιας ζωῆς, ἰδοὺ στρεφόμαστε πρὸς τοὺς ἐθνικούς)» (Πρ. 13,46).
Καὶ ἂν ἀκόμη δὲν πείθονταν πρὶν ἀπὸ τοῦτο, ἔπρεπε νὰ τρέξουν ὅταν τουλάχιστον τὸ ἄκουσαν ἀπὸ τοὺς μάγους.
Δὲν θέλησαν. Καὶ γιὰ τοῦτο, ἐνῷ ἐκεῖνοι κοιμόντουσαν, προσέρχονται αὐτοί.
Ἂς ἀκολουθήσουμε λοιπὸν καὶ ἐμεῖς τοὺς βαρβάρους μάγους καὶ ἂς ἀπαλλαγοῦμε ἀπὸ τὴ βάρβαρη συνήθεια καὶ ἂς βαδίσουμε μακρινὴ ἀπόσταση, γιὰ νὰ δοῦμε τὸν Χριστό, διότι καὶ ἐκεῖνοι, ἂν δὲν ταξίδευαν μακριὰ ἀπὸ τὴ γῆ τους, δὲν θὰ Τὸν ἔβλεπαν.
Ἂς ἀφήσουμε τὰ γήινα πράγματα· διότι οἱ μάγοι ὅσο βρίσκονταν στὴν Περσία, ἀντίκρισαν τὸν Ἥλιο τῆς Δικαιοσύνης. Ἢ μᾶλλον οὔτε τὸ ἄστρο θὰ ἔβλεπαν, ἂν δὲν ἀναχωροῦσαν πρόθυμα ἀπὸ αὐτήν.
Ἂς σηκωθοῦμε λοιπὸν καὶ ἐμεῖς. Καὶ ἂν ταράσσονται ὅλοι, ἐμεῖς ἂς τρέξουμε πρὸς τὸ σπίτι τοῦ Θείου Βρέφους. Καὶ ἂν μᾶς ἐμποδίζουν στὸν δρόμο μας αὐτὸ εἴτε βασιλεῖς, εἴτε πλήθη, εἴτε τύραννοι, ἂς μὴν ἀφήσουμε τὸν πόθο μας νὰ σβήσει.
Ἔτσι θὰ ἀποκρούσουμε τὰ δεινὰ ποὺ μᾶς ἀπειλοῦν· διότι καὶ αὐτοί, ἂν δὲν ἔβλεπαν τὸ παιδί, δὲν θὰ ξέφευγαν τὸν κίνδυνο ἐκ μέρους τοῦ βασιλέως. Πρὶν δοῦν τὸ παιδὶ προμηνύονταν ἀπὸ παντοῦ φόβοι καὶ κίνδυνοι καὶ ταραχές.
Μετὰ τὴν προσκύνηση ἡ γαλήνη καὶ ἡ ἀσφάλεια. Ὄχι πλέον ἄστρο ἀλλὰ τοὺς ἀναλαμβάνει ὁ ἄγγελος, ἀφοῦ ἔγιναν ἔπειτα ἀπὸ τὴν προσκύνηση ἱερεῖς· ἀφοῦ ἄλλωστε προσφέρουν καὶ δῶρα.
Ἄφησε λοιπὸν καὶ ἐσὺ τὸν ἰουδαϊκὸ λαό, τὴν πόλη ποὺ ταράσσεται, τὸν αἱμοδιψῆ τύραννο, τὴν πλάνη τοῦ βίου καὶ σπεῦσε στὴ Βηθλεέμ, ὅπου εἶναι ὁ οἶκος τοῦ ἄρτου τοῦ πνευματικοῦ. Ἂς εἶσαι βοσκὸς καὶ ἔλθεις ἐδῶ, θὰ δεῖς τὸ παιδὶ στὸ κατάλυμα.
Ἂν εἶσαι βασιλέας καὶ δὲν ἔλθεις, σὲ τίποτε δὲ θὰ σὲ ὠφελεῖ ἡ πορφύρα. Ἂν εἶσαι μάγος, κανένα ἐμπόδιο ἀπὸ τὴν ἰδιότητά σου, φθάνεις νὰ ἔλθεις γιὰ ν' ἀποδώσεις τιμὴ καὶ προσκύνηση καὶ ὄχι νὰ καταπατήσεις τὸν Υἱὸ τοῦ Θεοῦ.
Ἂν προσέλθεις μὲ τρόμο καὶ χαρά - διότι εἶναι δυνατὸν νὰ συνδυασθοῦν αὐτὰ τὰ δύο. Πρόσεξε μόνο μὴν ὁμοιάσεις μὲ τὸν Ἡρώδη καὶ πεῖς «γιὰ νὰ ἔλθω καὶ ἐγὼ νὰ Τὸν προσκυνήσω,» καὶ ὅταν ἔλθεις θελήσεις νὰ Τὸν φονεύσεις· διότι μὲ αὐτὸν ὁμοιάζουν ὅσοι μετέχουν ἀνάξια στὰ μυστήρια: «Ὣστε ὃς ἂν ἐσθὶῃ τὸν ἄρτον τοῦτον ἢ πὶνῃ τὸ ποτήριον τοῦ Κυρίου ἀναξίως, ἔνοχος ἔσται τοῦ σώματος καὶ αἵματος τοῦ Κυρίου (: Ὣστε ὅποιος τρώγει τὸν ἄρτο αὐτὸν καὶ πίνει τὸ ποτήριο τοῦ Κυρίου ἀνάξια, θὰ εἶναι ἔνοχος καὶ ὑπόδικος γιὰ βαριὰ ἀσέβεια καὶ ὕβρη ἐναντίον τοῦ σώματος καὶ τοῦ αἵματος τοῦ Κυρίου)», μᾶς λέγει ὁ Παῦλος (: Α΄ Κόρ. 11,27)· διότι ἔχουν μέσα τους τὸν τύραννο ποὺ βασανίζεται ἀπὸ τὴν βασιλεία τοῦ Θεοῦ καὶ εἶναι πιὸ παράνομος ἀπὸ ἐκεῖνον τὸν Ἡρώδη, τὸν τύραννο Μαμωνά.
Αὐτὸς ἐπιθυμεῖ νὰ ἐπικρατήσει καὶ στέλνει τοὺς δικούς του, γιὰ νὰ προσκυνήσουν κατὰ τύπους, ποὺ φονεύουν ὅμως κατὰ τὴν προσκύνηση.
Ἂς φοβηθοῦμε λοιπὸν μήπως λαμβάνουμε κάποτε τὴν μορφὴ ἱκετῶν ὡς προσκυνητῶν, δείξουμε ὅμως στὴν πράξη συμπεριφορὰ ἀντίθετη.
Ἂς πετάξουμε τὰ πάντα ἀπὸ τὰ χέρια μας, ὅταν πρόκειται νὰ προσκυνήσουμε. Ἂν ἔχουμε χρυσό, ἂς τὸν προσφέρουμε σὲ αὐτὸν καὶ ἂς μὴν τὸν κρύψουμε στὴ γῆ. Ἂν οἱ βάρβαροι τότε ἐκεῖνοι τὸν προσέφεραν τιμητικῶς, ποιός εἶσαι ποὺ δὲν δίνεις σὲ αὐτὸν ποὺ ἔχει ἀνάγκη;
Ἐὰν ἐκεῖνοι ἔκαναν τόσο δρόμο, γιὰ νὰ δοῦν Αὐτὸν ποὺ γεννήθηκε, τί θὰ ἀπολογηθεῖς ἐσύ, ποὺ μήτε ἕνα στενορύμι δὲν πέρασες, γιὰ νὰ ἐπισκεφθεῖς ἕναν ἄρρωστο καὶ φυλακισμένο; Μολονότι ὅταν ὑποφέρουν καὶ εἶναι φυλακισμένοι, ἐλεοῦμε καὶ τοὺς ἐχθρούς.
Ἐσὺ ὅμως δὲν ἐλεεῖς οὔτε τὸν εὐεργέτη καὶ Κύριό σου. Καὶ ἐκεῖνοι προσέφεραν χρυσό, ἐνῷ ἐσὺ μὲ δυσκολία δίνεις λίγο ψωμί.
Ἐκεῖνοι εἶδαν τὸ ἄστρο καὶ χάρηκαν. Ἐσὺ ὅμως μολονότι βλέπεις τὸν ἴδιο τόν Χριστὸ νὰ εἶναι ξένος καὶ γυμνός, δὲν σκύβεις ἐπάνω Του.
Ποιός ἀπὸ σᾶς, ποὺ δεχθήκατε ἄπειρες εὐεργεσίες, ἐπιχείρησε χάριν τοῦ Χριστοῦ τόσο μεγάλο ταξίδι, ὅσο ἐκεῖνοι οἱ βάρβαροι ἢ μᾶλλον ἐκεῖνοι οἱ φιλοσοφότεροι ἀπὸ τοὺς φιλοσόφους;
Καὶ γιατί λέγω τόσο δρόμο; Πολλὲς γυναῖκες τόσο πολὺ μᾶς κάνουν τὶς ἀδύνατες, ὥστε μήτε ἕνα δρομάκι δὲν περνοῦν ἀπὸ τὸ ἕνα στὸ ἄλλο, γιὰ νὰ δοῦν τὸν Ἰησοῦ ἐπάνω στὴν πνευματικὴ φάτνη, ἂν δὲν ἐξασφαλίσουν ὑποζύγιο.
Ἄλλοι πάλι ποὺ δύνανται νὰ βαδίσουν, εἴτε θέτουν στὴν πρώτη μοῖρα τὸ πλῆθος τῶν βιοτικῶν φροντίδων, εἴτε προτιμοῦν τὰ θέατρα ἀπὸ τὸ νὰ ἔλθουν ἐδῶ. Καὶ οἱ μὲν βάρβαροι προτοῦ νὰ δοῦν διήνυσαν τόσο δρόμο πρὸς χάριν Του.
Ἐσὺ ὅμως καὶ ἀφοῦ Τὸν εἶδες, δὲν ζηλεύεις ἐκείνους ἀλλὰ Τὸν ἀφήνεις μόλις Τὸν εἶδες καὶ τρέχεις γιὰ νὰ παρακολουθήσεις τὶς παραστάσεις των θεατρίνων - ἔρχομαι πάλι σὲ αὐτὰ ποὺ ἔλεγα καὶ προηγουμένως.
Καὶ ἀφήνεις τὸν Χριστό, ἐνῷ Τὸν βλέπεις ἐπάνω στὴ φάτνη, γιὰ νὰ δεῖς γυναῖκες ἐπάνω στὴ σκηνή. Γιὰ πόσες τιμωρίες δὲν εἶναι ἄξια ὅλα αὐτά;
«Καὶ ἐλθόντες εἰς τὴν οἰκίαν εἶδον τὸ παιδίον μετὰ Μαρίας τῆς μὴτρὸς αὐτοῦ, καὶ πεσόντες προσεκύνησαν αὐτῷ, καὶ ἀνοίξαντες τοὺς θησαυροὺς αὐτῶν προσήνεγκαν αὐτῷ δῶρα, χρυσὸν καὶ λίβανον καὶ σμύρναν (: Κι ὅταν ἦλθαν στὸ σπίτι, εἶδαν τὸ παιδὶ μὲ τὴ μητέρα Του Μαρία, καὶ ἀφοῦ ἔπεσαν στὴ γῆ, Τὸ προσκύνησαν καὶ ἀνοίγοντας τὰ θησαυροφυλάκιά τους Τοῦ πρόσφεραν δῶρα: χρυσάφι καί, ἀπ’ τὰ πολύτιμα ἀρώματα τῆς Ἀραβίας, λιβάνι καὶ σμύρνα)» (Ματθ.2,11).
Πῶς λοιπὸν διηγεῖται ὁ Λουκᾶς ὅτι τὸ Θεῖο Βρέφος ἦταν ἀνακείμενο στὴ φάτνη; Μόλις γέννησε, τὸ τοποθέτησε ἀμέσως ἐκεῖ.
Δὲν ἦταν δυνατὸν νὰ βροῦν σπίτι, ἐπειδὴ εἶχαν μαζευτεῖ πολλοὶ ἐξ αἰτίας τῆς ἀπογραφῆς.
Αὐτὸ ὑπογραμμίζει καὶ ὁ Λουκᾶς ὅταν λέει ὅτι «καὶ ἔτεκε τὸν υἱὸν αὐτῆς τὸν πρωτότοκον, καὶ ἐσπαργάνωσεν αὐτὸν καὶ ἀνέκλινεν αὐτὸν ἐν τῇ φάτνῃ, διότι οὐκ ἦν αὐτοῖς τόπος ἐν τῷ καταλύματι (: καὶ γέννησε τὸν πρῶτο καὶ μονογενῆ υἱό της, καὶ τὸν περιτύλιξε μὲ σπάργανα καὶ τὸν ἔβαλε μέσα στὴ φάτνη, διότι δὲν ὑπῆρχε γι’ αὐτοὺς τόπος στὸ πανδοχεῖο ποὺ στάθμευσαν γιὰ νὰ περάσουν τὴ νύχτα, λόγῳ τῆς συρροῆς πολλῶν ξένων ποὺ ἦλθαν νὰ ἀπογραφοῦν)» (Λουκᾶς 2,7).
Ἔπειτα Τὸν σήκωσε καὶ Τὸν κράτησε στὰ γόνατά της. Ἡ ἄφιξη στὴ Βηθλεὲμ σήμαινε καὶ τὸ τέλος τῆς ἐγκυμοσύνης.
Ἀντιλαμβανόμαστε κατὰ αὐτὸν τὸν τρόπο τὴ θεία οἰκονομία στὸ σύνολό της˙ τί ἔγινε δηλαδὴ καὶ ὅτι δὲν ἔγινε ἁπλῶς καὶ τυχαίως, ἀλλὰ ἐκπληρώνονταν ὅλα σύμφωνα μὲ τὸ σχέδιο τοῦ Θεοῦ καὶ μὲ ἀκολουθία προφητειῶν.
Τί ἦταν ὅμως ἐκεῖνο, τὸ ὁποῖο τοὺς ἔκανε νὰ προσκυνήσουν; Οὔτε ἡ Παρθένος ἦταν ἀπὸ ἀνώτερη τάξη, οὔτε ὁ οἶκος της περιφανής, οὔτε κάτι ἄλλο ἀπὸ ὅσα ἔβλεπαν ἦταν ἱκανὸ νὰ προκαλέσει τὴν ἔκπληξη καὶ νὰ προσελκύσει.
Καὶ αὐτοὶ ὄχι μόνο προσκυνοῦν, ἀλλὰ καὶ ὅταν ἄνοιξαν τὰ θησαυροφυλάκιά τους, προσφέρουν δῶρα ὄχι ὅπως κάνουμε σὲ ἄνθρωπο, ἀλλὰ ὅπως σὲ Θεό. Σύμβολό Του τὸ λιβάνι καὶ ἡ σμύρνα.
Τί ἦταν λοιπὸν αὐτὸ τὸ ὁποῖο τοὺς ἔπεισε νὰ ξεκινήσουν ἀπὸ τὴν πατρίδα τους καὶ νὰ κάνουν τόσο δρόμο;
Ἦταν τὸ ἄστρο καὶ ὁ φωτισμὸς τὸ ὁποῖο ἔστειλε ὁ Θεὸς στὸ πνεῦμα τους καὶ τοὺς ὁδήγησε ὅλο καὶ περισσότερο στὴν τελειότερη γνώση.
Ἐὰν δὲν ἦταν αὐτό, δὲν θὰ ἔδειχναν βέβαια τόσο σεβασμὸ καὶ τιμὴ σὲ πράγματα τὰ ὁποῖα φαίνονταν ἀσήμαντα.
Γι’ αὐτὸ κανένα ἀπὸ τὰ αἰσθητὰ δὲν ἦταν μεγάλο ἐκεῖ˙ ἡ φάτνη, ἡ καλύβα, ἡ φτωχὴ μητέρα.
Ἔτσι βλέπουμε καθαρὰ τὴν ἀντίδραση τῶν μάγων καὶ ἀντιλαμβανόμαστε ὅτι δὲν Τὸν πλησίαζαν ὡς ἁπλὸ ἄνθρωπο ἀλλὰ ὡς Θεὸ καὶ εὐεργέτη. Γι’ αὐτὸ κανένα ἀπὸ τὰ ἐξωτερικὰ ποὺ ἔβλεπαν δὲν τοὺς σκανδάλιζε.
Ἀλλὰ Τὸν προσκυνοῦσαν καὶ Τοῦ πρόσφεραν δῶρα ἀπαλλαγμένα ἀπὸ τὴν ἰουδαϊκὴ προσήλωση στὰ ὑλικά.
Γι’ αὐτὸ δὲν θυσίαζαν πρόβατα καὶ μόσχους. Τὰ δῶρα τους εἶχαν τὴν σφραγῖδα τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ πνεύματος˙ Τοῦ πρόσφεραν ἐπίγνωση, ὑπακοή, ἀγάπη.
«Καὶ χρηματισθέντες κατ᾿ ὄναρ μὴ ἀνακάμψαι πρὸς Ἡρῴδην, δι᾿ ἄλλης ὁδοῦ ἀνεχώρησαν εἰς τὴν χώραν αὐτῶν (: Ἐπειδή ὅμως ὁ Θεὸς τοὺς ἔδωσε στὸ ὄνειρό τους τὴν ὁδηγία νὰ μὴν ξαναγυρίσουν στὸν Ἡρώδη, ἀναχώρησαν ἀπὸ ἄλλο δρόμο γιὰ τὴν πατρίδα τους)» (Ματθ.2,12), πρόσεξε καὶ ἀπὸ τὸ σημεῖο αὐτὸ τὴν πίστη τους˙ δὲν σκανδαλίσθηκαν, ἀλλὰ εἶναι πειθήνιοι καὶ γεμᾶτοι εὐγνωμοσύνη.
Δὲν ταράσσονται, οὔτε κάνουν μέσα τους τὴ σκέψη: «ἐὰν εἶναι μέγα αὐτὸ τὸ παιδὶ καὶ ἔχει κάποια δύναμη, τί χρειάζονται ἡ φυγὴ καὶ ἡ μυστικὴ ἀναχώρηση; Καὶ γιατί ἐνῷ ἤρθαμε φανερὰ καὶ μὲ θάρρος καὶ σταθήκαμε μπροστὰ σὲ τόσο λαὸ καὶ στὴ μανία τοῦ βασιλέως, μᾶς ἐξέβαλε ὁ ἄγγελος ἀπὸ τὴν πόλη ὡς δραπέτες καὶ φυγάδες;».
Τίποτα ἀπὸ αὐτὰ οὔτε ἐξέφρασαν, οὔτε ἀναλογίστηκαν. Αὐτὴ εἶναι ἡ μεγαλύτερη ἀπόδειξη πίστης˙ νὰ μὴ ζητᾶς τὸ νόημα τῆς διαταγῆς, ἀλλὰ νὰ πείθεσαι μόνο σὲ αὐτή.
«Ἀναχωρησάντων δὲ αὐτῶν ἰδοὺ ἄγγελος Κυρίου φαίνεται κατ᾿ ὄναρ τῷ Ἰωσὴφ λέγων· ἐγερθεὶς παράλαβε τὸ παιδίον καὶ τὴν μητέρα αὐτοῦ καὶ φεῦγε εἰς Αἴγυπτον, καὶ ἴσθι ἐκεῖ ἕως ἂν εἴπω σοι· μέλλει γὰρ Ἡρῴδης ζητεῖν τὸ παιδίον τοῦ ἀπολέσαι αὐτό (: Ὅταν λοιπὸν ἀναχώρησαν οἱ μάγοι, ἰδοὺ ἕνας ἄγγελος Κυρίου φάνηκε στὸν Ἰωσὴφ σὲ ὄνειρο καὶ τοῦ εἶπε: ‘’Σήκω, πᾶρε τὸ παιδὶ καὶ τὴ μητέρα Του καὶ φύγε στὴν Αἴγυπτο, καὶ μεῖνε ἐκεῖ μέχρι νὰ σοῦ πῶ. Φύγε, διότι ὁ Ἡρώδης σκοπεύει νὰ ψάξει τὸ παιδὶ γιὰ νὰ τὸ σκοτώσει’’)» (Ματθ.2,13).
Ἀξίζει ἐδῶ νὰ διατυπωθεῖ καὶ ἡ ἀπορία γιὰ τοὺς μάγους καὶ γιὰ τὸ παιδὶ· διότι ἐὰν ἐκεῖνοι δὲν ταράχτηκαν, ἀλλὰ δέχτηκαν τὰ πάντα μὲ πίστη, ἀξίζει νὰ ἐρευνήσουμε ἐμεῖς γιατί δὲν σώζονται καὶ τὸ παιδὶ καὶ ἐκεῖνοι χωρὶς νὰ φύγουν, ἀλλὰ ἐκεῖνοι ἀναχωροῦν στὴν Περσία καὶ Ἐκεῖνο φυγαδεύεται μὲ τὴ μητέρα Του στὴν Αἴγυπτο;
Τί ἔπρεπε ἀλήθεια νὰ γίνει; Νὰ πέσει στὰ χέρια τοῦ Ἡρώδη καὶ παρόλα αὐτὰ νὰ μὴν φονευτεῖ;
Δὲν θὰ γινόταν πιστευτὸ ὅτι ἔλαβε σάρκα, θὰ ὑπῆρχε δυσπιστία ἐμπρὸς στὸ μέγεθος τῆς οἰκονομίας· διότι ἐὰν μερικοὶ τόλμησαν νὰ ποῦν ὅτι ἦταν μῦθος ἡ πρόσληψη τῆς σάρκας (ὑποστηρίχτηκε ἀπὸ κάποιους αἱρετικοὺς ὅτι ὁ Θεὸς δὲν ἔλαβε πραγματικὸ ἀλλὰ φαινομενικὸ σῶμα. Οἱ δεχόμενοι τὴν ἄποψη αὐτὴ ἀρνοῦνταν τὴν Ἐνσάρκωση τοῦ Θεοῦ Λόγου στὸν Χριστό.
Ἡ αἱρετικὴ αὐτὴ διδασκαλία τῶν πρώτων χριστιανικῶν χρόνων λέγεται δοκητισμὸς καὶ οἱ ὀπαδοί της δοκῆτες, διότι θεωροῦσαν ὅτι τὸ σῶμα τοῦ Χριστοῦ ὑπῆρχε κατὰ δόκησιν καὶ ὄχι πραγματικά), παρόλον ὅτι ἔγιναν αὐτὰ καὶ πολλὰ οἰκονομήθηκαν, ὅπως ἁρμόζει στοὺς ἀνθρώπους, σκεφτεῖτε σὲ ποιά μεγάλη ἀσέβεια θὰ ἐξέπιπταν, ἐὰν τὰ ἔπραττε ὅλα ὅπως ἁρμόζει στὸν Θεὸ καὶ ἀνάλογα μὲ τὴν δύναμή Του;
Ταχέως στέλνει πίσω τους μάγους, γιὰ νὰ τοὺς κάνει διδασκάλους στὴν Περσικὴ χώρα καὶ γιὰ νὰ θεραπεύσει τὴ μανία τοῦ τυράννου.
Γιὰ νὰ μάθει ὅτι ἐπιχειρεῖ τὰ ἀκατόρθωτα, νὰ πνίξει τὸν θυμό του καὶ νὰ σταματήσει τὴ μάταιη προσπάθεια· διότι δὲν εἶναι ἄξιο τῆς δυνάμεώς Του νὰ νικᾶ μόνο φανερὰ τοὺς ἐχθρούς Του, ἀλλὰ καὶ εὔκολα νὰ τοὺς ἐξαπατᾶ.
Ὁμοίως ἐξαπάτησε καὶ τοὺς Αἰγυπτίους πρὸς χάρη τῶν Ἰουδαίων, καὶ ἐνῷ μποροῦσε νὰ μεταφέρει φανερὰ τὸν πλοῦτο τους στὰ χέρια τῶν Ἑβραίων, ὁρίζει νὰ γίνει τοῦτο κρυφὰ καὶ μὲ ἀπάτη, καὶ αὐτὸ Τὸν κάνει φανερὸ στοὺς ἀντιπάλους Του, καθόλου λιγότερο ἀπὸ ὅ,τι τὰ ἄλλα σημεῖα.
Οἱ Αἰσκαλωνίτες (: Ἀσκάλων ἦταν ἀκμαιότατη παραλιακὴ πόλη τῶν Φιλισταίων μεταξὺ Γάζης καὶ Ἀζώτου, κέντρο λατρείας τῆς Συριακῆς θεᾶς Ἀταργάτιος. Ἀρχικὰ διατέθηκε ἐχθρικὰ ἐνάντια τοῦ χριστιανισμοῦ.
Κατὰ τῆς πόλεως αὐτῆς πάντοτε ἐχθρικὰ διακειμένης κατὰ τῶν Ἰουδαίων, προφήτευσαν οἱ προφῆτες Ἰερεμίας: «Ἀπώσατο Κύριος θυσιαστήριον αὐτοῦ, ἀπετίναξεν ἁγίασμα αὐτοῦ, συνέτριψεν ἐν χεὶρὶ ἐχθροῦ τεῖχος βάρεων αὐτῆς· φωνὴν ἔδωκαν ἐν οἴκῳ Κυρίου ὡς ἐν ἡμὲρᾳ ἑορτῆς (: Ἀηδίασε καὶ ἀπώθησε ὁ Κύριος τὸ θυσιαστήριό Του. Ἀπετίναξε τὸν ἅγιο ναό Του, συνέτριψε μὲ τὰ χέρια τῶν ἐχθρῶν Του τὸ τεῖχος μαζὶ μὲ τὰς ἐπάλξεις αὐτοῦ.
Κραυγὲς ἀκούστηκαν στὸν ναὸ τοῦ Κυρίου, ὅπως κατὰ τὶς ἡμέρες τῶν ἑορτῶν, ὄχι ὅμως γιορτινές)» (Ἰερεμίας,2,7)· Ἀμώς: «καὶ ἐξολοθρεύσω κατοικοῦντας ἐξ Ἀζώτου, καὶ ἐξαρθήσεται φυλὴ ἐξ Ἀσκάλωνος, καὶ ἐπάξω τὴν χεῖρα μου ἐπὶ Ἀκκάρων, καὶ ἀπολοῦνται οἱ κατάλοιποι τῶν ἀλλοφύλων, λέγει Κύριος (: "Θὰ ἐξολοθρεύσω τοὺς κατοίκους της Ἀζώτου, θὰ ξεπαστρευτεὶ ἡ φυλή της Ἀσκάλωνος, θὰ ἐπιφέρω τιμωρὸ τὴ χεῖρα μοῦ ἐναντίον τῆς Ἀκκαρῶν καὶ θὰ ἐξολοθρευθοῦν οἱ ὑπόλοιποι ἐκ τῶν Φιλισταίων", λέγει ὁ Κύριος)» (Ἀμώς 1,8)· Σοφονίας: «Διότι Γάζα διηρπασμένη ἔσται, καὶ Ἀσκάλων εἰς ἀφανισμόν, καὶ Ἄζωτος μεσημβρίας ἐκριφήσεται, καὶ Ἀκκὰρων ἐκριζωθήσεται οὐαὶ οἱ κατοικοῦντες τὸ σχοίνισμα τῆς θαλάσσης, πάροικοι Κρητῶν· λόγος Κυρίου ἐφ᾿ ὑμᾶς, Χαναὰν γῆ ἀλλοφύλων, καὶ ἀπολῶ ὑμᾶς ἐκ κατοικίας καὶ ἔσται Κρήτη νομὴ ποιμνίων καὶ μάνδρα προβάτων καὶ ἔσται τὸ σχοίνισμα τῆς θαλάσσης τοῖς καταλοίποις οἴκου Ἰούδα· ἐπ᾿ αὐτοὺς νεμήσονται ἐν τοῖς οἴκοις Ἀσκάλωνος, δείλης καταλύσουσιν ἀπὸ προσώπου υἱῶν Ἰούδα, ὅτι ἐπέσκεπται αὐτοὺς Κύριος ὁ Θεὸς αὐτῶν, καὶ ἀποστρέψει τὴν αἰχμαλωσίαν αὐτῶν (: Διότι ἡ Γάζα θὰ διαρπαγεὶ ἀπὸ τοὺς ἐχθρούς, ἡ Ἀσκάλων θὰ παραδοθεῖ σὲ πλήρη καταστροφή, ἡ Ἄζωτος σὲ πλήρη μεσημβρία θὰ ριφθεῖ κάτω στὸ χῶμα καὶ ἡ Ἀκκαρῶν θὰ ξεριζωθεῖ.
Ἀλίμονο στοὺς κατοίκους στὸ παράλιο τμῆμα τῆς θαλάσσης, οἱ ἀπόγονοι αὐτοὶ τῶν ἀποίκων τῆς Κρήτης, οἱ Φιλισταῖοι.
Ὁ λόγος Κυρίου στρέφεται καὶ ἐναντίον σας, Χαναναῖοι, χώρα τῶν Φιλισταίων. Θὰ καταστρέψω καὶ σᾶς καὶ τὶς κατοικίες σας.
Ἡ χώρα σας, ἡ ὁποία κατέχεται ἀπὸ τοὺς Κρῆτες, ὡς ἐὰν εἶναι ἡ Κρήτη, θὰ γίνει βοσκότοπος καὶ μάνδρα προβάτων.
Ἡ κοντὰ στὴ θάλασσα περιοχὴ θὰ περιέλθει στοὺς ἀπομείναντες Ἰουδαίους. Οἱ Ἰουδαῖοι θὰ βοσκήσουν τὰ πρόβατά τους ἐκεῖ, ὅπου ἄλλοτε ὑπῆρχαν οἱ οἰκίες της Ἀσκάλωνος.
Κατὰ τὸ δειλινό, κατὰ τὸ διάστημα δηλαδὴ τῆς ἡμέρας, θὰ διαλυθοῦν οἱ Φιλισταῖοι ἐνώπιον τῶν Ἰουδαίων, διότι ὁ Κύριος καὶ Θεός τους εἶχε ἐπισκεφτεῖ τοὺς Ἰουδαίους καὶ θὰ ἐπαναφέρει αὐτοὺς ἀπὸ τὴ γῆ τῆς αἰχμαλωσίας τους)» (Σοφωνίας 2, 4-7) καὶ Ζαχαρίας: «ὄψεται Ἀσκάλων καὶ φοβηθήσεται, καὶ Γάζα καὶ ὀδυνηθήσεται σφόδρα, καὶ Ἀκκάρων, ὅτι ᾐσχύνθη ἐπὶ τῷ παραπτώματι αὐτῆς· καὶ ἀπολεῖται βασιλεὺς ἐκ Γάζης, καὶ Ἀσκάλων οὐ μὴ κατοικηθῇ (: Ἡ Ἀσκάλων θὰ δεῖ αὐτὰ καὶ θὰ καταληφτεὶ ἀπὸ φόβο.
Ἡ Γάζα θὰ συγκλονιστεῖ ψυχικῶς πάρα πολὺ καὶ ἡ Ἀκάρων θὰ καταντροπιαστεῖ ἔπειτα ἀπὸ τὴν πτώση καὶ συντριβὴ αὐτήν.
Ὁ βασιλεὺς τῆς Γάζας θὰ ἐξολοθρευτεῖ καὶ ἡ Ἀσκαλῶν δὲν θὰ κατοικηθεῖ πλέον)» (Ζαχ. 9,5) λοιπὸν καὶ ὅλοι οἱ ἄλλοι, ὅταν πῆραν τὴν κιβωτὸ τῆς Διαθήκης, καὶ ἀφοῦ δέχθηκαν ἐπίθεση, παρακινοῦσαν τοὺς δικούς τους νὰ μὴν πολεμοῦν καὶ νὰ μὴν τοὺς ἀντιμετωπίζουν, μαζὶ μὲ τὰ ἄλλα θαύματα ἀνέφεραν καὶ αὐτὸ καὶ ἔλεγαν : «Καὶ ἵνα τί βαρύνετε τὰς καρδίας ὑμῶν, ὡς ἐβάρυνεν Αἴγυπτος καὶ Φαραὼ τὴν καρδίαν αὐτῶν; οὐχὶ ὅτε ἐνέπαιξεν αὐτοῖς, ἐξαπέστειλαν αὐτούς, καὶ ἀπῆλθον; (: Καὶ γιατί σκληρύνετε τὶς καρδιές σας καὶ δὲν θέλετε νὰ ἀποστείλετε πίσω τὴν Κιβωτό; Σκληρύνετε, λοιπόν, τὶς καρδιές σας, ὅπως ἄλλοτε οἱ Αἰγύπτιοι καὶ ὁ Φαραὼ καὶ δὲν ἄφησαν ἐλεύθερους τοὺς Ἰσραηλῖτες;
Γιατί δὲν θυμᾶστε ὅτι οἱ Αἰγύπτιοι καὶ ὁ Φαραώ, ἀφοῦ ὁ Θεὸς τοὺς τιμώρησε μὲ σκληρὲς πληγές, ἀναγκάστηκαν νὰ ἀφήσουν τοὺς Ἰσραηλῖτες νὰ ἀπέλθουν ἐλεύθεροι;)» (Α΄ Βασ. 6,6), ἐπειδὴ νόμιζαν ὅτι δὲν ἦταν μικρότερο ἀπὸ τὰ ἄλλα σημεῖα, τὰ ὁποῖα ἔγιναν φανερά, γιὰ νὰ ἀποδείξει τὴ δύναμη καὶ μεγαλοσύνη Του.
Αὐτὸ λοιπὸν ποὺ ἔγινε ἐδῶ ἦταν ἱκανὸ νὰ προκαλέσει ἔκπληξη στὸν τύραννο. Ἀναλογίσου τί ἦταν φυσικὸ νὰ πάθει ὁ Ἡρώδης, ποιά ἀσφυξία νὰ αἰσθανθεῖ, ὅταν ἐξαπατήθηκε ἀπὸ τοὺς μάγους καὶ γελοιοποιήθηκε.
Δὲν ἔγινε βέβαια καλύτερος. Αὐτὸ ὅμως δὲν ἦταν ἔγκλημα Ἐκείνου, ὁ ὁποῖος οἰκονόμησε αὐτά, ἀλλὰ ἀποτέλεσμα τῆς δικῆς του ὑπερβολικῆς μανίας.
Δὲν ὑποχωροῦσε σὲ ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι μποροῦσαν νὰ τὸν παρηγορήσουν καὶ νὰ τὸν ἐλευθερώσουν ἀπὸ τὴν κακία, ἀλλὰ προχωροῦσε περισσότερο, γιὰ νὰ δεχθεῖ ἀκόμη μεγαλύτερη τιμωρία γιὰ τὴν ἀνοησία του αὐτή.
«Καὶ γιατί», ρωτοῦν ἴσως κάποιοι, «στέλνει τὸ παιδὶ στὴν Αἴγυπτο»; Μὲ ἀκρίβεια ἀναφέρει τὴν αἰτία ὁ εὐαγγελιστής: «Ὄρθρου ἀπερρίφησαν, ἀπερρίφη βασιλεὺς Ἰσραὴλ· ὅτι νήπιος Ἰσραήλ, καὶ ἐγὼ ἠγάπησα αὐτὸν καὶ ἐξ Αἰγύπτου μετεκάλεσα τὰ τέκνα αὐτοῦ (: Ὡσὰν στὸν ὄρθρο, ὅταν ἀκόμη κοιμόντουσαν, ἀπορρίφτηκαν αἰφνιδίως οἱ Ἰσραηλῖτες. Ἀπορρίφτηκε ἀπὸ αὐτοὺς ὁ βασιλεὺς τοῦ Ἰσραὴλ· ἐπειδὴ ὁ ἰσραηλιτικὸς λαὸς διερχόταν ἀκόμα τὴν νηπιακή του ἡλικία, Ἐγὼ Τὸν ἀγάπησα καὶ Τὸν κάλεσα ἀπὸ τὴν Αἴγυπτο, Αὐτὸν καὶ τοὺς ἀπογόνους Του)» (Ωσ. 11,1).
Συγχρόνως ἀπευθύνει στὴν οἰκουμένη προμηνύματα ἀγαθῶν ἐλπίδων. Ἡ Βαβυλῶνα καὶ Αἴγυπτος περισσότερο ἀπὸ κάθε ἄλλο μέρος τῆς γῆς κατακαίονταν ἀπὸ τὸ πῦρ τῆς ἀσέβειας.
Δείχνει λοιπὸν ἀπὸ τὴν ἀρχὴ ὅτι θὰ διορθώσει καὶ τὰ δύο καὶ θὰ τὰ κάνει καλύτερα, καὶ δημιουργοῦν μὲ αὐτὰ τὴν πίστη νὰ προσδοκοῦμε τὸ καλὸ γιὰ ὅλη τὴν οἰκουμένη, στὴ μιὰ ἀπέστειλε τοὺς μάγους, στὴν ἄλλη πῆγε ὁ ἴδιος μὲ τὴ μητέρα του.
Ἐκτὸς τῶν ὅσων εἴπαμε καὶ κάτι ἄλλο διδασκόμαστε, τὸ ὁποῖο δὲν συντελεῖ λίγο στὴν πνευματικὴ κατάρτισή μας. Ὅτι ἐξ ἀρχῆς πρέπει νὰ περιμένουμε πειρασμοὺς καὶ ἐπιβουλές. Βλέπεις ὅτι αὐτὸ γίνεται ἀπὸ τὰ σπάργανα.
Εὐθὺς ὡς γεννήθηκε, μαίνεται ὁ τύραννος, ἀκολουθεῖ ἡ φυγὴ καὶ ἡ ἐγκατάσταση στὴ χώρα ἐξορίας καὶ ἐξορίζεται ἡ ἀθώα μητέρα σὲ χώρα βαρβαρική.
Ἀκούγοντας αὐτὰ ὅταν ἀξιωθεῖς νὰ ἀναλάβεις πνευματικὴ διακονία καὶ δεῖς νὰ σὲ βρίσκουν συμφορὲς ἀθεράπευτες καὶ νὰ ὑπομένεις μύριους κινδύνους, πρόσεξε νὰ μὴν ταραχθείς. Καὶ κυρίως νὰ μὴν πεῖς: «Τί σημαίνει αὐτό;
Καὶ ὅμως ἔπρεπε νὰ στεφανωθῶ καὶ νὰ ἀνακηρυχθῶ νικητής, νὰ ἀποκτήσω ὄνομα καὶ δόξα ἐφόσον ἔπραξα τὴν ἐντολὴ τοῦ Κυρίου».
Ἀντίθετα νὰ δεχθεῖς τὰ πάντα μὲ γενναιότητα, γνωρίζοντας ὅτι ἀκριβῶς αὐτὴ εἶναι ἡ ἀκολουθία τῆς πνευματικῆς ζωῆς˙ ἔχει παντοῦ πειρασμοὺς συνδεδεμένους μαζὶ μὲ αὐτήν.
Κοίταξε πὼς δὲν συμβαίνει αὐτὸ στὸ παιδὶ μόνον καὶ στὴ μητέρα Του ἀλλὰ καὶ στοὺς βαρβάρους ἐκείνους ποὺ ἦρθαν ἀπὸ τὴν Ἀνατολὴ νὰ προσκυνήσουν τὸ θεῖο βρέφος. Καὶ ἐκεῖνοι κρυφὰ ὡς φυγάδες, ἀναχωροῦν.
Καὶ ἐκείνη πάλι ἡ ὁποία οὐδέποτε δὲν διασκέλισε τὸ κατώφλι τοῦ σπιτιοῦ της, λαμβάνει ἐντολὴ νὰ ὑπομείνει τόσο δρόμο, γεμᾶτο ταλαιπωρίες, ἐξ αἰτίας τοῦ θαυμαστοῦ παιδιοῦ της καὶ τῶν πνευματικῶν ὠδινών.
Πρόσεξε καὶ ἐδῶ τὸ παράδοξο. Ἡ Παλαιστίνη καταδιώκει καὶ ἡ Αἴγυπτος ὑποδέχεται καὶ σώζει τὸν καταδιωκόμενο· διότι δὲν γίνονταν μόνο στὰ τέκνα τοῦ Ἰακὼβ προεικονίσεις ἀλλὰ καὶ στὸν ἴδιο τόν Χριστὸ καὶ προμήνυαν ὅσα θὰ ἐξελίσσονταν ἀργότερα.
Ὅπως ἔγινε στὴν περίπτωση τοῦ ὄνου καὶ τῆς πώλου κατὰ τὴν εἴσοδο τοῦ Κυρίου στὴν Ἱερουσαλήμ, λίγο πρὶν τὸ Πάθος (βλ. Μάτθ. 21,1-7: «Καὶ ὅτε ἤγγισαν εἰς Ἱεροσόλυμα καὶ ἦλθον εἰς Βηθσφαγῆ πρὸς τὸ ὄρος τῶν ἐλαιῶν, τότε ὁ Ἰησοῦς ἀπέστειλε δύο μαθητὰς λέγων αὐτοῖς· πορεύθητε εἰς τὴν κώμην τὴν ἀπέναντι ὑμῶν, καὶ εὐθέως εὑρήσετε ὄνον δεδεμένην καὶ πῶλον μετ᾿ αὐτῆς· λύσαντες ἀγάγετέ μοί. καὶ ἐάν τις ὑμῖν εἴπῃ τί, ἐρεῖτε ὅτι ὁ Κύριος αὐτῶν χρείαν ἔχει· εὐθέως δὲ ἀποστέλλει αὐτούς. τοῦτο δὲ ὅλον γέγονεν ἵνα πληρωθῇ τὸ ρηθὲν διὰ τοῦ προφήτου λέγοντος· εἴπατε τῇ θυγατρὶ Σιῶν, ἰδοὺ ὁ βασιλεύς σου ἔρχεταί σοὶ πραΰς καὶ ἐπιβεβηκὼς ἐπὶ ὄνον καὶ πῶλον υἱὸν ὑποζυγίου. πορευθέντες δὲ οἱ μαθηταὶ καὶ ποιήσαντες καθὼς προσέταξεν αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς, ἤγαγον τὴν ὄνον καὶ τὸν πῶλον, καὶ ἐπέθηκαν ἐπάνω αὐτῶν τὰ ἱμάτια αὐτῶν, καὶ ἐπεκάθισεν ἐπάνω αὐτῶν (: Κι ὅταν πλησίασαν στὰ Ἱεροσόλυμα καὶ ἦλθαν στὴ Βηθσφαγή, κοντὰ στὸ ὅρος τῶν ἐλαιῶν, τότε ὁ Ἰησοῦς ἀπέστειλε δύο μαθητὲς καὶ τοὺς εἶπε: "Πηγαίνετε στὸ χωριὸ ποὺ βλέπετε ἀπέναντί σας, κι ἀμέσως θὰ βρεῖτε ἕνα θηλυκὸ γαϊδούρι δεμένο κι ἕνα πουλάρι μαζί του. Λῦστε το καὶ φέρτε μου καὶ τὰ δύο ἐδῶ.
Κι ἂν σᾶς πεῖ κανεὶς τίποτε, θὰ πεῖτε ὅτι ὁ Κύριος τὰ χρειάζεται κι ἀμέσως θὰ σᾶς τὰ στείλει πίσω". Κι αὐτὸ ὅλο ἔγινε γιὰ νὰ πραγματοποιηθεῖ ἐκεῖνο ποὺ προφήτευσε ὁ προφήτης λέγοντας: "Πεῖτε στὴ θυγατέρα Σιῶν, δηλαδὴ τὴν Ἱερουσαλήμ: "ἰδοὺ ὁ βασιλιᾶς σου, ὁ Μεσσίας, ἔρχεται σὲ σένα πρᾶος καὶ καθισμένος πάνω σὲ γαϊδούρι καὶ σὲ πουλάρι, γέννημα ζώου ποὺ μπῆκε σὲ ζυγό"".
Κι ἀφοῦ πῆγαν οἱ μαθητὲς κι ἔκαναν ὅπως τοὺς διέταξε ὁ Ἰησοῦς, ἔφεραν τὸ γαϊδούρι καὶ τὸ πουλάρι, κι ἐπειδὴ δὲν ἤξεραν σὲ ποιό ἀπὸ τὰ δύο θὰ καθίσει ὁ διδάσκαλος, ἔβαλαν τὰ ἐξωτερικά τους ἐνδύματα πάνω σ’ αὐτά, καὶ ὁ Ἰησοῦς κάθισε πάνω στὰ ἐνδύματα ποὺ εἶχαν τεθεῖ στὸ πουλάρι)»).
Παρουσιάστηκε λοιπὸν ἄγγελος καὶ δὲν ἀπευθύνθηκε στὴ Μαρία, ἀλλὰ στὸν Ἰωσήφ. Καὶ τοῦ λέει: «Ἐγερθεὶς παράλαβε τὸ παιδίον καὶ τὴν μητέρα αὐτοῦ (:Σήκω, πᾶρε τὸ παιδὶ καὶ τὴ μητέρα Του)». Δὲν λέει ἐδῶ «τὴ γυναῖκα σου» ἀλλὰ «τὴ μητέρα Του».
Ἀφοῦ γεννήθηκε τὸ παιδὶ καὶ εἶχε διαλυθεῖ ἡ ὑποψία καὶ εἶχε βεβαιωθεῖ ὁ Ἰωσήφ, μιλάει ἀπροκάλυπτα ὁ ἄγγελος˙ καὶ δὲν μιλάει οὔτε γιὰ παιδὶ δικό του, οὔτε γιὰ γυναῖκα του.
Ἀλλὰ τοῦ λέει: «Παράλαβε τὸ παιδίον καὶ τὴν μητέρα αὐτοῦ καὶ φεῦγε εἰς Αἴγυπτον, καὶ ἴσθι ἐκεῖ ἕως ἂν εἴπω σοι (: Πάρε τὸ παιδὶ καὶ τὴ μητέρα Του καὶ φύγε στὴν Αἴγυπτο, καὶ μεῖνε ἐκεῖ μέχρι νὰ σοῦ πῶ)».
Συμπληρώνει καὶ τὴν αἰτία τῆς φυγῆς: «Μέλλει γὰρ Ἡρῴδης ζητεῖν τὸ παιδίον τοῦ ἀπολέσαι αὐτό (: Φύγε, διότι ὁ Ἡρώδης σκοπεύει νὰ ψάξει τὸ παιδὶ γιὰ νὰ τὸ σκοτώσει)», λέγει.
Δὲν σκανδαλίστηκε ὁ Ἰωσήφ, ὅταν ἄκουσε αὐτά, οὔτε εἶπε «τὸ πρᾶγμα εἶναι αἴνιγμα καὶ δὲν τὸ καταλαβαίνω, ἄγγελε τοῦ Θεοῦ˙ δὲν ἔλεγες προηγουμένως ὅτι "τέξεται δὲ υἱὸν καὶ καλέσεις τὸ ὄνομα αὐτοῦ Ἰησοῦν· αὐτὸς γὰρ σώσει τὸν λὰὸν αὐτοῦ ἀπὸ τῶν ἁμαρτιῶν αὐτῶν (: Θὰ γεννήσει γιό, καὶ ἐσύ, ποὺ ἀπὸ τὸν νόμο τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ἀναγνωρίζεσαι ὡς προστάτης καὶ πατέρας Του, θὰ Τοῦ δώσεις τὸ ὄνομα «Ἰησοῦς», τὸ ὁποῖο σημαίνει «σωτῆρας».
Καὶ θὰ Τοῦ δώσεις αὐτὸ τὸ ὄνομα, διότι αὐτὸς θὰ σώσει ἀπὸ τὶς ἁμαρτίες του τὸν νέο Ἰσραήλ, ὁ ὁποῖος θὰ Τὸν πιστέψει ὡς σωτῆρα καὶ θὰ γίνει μὲ τὴν πίστη αὐτὴ ὁ πραγματικὸς λαός Του’’)»" (Ματθ. 1,21).
Τώρα οὔτε τὸν ἑαυτό Του δὲν σώζει, ἀλλὰ εἶναι ἀνάγκη νὰ φύγουμε, νὰ ἀποδημήσουμε καὶ νὰ ζήσουμε ἀλλοῦ πολὺ καιρό. Τὰ πράγματα εἶναι ἀντίθετα πρὸς τὶς ὑποσχέσεις».
Δὲν λέει τίποτε ἀπὸ αὐτά. Πίστευε στὸν Θεό. Οὔτε γιὰ τὸν χρόνο τῆς ἐπιστροφῆς δείχνει περιέργεια, μολονότι ὁ ἄγγελος μίλησε ἀόριστα γι’ αὐτόν: «Ἲσθι ἐκεῖ ἕως ἂν εἴπω σοι (: Μείνε ἐκεῖ μέχρι νὰ σοῦ πῶ)».
Οὔτε καὶ σὲ αὐτὸ ἔδειξε ἀπροθυμία. Ὑπακούει, τὸν πιστεύει καὶ ὑπομένει μὲ χαρὰ ὅλους τοὺς πειρασμούς.
Διότι συνδύασε μὲ τὰ ὀδυνηρὰ αὐτὰ ὁ φιλάνθρωπος Θεὸς καὶ εὐχάριστα ˙ δὲν δίδει οὔτε τοὺς κινδύνους, οὔτε τὰ εὐχάριστα, κατὰ συνέχεια, ἀλλὰ καὶ μὲ αὐτὰ καὶ μὲ ἐκεῖνα ὑφαίνει τὸν βίο τῶν δικαίων. Τὸ ἴδιο ἔκανε καὶ ἐδῶ.
Ὅταν πρόσεξε ὁ Ἰωσὴφ τὴν ἐγκυμοσύνη τῆς Παρθένου, ταράχτηκε καὶ βρέθηκε σὲ ἔσχατη ἀμηχανία. Ὑποπτεύθηκε τὴν κόρη γιὰ μοιχεία. Ἦλθε ὅμως εὐθὺς ὁ ἄγγελος ὁ ὁποῖος διέλυσε τὴν ὑποψία καὶ ἐξεδίωξε τὸν φόβο.
Ὅταν εἶδε τὸ παιδὶ τὸ ὁποῖο γεννήθηκε, δοκίμασε τὴν μεγαλύτερη χαρά. Τὴ χαρὰ ὅμως αὐτὴν διαδέχτηκε κίνδυνος καὶ μάλιστα ὄχι μικρὸς˙ ἡ πόλις ἦταν ταραγμένη, ὁ βασιλιᾶς μαινόμενος ἀναζητοῦσε τὸ νεογέννητο.
Τὴν ταραχὴ ὅμως αὐτὴν διαδέχεται ἄλλη χαρά, τὸ ἀστέρι καὶ ἡ προσκύνηση τῶν μάγων.
Καὶ ἄλλη μιὰ φορὰ μετὰ τὴν εὐχαρίστηση αὐτὴ ἀκολουθεῖ φόβος καὶ κίνδυνος: «Μέλλει γὰρ Ἡρῴδης ζητεῖν τὸ παιδίον (: Φύγε, διότι ὁ Ἡρώδης σκοπεύει νὰ ψάξει τὸ παιδί)», λέει, «τοῦ ἀπολέσαι αὐτό (: γιὰ νὰ τὸ σκοτώσει)» ˙ καὶ εἶναι ἀνάγκη νὰ φύγει καὶ κατὰ τὸ ἀνθρώπινο νὰ μετοικήσει.
Δὲν ἔπρεπε νὰ θαυματουργήσει ἀπὸ τότε. Ἐὰν ἔκανε θαύματα ἀπὸ μικρὴ ἡλικία, δὲν θὰ θεωροῦνταν ἄνθρωπος.
Γι’ αὐτὸ δὲν δημιουργεῖται ἀμέσως τέλειος ναός, ἀλλὰ προηγεῖται ἡ κυοφορία, τὸ διάστημα τῶν ἐννέα μηνῶν, οἱ ὠδίνες, ὁ τοκετός, ὁ θηλασμός, ἡ πολυχρόνια ἡσυχία ἐν ἀναμονῇ τῆς ἀνδρικῆς ἡλικίας. Γιὰ νὰ γίνει μὲ ὅλα αὐτὰ εὔκολα δεκτὸ τὸ μυστήριο τῆς θείας οἰκονομίας.
«Γιὰ ποιόν λοιπὸν ἔγιναν αὐτὰ τὰ θαυματουργικὰ σημεῖα ἐξ ἀρχῆς;» ἀναρωτιέται ἴσως κάποιος. Γιὰ τὴν μητέρα, γιὰ τὸν Ἰωσήφ, γιὰ τὸν Συμεῶν, ὁ ὁποῖος ἐπρόκειτο νὰ πεθάνει, γιὰ τοὺς ποιμένες, γιὰ τοὺς μάγους, γιὰ τοὺς Ἰουδαίους.
Ἐὰν ἤθελαν νὰ προσέξουν σὲ αὐτά, δὲν θὰ ἀποκόμιζαν μικρὴ ὠφέλεια γιὰ τὴ μελλοντικὴ ζωή. Ἐὰν οἱ προφῆτες δὲν κάνουν λόγο γιὰ τοὺς μάγους, μὴν ταραχθείς. Δὲν μίλησαν βέβαια γιὰ ὅλα, οὔτε γιὰ ὅλα κράτησαν σιγή.
Ὅπως τὸ νὰ δεῖς νὰ ἔρχονται τὰ πράγματα χωρὶς νὰ ἔχεις ἀκούσει τίποτα γι’ αὐτά, σοῦ προκαλεῖ μεγάλη ἔκπληξη καὶ ταραχή, ὅμοια καὶ ἡ ἐνημέρωση γιὰ ὅλα θὰ ἔκανε τὸν ἀκροατὴ νὰ κοιμᾶται καὶ δὲν θὰ ἄφηνε τίποτα στοὺς εὐαγγελιστές.
Καὶ ἐὰν ἀμφιβάλλουν οἱ Ἰουδαῖοι γιὰ τὴν προφητεία λέγοντας ὅτι γι’ αὐτοὺς τοὺς ἴδιους (ὅταν ἐπρόκειτο νὰ φύγουν ἀπὸ τὴν Αἴγυπτο καὶ νὰ πᾶνε στὴ γῆ τῆς ἐπαγγελίας) ἐλέχθη ὁ λόγος «Ἐξ Αἰγύπτου ἐκάλεσα τὸν υἱόν μου (: Ἀπό τὴν Αἴγυπτο κάλεσα τὸν υἱό μου νὰ ἐπιστρέψει στὸν τόπο τῆς γεννήσεώς Του’’)», θὰ τοὺς ἀπαντήσουμε ὅτι αὐτὸς εἶναι ὁ νόμος τῆς προφητείας ˙πολλὲς ἀπὸ τὶς προφητεῖες πολλάκις διατυπώνονται γιὰ ἄλλα πράγματα καὶ ἐκπληρώνονται γιὰ ἄλλα.
Γιὰ παράδειγμα ἡ προφητεία γιὰ τὸν Συμεῶν (:δευτερότοκος υἱὸς τοῦ Ἰακὼβ καὶ τῆς Λείας· ἔλαβε μέρος μαζὶ μὲ τὸν Λευὶ στὴν ἄγρια σφαγή των Σιχεμιτῶν, οἱ ὁποῖοι εἶχαν ἀτιμάσει τὴν ἀδερφὴ τοὺς Δεῖνα (Γέν. κέφ.34). Τὶς συνέπειες τῆς πράξεώς τους, βλέπε στὴ Γέν.45. 5-7.
Ὁ Ἰακὼβ ἀποδοκίμασε τὴν σφαγή, ἀλλὰ ἀπὸ τοὺς Ἰουδαίους ἐπαινέθηκε ὁ πατριωτικο-θρησκευτικὸς ζῆλος τοῦ Συμεῶν) καὶ τὸν Λευί :« Ἐπικατάρατος ὁ θὺμὸς αὐτῶν, ὅτι αὐθάδης, καὶ ἡ μῆνις αὐτῶν, ὅτι ἐσκληρύνθη· διαμεριῶ αὐτοὺς ἐν Ἰακὼβ καὶ διασπερῶ αὐτοὺς ἐν Ἰσραήλ (:Καταραμένος ἂς εἶναι ὁ θυμός τους, διότι καὶ ἡ ὀργή τους ἦταν παράνομη, ἦταν σκληρή.
Ἐξ αἰτίας αὐτοῦ θὰ διασκορπίσω τοὺς ἀπογόνους τοὺς μεταξὺ τῶν ἄλλων υἱῶν τοῦ Ἰακώβ, θὰ διασπαροὺν ἐν μέσῳ τοῦ ἰσραηλιτικοῦ λαοῦ)» (Γέν.49,7). Αὐτὸ ὅμως ἐκπληρώθηκε στοὺς ἀπογόνους τους.
Τὸ ἴδιο ἰσχύει καὶ γιὰ ὅ,τι εἶπε ὁ Νῶε γιὰ τὸν Χαναάν: «Ἐπικατάρατος Χὰμ παῖς, οἰκέτης ἔσται τοῖς ἀδελφοῖς αὐτοῦ (: Ἂς εἶναι καταραμένος ὁ γιὸς τοῦ Χάμ, ὁ Χαναάν, θὰ εἶναι δοῦλος στὰ ἀδέλφια του)» (Γέν.9,25) (: Ὁ Χαναὰν ἦταν υἱὸς τοῦ Χάμ, υἱοῦ τοῦ Νῶε. Ἀπὸ τὸν Χαναὰν προέρχονται οἱ Χαναναῖοι, οἱ πρό- Ἰσραηλῖτες κάτοικοι τῆς Παλαιστίνης: «Υἱοὶ δὲ Χὰμ· Χοὺς καὶ Μερσαΐν, Φοὺδ καὶ Χαναάν (: Υἱοὶ καὶ ἀπόγονοι τοῦ Χὰμ εἶναι οἱ Χοῦς, Μεσραΐν, Φοὺδ καὶ Χαναάν)» (Γέν. 10,6)): Ἐκπληρώθηκε στοὺς Γαβαωνίτες, τοὺς ἀπογόνους του Χαναάν.
Τὸ ἴδιο γίνεται καὶ στὸν Ἰακώβ. Οἱ ὑποσχέσεις τοῦ Ἰσαὰκ πρὸς τὸν Ἰακώβ, οἱ ὁποῖες ἔλεγαν: «Δῴη σοὶ ὁ Θὲὸς ἀπὸ τῆς δρόσου τοῦ οὐρανοῦ καὶ ἀπὸ τῆς πιότητος τῆς γῆς καὶ πλῆθος σίτου καὶ οἴνου καὶ δουλευσάτωσάν σοι ἔθνη, καὶ προσκυνησάτωσάν σοι ἄρχοντες· καὶ γίνου κύριος τοῦ ἀδελφοῦ σου, καὶ προσκυνήσουσί σε οἱ υἱοὶ τοῦ πατρός σου. ὁ καταρώμενός σε ἐπικατάρατος, ὁ δὲ εὐλογῶν σὲ εὐλογημένος (: Εὔχομαι, παιδί μου, νὰ σοῦ δώσει ὁ Θεὸς βροχὴ ἀπὸ τὸν οὐρανὸ καὶ εὐφορία τῆς γῆς, ὥστε νὰ ἔχεις πλούσια τὴν συγκομιδή του σίτου καὶ τοῦ οἴνου. Λαοὶ νὰ σὲ ὑπηρετήσουν καὶ ἄρχοντες νὰ σὲ προσκυνήσουν· νὰ γίνεις κύριος τοῦ ἀδελφοῦ σου, καὶ θὰ σὲ προσκυνήσουν οἱ ἀπόγονοι τοῦ πατρός σου.
Ἐκεῖνος ποὺ θὰ σὲ καταραστεῖ νὰ εἶναι καταραμένος καὶ ἐκεῖνος ποὺ θὰ σὲ εὐλογεῖ, νὰ εἶναι εὐλογημένος ἀπὸ τὸν Θεό)» (Γέν. 27,25-29), δὲν ὁλοκληρώθηκαν σὲ αὐτόν, ἀλλὰ στοὺς ἀπογόνους του.
Πῶς θὰ ὁλοκληρωνόταν σὲ αὐτόν, ὁ ὁποῖος φοβόταν καὶ ἔτρεμε τὸν ἀδερφό του τον Ἠσαὺ καὶ τὸν προσκυνοῦσε ἀμέτρητες φορές;
Τὸ ἴδιο λοιπὸν μπορεῖ νὰ πεῖ κανεὶς καὶ ἐδῶ. Ποιός θὰ μποροῦσε νὰ ὀνομαστεῖ γνησιότερος υἱὸς τοῦ Θεοῦ ἀπὸ τὸν ἴδιο τόν Χριστό; Ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος ἀπονέμει προσκύνηση στὸν μόσχο, ὁ ὁποῖος ὑπηρετεῖ τὸν Βεελφεγὼρ καὶ θυσιάζει τοὺς υἱούς του στὰ δαιμόνια, δηλαδὴ ὁ ἰσραηλιτικὸς λαὸς ποὺ θεωρεῖ τάχα ὅτι σὲ ἐκεῖνον ἀναφέρεται ἡ προφητεία «Ἐξ Αἰγύπτου ἐκάλεσα τὸν υἱόν μου» ἢ ὁ κατὰ φύση Υἱὸς ὁ ὁποῖος τιμᾶ τὸν Γεννήτορά Του;
Ὥστε ἐὰν δὲν ἐρχόταν ὁ Χριστός, ἡ προφητεία δὲν θὰ λάμβανε τὴν προσήκουσα ἐκπλήρωση.
Πρόσεξε ὅτι καὶ ὁ εὐαγγελιστὴς κάνει γι’ αὐτὸ ὑπαινιγμό ˙«ἵνα πληρωθῇ τὸ ρηθὲν ὑπὸ τοῦ Κυρίου διὰ τοῦ προφήτου λέγοντος· ἐξ Αἰγύπτου ἐκάλεσα τὸν υἱόν μου (: γιὰ νὰ ἐπαληθευθεῖ ἀκριβῶς ἐκεῖνο ποὺ εἶπε ὁ Κύριος μέσῳ τοῦ προφήτη: ‘’Ἀπὸ τὴν Αἴγυπτο κάλεσα τὸν υἱό μου νὰ ἐπιστρέψει στὸν τόπο τῆς γεννήσεώς Του’’)», δείχνει μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο ὅτι δὲν θὰ ἐκπληρωνόταν ἐὰν δὲν ἐρχόταν Ἐκεῖνος. Καὶ δὲν προσδίδει αὐτὸ τυχαία λάμψη στὴν Παρθένο καὶ δόξα. Ὅ,τι θεωροῦσε ὁ λαὸς καύχημα μποροῦσε νὰ τὸ ἔχει καὶ ἐκείνη. Μεγαλοφρονοῦσαν ἐπειδὴ ἔφυγαν ἀπὸ τὴν Αἴγυπτο καὶ γι’ αὐτὸ καυχώνταν.
Αὐτὸ ὑπονοῶντας ὁ προφήτης ἔλεγε : «Οὐ τὸν Ἰσραὴλ ἀνήγαγον ἐκ γῆς Αἰγύπτου καὶ τοὺς ἀλλοφύλους ἐκ Καππαδοκίας καὶ τοὺς Σύρους ἐκ βόθρου; (: Δὲν εἶμαι ἐγὼ Ἐκεῖνος, ὁ ὁποῖος σᾶς ἀνεβίβασα ἐλευθέρους ἀπὸ τὴ χώρα τῆς Αἰγύπτου; Δὲν εἶμαι ἐγὼ Αὐτός, ποὺ ἀνέσυρα τοὺς Φιλισταίους ἀπὸ τὴν Καππαδοκία καὶ τοὺς Σύρους ἀπὸ βόθρο;)» (Ἀμώς 9,7).
Ἀποδίδει καὶ στὴν Παρθένο τὸ πλεονέκτημα αὐτό. Ἢ μᾶλλον ὁ λαὸς καὶ ὁ πατριάρχης Ἰακὼβ ἀφοῦ πῆγαν στὴν Αἴγυπτο καὶ ἐπέστρεψαν ἀπὸ αὐτήν, ἐκπλήρωσαν τὸν τύπο αὐτῆς τῆς ἐπιστροφῆς. Καὶ ἐκεῖνοι πήγαιναν στὴν Αἴγυπτο γιὰ νὰ ἀποφύγουν τὸν θάνατο ἀπὸ πεῖνα καὶ ὁ Ἰωσὴφ μὲ τὴν Παρθένο καὶ τὸ θεῖο βρέφος θάνατο ἐξ ἐπιβουλῆς.
Ἐκεῖνοι ὅμως μὲ τὴν κάθοδό τους στὴν Αἴγυπτο, σώθηκαν ἀπὸ τὴν πεῖνα˙ενώ ὁ Χριστὸς μεταβαίνοντας ἐκεῖ, ἁγίασε ὅλη τὴ χώρα.
Πρόσεξε πῶς γίνεται μεταξὺ τῶν ταπεινῶν καὶ ἡ ἀποκάλυψη τῆς θεότητας. Ὅταν ὁ ἄγγελος εἶπε στὸν Ἰωσὴφ «φύγε στὴν Αἴγυπτο», δὲν ὑποσχέθηκε ὅτι θὰ τοὺς συνοδεύσει, οὔτε ὅταν πήγαιναν, οὔτε ὅταν ἐπέστρεφαν.
Αὐτὸ ἦταν ὁ ὑπαινιγμὸς ὅτι θὰ εἶχαν μέγα Συνοδοιπόρο τὸ νεογέννητο παιδί. Αὐτὸς ἔφερε γενικὴ ἀλλαγὴ σὲ ὅλα καὶ ἔκανε τοὺς ἐχθροὺς νὰ βοηθήσουν πολὺ τὴν οἰκονομία αὐτή.
Καὶ βλέπουμε τοὺς βαρβάρους μάγους νὰ ἐγκαταλείπουν τὴν προγονικὴ δεισιδαιμονία τους καὶ νὰ ἔρχονται νὰ προσκυνήσουν.
Ὑπηρετεῖ καὶ ὁ Αὔγουστος τὴ γέννηση στὴ Βηθλεὲμ μὲ τὸ πρόσταγμα τῆς ἀπογραφῆς. Ἡ Αἴγυπτος Τὸν δέχεται ὅταν φεύγει κυνηγημένος ἀπὸ τὴν ἐπιβουλὴ καὶ Τὸν σώζει.
Βρίσκει μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο ἀφορμὴ γιὰ νὰ μὴν Τοῦ εἶναι ξένη, ὥστε ὅταν θὰ ἀκούσει νὰ Τὸν κηρύττουν οἱ ἀπόστολοι, νὰ ἔχει ὡς καύχημα ὅτι αὐτὴν Τὸν δέχθηκε πρώτη.
Τὸ πλεονέκτημα αὐτὸ βέβαια ἀνῆκε μονάχα στὴν Παλαιστίνη˙ ἔγινε ὅμως ἡ Αἴγυπτος θερμότερη.
Καὶ ὅταν ἔρθεις στὴν ἔρημο τῆς Αἰγύπτου, θὰ βρεῖς αὐτὴν καλύτερα ἀπὸ κάθε παράδεισο, γεμάτη ἀπὸ ἀμέτρητους χοροὺς ἀγγέλων (: ἐδώ ὁ ἅγιος ἐννοεῖ τοὺς μοναχοὺς) μὲ ἀμέτρητα σχήματα καὶ ἀπὸ λαὸ μαρτύρων καὶ ἀπὸ κυψέλες παρθένων.
Κάθε δύναμη τοῦ διαβόλου ἔχει καταλυθεῖ, ἐνῷ κυριαρχεῖ ὁλόλαμπρη ἡ βασιλεία τοῦ Χριστοῦ.
Καὶ τὴν μητέρα τῶν σοφῶν, τῶν ποιητῶν, τῶν μάγων, αὐτή, ἡ ὁποία βρῆκε κάθε εἶδος μαγείας καὶ τὸ ἔδωσε στοὺς ἄλλους, αὐτὴ θὰ τὴν δεῖς τώρα νὰ περιφρονεῖ ὅλους αὐτούς, καὶ νὰ θεωρεῖ καλλωπίσματα τῆς τους ἁλιεῖς, νὰ περιφέρει παντοῦ τὸν τελώνη καὶ τὸν σκηνοποιὸ καὶ νὰ προβάλει τὸν σταυρό.
Καὶ τὰ ἀγαθὰ αὐτὰ δὲν ὑπάρχουν μόνο στὶς πόλεις· περισσότερο στὶς ἐρήμους. Σὲ ὅλα τὰ μέρη τῆς χώρας ἐκείνης, μπορεῖς νὰ δεῖς τὸ στρατόπεδο τοῦ Χριστοῦ, τὸ κοπάδι τὸ βασιλικό, τὴν πολιτεία τῶν οὐράνιων δυνάμεων.
Καὶ αὐτὰ ἐπιδιώκονται ὄχι μόνο ἀπὸ τοὺς ἄνδρες, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὶς γυναῖκες. Καὶ ἐκεῖνες δὲν ἐπιδίδονται λιγότερο ἀπὸ τοὺς ἄνδρες στὴν πνευματικὴ ζωή. Δὲν λαμβάνουν βεβαίως τὴν ἀσπίδα, οὔτε ἱππεύουν, ὅπως ὁρίζουν οἱ μεγάλοι νομοθέτες καὶ φιλόσοφοι τῶν Ἑλλήνων (ὁ Πλάτων π.χ. στὸ μεγάλο σύγγραμμα τῆς πρεσβυτικῆς του ἡλικίας, τοὺς «Νόμους», θεσπίζει μεταξὺ ἄλλων οἱ γυναῖκες νὰ λαμβάνουν ἐκπαίδευση πολεμική, γιὰ νὰ μποροῦν τουλάχιστον νὰ ὑπερασπιστοῦν τὰ παιδιά τους ὅταν κινδυνεύουν («Νόμοι» 794,d)).
Ἀποδέχονται ἄλλο βαρύτερο ἀγῶνα. Εἶναι ὁ κοινὸς σὲ αὐτὲς καὶ στοὺς ἄνδρες πόλεμος πρὸς τὸν διάβολο καὶ τὶς παγίδες του.
Καὶ σὲ κανένα σημεῖο στὶς συγκρούσεις τοῦ εἴδους αὐτοῦ δὲν ἐμποδίζει ἡ φυσική τους ἀσθένεια· διότι δὲν κρίνονται ἀπὸ τὴ δύναμη τοῦ σώματος ἀλλὰ ἀπὸ τὴν διάθεση τῆς ψυχῆς οἱ ἀγῶνες αὐτοί.
Ὑπάρχουν γυναῖκες οἱ ὁποῖες ἀγωνίστηκαν μὲ περισσότερη δύναμη ἀπὸ τοὺς ἄνδρες καὶ ἔστησαν λαμπρότερα τρόπαια.
Δὲν εἶναι τόσο λαμπρὸς ὁ οὐρανὸς μὲ τὴν ποικιλία τῶν ἀστρικῶν χορῶν, ὅπως ἡ ἔρημος τῆς Αἰγύπτου, ἡ ὁποία πανταχόθεν μᾶς παρουσιάζει τὰ σκηνώματα τῶν μοναχῶν.
Ἐὰν γνωρίζει κανεὶς τὴν παλαιὰ ἐκείνη Αἴγυπτο, τὴν θεομάχο μαινόμενη, ἡ ὁποία ἦταν δούλη τῶν αἰλουροειδῶν ποὺ τὰ λάτρευε ὡς θεοὺς κάποτε (ἀναφέρει ἐδῶ ὁ Ι. Χρυσόστομος μερικὰ στοιχεῖα τῆς προγονικῆς θρησκείας τῶν Αἰγυπτίων μὲ διάθεση εἰρωνική), ἡ ὁποία φοβόταν καὶ ἔτρεμε ἀκόμη καὶ τὰ κρεμμύδια, αὐτὸς θὰ κατανοήσει καλῶς τὴ δύναμη τοῦ Χριστοῦ.
Ἢ μᾶλλον δὲν ἔχουμε ἀνάγκη τῶν παλαιῶν διηγήσεων˙ μένουν ἀκόμη ὡς λείψανα τῆς παλαιᾶς καὶ ἀνόητης μανίας.
Ὅλοι ὅμως αὐτοί, οἱ ὁποῖοι εἶχαν περιπέσει κατὰ τὸ παρελθὸν σὲ τόση μανία, φιλοσοφοῦν τώρα γιὰ τὸν οὐρανὸ καὶ γιὰ τὴν πέραν τοῦ οὐρανοῦ πραγματικότητα, περιφρονοῦν τὰ προγονικὰ ἔθιμα, οἰκτίρουν τοὺς προγόνους τους καὶ δὲν δίνουν στοὺς φιλοσόφους καμία σημασία.
Διδάχθηκαν ἀπὸ τὰ ἴδια τὰ πράγματα, ὅτι οἱ δοξασίες τους ἦταν ἐπινοήσεις μεθυσμένων γριῶν, ἐνῷ ἡ ἀληθινὴ φιλοσοφία, ἡ ἀξία τῶν οὐρανῶν εἶναι αὐτή, τὴν ὁποία κήρυξαν οἱ ἁλιεῖς.
Γι’ αὐτὸ ἐκτὸς τῆς αὐστηρότητας στὰ δόγματα, ἐνδιαφέρονται πολὺ γιὰ τὴν πρακτικὴ ζωή. Ἀφοῦ ἀπέθεσαν τὰ ὑπάρχοντα τους καὶ νεκρώθηκαν γιὰ τὸν κόσμο, προχωροῦν ἀκόμα περισσότερο, χρησιμοποιῶντας τὴν σωματική τους ἐργασία, γιὰ τὴ διατροφὴ τῶν πεινασμένων.
Οὔτε ἐπειδὴ νηστεύουν καὶ ἀγρυπνοῦν, ἔχουν τὴν ἀξίωση νὰ ἡσυχάζουν τὴν ἡμέρα, ἀλλὰ καταναλώνουν τὶς νύχτες σὲ ἱεροὺς ὕμνους καὶ ὁλονυχτίες καὶ τὶς ἡμέρες σὲ προσευχὲς καὶ χειρονακτικὴ ἐργασία, μιμούμενοι τὸν ἀποστολικὸ ζῆλο.
«Διότι ἐὰν σὲ Ἐκεῖνος, στὸν Ὁποῖο εἶχε στρέψει τὰ βλέμματα ἡ οἰκουμένη γιὰ τὴ διατροφὴ τῶν ὅσων πεινοῦν, ἦρθε σὲ ἐργαστήριο, ἄσκησε τέχνη, καὶ δὲν κοιμᾶται οὔτε κατὰ τὴ νύχτα, εἶναι», λένε οἱ μοναχοὶ αὐτοί, «πολὺ δικαιότερο νὰ καταναλίσκουμε ἐμεῖς τὴ σχολὴ καὶ ἡσυχία μας στὴν πνευματικὴ ἐργασία, ἐμεῖς οἱ ὁποῖοι ζοῦμε στὴν ἔρημο καὶ ἡ ταραχὴ τῶν πόλεων καθόλου δὲν μᾶς ἐμποδίζει».
Νὰ αἰσθανθοῦμε ντροπὴ ὅλοι, καὶ οἱ πλούσιοι καὶ οἱ φτωχοί, ὅταν ἐκεῖνοι, μὴν ἔχοντας τίποτα ἐκτὸς ἀπὸ τὸ σῶμα καὶ τὰ χέρια τους, βιάζονται καὶ φιλονικοῦν γιὰ νὰ ἐξοικονομήσουν τὰ ἀπαραίτητα γιὰ τοὺς φτωχούς, ἐνῷ ἐμεῖς, μὲ ὅλη τὴν ἀφθονία τῶν ἀγαθῶν τὴν ὁποία ἔχουμε, δὲν διαθέτουμε γιὰ τὸν σκοπὸ αὐτὸ οὔτε τὰ ἄχρηστα σὲ ἐμᾶς.
Πῶς θὰ ἀπολογηθοῦμε καὶ πῶς θὰ δεχθοῦμε τὴ συγχώρεση;
Καὶ νὰ σκεφτεῖ κανεὶς ὅτι αὐτοὶ κατὰ τὴν παλαιὰ ἐποχὴ ἦταν καὶ φιλοχρήματοι καὶ κοιλιόδουλοι ἐκτὸς τῶν ἄλλων κακῶν· διότι ἐκεῖ ἦταν οἱ λέβητες γιὰ τὰ κρέατα ποὺ θυμοῦνται οἱ Ἰουδαῖοι, ἐκεῖ ἡ τυραννικὴ κυριαρχία τῆς κοιλιᾶς (βλ. Ἔξ.16,3:«Διεγόγγυζε πᾶσα συναγωγὴ υἱῶν Ἰσραὴλ ἐπὶ Μωυσῆν καὶ Ἀαρῶν, καὶ εἶπαν πρὸς αὐτοὺς οἱ υἱοὶ Ἰσραὴλ· ὄφελον ἀπεθάνομεν πληγέντες ὑπὸ Κυρίου ἐν γῇ Αἰγύπτῳ, ὅταν ἐκαθίσαμεν ἐπὶ τῶν λεβήτων τῶν κρεῶν καὶ ἠσθίομεν ἄρτους εἰς πλησμονὴν· ὅτι ἐξηγάγετε ἡμᾶς εἰς τὴν ἔρημον ταύτην ἀποκτεῖναι πᾶσαν τὴν συναγωγὴν ταύτην ἐν λιμῷ (: Γόγγυζε ὅλο τὸ πλῆθος τῶν Ἰσραηλιτῶν κατὰ τοῦ Μωυσῆ καὶ τοῦ Ἀαρῶν καὶ εἶπαν πρὸς αὐτούς: "Καλύτερα νὰ εἴχαμε πεθάνει στὴν Αἴγυπτο χτυπημένοι μὲ μία ἀπὸ τὶς πληγές, ποὺ εἶχε στείλει ἐκεῖ ὁ Κύριος στὴν Αἴγυπτο, ὅπου ἐπί τέλους καθόμασταν κοντὰ στὰ καζάνια τὰ γεμᾶτα κρέας καὶ χορταίναμε ψωμὶ καὶ φαγητό, παρὰ ποὺ μᾶς βγάλατε στὴν ἔρημο αὐτὴν νὰ μᾶς θανατώσετε ὅλους μὲ τὴν πεῖνα")»).
Μεταβλήθηκαν ὅμως ὅταν τὸ θέλησαν καὶ ἀφοῦ δέχθηκαν τὴ φωτιὰ τοῦ Χριστοῦ, μεταφέρθηκαν ὅλοι μαζὶ στὸν οὐρανὸ καὶ ἐνῷ ἦταν θερμότεροι ἀπὸ τοὺς ἄλλους καὶ περισσότερο ἐπιρρεπεῖς στὸν θυμὸ καὶ τὴ σωματικὴ ἡδονή, μιμοῦνται τὶς ἀσώματες δυνάμεις στὴ μετριοπάθεια καὶ τὴν λοιπὴ πνευματικὴ ἀταραξία. Ἂν ἔχει κάποιος ἐπισκεφτεῖ τὴ χώρα, ἐννοεῖ αὐτὰ ποὺ λέω.
Ἂν ὅμως κάποιος δὲν ἔχει πατήσει ποτὲ τὸ πόδι τοῦ σὲ ἐκεῖνες τὶς σκηνές, ἂς φέρει στὸν νοῦ του ἐκεῖνο, ποὺ εἶναι ἀκόμα στὰ στόματα ὅλων, αὐτὸν ποὺ μᾶς ἔδωσε ἡ Αἴγυπτος ἀμέσως μετὰ τοὺς ἀποστόλους, τὸν μακάριο μέγα Ἀντώνιο.
Ἂς συλλογιστεῖ ὅτι καὶ αὐτὸς ἔζησε στὴ χώρα ποὺ ἔζησε καὶ ὁ Φαραώ. Σὲ τίποτα ὅμως δὲν ζημιώθηκε ἀλλὰ καὶ τὸν Θεὸ ἀξιώθηκε νὰ ἀντίκρισε καὶ παρουσίασε τέτοιο βίο, ὅπως ἀπαιτοῦν οἱ νόμοι τοῦ Χριστοῦ.
Θὰ τὸ μάθει κανεὶς αὐτὸ μὲ ἀκρίβεια ἂν ἀναγνώσει τὸ βιβλίο ποὺ περιέχει τὴν ἱστορία τῆς ζωῆς ἐκείνου (βίο τοῦ μεγάλου Ἀντωνίου, τοῦ καθηγητῆ τῆς ἐρήμου, ἔχει ὡς γνωστὸ συγγράψει ὁ μέγας Ἀθανάσιος, ποὺ ἔγινε μέγας βιογράφος ἐξίσου μεγάλου βιογραφημένου), στὸν ὁποῖο θὰ συναντήσει καὶ πολλὲς ἐκδηλώσεις τοῦ προφητικοῦ χαρίσματος.
Προφήτευσε γιὰ τοὺς προσβληθέντες ἀπὸ τὴν ἀρειανὴ νόσο, καὶ μίλησε γιὰ τὴ βλάβη ποὺ αὐτοὶ θὰ προκαλοῦσαν, ἀφοῦ ὁ Θεός τούς ὑπέδειξε τότε καὶ προδιέγραψε μπροστὰ στὰ μάτια τους ὅλα τὰ μελλοντικά.
Ἀποτελεῖ καὶ αὐτὸ μιὰ ἀπόδειξη ἐκτὸς τῶν ἄλλων, ὅτι καμία ἀπὸ τὶς αἱρέσεις δὲν διαθέτει τέτοια προσωπικότητα.
Ἀλλὰ γιὰ νὰ μὴν τὰ πληροφορηθεῖτε ὅλα ἀπὸ ἐμένα, ἐγκῦψτε στὰ λεγόμενα τοῦ βιβλίου καὶ θὰ τὰ μάθατε ὅλα μὲ ἀκρίβεια καὶ πολὺ πνευματικὴ κατάρτιση θὰ ἀντλήσετε ἀπὸ ἐκεῖ.
Σὲ αὐτὸ καὶ σᾶς προτρέπω. Ὄχι γιὰ νὰ ἀναγνώσουμε μόνον τα γραφόμενα,αλλά καὶ γιὰ νὰ μιμηθοῦμε καὶ νὰ μὴν προβάλλουμε ὡς δικαιολογία οὔτε τὴν πατρίδα, οὔτε τὴν ἀνατροφή, οὔτε τὴν κακία τῶν προγόνων.
Ἂν θέλουμε νὰ προσέξουμε τὸν ἑαυτό μας, τίποτα ἀπὸ αὐτὰ δὲν θὰ μᾶς ἐμποδίσει· διότι καὶ ὁ Ἀβραὰμ εἶχε πατέρα εἰδωλολάτρη, δὲν συνέχισε ὅμως τὴν παρανομία του.
Καὶ ὁ Ἐζεκίας ἐπίσης τὸν Ἄχαζ, ἀλλὰ ὅμως καὶ αὐτὸς ἔγινε φίλος τοῦ Θεοῦ. Καὶ ὁ Ἰωσὴφ στὸ κέντρο τῆς Αἰγύπτου τότε κέρδισε τὸ στεφάνι τῆς σωφροσύνης, καθὼς ἐπίσης καὶ οἱ τρεῖς παῖδες στὴν καρδιὰ τῆς Βαβυλώνας καὶ στὸ κέντρο τοῦ ἀνακτόρου, ἐνῷ ἦταν μπροστὰ στρωμένη συβαριτικὴ τράπεζα (Σύβαρη, πόλη τῆς μεγάλης Ἑλλάδος, φημισμένη γιὰ τὸν πλοῦτο καὶ τὴν τρυφὴ μέσα στὴν ὁποία ζοῦσαν οἱ κάτοικοι της.
Συβαριτισμὸς ὀνομάζεται ἀντίστοιχα ἡ νοοτροπία ποὺ ἀποδέχεται τὸν συβαριτικὸ τρόπο ζωῆς] ἔδειξαν τὸ ἄκρον ἄωτον τῆς πνευματικότητας. Ἐπίσης ὁ Μωυσῆς μέσα στὴν Αἴγυπτο καὶ ὁ Παῦλος ἐνώπιον ὅλης τῆς οἰκουμένης. Καὶ γιὰ κανένα ἀπὸ αὐτοὺς δὲν βρέθηκε ἐμπόδιο στὸν δρόμο τῆς ἀρετῆς.
Αὐτὰ ἂς ἔχουμε καὶ ἐμεῖς στὸν νοῦ μας καὶ ἂς ἀπομακρύνουμε τὶς περιττὲς αὐτὲς προφάσεις καὶ δικαιολογίες καὶ ἂς ἀναλάβουμε τοὺς ἱδρῶτες τῆς ἀρετῆς. Ἔτσι θὰ προσελκύσουμε καὶ τὸν Θεὸ σὲ μεγαλύτερη ἀγάπη πρὸς ἐμᾶς, θὰ Τὸν πείσουμε νὰ βοηθήσει τοὺς ἀγῶνες μας καὶ θὰ ἀπολαύσουμε μεγαλύτερα ἀγαθά. Εἴθε νὰ τὰ ἐπιτύχουμε ὅλοι ἐμεῖς, μὲ τὴ χάρη καὶ τὴ φιλανθρωπία τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, στὸν ὁποῖο ἀνήκει ἡ δόξα καὶ ἡ δύναμη στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
ἐπιμέλεια κειμένου: Ἑλένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
Ἐπιμέλεια πολυτονισμοῦ: Ἄκτιστον
ἐπιμέλεια κειμένου: Ἑλένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
Ἐπιμέλεια πολυτονισμοῦ: Ἄκτιστον
ΠΗΓΕΣ:
• http://khazarzar.skeptik.net/pgm/PG Migne/John%20Chrysostom PG%2047-64/In%20Mathaeum.pdf
• Ἁγ. Ἰωάννου Χρυσοστόμου Ἅπαντα τὰ ἔργα, πατερικὲς ἐκδόσεις «Γρηγόριος Παλαμᾶς», ΕΠΕ, ἐκδ. οἶκος «Τὸ Βυζάντιον», τόμ. 9, ὁμιλίες ΣΤ΄(επιλεγμένα ἀποσπάσματα), Ζ΄(κατ’ ἐπιλογὴν) καὶ Η΄(κατ΄επιλογήν), σελ. 188-209, 226-249 καὶ 258-281 ,Θεσσαλονίκη 1978.
• Βιβλιοθήκη τῶν Ἑλλήνων, Ἅπαντα τῶν ἁγίων Πατέρων, Ἰωάννου Χρυσοστόμου ἔργα, τόμος 63, σελ. 125-134, 153-165 καὶ 171 – 186.
Π. Τρεμπέλα, Ἡ Καινὴ Διαθήκη μὲ σύντομη ἑρμηνεία (ἀπόδοση στὴν κοινὴ νεοελληνική), ἐκδόσεις ἀδελφότητος θεολόγων «Ὁ Σωτήρ», ἔκδοση τέταρτη, Ἀθήνα 2014.
• Ἡ Καινὴ Διαθήκη, Κείμενον καὶ ἑρμηνευτικὴ ἀπόδοσις ὑπὸ Ἰωάννου Κολιτσάρα, ἐκδόσεις ἀδελφότητος θεολόγων «Ἡ Ζωή», ἔκδοση τριακοστὴ τρίτη, Ἀθήνα 2009.
• Ἡ Παλαιὰ Διαθήκη κατὰ τοὺς ἑβδομήκοντα, Κείμενον καὶ σύντομος ἀπόδοσις τοῦ νοήματος ὑπὸ Ἰωάννου Κολιτσάρα, ἐκδόσεις ἀδελφότητος θεολόγων «Ἡ Ζωή», ἔκδοση τέταρτη, Ἀθήνα 2005.
• http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia Diathikh/Biblia/Palaia Diathikh.htm
• http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh Diathikh/Biblia/Kainh Diathikh.htm
• http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient greek/tools/liddell-scott/index.html
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
ἐπιμέλεια κειμένου: Ἑλένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
• http://khazarzar.skeptik.net/pgm/PG Migne/John%20Chrysostom PG%2047-64/In%20Mathaeum.pdf
• Ἁγ. Ἰωάννου Χρυσοστόμου Ἅπαντα τὰ ἔργα, Πατερικὲς ἐκδόσεις «Γρηγόριος Παλαμᾶς», ΕΠΕ, ἐκδ.οίκος «Τὸ Βυζάντιον», Ὁμιλία ΣΤ΄(επιλεγμένα ἀποσπάσματα) τόμ. 9, σελ. 188-205 ,Θεσσαλονίκη 1978
• Βιβλιοθήκη τῶν Ἑλλήνων, Ἅπαντα τῶν ἁγίων Πατέρων, Ἰωάννου Χρυσοστόμου ἔργα, τόμος 63, σελ. 125 - 134( ἤ: 59-63 τοῦ PDF)· (https://drive.google.com/file/d/0ByZQkrKg4yKLbUtJbURIc2hhZFE/view)
Π. Τρεμπέλα, Ἡ Καινὴ Διαθήκη μὲ σύντομη ἑρμηνεία (ἀπόδοση στὴν κοινὴ νεοελληνική), ἐκδόσεις ἀδελφότητος θεολόγων «Ὁ Σωτήρ», ἔκδοση τέταρτη, Ἀθήνα 2014.
• Ἡ Καινὴ Διαθήκη, Κείμενον καὶ ἑρμηνευτικὴ ἀπόδοσις ὑπὸ Ἰωάννου Κολιτσάρα, ἐκδόσεις ἀδελφότητος θεολόγων «Ἡ Ζωή», ἔκδοση τριακοστὴ τρίτη, Ἀθήνα 2009.
• Ἡ Παλαιὰ Διαθήκη κατὰ τοὺς ἑβδομήκοντα, Κείμενον καὶ σύντομος ἀπόδοσις τοῦ νοήματος ὑπὸ Ἰωάννου Κολιτσάρα, ἐκδόσεις ἀδελφότητος θεολόγων «Ἡ Ζωή», ἔκδοση τέταρτη, Ἀθήνα 2005.
• http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia Diathikh/Biblia/Palaia Diathikh.htm
• http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh Diathikh/Biblia/Kainh Diathikh.htm
• http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient greek/tools/liddell-scott/index.html
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου