Λόγοι Β΄
ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ
"ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ"
ΣΟΥΡΩΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
"ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ"
ΣΟΥΡΩΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Το δόσιμο έχει θείο οξυγόνο
«Οι άνθρωποι ξεχνούν αυτούς πού υποφέρουν »
- Γέροντα, έχετε πει ότι όσο αποφεύγεις την ανθρώπινη παρηγοριά, τόσο λαμβάνεις την θεία. Γι' αυτό καταλαβαίνεις περισσότερο την προσευχή, αν είσαι νηστικός;
- Ναί, άλλα και ένας νηστικός καταλαβαίνει και τον νηστικό. Ένας χορτάτος δεν τον καταλαβαίνει. Άκουσα ότι κάπου πετούν τά φαγητά καί λίγο πιο κάτω υπάρχουν Ρωσοπρόσφυγες πού δεν έχουν νά φάνε. Ζουν οι καημένοι μέσα στά θερμοκήπια, σέ κάτι παράγκες άπό λαμαρίνες.
Άς πούμε οτι δεν ξέρουν πώς εκεί κοντά υπάρχουν άνθρωποι πού έχουν ανάγκη. Καλά, δεν ρωτούν νά μάθουν; Νά τά πετούν!
Έμεϊς καί αυτό τό άχρηστο πού έχουμε, δεν τό δίνουμε. Είναι αμαρτία άλλος νά δυσκολεύεται νά άγοράση κάτι πού τού χρειάζεται καί άλλος νά έχη πράγματα πού δέν τά χρησιμοποιεί καί νά μην τά δίνη σ' αυτόν πού τά έχει ανάγκη! Αυτό γιά μένα είναι ή μεγαλύτερη κόλαση. Στην Κρίση θά μας πή ό Χριστός: «Έπείνασα καί ουκ έδώκατέ μοι φαγεϊν»[1]
Μερικοί πού τά έχουν ολα λένε: «Δέν υπάρχει φτώχεια σήμερα». Δεν σκέφτονται τον άλλο. Δεν μπαίνουν στην θέση του άλλου, γιά νά μην ενοχληθούν καί χάσουν τήν ησυχία τους. Έτσι όμως πώς νά βρουν τον φτωχό; Άν σκέφτεται κανείς τον άλλο, βρίσκει τόν φτωχό καί βρίσκει καί από τί έχει ανάγκη.
Υπάρχουν τόσα ορφανά πού δεν έχουν έναν άνθρωπο νά χαϊδέψη λίγο τό κεφαλάκι τους.
Οι άνθρωποι ξεχνούν όσους υποφέρουν. Ό νους τους είναι σε όσους καλοπερνούν καί συγκρίνουν μ' αυτούς τόν εαυτό τους καί όχι με εκείνους πού υποφέρουν.
Αν σκέφτονταν λιγάκι λ.χ. μερικούς Βορειοηπειρώτες, οί όποιοι, επειδή έκαναν τόν σταυρό τους, είναι
οι καημένοι είκοσι χρόνια στην φυλακή, σέ έναν χώρο ένα επί ένα, θά έβλεπαν αλλιώς τά πράγματα. Φοβερό!
Ούτε κάν μπορούμε νά τό σκεφθούμε. Ξέρετε τί θά πή ένα επί ένα; Ούτε καθιστός ούτε ξαπλωτός ούτε όρθιος. Καί παράθυρο;... άν έχη καμμιά τρύπα[2].
- Δηλαδή, Γέροντα, σέ τάφους!
- Στον τάφο τουλάχιστον είσαι τεντωμένος. Καί τί μαρτύρια! Πολλή δυστυχία πάντως υπάρχει σήμερα, γιατί φτιάχνουν πυρομαχικά καί εγκατέλειψαν τόν κόσμο. Στην Αφρική είχα δει νά τρώνε κοπριές άπό γκαμήλες.
Οί άνθρωποι εκεί έχουν κάτι σώματα, πού δεν μοιάζουν με σώματα. Σάν βατράχια είναι. Καί δ θώρακας είναι σάν ένα καλαθάκι μέ βέργες. Γιατί πονάω; Έμεϊς τά έχουμε όλα, γι' αυτό δεν πονούμε τους άλλους καί θέλουμε νά πάμε καί στον Παράδεισο...
Όταν είχα πάει στην Ιερά Μονή Στομίου τό 1958, ήταν στην Κόνιτσα ένας Προτεστάντης πού τόν ενίσχυσαν οικονομικά άπό τήν Αμερική καί είχε προσηλυτίσει ογδόντα οικογένειες. Είχε χτίσει μάλιστα καί ένα οίκημα, γιά νά συγκεντρώνωνται.
Οί καημένοι οί άνθρωποι είχαν μεγάλη ανάγκη καί άπό τήν μεγάλη φτώχεια άναγκάζονταν νά γίνουν Προτεστάντες, γιατί εκείνοι τους βοη- θούσαν οικονομικά. Μια μέρα μου είπε κάποιος: «Έγώ όχι μόνον Προτεστάντης αλλά καί Εβραίος γίνομαι, γιατί έχω ανάγκη».
Όταν το άκουσα αυτό, είπα «κάτι πρέπει νά γίνη». Μάζεψα μερικούς πού είχαν κάποια οικονομική άνεση καί μπορούσαν νά βοηθήσουν καί τους μίλησα. Τότε οί καημένοι ήταν τελείως κοσμικοί, άλλα είχαν καλή διάθεση. Μιά ψυχή συγκεκριμένα, παρόλο πού καί αυτή ήταν τότε τελείως κοσμική, είχε μεγάλη καρδιά.
Όταν τήν είδα για πρώτη φορά, είπα: «Άπ' εξω φαίνεται σάπιο ξύλο, άλλα μέσα είναι δαδί». Αποφασίσαμε λοιπόν νά συγκεντρώνουμε μερικά χρήματα καί νά τά δίνουμε σε φτωχές οικογένειες. Όσα συγκεντρώναμε, τους έλεγα νά πηγαίνουν νά τά δίνουν οί ϊδιοι στους φτωχούς, γιά νά συγκινηθούν καί νά βοηθηθούν πνευματικά.
Έτσι καί πέτρινη νά είναι ή καρδιά τους, μαλακώνει, γίνεται ανθρώπινη, καί θά τους άνοιχθή καί ή πύλη τού Παραδείσου. Σε λίγο όλοι αυτοί άλλαξαν, γιατί έβλεπαν τήν δυστυχία πού υπήρχε καί δεν τους έκανε καρδιά νά πάνε στά κέντρα νά διασκεδάσουν. «Μας έχεις αφοπλίσει, μοϋ έλεγαν. Πώς νά πάμε τώρα νά διασκεδάσουμε;». Ήρθαν καί κοντά στην Εκκλησία. Ένας μάλιστα έμαθα αργότερα ότι είχε γίνει καί ψάλτης. Άλλα καί οί ογδόντα οικογένειες, μέ τήν Χάρη τού Θεού, ή μιά μετά τήν άλλη επέστρεψαν στην Όρθοδοξία.
Όταν αργότερα ήρθαν Αμερικανοί Προτεστάντες νά δουν τό έργο τού Προτεστάντη πού τις είχε προσηλυτίσει, τον πέρασαν άπό δίκη, γιατί δεν είχε πιά οπαδούς!
- Γέροντα, άλλοι ζητούν εύκολα βοήθεια, όταν έχουν ανάγκη, καί άλλοι δεν λένε τίποτε.
- Πολλοί ντρέπονται καί δεν θέλουν νά εκτεθούν. Αυτοί έχουν περισσότερη ανάγκη. Έκεϊ πιάνεται πιο πολύ ή βοήθεια. Ξέρω δύο γιατρούς πού κάτι τους συνέβη καί δεν είχαν χρήματα ούτε μιά ασπιρίνη νά πάρουν. Ό άνθρωπος πού έχει αγάπη δεν αρκείται στο νά δώση μόνο σε οποιον τοϋ ζήτηση ελεημοσύνη, άλλα ψάχνει νά βρη ανθρώπους πού έχουν ανάγκη, για νά τους συμπαρασταθη. Ή μητέρα μου φρόντιζε πολύ νά βρη τέτοιες περιπτώσεις.
«Κριτήριο αγάπης»
Όταν ένας εχη και δίνη ελεημοσύνη, δεν μπορείς νά καταλάβης αν εχη αγάπη ή όχι, γιατί μπορεί νά δίνη όχι άπό αγάπη, αλλά γιά νά ξεφορτωθή κάποια πράγματα.
Όταν στερηται και δίνη, τότε φαίνεται ή αγάπη του. Πιστεύω, ας υποθέσουμε, οτι έχω αγάπη· ό Θεός, γιά νά δοκιμάση την αγάπη μου, μού στέλνει έναν φτωχό.
Αν έχω λ.χ. δυο ρολόγια, ένα καλό καί ένα λίγο χαλασμένο, και δώσω το χαλασμένο στον φτωχό, σημαίνει ότι ή αγάπη μου είναι δευτέρας ποιότητος. Αν έχω πραγματική αγάπη, θά δώσω το καλό στον φτωχό.
Μπαίνει όμως ή βλαμμένη λογική καί λέμε: «Τί, το καλό θά δώσω;
Γι' αυτόν, αφού δεν έχει κανένα ρολόι, καλό είναι καί το παλιό», καί δίνω τό παλιό. 'Αλλά, όταν δίνης το παλιό, ζή ό παλαιός άνθρωπος ακόμη μέσα σου· αν δίνης τό καινούργιο, είσαι αναγεννημένος άνθρωπος. Κολάσιμη κατάσταση είναι, όταν κρατάς καί τά δυο καί δέν δίνης κανένα.
- Γέροντα, πώς βγαίνει κανείς άπό αυτήν τήν κατάσταση;
- Νά σκεφθή: «Αν ήταν ό ίδιος ό Χριστός, τί θά έδινα; Ασφαλώς τό καλύτερο». Έτσι καταλαβαίνει ποια είναι ή πραγματική αγάπη. Θά πάρη λοιπόν μιά γερή απόφαση καί τήν άλλη φορά θά δώση τό καλύτερο.
Μπορεί λίγο νά δυσκολευθή στις αρχές, άλλα, αν αγωνίζεται μ' αυτόν τον τρόπο, θά φθάση σέ κατάσταση νά δίνη καί τό παλιό καί τό καινούργιο, γιά νά διευκολύνη τους άλλους, καί αυτός νά μήν εχη ρολόι, άλλα νά εχη μέσα του Χριστό και νά άκούη τό γλυκό χτύπημα της καρδιάς του πού Θά σκιρτά άπό θεϊκή χαρά.
Αν σού αφαιρέσουν τό Ιμάτιο και εσύ δώσης και τον χιτώνα πού έχεις[3], θά σέ ντύση μετά ό Χριστός. Αν πονάς έναν ταλαίπωρο καί τον βοηθάς, σκέψου, άν ήταν ό ίδιος ό Χριστός, τί θυσία θά έκανες! Έτσι δίνει κανείς εξετάσεις.
Στον πλησίον του ό πιστός άνθρωπος βλέπει τό πρόσωπο τοϋ Χριστού. Καί ό ϊδιος ό Χριστός λέει «αυτό πού κάνετε σέ έναν ταλαίπωρο είναι σάν νά τό κάνετε σέ μένα»[4]. Βέβαια τήν τιμή την απονέμει στον καθένα ανάλογα[5], άλλα ή αγάπη είναι ϊδια γιά όλους. Στην καρδιά του τήν ϊδια θέση έχει ένας υπουργός καί ένας φτωχός· ένας στρατηγός καί ένας στρατιώτης.
- Γέροντα, πώς συμβαίνει μερικές φορές, αυτός πού βοηθιέται, νά φέρεται άσχημα προς αυτόν πού τον βοήθησε;
- Ό διάβολος πάει καί κεντάει τον άλλον, ώστε νά μάς φερθή άσχημα καί νά αγανακτήσουμε, οπότε χάνουμε τό καλό. Δεν φταίει ό άνθρωπος· ό διάβολος κεντάει τόν άλλο, γιά νά μάς κάνη νά τά χάσουμε όλα.
Όταν κάνετε μιά καλωσύνη, νά αισθάνεσθε πάντα πώς ο,τι κάνετε έχετε υποχρέωση νά τό κάνετε καί νά είστε έτοιμες νά αντιμετωπίσετε πειρασμό, γιά νά μή χάσετε τό καλό πού κάνατε, άλλα νά τό κερδίσετε όλο.
Κάνει λ.χ. ένας μιά ελεημοσύνη, χωρίς νά εχη σκοπό νά τήν φανέρωση.
Μπαίνει ό πειρασμός στην μέση καί βάζει άλλους νά τού πουν «εσύ ό φιλάργυρος, πού δέν έκανες τίποτε κ.λπ., ό τάδε έκανε αυτό, ό τάδε εκείνο», γιά νά τόν άναγκάση νά πή καί αυτός... ταπεινά «έκανα καί έγώ κάτι μικρό, ένα νοσοκομείο» ή νά τόν άναγκάση νά αγανάκτηση καί νά πή «ποιος, έγώ, πού έκανα αυτό καί αυτό;» καί νά τά χάση όλα.
Ή θά βάλη αυτόν πού ευεργέτησε νά τοϋ πή: «Άχάριστε, έκμεταλλευτά κ.λπ.», μέχρι νά τοϋ απάντηση: «Έγώ εκμεταλλευτής; Έγώ πού σοϋ έκανα εκείνη την καλωσύνη, εκείνη την ευεργεσία;». «Βρε τον αχάριστο, θα πη μετά, δέν ήθελα νά μοϋ πη "ευχαριστώ", άλλα τουλάχιστον νά το αναγνώριζε». Όταν όμως κανείς περιμένη αναγνώριση, πάει, τά χάνει όλα.
Ένώ, αν βάλη έναν καλό λογισμό και πη «καλύτερα πού ξέχασε την καλωσύνη πού τοϋ έκανα» ή «μπορεί νά ήταν στεναχωρημένος ή κουρασμένος, γι' αυτό μίλησε έτσι», δικαιολογεί τον άλλον καί δέν χάνει.
Όταν δέν περιμένουμε ανταπόδοση, τότε έχουμε καθαρό μισθό. Ό Χριστός έκανε το πάν γιά μας καί εμείς Τον σταυρώσαμε. Τί ψάλλουμε; «Αντί τοϋ μάννα χολήν»[6]. Πάντοτε νά προσπαθούμε νά κάνουμε το καλό, χωρίς νά περιμένουμε ανταπόδοση.
1. Ματθ. 25,42.
2. Ειπώθηκε τόν Μάιο τοϋ 1990
3. Βλ. Λουκ. 6,29.
4. Βλ. Ματθ. 25,40.
5. Βλ. Ρωμ. 13, 7.
6. Άπό Ίδιόμελο τροπάριο τοϋ ΙΒ' αντιφώνου στον Όρθρο της Μεγάλης Παρασκευής
Απόσπασμα από τις σελίδες 153 -158 του βιβλίου:
ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ
ΛΟΓΟΙ Β΄
ΛΟΓΟΙ Β΄
ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΑΦΥΠΝΙΣΗ
ΣΟΥΡΩΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ
«ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ»ΣΟΥΡΩΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου