Ὁ πλούσιος καὶ ὁ πτωχὸς Λάζαρος
Ἀρχιμανδρίτου π. Μάρκου Κ. Μανώλη
Μεγάλη ἡ ἀντίθεσις μεταξύ τοῦ πλουσίου καί τοῦ Λαζάρου, ὅπως τήν περιέγραψε ἡ εὐαγγελική περικοπή. Ὁ πλούσιος ὅσο ζῆ ἀπολαμβάνει τήν ἡδονή σέ ὅλες τίς μορφές, ἤτοι τήν φιλαργυρία («ἦν πλούσιος»), τήν φιλοδοξία («ἐνεδιδύσκετο πορφύραν καί βύσσον») καί τήν φιληδονία («εὐφραινόμενος καθ᾽ ἡμέραν λαμπρῶς»), μετά ὅμως τόν θάνατόν του ἀπολαμβάνει τήν ὀδύνη. «Ὀδυνῶμαι ἐν τῇ φλογί ταύτῃ», ἔλεγε ὁ ἴδιος.
᾽Αντίθετα ὁ πτωχός Λάζαρος, ὅσο εἶναι στή γῆ, ἀπολαμβάνει τήν ὀδύνη, μετά θάνατον ὅμως βιώνει τήν πνευματική ἡδονή, ἀφοῦ ζῆ στούς κόλπους τοῦ Ἀβραάμ. Σέ πλεονεκτικώτερη θέσι βρίσκεται ὁ πτωχός Λάζαρος.
Ἡ σύνδεσί του μέ τήν πραγματική ζωή τόν κάνει ἐπώνυμο, ἐνῷ ὁ πλούσιος, πού συνδέεται μέ τήν παροῦσα ζωή καί εἶναι ἀποκομμένος ἀπό τήν αἰωνιότητα, εἶναι ἀνώνυμος.
Ἡ ἀγάπη πρός τόν πλοῦτο, πού καταντᾶ εἰδωλολατρία, διαφθείρει κυριολεκτικά τόν ἄνθρωπο. Θά πρέπει ὅμως νά γίνουν δύο ἀπαραίτητες διευκρινίσεις πάνω στό μεγάλο θέμα τῆς ἀντιθέσεως μεταξύ πλουσίων καί πτωχῶν.
Πρῶτον. Ἡ σωτηρία τοῦ πτωχοῦ Λαζάρου καί ἡ καταδίκη τοῦ πλουσίου δέν σημαίνει, πώς γιά νά σωθῆ κανείς πρέπει νά εἶναι πτωχός ἤ κάθε πλούσιος καταδικάζεται. Ἄν αὐτή ἦταν ἡ χριστιανική τοποθέτησι, τότε δίκαια θά κατηγορεῖτο ὁ Χριστιανισμός ὅτι εἶναι τό ὄπιο τοῦ Λαοῦ. Ἡ Ὀρθοδοξία δέν βλέπει ἐξωτερικά τό θέμα τοῦ πλούτου, ἀλλά προσπαθεῖ νά εἰσέλθη στό βάθος. Δηλαδή ἐπιδιώκει νά ἀπαλλάξη τόν ἄνθρωπο ἀπό τό μεγάλο ἁμάρτημα τῆς φιλαργυρίας, πού εἶναι δυνατόν νά ὑπάρχη σέ ὅλους τούς ἀνθρώπους, ἀδιάκριτα ἄν εἶναι πλούσιοι ἤ πτωχοί.
Ὁ πλούσιος ἀπό φιλαργυρία κρατᾶ ὅλα τά ὑλικά ἀγαθά καί διακατέχεται ἀπό ἄγχος νά τά αὐξήση καί ὁ πτωχός ἀπό φιλαργυρία γκρινιάζει καθημερινά καί ἀποβλέπει στήν ἀπόκτησι τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν. Ἐπίσης ὑπάρχουν πλούσιοι, πού δέν εἶναι φιλάργυροι.
Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς ἑρμηνεύοντας τήν σημερινή περικοπή λέγει: «Ὁ Ἀβραάμ γάρ πλούσιος ἦν, ἀλλά καί διά τήν φιλοθεΐαν καί τήν εὐσπλαγχνίαν καί τήν φιλοξενίαν οὐ μόνον ἐσώθη, ἀλλά καί τόπος τῶν σωζομένων ἐγένετο».
Ἀκόμη ὑπάρχουν πτωχοί, πού εἶναι σκληροί καί ὡς ἐκ τούτου, δέν ἐξασφαλίζουν τήν σωτηρία τους. Τό θέμα εἶναι νά ἀπαλλαγῆ ὁ ἄνθρωπος ἀπό τήν φιλαργυρία, πού δέν εἶναι ἐξωτερική πρᾶξι, ὅσο ἐσωτερική ἐπιθυμία.
Δεύτερον: Τό θέμα τῶν πλουσίων καί τῶν πτωχῶν τό βλέπει ἡ Ἐκκλησία ἀπό τήν πνευματική πλευρά. Πλούσιος δέν εἶναι αὐτός, πού ἔχει χρήματα καί κτήματα, ἀλλά αὐτός πού ἔχει τόν Χριστό, πού εἶναι τό μόνον ἀγαθό. Πτωχός δέν εἶναι αὐτός πού στερεῖται τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν, ἀλλά αὐτός πού στερεῖται τῆς παρουσίας τοῦ Χριστοῦ.
Ἔτσι ἑρμηνεύει ὁ Μέγας Βασίλειος τό χωρίο «πλούσιοι ἐπτώχευσαν καί ἐπείνασαν, οἱ δέ ἐκζητοῦντες τόν Κύριον οὐκ ἐλαττωθήσονται παντός ἀγαθοῦ». Τά ὑλικά ἀγαθά, λέγει, δέν εἶναι στήν πραγματικότητα ἀγαθά, ἀφοῦ μέ κόπο ἀποκτοῦνται καί μέ κόπο συγκρατοῦνται. Τό μόνον τελειότατον ἀγαθόν εἶναι ὁ Θεός.
Ἄλλωστε περιγράφοντας ὁ Ἀπόστολος Παῦλος τά χαρακτηριστικά τῆς ἀποστολικῆς ζωῆς λέγει: «ὡς πτωχοί πολλούς δέ πλουτίζοντες, ὡς μηδέν ἔχοντες καί τά πάντα κατέχοντες». Ἐν Χριστῷ, λοιπόν, εἶναι κανείς πάμπλουτος, ἀφοῦ ἔχει τήν αἰωνιότητα. Χωρίς τόν Χριστό εἶναι κανείς πάμπτωχος, ἔστω καί ἄν ἔχει στήν ἐξουσία του ὅλον τόν κόσμο.
Ὀρθόδοξος Τύπος ἀρ. φυλ. 1996, 1 Νοεμβρίου 2013
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου