Κουμπιά

Κυλιόμενο Μήνυμα

Σάββατο 1 Φεβρουαρίου 2025

Ἑρμηνεία τῆς ἀποστολικῆς περικοπῆς τῆς Ὑπαπαντὴς τοῦ Κυρίου ἀπὸ τὸν Ἱερὸ Χρυσόστομο

Ἡ Ὑπαπαντὴ τοῦ Κυρίου (Ἐβρ. 7,7-17)


Ἁγίου Ἰωάννου Χρυσοστόμου, Ἀρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως

«Ὁ δὲ μὴ γενεαλογούμενος ἐξ αὐτῶν δεδεκάτωκε τὸν Ἀβραάμ (Ὁ Μελχισεδὲκ ὅμως, ὁ ὁποῖος δὲν γενεαλογεῖται καὶ δὲν κατάγεται ἀπὸ τὴ γενεά του Λευί, ἔχει πάρει τὸ ἕνα δέκατο ἀπὸ τὸν Ἀβραάμ)» (Ἐβρ.7,6).Στη συνέχεια δὲν τὸ προσπέρασε ἔτσι ἁπλᾶ, ἀλλὰ καὶ πρόσθεσε: «καὶ τὸν ἔχοντα τὰς ἐπαγγελίας εὐλόγηκε (καὶ ἔχει εὐλογήσει αὐτὸς τὸν Ἀβραὰμ ποὺ εἶχε δεχθεῖ τὶς θεῖες ἐπαγγελίες)».
Ἐπειδὴ αὐτὸ ἦταν παντοῦ τὸ καύχημα τῶν Ἰουδαίων, δείχνει καὶ ἀπὸ τὴν κοινὴ κρίση ὅλων ὅτι ὁ Μελχισεδὲκ ἦταν σπουδαιότερος ἀπὸ τὸν Ἀβραάμ.
Καὶ συνεχίζει λέγοντας: «χωρὶς δὲ πάσης ἀντιλογίας τὸ ἔλαττον ὑπὸ τοῦ κρείττονος εὐλογεῖται (καὶ βέβαια εἶναι ἀναντίρρητο καὶ ὁμολογημένο ὅτι τὸ μικρότερο καὶ κατώτερο εὐλογεῖται ἀπὸ τὸ μεγαλύτερο καὶ ἀνώτερο.
Γιὰ νὰ εὐλογήσει λοιπὸν ὁ Μελχισεδὲκ τὸν Ἀβραάμ, σημαίνει πὼς ἦταν ἀνώτερός του)» (Ἐβρ.7,7).
Δηλαδή, ὅλοι πιστεύουν ὅτι τὸ κατώτερο εὐλογεῖται ἀπὸ τὸ ἀνώτερο. Ἑπομένως ὁ τύπος τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἀνώτερος καὶ ἀπὸ ἐκεῖνον ποὺ εἶχε τὶς ἐπαγγελίες.
«Καὶ ὧδε μὲν δεκάτας ἀποθνήσκοντες ἄνθρωποι λαμβάνουσιν, ἐκεῖ δὲ μαρτυρούμενος ὅτι ζῇ (Κι ἐδῶ βέβαια, στὸν μωσαϊκὸ νόμο, παίρνουν δεκάτες ἄνθρωποι ποὺ πεθαίνουν. Ἐκεῖ, ὅμως, στὴν περίπτωση τοῦ Ἀβραὰμ πῆρε δεκάτη ὁ Μελχισεδέκ, ὁ ὁποῖος μαρτυρεῖται ὅτι ζεῖ, διότι ἡ Ἁγία Γραφὴ δὲν μιλάει γιὰ θάνατο τοῦ Μελχισεδέκ)» (Ἐβρ.7,8).
Ἀλλὰ γιὰ νὰ μὴν ποῦν τὰ ἑξῆς λόγια: «Γιατί ἐπανέρχεσαι στὰ προηγούμενα; Τί σημασία ἔχει γιὰ τοὺς ἱερεῖς μας, ἂν ὁ Ἀβραὰμ ἔδωσε τὸ ἕνα δέκατο; Πὲς αὐτὰ ποὺ ἐνδιαφέρουν ἐμᾶς», προσθέτει καὶ λέγει: «καὶ ὡς ἔπος εἰπεῖν (καὶ μὲ λίγα λόγια, θὰ μποροῦσε νὰ πεῖ κανείς)»·
-σωστὰ τὸ εἶπε αὐτὸ καὶ δὲν μίλησε φανερά, γιὰ νὰ μὴν τοὺς πλήξει-· «διὰ Ἀβραὰμ καὶ Λευΐ ὁ δεκάτας λαμβάνων δεδεκάτωται  (ὅτι δίνοντας ὁ Ἀβραὰμ τὴν δεκάτη στὸν Μελχισεδέκ, στὸ πρόσωπο τοῦ Ἀβραὰμ ἔχει δώσει δεκάτη στὸν Μελχισεδὲκ καὶ ὁ ἴδιος ὁ Λευί, ποὺ εἰσπράττει δεκάτες ἀπὸ τοὺς ἀδελφούς του)» (Ἐβρ.7,9).
 
Μὲ ποιόν τρόπο; «ἔτι γὰρ ἐν τῇ ὀσφύϊ τοῦ πατρὸς ἦν ὅτε συνήντησεν αὐτῷ ὁ Μελχισεδέκ (ἔχει δώσει λοιπὸν καὶ ὁ Λευὶ δεκάτη στὸν Μελχισεδέκ, διότι, παρ' ὅλο ποὺ δὲν ἦταν τότε ἀκόμη γεννημένος, ἦταν ὅμως στὴ μέση, δηλαδὴ στὸ κέντρο τῆς γενετησίου λειτουργίας τοῦ παπποῦ του, τοῦ Ἀβραάμ, ὅταν τὸν συνάντησε ὁ Μελχισεδὲκ καὶ πῆρε ἀπὸ αὐτὸν τὴ δεκάτη.
Ἀφοῦ, λοιπόν, ἔδωσε στὸν Μελχισεδὲκ δεκάτη καὶ ὁ Λευί, σημαίνει ὅτι ὁ Μελχισεδὲκ ἦταν ἀνώτερος ἀπὸ τοὺς ἱερεῖς καὶ ἀρχιερεῖς ποὺ κατάγονται ἀπὸ τὸν Λευί)» (Ἐβρ.7,10).
Δηλαδή, μέσα του ἦταν ὁ Λευί, ἂν καὶ δὲν εἶχε γεννηθεῖ ἀκόμη, καὶ μέσῳ τοῦ Ἀβραὰμ ἔδινε τὴ δεκάτη. Πρόσεχε, δὲν εἶπε: «οἱ λευίτες», ἀλλὰ «ὁ Λευὶ»· συμπεραίνοντας ἀπὸ ἐδῶ, ὅπως ἤθελε, τὸ ἀνώτερο, ποὺ ἀποδεικνύει τὴν ὑπεροχή.
Εἶδες πόση εἶναι ἡ διαφορὰ μεταξὺ τοῦ Ἀβραὰμ καὶ τοῦ Μελχισεδὲκ ποὺ ἔφερε τὸν τύπο τοῦ δικοῦ μας ἀρχιερέα;
Καὶ δείχνει ὅτι ἡ ὑπεροχὴ ἔχει γίνει ἀπὸ ἐξουσία καὶ ὄχι ἀπὸ ἀνάγκη. Γιατί ἐκεῖνος ἔδωσε τὴ δεκάτη, πρᾶγμα ποὺ ἀνήκει σὲ ἱερέα· ἐκεῖνος εὐλόγησε, πρᾶγμα ποὺ ἀνήκει σὲ ἀνώτερο. Μὲ θαυμαστὸ τρόπο καὶ μὲ ἐπιτυχία ἔριξε ἔξω τὰ ἰουδαϊκὰ πράγματα.
Ἄρα γι' αὐτὸ ἔλεγε: «Ἐπεὶ νωθροὶ γεγόνατε ταῖς ἀκοαῖς (Κι αὐτὰ διότι ἔχετε γίνει δυσκίνητοι καὶ ἀπρόθυμοι νὰ ἀκοῦτε μὲ τὰ αὐτιὰ τῆς ψυχῆς σας, ὥστε νὰ κατανοεῖτε τὶς ὑψηλὲς ἀλήθειες)» (Ἐβρ.5,11), ἐπειδή ἤθελε νὰ θέσει αὐτὰ τὰ θεμέλια, ὥστε νὰ μὴν ἀπομακρυνθοῦν αὐτοί.
Τέτοια, δηλαδή, εἶναι ἡ σοφία τοῦ Παύλου· πρῶτα προετοιμάζει καὶ ὕστερα ὁδηγεῖ σὲ αὐτὰ ποὺ θέλει· γιατί τὸ ἀνθρώπινο γένος δύσκολα πείθεται καὶ χρειάζεται πολλὴ φροντίδα, καὶ μάλιστα περισσότερη ἀπὸ τὰ φυτὰ· γιατί ἐκεῖ ὑπάρχει ἡ φύση τῶν σωμάτων καὶ τῆς γῆς ποὺ πειθαρχεῖ στὰ χέρια τῶν γεωργῶν, ἐνῷ ἐδῶ ἡ προαίρεση, ποὺ μεταβάλλεται πολλὲς φορὲς καὶ προτιμᾶ ἄλλοτε αὐτὸ καὶ ἄλλοτε ἐκεῖνο, καθ' ὅσον ρέπει πολὺ εὔκολα πρὸς τὴν κακία.

Γι' αὐτὸ πρέπει πάντοτε νὰ ἐπαγρυπνοῦμε μήπως νυστάξουμε. Γιατί λέγει: «Ἰδοὺ οὐ νυστάξει οὐδὲ ὑπνώσει ὁ φυλάσσων τὸν Ἰσραήλ (Νὰ, δὲν θὰ νυστάξει, οὔτε θὰ κοιμηθεῖ αὐτὸς ποὺ προφυλάσσει τὸν ἰσραηλιτικὸ λαό)» (Ψαλμ.120,4) καὶ «Μὴ δῴης εἰς σάλον τὸν πόδα σου (Μὴν ἀφήσεις νὰ σαλευθεῖ τὸ πόδι σου)» (Ψαλμ.120,3).
Δὲν εἶπε «Νὰ μὴ σαλευθείς», ἀλλὰ «Νὰ μὴν ἀφήσεις». Ἄρα, ἀπὸ μᾶς ἐξαρτᾶται νὰ ἀφήσουμε νὰ σαλευθεῖ, καὶ ὄχι ἀπὸ κάποιον ἄλλο.
Ἂν θέλουμε, δηλαδή, νὰ σταθοῦμε σταθεροὶ καὶ ἀμετακίνητοι, δὲν θὰ σαλευθοῦμε.
Γιατί μὲ τὸ νὰ μιλήσει ἔτσι, αὐτὸ ὑπαινίχτηκε. Τί λοιπόν; Τίποτε δὲν ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὸν Θεό; Ὅλα βέβαια ἐξαρτῶνται ἀπὸ τὸν Θεό, ἀλλὰ ὄχι ἔτσι, ὥστε νὰ βλάπτεται τὸ αὐτεξούσιό μας.
«Ἂν λοιπόν», λέγει ἴσως κάποιος, «ἐξαρτῶνται ἀπὸ τὸν Θεό, γιατί μᾶς κατηγορεῖ;» Γι' αὐτὸ εἶπα: «ὄχι ἔτσι, ὥστε νὰ βλάπτεται τὸ αὐτεξούσιό μας». Ἀπό μας, λοιπόν, ἐξαρτᾶται καὶ ἀπὸ Αὐτόν.
Ἐμεῖς πρέπει πρῶτα νὰ διαλέξουμε τὰ ἀγαθά, καὶ ὅταν τὰ διαλέξουμε ἐμεῖς, τότε προσφέρει καὶ Αὐτὸς τὰ δικά Του.
Δὲν ἐνεργεῖ πρὶν ἀπὸ τὴ δική μας θέληση, γιὰ νὰ μὴν καταστρέψει τὸ αὐτεξούσιό μας. Ὅταν, ὅμως, διαλέξουμε τὰ ἀγαθά, τότε μᾶς προσφέρει μεγάλη τὴ βοήθειά Του.

Πῶς λοιπόν, ἂν ἐξαρτᾶται καὶ ἀπὸ μᾶς, ὁ Παῦλος λέγει: «Ἂρα οὖν οὐ τοῦ θέλοντος οὐδὲ τοῦ τρέχοντος, ἀλλὰ τοῦ ἐλεοῦντος Θεοῦ (Τὸ συμπέρασμα λοιπὸν ἀπὸ τὴ μαρτυρία αὐτὴ εἶναι ὅτι καὶ στὴν περίπτωση τοῦ Ἰακὼβ καὶ τοῦ Ἠσαὺ ἐνήργησε ὁ Θεός, σύμφωνα μὲ τὴν ἀρχὴ τὴν ὁποία ἐφαρμόζει γενικά.
Σύμφωνα μὲ αὐτήν, τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ δὲν ἐξαρτᾶται τελείως καὶ ἀποκλειστικῶς ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο ἐκεῖνον ποὺ θέλει, οὔτε ἀπὸ ὅποιον ἐπιδιώκει τὸ ἔλεος αὐτό, ἀλλὰ ἀπὸ τὸν Θεὸ ποὺ ἐλεεῖ)»; (Ρωμ. 9,16).
Πρῶτον, δὲν τὸ παρουσίασε σὰν δική του γνώμη, ἀλλὰ τὸ συμπέρανε ἀπὸ ἐκεῖνο ποὺ συζητοῦσε καὶ ποὺ εἶχε προηγηθεῖ.
Γιατί, ἀφοῦ εἶπε «τῷ γὰρ Μωϋσῇ λέγει· ἐλεήσω ὃν ἂν ἐλεῶ, καὶ οἰκτειρήσω ὃν ἂν οἰκτείρω (πάντοτε ἔτσι ἐνεργεῖ ὁ Θεός, καὶ αὐτὸ ἀποδεικνύεται ἀπὸ τὸ ὅτι καὶ σὲ ἄλλο σημεῖο βεβαιώνει ἡ Ἁγία Γραφὴ ὅτι ὁ δίκαιος Θεὸς κάνει τὴν ἐκλογή Του ἀπολύτως ἐλεύθερα, ἀνάλογα μὲ τὴ διάθεση τοῦ ἀνθρώπου.
Εἶπε δηλαδὴ ὁ Θεὸς στὸν Μωυσῆ: "Θὰ ἐλεήσω ὁποιονδήποτε Ἐγώ, ὁ ἀπροσωπόληπτος καὶ δίκαιος, κρίνω ἄξιο τοῦ ἐλέους μου καὶ θὰ δείξω τοὺς οἰκτιρμούς μου σὲ ὁποιονδήποτε Ἐγὼ βρίσκω ἄξιο τῆς εὐσπλαχνίας μου")» (Ρωμ.9,15), πρόσθεσε:
«Ἂρὰ οὖν οὐ τοῦ θέλοντος οὐδὲ τοῦ τρέχοντος, ἀλλὰ τοῦ ἐλεοῦντος Θεοῦ (Ἄρα λοιπὸν τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ δὲν ἐξαρτᾶται τελείως καὶ ἀποκλειστικῶς ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο ἐκεῖνον ποὺ θέλει, οὔτε ἀπὸ ὅποιον ἐπιδιώκει τὸ ἔλεος αὐτό, ἀλλὰ ἀπὸ τὸν Θεὸ ποὺ ἐλεεῖ)».
Θὰ μοῦ πεῖς, ὅμως, «γιατί κατηγορεῖ ἀκόμη;»
Δεύτερον, μποροῦμε νὰ ποῦμε ἐκεῖνο, ὅτι δηλαδὴ σὲ ἐκεῖνον ποὺ ἀνήκει το περισσότερο, σὲ Αὐτὸν λέμε ὅτι ἀνήκει τὸ πᾶν· σὲ ἐμᾶς, δηλαδή, ἀνήκει ἡ ἀπόφαση καὶ ἡ θέληση, ἀλλὰ στὸν Θεὸ ἡ ἐκπλήρωση καὶ ἡ πραγματοποίηση.
Ἀφοῦ λοιπὸν στὸν ἄνθρωπο ἀνήκει το περισσότερο, λέγει πὼς τὸ ὅλο ἀνήκει στὸν Θεό, λέγοντας αὐτὸ κατὰ τὴ συνήθεια τῶν ἀνθρώπων.
 
Τὸ ἴδιο ἀκριβῶς κάνουμε καὶ ἐμεῖς. Ἐννοῶ τὸ ἑξῆς μὲ αὐτὸ ποὺ λέγω· βλέπουμε νὰ κτίζεται καλὰ μία οἰκία καὶ λέμε «Τὸ πᾶν εἶναι τοῦ τεχνίτη»· ἂν καὶ βέβαια δὲν εἶναι τὸ πᾶν δικό του, ἀλλὰ καὶ τῶν ἐργατῶν καὶ τοῦ ἰδιοκτήτη ποὺ πρόσφερε τὰ ὑλικὰ καὶ πολλῶν ἄλλων· ἀλλὰ ὅμως, ἐπειδὴ ἐκεῖνος πρόσφερε τὸ περισσότερο, λέμε ὅτι τὸ πᾶν εἶναι δικό του. Τὸ ἴδιο συμβαίνει καὶ ἐδῶ.
Καὶ πάλι στὴν περίπτωση πλήθους, ὅπου εἶναι οἱ περισσότεροι, λέμε ὅτι εἶναι ὅλοι, ὅπου ὅμως εἶναι λίγοι, λέμε ὅτι δὲν εἶναι κανείς.
Ἔτσι καὶ ὁ Παῦλος λέγει ἐδῶ ὅτι «ὅλα ἐξαρτῶνται ἀπὸ τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ, καὶ ὄχι ἀπὸ τὴν ἀνθρώπινη θέληση καὶ προσπάθεια».
Καὶ λέγοντας αὐτό, κατορθώνει δύο πολὺ μεγάλα πράγματα· τὸ ἕνα, νὰ μὴν ὑπερηφανευόμαστε γι' αὐτὰ ποὺ κατορθώνουμε, καὶ τὸ δεύτερο, ὅταν κατορθώνουμε κάτι, νὰ ἀναθέτουμε στὸν Θεὸ τὴν αἰτία τῶν κατορθωμάτων μας.
«Εἴτε ἀγωνίζεσαι λοιπόν, εἴτε προσπαθεῖς», λέγει, «νὰ μὴ νομίζεις πὼς εἶναι δικό σου κατόρθωμα, γιατί ἂν δὲν ἔχεις τὴν ἐνίσχυση ἀπὸ τὸν Θεό, τὰ πάντα γίνονται ἄσκοπα».

Ἀλλὰ τὸ ὅτι θὰ ἐπιτύχεις στὴν προσπάθειά σου μὲ τὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ εἶναι ὁλοφάνερο, ἀρκεῖ ὅμως καὶ ἐσὺ νὰ προσπαθεῖς καὶ νὰ θέλεις.
Δὲν εἶπε λοιπὸν αὐτό, ὅτι δηλαδὴ ἀγωνιζόμαστε ἄσκοπα, ἀλλὰ ὅτι ἀγωνιζόμαστε ἄσκοπα ἂν νομίζουμε πὼς ὅλα εἶναι δικά μας, ἂν δὲν ἀποδίδουμε τὸ περισσότερο στὸν Θεό.
Οὔτε βέβαια θέλησε ὁ Θεὸς τὰ πάντα νὰ εἶναι δικά Του, γιὰ νὰ μὴν φανεῖ ὅτι μᾶς στεφανώνει χωρὶς λόγο· οὔτε πάλι θέλησε νὰ εἶναι δικά μας, γιὰ νὰ μὴν ἐκπέσουμε σὲ ἀλαζονεία.
Γιατί ἄν, ἔχοντας τὸ μικρότερο μέρος, ἔχουμε μεγάλη ἰδέα γιὰ τὸν ἑαυτό μας, τί θὰ συνέβαινε ἂν ἦταν ὅλο στὴ δική μας ἐξουσία;
Πολλὰ δηλαδὴ ἔκαμε ὁ Θεὸς γιὰ νὰ ἀποκόψει τὴν ἀλαζονεία μας. «Ἔτι ἡ χεὶρ ὑψηλή (Καὶ ἀκόμη)», λέγει, «τὸ χέρι Του εἶναι ὑψωμένο γιὰ νὰ τιμωρήσει ὅσους δὲν μετανόησαν)» (Ἠσ.5,25).
Με πόσα πάθη μᾶς περιέβαλε, ὥστε νὰ ἀποκόψει τὴν ὑπερηφάνειά μας; Μὲ πόσα θηρία μᾶς κύκλωσε;
Γιατί καὶ ὅταν λένε μερικοὶ «γιατί αὐτό; Σὲ τί ἀποβλέπει αὐτό;», τὰ λένε αὐτὰ ἀντίθετα πρὸς τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ.
Σὲ ἔβαλε σὲ τόσο μεγάλο φόβο, καὶ οὔτε ἔτσι ταπεινοφρονείς, ἀλλὰ ἂν κάποτε κάνεις μία μικρὴ καλὴ πράξη, φτάνεις μὲ τὴν ὑπερηφάνειά σου στὸν ἴδιο τόν οὐρανό.
 
Γι΄αυτό ὑπάρχουν οἱ ἀπότομες μεταβολὲς καὶ μεταπτώσεις, καὶ οὔτε ἔτσι διδασκόμαστε. Γι' αὐτὸ συμβαίνουν θάνατοι συχνοὶ καὶ πρόωροι, ἐμεῖς ὅμως σκεπτόμαστε σὰν ἀθάνατοι καὶ σὰν νὰ μὴν πρόκειται νὰ πεθάνουμε ποτέ.
Ἔτσι ἁρπάζουμε, ἔτσι γινόμαστε πλεονέκτες, σὰν νὰ μὴν πρόκειται νὰ δώσουμε ποτὲ λόγο.
Ἔτσι οἰκοδομοῦμε σὰν νὰ πρόκειται νὰ μένουμε πάντοτε ἐδῶ, καὶ οὔτε ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ ποὺ καθημερινὰ ἠχεῖ στὰ αὐτιά μας, οὔτε τὰ ἴδια τὰ πράγματα μᾶς διδάσκουν. Δὲν ὑπάρχει ἡμέρα, δὲν ὑπάρχει ὥρα, ποὺ εἶναι δυνατὸ νὰ μὴ δοῦμε πολλὲς κηδεῖες.
Ὅλα, λοιπόν, γίνονται ἄσκοπα καὶ τίποτε δὲν ἀγγίζει τὴ σκληρότητά μας. Οὔτε μὲ τὶς συμφορὲς τῶν ἄλλων μποροῦμε νὰ γίνουμε καλύτεροι, ἢ καλύτερα, δὲν θέλουμε.
Ἀλλὰ ὅταν πενθοῦμε μόνοι μας, τότε συστελλόμαστε· καὶ ἂν ὁ Θεὸς χαλαρώσει τὸ χέρι, πάλι ἐμεῖς σηκώνουμε τὸ χέρι.
 
Κανεὶς δὲν φρονεῖ τὰ οὐράνια, κανεὶς δὲν περιφρονεῖ τὰ γήινα, κανεὶς δὲν βλέπει πρὸς τὸν οὐρανό.
Ὅπως οἱ χοῖροι κλίνουν τὸ κεφάλι πρὸς τὰ κάτω καὶ σκύβουν πρὸς τὴν κοιλιὰ καὶ κυλίονται στὸν βοῦρκο, ἔτσι καὶ οἱ περισσότεροι ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους μολύνοντας τὸν ἑαυτό τους μὲ τὸν χειρότερο βοῦρκο, δὲν αἰσθάνονται.
Γιατί εἶναι προτιμότερο νὰ μολύνεται κανεὶς μὲ ἀκάθαρτη λάσπη, παρὰ μὲ ἁμαρτήματα. Ἐκεῖνος δηλαδὴ ποὺ μολύνθηκε ἀπὸ τὴ λάσπη, καθαρίζεται πολὺ γρήγορα καὶ γίνεται ὅμοιος μὲ ἐκεῖνον ποὺ ἀπὸ τὴν ἀρχὴ δὲν ἔπεσε καθόλου σὲ ἐκεῖνο τὸ τέλμα.
Ἐκεῖνος, ὅμως, ποὺ ἔπεσε στὸ βάραθρο τῆς ἁμαρτίας, μολύνθηκε μὲ ἀκαθαρσία, ποὺ δὲν καθαρίζεται μὲ νερό, ἀλλὰ χρειάζεται πολὺ καιρὸ καὶ εἰλικρινῆ μετάνοια καὶ δάκρυα καὶ κοπετοὺς καὶ θρῆνο περισσότερο καὶ θερμότερο ἀπὸ αὐτὸν ποὺ δείχνετε γι΄ αὐτοὺς ποὺ ἀγαπᾶτε.

Αὐτὴ ἡ ἀκαθαρσία(τῆς λάσπης) μᾶς ἔρχεται ἀπὸ ἔξω, καὶ γι' αὐτὸ τὴν ἀποβάλλουμε γρήγορα. Ἐκείνη ὅμως (τῆς ἁμαρτίας) γεννιέται ἀπὸ μέσα, καὶ γι' αὐτὸ μὲ δυσκολία τὴν ἐξαλείφουμε ὅταν τὴν καθαρίζουμε.
Γιατί λέγει ὁ Κύριος: «Ἐκ γὰρ τῆς καρδίας ἐξέρχονται διαλογισμοὶ πονηροί, φόνοι, μοιχεῖαι, πορνεῖαι, κλοπαί, ψευδομαρτυρίαι, βλασφημίαι (Διότι ἀπ’ τὴν καρδιὰ βγαίνουν σκέψεις πονηρές, φόνοι, μοιχεῖες, πορνεῖες, κλοπές, ψευδομαρτυρίες, βλασφημίες. Ὅλες αὐτὲς οἱ παραβάσεις ἀρχικῶς φυτρώνουν στὴν καρδιὰ ὡς λογισμοὶ καὶ ἐπιθυμίες καὶ ἀποφάσεις, κι ἀπὸ ἐκεῖ πηγάζουν)» [Μάτθ.15,19].

Γι' αὐτὸ καὶ ὁ προφήτης Δαβὶδ ἔλεγε: «Καρδίαν καθαρὰν κτίσον ἐν ἐμοί, ὁ Θεός (Κτίσε μέσα μου καθαρὴ καρδιά, Θεὲ μου)» (Ψαλμ. 50,12)· καὶ ἄλλος, ὁ προφήτης Ἰερεμίας, ἔλεγε: «Ἀπόπλυνε ἀπὸ κακίας τὴν καρδίαν σου, Ἱερουσαλήμ, ἵνα σώθῇς (Ἱερουσαλήμ, καθάρισε τὴν καρδιά σου ἀπὸ τὴν κακία, γιὰ νὰ σωθεῖς)» (Ἰερ.4,14).
Βλέπεις ὅτι τὸ κατόρθωμα εἶναι καὶ δικό μας καὶ τοῦ Θεοῦ; Καὶ πάλι: «Μακάριοι οἱ καθαροὶ τῇ καρδίᾳ, ὅτι αὐτοὶ τὸν Θεὸν ὄψονται (Μακάριοι εἶναι ἐκεῖνοι ποὺ ἔχουν τὴν καρδιά τους καθαρὴ ἀπὸ κάθε μολυσμὸ ἁμαρτίας, διότι αὐτοὶ θὰ δοῦν τὸν Θεό)» (Ματθ.5,8).
 Λοιπὸν ἂς γίνουμε καθαροί, ὅσο ἐπιτρέπουν οἱ δυνάμεις μας· ἂς καθαρίσουμε τὰ ἁμαρτήματά μας.
 
Πῶς ὅμως μποροῦμε νὰ τὰ καθαρίσουμε; Ὁ προφήτης διδάσκει λέγοντας: «Λούσασθε καὶ καθαροὶ γίνεσθε, ἀφέλετε τὰς πονηρίας ἀπὸ τῶν ψυχῶν ὑμῶν ἀπέναντι τῶν ὀφθαλμῶν μου, παύσασθε ἀπὸ τῶν πονηριῶν ὑμῶν (Λουστείτε, λοιπόν, στὸ λουτρὸ τῆς μετανοίας, γίνεται ἐσωτερικὰ καθαροί, ἀφαιρέσετε τὶς πονηρίες καὶ τὰ ἁμαρτωλὰ πάθη ἀπὸ τὶς ψυχές σας, ὥστε νὰ εἶστε καθαροὶ ἐνώπιόν μου)» (Ἠσ. 1,16).
 Τί σημαίνει «ἀπέναντι τῶν ὀφθαλμῶν μου»; Ἐπειδὴ μερικοὶ φαίνονται ὅτι δὲν εἶναι κακοί, στοὺς ἀνθρώπους ὅμως, ἐνῷ στὸν Θεὸ εἶναι φανεροὶ τάφοι ἀσβεστωμένοι, γι' αὐτὸ λέγει: «ἔτσι ἀφαιρέστε αὐτές, ὅπως ἐγὼ βλέπω».
«Μάθετε καλὸν ποιεῖν, ἐκζητήσατε κρίσιν, ῥύσασθε ἀδικούμενον, κρίνατε ὀρφανῷ καὶ δικαιώσατε χήραν· καὶ δεῦτε διαλεχθῶμεν, λέγει Κύριος ("Να μάθετε καὶ νὰ συνηθίσετε νὰ κάνετε τὸ καλό, νὰ ἐπιδιώξετε μὲ ὅλη σας τὴν καρδιὰ τὸ δίκαιο, νὰ σώσετε ἀπὸ τὰ χέρια τοῦ ἄδικου αὐτὸν ὁ ὁποῖος ἀδικεῖται, ἀποδῶστε τὸ δίκαιο στὸ ὀρφανό, δῶστε δικαιοσύνη στὴν ἀδικούμενη χήρα ·καὶ μὲ αὐτὴν τὴν μετάνοια καὶ τὶς καλὲς ἀποφάσεις σας, ἐλᾶτε νὰ συζητήσουμε", λέγει ὁ Κύριος)· καὶ ἐὰν ὦσιν αἱ ἁμαρτίαι ὑμῶν ὡς φοινικοῦν, ὡς χιόνα λευκανῶ, ἐὰν δὲ ὦσιν ὡς κόκκινον, ὡς ἔριον λευκανῶ.
 ("Καὶ ἂν οἱ ψυχές σας ἐξ αἰτίας τῶν ἁμαρτιῶν σας εἶναι ἐρυθρές, θὰ τὶς καταστήσω λευκὲς σὰν τὸ χιόνι· ἂν ὅμως εἶναι ἀκόμη περισσότερο κόκκινες, θὰ τὶς κάνω λευκὲς σὰν τὸ μαλλὶ τῶν προβάτων")» (Ἠσ. 1,17-18).
 
Βλέπεις ὅτι πρέπει πρῶτα ἐμεῖς νὰ καθαρίζουμε τὸν ἑαυτό μας καὶ ὕστερα μᾶς καθαρίζει ὁ Θεός.
Γιατί, ἀφοῦ πρῶτα εἶπε «λουστεῖτε, γίνετε καθαροί», ὕστερα πρόσθεσε: «ἐγὼ θὰ τὶς κάνω λευκές».
Κανεὶς λοιπὸν ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ ἔφτασαν στὴ χειρότερη κακία, ἂς μὴν ἀπελπίζεται. «Γιατί καὶ ἂν ἀκόμη», λέγει, «φτάσεις στὴ συνήθεια καὶ σχεδὸν στὴ φύση τῆς κακίας αὐτῆς, νὰ μὴ φοβηθεῖς».
Γι' αὐτὸ παίρνοντας χρώματα ὄχι τέτοια ποὺ ξεβάφουν εὔκολα, ἀλλὰ σχεδὸν ἑνωμένα μὲ τὴν οὐσία τῶν πραγμάτων, εἶπε ὅτι θὰ τὰ μεταβάλει στὴν ἀντίθετη κατάσταση. Γιατί δὲν εἶπε ὅτι θὰ τὶς πλύνει ἁπλῶς, ἀλλὰ ὅτι θὰ τὶς κάνει λευκὲς σὰν τὸ χιόνι καὶ σὰν τὸ μαλλὶ τῶν προβάτων, γιὰ νὰ μᾶς δώσει ἀγαθὲς ἐλπίδες.
Ἑπομένως εἶναι μεγάλη ἡ δύναμη τῆς μετάνοιας, ἐφόσον μᾶς κάνει σὰν τὸ χιόνι καὶ μᾶς λευκαίνει σὰν τὸ μαλλί, ἔστω καὶ ἂν προλάβει ἡ ἁμαρτία καὶ βάψει τὶς ψυχές μας.
Ἂς φροντίσουμε λοιπὸν νὰ γίνουμε καθαροί. Δὲν ἔδωσε καμία ἐνοχλητικὴ ἐντολή. «Ἀποδῶστε», λέγει, «τὸ δίκαιο στὸ ὀρφανὸ καὶ δῶστε δικαιοσύνη στὴ χήρα». Βλέπεις πὼς παντοῦ ὁ Θεὸς μιλάει πολὺ γιὰ τὴν εὐσπλαχνία καὶ τὴν προστασία τῶν ἀδικουμένων;
Ἂς ἐπιδιώκουμε αὐτὸ τὸ κατόρθωμα καὶ θὰ μπορέσουμε μὲ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ νὰ ἐπιτύχουμε καὶ τὰ μελλοντικὰ ἀγαθά, τὰ ὁποῖα εὔχομαι νὰ ἀξιωθοῦμε ὅλοι μας μὲ τὴ βοήθεια τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, μαζὶ μὲ τὸν Ὁποῖο στὸν Πατέρα καὶ συγχρόνως στὸ Ἅγιο Πνεῦμα ἀνήκει ἡ δόξα, ἡ δύναμη καὶ ἡ τιμή, τώρα καὶ πάντοτε καὶ στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν.

ΟΜΙΛΙΑ ΙΓ΄

«Εἰ μὲν οὖν τελείωσις διὰ τῆς Λευϊτικῆς ἱερωσύνης ἦν· ὁ λαὸς γὰρ ἐπ᾿ αὐτῇ νενομοθέτητο· τὶς ἔτι χρεία κατὰ τὴν τάξιν Μελχισεδὲκ ἕτερον ἀνίστασθαι ἱερέα καὶ οὐ κατὰ τὴν τάξιν Ἀαρὼν λέγεσθαι; μετατιθεμένης γὰρ τῆς ἱερωσύνης ἐξ ἀνάγκης καὶ νόμου μετάθεσις γίνεται. ἐφ᾿ ὃν γὰρ λέγεται ταῦτα, φυλῆς ἑτέρας μετέσχηκεν, ἀφ᾿ ἧς οὐδεὶς προσέσχηκε τῷ θυσιαστηρίῳ. πρόδηλον γὰρ ὅτι ἐξ Ἰοὔδα ἀνατέταλκεν ὁ Κύριος ἡμῶν, εἰς ἣν φυλὴν οὐδὲν περὶ ἱερωσύνης Μωϋσῆς ἐλάλησε.
 (Ἀς δοῦμε τώρα ποιό συμπέρασμα βγαίνει ἀπ΄όσα εἴπαμε. Ἐὰν ἦταν δυνατὸν νὰ κατορθωθεῖ ἡ τέλεια σχέση καὶ συμφιλίωσή μας μὲ τὸν Θεὸ διαμέσου της λευιτικῆς ἱεροσύνης, ποὺ ἦταν κάτι τὸ οὐσιῶδες γιὰ ὅλη τὴ μωσαϊκὴ νομοθεσία -διότι ὁ λαὸς εἶχε λάβει τὸν νόμο στηριγμένο καὶ θεμελιωμένο στὴν ἱεροσύνη αὐτή-, ποιά ἀνάγκη ὑπῆρχε πλέον νὰ ἀναδειχθεῖ ἄλλος ἱερέας "κατὰ τὴν τάξη Μελχισεδέκ", καὶ νὰ μὴν ὀνομάζεται καὶ ὁ νέος ἱερέας, ἱερέας "κατὰ τὴν τάξη Ἀαρῶν";
Ἦταν λοιπὸν ἀνεπαρκὴς ἡ παλαιὰ ἱεροσύνη, καὶ γι' αὐτὸ ἀναδείχθηκε ἀπὸ τὸν Θεὸ νέα ἱεροσύνη. Ἀλλὰ αὐτὸ συνεπιφέρει καὶ μεταβολὴ τοῦ νόμου· διότι ὅταν μεταβάλλεται καὶ ἀλλάζει ἡ ἱεροσύνη, πάνω στὴν ὁποία στηριζόταν ἡ μωσαϊκὴ νομοθεσία, ἀναγκαστικὰ ἐπακολουθεῖ καὶ ἀλλαγὴ νόμου, ἀντικαθίσταται ἔτσι ἡ Παλαιὰ Διαθήκη ἀπὸ τὴ Νέα.
Πράγματι μετατέθηκε καὶ ἀντικαταστάθηκε ἡ λευιτικὴ ἱεροσύνη· διότι ἐκεῖνος γιὰ τὸν ὁποῖο λέγονται αὐτὰ καὶ τὸν ὁποῖο συμβόλιζε ὁ Μελχισεδέκ, ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς δηλαδή, κατάγεται ἀπὸ ἄλλη φυλή, ἀπὸ τὴν ὁποία κανεὶς δὲν ὑπηρέτησε καὶ δὲν πλησίασε ὡς ἱερέας στὸ θυσιαστήριο· διότι εἶναι φανερὸ ὅτι ὁ Κύριός μας σὰν ἥλιος τῆς δικαιοσύνης ἀνέτειλε ἀπὸ τὴ φυλὴ τοῦ Ἰούδα. Γιὰ τὴ φυλὴ ὅμως αὐτὴ δὲν ἀνέφερε τίποτε γιὰ ἱεροσύνη ὁ Μωυσῆς)» (Ἐβρ.7,11-14).
 
«Εἰ μὲν οὖν (Ἀν λοιπόν)», λέγει, «τελείωσις διὰ τῆς Λευϊτικῆς ἱερωσύνης ἦν (ἦταν  δυνατὸν νὰ κατορθωθεῖ ἡ τέλεια σχέση καὶ συμφιλίωσή μας μὲ τὸν Θεὸ διαμέσου της λευιτικῆς ἱεροσύνης, ποὺ ἦταν κάτι τὸ οὐσιῶδες γιὰ ὅλη τὴ μωσαϊκὴ νομοθεσία)» (Ἐβρ.7,11).
 Ἀφοῦ μίλησε γιὰ τὸν Μελχισεδὲκ καὶ ἀπέδειξε ὅτι ἦταν ἀνώτερος ἀπὸ τὸν Ἀβραὰμ καὶ παρουσίασε μεγάλη τὴ διαφορά, ἀπὸ ἐδῶ πλέον ἀρχίζει νὰ δείχνει τὴ διαφορὰ αὐτῆς τῆς Διαθήκης, καὶ πὼς ἡ Παλαιὰ εἶναι ἀτελής, ἐνῷ ἡ Καινὴ εἶναι τέλεια.
Καὶ δὲν μιλάει ἀκόμη γι' αὐτὰ τὰ πράγματα, ἀλλὰ ἀπὸ τὴν ἱεροσύνη πρῶτα μάχεται καὶ τὴ Διαθήκη. Γιατί τότε αὐτὰ γίνονται περισσότερο ἀξιόπιστα στοὺς ἀπίστους, ὅταν ἡ ἀπόδειξη γίνεται ἀπὸ ἐκεῖνα ποὺ ἤδη ἀποδέχτηκαν καὶ πίστεψαν.
Ἔδειξε ὅτι ὁ Μελχισεδὲκ ἦταν πολὺ ἀνώτερος καὶ ἀπὸ τὸν Λευὶ καὶ ἀπὸ τὸν Ἀβραὰμ ἀφοῦ ἔγινε ἱερέας σὲ αὐτούς.
Ἐπιχειρεῖ λοιπὸν πάλι καὶ ἀπὸ κάποιο ἄλλο. Ἀπὸ ποιό πρᾶγμα; Ἀπὸ τὴν ἱεροσύνη τὴν τωρινή, καὶ ἀπὸ τὴν ἰουδαϊκή.

Πρόσεχε, σὲ παρακαλῶ, τὴν ὑπερβολική του σύνεση. Γιατί ἀπὸ ἐκεῖνον ποὺ ἦταν φυσικὸ νὰ τὸν βγάλει ἀπὸ τὴν ἱεροσύνη, ἐπειδὴ δὲν ἦταν ἀπὸ τὴ γενιά του Ἀαρῶν, ἀπὸ αὐτὸν ἐγκαθιστᾶ αὐτὸν καὶ βγάζει ἐκείνους.
Καὶ αὐτὸ τὸ κάνει παρουσιάζοντας τὸν ἑαυτό του σὰν νὰ ἀπορεῖ γιὰ κάτι, γιατί δηλαδὴ δὲν λέγεται ἀπὸ τὴ γενιά του Ἀαρῶν, καὶ ἔτσι λύνει τὴν ἀπορία· «καὶ ἐγὼ» λέγει, «ἔχω ἀκριβῶς τὴν ἴδια ἀπορία, γιατί δὲν ἔγινε ἀπὸ τὴ γενιά του Ἀαρῶν».
Γιατί αὐτὸ φανερώνει αὐτὸ ποὺ λέγει: «ἂν λοιπὸν ἡ τελειότητα ἦταν κατορθωτὴ μὲ τὴ λευιτικὴ ἱεροσύνη». Καὶ τὸ «ποιά ἀνάγκη ὑπῆρχε», ἔχει πολλὴ ἔμφαση.
Ἂν λοιπὸν πρῶτα ἐρχόταν ὁ Χριστὸς ὡς ἄνθρωπος ἀπὸ τὴ γενιὰ τοῦ Μελχισεδὲκ καὶ ἔπειτα δινόταν ὁ νόμος καὶ ἡ ἱεροσύνη τοῦ Ἀαρῶν, εὔλογα θὰ μποροῦσε νὰ πεῖ κανεὶς ὅτι, ἐπειδὴ αὐτὰ εἶναι τελειότερα, καταργοῦν ἐκεῖνα, ἐπειδὴ ἀκολούθησαν.
Ἂν ὅμως ὁ Χριστὸς εἶναι τελευταῖος καὶ λαμβάνει ἄλλον τύπο, τόν τῆς ἱεροσύνης, εἶναι φανερὸ ὅτι ἔγινε αὐτό, ἐπειδὴ ἐκεῖνα ἦταν ἀτελέστερα.

«Ἂς ὑποθέσουμε», λέγει, «ὅτι ὅλα ἔχουν ἐκπληρωθεῖ καὶ τίποτε δὲν εἶναι ἀτελὲς στὴν ἱεροσύνη».
Τί λοιπὸν ἔπρεπε νὰ λέγεται, «ἀπὸ τὴ γενιὰ τοῦ Μελχισεδὲκ» καὶ ὄχι «ἀπὸ τὴ γενιά του Ἀαρῶν»;
Γιὰ ποιό λόγο ἄφησε τὸν Ἀαρῶν καὶ εἰσήγαγε ἄλλη ἱεροσύνη, τὴν ἀπὸ τὸν Μελχισεδέκ;
«Ἂν λοιπόν», λέγει, «ἡ τελειότητα ἦταν κατορθωτὴ μὲ τὴ λευτικὴ ἱεροσύνη»· δηλαδὴ ἂν ἡ τελειότητα τῶν πραγμάτων, τῶν δογμάτων καὶ τῆς ζωῆς ἦταν κατορθωτὴ μὲ τὴ λευτικὴ ἱεροσύνη. Καὶ πρόσεχε πὼς προχωρεῖ σιγά-σιγά. Εἶπε ὅτι προέρχεται ἀπὸ τὴ γενιὰ τοῦ Μελχισεδὲκ· γιατί ἐκεῖνος ἦταν πολὺ ἀνώτερος. Στὴ συνέχεια τὸ δείχνει αὐτὸ καὶ ἀπὸ τὸν χρόνο· ὅτι ἦταν μετά τὸν Ἀαρῶν, δηλαδὴ ὡς ἀνώτερος.

Καὶ τί θέλει τὸ ἑπόμενο, τὴν πρόταση δηλαδὴ «ὁ λαὸς γὰρ ἐπ᾿ αὐτῇ νενομοθέτητο (διότι ὁ λαὸς εἶχε λάβει τὸν νόμο στηριγμένο καὶ θεμελιωμένο στὴν ἱεροσύνη αὐτή)»; Τί σημαίνει «ἐπ᾿ αὐτῇ»;
«Σύμφωνα μὲ αὐτή», λέγει, «μέσῳ αὐτῆς κάνει τὰ πάντα· δὲν μποροῦμε νὰ ποῦμε ὅτι δόθηκε σὲ ἄλλους»· «μὲ βάση αὐτὴ εἶχε δοθεῖ στὸν λαὸ ὁ νόμος»· δηλαδή, αὐτὴ χρησιμοποιεῖ καὶ αὐτὴν χρησιμοποίησε· δὲν μποροῦμε νὰ ποῦμε ὅτι ἦταν τέλεια βέβαια, ἀλλὰ δὲν προστάτευε τὸν λαό.
«Μὲ βάση αὐτὴ δόθηκε ὁ νόμος»· δηλαδή, αὐτὴ χρησιμοποίησε. Ποιά ἀνάγκη λοιπὸν ὑπῆρχε γιὰ ἄλλη ἱεροσύνη, ἂν εἶχε τὸ τέλειο;
Γιατί ὅταν ἀλλάζει ἡ ἱεροσύνη, ἀναγκαστικὰ ἀλλάζει καὶ ὁ νόμος. Ἂν ὅμως πρέπει νὰ ὑπάρχει ἄλλος ἱερέας, ἢ καλύτερα ἄλλη ἱεροσύνη, ἀναγκαστικὰ πρέπει νὰ ὑπάρχει καὶ ἄλλος νόμος.
Αὐτὸ ἀπευθύνεται σὲ ἐκείνους ποὺ λένε: «τί χρειαζόταν ἡ Καινὴ Διαθήκη;»
Μποροῦσε βέβαια νὰ ἀναφέρει ἀκόμη καὶ μαρτυρία ἀπὸ τοὺς προφῆτες: «Ὑμεῖς ἐστε υἱοὶ τῶν προφητῶν καὶ τῆς διαθήκης ἧς διέθετο ὁ Θεὸς πρὸς τοὺς πατέρας ἡμῶν (Ἐσείς εἶστε ἀπόγονοι καὶ κληρονόμοι τῶν προφητῶν, καὶ δικοί σας εἶναι οἱ προφῆτες, ὅπως καὶ ἡ Διαθήκη ποὺ σύναψε ὁ Θεὸς μὲ τοὺς προπάτορές μας)» (Πράξ.3,25), ἀλλὰ πρῶτα μάχεται ἀπὸ τὴν ἱεροσύνη.
 
Καὶ πρόσεχε πῶς ἀπὸ τὴν ἀρχὴ προσπαθοῦσε νὰ τὰ πεῖ αὐτά. Εἶπε «ἀπὸ τὴ γενιὰ τοῦ Μελχισεδέκ». Αὐτὸ ἐκτοπίζει τὴν ἱεροσύνη του Ἀαρῶν, γιατί, ἂν αὐτὴ ἦταν ἀνώτερη, δὲν θὰ ἔλεγε: «ἀπὸ τὴ γενιὰ τοῦ Μελχισεδέκ».
«Τὶς ἔτι χρεία κατὰ τὴν τάξιν Μελχισεδὲκ ἕτερον ἀνίστασθαι ἱερέα καὶ οὐ κατὰ τὴν τάξιν Ἀαρὼν λέγεσθαι;
(Ποιά ἀνάγκη ὑπῆρχε πλέον νὰ ἀναδειχθεῖ ἄλλος ἱερέας "κατὰ τὴν τάξη Μελχισεδέκ", καὶ νὰ μὴν ὀνομάζεται καὶ ὁ νέος ἱερέας, ἱερέας "κατὰ τὴν τάξη Ἀαρῶν"; Ἦταν λοιπὸν ἀνεπαρκὴς ἡ παλαιὰ ἱεροσύνη, καὶ γι' αὐτὸ ἀναδείχθηκε ἀπὸ τὸν Θεὸ νέα ἱεροσύνη.
Ἀλλὰ αὐτὸ συνεπιφέρει καὶ μεταβολὴ τοῦ νόμου)»  (Ἐβρ.7,11).
 
Ἂν λοιπὸν ἔχει εἰσαχθεῖ ἄλλη ἱεροσύνη, πρέπει νὰ ὑπάρχει ἄλλη διαθήκη. Γιατί οὔτε ἱερέας εἶναι δυνατὸ νὰ ὑπάρχει χωρὶς διαθήκη καὶ νόμους καὶ ἐντολές, οὔτε, ἀφοῦ ἔλαβε ἄλλη ἱεροσύνη, νὰ χρησιμοποιεῖ ἐκείνη.
Ἔπειτα, πρᾶγμα ποὺ ἦταν ἀντίθετο, πῶς θὰ μποροῦσε νὰ εἶναι ἱερέας χωρὶς νὰ εἶναι Λευίτης;
Αὐτό, ἀφοῦ τὸ ἀνάφερε προκαταβολικὰ μὲ τὰ παραπάνω, δὲν θέλει νὰ τὸ ἐξηγήσει, ἀλλὰ ἁπλῶς καὶ μόνο τὸ θίγει.
«Εἶπα», λέγει, «ὅτι ἄλλαξε ἡ ἱεροσύνη· ἑπομένως, ἄλλαξε καὶ ἡ διαθήκη. Ἄλλαξε ὅμως ὄχι μόνο ὡς πρὸς τὸν τρόπο οὔτε ὡς πρὸς τὶς ἐντολές, ἀλλὰ καὶ ὡς πρὸς τὴ φυλή». Γιατί ἔπρεπε νὰ ἀλλάξει καὶ ὡς πρὸς τὴ φυλή.
Πῶς; «Γιατί ὅταν ἀλλάζει ἡ ἱεροσύνη, αὐτὸ συνεπιφέρει καὶ μεταβολὴ τοῦ νόμου», λέγει. Δηλαδή, γι' αὐτὸ ἄλλαξε ἀπὸ φυλὴ σὲ φυλή, ἀπὸ τὴν ἱερατικὴ στὴ βασιλική, γιὰ νὰ εἶναι ἡ ἴδια καὶ βασιλικὴ καὶ ἱερατική. Καὶ πρόσεχε τὸ μυστήριο· πρῶτα ἦταν βασιλικὴ καὶ τώρα ἔγινε ἱερατική, ὅπως ἀκριβῶς, συνέβηκε καὶ στὴν περίπτωση τοῦ Χριστοῦ.
Γιατί ὁ Χριστὸς ἦταν πάντοτε βασιλιᾶς καὶ ἔγινε ἱερέας, όταν ἐνανθρώπησε, ὅταν πρόσφερε τὴ θυσία. Βλέπεις τὴ μεταβολή;

Καὶ ἐκεῖνα ποὺ ἦταν ἀντίθετα, αὐτὰ τὰ παρουσιάζει ἔτσι σὰν νὰ τὰ ἀπαιτοῦσε ἡ ἀκολουθία τῶν πραγμάτων. Καὶ λέγει στὴ συνέχεια: «ἐφ᾿ ὃν γὰρ λέγεται ταῦτα, φυλῆς ἑτέρας μετέσχηκεν, ἀφ᾿ ἧς οὐδεὶς προσέσχηκε τῷ θυσιαστηρίῳ (πράγματι μετατέθηκε καὶ ἀντικαταστάθηκε ἡ λευιτικὴ ἱεροσύνη· διότι Ἐκεῖνος γιὰ τὸν ὁποῖο λέγονται αὐτὰ καὶ τὸν ὁποῖο συμβόλιζε ὁ Μελχισεδέκ, ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς δηλαδή, κατάγεται ἀπὸ ἄλλη φυλή, ἀπὸ τὴν ὁποία κανεὶς δὲν ὑπηρέτησε καὶ δὲν πλησίασε ὡς ἱερέας στὸ θυσιαστήριο)» (Ἐβρ.7,12).
 
Αὐτὸ ποὺ λέγει, σημαίνει τὸ ἑξῆς: «καὶ ἐγὼ λέγω καὶ ξέρω ὅτι ἡ φυλὴ αὐτὴ δὲν εἶχε καμιὰ σχέση μὲ τὴν ἱεροσύνη καὶ ὅτι κανεὶς ἀπ’ αὐτὴν δὲν ἔγινε ἱερέας (γιατί αὐτὸ φανερώνει τὸ «κανεὶς δὲν ἔχει ὑπηρετήσει τὸ θυσιαστήριο»), ἀλλὰ ὅλα ἔχουν ἀλλάξει.
Ἔτσι ἦταν ἀνάγκη νὰ ἀλλάξει ὁ νόμος καὶ ἡ παλαιὰ διαθήκη, ἀφοῦ καὶ αὐτὴ ἡ φυλὴ ἔχει ἀλλάξει».
Βλέπεις πὼς δείχνει καὶ ἄλλη διαφορὰ ἀπὸ τὴν ἀλλαγὴ τῆς φυλῆς; Καὶ ὄχι μόνο ἀπ’ αὐτὴ δείχνει πόση εἶναι ἡ διαφορά, ἀλλὰ ἀκόμη καὶ ἀπὸ τὸ πρόσωπο καὶ ἀπὸ τὴ διαθήκη καὶ ἀπὸ τὸν τρόπο καὶ ἀπὸ τὸν ἴδιο τόν τύπο.
 
«Ὅς οὐ κατὰ νόμον ἐντολῆς σαρκικῆς γέγονεν, ἀλλὰ κατὰ δύναμιν ζωῆς ἀκαταλύτου (Καὶ ὁ νέος αὐτὸς ἱερέας, ὁ Χριστὸς δηλαδή, ἔγινε ἱερέας ὄχι σύμφωνα μὲ κάποιο νόμο ποὺ οἱ ἐντολές του ἀναφέρονται σὲ ἐξωτερικὰ καὶ πρόσκαιρα πράγματα καὶ γενικότερα στὴν κάθαρση τῆς σάρκας· ἀλλὰ ἔγινε ἱερέας μὲ τὴ δύναμη τοῦ Πατρὸς καὶ τὴ δική Του.
Καὶ ἡ δύναμη αὐτὴ εἶναι δύναμη ζωῆς ποὺ δὲν καταλύεται ἀπὸ τὸν θάνατο ἀλλὰ εἶναι αἰώνια)» (Ἐβρ.9,16).
«Ἔγινε», λέγει, «ἱερέας, ἀλλὰ ὄχι σύμφωνα μὲ τὶς ἐντολὲς τοῦ ἀνθρώπινου νόμου»· γιατί ὁ νόμος ἐκεῖνος σὲ πολλὰ ἦταν ἄνομος.
Καὶ σωστὰ τὸν ὀνόμασε αὐτὸν ἀνθρώπινη ἐντολή, γιατί ὅσα ὅριζε ἀναφέρονταν στὸ σῶμα τοῦ ἀνθρώπου.
Γιατί τὸ νὰ λέγει ὁ μωσαϊκὸς ἐκεῖνος νόμος: «περίτεμνε τὴ σάρκα, χρῖσε τὴ σάρκα, λοῦσε τὴ σάρκα, καθάρισε τὴ σάρκα, κούρεψε τὴ σάρκα, δέσε τὴ σάρκα, θρέψε τὴ σάρκα, ξεκούρασε τὴ σάρκα», ὅλα αὐτά, πές μου, δὲν ἀναφέρονται στὸ σῶμα τοῦ ἀνθρώπου;

Ἂν ὅμως θέλεις νὰ μάθεις καὶ ποιά ἀγαθὰ ὑποσχόταν, ἄκου· «πολλὴ ζωή», λέγει, «στὴ σάρκα, γάλα καὶ μέλι γιὰ τὴ σάρκα, εἰρήνη γιὰ τὴ σάρκα, ἀπολαύσεις γιὰ τὴ σάρκα». Ἀπὸ αὐτὸν τὸν νόμο ἔλαβε τὴν ἱεροσύνη ὁ Ἀαρῶν, ἐνῷ ὁ Μελχισεδὲκ δὲν τὴν ἔλαβε ἔτσι.
«Μαρτυρεῖ γὰρ ὅτι σὺ ἱερεὺς εἰς τὸν αἰῶνα κατὰ τὴν τάξιν Μελχισεδέκ (Καὶ εἶναι δύναμη αἰώνιας ζωῆς, διότι δίνει μαρτυρία ἡ Ἁγία Γραφὴ γιὰ τὸν νέο ἱερέα Χριστὸ ὅτι «ἐσὺ εἶσαι ἱερέας αἰώνιος κατὰ τὴν τάξη Μελχισεδέκ)» (Ἐβρ.7,17).

Ποιό γίνεται ὁλοφάνερο μὲ μαρτυρία; Ἡ ἀπόσταση τῆς μιᾶς ἱεροσύνης ἀπὸ τὴν ἄλλη, ἡ διαφορά τους, πόσο ἀνώτερος εἶναι αὐτὸς ποὺ ἔγινε ἱερέας ὄχι σύμφωνα μὲ τὶς ἐντολὲς τοῦ ἀνθρώπινου νόμου. Ποιός εἶναι αὐτός; Ὁ Μελχισεδέκ; Ὄχι, ἀλλὰ ὁ Χριστός.
«Ἀλλὰ σύμφωνα μὲ τὴ δύναμη ζωῆς ἀκατάλυτης. Γιατί μαρτυρεῖ ἡ Γραφή: "ἐσὺ εἶσαι αἰώνιος ἱερέας κατὰ τὴν τάξη Μελχισεδέκ")».
Δηλαδὴ ὄχι πρόσκαιρος, οὔτε ἔχει τέλος, ἀλλὰ «δύναμη ζωῆς ποὺ δὲν καταλύεται ἀπὸ τὸν θάνατο ἀλλὰ εἶναι αἰώνια».

Αὐτὸ τὸ εἶπε γιὰ νὰ φανερώσει ὅτι ἔγινε ἱερέας μὲ τὴ δύναμη τὴ δική Του καὶ τοῦ Πατέρα, μὲ τὴ ζωὴ ποὺ δὲν ἔχει τέλος.
Ἂν καὶ βέβαια αὐτὸ δὲν εἶναι σύμφωνο μὲ τὸ «αὐτὸς ἔγινε ἱερέας ὄχι σύμφωνα μὲ τὶς ἐντολὲς τοῦ ἀνθρώπινου νόμου»· γιατί τὸ σύμφωνο θὰ ἦταν νὰ πεῖ, «ἀλλὰ μὲ πνευματικὴ ἐντολή».
 Ἀλλὰ μὲ «τὸν ἀνθρώπινο νόμο» ἔδειξε τὸ πρόσκαιρο, ὅπως λέγει καὶ ἀλλοῦ, «μόνον ἐπὶ βρώμασι καὶ πόμασι καὶ διαφόροις βαπτισμοῖς καὶ δικαιώμασι σαρκός, μέχρι καιροῦ διορθώσεως ἐπικείμενα (οἱ θυσίες μάλιστα ἐκεῖνες ἐπιβάλλονταν μόνο ὡς φορτίο, μαζὶ μὲ τὴ διάκριση φαγητῶν καὶ ποτῶν καὶ μὲ τὶς διάφορες πλύσεις καὶ τὶς ἐντολὲς γιὰ τὸν καθαρισμὸ μόνο τοῦ σώματος.
Ὅλα αὐτὰ ὅμως ἦταν προσωρινὰ μέχρι τὸν καιρὸ τῆς διορθώσεως καὶ μεταρρυθμίσεως ποὺ ἐπέφερε ὁ Χριστός)» (Ἐβρ.9,10)· «κατὰ δύναμιν ζωῆς (μὲ τὴ δύναμη τῆς ζωῆς)»· δηλαδὴ ὅτι ζεῖ μὲ τὴ δική Του δύναμη.


ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
ἐπιμέλεια: Ἑλένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
Ἐπιμέλεια πολυτονισμοῦ: Ἄκτιστον



ΠΗΓΕΣ:

•    https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/08/in-epistulam-ad-hebraeos.pdf
•    Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου Ἅπαντα τὰ ἔργα, Ὑπόμνημα στὴν πρὸς Ἑβραίους ἐπιστολήν, ὁμιλίες ΙΒ΄και ΙΓ΄(επιλεγμένα ἀποσπάσματα), πατερικὲς ἐκδόσεις «Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς» (ΕΠΕ), ἐκδ. οἶκος «Τὸ Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1989, τόμος 24, σελίδες 500-521.
•    Π. Τρεμπέλα, Ἡ Καινὴ Διαθήκη μὲ σύντομη ἑρμηνεία (ἀπόδοση στὴν κοινὴ νεοελληνική), ἐκδόσεις ἀδελφότητος θεολόγων «Ὁ Σωτήρ», ἔκδοση τέταρτη, Ἀθήνα 2014.
•    Ἡ Καινὴ Διαθήκη, Κείμενον καὶ ἑρμηνευτικὴ ἀπόδοσις ὑπὸ Ἰωάννου Κολιτσάρα, ἐκδόσεις ἀδελφότητος θεολόγων «Ἡ Ζωή», ἔκδοση τριακοστὴ τρίτη, Ἀθήνα 2009.
•    Ἡ Παλαιὰ Διαθήκη κατὰ τοὺς ἑβδομήκοντα, Κείμενον καὶ σύντομος ἀπόδοσις τοῦ νοήματος ὑπὸ Ἰωάννου Κολιτσάρα, ἐκδόσεις ἀδελφότητος θεολόγων «Ἡ Ζωή», ἔκδοση τέταρτη, Ἀθήνα 2005.
•    Π.Τρεμπέλα, Τὸ Ψαλτήριον μὲ σύντομη ἑρμηνεία(απόδοση στὴν κοινὴ νεοελληνική), ἐκδόσεις ἀδελφότητος θεολόγων «Ὁ Σωτήρ», ἔκδοση τρίτη, Ἀθήνα 2016.
•    http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient greek/tools/liddell-scott/index.html
•    http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia Diathikh/Biblia/Palaia Diathikh.htm
•    http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh Diathikh/Biblia/Kainh Diathikh.htm

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου