Λόγοι Β΄
ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ
"ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ"
ΣΟΥΡΩΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
"ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ"
ΣΟΥΡΩΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Ή ευλάβεια συγκινεί τον Θεό
Απόσπασμα από τις σελίδες 140 -148 του βιβλίου:
«Ευλάβεια σέ όλα»
Καί εδώ να προσέχετε· στον καναπέ ήταν κάτι στρωμένο με σταυρούς· δέν κάνει να καθώμαστε ούτε να πατάμε πάνω στους σταυρούς.
«Τι ευλάβεια είχαν παλιά»
Καί εδώ να προσέχετε· στον καναπέ ήταν κάτι στρωμένο με σταυρούς· δέν κάνει να καθώμαστε ούτε να πατάμε πάνω στους σταυρούς.
Οι Εβραίοι βάζουν
κάτω άπό τα παπούτσια σταυρούς. Πολλές φορές όχι μόνον άπ' έξω αλλά καί
μέσα άπό τά τακούνια καί τίς σόλες. Νά πληρώνης καί νά πατάς σταυρούς!
Αυτοί άπό παλιά είχαν κάνει κουδουνίστρες πού είχαν άπό την μιά μεριά την
Παναγία καί τόν Χριστό, καί άπό την άλλη τόν Καραγκιόζη. Σού λέει: «Τί
Καραγκιόζης, τί Χριστός». Καί ό άλλος, ό καημένος, έβλεπε τόν Χριστό καί την
Παναγία καί την αγόραζε γιά το παιδί του.
Ερριχναν τά μωρά κάτω την
κουδουνίστρα, την πατούσαν, την λέρωναν.
Καί τώρα, μού είπαν, εκεί κάπου
κοντά στην Κίνα οί Ρωμαιοκαθολικοί Ιεραπόστολοι φορούσαν κάτι μενταγιόν
πού είχαν άπό μέσα τόν Χριστό καί άπ' έξω τόν Βούδδα.
Ή βάλτε άπό μέσα
μόνον τόν Χριστό ή όμολογηστε φανερά τόν Χριστό, αλλιώς δέν έρχεται ή Χάρις
τού θεού. Έδώ πάλι στην Ελλάδα μερικοί, χωρίς νά σκεφθούν, έβαλαν δυστυχώς
την Παναγία σε γραμματόσημο, πού πετιέται καί πατιέται.
- Μπορεί, Γέροντα, ένας άνθρωπος νά έχη σέ μερικά πράγματα ευλάβεια
καί σέ άλλα νά μην έχη;
- Όχι, άν έχη πραγματική ευλάβεια, θά έχη σέ όλα ευλάβεια. Μιά φορά
φιλοξενεΐτο ένας παπάς στην
Μονή Σταυρονικήτα καί στον Εξάψαλμο[1] κατέβαζε το στασίδι καί καθόταν! «Πάτερ, τού λέω, Εξάψαλμο λένε». «Έτσι τον απολαμβάνω καλύτερα!», μου λέει. Σκέψου δηλαδή!
Μονή Σταυρονικήτα καί στον Εξάψαλμο[1] κατέβαζε το στασίδι καί καθόταν! «Πάτερ, τού λέω, Εξάψαλμο λένε». «Έτσι τον απολαμβάνω καλύτερα!», μου λέει. Σκέψου δηλαδή!
Μετά από χρόνια ήρθε και μέ
βρήκε. Πάνω στην συζήτηση μου είπε ότι έφτιαχνε χαρτοεικόνες και τις έδινε
ευλογία. «Πώς κολλάς τις εικόνες;», τον ρωτάω. «Βάζω, μου λέει, κόλλα στό ξύλο,
βάζω και τήν
χαρτοεικόνα καί, όταν φτιάξω αρκετές, τίς στοιβιάζω και κάθομαι επάνω, γιά νά κολλήσουν καλά. Παίρνω καί ενα βιβλίο καί διαβάζω λίγη ώρα»!
χαρτοεικόνα καί, όταν φτιάξω αρκετές, τίς στοιβιάζω και κάθομαι επάνω, γιά νά κολλήσουν καλά. Παίρνω καί ενα βιβλίο καί διαβάζω λίγη ώρα»!
"Οταν το άκουσα, σηκώθηκαν οί τρίχες της κεφαλής μου! «Τί κάνεις; τοϋ λέω.
Κάθεσαι επάνω στίς εικόνες, γιά νά κολλήσουν;». «Γιατί; δεν κάνει;», μοϋ λέει.
Βλέπεις ποϋ φθάνουν σιγά-σιγά! Το κακό είναι πού ή άνευλάβεια προχωράει·
δεν σταματάει. Ό άνθρωπος εξελίσσεται ή στό καλό ή στό κακό. Άπό ποϋ
ξεκίνησε εκείνος καί ποϋ έφθασε! «Έτσι απολαμβάνω καλύτερα τον Εξάψαλμο»,
είπε τότε καί μετά έφθασε νά πή: «Έτσι καί οί εικόνες θά κολλήσουν καί εγώ θά
διαβάσω». Τότε τοϋ φάνηκε παράξενο αυτό πού τοϋ είπα γιά τον Εξάψαλμο. Καί
ήταν άλλοι Πατέρες γέροι καί στέκονταν όρθιοι. Ακουμπούσαν λίγο στό στασίδι
καί δεν κουνιόνταν καθόλου. Άλλο νά είναι κουρασμένος κανείς, νά είναι
άρρωστος, νά τρέμουν τά πόδια του καί νά κάθεται - δεν θά τον κρέμαση ό
Χριστός - καί άλλο νά νομίζη ότι αυτό είναι το καλύτερο καί νά λέη: «Καθιστός
απολαμβάνω καλύτερα». Αυτό πώς νά το δικαιολόγησης; Ή πνευματική ζωή δεν
είναι απόλαυση. Αν πονάς, κάθησε· ό Χριστός δεν είναι τύραννος. Καί ό Άββάς
Ισαάκ λέει: «Αν δεν μπορής όρθιος, κάθησε»[2]. Δεν λέει: «Αν μπορής, κάθησε»!
- Γέροντα, γιατί δεν καθόμαστε στον Εξάψαλμο;
- Γιατί συμβολίζει τήν Κρίση. Γι' αυτό, όταν διαβάζεται ό Εξάψαλμος, καλά είναι
ό νους να πηγαίνη στην ώρα της Κρίσεως. Ό Εξάψαλμος έξι-έπτά λεπτά κρατά.
Στην πρώτη στάση οΰτε σταυρό δεν κάνουμε, γιατί ό Χριστός τώρα δεν θά ερθη
γιά νά σταυρωθή, αλλά θά ερθη ώς Κριτής.
«Τι ευλάβεια είχαν παλιά»
- Γιατί, Γέροντα, στην εποχή μας είναι τόσο δυσεύρετη ή ευλάβεια;
- Γιατί οί άνθρωποι έπαψαν νά ζουν πνευματικά. Τά ερμηνεύουν ολα μέ την
κοσμική λογική καί διώχνουν τήν θεία Χάρη. Παλιά, τί ευλάβεια είχαν οί
άνθρωποι!
Έκει στην Αιτωλοακαρνανία κάτι γιαγιές πού είχαν πολλή απλότητα
καί ευλάβεια, έπεφταν καί προσκυνούσαν τά μουλάρια της Ιεράς Μονής
Προυσσοϋ, όταν κατέβαιναν άπό τον Προυσσό γιά διακονία. «Αυτά είναι τά
μουλαράκια τής Παναγίας!», έλεγαν, καί δώσ' του μετάνοιες. Αν γιά τά μουλάρια
τού Μοναστηριού τής Παναγίας έδειχναν τόση ευλάβεια, φαντάσου στην
Παναγία πόση ευλάβεια είχαν!
- Γέροντα, τήν ευλάβεια πού είχαν οί Φαρασιώτες τους τήν είχε
καλλιεργήσει ό Αγιος Αρσένιος;
- Τήν είχαν τήν ευλάβεια, τήν καλλιέργησε καί ό Άγιος. Είναι ή παράδοση. Ό
γερο-Πρόδρομος ό Κορτσινόγλου, ό ψάλτης τού ' Αγίου Αρσενίου, είχε πολλή
ευλάβεια.
Έκανε καί έκεϊ στην Κόνιτσα ψάλτης. Γέρος, ογδόντα χρονών καί
παραπάνω, κατέβαινε κάθε μέρα, πρωί-πρωί, στην κάτω Κόνιτσα, κοντά μισή
ώρα μέ τά πόδια, γιά νά πάη νά ψάλη στην Εκκλησία. «Έγώ είμαι σκυλί τού Χριστού», έλεγε.
Καί τον χειμώνα μέ το κρύο, μέ τις παγωνιές, οί δρόμοι ήταν πολύ
επικίνδυνοι. Έτρεχαν τά νερά άπό τις βρύσες στον κατήφορο καί πάγωναν καί
έπρεπε νά βρής πού νά πατήσης, γιά νά μή γλιστρήσης. Καί εκείνος ολα τά
αψηφούσε. Τέτοια ευλάβεια!
Μου έλεγαν οι γονείς μου οτι οι Φαρασιώτες στην πατρίδα είχαν μαζέψει
χρήματα, για νά φτιάξουν Ναό εκεί στα Φάρασα. Ύστερα όμως ό Άγιος Αρσένιος
ήθελε νά τά δώση στους φτωχούς, άφοϋ είχαν Ναό. Πήγε ό ϊδιος ό Άγιος νά τά
μοιράση στις φτωχές οικογένειες και οι καημένοι δεν τά έπαιρναν. Άπό τήν
Εκκλησία νά πάρουν χρήματα!
Άφοϋ δέν τά έπαιρναν, αναγκάσθηκε νά τά
στείλη μέ τόν πρόεδρο[4] τοϋ χωριού στον δεσπότη, στην Καισαρεία. «Νά πάρης
συνοδό γιά τόν δρόμο», τοϋ είπε ό "Αγιος. «Ή ευχή σου μοϋ φθάνει», τοϋ είπε ό
πρόεδρος καί έφυγε μόνος του. Όταν τά πήγε στον δεσπότη, εκείνος τόν
ρώτησε: «Καλά, ό Χατζεφεντής τί σάς είπε νά κάνετε τά χρήματα;». «Νά τά
δώσουμε στις φτωχές οικογένειες», τοϋ απάντησε ό πρόεδρος. «Καί γιατί δέν
τόν ακούσατε;». «Δέν τά παίρνουν οί άνθρωποι, τοϋ είπε, γιατί είναι χρήματα
της Εκκλησίας». Τελικά ό δεσπότης τοϋ τά έδωσε πίσω.
Οί Φαρασιώτες, όταν θά
έφευγαν άπό τά Φάρασα μέ τήν Ανταλλαγή, είπαν στον Άγιο Αρσένιο αυτά τά
χρήματα νά τά πάρουν μαζί τους, γιά νά φτιάξουν Εκκλησία εδώ στην Ελλάδα.
Τότε ό Αγιος Αρσένιος τους είπε μέ κλάματα: «Στην Ελλάδα θά βρήτε πολλές
Εκκλησίες, άλλα τήν πίστη πού υπάρχει εδώ δέν θά τήν βρήτε».
«Ευλάβεια στις εικόνες»
Πόση ευλάβεια πρέπει νά έχουμε στις εικόνες! Ενας μοναχός ετοίμασε μιά
εικόνα τοϋ Αγίου Νικολάου, γιά νά τήν δώση ευλογία σέ κάποιον. Τήν τύλιξε μέ
καλό χαρτί καί τήν έβαλε σέ ένα ντουλάπι, μέχρι νά τήν δώση. Άλλα, χωρίς νά το
προσέξη, την έβαλε ανάποδα.
Σε λίγο άρχισε νά ακούγεται μέσα στο δωμάτιο
ένας κρότος. Κοίταζε ό μοναχός από 'δώ-άπό 'κεΐ, γιά νά δη από που ερχόταν
αυτός ό κρότος. Που νά πάη ό νους του ότι ερχόταν άπό το ντουλάπι!
Ό
κρότος συνέχιζε γιά αρκετή ώρα, «τάκ-τάκ-τάκ»· δεν τον άφηνε νά ήσυχάση.
Τελικά, όταν πήγε κοντά στο ντουλάπι, κατάλαβε ότι ό κρότος έβγαινε άπό εκεί.
Το ανοίγει και βλέπει ότι ό κρότος έβγαινε άπό τήν εικόνα. «Τί νά εχη ή εικόνα;
λέει· γιά νά δώ». Μόλις τήν ξετύλιξε, είδε πώς ήταν ανάποδα. Τήν έστησε όρθια
καί αμέσως σταμάτησε ό κρότος.
Ό ευλαβής ιδιαίτερα εύλαβειται τις εικόνες.
Καί οταν λέμε «εύλαβειται τις
εικόνες», εννοούμε οτι εύλαβειται τό εικονιζόμενο πρόσωπο.
Οταν έχει κανείς μιά
φωτογραφία τοϋ πατέρα του, της μάνας του, τού παππού του, τής γιαγιάς του,
τοϋ αδελφού του, δεν μπορεί νά τήν σχίση ή νά τήν πατήση, πόσο μάλλον μιά
εικόνα!
Οι Ίεχωβάδες δεν έχουν εικόνες. Τήν τιμή πού αποδίδουμε στις εικόνες
τήν θεωρούν ειδωλολατρία. Είπα σε έναν Ίεχωβά μιά φορά: «Έσεις δεν έχετε
φωτογραφίες στά σπίτια σας;». «Έχουμε», μού λέει. «Έ, καλά, ή μάνα, όταν τό
παιδί της λείπη μακριά, δεν φιλάει τήν φωτογραφία τού παιδιού της;». «Τήν
φιλάει», μού λέει. «Τό χαρτί φιλάει ή τό παιδί της;». «Τό παιδί της», μού λέει. «Έ,
όπως εκείνη, όταν φιλάη τήν φωτογραφία τού παιδιού της, τού λέω, φιλάει τό
παιδί της καί οχι τό χαρτί, έτσι καί έμεις τον Χριστό φιλούμε· δεν φιλούμε τό
χαρτί ή τό σανίδι».
- Γέροντα, καί αν ενα σανίδι κάποτε είχε επάνω τήν εικόνα τού Χριστού,
τής Παναγίας ή κάποιου Αγίου καί έσβησαν τά χρώματα άπό τον καιρό, καί
πάλι δεν πρέπει νά τό άσπαζώμαστε;
- Ναί, βέβαια! Όταν ασπάζεται ό άνθρωπος με ευλάβεια καί θερμή αγάπη τις
άγιες εικόνες, παίρνει τά χρώματα άπό αυτές καί ζωγραφίζονται οί Άγιοι μέσα
του.
Οί Άγιοι χαίρονται, οταν ξεσηκώνονται από τα χαρτιά ή από τά σανίδια και
τυπώνωνται στις καρδιές των ανθρώπων. Όταν ασπάζεται ό Χριστιανός με
ευλάβεια τις άγιες εικόνες και ζητάη βοήθεια άπό τόν Χριστό, την Παναγία, τους
Αγίους, με τόν ασπασμό πού κάνει με την καρδιά του, ρουφάει μέσα στην
καρδιά του οχι μόνον την Χάρη του Χρίστου, της Παναγίας ή τών Αγίων, αλλά
καί τόν Χριστό ολόκληρο ή την Παναγία ή τόν Άγιο, καί τοποθετούνται πιά στό
Τέμπλο του Ναοϋ του. «Ναός του Αγίου Πνεύματος είναι ό άνθρωπος»[3]. Βλέ-
πεις, καί κάθε Ακολουθία με τόν ασπασμό τών εικόνων αρχίζει και μέ τόν
ασπασμό τελειώνει. Έάν το καταλάβαιναν αυτό οί άνθρωποι, πόση χαρά θά
αισθάνονταν, πόση δύναμη θά έπαιρναν!
- Γέροντα, στην Παράκληση της Παναγίας, σέ κάποιο Μεγαλυνάριο γιατί
λέει «Άλαλα τά χείλη τών άσεβων, τών μη προσκυνούντων τήν εικόνα σον τήν
σεπτήν»;
- Οταν κανείς δεν εχη ευλάβεια καί ασπάζεται τις εικόνες, δεν είναι άλαλα τά
χείλη του; Καί ό ευλαβής, οταν ασπάζεται τις εικόνες, εϋλαλα δέν είναι τά χείλη
του; Είναι μερικοί πού, οταν προσκυνούν τήν εικόνα, ούτε καν ακουμπούν στην
εικόνα. Άλλοι ακουμπούν μόνον τά χείλη τους στην εικόνα, οταν τήν
άσπάζωνται. Νά, έτσι[4]. Ακούσατε τίποτε;
- Όχι.
- Έμ, τότε «άλαλα» είναι τά χείλη. Ένω ό ευλαβής ασπάζεται τήν εικόνα καί ό
ασπασμός ακούγεται. Τότε τά χείλη είναι «εΰλαλα». Δέν είναι οτι καταριούνται,
οταν λένε «άλαλα», άλλα εκείνα τά χείλη είναι άλαλα καί τά άλλα είναι εύλαλα.
Όταν βλέπουμε τις άγιες εικόνες, πρέπει νά ξεχειλίζη ή καρδιά μας άπό αγάπη
προς τόν Θεό και τους Αγίους και νά πέφτουμε νά τις προσκυνούμε και νά τις
άσπαζώμαστε μέ πολλή ευλάβεια. Νά βλέπατε ενα ευλαβικό γεροντάκι στην
Μονή Φιλόθεου, ό γέρο Σάββας, μέ πόση ευλάβεια, μέ πόση καρδιά ασπαζόταν
τήν εικόνα της Παναγίας της Γλυκοφιλούσης!
Σ' αυτήν τήν εικόνα της Παναγίας,
επειδή οι Πατέρες τήν ασπάζονταν στο ϊδιο σημείο, έχει σχηματισθή ένα
γρομπαλάκι!
Ή εικόνα πού αγιογραφείται μέ ευλάβεια ρουφάει άπό τόν
ευλαβή αγιογράφο
τήν Χάρη τοϋ Θεού και μεταδίδει στους ανθρώπους παρηγοριά αιώνια. Ό
αγιογράφος ζωγραφίζεται, μεταφράζεται στην εικόνα πού φτιάχνει· γι' αυτό
παίζει
μεγάλο ρόλο ή ψυχική του κατάσταση. Μοΰ έλεγε ό Παπα-Τύχων[5]: «Έγώ, παιντί
μου, όταν ζωγραφίζω επιτάφια, ψάλλω "Ό ευσχήμων Ιωσήφ, άπό τοϋ ξύλου
καφελών..."». Έψαλλε καί έκλαιγε συνέχεια και τά δάκρυα του έπεφταν πάνω
στην εικόνα.
Μιά τέτοια εικόνα κάνει ένα αιώνιο κήρυγμα στον κόσμο. Οι
εικόνες αιώνες κηρύττουν-κηρύττουν. Ρίχνει λ.χ. ένας πονεμένος ένα βλέμμα
στην εικόνα τού Χριστού ή της Παναγίας καί παίρνει παρηγοριά.
Όλη ή βάση είναι ή ευλάβεια. Βλέπεις, άλλος ακουμπά στον τοίχο πού
ακούμπησε ή εικόνα καί παίρνει Χάρη, καί άλλος μπορεί νά έχη τήν καλύτερη εικόνα,
άλλα, επειδή δέν έχει ευλάβεια, δεν ωφελείται.
Ή ένας μπορεί νά βοηθηθή άπό
έναν απλό σταυρό, καί άλλος νά μή βοηθηθή άπό τόν Τίμιο Σταυρό, όταν δέν
έχη ευλάβεια.
1. Εκλογή έξι Ψαλμών (3ου, 37ου, 62ου, 87ου, 102ου, 142ου) του Ψαλτηρίου του Δαβίδ, οι όποιοι
διαβάζονται στην αρχή τοϋ Όρθρου, ώς εισαγωγή στην Ακολουθία αυτή. Μετά το τέλος των
τριών πρώτων που αποτελούν τήν πρώτη στάση, οταν λέγεται τό «Δόξα Πατρί...» και τρις το
«αλληλούια», δέν κάνουμε μικρή μετάνοια οΰτε σταυρό, όπως προβλέπει τό τυπικό σέ άλλες
περιπτώσεις
2. Βλ. 'Αββα Ισαάκ τοϋ Σύρου, Οί Ασκητικοί Λόγοι, Λόγος ΚΗ', σ. 104, ΚΘ', σ. 108 και ΝΗ', σ.212.
3. Πρόεδρος τοϋ χωριοϋ των Φαράσων ήταν ό πατέρας τοϋ Γέροντα.
4. Βλ. Α ' Κορ. 3,16 καί 6, 19.
5. Ό Γέροντας ασπάσθηκε μια εικόνα, χωρίς νά άκουσθη ό ασπασμός.
8. Βλ. Γέροντος Παϊσίου Άγιορείτου, Άγιορεΐται Πατέρες καί Αγιορείτικα, Σουρωτή Θεσσαλονίκης
1993, σ. 15-40.
ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ
ΛΟΓΟΙ Β΄
ΛΟΓΟΙ Β΄
ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΑΦΥΠΝΙΣΗ
ΣΟΥΡΩΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ
«ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ»ΣΟΥΡΩΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου