Κουμπιά

Κυλιόμενο Μήνυμα

Κυριακή 2 Μαρτίου 2025

Ἅγιος Νικόλαος Πλανᾶς: ὁ ἐκφραστὴς τοῦ ἑλληνορθόδοξου ἰδεώδους καὶ ὁ φορέας τοῦ Κολλυβάδικου πνεύματος. Λάμπρου Σκόντζου

Ἅγιος Νικόλαος Πλανᾶς: ὁ ἐκφραστὴς τοῦ ἑλληνορθόδοξου ἰεδεωδους καὶ ὁ φορέας τοῦ Κολλυβάδικου πνεύματος
(εἰσήγηση στὴ Νάξο 10-7-2014)


Λάμπρου Κ. Σκόντζου, θεολόγου - καθηγητοῦ

Εὐχαριστῶ ἀπὸ καρδιᾶς τοὺς διοργανωτές των «Νικοδημίων», οἱ ὁποῖοι μοῦ ἔκαναν τὴ μεγάλη τιμὴ νὰ μὲ καλέσουν νὰ μιλήσω ἀπόψε γιὰ ἕναν μεγάλο ἅγιο τῆς Ἐκκλησίας μας. Γιὰ τὸν ναξιώτη ἅγιο Νικόλαο Πλανᾶ, ἕνα πρότυπο ὁλοκληρωμένου ἀνθρώπου, ὁ ὁποῖος, ὅπως θὰ δοῦμε, μπορεῖ νὰ γίνει ὁδηγός μας στοὺς ἀσέληνους δύσκολους καιροὺς ποὺ διανύουμε.
Θὰ προσπαθήσω νὰ παρουσιάσω τὶς πτυχὲς ἐκεῖνες τοῦ μεγάλου ἄνδρα, ποὺ τὸν καθιστοῦν γνήσιο φορέα τοῦ ἑλληνορθοδόξου ἰδεώδους καὶ ἀκόμα φορέα τοῦ ἡσυχαστικοῦ καὶ κολυβαδικοῦ πνεύματος, τὰ ὁποῖα ὁριοθετοῦν τὴν γνήσια ὀρθόδοξη πνευματικότητα.
Ἰδιαίτερα τὸ κολλυβαδικὸ κίνημα, ὅπως εἶναι γνωστό, μᾶς ἐπανέφερε στὶς γνήσιες πηγὲς τῆς Ὀρθοδοξίας μας καὶ μᾶς ἀπάλλαξε ἀπὸ τὶς παρείσακτες δυτικὲς ἐπιδράσεις τοῦ σχολαστικισμοῦ, τοῦ δικανικοῦ καὶ εὐσεβιστικοῦ πνεύματος, ποὺ εἶχαν παρεισφρήσει στὴν Ὀρθόδοξη Ἀνατολὴ καὶ εἶχαν ἀλλοιώσει ὡς ἕνα σημεῖο τὴν ὀρθόδοξη παράδοσή μας.
Ἂς ἀρχίσουμε ὅμως μὲ τὸ βίο τοῦ ἁγίου. Γεννήθηκε στὴν ἁγιοτόκο Νάξο στὰ 1851. Γονεῖς του οἱ εὔποροι καὶ εὐσεβεῖς ναξιῶτες: ὁ Καπετὰν Γιάννης καὶ ἡ ὑπέροχη Αὐγουστίνα, ἰδιοκτῆτες καϊκιοῦ. Ἐνέπνευσαν στὸν Νικόλαο τὴν ἄδολη καὶ ἁπλοϊκὴ ὀρθόδοξη πίστη.
Τὸ μικρὸ ἰδιόκτητο ἐκκλησάκι τοῦ ἁγίου Νικολάου στὸ κτῆμα τους εἶχε γίνει τὸ δεύτερο σπίτι γιὰ τὸν μικρὸ Νικόλαο.
Τοῦ ἄρεσε νὰ παίζει τὸν παπᾶ. Ἔβαζε ἕνα σεντόνι γιὰ φελόνι καὶ ἔκανε λειτουργία. Ἔψελνε τόσο κατανυκτικὰ καὶ μελωδικὰ ὥστε σταματοῦσαν οἱ διαβάτες νὰ τὸν ἀκούσουν καὶ ἂν εὐφρανθοῦν!
Πρότυπό του καὶ πρῶτος του δάσκαλος ὁ παπποῦς του, πατέρας τῆς μητέρας του, ὁ σεβάσμιος καὶ εὐσεβὴς ἱερέας Γεώργιος Μελισσουργός. Πρῶτο του ἀναγνωστικὸ τὸ Ψαλτήρι καὶ τὰ ἄλλα ἐκκλησιαστικὰ βιβλία.
Ἀπὸ μικρὸς βοηθοῦσε τὸν ἱερέα παπποῦ του στὰ ἱερατικά του καθήκοντα. Ἐκεῖνος τὸν μύησε στὴν εὐλάβεια καὶ τὸ δέος τοῦ Ἱεροῦ Βήματος.
Ἐκεῖνος τοῦ ἐνέπνευσε τὴν ἀγάπη τὸ αἴσθημα τῆς ἀφοσίωσης στὸ Θεό, τὴν ἱερότητα τῆς προσευχῆς, τὴν ὑποχρέωση τῆς ἀκρίβειας τελέσεως τῶν Ἱερῶν Μυστηρίων καὶ τῶν ἱερῶν ἀκολουθιῶν. Τοῦ ἐνέπνευσε ἐπίσης τὴν ἁπλότητα καὶ τὴν ταπείνωση. Καὶ ἀκόμη τὴν ἀγάπη καὶ τὸ σεβασμὸ πρὸς ὅλους ἀνεξάρτητα τοὺς ἀνθρώπους. Ἰδιαίτερα γιὰ τοὺς ἐνδεεῖς καὶ ὅσους βρίσκονται σὲ θλίψεις.

Σὲ ἡλικία δεκατεσσάρων ἐτῶν πέθανε ὁ πατέρας του. Ἡ χήρα μητέρα του πῆρε τὸ Νικόλαο καὶ τὴν ἀδελφή του καὶ πῆγαν νὰ ζήσουν στὴν Ἀθήνα καὶ ἐγκαταστάθηκαν στὴν περιοχὴ τοῦ ἁγίου Παντελεήμονος Ἰλισσοῦ, ὅπου ὑπῆρχαν πολλοὶ Ναξιῶτες.
Μοιράστηκε μὲ τὴν ἀδελφή του τὴν πατρικὴ περιουσία, ἀλλὰ ὁ ἴδιος εἶχε βάλλει ἐνέχυρο τὸ μερίδιό του καὶ γιὰ τοῦτο ἔμεινε φτωχὸς σὲ ὅλη του τὴ ζωή. Σὲ ἡλικία δεκαεπτὰ ἐτῶν νυμφεύτηκε τὴ σεμνὴ νέα Ἑλένη Προβελέγγιου ἀπὸ τὰ Κύθηρα, κατόπιν πιέσεως τῆς μητέρας του. Ἀπὸ αὐτὸν τὸν γάμο ἀπέκτησε ἕναν γιό, ὀνόματι Ἰωάννη.
Ἀλλὰ ἡ σύζυγός του σύντομα ἀρρώστησε καὶ πέθανε. Διακατέχονταν ἀπὸ σφοδρὸ πόθο νὰ ὑπηρετήσει τὴν Ἐκκλησία. Ὁ Θεὸς τὸν ἀξίωσε νὰ εἰσέλθει στὸ Ἅγιο Θυσιαστήριο. Καὶ ὄντως στὶς 28 Ἰουλίου τοῦ 1879 χειροτονήθηκε διάκονος στὸ ναὸ τῆς Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος Πλάκας καὶ στὶς 2 Μαρτίου 1885 πρεσβύτερος στὸ ναὸ τοῦ Ἁγίου Παντελεήμονος Ἰλισσοῦ, ὅπου τοποθετήθηκε ἐφημέριος, καὶ ἀργότερα στὸ ναὸ τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου Κυνηγοῦ, τῆς ὁδοῦ Βουλιαγμένης, ὅπου τὴν ἐποχὴ ἐκείνη ἡ περιοχὴ ἦταν ἀμπέλια καὶ στάνες καὶ ὅπου ζοῦσαν μόνο ὀκτὼ οἰκογένειες βοσκῶν.
Παράλληλα λειτουργοῦσε τὶς καθημερινὲς στὸ μικρὸ παρεκκλήσι τοῦ Ἁγίου Ἐλισσαίου στὸ Μοναστηράκι, κάνοντας τακτικὰ κατανυκτικὲς ὁλονυχτίες καὶ μὲ περισσὴ εὐλάβεια, ἔχοντας ὡς ψάλτες τὸν Ἀλέξανδρο Παπαδιαμάντη καὶ τὸν Ἀλέξανδρο Μωραϊτίδη.
 
Ὁ Παπα-Νικόλας Πλανᾶς δὲν ἄργησε νὰ φημισθεῖ ὡς ἕνας ἀπὸ τοὺς πλέον ἐνάρετους κληρικοὺς τῆς Ἀττικῆς.
Ἡ εὐλάβειά του, ἡ καλοσύνη του, ἡ ταπεινοφροσύνη του, ἡ ἀνεξικακία του, ἡ συχγωρετικότητά του, ἡ ἁπλότητά του, ὁ γλυκὺς καὶ πρᾶος λόγος του, ἡ συμπόνια του γιὰ τοὺς ὑποφέροντες, ἡ ἀφιλαργυρία του, τὸ ἀκτινοβόλο πρόσωπό του ἔκανε τοὺς Ἀθηναίους νὰ τὸν ἀγαπήσουν καὶ νὰ τὸν σέβονται.
Προπάντων ὅμως τοὺς ἐνθουσίαζε ἡ ἀγάπη του γιὰ τὸ Θεό, καθὼς καὶ ἡ σχολαστικότητά του καὶ ἡ ἱεροπρέπειά του στὴ Θεία Λατρεία. Ὅταν λειτουργοῦσε ἔχανε τὴν αἴσθηση ὅτι βρισκόταν στὴ γῆ, ἀλλὰ νόμιζε ὅτι βρισκόταν στὸ οὐράνιο θυσιαστήριο τοῦ Ὑψίστου καὶ λειτουργοῦσε μὲ τοὺς ἁγίους καὶ τοὺς ἀγγέλους. Ἦταν τόσο μεταρσιωμένος ποὺ δὲν μποροῦσε πολλὲς φορὲς νὰ συνεννοηθεῖ μὲ τοὺς βοηθούς του κατὰ τὴν ὥρα τῆς Θείας Λατρείας!
 
Ἦταν ὀλιγογράμματος, ἔκανε φραστικὰ λάθη στὰ ἀναγνώσματα, ἀλλὰ ὄχι καὶ στὶς εὐχὲς ποὺ τὶς εἶχε μάθει σωστὰ ἀπὸ μνήμης.
Ἡ μεγαλύτερή του εὐχαρίστηση ἦταν οἱ ὁλονυχτίες, οἱ ὁποῖες ἐκτείνονταν ὡς τὶς πρῶτες πρωινὲς ὧρες, ὅπου σπάνια καθόταν, ἀλλὰ στέκονταν ὄρθιος μπροστὰ στὴν Ἁγία Τράπεζα προσευχόμενος. Ζοῦσε κυριολεκτικὰ γιὰ νὰ λειτουργεῖ.
Ὁ ναὸς ἦταν τὸ πραγματικό του σπίτι. Τὶς ἱερὲς ἀκολουθίες τὶς θεωροῦσε ὡς πρώτιστη ὑποχρέωσή του γιὰ τὴν ἀέναη δοξολογία τοῦ Θεοῦ, διότι ζοῦσε ὁ μακάριος ἐκεῖνος ἄνδρας τὴν συνεχῆ παρουσία Του στὴ ζωή του καὶ γεύονταν ἀκατάπαυστα τὶς θεῖες δωρεές Του!
Ἀλλὰ τὶς ἱερὲς ἀκολουθίες τοῦ ναοῦ τὶς συνέχιζε καὶ στὸ φτωχικό του σπίτι. Ἡ προσωπικὴ προσευχή του ἦταν ἀτέλειωτη. Ὁλόκληρη ἡ ζωή του ἦταν προσευχὴ καὶ δοξολογία στὸ Θεό. Δὲν ὑπῆρχε χρόνος κενὸς στὴν καθημερινότητά του, ποὺ νὰ μὴν μνημόνευε τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ, νὰ μὴν δοξολογοῦσε τὸ ἅγιο ὄνομά Του, νὰ μὴν Τὸν εὐχαριστοῦσε καὶ νὰ μὴν δέονταν γιὰ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους καὶ τελευταῖα γιὰ τὸν ἑαυτό του.
Παράλληλα προσπαθοῦσε νὰ ἁπαλύνει τὸν πόνο, τὰ βάσανα, τὶς θλίψεις καὶ τὴ φτώχεια τῶν βασανισμένων, ἀρρώστων καὶ ἐνδεῶν ἀνθρώπων. Ὁ ἀσθενικὸς καὶ ἀφιλοχρήματος ἐκεῖνος ἄνδρας ἔβρισκε τὸ σθένος μὰ καὶ τὰ ὑλικὰ μέσα, γιὰ νὰ ἀνακουφίσει ὅσους ὑποφέρουν.
Ὅ, τι τοῦ ἔδιναν οἱ πιστοὶ γιὰ νὰ ἐπιβιώσει ὁ ἴδιος, διότι τὴν ἐποχὴ ἐκείνη δὲν μισθοδοτοῦνταν οἱ κληρικοί, ἐκεῖνος τὸ ἔδινε στοὺς φτωχούς. Ὁ ἴδιος ἦταν λιτὸς καὶ ἀσκητικός. Νήστευε ὅλες τὶς σαρακοστὲς τῆς Ἐκκλησίας, ἀκόμη καὶ ὅταν ἦταν ἄρρωστος δὲν κατάλυε τὸ λάδι.
Τὸ περίσσευμα ἀπὸ τὶς νηστεῖες του τὸ ἐξοικονομοῦσε γιὰ τοὺς φτωχούς. Ἡ μεγαλύτερή του ἱκανοποίηση ἦταν ὅταν ἐλεοῦσε καὶ ἔβλεπε χαρὰ στὰ πρόσωπα τῶν φτωχῶν.

Ὁ Παπα- Νικόλας Πλανᾶς ἀξιώθηκε ἀπὸ τὸ Θεὸ νὰ φέρει σημεῖα τῆς ἁγιότητας καὶ ἐνῷ ὅσο ζοῦσε, γιὰ τὰ ὁποῖα ποτέ του δὲν καυχήθηκε. Ὑπάρχουν πάμπολλες μαρτυρίες γιὰ θαύματα ποὺ ἔκανε ἐν τῇ ζωῇ.
Θεράπευε ἀσθενεῖς, ἔβγαζε δαιμόνια ἀπὸ δαιμονισμένους, προφήτευε τὰ μέλλοντα. Ἦταν ὁλοφάνερο πὼς ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ δροῦσε μέσῳ τοῦ ἁγιασμένου του προσώπου. Ἀλλὰ εἶχε καὶ τὸ χάρισμα τοῦ παρηγορητῆ.
Χιλιάδες ἄνθρωποι μορφωμένοι καὶ ἀμόρφωτοι, ἐπιστήμονες καὶ ἀγράμματοι ἔτρεχαν νὰ πάρουν τὴ σοφὴ συμβουλή του σὲ δύσκολα καὶ δυσεπίλυτα προβλήματα. Ὁ ἔχων τὴ θεία φώτιση Παπα- Νικόλας ἔδινε τὴ λύση καὶ καθοδηγοῦσε κάθε ἀπελπισμένο καὶ πονεμένο ἀπὸ τὰ χτυπήματα τῆς ζωῆς. Ὁ ἴδιος δὲν σπούδασε σὲ πανεπιστήμια καὶ ἀνώτερα σχολεῖα, ἢ Γυμνάσια, Λύκεια καὶ Ἐκκλησιαστικὲς Σχολὲς γιὰ νὰ ἀποκομίσει κοσμικὴ σοφία.
Δὲ γνωρίζουμε ἂν φοίτησε κἂν στὸ Ἑλληνικὸ λεγόμενο Σχολεῖο τῆς ἐποχῆς του. Ἦταν, ὅπως προαναφέραμε, ὀλιγογράμματος, ἀλλὰ τοῦ δωρίθηκε, ἀπὸ τὸν Πατέρα τῶν Φώτων, ἡ θεία σοφία, ἡ ὁποία εἶναι ἀσύγκριτα ἀνώτερη ἀπὸ τὴν ἀνθρώπινη σοφία. Διέθετε, ὡς ἐκλεκτὸ δοχεῖο τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ, τὸν φωτισμὸ τοῦ Παναγίου Πνεύματος.
 
Γιὰ πενῆντα καὶ πλέον χρόνια ὑπηρέτησε μὲ συνέπεια, εὐλάβεια καὶ φόβο Θεοῦ τὸ Ἱερὸ Θυσιαστήριο, καὶ ταυτόχρονα τὸ λαὸ τοῦ Θεοῦ. Ὁ προσωπικός του ἀγῶνας, οἱ θυσίες καὶ οἱ κόποι τοῦ ἱερατικοῦ καὶ ποιμαντικοῦ του ἔργου ἔφθειραν τὸ μικροκαμωμένο καὶ λεπτοκαμωμένο σῶμα τοῦ ἁγίου κληρικοῦ.
Ἡ φυσικὴ φθορά της ἀνθρώπινης φύσης ἔφερε τὸν Παπα- Νικόλα στὸ τέρμα τοῦ ἐπὶ γῆς βίου του.
Ἦταν Κυριακὴ τοῦ Ἀσώτου, 28 Φεβρουαρίου 1932, ὅταν τέλεσε τὴ Θεία Λειτουργία γιὰ τελευταία φορά.
Λίγο πρὶν τελειώσει ἡ Θεία Λειτουργία, ἔνοιωσε ἀδιαθεσία καὶ ἔπεσε λιπόθυμος. Ἔντρομοι οἱ πιστοὶ τὸν σήκωσαν, τὸν συνέφεραν καὶ τὸν μετέφεραν στὸ φτωχικό του σπίτι. Ἀλλὰ παρ’ ὅλες τὶς φροντίδες τῶν ἀφοσιωμένων σὲ ἐκεῖνον πιστῶν, ἄφησε τὴν τελευταία του πνοὴ στὶς 2 Μαρτίου τοῦ ἰδίου ἔτους.
Πρὶν παραδώσει τὴν ἁγιασμένη ψυχή του στὸν Κύριο, ποὺ τόσο ἀγάπησε στὴ ζωή του καὶ ὑπηρέτησε πιστά, ἔκαμε τὸ σημεῖο τοῦ Τιμίου Σταυροῦ καὶ ψιθύρισε τὸ λόγιο τοῦ ἀποστόλου Παύλου: «τὸν δρόμον τετέλεκα» καὶ ἀκόμη: «Δόξα σοι ὁ Θεός».
Εὐλόγησε μὲ τὸ ἀσθενικὸ καὶ ἁγιασμένο χέρι του τοὺς παρισταμένους ψελλίζοντας: «ἡ Θεία Χάρη νὰ σᾶς εὐλογεῖ» καὶ ἔκλεισε τὰ κουρασμένα σωματικά του μάτια γιὰ πάντα, ἐνῷ ἡ ψυχή του φτερούγησε στὸν οὐρανὸ γιὰ νὰ τελεῖ ἐκεῖ ἀέναα τὴν ἀγαπημένη του Λειτουργία στὸν Ὕψιστο, ἀντάμα μὲ τοὺς ἀγγέλους καὶ τοὺς ἁγίους.
Ἄφησε τὴν Στρατευομένη Ἐκκλησία, τὴν ὁποία ὑπηρέτησε μὲ συνέπεια σὲ ὅλη του τὴ ζωὴ καὶ συντάχτηκε στὴν Θριαμβεύουσα!

Τὸ θλιβερὸ μαντᾶτο τῆς κοιμήσεως τοῦ ἀγαπημένου στοὺς Ἀθηναίους ἱερέα, τοὺς γέμισε θλίψη, διότι αἰσθάνθηκαν τὸ μεγάλο πνευματικὸ κενό, ποὺ ἄφησε ἡ ἀναχώρησή του στοὺς οὐρανούς. Τὸ τίμιο σκήνωμά του τέθηκε σὲ λαϊκὸ προσκύνημα στὸν ἱερὸ ναὸ τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου Βουλιαγμένης.
Ἀναρίθμητα πλήθη πιστῶν ἀπὸ ὅλη τὴν Ἀττική, καὶ ὄχι μόνο, στεκόταν ὧρες στὴ σειρά, μὲ δάκρυα στὰ μάτια, γιὰ νὰ ἀσπασθοῦν τὴν ἁγιασμένη δεξιά του χεῖρα, νὰ πάρουν τὴν εὐχή του καὶ νὰ ἁγιαστοῦν.
Σύσσωμο τὸ ἱερατεῖο, μὲ ἐπί κεφαλῆς τὸν Ἀρχιεπίσκοπο Χρυσόστομο Παπαδόπουλο, καὶ τὰ ἀναρίθμητα πλήθη τῶν πιστῶν, τὸν ἀποχαιρέτισαν καὶ τὸν συνόδευσαν στὴν τελευταία του πρόσκαιρη κατοικία.

Ἡ μνήμη του στὴ συνείδηση τοῦ πιστοῦ λαοῦ δὲν ἔσβησε ποτέ, τὸν ὁποῖο θεωροῦσε ἅγιο ἐξ’ ἀρχῆς.
Κορυφαῖοι λογοτέχνες ἀναμόχλευσαν τὴν ἱερή του μνήμη, ὅπως ὁ Παπαδιαμάντης, ὁ Κωστῆς Μπαστιάς, ὁ Φώτης Κόντογλου κ.α.
Τὸ 1992 ἡ Σύνοδος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, ὕστερα ἀπὸ πρόταση τοῦ τότε ἐπιχώριου ἐπισκόπου κυροῦ Ἀμβροσίου, ἔκαμε τὴν ἐπίσημη ἁγιοκατάταξή του, κατ’ ἀπαίτηση καὶ φανέρωση τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ αἰσθήματος.
Κατατάχτηκε στὸ ἁγιολόγιο ὡς Ἅγιος Νικόλαος Πλανᾶς καὶ ὁρίστηκε ἡ μνήμη του ἑορτάζεται στὶς 2 Μαρτίου, τὴν ἡμέρα τῆς ὁσιακῆς του κοίμησης.
Τὴν ἴδια χρονιὰ στὶς 29 Αὐγούστου τοῦ 1992 ἔγινε ἐκταφῇ τῶν ἱερῶν του λειψάνων, τὰ ὁποῖα τοποθετήθηκαν σὲ ἀργυρὴ λάρνακα, στὸ δεξιὸ κλίτος τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ Ἁγίου Ἰωάννου Βουλιαγμένης, γιὰ τὴν προσκύνηση τῶν πιστῶν καὶ τὸν ἁγιασμό τους, τὰ ὁποῖα θαυματουργοὺν συνεχῶς.
Ὁ μακαριστὸς δὲ μητροπολίτης Πατρῶν Νικόδημος Βαλινδράς, ὑμνογράφος καὶ μουσουργός, συνέθεσε τὴν ἀσματική του ἀκολουθία.

Αὐτὸς ὑπῆρξε ὁ Ἅγιος Νικόλαος Πλανᾶς, τὸ ἁγιασμένο τέκνο τῆς ἁγιοτόκου νήσου Νάξου. Ὁ γνήσιος ἐργάτης τῆς νοητοῦ ἀμπέλου τοῦ Θεοῦ. Ὁ ἄδολος ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος, ὅπως λένε οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας, «διέσωσε τὸ κατ’ εἰκόνα».
Τὸ ζωντανὸ παράδειγμα γιὰ μᾶς τοὺς σύγχρονους ὀρθοδόξους Ἕλληνες. Ὁ ζωντανὸς ὁδοδείκτης γιὰ τὴν πνευματική μας πορεία.
 
Ἂς δοῦμε τώρα τὶς πνευματικές του καταβολές του, τὶς ὁποῖες ἐνστερνίστηκε καὶ ἔτσι ἀξιώθηκε μιᾶς ἁγίας ζωῆς καὶ μιᾶς ὑποδειγματικῆς ποιμαντικῆς διακονίας, ἐφάμιλλη τῶν μεγάλων Πατέρων καὶ Ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας μας.
Ἀναφέραμε καὶ στὴν ἀρχὴ τῆς εἰσήγησής μας, ὅτι ὁ Ἅγιος Νικόλαος Πλανᾶς ὑπῆρξε ὁ ἐνσαρκωτὴς τοῦ κολυβαδικοῦ πνεύματος.
Γιὰ νὰ καταλάβουμε σὲ ποιό σημεῖο τὸν ἐπηρέασε, καλὸ εἶναι νὰ ἀναφέρουμε λίγα στοιχεῖα γι’ αὐτό.
Ἂς μὴ λησμονοῦμε ὅτι ἕνας ἀπὸ τοὺς πρωτεργάτες αὐτοῦ τοῦ σημαντικοῦ πνευματικοῦ κινήματος ὑπῆρξε, ὁ ἐπίσης μεγάλος Ναξιώτης, Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης, τὸν ὁποῖο σέβονταν καὶ εὐλαβοῦνταν ἰδιαιτέρως ὁ Ἅγιος Νικόλαος Πλανᾶς.
 
Κολλυβαδικὸ κίνημα ὀνομάζεται ἡ μεγάλη πνευματικὴ ἀναγέννηση ποὺ συντελέστηκε στὸ χῶρο τῆς Ὀρθόδοξης Ἑλλάδας κατὰ τὸν 18ο καὶ συνεχίστηκε καὶ τὸ 19ο αἰῶνα. Κολλυβάδες ἀποκαλοῦσαν εἰρωνικὰ τοὺς πρωτεργάτες αὐτοῦ τοῦ κινήματος, οἱ ἀντίπαλοί του, τὸ ὁποῖο ξεκίνησε ἀπὸ τὴν ἀντίδρασή τους νὰ μὴν τελοῦνται τὰ ἱερὰ μνημόσυνα τὴν χαρμόσυνη ἡμέρα τῆς Κυριακῆς, ἀλλὰ τὸ Σάββατο, ποὺ εἶναι ἀφιερωμένο στοὺς κεκοιμημένους.
Ξεκίνησε ἀπὸ τὸ Ἅγιον Ὅρος καὶ σύντομα πῆρε μεγάλη ἔκταση. Συνοδεύτηκε μὲ τὴν ἐπιστροφὴ στὴ διδασκαλία τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας, μὲ τὴν ἔκδοση τῶν ἔργων τους, μὲ τὴν ἐπιστροφὴ στὴ γνήσια ὀρθόδοξη λατρεία καὶ μὲ τὴν προτροπὴ γιὰ συχνὴ Θεία Κοινωνία τῶν λαϊκῶν.
Μὲ τὴν προτροπὴ ἐπίσης νὰ ἀποκτήσουν μόρφωση οἱ πιστοὶ καὶ νὰ ἀπαλλαγοῦν ἀπὸ τὴν ἀμάθεια καὶ τὸν σκοταδισμό.
Κι ὅλα αὐτὰ διότι ἡ Ἐκκλησία καὶ τὸ Ἔθνος μας τὴ σκοτεινὴ ἐκείνη ἐποχὴ βρισκόταν ὑπὸ τριπλῆ κατοχή, ἤτοι: α) τὴ βάρβαρη καὶ ἀπάνθρωπη ἰσλαμικὴ ἐξουσία τῶν κατακτητῶν Ὀθωμανῶν, β) τὴν ἀπίστευτη εἰσβολὴ τῶν δυτικῶν μισιοναρίων (παπικῶν καὶ προτεσταντῶν), οἱ ὁποῖοι μὲ τὴν ἀνοχὴ τῶν τούρκων καὶ διαθέτοντας τεράστια ποσά, ἐκλατίνιζαν καὶ ἐκπροτεστάντιζαν συστηματικὰ τοὺς Ὀρθοδόξους ραγιᾶδες, καὶ γ) τὴν εἰσβολὴ τῶν ἄθεων γραμμάτων, τοῦ ὀρθολογισμοῦ καὶ γενικὰ τοῦ ἄθεου οὑμανισμοῦ, ἀπὸ τοὺς φραγκοσπουδαγμένους Ἕλληνες, οἱ ὁποῖοι ἐπιχειροῦσαν νὰ ἀφαιρέσουν τὸ Θεό, τὴν εὐλάβεια καὶ τὴν ὀρθόδοξη πίστη ἀπὸ τὶς ψυχὲς τῶν ὑποδούλων Ὀρθοδόξων.
Οἱ Κολλυβάδες, μὲ ἐπί κεφαλῆς τὸν Ἅγιο Νικόδημο τὸν Ἁγιορείτη, τὸν Ἅγιο Μακάριο Νοταρά, τὸν Ἅγιο Ἀθανάσιο Πάριο, τὸν Νεόφυτο Καυσοκαλυβίτη, τὸν Ἅγιο Κοσμᾶ τὸν Αἰτωλό, κ.α., πρόβαλαν ἰσχυρὴ ἀντίσταση πρὸς αὐτὲς τὶς προκλήσεις καὶ προτάσσοντας τὴν γνήσια ὀρθόδοξη παράδοση.
Αὐτὴ ἡ παράδοση πέρασε στὸν κλῆρο καὶ τὸ λαὸ καὶ διέσωσε τὴν ὀρθόδοξη αὐτοσυνειδησία μας.
Τὸ κολλυβαδικὸ κίνημα εἶχε βαθύτατες ἑλληνορθόδοξες ρίζες κι’ αὐτὸ φαίνεται στὰ ἔργα των κολλυβάδων, προωθῶντας τὸ τρίπτυχο α) γνήσια ὀρθόδοξη πίστη καὶ λατρεία, β) ἑλληνορθόδοξη παιδεία, γ) ἑλληνορθόδοξο ἦθος καὶ τρόπο ζωῆς.

Οἱ ἀρχὲς καὶ οἱ ἐπιδιώξεις τοῦ κολλυβαδικοῦ κινήματος ἔγιναν δεκτὲς ἀπὸ τὸν ἑλληνικὸ ὀρθόδοξο λαό. καὶ στοὺς ἀγωνιστὲς τῆς Ἐθνικῆς μας Παλιγγενεσίας. Αὐτὲς τὶς ἀρχὲς ἐξέφραζαν ὁ Μακρυγιάννης, ὁ Κολοκοτρώνης, ὁ Κανάρης, ὁ Καραϊσκάκης, ὁ Παπαφλέσσας, κ.α. Αὐτὲς τὶς ἀρχὲς ἐνστερνίστηκαν ἀργότερα καὶ οἱ πρωτεργάτες τῆς «Φιλορθοδόξου Ἑταιρείας» (Κοσμᾶς Φλαμιάτος, Κωνσταντῖνος Οἰκονόμου, Χριστόφορος Παπουλάκος, κ.α.), οἱ ὁποῖοι ἀγωνίστηκαν κατὰ τῆς νέας μορφῆς σκλαβιᾶς τοῦ λαοῦ μας, ποὺ προωθοῦσαν οἱ ἄθεοι «διαβασμένοι» τῆς Ἑσπερίας καὶ εἶχαν ταυτιστεῖ μὲ τὴν βαυαροκρατία, ἡ ὁποία ἐπιχειροῦσε νὰ ἀφαιρέσει καὶ τὰ τελευταῖα ψήγματα τῆς ὀρθοδόξου ρωμαίικης παραδόσεώς μας. Αὐτὲς τὶς ἀρχὲς ἐξέφρασαν ἀργότερα καὶ οἱ μεγάλοι λογοτέχνες μᾶς Α. Παπαδιαμάντης, Α. Μωραϊτίδης, Φ. Κόντογλου, κ.α.

Αὐτὲς τὶς ἀρχὲς ἐνστερνίστηκε καὶ ὁ Ἅγιος Νικόλαος Πλανᾶς. Δὲν εἶναι ἄσχετο τὸ γεγονὸς ὅτι εἶχαν κοινὴ καταγωγὴ μαζὶ μὲ τὸν Ἅγιο Νικόδημο τὸν Ἁγιορείτη, ὁ ὁποῖος εἶχε ἰσχυροὺς δεσμοὺς μὲ τὴ Νάξο καὶ ὅπου διοχέτευσε καὶ ἐκεῖ τὸ κολλυβαδικὸ πνεῦμα. Προφανῶς ὁ σεβάσμιος ἱερέας Γεώργιος Μελισσουργός, παπποῦς του Παπα- Νικόλα Πλανᾶ, εἶχε γνωρίσει καὶ διδαχθεῖ ἀπὸ ἀνθρώπους ποὺ εἶχαν γνωρίσει τὸν ἅγιο Νικόδημο καὶ διδαχθεῖ ἀπὸ αὐτόν.
Εἶναι σίγουρο, πὼς ὁ σεβάσμιος καὶ εὐλαβὴς ἐκεῖνος κληρικός, εἶχε μιλήσει στὸν ἐγγονό του, τον μετέπειτα Παπα- Νικόλα, γιὰ τὸν Ἅγιο Νικόδημο καὶ τὸ ἀνανεωτικὸ κίνημα ποὺ ἦρθε ἀπὸ τὸ Ἅγιο Ὅρος, γιὰ νὰ ἐκτοπίσει τὸ παρείσακτο δυτικὸ πνεῦμα ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία καὶ νὰ ἐπαναφέρει τὴν ὀρθόδοξη πατερικὴ παράδοση.
Ἡ ἐμμονὴ τοῦ μικροῦ του ἐγγονοῦ νὰ παίζει τὸν ἱερέα καὶ νὰ ψάλλει στὸ ἰδιωτικό τους παρεκκλήσι, φανερώνει τὴ μύησή του στὴν ὀρθόδοξη πνευματικότητα καὶ ἰδιαίτερα στὴν ἀξία τῆς θείας λατρείας, ἡ ὁποία, ὅπως ἤδη προαναφέραμε, ἦταν βασικὸ στοιχεῖο τῆς κολλυβαδικῆς ἀνανέωσης.

Μελετῶντας μὲ προσοχὴ τὸ βίο τοῦ ἁγίου Νικολάου Πλανᾶ, εἶναι εὔκολο νὰ διαπιστώσουμε ὅτι ὁ ἁπλοϊκὸς ἐκεῖνος λειτουργὸς ζοῦσε κυριολεκτικὰ γιὰ νὰ λειτουργεῖ! Δὲν εἶναι ὑπερβολὴ νὰ ποῦμε πὼς ἀπὸ τὰ πενῆντα καὶ πλέον χρόνια τῆς ἱερατικῆς του διακονίας τὸ μισὸ τοὐλάχιστον χρόνο τὸν πέρασε μπροστὰ στὴν Ἁγία Τράπεζα λειτουργῶντας!
Ἂν προσθέσουμε καὶ τὶς κατ’ ἰδίαν προσευχές του, τότε ὁλόκληρος ὁ βίος του ἦταν λειτουργικός!
Ὅ, τί δηλαδὴ ὑπαγόρευε καὶ πρέσβευε ἡ κολλυβαδικὴ παράδοση, ἡ ὁποία ἔθεσε στὸ περιθώριο τὸ ἐπηρεασμένο ἀπὸ τὴ Δύση λειτουργικὸ τυπικό, τὸ φορμαρισμένο μὲ συγκεκριμένους τύπους, ἀπογυμνωμένο ἀπὸ τὴ δροσιὰ τῆς ὀρθόδοξης πνευματικότητας.
 Ἡ μεγάλη χαρά του ἦταν, ὅπως εἴπαμε, οἱ ὁλονυχτίες, οἱ ὁποῖες ἐκτείνονταν ὡς τὶς πρῶτες πρωινὲς ὧρες.
Ἐκεῖνος πάντα ὄρθιος καὶ δεόμενος μπροστὰ ἀπὸ τὸ Ἱερὸ Θυσιαστήριο, γιὰ 8, 9 ἢ καὶ 10 ὧρες!
Ἡ καρέκλα ἦταν ἔπιπλο ἄχρηστο γι’ αὐτόν. Ἀποροῦσε τὸ ἐκκλησίασμα γιὰ τὴν ἀντοχή του, ἡ ὁποία δὲν εἶναι εὔκολο νὰ ἐξηγηθεῖ μὲ ὀρθολογικὰ κριτήρια. Ὁ μακαριστὸς π. Φιλόθεος Ζερβάκος εἶχε πεῖ «Τὸν Παπα-Νικόλα ἄλλη τις ξένη δύναμις τὸν ἐβάσταζε: ἡ δύναμις τοῦ Θεοῦ, ἡ χάρις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος».
Ἀλλὰ καὶ μετὰ τὸ πέρας της ὁλονυχτίας πήγαινε γιὰ ὀλιγόωρο ὕπνο καὶ τὸ πρωὶ τῆς ἑπομένης λειτουργοῦσε ξανά, ὡς τὸ μεσημέρι ἢ καὶ τὸ ἀπόγευμα! Καμιὰ κόπωση δὲ διακρίνονταν στὸ πρόσωπό του, ἀλλὰ μιὰ εὐδιάκριτη ἱλαρότητα καὶ γλυκύτητα.
Ἀξίζει νὰ ἀναφέρουμε καὶ τὸ γεγονὸς ὅτι μνημόνευε ὅλους τοὺς πιστούς, ζωντανοὺς καὶ κεκοιμημένους σὲ κάθε Θεία Λατρεία.
Κάθε ἕναν ποὺ γνώριζε, τὸν συμπλήρωνε στὰ δίπτυχά του, γιὰ νὰ τὸν μνημονεύει ἐς ἀεί. Τὰ πολυάριθμα χαρτάκια του τὰ ἀποκαλοῦσε «συμβόλαια γραμμάτια» καὶ τὰ ἔφερε πάντα μαζί του στὶς τσέπες τοῦ τριμμένου ράσου του.
«Εἰς κάθε προσκομιδὴν μνημονεύει δύο ἢ τρεῖς χιλιάδες ὀνόματα. Δὲν βαρύνεται ποτέ. Ἢ προσκομιδὴ παρ’ αὔτω διαρκεῖ δύο ὥρας» ἀναφέρει ὁ Παπαδιαμάντης!
Ἀλλὰ καὶ μετὰ τὴν μακρόσυρτη ἀκολουθία δὲν πήγαινε στὸ φτωχικό του νὰ ἀναπαυθεῖ, ἀλλὰ τὸν περίμεναν, ὅπως προαναφέραμε, ὁμάδες πιστῶν ἀπὸ ὅλη τὴν Ἀττικὴ καὶ ὄχι μόνο, νὰ ἐξομολογηθοῦν ἢ νὰ τὸν συμβουλευτοῦν. Μαζί τους, ὄχι μόνον ἀγράμματοι ἢ ὀλιγογράμματοι πιστοί, ἀλλὰ καὶ ἐγγράμματοι, ἀκόμα καὶ ἐπιστήμονες, ἐρχόταν νὰ φωτιστοῦν ἀπὸ τὸν ὀλιγογράμματο μέν, ἀλλὰ φωτισμένο ἀπὸ τὸ Θεὸ ἱερέα.
Καὶ στὴν ἐξομολόγηση ἀκολουθοῦσε τὸ κολλυβαδικὸ πνεῦμα. Στὴν ἐποχή του εἶχε κυριαρχήσει τὸ δυτικὸ νομικίστικο καὶ δικανικὸ πνεῦμα, γιὰ τὴν ἔννοια τῆς ἁμαρτίας καὶ τῆς ἀφέσεως. Ἡ ἁμαρτία θεωρεῖται στὴ δυτικὴ χριστιανικὴ παράδοση, παράβαση συγκεκριμένης νομικῆς διάταξης, ἡ ὁποία διαταράσσει τὴ θεία δικαιοσύνη, καὶ ἡ ὁποία πρέπει νὰ ἱκανοποιηθεῖ μὲ συγκεκριμένη ποινή, ὥστε νὰ λάβει τὴν ἄφεση ὁ ἐξομολογούμενος.
Αὐτὰ ὅμως ἦταν ἄγνωστα γιὰ τὸν Παπα- Νικόλα Πλανᾶ. Ὡς φορέας τῆς γνήσιας πατερικῆς παραδόσεως, ἔβλεπε τὴν ἁμαρτία, ὄχι δικανικά, ὡς παράβαση νόμου, ἀλλὰ ὡς ἀποτυχία τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου νὰ αὐτοπραγματωθεῖ μὲ τὶς δικές του δυνατότητες, αὐτονομημένος ἀπὸ τὸ Χριστὸ καὶ τὸ ἐκκλησιαστικὸ σῶμα.
Θεωροῦσε τὸν ἁμαρτωλὸ ὡς πνευματικὰ ἀσθενῆ, ὡς ἀποτυχημένο, καὶ ἔτσι τὸν ἀντιμετώπιζε. Οὐδέποτε ταράσσονταν καὶ θύμωνε τὴν ὥρα τῆς ἐξομολογήσεως. Εἶχε προικισθεῖ ὁ ὀλιγογράμματος ἐκεῖνος ἐξομολόγος ἀπὸ τὸ Θεὸ νὰ ἀνατέμνει μὲ ἀκρίβεια τὴν ἀνθρώπινη ψυχὴ καὶ νὰ βρίσκει τὸ κατάλληλο φάρμακο νὰ τὴ θεραπεύσει ἀπὸ τὴν ἀσθένεια τῆς ἁμαρτίας.
Μὲ πατρικὴ στοργή, γιά τὸ ἄρρωστο πνευματικὰ παιδί του, προσπαθοῦσε νὰ τοῦ δείξει τὴν ἀστοχία του, τὴν ἀποτυχία του, τὸ λάθος του καὶ νὰ δεχτεῖ τὰ φάρμακα ποὺ τοῦ πρότεινε γιὰ τὴ σωτηρία του.
Δὲν ἀποθάρρυνε κανέναν, ὅσο μεγάλος ἁμαρτωλὸς καὶ νὰ ἦταν, ἀλλὰ ἔδινε στὸν καθένα τὴν ἐλπίδα τῆς σωτηρίας, διὰ τῆς εἰλικρινοῦς μετανοίας, ποὺ εἶναι χάρισμα ἀπὸ τὸ Θεὸ καὶ οὐδέποτε ἀτομικὴ κατάκτηση. Σύστηνε τὴν ταπείνωση, τὴν προσευχή, τὴ συμμετοχὴ στὰ Ἱερὰ Μυστήρια καὶ τὴν ἀγαθοεργία ὡς μέσα σωτηρίας καὶ οὐδέποτε ὡς αὐτοσκοπὸ γιὰ τὴ σωτηρία.
Οὐδέποτε ὑποστήριξε ὅτι τὰ «ἐπιτίμια» εἶναι ποινές, οἱ ὁποῖες ἐξιλεώνουν τὸν ἁμαρτωλό, ἀλλὰ παιδαγωγικὰ μέσα, γιὰ νὰ ἀποδεχτεῖ ὁ ἁμαρτωλός της θεῖα σώζουσα χάρη. Ἄλλωστε ὁ ἴδιος ἔβαζε τέτοια «ἐπιτίμια», τέτοια ποὺ μποροῦσαν νὰ τηρηθοῦν, καὶ νὰ συνεφέρουν τὸν ἁμαρτωλό.
Στοὺς πονεμένους καὶ πεφορτισμένους ἀπὸ τὶς δοκιμασίες τοῦ βίου ἦταν ὁ συμπονετικὸς παρηγορητὴς καὶ ὁ σοφὸς συμβουλάτορας. Ἡ γνώμη του θεωροῦνταν σημαίνουσας ἀξίας καὶ γι’ αὐτὸ ἔτρεχε πλῆθος κόσμου νὰ τὸν συμβουλευτεῖ καὶ νὰ ἐναποθέσει σὲ ἐκεῖνον τὰ προβλήματά του, διότι εἶχε παγιωθεῖ στὴ συνείδησή των Ἀθηναίων ὅτι ὁ ταπεινὸς καὶ ἁγιασμένος ἐκεῖνος κληρικὸς εἶχε χῶρο στὴν καρδιά του γιὰ τὸν κάθε ἕναν πιστό.
Ἐνῷ γιὰ τὸν ἑαυτό του ἦταν αὐστηρός, ἀντίθετα, γιὰ τοὺς ἄλλους ἦταν ἀνεκτικὸς καὶ ἐπιεικής. Συγχωροῦσε τοὺς πάντες.
Συγχώρεσε τὸ νεωκόρο τοῦ ναοῦ, ὁ ὁποῖος εἶχε τὴν κακὴ συνήθεια νὰ τὸν μουντζώνει. Δὲ δίσταζε νὰ ζητᾶ συγνώμη ἀπὸ τοὺς συνεργάτες του ὅταν τοὺς κούραζε ἀπὸ τὴν ἐπιμονή του στὶς μακρόσυρτες ἀκολουθίες, «σᾶς παιδεύω, παιδιά μου, νὰ μὲ συγχωρέσετε», «νὰ μὲ συγχωρεῖτε... εἶμαι λιγάκι παράξενος!» ἔλεγε!
Τὸ μόνο ποὺ δὲν συγχωροῦσε ἦταν ἡ ἐμμονὴ ὅσων δὲν συγχωροῦσαν τοὺς ἄλλους. Ἀναφέρεται, πὼς θεωροῦσε ἔνοχο διὰ παντὸς ἕναν κληρικὸ ποὺ εἶχε ἀφορίσει μιὰ γυναῖκα καὶ πέθαναν καὶ οἱ δύο ἀσυγχώρητοι.
Σύστηνε τὴν ἀγάπη καὶ τὴν ὑπομονή, ὡς βασικὰ ἐφόδια, γιὰ τὴν πορεία τῆς ἐπίγειας ζωῆς. «Νὰ εἶστε ἀγαπημένοι παιδιὰ μου» , «κάντε ὑπομονὴ καὶ ὁ Θεὸς θὰ δώσει τὴ λύση» ἔλεγε.

Στὴν προσωπική του ζωὴ ζοῦσε ἀσκητικά, σὰν μοναχὸς στὸν κόσμο. Ἔτρωγε ἐλάχιστο καὶ λιτότατο φαγητό, ποὺ ἀποτελοῦνταν κυρίως ἀπὸ χόρτα, τὰ ὁποῖα μάζευε ὁ ἴδιος ἀπὸ τὰ χωράφια πέριξ τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ Ἁγίου Ἰωάννου στὸ σημερινὸ Νέο Κόσμο τῶν Ἀθηνῶν.
Ὅταν δὲν νήστευε ἔτρωγε καὶ λίγο γάλα καὶ τυρί, ποὺ τοῦ ἔδιναν οἱ βοσκοὶ τῆς περιοχῆς.
Πολλοὶ πιστοί τοῦ προσέφεραν φαγητὸ καὶ τρόφιμα, ἀλλὰ αὐτὸς τὸ προσέφερε κρυφὰ σὲ φτωχούς.
Νήστευε μὲ ἀκρίβεια ὅλες τὶς νηστεῖες τῆς Ἐκκλησίας. Κατὰ τὴ Μεγάλη Τεσσαρακοστὴ ξηροφαγοῦσε. Τὴ μεγάλη Ἑβδομάδα ἦταν σχεδὸν νηστικός, συντηροῦνταν μὲ ἐλάχιστα μουσκεμένα παξιμάδια καὶ νερό. Ἀπὸ τὸ βράδυ τῆς Μ. Πέμπτης μέχρι τὴν Ἀνάσταση δὲν ἔβαζε τίποτε στὸ στόμα του, παρὰ λίγο νερό!

Συνδύαζε μὲ συνέπεια τὴν τριπλῆ μοναχικὴ ἡσυχαστικὴ ἄσκηση: τῆς ἀδιάλειπτης προσευχῆς, τῆς νηστείας καὶ τῆς ἀγρυπνίας.
Ὁ Παπα- Νικόλας, χωρὶς νὰ ἔχει ἰδιαίτερες γνώσεις γιὰ τὴν ἡσυχαστικὴ παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας, τὴ βίωνε ὁ ἴδιος μὲ ἀκρίβεια!
Γι’ αὐτὸ ἀξιώθηκε ἀπὸ τὸ Θεὸ νὰ γίνει τὸ καθαρὸ δοχεῖο τῆς Θείας Χάριτος καὶ ἔτσι νὰ θαυματουργεί, ἐνῷ ἀκόμη ζοῦσε.
Ἡ εὐσεβὴς παράδοση τῶν Ἀθηναίων διέσωσε πολλὰ θαύματα ποὺ ἐπιτέλεσε.
Ἕνα ἀπὸ τὰ πολλὰ θαύματά του ὑπῆρξε ἡ, κατόπιν θερμῆς προσευχῆς του, ἀνεξήγητη προμήθειας πρόσφορου γιὰ τὴ Θεία Λειτουργία, ὅταν δὲν ὑπῆρχε πρόσφορο. Ἀξιώθηκε ἐπίσης νὰ ἔχει καὶ προορατικὸ καὶ προφητικὸ χάρισμα. Εἶχε προαναγγέλλει τὸ θάνατο ἀρρώστου παιδιοῦ: «Ὁ Ἠλίας θὰ πεθάνει, μοῦ τὸ εἶπαν ὁ ἅγιος Ἰωάννης καὶ ὁ ἅγιος Παντελεήμων», εἶχε προαναγγείλει, ὅπως καὶ ἔγινε!
Φυσικὰ ὁ ἴδιος, μέσα στὴν ταπεινότητά του δὲ δεχόταν ὅτι θαυματουργοῦσε. Τὰ ζωντανὰ θαύματα, ποὺ ἔβλεπε ὁ λαός, τὰ ὀνόμαζε «σημεῖα ἀπὸ τὸ Θεὸ» καὶ ὄχι δικά του κατορθώματα.
Θεωροῦσε ἀπόλυτα φυσιολογικὴ τὴ θαυμαστὴ ἐπέμβαση τοῦ Θεοῦ στὴ ζωή. Τὸ προορατικό του χάρισμα οὐδέποτε τὸ διαφήμισε καὶ φρόντιζε νὰ μὴν τὸ μαθαίνει ὁ κόσμος. Εἶναι γνωστὸ πὼς πολλὰ παιδιά, κυρίως τα «παπαδάκια» τοῦ Ἱεροῦ, τὸν ἔβλεπαν τὴν ὥρα τῆς Θείας Λειτουργίας νὰ ἵπταται στὸν ἀέρα, νὰ μὴν πατᾶ στὴ γῆ, νὰ στέκεται σὲ ἕνα σύννεφο!
Τὸν ἀγαποῦσαν ἄλλωστε τὰ παιδιά, τὰ ὁποῖα τὸν ἀποκαλοῦσαν «Παπποῦ» καὶ ἐκεῖνος ἀνταπέδιδε μιὰ ὑπέρμετρη ἀγάπη γιὰ ἐκεῖνα.
Εἶναι χαρακτηριστικὸ ὅτι οὐδέποτε δυσανασχετοῦσαν κατὰ τὴν ὥρα τῆς Λατρείας, δὲν ἔκλαιγαν, δὲ φώναζαν καὶ δὲν ἔπαιζαν, ὅπως συνήθως κάνουν.
Συνωστίζονταν ποιό παιδὶ θὰ ντυθεῖ «παπαδάκι» στὸ Ἱερὸ Βῆμα. Ἀλλὰ καὶ οἱ μεγάλοι εἶχαν τὴν αἴσθηση τῆς ἁγιότητάς του.
Τὸν σέβονταν καὶ τὸν ἀγαποῦσαν ὅλοι οἱ Ἀθηναῖοι. Ὅταν τὸν συναντοῦσαν στὸ δρόμο, ἔβγαζαν τα καπέλα τους, τοῦ φιλοῦσαν τὸ χέρι καὶ ζητοῦσαν τὴν εὐλογία του. Οἱ γυναῖκες σταυροκοπιοῦνταν καὶ τὸν πλησίαζαν φορῶντας τα μαντίλια τους, ὅπως ἔμπαιναν στὴν ἐκκλησία. Οἱ ἀμαξάδες σταματοῦσαν τὶς ἅμαξες γιὰ νὰ προσπεράσει. Οἱ πιστοὶ στὴν Ἐκκλησία φρόντιζαν νὰ τὸν ἀγγίζουν καὶ νὰ τὸν φιλοῦν στὸ μέτωπο, καθὼς ἦταν ὑπερβολικὰ κοντὸς καὶ ἐκεῖνος ἀνταπέδιδε εὐχές, χαμόγελα καὶ καλοσύνη.

Τὸν διέκρινε ἄλλωστε μιὰ σπάνια εὐγένεια καὶ καλοσύνη. Εἶχε γιὰ ὅλους ἕναν καλὸ λόγο καὶ ποτὲ δὲν κακολογοῦσε κανέναν.
Μιὰ ἀπίστευτη καὶ πρωτόγνωρη γαλήνη ἦταν μόνιμα φωλιασμένη στὴν ψυχή του. Ὁ θυμὸς ἦταν ἄγνωστο συναίσθημα γ’ αὐτόν, πολλῷ δὲ μᾶλλον ἡ κακία καὶ ἡ ἐκδίκηση.
Δὲν ἄφηνε κανένα περιθώριο ἀντιπάθειάς του στὸν κόσμο καὶ γι’ αὐτὸ ἐκεῖνος τὸν ἀγαποῦσε καὶ τὸν ὑπολήπτονταν.
Σὲ κάποια αὐθάδη κοπέλα της εἶχε πεῖ: «Λὲς νὰ μὴν μπορῶ καὶ ἐγὼ νὰ βρίσω; Δὲν τὸ κάνω ὅμως, διότι αὐτὸ θὰ μὲ βλάψει!».
Ἦταν ἀνεξίκακος. Ἔκανε πὼς δὲν καταλάβαινε, ποὺ τὸν ἔκλεβε συστηματικὰ ὁ μέθυσος ψάλτης του, ὁ Ἀλέκος, τὸν ὁποῖο παρατηροῦσε μὲ ἀγάπη: «ἥσυχα Ἀλέκο, ἥσυχα»!
Ὁ π. Φιλόθεος Ζερβάκος σημείωσε: «Ὁ π. Νικόλαος οὐδέποτε ἐταράχθη, οὐδέποτε ἐθύμωσε, πάντας ἠγάπα, ὑπὲρ πάντων ἠύχετο.
Εἶχε δὲ τὴν νοερὰν προσευχήν, τὸ χαροποιὸν πένθος, τὸ ἀείρυτον δάκρυον, ἅτινα τὸν κατέστησαν πρᾶον καὶ κληρονόμον τῆς γῆς τῶν πραέων, τῆς Βασιλείας τῶν Οὐρανῶν».

Ὅμως αὐτὴ ἡ ἀγάπη καὶ ἡ ἐκτίμηση τοῦ κόσμου, δὲν τὸν ὁδήγησε στὸ νὰ θεωρήσει τὸν ἑαυτό του σπουδαῖο.
Ἀντίθετα μάλιστα καλλιεργοῦσε στὸ πρόσωπό του τὴν ἀρετὴ τῆς ταπείνωσης. Μιλοῦσε συνεχῶς γιὰ τὴ δική του ἀναξιότητα καὶ ἀμαρτωλότητα καὶ φρόντιζε νὰ κρύβει ἐπιμελῶς τὶς ἀρετές του. Δὲ θὰ ἦταν ὑπερβολικὸ νὰ ἰσχυρισθοῦμε ὅτι ὁ Παπα- Νικόλας Πλανᾶς ἀξιώθηκε νὰ γίνει καὶ μιμητὴς τῶν παλαιῶν ἁγίων σαλῶν τῆς Ἐκκλησίας μας.
Τῶν θαυμάσιων ἐκείνων ἁγίων, οἱ ὁποῖοι προσποιοῦνταν τοὺς διανοητικὰ ἀναπήρους, ἀσκῶντας μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο τὴν ὕψιστη ἀρετὴ τῆς ταπείνωσης καὶ ὑποδηλώνοντας τὴν κοσμικὴ μηδαμινότητα. Μὲ τὴ δική τους ὑποτιθέμενη «παραλογία» ἀποδείκνυαν τὴν παραλογία τοῦ πτωτικοῦ κόσμου.
Ὁ Παπα- Νικόλας Πλανᾶς ἄσκησε καὶ τὴν ἐν Χριστῷ σαλότητα. Ἀπὸ σωματικὴ διάπλαση ἦταν πολὺ κοντός. Μιλοῦσε ψευδά. Λόγῳ τῆς ὀλιγογραμματοσύνης του ἔκανε, ὅπως προαναφέραμε, σοβαρὰ λεκτικὰ λάθη, ὅταν διάβαζε ἀναγνώσματα καὶ εὐχὲς στὴν ἐκκλησία.
Μόνο στὴ Θεία Λειτουργία δὲν ἔκανε λάθη, διότι τὰ εἶχε μάθει σωστὰ καὶ τὰ ἔλεγε ἀπὸ στήθους.
Ὅμως ποτὲ δὲν προκαλοῦσε σχόλια καὶ γέλια, ἀντίθετα μάλιστα εἶχαν συνηθίσει τὰ λεκτικὰ τοῦ λάθη τὰ ὁποῖα εἶχαν συνδυάσει οἱ πιστοὶ μὲ τὴν ἁπλοϊκότητα καὶ ἀφελότητα τοῦ χαρακτῆρα του.
Εἶχε συναίσθηση ὅτι ἦταν μειωμένων προσόντων καὶ γι’ αὐτὸ μιλοῦσε γιὰ τὸ πρόσωπό του ἀπαξιωτικά, ἤτοι: «εἶμαι ἀγράμματος», «εἶμαι ἐλάχιστος», κλπ.
Ὅταν μιλοῦσε γιὰ τὴν ἁμαρτία καὶ τὴν ἀσέβεια, προέτασσε πάντοτε τὸν ἑαυτό του ὡς τὸν πρῶτο ἁμαρτωλὸ καὶ ἀσεβῆ καὶ μετὰ στιγμάτιζε τοὺς ἄλλους. Ὅταν προέτρεπε γιὰ μετάνοια δὲν ἔλεγε «μετανοῆστε», ἀλλὰ «ἂς μετανοήσουμε».
Φοροῦσε εὐτελῆ καὶ τριμμένα ράσα καὶ ὑποδήματα, τὰ ἴδια γιά χρόνια. Τὸ σπίτι του ἦταν φτωχικό, ἀπὸ τὰ πλέον φτωχόσπιτα τῶν Ἀθηνῶν. Ποτὲ δὲν παραπονέθηκε γιὰ τὴ φτώχια του. Ὁ ἴδιος, ὅπως καὶ ὅλοι οἱ ἱερεῖς τὴν ἐποχὴ ἐκείνη, χωρὶς μισθό, συντηροῦνταν ἀπὸ τὰ φιλοδωρήματα τῶν ἐνοριτῶν.

Ἦταν ἀπίστευτα ἁπλὸς «Αὐτὴ ἡ ἁπλότητα, σημειώνει ὁ Σέβ. Μητροπολίτης Ναυπάκτου κ. Ἰερόθεος, ἦταν καὶ ἔκφραση τοῦ χαρακτῆρος του, ἀλλὰ κυρίως καὶ πρὸ παντός, ἦταν ἔκφραση τῆς λειτουργικῆς καὶ ἀσκητικῆς του ἐμπειρίας. Δὲν ἐπρόκειτο μόνο γιὰ μιὰ ἐξωτερικὴ ἁπλότητα στοὺς τρόπους, ἀλλὰ κυρίως γιὰ ἁπλότητα ποῦ προερχόταν ἀπὸ τὴν ἑνότητα καὶ τὴν καθαρότητα τοῦ ἐσωτερικοῦ του κόσμου».
Ἀλλὰ δὲν ἔβλεπε τοὺς πιστοὺς μόνο ὡς ψυχές, ἀλλὰ καὶ ὡς σώματα, τὰ ὁποῖα ἔχουν ὑλικὲς ἀνάγκες.
Ἔτσι φρόντιζε τὰ φιλοδωρήματά του νὰ τὰ δίνει, ὅπως τὰ ἔπαιρνε, στοὺς φτωχούς, ἀφοῦ πρῶτα τὰ σταύρωνε γιὰ νὰ ἁγιαστοῦν καὶ νὰ πιάσουν τόπο. Στὴν τσέπη του δὲν εἶχε ποτὲ δεκάρα! Ὡς γνήσιος Ὀρθόδοξος καὶ Ἕλληνας, ἔχοντας στὴν ψυχοσύνθεσή του τὸ ἑλληνορθόδοξο κοινοτικὸ ἰδεῶδες, ζοῦσε γιὰ τοὺς ἄλλους.
Τὴ ζωὴ τῶν συνανθρώπων του τὴ θεωροῦσε σημαντικότερη ἀπὸ τὴ δική του, διότι ἔβλεπε στὸ πρόσωπο τοῦ κάθε ἐνδεῆ, τὸν ἴδιο τὸ Χριστό. Ἔτσι ὁλόκληρη ἡ ζωή του ὑπῆρξε μιὰ ἀδιάκοπη ἐλεημοσύνη.
Τὸ μερίδιο τῆς μεγάλης πατρικῆς του περιουσίας, ὅπως ἀναφέραμε, τὸ εἶχε βάλλει ἐνέχυρο γιὰ κάποιον φτωχὸ ὀφειλέτη, τὸ ὁποῖο οὐδέποτε τοῦ τὸ ἐπέστρεψε. Ἔδινε κάθε μῆνα ἐπίδομα σὲ δεκάδες οἰκογένειες χηρῶν καὶ ὀρφανῶν.
Ἕνα πάμφτωχο γεροντάκι γιὰ χρόνια ἔπαιρνε δυὸ φορὲς τὴν ἑβδομάδα τὸ ἐπίδομά του, τὸ ὁποῖο τὸν συντηροῦσε στὴ ζωή.
Ἔτρεχε στὰ φτωχικὰ σοκάκια τῆς Ἀθήνας γιὰ νὰ συναντήσει δυστυχισμένους γιὰ νὰ τοὺς δώσει τὸν ὀβολό του.
Ἐπισκεπτόταν νεαρὰ ζευγάρια καὶ τοὺς ἔδινε τὰ πρῶτα ἔξοδα τοῦ βίου τους. Εἶχε τους μυστικοσυμβούλους του νὰ μαθαίνει ποιός εἶχε ἀνάγκη γιὰ νὰ σπεύσει νὰ τὸν βοηθήσει!

Ἔχει ἀξία νὰ ἀναφέρουμε ἐνδεικτικὰ τί εἶπαν γιὰ τὸν ἅγιο Νικόλαο Πλανᾶ δύο μεγάλοι λογοτέχνες μας ὁ Α. Παπαδιαμάντης καὶ ὁ Φώτης Κόντογλου. «Γνωρίζω ἕνα ἱερέα εἰς τὰς Ἀθήνας. Εἶναι ὁ ταπεινότερος τῶν ἱερέων καὶ ὁ ἁπλοϊκότερος τῶν ἀνθρώπων εἶναι ἀξιαγάπητος, εἶναι ἁπλοϊκὸς καὶ ἐνάρετος, εἶναι ἄξιος τοῦ πρώτου Μακαρισμοῦ τοῦ Σωτῆρος», ἔγραψε ὁ Παπαδιαμάντης.
Ὁ Φώτης Κόντογλου σημείωσε στὸν πρόλογο βιβλίο του: «Καρδιὰ πονηρὴ καὶ ἄπιστη ἂς μὴν ἁπλώσει ν’ ἀνοίξει τοῦτο τὸ βιβλίο. Γνώρισμα τῆς Ὀρθοδοξίας εἶναι ἡ ἁπλότητα τῆς καρδιᾶς ποῦ φέρνει τὴν πίστη. Ὅλη ἡ βιογραφία τοῦ ἁγίου Νικολάου Πλανᾶ δείχνει αὐτὸν τὸ ἁπλὸ Κληρικό, ποῦ ξέρει νὰ ποιμαίνει, νὰ ἀνέχεται, νὰ ἀγαπᾶ, νὰ εἶναι μιὰ καύση καρδίας ὑπὲρ ὅλης τῆς κτίσεως».
Θὰ πρέπει νὰ ἔχουμε ὑπόψη μας πὼς οἱ εὐλαβικοὶ καὶ ἁπλοϊκοὶ ἱερεῖς – ἥρωες τῶν ἄφθαστων διηγημάτων του Παπαδιαμάντη εἰκονίζουν σαφέστατα τὸν Παπα – Νικόλα Πλανᾶ!

Σεβαστοί μου καὶ ἀγαπητοί μου,
Αὐτὸς ἦταν ὁ ἅγιος Νικόλαος Πλανᾶς. Ἕνας γνήσιος κληρικὸς καὶ ἕνας ἀληθινὸς ἅγιος τῆς Ἐκκλησίας μας, διότι δὲ βγῆκε ἔξω ἀπὸ τὴν ὀρθόδοξη ἐκκλησιαστική μας ὁριοθέτηση. Ὑπῆρξε «Ὁ ποιμὴν ὁ καλὸς» (Ἰωάν.9,11) εἰς τύπον τους ἀρχιποίμενος Χριστοῦ.
Μέσα στὴν ἁπλότητά του βίωσε μὲ ἀκρίβεια τὴν Ὀρθοδοξία καὶ τὴν ὀρθοπραξία. Ἔγινε ἅγιος διότι δὲν γνώριζε καὶ δὲν ἀναγνώριζε ἄλλο Θεό, ἀπὸ τὸν Τριαδικό, ὁ Ὁποῖος μᾶς ἀποκαλύφτηκε ἀπὸ τὸν ἔνσαρκο Λόγο Του, τὸ Σωτῆρα μας Ἰησοῦ Χριστό.
Δὲ γνώριζε καὶ δὲν ἀναγνώριζε ἄλλη Ἐκκλησία, ἀπὸ τὴν Ὀρθοδοξία, τὴν Μία, Ἁγία, Καθολικὴ καὶ Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ.
Δὲ γνώριζε καὶ δὲν ἀναγνώριζε ἄλλη ἀλήθεια ἀπὸ τὴν σώζουσα Ὀρθόδοξη Πίστη, τὴν ὁποία μᾶς παρέδωσαν ἀπαραχάρακτη οἱ ἅγιοι καὶ θεοφόροι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας.
Δὲν γνώριζε καὶ δὲν ἀναγνώριζε θεία χάρη, ἁγιασμὸ καὶ σωτηρία ἐκτὸς τῆς ἀληθινῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, τῆς Ὀρθοδοξίας.
Δὲν τοῦ πέρασε ποτὲ ἀπὸ τὴν ἁπλοϊκή, μά θεοφώτιστη σκέψη του, ὅτι ὅλοι οἱ ἄνθρωποι λατρεύουν δῆθεν τὸν ἴδιο Θεό, μὲ διαφορετικὸ τρόπο, ὅπως διατείνεται ὁ σύγχρονος διαχριστιανικὸς καὶ διαθρησκειακὸς οἰκουμενισμός, ὅτι δῆθεν ὅλες οἱ θρησκεῖες εἶναι διαφορετικοὶ δρόμοι γιὰ τὴ σωτηρία τῶν ἀνθρώπων, διότι αὐτὸ θὰ ἀναιροῦσε τὴ μοναδικότητα τοῦ ἀπολυτρωτικοῦ ἔργου τοῦ Χριστοῦ.

Μὲ τὴν ἀπόλυτη προσήλωσή του στὴ λειτουργικὴ καὶ εὐχαριστιακὴ βίωση τῆς ὀρθοδόξου πνευματικότητας, ἀπόδειξε ὅτι ὁ μοναδικὸς σωτῆρας καὶ λυτρωτὴς τοῦ κόσμου εἶναι ὁ Χριστὸς καὶ τὸ μέσον τῆς σωτηρίας εἶναι ἡ Ἁγία Τοῦ Ἐκκλησία, ὡς ἡ μόνη ταμειοῦχος τῆς Θείας Χάριτος.
Ὅτι ἡ σωτηρία, μᾶς χαρίζεται ἀπὸ τὸ Θεό, καὶ ἐμεῖς ἀποδεχόμενοι αὐτὴ τὴ θεία δωρεὰ ἀνταποδίδουμε μὲ τὴν εὐχαριστήρια συμμετοχή μας στὴ λειτουργικὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας μας. Αὐτὴ τὴ σημασία εἶχε ὁ ἀέναος λειτουργικὸς βίος τοῦ ἁγίου Νικολάου Πλανᾶ.
Γι’ αὐτὸ καὶ δὲν εἶχε τὴν ἄποψη ὅτι ἐκτελοῦσε ἁπλᾶ τυπικὰ ἱερατικὰ καὶ θρησκευτικὰ καθήκοντα, ἀλλὰ ἦταν ἀπόλυτα πεπεισμένος ὅτι ὑπηρετοῦσε τὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, τὴ νέα κτίση, τὸ νέο τριαδικὸ τρόπο ζωῆς, ποὺ δίδαξε ὁ Χριστὸς καὶ καλλιεργεῖ ἡ ἁγία Του Ἐκκλησία.

Τοιοῦτος λοιπὸν ἱερέας ἔλαχε στοὺς εὐσεβεῖς Ἀθηναίους στοὺς δύσκολους ἐκείνους χρόνους.
Τοιοῦτος ἱερέας θὰ πρέπει νὰ ἀποτελεῖ καὶ τὸ πρότυπο τῶν σημερινῶν καὶ μελλοντικῶν κληρικῶν.
Τοιοῦτο παράδειγμα μᾶς ἄφησε, ὡς πολύτιμη παρακαταθήκη, γιὰ τὴ δική μας πνευματικὴ πορεία. Ὡς νοητὸς ὁδοδείκτης, ἡ ὁλόφωτη προσωπικότητά του καὶ τὸ παράδειγμά του, μποροῦν νὰ μᾶς βοηθήσουν νὰ βγοῦμε ἀπὸ τὰ σημερινὰ προσωπικὰ καὶ κοινωνικά μας ἀδιέξοδα. Ἡ λύση τῶν σύγχρονων μεγάλων καὶ πολυποίκιλων προβλημάτων μας βρίσκεται στὴν ἐγκόλπωση τῶν ἀξιῶν, ποὺ ἐνστερνίστηκε καὶ βίωσε ὁ ἅγιος Νικόλαος Πλανᾶς, ἤτοι: στὴ γνήσια ὀρθόδοξη πνευματικότητα, στὸ ὀρθόδοξο ἀσκητικὸ ἰδεῶδες καὶ στὸν ἑλληνορθόδοξο κοινοτικὸ τρόπο ζωῆς.
Ὅσο γρηγορότερα κατανοήσουμε καὶ υἱοθετήσουμε αὐτὴ τὴν ἀλήθεια, τόσο γρηγορότερα θὰ φτάσουμε στὴ λύση τῶν προβλημάτων μας. Ὅσο ἀπεμπολοῦμε τὸν ἑλληνορθόδοξο τρόπο ζωῆς καὶ στέφουμε τὶς ἐλπίδες μας πρὸς τὴν ἑτεροδοξία, πολλῷ δὲ μᾶλλον πρὸς τὸν σύγχρονο θρησκευτικὸ συγκρητισμό, ὄχι μόνο λύτρωση νὰ μὴν περιμένουμε, ἀλλὰ ἀντίθετα: δραματικὴ ἐπιδείνωση τῶν πρόβλημά των μας.
Εἴθε οἱ ἀέναες προσευχὲς τοῦ ἁγίου Νικολάου Πλανᾶ, στὸ οὐράνιο θυσιαστήριο τῆς Θριαμβεύουσας Ἐκκλησίας, νὰ μᾶς συντροφεύουν στὸν προσωπικὸ καὶ τὸν κοινωνικό μας βίο. Τὶς ἔχουμε ἀπόλυτα ἀνάγκη!
Διαβάστε περισσότερα πατῶντας Ἅγιος Νικόλαος ὁ Πλανᾶς

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου