Ὁ ἐρημίτης παπᾶ-Τύχων
Μέρος Β'
Μέρος Β'
Ἀπέφυγε ἐπιμελῶς τὴν κατάκριση. Ὅταν ἔστελνε τοὺς παραγυιούς του στὶς Καρυές, πήγαινε μαζί τους περίπου ἕνα χιλιόμετρο καὶ περνοῦσαν ἀπὸ ἕνα Καλύβι Ρώσου γείτονά τους. Ἐπειδὴ ἦταν λίγο εὐτραφὴς ὁ γείτονάς τους παπᾶς, γιὰ νὰ μὴν τὸν κατακρίνουν, τοὺς συμβούλευε πατρικά. "Ὅταν δεῖτε τὸν παπᾶ-Ε., νὰ πεῖτε: "Αὐτὸς εἶναι ἅγιος ἄνθρωπος, τὴν εὐχή του νὰ ἔχουμε" καὶ νὰ τοῦ φιλήσετε τὸ χέρι".
Ὅταν ἐπέστρεφαν ἀπὸ τὶς Καρυές, τοὺς ἔλεγε νὰ μὴν τὸν ἐνοχλοῦν, ἀλλὰ μόνο νὰ χτυποῦν τὴν πόρτα του κελιοῦ του, γιὰ νὰ καταλαβαίνει ὅτι ἐπέστρεψαν, καὶ ὕστερα νὰ πᾶνε στὸ κελί τους. Κάποτε ὁ ἕνας ἀπὸ καλὴ περιέργεια κοίταξε ἀπὸ τὴ χαραμάδα τῆς πόρτας, γιὰ νὰ δεῖ τί κάνει ὁ Γέροντας.
Τὸν εἶδε νὰ κλαίει, νὰ σκουπίζει τὰ δάκρυά του μὲ μανδήλι καὶ νὰ θρηνεῖ ραπίζοντας ἐλαφρὰ τὴν κεφαλή του.
Ἀγαποῦσε ὑπερβολικὰ τὴ μετάνοια, ἂν καὶ ἡ ζωή του ἦταν ἁγία, δοσμένη ἀπὸ νεότητος στὸ Θεό. Τὰ δάκρυά του ἦταν καθημερινὴ τροφή του. Εἶχε πολλὰ δάκρυα καὶ πολλὴ κατάνυξη.
Μὲ τὰ δάκρυά του μούσκευε τὰ πόδια τοῦ Ἐσταυρωμένου. Τὰ σκούπιζε μὲ τὰ μαλλιά του σὰν τὴ γυναῖκα τοῦ Εὐαγγελίου. Στὸ κελὶ του ἔκανε ἐργασία πνευματικὴ καλλιεργῶντας τὴ μετάνοια καὶ τὸ χαροποιὸν πένθος.
Καὶ ὅταν ἐξομολογοῦσε κατανυσσόταν, ἔκλαιγε συμπάσχοντας μὲ τὸν ἐξομολογούμενο.
Ἕνας μαθητής τῆς Ἀθωνιάδος ἐξομολογεῖτο στὸν παπα-Τύχωνα. Ὕστερα ἔγινε παπᾶς καὶ ἔλεγε: "Αὐτὴ ἡ φαλάκρα μου εἶναι βρεγμένη μὲ τὰ δάκρυα τοῦ παπα-Τύχωνα".
Λειτουργοῦσε συνήθως κάθε Κυριακή, ἀλλὰ εἶχε φυλαγμένο Ἅγιον Ἄρτο καὶ κοινωνοῦσε κάθε μέρα.
Στὴ λειτουργία ἔβλεπαν νὰ ἀλλοιώνεται τὸ πρόσωπό του. Τὰ μάτια του μέσα στὸ σκοτάδι ἦταν πολὺ φωτεινά.
Πάντα λειτουργοῦσε μὲ κατάνυξη καὶ δάκρυα. Τὴν ὥρα τῆς θείας Λειτουργίας τὸ Εὐαγγέλιο τὸ διάβαζε μὲ δάκρυα. Μὲ δάκρυα σήκωνε τὰ Ἅγια καὶ ἔκανε τὴν Εἴσοδο, ἐκτὸς βέβαια ἀπὸ τὶς ἁρπαγὲς καὶ τὶς θεῖες ὀπτασίες ποὺ εἶχε.
Τὸν παπα-Τύχωνα, ὅταν ἦταν μόνος του, τὸν ξελειτουργοῦσε καὶ ὁ γερω-Γερόντιος. Τὸν πλήρωνα δέκα δραχμὲς γιὰ κάθε θεία Λειτουργία, τὴν ἐποχὴ ἐκείνη ποὺ δίναν πέντε δραχμὲς στὸν παπᾶ.
Μιὰ φορὰ τὸν εἶδε ὑπερυψωμένο πάνω ἀπὸ τὴ γῆ. "Πιὸ μεγάλο ἅγιο σ' ὅλο τὸ Ἅγιον Ὅρος δὲν ἔχω δεῖ", ἔλεγε ὁ γερω-Γερόντιος.
Διηγήθηκε ὁ γέροντας Παΐσιος: "Ὁ παπα-Τύχων στὴ Λειτουργία, γιὰ νὰ μὴν ἀποσπᾶται, κλείδωνε τὴν πόρτα τῆς Ἐκκλησίας, κι ἐγὼ ἔλεγα τὸ Κύριε ἐλέησον ἀπ' ἔξω ἀπὸ τὸ διάδρομο. Μιὰ φορά, σὲ μία θεία Λειτουργία κατὰ τὴν ὥρα τοῦ καθαγιασμοῦ τῶν Τιμίων Δώρων, χάθηκε ἡ φωνή του. Περίμενα πέντε ὧρες περίπου καὶ δὲν τὸν διέκοψα γιατί δὲν εἶχα εὐλογία. Μετὰ ἀπὸ πέντε ὧρες συνέχισε μὲ τὸ "Ἐξαιρέτως...". Ποῦ βρισκόταν τόσες ὧρες; Μᾶλλον ἡρπάζετο σὲ θεωρία. Τὴν ἡμέρα ἐκείνη ἡ θεία Λειτουργία τελείωσε τὸ ἀπόγευμα".
Ἦταν τελείως ἀμέριμνος καὶ δὲν ἐνδιαφερόταν καθόλου γιὰ τὰ ἐξωτερικά. Τὸ κελί του ποτὲ δὲν τὸ σκούπιζε. Στὸ πάτωμα τοῦ κελιοῦ του τὰ χώματα καὶ οἱ τρίχες εἶχαν κάνει βουναλάκια ποὺ ἔμοιαζαν σὰν καύκαλα χελώνας.
Ἔκανε γύρω στὶς τρεῖς χιλιάδες μετάνοιες καὶ συμβούλευε κάποιον μοναχό: "Νὰ κάνεις πολλὲς μετάνοιες, μέχρι νὰ μουσκέψει ἡ φανέλα σου ἀπ' τὸν ἱδρῶτα, μέχρι νὰ ἀλλάξεις φανέλα".
Ἀπὸ τὴν ἀσκητικὴ καὶ ἡσυχαστικὴ Ἁγιορείτικη παράδοση
Ἐκδόσεις
Ἱερόν Ησυχαστήριον
"Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος"
σελ. 110-118
Ἐπιμέλεια κειμένου Ἀναβάσεις
Για να διαβάσετε τα υπόλοιπα πατήστε Ἀπὸ τὴν ἀσκητικὴ καὶ ἡσυχαστικὴ Ἁγιορείτικη παράδοση
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου