Κουμπιά

Κυλιόμενο Μήνυμα

Σάββατο 22 Μαρτίου 2025

Ἑρμηνεία τῆς Ευαγγελικῆς περικοπῆς τῆς Κυριακὴ τῆς Σταυροπροσκυνήσεως ἀπὸ τὸν Ἱερὸ Χρυσόστομο

Ἡ ἀπαραίτητη αὐταπάρνηση τῶν γνησίων Χριστιανῶν
Κυριακὴ τῆς Σταυροπροσκυνήσεως (Μάρκ.8,34-38 καὶ 9,1)


Ἁγίου Ἰωάννου Χρυσοστόμου Ἀρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως

«Τότε ὁ Ἰησοῦς εἶπε τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ· Εἴ τις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτὸν, καὶ ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ, καὶ ἀκολουθείτω μοί.

(Τότε ὁ Ἰησοῦς εἶπε στοὺς μαθητές Του: Ἐὰν κάποιος θέλει νὰ μὲ ἀκολουθήσει ὡς μαθητής μου, ἂς διακόψει κάθε σχέση μὲ τὸν διεφθαρμένο ἀπὸ τὴν ἁμαρτία ἑαυτό του καὶ ἂς πάρει τὴ σταθερὴ ἀπόφαση νὰ ὑποστεῖ ἀκόμη καὶ θάνατο σταυρικὸ καὶ βίαιο. Καὶ ἂς μὲ ἀκολουθήσει μιμούμενος σὲ ὅλα τὸ παράδειγμά μου. Καὶ μὴ διστάσει νὰ προβεῖ στὶς ἀποφάσεις καὶ τὶς θυσίες αὐτές)» (Ματθ.16,24).

«Τότε ὁ Ἰησοῦς εἶπε στοὺς μαθητές Του», λέγει ὁ ἱερὸς Εὐαγγελιστὴς· πότε δηλαδή; Ὅταν ὁ Πέτρος προηγουμένως εἶχε πεῖ: « Ἳλεώς σοι, οὐ μὴ ἔσται σοὶ τοῦτο.
(Ὁ Θεὸς νὰ σὲ φυλάξει ἀπὸ ὅσα φοβερὰ μᾶς εἶπες ὅτι θὰ σοῦ συμβοῦν, Κύριε. Δὲν πρέπει σὲ σένα τὸν Μεσσία νὰ συμβεῖ αὐτὸ ποὺ εἶπες)» (Ματθ.16,22)· καὶ ἄκουσε ὡς ἀπάντηση ἀπὸ τὸν Κύριο: «Ὓπαγε ὀπίσω μου, Σατανᾶ (Πήγαινε πίσω μου καὶ φύγε ἀπὸ μπροστά μου, σατανᾶ˙ μου εἶσαι ἐμπόδιο στὸ δρόμο τοῦ καθήκοντός μου καὶ πειρασμὸς· διότι δὲν φρονεῖς ἐκεῖνα ποὺ ἀρέσουν στὸν Θεό, ἀλλὰ ἐκεῖνα ποὺ ἀρέσουν στοὺς ἀνθρώπους)» (Ματθ. 16,23)· διότι δὲν ἀρκέστηκε στὴν ἐπιτίμηση μόνο, ἀλλὰ θέλοντας νὰ δείξει καὶ μὲ τὸ παραπάνω καὶ τὸ ὅτι τὰ λόγια τοῦ Πέτρου ἦταν ἄτοπα καὶ ἀνάρμοστα καθὼς ἐπίσης καὶ τὸ κέρδος ποὺ θὰ πήγαζε ἀπὸ τὸ Πάθος, λέγει: «Ἐσὺ μοῦ λέγεις: ‘’Ὁ Θεὸς νὰ σὲ φυλάξει καὶ νὰ σὲ εὐσπλαχνισθεῖ, ὥστε νὰ μὴ σοῦ συμβεῖ αὐτὸ’’· ἐγὼ ὅμως σοῦ λέγω ὅτι δὲν εἶναι μόνο ἐπιβλαβὲς γιὰ σένα καὶ ὀλέθριο τὸ νὰ μὲ ἐμποδίσεις καὶ νὰ δυσφορεῖς γιὰ τὸ ἐπικείμενο Πάθος μου, ἀλλὰ ὅτι οὔτε θὰ μπορέσεις νὰ σωθεῖς ἐὰν καὶ ἐσὺ ὁ ἴδιος δὲν εἶσαι προετοιμασμένος μὲ κάθε τρόπο νὰ πεθάνεις».
 
Γιὰ νὰ μὴν νομίσουν δηλαδὴ ὅτι εἶναι ἀνάξιο Αὐτοῦ τὸ νὰ πάθει, διδάσκει σὲ αὐτοὺς τὸ κέρδος τοῦ πράγματος, ὄχι μόνο μὲ ὅσα εἶχαν προηγηθεῖ, ἀλλὰ καὶ μὲ ὅσα ἐπρόκειτο νὰ ἀκολουθήσουν.
Στὸ περιστατικὸ ποὺ καταγράφεται ἀπὸ τὸν εὐαγγελιστὴ Ἰωάννη, λοιπόν, λέγει: «Ἐὰν μὴ ὁ κόκκος τοῦ σίτου πεσὼν εἰς τὴν γῆν ἀποθάνῃ, αὐτὸς μόνος μένει· ἐὰν δὲ ἀποθάνῃ, πολὺν κὰρπὸν φέρει (Ἀληθινά σᾶς λέω, ἐὰν τὸ μικρὸ σπυρὶ τοῦ σιταριοῦ δὲν πέσει στὴ γῆ καὶ δὲν σαπίσει μέσα στὸ χῶμα, μένει ἁπλῶς ἕνας μόνο σπόρος καὶ δὲν πολλαπλασιάζεται. Ἐὰν ὅμως μὲ τὴ σπορά του στὴ γῆ πεθάνει καὶ ταφεῖ, βγάζει πολὺ καρπό. Ἔτσι κι ἐγώ, ἐὰν πεθάνω, ὅπως ὁ Πατέρας μου ὅρισε, θὰ καρποφορήσω τὴ σωτηρία τοῦ ἀνθρωπίνου γένους)» (Ἰω.12,24).

Στὴν περικοπὴ τοῦ Ματθαίου μάλιστα ἐδῶ (Ματθ.16,24), διδάσκοντας αὐτὸ σὲ μεγαλύτερο βάθος, δὲν περιορίζει τὸν λόγο μόνο στὸν Ἑαυτό Του, περὶ τοῦ ὅτι πρέπει δηλαδὴ νὰ πεθάνει, ἀλλὰ ἐπεκτείνει αὐτὸν καὶ πρὸς ἐκείνους. Εἶναι δηλαδὴ τόσο τὸ κέρδος αὐτοῦ τοῦ πράγματος, ὥστε καὶ γιὰ σᾶς τὸ νὰ μὴ θέλετε μὲν νὰ πεθάνετε νὰ εἶναι φοβερό, ἐνῷ το νὰ εἶστε ὅμως ἕτοιμοι πρὸς αὐτὸ νὰ εἶναι ἀγαθό.
Ἀλλὰ αὐτὸ μὲν τὸ δηλώνει μὲ ὅσα λέγει στὴ συνέχεια, ἐνῷ τώρα ἐξετάζει αὐτὸ ἀπὸ μία μόνο σκοπιά. Καὶ πρόσεχε ὅτι δὲν ὁμιλεῖ κατὰ τρόπο καταναγκαστικό.
Διότι δὲν εἶπε ὅτι «καὶ ἂν θέλετε, καὶ ἂν δὲν θέλετε, πρέπει νὰ πάθετε ἐσεῖς αὐτὸ»· ἀλλὰ τί εἶπε; «Ἐὰν κάποιος θέλει νὰ μὲ ἀκολουθήσει».
«Δὲν ἐκβιάζω, δὲν ἐξαναγκάζω, ἀλλὰ τὸν καθένα ἀφήνω κύριο τῆς προαιρέσεώς του· γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ λέω «ἐὰν κάποιος θέλει».
Διότι πρὸς ἀγαθὰ προσκαλῶ· ὄχι πρὸς κακὰ καὶ δυσάρεστα, ὄχι πρὸς κόλαση καὶ τιμωρία, γιὰ νὰ ἀναγκάσω».

Πράγματι λοιπὸν αὐτὴ ἡ ἴδια ἡ φύση τοῦ πράγματος εἶναι ἱκανὴ νὰ προσελκύσει. Λέγοντας μάλιστα αὐτὰ προσείλκυε ἀκόμη περισσότερο.
Διότι ἐκεῖνος μέν, ὁ ὁποῖος χρησιμοποιεῖ βία, πολλὲς φορὲς ἀποτρέπει τὸν ἀκροατή του· ἐκεῖνος ὅμως ποὺ ἀφήνει ἐλεύθερο τὸν ἀκροατὴ νὰ κάνει τὶς ἐπιλογές του, περισσότερο τὸν προσελκύει.
Διότι ἔχει μεγαλύτερη δύναμη ἀπὸ τὴ βία ἡ ἐλεύθερη ἐκλογή. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸν ὁ Κύριος ἔλεγε: «ἐὰν κάποιος θέλει». «Εἶναι μεγάλα», λέγει, «τὰ ἀγαθὰ τὰ ὁποῖα σᾶς προσφέρω καὶ τέτοια, ὥστε νὰ σπεύδετε μὲ τὴ θέλησή σας».
Πράγματι δὲ θὰ ἦταν δυνατὸν νὰ προσελκύσει κανεὶς μὲ τὴ βία, οὔτε καὶ ἂν ἀκόμη πρόσφερε χρυσὸ καὶ ἔθετε θησαυρὸ μπροστά μας.
Ἐὰν μάλιστα πρὸς ἐκεῖνα δὲν προσελκύει κανεὶς μὲ βίαιο τρόπο, πολὺ περισσότερο ὁ Θεὸς πρὸς τὰ ἐπουράνια ἀγαθὰ· διότι ἐὰν δὲ σὲ πείθει νὰ προστρέξεις ἡ φύση τοῦ πράγματος, οὔτε νὰ λάβεις εἶσαι ἄξιος, ἀλλὰ οὔτε καὶ ἐὰν λάβεις, θὰ γνωρίσεις καλῶς ἐκεῖνο ποὺ ἔλαβες.
 
Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ ὁ Χριστὸς δὲν ἀναγκάζει, ἀλλὰ προτρέπει, σεβόμενος τὴν ἐλευθερία μας. Ἐπειδὴ λοιπὸν φαίνονταν νὰ διαδίδουν πολλά, καὶ ἰδιαιτέρως νὰ στενοχωριούνταν γι’ αὐτὸ ποὺ τοὺς εἶπε, λέγει: «Δὲν χρειάζεται νὰ θορυβεῖστε καὶ νὰ ταράζεστε. Ἐὰν δὲν θεωρεῖτε ὅτι αὐτὸ ποὺ σᾶς ἔχει εἰπωθεῖ εἶναι αἴτιο ἀναρίθμητων ἀγαθῶν καὶ θὰ σᾶς ὁδηγήσει στὴ σωτηρία σας, δὲν ἐκβιάζω, οὔτε ἐξαναγκάζω, ἀλλὰ ἐὰν κάποιος θέλει νὰ μὲ ἀκολουθήσει, αὐτὸν προσκαλῶ.
Μὴ νομίζετε ὅμως ὅτι τοῦτο εἶναι το νὰ μὲ ἀκολουθεῖτε, αὐτὸ τὸ ὁποῖο πράττετε τώρα ἀκολουθῶντας με.
Εἶναι ἀνάγκη νὰ ὑπομείνετε πολλοὺς κόπους, πολλοὺς κινδύνους ἐὰν ἔχετε σκοπὸ νὰ μὲ ἀκολουθήσετε.
Δὲν πρέπει λοιπόν, Πέτρε, ἐπειδὴ τώρα μὲ ὁμολόγησες Υἱὸ τοῦ Θεοῦ, νὰ περιμένεις γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ καὶ μόνο στεφάνους καὶ νὰ νομίζεις ὅτι εἶναι ἀρκετὸ αὐτὸ γιὰ σένα γιὰ τὴ σωτηρία σου, καὶ νὰ αἰσθάνεσαι λοιπὸν τὸν ἑαυτό σου ἀσφαλῆ καὶ ἀναπαυμένο, διότι τάχα πραγματοποίησες τὸ πᾶν μὲ τὸ νὰ μὲ ὁμολογήσεις ἁπλᾶ μὲ τὰ λόγια.
Μπορῶ βέβαια ἐπειδὴ εἶμαι Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, νὰ μὴ σὲ ἀφήσω νὰ λάβεις πεῖρα τῶν δυσχερειῶν· δὲν τὸ θέλω ὅμως αὐτὸ γιὰ χάρη σου, ὥστε νὰ συνεισφέρεις καὶ ὁ ἴδιος κάτι καὶ νὰ γίνεις ἄξιος γιὰ μεγαλύτερες τιμές».

Οὔτε βέβαια, ἐὰν κανεὶς εἶναι κριτὴς τῶν ἀγώνων καὶ ἔχει ἀθλητὴ ἕνα φίλο του, θὰ θελήσει νὰ τὸν στεφανώσει ἁπλᾶ καὶ μόνο ἀπὸ εὔνοια, ἀλλὰ καὶ γιὰ τοὺς δικούς του κόπους, καὶ προπαντὸς γι’ αὐτό, ἐπειδὴ τὸν ἀγαπᾶ· ἔτσι καὶ ὁ Χριστὸς αὐτοὺς τοὺς ὁποίους ἰδιαιτέρως ἀγαπᾶ, αὐτοὺς κατ' ἐξοχὴν θέλει νὰ προκόπτουν, καὶ μὲ τὴ δική τους προαίρεση καὶ ὄχι μόνο ἀπὸ τὴ βοήθειά Του.
Πρόσεξε, ὅμως, πῶς καὶ τὸν λόγο κάνει ὑποφερτό. Δὲν περιορίζει λοιπὸν τὶς δυσκολίες καὶ τὰ ἐμπόδια μόνο σὲ αὐτούς, ἀλλὰ καὶ παρουσιάζει τὴν ἀλήθεια αὐτὴ καὶ τὴ διδασκαλία κοινὴ γιὰ ὅλη τὴν οἰκουμένη, λέγοντας: «Ἐὰν κάποιος θέλει», εἴτε γυναῖκα, εἴτε ἄνδρας, εἴτε ἄρχοντας, εἴτε ἀρχόμενος, ἂς ἀκολουθεῖ αὐτὴν τὴν ὁδό. Καὶ φαίνεται μὲν ἐκ πρώτης ὄψεως ὅτι ἕνα πρᾶγμα ἔχει πεῖ, τρία ὅμως εἶναι αὐτὰ ποὺ λέει· τὸ «ἂς ἀπαρνηθεῖ κανεὶς τὸν ἑαυτό του», τὸ «ἂς σηκώσει τὸν σταυρό του» καὶ τὸ «ἂς μὲ ἀκολουθήσει»· καὶ τὰ μὲν δύο εἶναι ἀλληλένδετα, τὸ ἄλλο ὅμως εἰπώθηκε ὡς κάτι ξεχωριστό.

Ἀλλὰ ἂς δοῦμε πρῶτα τί ἄραγε σημαίνει το νὰ ἀρνηθοῦμε τὸν ἑαυτό μας. Ἂς μάθουμε προηγουμένως τί σημαίνει νὰ ἀρνηθοῦμε κάποιον ἄλλο ἄνθρωπο καὶ τότε θὰ κατανοήσουμε πληρέστερα τί περίπου σημαίνει νὰ ἀρνηθοῦμε τὸν ἑαυτό μας.
Τί σημαίνει λοιπὸν νὰ ἀρνηθοῦμε ἕναν ἄλλον ἄνθρωπο; Ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος ἀρνεῖται κάποιον ἄλλον, λόγου χάριν τὸν ἀδελφό του ἢ τὸν δοῦλο του, ἢ ὁποιονδήποτε ἄλλον, καὶ ἂν ἀκόμη τὸν δεῖ νὰ μαστιγώνεται ἢ νὰ ἁλυσοδένεται ἢ νὰ ὁδηγεῖται σὲ φυλακὴ ἢ ὁτιδήποτε ἄλλο νὰ πάσχει, δὲν τὸν συμπαρίσταται, δὲν τὸν βοηθάει, δὲν κάμπτεται, δὲν ὑποφέρει κάτι χάριν αὐτοῦ, ἐπειδὴ ἅπαξ διαπαντὸς ἀποξενώθηκε ἀπὸ αὐτόν.
Τέτοια ἀδιαφορία λοιπὸν ἐπιθυμεῖ νὰ δείχνουμε γιὰ τὸ σῶμα μας, ὥστε καὶ ἂν τὸ μαστιγώνουν ἢ τὸ καταδιώκουν ἢ τὸ καίουν ἢ ὁτιδήποτε τὸ κάνουν, νὰ μὴν τὸ λυπούμαστε· διότι αὐτὸ σημαίνει το νὰ λυπᾶται κανεὶς κάτι. Ἐπειδὴ καὶ οἱ γονεῖς τότε πραγματικὰ λυποῦνται τὰ τέκνα, ὅταν ἀφοῦ τὰ παραδώσουν στοὺς διδασκάλους, δώσουν ἐντολὴ σὲ αὐτοὺς νὰ μὴν τὰ λυποῦνται.
Ἔτσι καὶ ὁ Χριστὸς· δὲν εἶπε νὰ μὴ λυπούμαστε τὸν ἑαυτό μας, ἀλλὰ κάτι πολὺ περισσότερο ἀπὸ αὐτό, τὸ «νὰ ἀπαρνηθοῦμε τὸν ἑαυτό μας»· δηλαδή, νὰ μὴν ἔχει τίποτε κοινὸ πρὸς τὸν ἑαυτό του, ἀλλὰ νὰ τὸν παραδίδει στοὺς κινδύνους, στοὺς ἀγῶνες, καὶ τέτοια νὰ εἶναι ἡ ὅλη στάση του σὰν νὰ ἦταν κάποιος ἄλλος ποὺ τὰ ἔπασχε αὐτά. Καὶ δὲν εἶπε, «ἂς ἀρνηθεῖ», ἀλλὰ «ἂς ἀπαρνηθεῖ», φανερώνοντας πάλι καὶ μὲ τὴ μικρὴ αὐτὴ προσθήκη τὸ ἔπακρο τῆς ἀρνήσεως τοῦ ἑαυτοῦ μας· διότι πράγματι μὲ τὸ σύνθετο ρῆμα «ἀπαρνηθεῖ» δίνεται ἀκόμη μεγαλύτερη ἔμφαση καὶ ἀπολυτότητα στὴν ἄρνηση ἀπ’ ὅ,τι μὲ τὸ ἁπλὸ «ἀρνηθεῖ».

«Καὶ ἂς σηκώσει τὸν σταυρό του». Τοῦτο προέρχεται ἐξ ἐκείνου ποὺ εἶπε προηγουμένως, δηλαδὴ τὴν πλήρη αὐταπάρνηση. Γιὰ νὰ μὴ νομίσεις δηλαδὴ ὅτι πρέπει νὰ ἀπαρνηθεῖς τὸν ἑαυτό σου ὅσον ἀφορᾶ μόνο τὰ ἐναντίον σου λόγια καὶ τὶς ὕβρεις καὶ τὶς κατηγορίες, λέγει καὶ μέχρι ποιοῦ βαθμοῦ πρέπει νὰ ἀπαρνηθεῖς τὸν ἑαυτό σου· δηλαδὴ μέχρι θανάτου, καὶ μάλιστα θανάτου ἐπονείδιστου(σταυρικού).
Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ δὲν εἶπε «ἂς ἀπαρνηθεῖ τὸν ἑαυτό του μέχρι θανάτου», ἀλλὰ «ἂς σηκώσει τὸν σταυρό του», δηλώνοντας τὸν ἀτιμωτικὸ θάνατο· καὶ ὅτι ὄχι μία φορά, οὔτε δύο, ἀλλὰ καθ’ ὅλην μας τὴν ζωή, πρέπει νὰ τὸ κάνουμε αὐτό.
«Συνεχῶς δηλαδή», λέγει, «νὰ σκέπτεσαι τὸν θάνατο αὐτόν, καὶ καθημερινὰ νὰ εἶσαι ἕτοιμος πρὸς σφαγὴ»· διότι ἐπειδὴ πολλοὶ μὲν περιφρόνησαν τὰ χρήματα καὶ τὴν τρυφὴ καὶ τὴ δόξα, τὸν θάνατο ὅμως δὲν τὸν περιφρόνησαν, ἀλλὰ φοβήθηκαν τοὺς κινδύνους, «ἐγώ», λέγει, «θέλω ὁ δικός μου στρατιώτης νὰ παλεύει μέχρις αἵματος, καὶ οἱ ἀγῶνες νὰ φθάνουν μέχρι σφαγῆς». Ὥστε καὶ ἂν εἶναι ἀνάγκη καὶ θάνατο νὰ ὑπομείνουμε, εἴτε θάνατο ἐπονείδιστο, εἴτε θάνατο ἐπικατάρατο, εἴτε νὰ διασύρεται ἡ ὑπόληψή μας, ὅλα πρέπει νὰ τὰ ὑποφέρουμε μὲ γενναιότητα, καὶ κατ’ αὐτὸν τὸν τρόπον νὰ χαιρόμαστε πιὸ πολύ.

«Καὶ ἂς μὲ ἀκολουθεῖ». Ἐπειδὴ δηλαδὴ εἶναι δυνατὸ καὶ νὰ πάσχει κανεὶς χωρὶς νὰ ἀκολουθεῖ τὸν Χριστό, ὅταν κανεὶς δὲν ὑφίσταται τὰ παθήματα γιὰ χάρη Του (καθ' ὅσον καὶ οἱ ληστὲς ὑποφέρουν πολλὰ καὶ φοβερὰ καὶ οἱ τυμβωρύχοι καὶ οἱ ἀπατεῶνες), γιὰ νὰ μὴν νομίσεις ὅτι ἀρκεῖ ἡ ὕπαρξη μόνη τῶν δεινῶν, προσθέτει καὶ τὴν προϋπόθεση τῶν δεινῶν.
Ποιά λοιπὸν εἶναι αὐτή; Πραγματοποιῶντας αὐτὰ καὶ πάσχοντας αὐτά, νὰ ἀκολουθεῖς Αὐτὸν καὶ νὰ ὑπομένεις τὰ πάντα χάριν Αὐτοῦ καὶ νὰ ἔχεις καὶ τὴν ὑπόλοιπη ἀρετή. Καθ' ὅσον καὶ τοῦτο φανερώνει τὸ «Ἂς μὲ ἀκολουθεῖ»· ὥστε νὰ μὴν ἐπιδεικνύουμε μόνο ἀνδρεῖα κατὰ τὴ διάρκεια τῶν δεινῶν, ἀλλὰ καὶ σωφροσύνη καὶ ἐπιείκεια καὶ κάθε εἶδος εὐσέβειας. Αὐτὸ σημαίνει το νὰ ἀκολουθοῦμε τὸν Χριστό, ὅπως πρέπει, τὸ νὰ φροντίζουμε καὶ γιὰ τὰ ἄλλα εἴδη τῆς ἀρετῆς καὶ τὸ νὰ ὑφιστάμεθα τὰ πάντα γι’ Αὐτόν.
Διότι ὑπάρχουν ἐκεῖνοι, οἱ ὁποῖοι ἀκολουθοῦν τὸν διάβολο καὶ πάσχουν αὐτά, καὶ χάριν ἐκείνου παραδίδουν τὶς ψυχές τους· ἀλλὰ ἐμεῖς πρέπει νὰ τὰ πάσχουμε χάριν τοῦ Χριστοῦ, ἢ μᾶλλον καλύτερα χάριν τοῦ ἴδιου μας τοῦ ἑαυτοῦ.
Ἐκεῖνοι μὲν ἀκολουθοῦν τὸν διάβολο καὶ ὑποφέρουν γιὰ νὰ βλάψουν τοὺς ἑαυτούς τους καὶ ἐδῶ καὶ ἐκεῖ (στη μέλλουσα ζωὴ)· ἐμεῖς ὅμως ἀκολουθοῦμε τὸν Χριστὸ καὶ ὑποφέρουμε γιὰ νὰ κερδίσουμε καὶ τὶς δύο.
Πῶς λοιπὸν δὲν εἶναι ἀπόδειξη τῆς πιὸ μεγάλης ἀνοησίας, τὸ νὰ μὴν ἐπιδεικνύουμε οὔτε τὴν ἴδια ἀνδρεία μὲ αὐτοὺς οἱ ὁποῖοι ὁδηγοῦνται στὴν ἀπώλεια καὶ μάλιστα τὴ στιγμὴ ποὺ ἐμεῖς πρόκειται νὰ ἀποκομίσουμε τόσα στεφάνια; Ἂν καὶ σὲ μᾶς, βέβαια, καὶ ὁ Χριστὸς παρίσταται ὡς βοηθός, σὲ ἐκείνους ὅμως κανείς.
 
Ἔδωσε φυσικὰ καὶ προηγουμένως αὐτὴν τὴν παραγγελία ὅταν ἀπέστελλε αὐτοὺς λέγοντας: «Εἰς ὁδὸν ἐθνῶν μὴ ἀπέλθητε καὶ εἰς πόλιν Σαμαρειτῶν μὴ εἰσέλθητε(:Μην πᾶτε σὲ δρόμο ποὺ θὰ σᾶς ὁδηγήσει σὲ χώρα ποὺ κατοικοῦν εἰδωλολάτρες, καὶ μὴ μπεῖτε σὲ πόλη ποὺ ἀνήκει σὲ Σαμαρεῖτες)» (Ματθ.10,5) καί «Ἰδοὺ ἐγὼ ἀποστέλλω ὑμᾶς ὡς πρόβατα ἐν μὲσῳ λύκων· γίνεσθε οὖν φρόνιμοι ὡς οἱ ὄφεις καὶ ἀκέραιοι ὡς αἱ περιστεραί.
Προσέχετε δὲ ἀπὸ τῶν ἀνθρώπων· παραδώσουσι γὰρ ὑμᾶς εἰς συνέδρια καὶ ἐν ταῖς συναγωγαῖς αὐτῶν μαστιγώσουσιν ὑμᾶς· καὶ ἐπὶ ἡγεμόνας δὲ καὶ βασιλεῖς ἀχθήσεσθε ἕνεκεν ἐμοῦ εἰς μαρτύριον αὐτοῖς καὶ τοῖς ἔθνεσιν (Νὰ λοιπόν, Ἐγὼ ὁ Κύριός σας, σᾶς ἀποστέλλω γιὰ νὰ εἶστε σὰν πρόβατα ἥμερα ἀνάμεσα σὲ αἱμοβόρους λύκους, μὲ τοὺς ὁποίους μοιάζουν οἱ ἐχθροὶ τοῦ εὐαγγελίου, οἱ ὁποῖοι εἶναι κυριευμένοι ἀπὸ τὰ ἄγρια πάθη τῆς σάρκας.
Ἀφοῦ λοιπὸν τόσο δεινὴ θὰ εἶναι ἡ θέση σας, φροντίστε νὰ εἶστε φρόνιμοι σὰν τὰ φίδια, ὥστε νὰ μὴν ἐκθέτετε τὸν ἑαυτό σας σὲ ἀνωφελεῖς καὶ ἀνόητους κινδύνους, καὶ ἄκακοι καὶ ἁπλοῖ σὰν τὰ περιστέρια. Ἔχοντας ὡς μόνο ὅπλο τὴ φρόνηση καὶ τὴν ἀκακία αὐτὴ νὰ προφυλάγεστε ἀπ’ τοὺς ἀνθρώπους· διότι θὰ σᾶς παραδώσουν σὲ συνέδρια γιὰ νὰ καταδικαστεῖτε ἀπ’ αὐτά, καὶ στὶς συναγωγές τους, καὶ θὰ σᾶς μαστιγώσουν μπροστὰ στὸ λαό)» (Ματθ.10,16-17)], τώρα ὅμως ἐκτενέστερα μᾶλλον καὶ αὐστηρότερα· διότι τότε ἀνέφερε μόνο τὸν θάνατο, ἐνῷ ἐδῶ ἔκανε λόγο καὶ περὶ τοῦ σταυροῦ, καὶ μάλιστά περί συνεχοῦς σταυροῦ· διότι λέγει:
«Ἂς σηκώσει τὸν σταυρό του»· δηλαδή, ἂς βαστάζει συνεχῶς καὶ ἂς φέρει τὸν σταυρό. Καὶ τοῦτο συνηθίζει νὰ κάνει παντοῦ, ὄχι ἐξ ἀρχῆς καὶ ἐκ προοιμίων, ἀλλὰ ἥσυχα καὶ σιγά-σιγά νὰ εἰσάγει τὰ μεγαλύτερα τῶν παραγγελμάτων, γιὰ νὰ μὴν παραξενεύονται ὅσοι ἀκοῦνε.
Ἔπειτα ἐπειδὴ φαινόταν ὅτι εἶναι ὑπερβολικὸ αὐτὸ ποὺ εἰπώθηκε, βλέπε πῶς μὲ τὰ ἑπόμενα λόγια τοὺς παρηγορεῖ καὶ ὑπόσχεται ἔπαθλα τὰ ὁποῖα ὑπερτεροῦν τῶν ἱδρώτων καὶ τῶν κόπων ποὺ θὰ κατέβαλλαν μὲ τὸν ἀγῶνα τους· καὶ ὄχι μόνο βραβεῖα, ἀλλὰ καὶ τὴν ἀντιμισθία τῆς κακίας.
Πράγματι, μὲ αὐτὴν ἀσχολεῖται περισσότερο παρὰ γιὰ ἐκεῖνα, ἐπειδὴ τοὺς περισσότερους συνηθίζει νὰ σωφρονίζει ὄχι τόσο ἡ προσφορὰ τῶν ἀγαθῶν, ὅσον ἡ ἀπειλὴ τῶν φοβερῶν.

Πρόσεχε λοιπὸν πῶς καὶ ἀπὸ ἐδῶ ἀρχίζει καὶ σὲ αὐτὸ καταλήγει: « Ὅς γὰρ ἂν θὲλῃ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ σῶσαι, ἀπολέσει αὐτήν· ὃς δ᾿ ἂν ἀπολὲσῃ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ ἕνεκεν ἐμοῦ, εὑρήσει αὐτήν. τί γὰρ ὠφελεῖται ἄνθρωπος ἐὰν τὸν κόσμον ὅλον κερδήσῃ, τὴν δὲ ψυχὴν αὐτοῦ ζημιωθῇ; τί δώσει ἄνθρωπος ἀντάλλαγμα τῆς ψυχῆς αὐτοῦ; (διότι ἐκεῖνος ποὺ θέλει νὰ σώσει τὴ ζωή του, αὐτὸς θὰ χάσει τὴν πνευματικὴ καὶ εὐτυχισμένη αἰώνια ζωή.
Ἐνῷ ἐκεῖνος ποὺ θὰ χάσει τὴ ζωή του γιὰ τὴν ὁμολογία καὶ ὑπακοὴ τοῦ σὲ μένα, θὰ τὴ βρεῖ στὸ μελλοντικὸ αἰῶνα, ὅπου θὰ κερδίσει τὴν αἰώνια ζωή. Καὶ ἡ αἰώνια αὐτὴ ζωὴ εἶναι τὸ πᾶν.
Διότι ποιά ὠφέλεια ἔχει ὁ ἄνθρωπος, ἐὰν κερδίσει τὸν κόσμο ὁλόκληρο, χάσει ὅμως τὴν ψυχή του, ἡ ὁποία ὡς πνευματικὴ καὶ αἰώνια δὲν συγκρίνεται μὲ κανένα ἀπὸ τὰ ὑλικὰ ἀγαθὰ τοῦ φθαρτοῦ κόσμου; Ἢ ἐὰν ἕνας ἄνθρωπος χάσει τὴν ψυχή του, τί θὰ δώσει ὡς ἀντάλλαγμα, μὲ τὸ ὁποῖο θὰ τὴν ἐξαγοράσει ἀπὸ τὴν αἰώνια ἀπώλεια;)» (Ματθ. 16,25-26).

Αὐτὸ λοιπὸν ποὺ λέγει, σημαίνει: «ὄχι ἀπὸ ἔλλειψη λύπης πρὸς ἐσᾶς, ἀλλὰ ἀπὸ ὑπερβολικὴ λύπη (καὶ φροντίδα) παραγγέλλω αὐτά. Καθ' ὅσον ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος λυπᾶται νὰ τιμωρήσει τὸ τέκνο του, τὸ καταστρέφει καὶ τὸ ὁδηγεῖ στὴν ἀπώλεια· ἐκεῖνος ὅμως ὁ ὁποῖος δὲ λυπᾶται, τὸ διασώζει».
Τοῦτο ἔλεγε καὶ κάποιος σοφός: « Σὺ μὲν γὰρ πατάξεις αὐτὸν ῥἄβδῳ, τὴν δὲ ψυχὴν αὐτοῦ ἐκ θανάτου ῥὕσῃ (διότι ἐσὺ μὲν θὰ χτυπήσεις τὸ σῶμα τοῦ υἱοῦ σου μὲ τὴ ράβδο, ὅμως δὲ θὰ πεθάνει ἀπὸ αὐτὸ· θὰ ἐλευθερώσεις ὡστόσο τὴν ψυχή του ἀπὸ τὴν ἀπώλεια καὶ τὸν αἰώνιο θάνατο)» (Παροιμ.23,14)· καὶ πάλι:
«Περιψύχων υἱὸν καταδεσμεύσει τραύματα αὐτοῦ (Ἐκείνος ποὺ παραχαϊδεύει καὶ δὲν παιδαγωγεῖ ὀρθῶς τὸ παιδί του, θὰ τὸ ἐνθαρρύνει σὲ ἐκτροπὲς καὶ ἔπειτα θὰ ἐπιδέσει τὶς πληγές του)» (Σοφ. Σειρ. 30,7)· τοῦτο γίνεται στὰ στρατόπεδα.
Ἂν δηλαδὴ ὁ στρατηγός, λυπούμενος γιὰ τοὺς στρατιῶτες, διατάζει νὰ παραμένουν συνεχῶς στὴν ἀσφάλεια τοῦ στρατοπέδου, μαζὶ μὲ αὐτοὺς χάνει καὶ ὅσους βρίσκονται μέσα.

«Γιὰ νὰ μὴ συμβαίνει λοιπὸν αὐτὸ καὶ σὲ σᾶς», λέγει, «πρέπει ἐσεῖς νὰ εἶστε παρατεταγμένοι συνεχῶς πρὸς θάνατον· καθ' ὅσον καὶ τώρα πρόκειται νὰ ἀνάψει ἐκ νέου πόλεμος φοβερός».
Μὴν καθίσεις λοιπὸν ἐντός, ἀλλὰ ἂς ἐξέρχεσαι καὶ ἂς πολεμεῖς· καὶ ἂν πέσεις στὴν παράταξη τῆς μάχης, τότε ἔζησες· διότι στὴν περίπτωση τῶν αἰσθητῶν πολέμων ἐκεῖνος ποὺ εἶναι ἕτοιμος πρὸς σφαγήν, αὐτὸς πιὸ πολὺ ὑπερισχύει τῶν ἄλλων καὶ εἶναι ἀκατάβλητος καὶ φοβερότατος καὶ στοὺς ἐχθρούς, ἂν καὶ βέβαια ὁ βασιλιᾶς πρὸς χάριν τοῦ ὁποίου πολεμεῖ, δὲν μπορεῖ μετὰ θάνατον νὰ τὸν ἀναστήσει· πολὺ περισσότερο λοιπὸν στὴν περίπτωση τῶν πολέμων αὐτῶν τῶν πνευματικῶν, ὅταν ὑπάρχουν καὶ τόσο πολλὲς ἐλπίδες ἀναστάσεως, αὐτὸς ποὺ παραδίδει τὴν ψυχή του στὸν θάνατο, θὰ τὴ σώσει· κατὰ ἕνα μὲν τρόπο, διότι δὲν θὰ αἰχμαλωτιστεῖ εὔκολα· κατὰ δεύτερον δέ, διότι καὶ ἂν πέσει, θὰ ὁδηγήσει αὐτὴν πρὸς ὑψηλότερη ζωή.

Ἔπειτα, ἐπειδὴ εἶπε ὅτι «ἐκεῖνος ποὺ θέλει νὰ σώσει τὴν ἐπίγεια ζωή του, αὐτὸς θὰ χάσει τὴν πνευματικὴ καὶ εὐτυχισμένη αἰώνια ζωὴ» καὶ στὴν πρώτη περίπτωση ἀνέφερε σωτηρία καὶ ἀπώλεια, γιὰ νὰ μὴ νομίσει κανεὶς ὅτι εἶναι τῆς ἴδιας ἀξίας ἡ ἀπώλεια καὶ ἡ σωτηρία στὴν πρώτη καὶ στὴ δεύτερη περίπτωση, ἀλλὰ νὰ γνωρίσει καλῶς ὅτι μεταξὺ τῆς σωτηρίας ἐκείνης καὶ αὐτῆς τόση εἶναι ἡ διαφορά, ὅση μεταξὺ ἀπωλείας καὶ σωτηρίας· καὶ ἐκ τῶν ἀντιθέτων ἀποδεικνύοντας αὐτὰ διαμιὰς λέγει:
«Διότι ποιά ὠφέλεια ἔχει ὁ ἄνθρωπος, ἐὰν κερδίσει τὸν κόσμο ὁλόκληρο, χάσει ὅμως τὴν ψυχή του, ἡ ὁποία ὡς πνευματικὴ καὶ αἰώνια δὲν συγκρίνεται μὲ κανένα ἀπὸ τὰ ὑλικὰ ἀγαθὰ τοῦ φθαρτοῦ κόσμου;».

Εἶδες πὼς ἡ παρὰ τὸν πρέπον σωτηρία τῆς ἐπίγειας ζωῆς ἰσοδυναμεῖ μὲ ἀπώλεια καὶ χειρότερη ἀπὸ κάθε ἀπώλεια, ἐπειδὴ καὶ ἀθεράπευτη εἶναι, ἐφόσον δὲν ὑπάρχει κάτι ποὺ νὰ μπορεῖ νὰ τὴν ἐξαγοράσει;
«Διότι μὴ μοῦ λέγεις αὐτό», λέγει, «ὅτι ἔσωσε τὴ ζωή του ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος διέφυγε τοὺς τόσους μεγάλους κινδύνους, ἀλλὰ μαζὶ μὲ τὴ ζωή του ἐσὺ συναρίθμησε ὅτι κέρδισε καὶ ὅλη τὴν οἰκουμένη. Καὶ τί τὸ περισσότερο ἔχει νὰ κερδίσει αὐτὸς ἀπὸ αὐτό, τὴ στιγμὴ ποὺ ὁδηγεῖται στὴν ἀπώλεια ἡ ἴδια ἡ ψυχή του;»
Πές μου, ἐὰν ἔβλεπες τοὺς δούλους σου νὰ ζοῦν μέσα στὴν τρυφή, τὸν ἑαυτό σου ὅμως νὰ ζεῖ μέσα στὰ χειρότερα κακά, ἄραγε θὰ κέρδιζες κάτι ἀπὸ τὸ ὅτι εἶσαι κύριός τους; Καθόλου. Τοῦτο λοιπὸν σκέψου καὶ γιὰ τὴν ψυχή σου, ὅταν αὐτὴ ἀναμένει τὴν μέλλουσα ἀπώλεια, ἐνῷ κατὰ τὴν ἴδια στιγμὴ τὸ σῶμα σου ζεῖ μέσα στὴν πολυτέλεια καὶ τὸν πλοῦτο.

«Τί εἶναι δυνατὸν νὰ δώσει ὁ ἄνθρωπος ἀντάλλαγμα τῆς ψυχῆς του;». Πάλι ἐπιμένει στὸ ἴδιο. «Μήπως», λέγει, «ἔχεις νὰ δώσεις ἄλλη ψυχὴ ἀντὶ τῆς ψυχῆς σου;
Ἂν χάσεις βέβαια χρήματα, θὰ δώσεις χρήματα ἢ σπίτι ἢ δούλους ἢ ὁτιδήποτε ἄλλο ἐκ τῶν ὑπαρχόντων σου· ἂν χάσεις ὅμως τὴν ψυχή, ἄλλη ψυχὴ δὲ θὰ μπορέσεις νὰ προσφέρεις· ἀλλὰ καὶ ἂν ἔχεις δικό σου ὅλο τὸν κόσμο, καὶ ἂν εἶσαι βασιλιᾶς ὁλόκληρης τῆς οἰκουμένης, δὲν θὰ μπορέσεις, καὶ ἂν ἀκόμη καταβάλεις ὡς ἀντίτιμο ὅλα τὰ πράγματα τῆς οἰκουμένης μαζὶ μὲ αὐτὴν τὴν οἰκουμένη, νὰ ἀγοράσεις μιὰ ψυχή».

Καὶ τί τὸ παράδοξο ἐὰν τοῦτο συμβαίνει στὴν περίπτωση τῆς ψυχῆς; Καθ' ὅσον καὶ στὸ σῶμα θὰ μποροῦσε νὰ δεῖ κανεὶς νὰ γίνεται τοῦτο.
Καὶ ἂν εἶσαι περιβεβλημένος ἀναρίθμητα διαδήματα, ἔχεις ὅμως ἐκ φύσεως ἀσθενικὸ σῶμα καὶ δυσθεράπευτο, δὲν θὰ μπορέσεις, καὶ ἂν ἀκόμη προσφέρεις ὅλη τὴ βασιλεία, νὰ θεραπεύσεις τὸ σῶμα αὐτό, καὶ ἂν ἀκόμη προσθέσεις σὲ αὐτὴν ἀναρίθμητα σώματα καὶ πόλεις καὶ χρήματα.
Τοιουτοτρόπως λοιπὸν σκέψου καὶ γιὰ τὴν ψυχὴ· μᾶλλον καὶ πολὺ σοβαρότερα γιὰ τὴν ψυχή, καὶ ἀφοῦ ἀφήσεις στὴν ἄκρη ὅλα τὰ ἄλλα, σὲ αὐτὴν καὶ τὴ δική της τὴ σωτηρία νὰ δαπανᾶς ὅλη σου τὴ φροντίδα.

Μὴν παραμελεῖς λοιπὸν τὸν ἑαυτό σου καὶ ὅσα σὲ ἀφοροῦν προσωπικὰ γιὰ τὴν αἰωνιότητα, ἐπειδὴ ἀφιερώνεις τὴ φροντίδα σου σὲ ξένα πράγματα, πρᾶγμα ποὺ κάνουν οἱ πολλοὶ τώρα, μοιάζοντας πρὸς αὐτοὺς οἱ ὁποῖοι ἐργάζονται στὰ μεταλλεῖα (ὡς κατάδικοι).
Πράγματι, καὶ ἐκεῖνοι κανένα ὄφελος δὲν ἔχουν ἀπὸ τὴν ἐργασία αὐτή, οὔτε ἀπὸ τὸν πλοῦτο· ἀντιθέτως, εἶναι μεγάλη ἡ ζημία τους, καὶ διότι μοχθοῦν ἄσκοπα καὶ διότι μοχθοῦν χάριν ἄλλων, χωρὶς νὰ ἀποκομίζουν τίποτα ἀπὸ τοὺς ἱδρῶτες ἐκείνους ποὺ καθημερινὰ χύνουν καὶ τοὺς μεγάλους κόπους τους.
Ὑπάρχουν καὶ τώρα πολλοὶ οἱ ὁποῖοι τοὺς μιμοῦνται, αὐτοὶ ποὺ ἐργάζονται γιὰ νὰ πλουτίσουν ἄλλοι· μᾶλλον δὲ ἐμεῖς καὶ ἀπὸ αὐτοὺς εἴμαστε ἀθλιότεροι, καθ' ὅσον ἀναμένει ἐμᾶς καὶ ἡ γέενα μετὰ τοὺς κόπους αὐτοὺς· διότι σὲ ἐκείνους μὲν ὁ θάνατος ἀποτελεῖ τὸ τέρμα τῶν ἱδρώτων ἐκείνων· σὲ ἐμᾶς ὅμως ὁ θάνατος γίνεται ἀρχὴ ἀναρίθμητων κακῶν.

Ἐὰν ὅμως ἔλεγες ὅτι ἀπολαμβάνεις τοὺς κόπους σου μὲ τὸ νὰ πλουτίζεις, ἀπόδειξέ μου ὅτι ἡ ψυχή σου εὐφραίνεται καὶ ὠφελεῖται καὶ τότε θὰ πεισθῶ.
Διότι ἀπὸ ὅσα ἔχουμε, κυριότερο εἶναι ἡ ψυχὴ· ἐὰν ὅμως τὸ σῶμα παχαίνει, ἐνῷ ἐκείνη φθείρεται, τίποτα δὲν προσφέρει σὲ σένα ἡ ἀφθονία αὐτὴ· ὅπως πράγματι, καὶ ὅταν εὐφραίνεται ἡ δούλη, τίποτε δὲν προσφέρει ἡ εὐημερία της ὑπηρέτριας πρὸς τὴν οἰκοδέσποινα ποὺ κινδυνεύει, ἔτσι οὔτε καὶ ἡ ἀσθένεια τοῦ σώματος δὲ θεραπεύεται ἀπὸ τὴ λαμπρότητα τῆς στολῆς τὴν ὁποία ἔχει ἐνδυθεῖ· ἀλλὰ θὰ σοῦ πεῖ πάλι ὁ Χριστὸς· «Τί εἶναι δυνατὸν νὰ δώσει ὁ ἄνθρωπος ἀντάλλαγμα ὑπὲρ τῆς ψυχῆς του;» προτρέποντάς σε νὰ στρέφεις συνεχῶς τὴν προσοχή σου πρὸς ἐκείνη, καὶ γιὰ μόνη αὐτὴ νὰ ἐπιδεικνύεις ὅλο τὸ ἐνδιαφέρον σου.
 
Ἀφοῦ τοὺς ἐνέπνευσε λοιπὸν τὸν φόβο μὲ ὅλα αὐτά, στὴ συνέχεια τοὺς παρηγορεῖ καὶ μὲ τὴν ὑπενθύμιση τῶν ἀγαθῶν ποὺ πρόκειται νὰ λάβουν αἰωνίως μὲ τοὺς ἀγῶνες τοὺς αὐτούς: «Μέλλει γὰρ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἔρχεσθαι ἐν τῇ δὸξῃ τοῦ πὰτρὸς αὐτοῦ μετὰ τῶν ἀγγέλων αὐτοῦ, καὶ τότε ἀποδώσει ἑκὰστῳ κατὰ τὴν πρᾶξιν αὐτοῦ.
(Πράγματι, λοιπόν, κάθε ἄνθρωπος πρόκειται ἢ νὰ χάσει ἢ νὰ κερδίσει τὴν ψυχή του. Διότι πρόκειται ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου νὰ ἔλθει περιβεβλημένος μὲ τὴ δόξα τοῦ Πατέρα Του μαζὶ μὲ τοὺς ἀγγέλους του, καὶ τότε θὰ ἀνταμείψει τὸν καθένα ἀνάλογα μὲ τὶς πράξεις τοῦ)» (Ματθ.16,27).

Εἶδες πὼς μία εἶναι ἡ δόξα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ; Ἐὰν λοιπὸν ἡ δόξα εἶναι μία, φανερὸ εἶναι καὶ ὅτι ἡ οὐσία εἶναι μία. Διότι ἐὰν ὑπάρχει διαφορὰ δόξης σὲ μία οὐσία («διότι ἄλλη εἶναι ἡ λαμπρότητα τοῦ ἥλιου, καὶ ἄλλη τῆς σελήνης καὶ ἄλλη ἡ λαμπρότητα τῶν ἀστεριῶν· διότι ἄστρο ἀπὸ ἄστρο διαφέρει κατὰ τὴ λάμψη», παρὰ τὸ ὅτι πρόκειται γιὰ μία οὐσία), πώς, ἐκείνων τῶν ὁποίων ἡ δόξα εἶναι μία, ἡ οὐσία θὰ θεωρηθεῖ ἄλλη;
Διότι δὲν εἶπε ὅτι θὰ ἔλθει μὲ δόξα παρόμοια μὲ αὐτήν, τὴν ὁποία ἔχει καὶ ὁ Πατέρας, γιὰ νὰ μὴν ὑποπτευθεὶς πάλι κάποια διαφορὰ· ἀλλὰ μὲ σκοπὸ νὰ δείξει τὴν ἀπόλυτη ἀκρίβεια λέγει ὅτι θὰ ἔλθει περιβεβλημένος μὲ τὴν ἴδια τή δόξα(του Πατρός),ώστε νὰ τὴ θεωροῦμε μία καὶ τὴν αὐτήν.
 
Γιατί λοιπόν, φοβᾶσαι, Πέτρε, ὅταν ἀκοῦς γιὰ θάνατο; Διότι τότε θὰ μὲ δεῖς περιβεβλημένο τὴ δόξα τοῦ Πατρός. Ἐὰν δὲ ἐγὼ θὰ εἶμαι περιβεβλημένος μὲ δόξα, καὶ ἐσεῖς θὰ εἶστε (Ἰω. 17,24: «Πάτερ, οὓς δέδωκάς μοί, θέλω ἵνα ὅπου εἰμὶ ἐγὼ κἀκεῖνοι ὦσι μετ᾿ ἐμοῦ, ἵνα θεωρῶσι τὴν δόξαν τὴν ἐμὴν ἣν δέδωκάς μοί, ὅτι ἠγάπησάς με πρὸ καταβολῆς κόσμου.
 (Πάτερ, ἐκείνους ποὺ μοῦ ἔχεις δώσει, θέλω, ὅπου εἶμαι Ἐγώ, νὰ εἶναι κι αὐτοὶ μαζί μου, γιὰ νὰ βλέπουν καὶ νὰ ἀπολαμβάνουν τὴ δόξα μου, τὴν ὁποία μοῦ ἔδωσες προαιωνίως, διότι μὲ ἀγάπησες προτοῦ νὰ θεμελιωθεῖ ὁ κόσμος˙ καὶ ἡ ἀγάπη Σου αὐτὴ ἀποτελεῖ συγχρόνως καὶ τὴ δόξα μου)»· διότι δὲν θὰ πάψουν στὴν παροῦσα ζωὴ τὰ δικά σας· ἀλλὰ θὰ σᾶς ἀναμένει κάποιο ἄλλο καλύτερο τέλος.

Κι ὅμως παρὰ τὸ ὅτι ἀνέφερε τὰ εὐχάριστα, δὲν ἀρκέστηκε μόνο σὲ αὐτά, ἀλλὰ τὰ ἀνέμιξε καὶ μὲ τὰ φοβερὰ μὲ τὸ νὰ κάνει ἀναφορὰ στὸ δικαστήριο ἐκεῖνο καὶ τὶς ἀναπόφευκτες εὐθύνες καὶ τὴν ἀμερόληπτη ἀπόφαση καὶ τὴν ἀλάνθαστη κρίση.
Ἀσφαλῶς δὲν ἄφησε νὰ φανεῖ ὁ λόγος μόνο μελαγχολικός, ἀλλὰ τὸν συνδύασε καὶ μὲ εὐχάριστες ἐλπίδες. Διότι δὲν εἶπε ὅτι θὰ τιμωρήσει τότε αὐτοὺς ποὺ ἁμάρτησαν, ἀλλὰ ὅτι «θὰ ἀποδώσει στὸν καθένα σύμφωνα μὲ τὰ ἔργα του».
Ἔλεγε μάλιστα αὐτὸ ὑπενθυμίζοντας ὄχι μόνο τὴν τιμωρία στοὺς ἁμαρτωλούς, ἀλλὰ καὶ στοὺς ἐνάρετους τὰ βραβεῖα καὶ τοὺς στεφάνους.
 
Ἀλλὰ ὁ Κύριος μὲν εἶπε αὐτά, γιὰ νὰ ἐνισχύσει τὸ ἠθικὸ τῶν ἐνάρετων ἀνθρώπων, ἐγὼ ὅμως πάντοτε φρίττω ἀκούγοντας αὐτὰ· διότι δὲν εἶμαι μεταξὺ τῶν στεφανουμένων. Νομίζω ἐπίσης ὅτι καὶ ἄλλοι συμμετέχουν στὸν φόβο καὶ τὴν ἀγωνία μου.
Διότι ποιόν δὲν εἶναι ἱκανὸς νὰ φοβίσει αὐτὸς ὁ λόγος, ἂν τὸν συνειδητοποιήσει κανείς, καὶ νὰ τὸν κάνει νὰ φρίττει, καὶ νὰ τὸν πείσει ὅτι ἔχουμε ἀνάγκη σάκου μετανοίας καὶ πολὺ πιὸ μεγάλης νηστείας καὶ ἀπὸ τὸν λαό των Νινευιτῶν;
Διότι ὁ λόγος γιὰ ἐμᾶς δὲν εἶναι περὶ καταστροφῆς πόλεως καὶ τοῦ κοινοῦ θανάτου, ἀλλὰ περὶ τῆς αἰωνίου κολάσεως καὶ τοῦ ἀσβέστου πυρός.

Ἂς μοχθοῦμε λοιπὸν ἀδιάκοπα ὅσο ζοῦμε, γιὰ νὰ φανοῦμε καὶ στὸν Θεὸ ἀρεστοὶ καὶ στοὺς ἀνθρώπους ἄμεμπτοι καὶ νὰ ἐπιτύχουμε τὰ μέλλοντα ἀγαθά, διὰ τῆς χάριτος καὶ τῆς φιλανθρωπίας τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, διὰ τοῦ ὁποίου καὶ μετὰ τοῦ ὁποίου στὸν Πατέρα ἀνήκει ἡ δόξα, ἡ τιμή, ἡ ἐξουσία, συγχρόνως στὸ Ἅγιο καὶ ζωοποιὸ Πνεῦμα, τώρα καὶ πάντοτε καὶ στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Γένοιτο.


ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
ἐπιμέλεια: Ἑλένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
Ἐπιμέλεια πολυτονισμοῦ: Ἄκτιστον



ΠΗΓΕΣ:

•    http://khazarzar.skeptik.net/pgm/PG Migne/John%20Chrysostom PG%2047-64/In%20Matthaeum.pdf
•    Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου Ἅπαντα τὰ ἔργα, Ὑπόμνημα στὸ Κατὰ Ματθαῖον Εὐαγγέλιον, ὁμιλία ΝΕ΄, πατερικὲς ἐκδόσεις «Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς»(ΕΠΕ), ἐκδ. οἶκος «Τὸ Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1990, τόμος 11, σελίδες 500-521.
•    Βιβλιοθήκη τῶν Ἑλλήνων, Ἅπαντα τῶν ἁγίων Πατέρων, Ἰωάννου Χρυσοστόμου ἔργα, τόμος 67, σελ. 62-78.
•    http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient greek/tools/liddell-scott/index.html
•    Π. Τρεμπέλα, Ἡ Καινὴ Διαθήκη μὲ σύντομη ἑρμηνεία (ἀπόδοση στὴν κοινὴ νεοελληνική), ἐκδόσεις ἀδελφότητος θεολόγων «Ὁ Σωτήρ», ἔκδοση τέταρτη, Ἀθήνα 2014.
•    Ἡ Καινὴ Διαθήκη, Κείμενον καὶ ἑρμηνευτικὴ ἀπόδοσις ὑπὸ Ἰωάννου Κολιτσάρα, ἐκδόσεις ἀδελφότητος θεολόγων «Ἡ Ζωή», ἔκδοση τριακοστὴ τρίτη, Ἀθήνα 2009.
•    Ἡ Παλαιὰ Διαθήκη κατὰ τοὺς ἑβδομήκοντα, Κείμενον καὶ σύντομος ἀπόδοσις τοῦ νοήματος ὑπὸ Ἰωάννου Κολιτσάρα, ἐκδόσεις ἀδελφότητος θεολόγων «Ἡ Ζωή», ἔκδοση τέταρτη, Ἀθήνα 2005.
•    Π.Τρεμπέλα, Τὸ Ψαλτήριον μὲ σύντομη ἑρμηνεία(απόδοση στὴν κοινὴ νεοελληνική), ἐκδόσεις ἀδελφότητος θεολόγων «Ὁ Σωτήρ», ἔκδοση τρίτη, Ἀθήνα 2016
•    http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
•    http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm



Διαβάστε καὶ ἀκοῦστε περισσότερα πατῶντας: Κυριακή Γ΄ Νηστειῶν

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου