Κουμπιά

Κυλιόμενο Μήνυμα

Σάββατο 1 Φεβρουαρίου 2025

Ὁμιλία ἱεροῦ Χρυσοστόμου γιὰ τὴν Ὑπαπαντὴ τοῦ Κυρίου

Ὑπαπαντὴ τοῦ Κυρίου


Ἁγίου Ἰωάννου Χρυσοστόμου, Ἀρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως

Δὲν φορεῖ μόνο σάρκα ὁ Κύριος μᾶς Ἰησοῦς Χριστός, ἀλλὰ καὶ περιτέμνεται σύμφωνα μὲ τὸν μωσαϊκὸ νόμο, γιὰ νὰ μὴν ἔχει πρόφαση ἡ ἀπιστία τῶν Ἰουδαίων· γιατί ἔρχεται πρὸς τὸν νόμο γιὰ χάρη τοῦ ἴδιου τοῦ νόμου, γιὰ νὰ ἐλευθερώσει τοὺς μαθητὲς Του μὲσῳ τῆς πίστεως ποὺ βασιζόταν στὸν νόμο. Καὶ παίρνει σάρκα καὶ περιτέμνεται καὶ Αὐτὸς μὰζὶ μὲ τοὺς Ἰουδαίους.
Πῆρε τὸ ἴδιο μὲ αὐτοὺς σῶμα, πῆρε καὶ τὴν ἴδια περιτομή. Ἔκανε ἀναντίρρητη τὴν συγγένειά Του μὲ αὐτούς, ὥστε νὰ μὴ Τὸν ἀρνηθοῦν, Αὐτόν, ὁ ὁποῖος ἦταν ὁ Χριστὸς ποὺ ἔρχεται ἀπὸ τὴ γενιὰ τοῦ Δαυίδ, καὶ ποὺ αὐτοὶ προσδοκοῦσαν.
Ἔδειξε τὸ γνώρισμα τῆς συγγενείας Του μὲ αὐτούς. Γιατί, ἂν ἀκόμη καὶ μετὰ τὴν περιτομὴ Του «ἄλλοι ἔλεγον· οὗτος ἐστιν ὁ Χριστὸς· ἄλλοι ἔλεγον· μὴ γὰρ ἐκ τῆς Γαλιλαίας ὁ Χριστὸς ἔρχεται; οὐχὶ ἡ γραφὴ εἶπεν ὅτι ἐκ τοῦ σπέρματος Δαυΐδ καὶ ἀπὸ Βηθλεὲμ τῆς κώμης, ὅπου ἦν Δαυΐδ, ὁ Χριστὸς ἔρχεται; σχίσμα οὖν ἐν τῷ ὄχλῳ ἐγένετο δι᾿ αὐτόν.
 (Ἄλλοι ἔλεγαν: "Αὐτὸς εἶναι ὁ Μεσσίας Χρὶστὸς"· ἄλλοι ἔλεγαν: "Δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ εἶναι ὁ Μεσσίας˙ διότι μήπως ὁ Μεσσίας εἶναι νὰ ἔρθει ἀπὸ τὴ Γαλιλαία;
Δὲν εἶπε ἡ Ἁγία Γραφὴ ὅτι ὁ Μεσσίας Χριστὸς θὰ προέρχεται ἀπὸ τὸ γένος τοῦ Δαβὶδ καὶ ἀπὸ τὸ χωριὸ τῆς Βηθλεέμ, ὅπου γεννήθηκε καὶ μεγάλωσε ὁ Δαβίδ;"
Προκλήθηκε λοιπὸν διαίρεση καὶ διαφωνία μεταξὺ τοῦ λαοῦ γι’ Αὐτόν)» (πρβλ. Ἰωάν. 7, 41-43), ἐὰν δὲν εἶχε περιτμηθεῖ κατὰ σάρκα, ἡ ἄρνησή τους θὰ εἶχε κάποια εὔλογη πρόφαση.
«Ὃτε ἐπλήσθησαν ἡμέραι ὀκτὼ (Ὅταν συμπληρώθηκαν οἱ ὀκτὼ ἡμέρες)»: Γιατί ὁ νόμος ὁρίζει τὴν ὀγδόη ἡμέρα νὰ γίνεται ἡ περιτομή, καὶ ὅταν φθάσει ἡ ὀγδόη, ἔρχεται μέσα ὁ γιατρὸς καὶ πιάνει τὸ μαχαιράκι καὶ κάνει τὰ τῆς τέχνης του. Δὲν ἰσχύει μάλιστα τότε ἡ ἀργία τοῦ Σαββάτου λὸγῳ τῆς περιτομῆς.
Ἂς ρωτήσουμε λοιπὸν τοὺς Ἰουδαίους: Ἀνάπαυση τὸ Σάββατο· τέλεια ἀργία αὐτὴ τὴν ἡμέρα... Γιὰ ποιά λοὶπὸν αἰτία ἡ ὀγδόη ἐκτοπίζει τὴν ἑβδόμη;
Γιατί ἡ ὀγδόη γίνεται ἀνώτερη ἀπὸ τὴν ἑβδόμη;

Ὅμως οἱ Ἰουδαῖοι δὲν γνωρίζουν τὰ τῶν Ἰουδαίων. Ἐνῷ ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ καὶ τὸν Χριστὸ γνωρίζει καὶ τὶς ἰουδαϊκὲς διδασκαλίες.
Περιτέμνεται λοιπὸν τὸ παιδὶ τὴν ὀγδόη ἡμέρα, ἐπειδὴ κατὰ τὴν ὀγδόη ἡ Ἀνάσταση, δηλαδὴ ἡ Κυριακή, ἔμελλε νὰ ἀποβεῖ ἡ περιτομὴ ὅλου τοῦ κόσμου.
Γιατί ἄλλωστε δὲν διέταξε ὁ Μωυσῆς νὰ γίνεται ἡ περιτομὴ τὴν ἕκτη ἡμέρα; Γιατί ὄχι τὴν ἐνάτη ἢ τὴν δεκάτη;
Εἶναι λοιπὸν προφανὴς ἡ σημασία τῆς ὀγδόης ἡμέρας, κατὰ τὴν ὁποία γίνεται ἡ Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου.
Ὅποιος λοιπὸν δὲν πιστεύει στὴν Ἀνάσταση, εἶναι ἀπερίτμητος στὴν καρδιά, ἀφοῦ μὲ τὴν ἀπιστία του ἀποξενώνεται ἀπὸ τὸν Θεό.
Ἐνῷ ἡ περιτομὴ τῆς πίστεως εἶναι ἀληθινὴ γνώση καὶ αἴσθηση. Γι' αὐτό, ἀγαπητέ μου, ἡ περιτομὴ δίδεται θεωρητικὰ στοὺς πιστοὺς ὑπὸ τὴν ἔννοια τοῦ ἁγίου Βαπτίσματος.
Τὸ δὲ ἅγιο Βάπτισμα εἶναι τύπος τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ. Νὰ περάσεις λοιπὸν ἀπὸ τὴ σάρκα στὸ πνεῦμα καὶ ἀπὸ τὰ σωματικὰ στὸ μεγαλεῖο τοῦ πνεύματος καὶ θὰ βρεῖς ἐκεῖ μὲν περιτομὴ σαρκική, ἐδῶ δὲ περιτομὴ πνευματικὴ καὶ κάθαρση ἀπὸ τὶς ἁμαρτίες.
Ὀγδόη ἡμέρα εἶναι ἡ περιτομὴ· ἡ δὲ ὀγδόη ἡμέρα εἶναι καὶ ἡ ἀνάσταση· τῆς δὲ ἀναστάσεως τύπος εἶναι τὸ βάπτισμα. Δεῖτε πῶς ἀπὸ τὰ μικρὰ προοδεύουμε στὰ μεγαλύτερα, ἀπὸ τὰ σωματικὰ στὰ πνευματικότερα.
Νὰ ἔλθουν λοιπὸν οἱ Ἰουδαῖοι κι αὐτοὶ καὶ νὰ προοδεύσουν. Γιατί πρέπει νὰ προοδεύσουν ἀπὸ τὰ σαρκικὰ καὶ νὰ μὴν ἀρκεστοῦν σ' αὐτά.
 
Λοιπὸν ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός, ὁ Ὁποῖος δὲν ἦλθε νὰ καταλύσει τὸν νόμο, ἀλλὰ νὰ τὸν ἐκπληρώσει, περιετμήθη κι Αὐτὸς μαζὶ μὲ τοὺς Ἰουδαίους.
Λέγει λοιπὸν ὁ Εὐαγγελιστής: «Καὶ ὅτε ἐπλήσθησαν ἡμέραι ὀκτὼ τοῦ περιτεμεῖν τὸ παιδίον, καὶ ἐκλήθη τὸ ὄνομα αὐτοῦ Ἰησοῦς, τὸ κληθὲν ὑπὸ τοῦ ἀγγέλου πρὸ τοῦ συλληφθῆναι αὐτὸν ἐν τῇ κοιλία (Καὶ ὅταν συμπληρώθηκαν οἱ ὀκτὼ ἡμέρες γιὰ νὰ γίνει στὸ παιδὶ ἡ περιτομή, τοῦ ἔκαναν περιτομή, γιὰ νὰ ἐπιβεβαιωθεῖ καὶ μὲ τὴν πράξη αὐτὴ ὅτι ἦταν γνήσιος ἀπόγονος τοῦ Ἀβραάμ. Καὶ τοῦ δόθηκε τὸ ὄνομα Ἰησοῦς, ὅπως δηλαδὴ τὸ εἶχε ὀνομάσει ὁ ἄγγελος προτοῦ ἀκόμα συλληφθεῖ τὸ παιδὶ στὴν κοιλιὰ τῆς μητέρας του)» (Λουκ.2,21).
Ἐμεῖς δηλαδὴ παίρνουμε τὸ ὄνομα μετὰ τὴν γέννησή μας, ἐνῷ ὁ Ἰησοῦς παίρνει τὸ ὄνομά Του προτοῦ νὰ γεννηθεῖ· γιατί ὑπῆρχε καὶ προτοῦ νὰ συλληφθεῖ.
Ὀνομάστηκε δὲ Ἰησοῦς, ἐπειδὴ τὸ ἔργο Του ἦταν ἔργο Σωτῆρος.
«Καὶ ὅτε ἐπλήσθησαν (Καὶ ὅταν συμπληρώθηκαν)», λέει, «αἱ ἡμέραι τοῦ καθαρισμοῦ αὐτῶν κατὰ τὸν νόμον Μωϋσέως (οἱ ἡμέρες τοῦ καθαρισμοῦ τους σύμφωνα μὲ τὸν νόμο τοῦ Μωυσέως)» (Λουκ.2,23).
Τίνος καθαρισμοῦ; Τῆς Μαρίας καὶ τοῦ Ἰωσήφ. Διέταζε δηλαδὴ ὁ νόμος, ἡ γυναῖκα ποὺ μόλις εἶχε γεννήσει νὰ καθαρίζεται καὶ νὰ φυλάγει τὶς ἡμέρες καὶ νὰ μὴν βγαίνει ἔξω.
«Καὶ ὅτε ἐπλήσθησαν αἱ ἡμέραι τοῦ καθαρισμοῦ αὐτῶν κατὰ τὸν νόμον Μωϋσέως, (Καὶ ὅταν σύμφωνα μὲ τὸ νόμο τοῦ Μωυσῆ συμπληρώθηκαν οἱ ἡμέρες γιὰ τὸν καθαρισμὸ τῆς μητέρας τοῦ παιδιοῦ καὶ τοῦ ἀρραβωνιαστικοῦ της)» — καίτοι δὲν ὑφίστατο τέτοια ἀνάγκη γιὰ τὴν Παρθένο, ἀλλ' ὅμως ἐκπληρωνόταν ἔτσι ὁ νόμος — «ἀνήγαγον αὐτὸν εἰς Ἱεροσόλυμα παραστῆσαι τῷ Κυρίῳ (ἀνέβασαν τὸ παιδὶ στὰ Ἱεροσόλυμα γιὰ νὰ τὸ παρουσιάσουν καὶ νὰ τὸ ἀφιερώσουν στὸν Κύριο)» (Λουκ.2,23).
 Ὅπου ὁ λόγος εἶναι γιὰ σωματικὸ καθαρισμό, λέει «σύμφωνα μὲ τὸν νόμο τοῦ Μωυσέως»· ὅπου γιὰ προσφορὰ τοῦ Ἁγίου, «ὅπως ἔχει γραφτεῖ», λέει, «στὸν νόμο τοῦ Κυρίου».
Ὄχι ὅτι ὁ νόμος τοῦ Μωυσέως δὲν ἦταν νόμος τοῦ Κυρίου· διότι, ὅσα λέει ἕνας προφήτης κινούμενος ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, δὲν τὰ λέει μόνος, ἀλλὰ ὁ Κύριος τοῦ τὰ ὑπαγορεύει. Ἐπειδὴ ὅμως καὶ ὁ καθαρισμὸς εἶχε χαρακτῆρα σωματικό, γι’ αὐτὸ λέει «νόμο τοῦ Μωυσέως». Ὅταν ὅμως προσφερόταν τὸ πρωτότοκο, λέει «κατὰ τὸν νόμο τοῦ Κυρίου» τιμῶντας ἔτσι τὸ νεογέννητο.
«καθὼς γέγραπται ἐν νὸμῳ Κυρίου ὅτι πᾶν ἄρσεν διανοῖγον μήτραν ἅγιον τῷ Κυρὶῳ κληθήσεται (καὶ ἡ παρουσίαση καὶ ἡ ἀφιέρωση αὐτὴ γινόταν σύμφωνα μὲ ἐκεῖνο ποὺ εἶχε γραφεῖ στὸ νόμο τοῦ Κυρίου, ὅτι κάθε ἀρσενικὸ παιδὶ πὸὺ γιὰ πρώτη φορὰ ἀνοίγει τὴ μήτρα τῆς μητέρας του καὶ γεννιέται, δηλαδὴ κάθε πρωτότοκο καὶ πρωτογενές, πρέπει νὰ θεωρεῖται καὶ νὰ ὀνομάζεται ἀφιερωμένο στὸν Κύριο)» (Λουκ.2,23).
Αὐτή, λοιπόν, ἡ φράση καὶ ἡ διάταξη ὁλόκληρη καὶ ἡ ἀφορμὴ τῆς διατάξεως βάλθηκε γι' Αὐτὸν ποὺ ἐπρόκειτο νὰ διανοίξει μήτρα.
Γιατί ὅλα τὰ πρωτότοκα τῶν ζώων καὶ τῶν ἀνθρώπων οὐδέποτε διάνοιξαν μήτρα, ἀλλὰ ἦταν ἁπλῶς καὶ μόνο πρωτότοκα.
Ἐκεῖνος ὅμως ποὺ γεννήθηκε ἀπὸ μητέρα παρθένο, Αὐτὸς μόνο διάνοιξε μήτρα.
Κάνε μου λοιπόν την χάρη καὶ πρόσεξε ὅτι ἡ διατύπωση ὅλου αὐτοῦ τοῦ νόμου ἔγινε γιὰ Ἐκεῖνον μόνο ποὺ ἐπρόκειτο νὰ γεννηθεῖ ἀπὸ μητέρα Παρθένο.
Πῶς ὅμως νὰ τὴν κατανοοῦσαν οἱ Ἰουδαῖοι; Γιατί σὰν σαρκικοὶ ποὺ εἶναι, ἀπέχουν πολὺ ἀπὸ τοῦ νὰ καταλάβουν τὰ νοήματα τῆς πνευματικῆς διδασκαλίας.
Ἔπειτα ἀνεβαίνουν «καὶ τοῦ δοῦναι θυσίαν κατὰ τὸ εἰρημένον ἐν νὸμῳ Κυρίου, ζεῦγος τρυγόνων ἢ δύο νεοσσοὺς περιστερῶν (ἀνέβηκαν ἀκόμη στὸν ναὸ καὶ γιὰ νὰ προσφέρουν ὡς θυσία γιὰ τὸν καθαρισμὸ τους ἕνα ζεῦγος τρυγόνια ἢ δύο μικρὰ περιστέρια, ὅπως ὅριζε ὁ νόμος τοῦ Κυρίου γιὰ τοὺς φτωχούς, ποὺ δὲν εἶχαν τὴ δυνατότητα νὰ προσφέρουν γιὰ θυσία ἕνα ὁλόκληρο ἀρνί)» (βλ. Λευϊτ. 5, 11: «Ἐὰν δὲ μὴ εὑρὶσκῃ ἡ χεὶρ αὐτοῦ ζεῦγος τρυγόνων, ἢ δύο νεοσσοὺς περιστερῶν, καὶ οἴσει τὸ δῶρον αὐτοῦ, περὶ οὗ ἥμαρτε, τὸ δέκατον τοῦ οἰφὶ σεμιδάλεως περὶ ἁμαρτίας (Ἐὰν ὅμως δὲν ἔχει τὴν οἰκονομικὴ δυνατότητα, τότε νὰ ἀγοράσει καὶ νὰ προσφέρει ζεῦγος τρυγόνων ἢ δύο νεοσσοὺς περιστεριῶν, θὰ προσφέρει ὡς θυσία γιὰ τὴν ἁμαρτία, ποὺ διέπραξε, τὸ ἐν δέκατον τοῦ οἰφὶ σιμιγδάλι -δύο περίπου χιλιόγραμμα-)»· Λευϊτ. 12, 6 «καὶ ὅταν ἀναπληρωθῶσιν αἱ ἡμέραι καθάρσεως αὐτῆς ἐφ᾿ υἱῷ ἢ ἐπὶ θυγατρί, προσοίσει ἀμνὸν ἐνιαύσιον ἄμωμον, εἰς ὁλοκαύτωμα, καὶ νεοσσὸν περιστερᾶς ἢ τρυγόνα περὶ ἁμαρτίας ἐπὶ τὴν θύραν τῆς σκηνῆς τοῦ μαρτυρίου πρὸς τὸν ἱερέα (καὶ ὅταν συμπληρωθοῦν οἱ ἡμέρες, οἱ ὁποῖες ἀπαιτοῦνται πρὸς καθαρισμό της γιὰ τὸν υἱὸ ἢ τὴν θυγατέρα ποὺ ἀπέκτησε, θὰ προσφέρει στὴ θύρα τῆς Σκηνῆς τοῦ Μαρτυρίου πρὸς τὸν ἱερέα ἀρνὶ ἑνὸς ἔτους, χωρὶς κανένα σωματικὸ ἐλάττωμα, πρὸς ὁλοκαύτωμα καὶ ἕνα νεοσσὸ περιστερᾶς ἢ μία τρυγόνα, θυσία πρρὶ ἁμαρτίας)»).
Ἔγιναν λοιπὸν καὶ αὐτὰ τυπικά, κατὰ τὸν νόμο, ὥστε νὰ μὴν ὑπάρχει καμιὰ ἔλλειψη στὴν πιστὴ ἐκτέλεση τοῦ νόμου. Αὐτὰ εἶναι συγκεκαλυμμένα νοήματα τοῦ μωσαϊκοῦ νόμου. Ἂς ἔλθουμε ὅμως στὴν ἐξήγηση τοῦ Εὐαγγελίου.

«Καὶ ἰδοὺ ἦν ἄνθρωπος ἐν Ἱεροσολύμοις ᾧ ὄνομα Συμεῶν, καὶ ὁ ἄνθρωπος οὗτος δίκαιος καὶ εὐλαβής, προσδεχόμενος παράκλησιν τοῦ Ἰσραήλ, καὶ Πνεῦμα ἦν Ἅγιον ἐπ᾿ αὐτὸν· καὶ ἦν αὐτῷ κεχρηματισμένον ὑπὸ τοῦ Πνεύματος τοῦ Ἁγίου μὴ ἰδεῖν θάνατον πρὶν ἢ ἴδῃ τὸν Χριστὸν Κυρίου
 (Καὶ ἰδού, ὑπῆρχε στὴν Ἱερουσαλὴμ κάποιος ἄνθρωπος πὸὺ ὀνομαζόταν Συμεῶν. Καὶ ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς ἦταν δίκαιος καὶ εὐλαβής, τηροῦσε δηλαδὴ τὶς ἐντολὲς τοῦ νόμου καὶ εἶχε φόβο Θεοῦ.
Αὐτὸς εἶχε φωτιστεῖ ἀπὸ τὸν Θὲὸ μὲ τὴν ἀνάγνωση τῶν προφητικῶν βιβλίων καὶ μὲ διακαῆ πόθο περίμενε νὰ ἔλθει στὸν ἰσραηλιτικὸ λαὸ μὲ τὴν ἔλευση τοῦ Μεσσία παρηγοριὰ ἀπὸ τὰ κακὰ καὶ τὶς θλίψεις ποὺ ὑπέφερε ἐξ αἰτίας τῆς ἁμαρτίας.
Καὶ Πνεῦμα προφητικὸ Ἅγιο ἦταν ἐπάνω του. Καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα τοῦ εἶχε ἀποκαλύψει ὅτι δὲν θὰ πέθαινε προτοῦ νὰ δεῖ ἐκεῖνον ποὺ ὁ Κύριος καὶ Θεὸς ἔχρισε βασιλιᾶ καὶ Σωτῆρα τοῦ κόσμου)» (Λουκ.2,25-26).
Γέροντας ἦταν ὁ Συμεῶν καὶ περίμενε τὴν ἐκπλήρωση τῆς ὑποσχέσεως. Ἔμενε στὸν ναὸ μέσα καὶ μονολογοῦσε: «Ὅπου καὶ νὰ γεννηθεῖ, ὁπωσδήποτε ἐδῶ θὰ παρουσιαστεῖ».
«Καὶ ἦλθεν ἐν τῷ Πνεύματι εἰς τὸ ἱερόν (Ἦλθε  λοιπὸν ὁ Συμεῶν στὸ ἱερὸ μετὰ ἀπὸ παρακίνηση καὶ ἔμπνευση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος)»: ἐκείνη τὴν ὥρα ποὺ οἱ γονεῖς ἔφερναν ἐκεῖ τὸ παιδί. Διότι βέβαια πολλὲς φορὲς ἐρχόταν, ἀλλὰ μὲ δική του πρόθεση.
Τότε ὅμως ὁδηγημένος ἀπὸ τὸ Ἅγιὸ Πνεῦμα στὴν κατάλληλη στιγμή, ἔρχεται, γιὰ νὰ λάβει τὴν ἐκπλήρωση τῆς ὑποσχέσεως.
«καὶ ἐν τῷ εἰσαγαγεῖν τοὺς γονεῖς τὸ παιδίον Ἰησοῦν τοῦ ποιῆσαι αὐτοὺς κατὰ τὸ εἰθισμένον τοῦ νόμου περὶ αὐτοῦ, καὶ αὐτὸς ἐδέξατο αὐτὸν εἰς τὰς ἀγκάλας αὐτοῦ καὶ εὐλόγησε τὸν Θεὸν καὶ εἶπε· νῦν ἀπολύεις τὸν δοῦλόν σου, δέσποτα, κατὰ τὸ ῥῆμα σου ἐν εἰρήνῃ (καὶ ὅταν οἱ γονεῖς εἰσήγαγαν στὸ ἱερὸ τὸ παιδί, τὸν Ἰησοῦ, γιὰ νὰ κάνουν γι’ αὐτὸ ὅ,τι συνήθιζαν νὰ κάνουν στὰ πρωτότοκα σύμφωνα μὲ τὶς διατάξεις τοῦ νόμου, τότε κι ὁ Συμεῶν δέχθηκε τὸ παιδὶ στὴν ἀγκαλιά του καὶ δόξασε τὸν Θὲὸ καὶ εἶπε: "Τώρα, ἀφοῦ πλέον εἶδα τὸν Λυτρωτὴ τοῦ κόσμου, ἐλευθερώνεις ἀπὸ τὰ δεσμὰ τῆς ἐπιγείου ζωῆς ἐμένα τὸν δοῦλο σου, Δέσποτα, καὶ μετὰ ἀπὸ λίγο πεθαίνω σύμφωνα μὲ τὸν λόγο ποὺ μοῦ εἶπες, ὅτι δὲν θὰ πεθάνω προτοῦ νὰ δῶ τὸν Χριστό.
Καὶ μὲ ἐλευθερώνεις εἰρηνικὸ καὶ χωρὶς νὰ ἀνησυχῶ πλέον γιὰ τὴ λύτρωση τοῦ Ἰσραήλ")» (Λουκ.2,27-29).
Ἀπὸ ποῦ τὸν ἀφήνεις ἐλεύθερο; Ἀπὸ τὸν στίβο τῆς ζωῆς. Γιατί εἶναι γεμᾶτα λύπη τὰ βιοτικὰ πράγματα. Ἡ ζωὴ εἶναι φυλακή. Ἐκεῖνος λοιπὸν ἤθελε νὰ ἐλευθερωθεῖ.
Ἐὰν ὅμως κάποιος τὴν ἀναχώρηση ἀπὸ τὴν ἐδῶ ζωὴ τὴν θεωρεῖ ζημία, αὐτὸς δὲν εἶναι ἀκόμη τέλειος στὴν πίστη.
 
Ἐκεῖνος ὅμως ἔλεγε: «Σήμερα ἀφήνεις ἐλεύθερο τὸν δοῦλο σου, Δέσποτα, νὰ πεθάνει κατὰ τὸν λόγο σοῦ μὲ εἰρήνη».
Διότι Αὐτὸς ποὺ πρόκειται νὰ κάμει εἰρήνη μὲ τὸν κόσμο ἔφθασε· ὁ Εἰρηνοποιὸς ἔχει ἔλθει- Ἐκεῖνος ποὺ συνδέει τὸν οὐρανὸ μὲ τὴ γῆ καὶ μετατρέπει τὴ γῆ σὲ οὐρανὸ μὲ τὴν εὐαγγελικὴ διδασκαλία, ἔχει καταφθάσει.
Ὁ Συμεῶν φωνάζει: «Νῦν ἀπολύεις τὸν δοῦλόν σου, δέσποτα, κατὰ τὸ ῥῆμα σοῦ ἐν εἰρήνῃ, ὅτι εἶδον οἱ ὀφθαλμοὶ μου τὸ σωτήριόν σου (Τώρα, ἀφοῦ πλέον εἶδα τὸν Λυτρωτὴ τοῦ κόσμου, ἐλευθερώνεις ἀπὸ τὰ δεσμὰ τῆς ἐπιγείου ζωῆς ἐμένα τὸν δοῦλο σου, Δέσποτα, καὶ μετὰ ἀπὸ λίγο πεθαίνω σύμφωνα μὲ τὸν λόγο ποὺ μοῦ εἶπες, ὅτι δὲν θὰ πεθάνω προτοῦ νὰ δῶ τὸν Χριστό.
Καὶ μὲ ἐλευθερώνεις εἰρηνικὸ καὶ χωρὶς νὰ ἀνησυχῶ πλέον γιὰ τὴ λύτρωση τοῦ Ἰσραήλ, διότι εἶδαν τὰ μάτια μου τὸν ἐνανθρωπήσαντα Υἱό σου, ὁ ὁποῖος θὰ φέρει τὴ σωτηρία)», λέει.
Τί εἶναι αὐτὸ ποὺ λέει; «Προηγουμένως δηλαδὴ πίστευα μὲ τὴν διάνοιά μου καὶ γνώριζα μὲ τὸν λογισμό μου. Τώρα ὅμως εἶδαν καὶ τὰ μάτια μου.
Καὶ ἐκεῖνο ποὺ προσδοκοῦσα μὲ τὴν καρδιά μου, νὰ ποὺ τὸ εἶδαν τὰ μάτια μου ἐκπληρωμένο». Καὶ ποιό εἶναι αὐτό; «Εἶδα», λέει, «τὴν σωτηρία σου». Ποιά σωτηρία; ἡτοίμασας κατὰ πρόσωπον πάντων τῶν λαῶν, φῶς εἰς ἀποκάλυψιν ἐθνῶν καὶ δόξαν λαοῦ σοῦ Ἰσραήλ (τὴν οποία ἑτοίμασες γιὰ νὰ γίνει φανερὴ ἐνώπιον ὅλων τῶν λαῶν καὶ νὰ εὐεργετηθοῦν μὲ αὐτὴν ὄχι μόνο οἱ Ἰουδαῖοι ἀλλὰ καὶ οἱ ἐθνικοί.
Καὶ θὰ εἶναι ἔτσι ὁ σαρκωμένος Υἱὸς σου φῶς πνευματικό, ποὺ θὰ φανερώσει καὶ θὰ ἀποκαλύψει στὰ ἔθνη τὸν ἀληθινὸ Θὲὸ καὶ τὴν ἀληθινὴ ὁδὸ τῆς σωτηρίας˙ ἀλλὰ ὁ Υἱὸς σου θὰ εἶναι καὶ δόξα τοῦ λαοῦ σου Ἰσραήλ, ἀφοῦ ἀπὸ τὸν λαὸ αὐτὸ κατάγεται ὡς ἄνθρωπος καὶ ἀφοῦ τελικὰ καὶ ὁ Ἰσραὴλ ὡς σύνολο θὰ τὸν ἐγκολπωθεῖ ὡς σωτῆρα του)» (Λουκ.2,30-32).
Ὄχι τοῦ λαοῦ τοῦ ἑνός, οὔτε τοῦ λαοῦ τοῦ Ἰσραὴλ μόνο, ἀλλὰ «ἐνώπιον ὅλων τῶν λαῶν». Γιατί αὐτὸς ποὺ γεννήθηκε εἶναι Διδάσκαλος ὅλων τῶν ἀνθρώπων.
«Φῶς ποὺ θὰ εἶναι ἀποκάλυψις γιὰ τοὺς ἐθνικοὺς καὶ δόξα γιὰ τὸν λαὸ σου τὸν Ἰσραήλ». Γιατί φῶς; Ἐπειδὴ ἀκριβῶς οἱ ἐθνικοὶ βρίσκονταν στὸ σκοτάδι· ἐπειδὴ τὰ σκοτισμένα εἰδωλολατρικὰ ἔθνη φωτίζονταν.
«Φῶς ποὺ θὰ εἶναι ἀποκάλυψις γιὰ τοὺς ἐθνικοὺς καὶ δόξα γιὰ τὸν λαὸ σου τὸν Ἰσραήλ». Ἐδῶ ἡ δόξα καὶ ἐκεῖ ἡ ἀποκάλυψη. Ἐκεῖ ἡ ἀρχὴ τῆς διδασκαλίας, ἐδῶ ἡ πρόοδος τῆς μαθήσεως.

«Δόξα γιὰ τὸν λαὸ σου τὸν Ἰσραήλ». Ἀλλὰ ἐδῶ σίγουρα θὰ ρωτήσει κάποιος: Καὶ ποῦ εἶναι οἱ Ἰσραηλῖτες; Ἔχεις τὸν Πέτρο, ἔχεις τὸν Παῦλο, ἔχεις τὸν Ἰωάννη, ἔχεις τὶς τρεῖς χιλιάδες, ἔχεις τὶς πέντε χιλιάδες, ἔχεις τὴν Ἐκκλησία τῆς Ἱερουσαλήμ, ἔχεις αὐτοὺς ποὺ πίστεψαν ἀπὸ τὶς τάξεις τῶν Ἰοὐδαίων.
Γιατί μέσα στὸὺς πιστοὺς βρισκόταν τὸ ἔθνος. «Καὶ εἰ μὴ Κύριος σαβαὼθ ἐγκατέλιπεν ἡμῖν σπέρμα, ὡς Σόδομα ἂν ἐγενήθημεν καὶ ὡς Γόμοῤῥα ἂν ὡμοιώθημεν (Ἐὰν ὁ Κύριος τῶν Δυνάμεων, ὁ παντοκράτορας, δὲν ἄφηνε γιὰ σπόρο μιὰ μικρὴ ἐκλεκτὴ μερίδα πιστοῦ λαοῦ ἀνάμεσά μας, θὰ εἴχαμε γίνει σὰν τὰ Σόδομα καὶ θὰ εἴχαμε ὅμοια τύχη μὲ τὰ Γόμορρα γιὰ τὶς ἁμαρτίες καὶ τὴ διαφθορά μας)» ( Ἠσ. 1, 9).
Διότι λέει ἐπίσης ὁ Θεός: «Κατέλιπον ἐμαυτῷ ἑπτακισχιλίους ἄνδρας, οἵτινες οὐκ ἔκαμψαν γόνυ τῷ Βάαλ (Κράτησα γιὰ τὸν ἑαυτὸ μου ἑπτὰ χιλιάδες ἄνδρες, οἱ ὁποῖοι δὲν γονάτισαν νὰ προσκυνήσουν τὸν Βάαλ)» (Ρωμ. 12, 4: «Ἀλλὰ τί λέγει αὐτῷ ὁ χρηματισμός; κατέλιπον ἐμαυτῷ ἑπτακισχιλίους ἄνδρας, οἵτινες οὐκ ἔκαμψαν γόνυ τῷ Βάαλ.
(Ἀλλά τί λέγει σὲ αὐτὸν ὁ Θὲὸς μὲ εἰδικὴ ἀποκάλυψη; "Ἔχω ἀφήσει καὶ ἔχω φυλάξει γιὰ τὸν ἑαυτὸ μου ἑπτὰ χιλιάδες ἄνδρες, οἱ ὁποῖοι δὲν ἔκλιναν τὰ γόνατά τους, γιὰ νὰ προσκυνήσουν τὸ εἴδωλο τοῦ Βάαλ")»· πρβ. Γ’ Βασ. 19, 18).

Ἔτσι μέσα στὸν λὰὸ φυλαγόταν τὸ σπέρμα τῆς πίστεως καὶ δὲν χάθηκε ὁ λαός — μη γένοιτο — οὔτε ἐξαχρειώθηκαν ὅλοι οἱ Ἰουδαῖοι.
Ἀφοῦ καὶ τώρα, σ' αὐτὴ τὴν μακάρια κατάσταση καὶ κλήση τῶν Χριστιανῶν πολλοὶ εἶναι οἱ καλεσμένοι, λίγοι ὅμως οἱ ἐκλεκτοί.
Ὁ Χριστὸς δηλαδὴ κάλεσε ὅλη τὴν οἰκουμένη καὶ ἑτοίμασε τὸ ἅγιο τραπέζι τοῦ Εὐαγγελίου.
Ἀλλὰ ὅταν ἔλθει στὴ Δευτέρα Παρουσία, μπαίνει μέσα καὶ κάνει ξεδιάλεγμα καὶ ἐξετάζει μὲ προσοχὴ τοὺς συνδαιτυμόνες.
Κι ἂν βρεῖ κανένα νὰ μὴν ἔχει ἔνδυμα κατάλληλο γιὰ γάμο του λέει: «Ἑταῖρε, πῶς εἰσῆλθες ὧδε μὴ ἔχων ἔνδυμα γάμου; (Φίλε, πῶς μπῆκες ἐδῶ μέσα χωρὶς νὰ ἔχεις ἐνδυμασία γάμου;)» (Ματθ. 22, 12).
 Καὶ θὰ τὸν βγάλει ἔξω, καθὼς ἀκούσαμε στὰ Εὐαγγέλια. Ὥστε, ὅπως καὶ ἐκεῖ ἔγινε ἐκλογή, ἔτσι καὶ ἐδῶ θὰ γίνει ἐκλογή.
Μήπως δηλαδή, ἐπειδὴ ἔχουμε κληθεῖ, πρέπει στὸ ἑξῆς νὰ ἀλαζονευόμαστε, σὰν νὰ ἔχουμε, ἀλήθεια, ἐξασφαλίσει τὴν τελειότητα; Λοιπόν, ἡ πτώση ἐκείνων ἂς γίνει δική μας ἀσφάλεια.
Ἔτσι, ἀγαπητέ, οὔτε ὁ λὰὸς χάθηκε ὁλόκληρος, οὔτε ὅλος ἐξαχρειώθηκε, οὔτε ὅλος ἀπίστησε, οὔτε ὅλος κατεδίωξε τοὺς Ἀποστόλους, ἀλλὰ μὲ τὸ κήρυγμα τῶν Ἀποστόλων πίστεψαν ἀμέσως τρεῖς χιλιάδες, χωρὶς τὶς γυναῖκες καὶ τὰ παιδιά.
Καὶ ἔγινε στὴν Ἱερουσαλὴμ Ἐκκλησία ἀναρίθμητη, ἐνῷ ἀκόμη δὲν εἶχε καταστραφεῖ ὁ Ναός, ἐνῷ ἀκόμη δὲν εἶχαν ἐκδιωχτεὶ οἱ Ἰουδαῖοι, ἐνῷ ἀκόμη δὲν εἶχε γκρεμισθεῖ ἡ Ἱερουσαλήμ.
Οἰκοδομήθηκε Ἐκκλησία καὶ τὰ λόγια τοῦ Ἰωάννη τοῦ Βαπτιστοῦ ἔγιναν ξεκάθαρη ἀλήθεια: «Ἐκεῖνον δεῖ αὐξάνειν, ἐμὲ δὲ ἐλαττοῦσθαι (Σύμφωνα μὲ τὸ σχέδιο τοῦ Θεοῦ, ποὺ μὲ ἀπέστειλε, Ἐκεῖνος πρέπει νὰ αὐξάνει σὲ ἐπιρροὴ καὶ δόξα, κι ἐγὼ νὰ μικραίνω˙ γιὰ νὰ μὴν ἀκολουθοῦν πλέον ἐμένα οἱ ἄνθρωποι, ἀλλὰ Ἐκεῖνον)» (Ἰὦ. 3,30).

Ὁ Συμεῶν, λοιπόν, ποὺ εἶναι προφήτης λέγει: «Δόξα γιὰ τὸν λαό σου, τὸν Ἰσραήλ». Γιατί ἦταν δόξα γι' αὐτοὺς ποὺ προσδοκοῦσαν, ἡ συνάντηση Ἐκείνου τὸν ὁποῖο προσδοκοῦσαν.
Καὶ ἀναλογίζονταν ὁ Ἰωσὴφ καὶ ἡ Μαρία αὐτὰ ποὺ ἄκουγαν: Ὁ ἄγγελος ἔφερε τὴν εὐχάριστη εἴδηση, οἱ μάγοι Τὸν γνώρισαν, οἱ ποιμένες Τὸν ἔμαθαν, οἱ στρατιὲς τῶν ἀγγέλων χόρευαν, τὸ ἀστέρι ἀπὸ πάνω Τὸν ἀνήγγειλε, ὁ Συμεῶν προφητεύει, ἡ Ἄννα ἡ κόρη τοῦ Φανουὴλ προφητεύει, ἡ γῆ ἀγαλλόταν, ὁ οὐρανὸς μίλησε μὲ τὸ ἀστέρι, οἱ μάγοι ἀρνήθηκαν τὸν τύραννο, οἱ ποιμένες προσκύνησαν τὸν Ἀρχιποιμένα, ὅλα Τὸν γνώρισαν, ἡ μητέρα ἤξερε, ὁ Ἰωσὴφ πληροφορήθηκε, ἔτρεμαν γιὰ ὅσα ἔγιναν, ὅμως κατάλαβαν τὴν ἔκβαση τῶν γεγονότων.
 
«Καὶ εὐλόγησεν αὐτοὺς Συμεὼν καὶ εἶπε πρὸς Μαριὰμ τὴν μητέρα αὐτοῦ· ἰδοὺ οὗτος κεῖται εἰς πτῶσιν καὶ ἀνάστασιν πολλῶν ἐν τῷ Ἰσραὴλ καὶ εἰς σημεῖον ἀντιλεγόμενον (Καὶ ὁ Συμεῶν τοὺς εὐλόγησε καὶ εἶπε στὴ Μαρία τὴ μητέρα του: "Ἰδοῦ, αὐτὸς εἶναι προορισμένος νὰ γίνει αἰτία πτώσεως καὶ ἀναστάσεως πολλῶν στὸν Ἰσραήλ. Ὅσοι ἀπιστήσουν σὲ Αὐτόν, θὰ πέσουν καὶ θὰ χαθοῦν. Ὅσοι ὅμως πιστέψουν, θὰ ἀναστηθοῦν, θὰ ἐλευθερωθοῦν ἀπὸ τὴν ἁμαρτία καὶ θὰ σωθοῦν.
Θὰ εἶναι μάλιστα καὶ θαῦμα, ἀφοῦ στὸ πρόσωπο Του θὰ ἐμφανίζεται ἡ ἕνωση τῶν δύο φύσεων, τῆς θείας καὶ τῆς ἀνθρώπινης.
Ἀλλὰ τὸ θαῦμα αὐτὸ θὰ ἀποτελεῖ αἰτία διαφωνίας γιὰ τοὺς ἀπίστους.
Κι ἐνῷ οἱ καλοπροαίρετοι θὰ ὁδηγοῦνται μ’ αὐτὸ στὴν πίστη καὶ θὰ σώζονται, οἱ ἀνειλικρινεῖς καὶ ἐγωιστὲς θὰ ἀπιστοῦν καὶ θὰ κατακρίνονται")» (Λουκ.2,34).
Πτώση γιὰ ποιούς; Σαφῶς γι' αὐτοὺς πὸὺ ἀπιστοῦν, αὐτοὺς ποὺ ἀντιλέγουν, αὐτοὺς ποὺ Τὸν σταυρώνουν.
Καὶ ἔγερση γιὰ ποιούς; Αὐτοὺς ποὺ Τὸν ἀναγνωρίζουν καὶ Τὸν ὁμολογοῦν μὲ εὐγνωνη.

«Καὶ σημεῖο ἀντιλεγόμενο». Ποιό σημεῖο ἀντιλεγόμενο; Τὸ σημεῖο τοῦ Σταυροῦ, ποὺ ἡ Ἐκκλησία τὸ θεωρεῖ σωτηρία τοῦ κόσμου, ποὺ οἱ Ἰουδαῖοι τὸ ἐχθρεύονται καὶ ποὺ πὸλλὲς φὸρὲς καὶ ὁ οὐρανὸς τὸ διεκήρυξε. Ἀμφισβητεῖται τὸ σημεῖο, γιὰ νὰ νικήσει ἡ ἀλήθεια.
Γιατί χωρὶς ἀντίλογο δὲν μπορεῖ νὰ γίνει ὁλοκληρωμένη νίκη. Ἔπρεπε λοιπὸν νὰ ἐμφανισθεῖ ἡ ἀντιλογία, γιὰ νὰ ἐκδώσει τὴν ἀπόφασή του ὁ δικαστής, ἀφοῦ μακροθυμήσει μέχρι τὸ τέλος τῶν αἰώνων. Γι' αὐτὸ λέει «καὶ σημεῖο ἀντιλεγόμενο». Ἀντιλέγουν δὲ ἐκεῖνοι πὸὺ ἀπιστοῦν.
 
«Καὶ σοῦ δὲ αὐτῆς τὴν ψυχὴν διελεύσεται ῥομφαία, ὅπως ἂν ἀποκαλυφθῶσιν ἐκ πολλῶν καρδιῶν διαλογισμοί (Λὸγῳ μάλιστα τῆς ἀντιλογίας αὐτῆς, ἐπειδὴ εἶσαι μητέρα του, θὰ διαπεράσει τὴν καρδιά σου μεγάλο καὶ ὀδυνηρὸ μαχαίρι θλίψεως καὶ ὀδύνης, ὅταν θὰ τὸν δεῖς νὰ σταυρώνεται.
Κι ἔτσι ἡ πτώση καὶ ἡ ἀνάσταση πολλῶν καθὼς καὶ ἡ ἀντιλογία γύρω ἀπὸ τὸ θαῦμα αὐτὸ θὰ γίνονται γιὰ νὰ ξεσκεπαστοῦν οἱ διαλογισμοὶ καὶ οἱ διαθέσεις πολλῶν καρδιῶν ποὺ ἔμεναν ἕως τώρα ἀπόκρυφες, καὶ θὰ φανερωθοῦν μὲ τὴν ἀπόρριψη ἢ ἀποδοχὴ τοῦ Μεσσία)» (Λουκ.2,35]. «Κι ἐσύ», λέει, «ἄραγε λοιπὸν θὰ μείνεις ἐκτὸς πειρασμοῦ, ἐπειδὴ συμφώνησες νὰ γίνεις μητέρα, ἐπειδὴ Τὸν γέννησες, ἐπειδὴ ἔκρινες καλὸ νὰ Τοῦ δανείσεις τὴν μήτρα σου; (Διότι ἡ κοιλιὰ σου ἔγινε δοχεῖο τῆς ἐνεργείας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος).
Ἄραγε λοιπὸν θὰ μείνεις ἐκτὸς πειρασμοῦ, ἐπειδὴ ἔγινες Θεοτόκος, ἐπειδὴ συνέλαβες χωρὶς πεῖρα γάμου, ἐπειδὴ καταστάθηκες Μητέρα τοῦ Δημιουργοῦ σου;
Ἄραγε ἐσὺ θὰ μείνεις ἐκτὸς πειρασμοῦ; Οὔτε κι ἐσὺ θὰ μείνεις ἐκτὸς πειρασμοῦ, ἀλλὰ «κι ἐσένα τὴν ἴδια μιὰ ρομφαία θὰ σοῦ διαπεράσει τὴν ψυχή».
«Γιατί, Κύριε μου; Σὲ τί ἁμάρτησα;». Σὲ τίποτε δὲν ἁμάρτησες βέβαια. Ὅταν ὅμως Τὸν δεῖς κρεμασμένο στὸν Σταυρό, ὅταν Τὸν δεῖς νὰ ὑποφέρει γιὰ ὅλο τὸν κόσμο, ὅταν δεῖς στὸν Σταυρὸ τὰ χέρια Του τρυπημένα καὶ καρφωμένα στὸ ξύλο, τότε θὰ ἀρχίσεις νὰ ἀμφιβάλλεις καὶ νὰ λές: "Αὐτὸς εἶναι ἐκεῖνος γιὰ τὸν ὁποῖο μοῦ μίλησε ὁ ἄγγελος; Αὐτὸς εἶναι ἐκεῖνος στὸν ὁποῖο ἔγινε τὸ θαῦμα τῆς συλλήψεως; Παρθένος ἤμουν καὶ γέννησα καὶ ἔμεινα πάλι παρθένος. Γιατί λοὶπὸν Αὐτὸς σταυρώνεται;"»
«Κι ἐσένα τὴν ἴδια μιὰ ρομφαία θὰ σοῦ διαπεράσει τὴν ψυχή».
Ὥστε, σύμφωνα μὲ τὴν προφητεία τοῦ δικαίου Συμεῶν, κανένας δὲν ἔμεινε ἐκτὸς πειρασμοῦ. Ὁ Πέτρος, ὁ κορυφαῖος ἀπὸ τοὺς μαθητές, Τὸν ἀρνήθηκε τρεῖς φορές.
Οἱ ἄλλοι μαθητὲς Τὸν ἐγκατέλειψαν καὶ ἔφυγαν. Οὔτε εἶχε ἄλλωστε ὁ τσομπάνος ἀνάγκη ἀπὸ τὰ πρόβατα γιὰ νὰ τὸν προστατεύσουν, ἐν ὃσῳ αὐτὸς ἔδιωχνε τοὺς λύκους, οὔτε ὁ ἀγωνιστὴς εἶχε ἀνάγκη ἀπὸ βοηθούς, ἀλλὰ ὅλοι τους ἔφυγαν.
Καὶ ὁ Χριστὸς ἔμεινε μόνος κρεμασμένος στὸν Σταυρὸ σὰν κριάρι ἕτοιμο γιὰ θυσία. Λοὶπὸν καὶ αὐτῆς τὴν ψυχὴ τὴν διαπέρασε ἡ ρομφαία: ὁ πειρασμὸς δηλαδὴ καὶ ἡ ἀμφιβολία.
«Κι ἐσένα τὴν ἴδια μιὰ ρομφαία θὰ σοῦ διαπεράσει τὴν ψυχή, ὥστε νὰ ἀποκαλυφθοῦν ἀπὸ πολλὲς καρδιὲς οἱ λογισμοί».
Πάσχει λοιπὸν ὁ Ἰησοῦς, γιὰ νὰ ἐλέγξει τὴν ἀπιστία καὶ γιὰ νὰ γεμίσει ἀπὸ εὐγνωμοσύνη τὶς καρδιὲς αὐτῶν ποὺ Τὸν πιστεύουν.
Ἀντιλέγεται τὸ σημεῖο, γιὰ νὰ ἐλεγχθοῦν αὐτοὶ πὸὺ ἀντιλέγουν ἀπὸ κακία. Γιατί, ἂν ἡ ἀλήθεια ἦταν ἀπὸ κάθε ἄποψη ἀναντίρρητη γιὰ τοὺς ἀνθρώπους, τότε ἡ εὐσέβεια θὰ ἔμενε ἀδοκίμαστη. Ὅμως μὲ τὸ νὰ γίνεται παραχώρηση στὴν ἀντιλογία, δοκιμάζεται ἡ ἐλεύθερη ἐκλογὴ τῆς ἀλήθειας.
Ἀντιλέγεται τὸ σημεῖο. Γιατί πῶς ἀλλιῶς θὰ δοκιμάζονταν οἱ μάρτυρες στοὺς διωγμούς;
Πῶς θὰ ἀγωνίζονταν καὶ θὰ ἀναδεικνύονταν νικητὲς μὲ τὴν καρτερία τους; Δὲς πόσο ὠφέλησε ἡ ἀντιλογία, ἀφοῦ ἔφτιαξε ὄχι πιστοὺς ἁπλῶς, ὅπως θὰ ἔλεγε κανείς, ἀλλὰ καὶ μάρτυρες ποὺ ἔφθασαν μέχρι τὰ βασανιστήρια καὶ τὸν θάνατο καὶ παρουσίασαν μιὰ ἀπόδειξη τῆς χάριτος τοῦ Χριστοῦ μὲ τὴν καρτερία τους.

Ὅταν λοιπὸν ὁ Συμεῶν λέει «Οὗτος κεῖται εἰς πτῶσιν καὶ ἀνάστασιν πολλῶν ἐν τῷ Ἰσρὰὴλ καὶ εἰς σημεῖον ἀντιλεγόμενον», ἐννοεῖται ὅτι οὔτε τὴν πτώση τὴν προξενεῖ Αὐτός, οὔτε τὴν Ἀνάσταση τὴν προσφέρει μὲ τὴν βία, ἀλλά «κεῖται εἰς πτῶσιν» αὐτῶν ποὺ σκοντάφτουν στὸν λίθο τοῦ προσκόμματος καὶ «εἰς ἀνάστασιν» ἐκείνων ποὺ πιστεύουν μὲ τὴν ἀγαθή τους προαίρεση. Διότι λέει «κεῖται».
Σὰν νὰ ἔλεγε κανείς: «Τὸ φῶς ἀνατέλλει γιὰ νὰ βλέπουν οἱ ὑγιεῖς, ἐνῷ αὐτοὶ ποὺ τοὺς πονοῦν τὰ μάτια νὰ ἀπομακρυνθοῦν ἀκόμη περισσότερο ἀπὸ τὴν λάμψη τοῦ φωτός».
Γιατί πῶς ἀλλιῶς θὰ ἦταν δυνατὸν οἱ πρῶτοι νὰ πέσουν καὶ νὰ εἶναι ἀξιοκατάκριτοι, ἐνῷ οἱ δεύτεροι νὰ σηκωθοῦν μὲ χρηστὲς ἐλπίδες ποὺ προέρχονται ἀπὸ τὴν καλή τους προαίρεση, ἂν δὲν ὑπῆρχε τὸ «ἀντιλεγόμενο σημεῖο»;
Γιατί λέει ὁ Συμεῶν «καὶ εἰς σημεῖον ἀντιλεγόμενον»; Γιὰ νὰ μὴν προξενήσει ἡ ἀντιλογία ἀπορία στοὺς πιστούς. Τὸ νὰ ἀμφισβητεῖται δὲ καὶ ἡ ἀλήθεια τοῦ Θεοῦ, εἶναι φανερὸ ὅτι αὐτὸ γίνεται, ἐπειδὴ τὸ ἐπιτρέπει ὁ Θεός. Κανένας δηλαδὴ δὲν μπορεῖ νὰ προβάλει καμιὰ ἀντίρρηση, ἂν δὲν τὸ ἐπιτρέψει αὐτὸ ὁ Θεός.
Εἶναι ὄντως ἀναγκαία ἡ παραχώρηση αὐτὴ ἐκ μέρους τοῦ Θεοῦ, γιὰ νὰ φανερωθοῦν οἱ ἄξιοι.
 
Θὰ ἔλθει ὅμως ἐποχὴ ποὺ δὲν θὰ ὑπάρχει πιὰ καμιὰ ἀντίρρηση. Ὅταν δηλαδὴ τὸ σημεῖο τοῦ Σταυροῦ θὰ λάμψει σὰν προάγγελος τοῦ Κυρίου ἀπὸ τὸν οὐρανό, καὶ τότε «ἐν τῷ ὀνόματι Ἰησοῦ πᾶν γόνυ κὰμψῃ ἐπουρανίων καὶ ἐπιγείων καὶ καταχθονίων, καὶ πᾶσα γλῶσσα ἐξομολογήσηται ὅτι Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς εἰς δόξαν Θεοῦ πατρός (καὶ τότε θὰ καμφθεῖ στὸ ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ κάθε γόνατο μὲ εὐλάβεια καὶ σεβασμὸ καὶ νὰ προσκυνήσουν τὸν Ἰησοῦ οἱ ἐπουράνιοι ἄγγελοι καὶ οἱ ἐπίγειοι ἄνθρωποι καὶ αὐτὰ ἀκόμη τὰ πονηρὰ πνεύματα, ποὺ εἶναι στὰ καταχθόνια, νὰ ὑποταχθοῦν μὲ φόβο καὶ τρόμο ἐνώπιον τῆς θείας Του δυνάμεως καὶ δόξης.
Καὶ ἔτσι κάθε γλῶσσα νὰ διαλαλήσει μὲ ὅλη της τὴ δύναμη, ὅτι ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς εἶναι Κύριος τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῆς γῆς· καὶ ἡ διακήρυξη αὐτὴ θὰ γίνεται εἰς δόξαν τοῦ Θεοῦ καὶ Πατρὸς (ὁ ὁποῖος ἔτσι σχεδίασε τὴν σωτηρία τῶν ἀνθρώπων καὶ τὴν δόξα τοῦ ἐνανθρωπήσαντος Υἱοῦ Του)» (Φιλιπ. 2, 10-11).

Ὅσο δηλαδὴ τὸ σημεῖο αὐτὸ φαίνεται μόνο του καὶ εἶναι ἁπλὸ σημεῖο καὶ δὲν φαίνεται πουθενὰ ὁ σημαινόμενος, τὸ σημεῖο θὰ ἀντιλέγεται.
Ὅταν ὅμως ὁ ἴδιος ὁ σημαινόμενος ἀποκαλύψει τὸν ἑαυτὸ Του κατὰ τὴν Δευτέρα Παρουσία, τότε πιὰ κανεὶς δὲν θὰ τολμᾶ νὰ ἀντιλογήσει στὸ σημεῖο, γιατί ὁ σημαινόμενος θὰ ἔχει καταφθάσει μὲ ὁλοφάνερη τὴν θεότητά Του ἐναντίον ἐκείνων ποὺ Τὸν ἀρνοῦνται.
Τότε ἐκεῖνοι ποὺ προηγουμένως εἶχαν δεχθεῖ τὸ σημεῖο τοῦ Σταυροῦ θὰ δοξασθοῦν ἀπὸ Αὐτὸν ποὺ ἐκεῖνο ὑποδήλωνε, ἐνῷ ἐκεῖνοι ποὺ ἀμφισβήτησαν τὸ σημεῖο, θὰ καταδικασθοῦν ἀπὸ τὸν ὑποδηλωθέντα.
Καὶ αὐτὸ θὰ εἶναι τότε τὸ τέλος τῆς ἀντιλογίας, τὸ τέλος τῆς πλάνης, τὸ τέλος τῆς ἀμφιβολίας, τὸ τέλος τῆς ἀπιστίας, ἡ ἀρχὴ δὲ τῶν βραβείων καὶ τῶν στεφάνων.
Αὐτὰ μακάρι ὅλοι μας νὰ τὰ ἐπιτύχουμε μὲ τὴν χάρη τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, στὸν Ὁποῖο ἀνήκει ἡ δόξα καὶ τὸ κράτος στὸὺς ἀτελεύτητους αἰῶνες. Ἀμήν.


ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
ἐπιμέλεια: Ἑλένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
Ἐπιμέλεια πολυτονισμοῦ: Ἄκτιστον



ΠΗΓΕΣ:

•    https://www.impantokratoros.gr/ioannis-chrysostomos-ypapanth.el.aspx
•    Περιοδικὸ «Ἁγιορείτικη μαρτυρία», τριμηνιαῖα ἔκδοσις Ἱερὰς Μονῆς Ξηροποτάμου
•    http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia Diathikh/Biblia/Palaia Diathikh.htm
•    http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh Diathikh/Biblia/Kainh Diathikh.htm
•    Π. Τρεμπέλα, Ἡ Καῖνὴ Διαθήκη μὲ σύντομη ἑρμηνεία (ἀπόδοση στὴν κοὶνὴ νεοελληνική), ἐκδόσεις ἀδελφότητος θεολόγων «Ὁ Σωτήρ», ἔκδοση τέταρτη, Ἀθήνα 2014.
•    Ἡ Καῖνὴ Διαθήκη, Κείμενον καὶ ἑρμηνευτικὴ ἀπόδοσις ὑπὸ Ἰὠάννου Κολιτσάρα, ἐκδόσεις ἀδελφότητος θεολόγων «Ἡ Ζωή», ἔκδοση τριακοστὴ τρίτη, Ἀθήνα 2009.
•    Ἡ Παλαιὰ Διαθήκη κατὰ τοὺς ἑβδομήκοντα, Κείμενον καὶ σύντομος ἀπόδοσις τοῦ νοήματος ὑπὸ Ἰὠάννου Κολιτσάρα, ἐκδόσεις ἀδελφότητος θεολόγων «Ἡ Ζωή», ἔκδοση τέταρτη, Ἀθήνα 2005.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου