Κουμπιά

Κυλιόμενο Μήνυμα

Παρασκευή 3 Ιανουαρίου 2025

Ποιμαντικὴ θεραπευτικὴ τῆς ἀκηδίας. Πρωτοπρεσβυτέρου Χριστοφόρου Χρόνη

Ἕνα «ὡραῖο μέρος» γιὰ νὰ ἐπισκεφθεῖτε- πλήξη, ἀπογοήτευση, τρέλα.
Ποιμαντικὴ θεραπευτικὴ τῆς ἀκηδίας

Πρωτοπρεσβυτέρου Χριστοφόρου Χρόνη
Ἐφημερίου Ἱ. Ν. Ἁγίου Χριστοφόρου Ἀγρινίου (Δρ. Θεολογίας-Μ.Α Φιλοσοφίας)

Ζοῦμε μὲ τὴν ψευδαίσθηση ὅτι ἱκανοποιῶντας ὅλες τὶς ἐπιθυμίες καὶ τὶς ἀνάγκες μας, θὰ εἴμαστε ἀπόλυτα εὐτυχισμένοι καὶ πλήρεις, σωματικά, ψυχικὰ καὶ πνευματικά. Ὅταν ἀποκτοῦμε κάτι νέο ἢ ἱκανοποιοῦμε μία ἐπιθυμία μας, ἀρχικὰ νιώθουμε χαρὰ καὶ ἱκανοποίηση, ἀλλὰ μὲ τὸν χρόνο ἐξοικειωνόμαστε μὲ τὴν ἀπόκτηση αὐτὴ καὶ ἡ ἱκανοποίηση σταδιακὰ μειώνεται ἕως ὅτου ἐκμηδενίζεται. Αὐτὴ ἡ διαδικασία ὀνομάζεται «ἡδονικὴ προσαρμογή».[1] Ὅσο περισσότερα ἀγαθὰ ἀποκτοῦμε, ὅσες περισσότερες ἐπιθυμίες ἐκπληρώνουμε, τόσο λιγότερο εἴμαστε εὐτυχισμένοι.

Αὐτὴ ἡ ψευδαίσθηση χρησιμοποιήθηκε σὲ ἕνα ἐπεισόδιο τῆς ἀμερικανικῆς σειρᾶς τοῦ 1960 «Ἡ ζώνη τοῦ λυκόφωτος» (The Twilight Zone), μὲ τίτλο «Ἕνα ὡραῖο μέρος γιὰ νὰ ἐπισκεφθεῖτε» (A nice place to visit). Τὸ ἐπεισόδιο ἀφηγεῖται τὴν ἱστορία ἑνὸς ἐγκληματία ὁ ὁποῖος πυροβολήθηκε ἀπὸ τὴν ἀστυνομία καθὼς προσπαθοῦσε νὰ ληστέψει ἕνα κατάστημα. Πρὸς μεγάλη του ἔκπληξη διαπιστώνει ὅτι στὴν μετὰ θάνατον ζωή του, στὴν πραγματικότητα γιὰ μιὰ αἰωνιότητα, μπορεῖ νὰ περνάει γιὰ πάντα τὸν χρόνο του στὸ ἀγαπημένο του μέρος , τὸ ὁποῖο εἶναι ἕνα καζίνο. Σὲ ἀντίθεση μὲ τὰ συνηθισμένα καζίνο, ὅπου εἶναι δύσκολο νὰ κερδίσει κανείς, διαπιστώνει ὅτι σὲ αὐτὸ τὸ καζίνο βγαίνει πάντα κερδισμένος.

Ἐπιπλέον, βρίσκεται περιτριγυρισμένος ἀπὸ ὄμορφες γυναῖκες, καὶ σὲ ἀντίθεση μὲ τὶς προηγούμενες ἐμπειρίες του αὐτὲς οἱ ἄκρως ἑλκυστικὲς γυναῖκες δὲν λένε ποτὲ «ὄχι». Γρήγορα καταλήγει στὸ συμπέρασμα ὅτι, μὲ κάποιον τρόπο, θὰ πρέπει νὰ βρίσκεται στὸν παράδεισο παρὰ τὰ ἀδικήματα ποὺ ἔχει διαπράξει ἐπὶ μιὰ ὁλόκληρη ζωή. Στὸ τέλος ὅμως, οἱ ἐγγυημένες ἐπιτυχίες του καὶ στοὺς δύο τομεῖς τὸν ὁδηγοῦν στὴν πλήξη, κατόπιν στὴν ἀπογοήτευση, καὶ τελικὰ στὰ πρόθυρα τῆς τρέλας.
Ἐκλιπαρεῖ λοιπόν, τὸν διευθυντή του καζίνο νὰ τὸν ἀφήνει κάποιες φορὲς νὰ χάνει, μόνο καὶ μόνο γιὰ νὰ μπορεῖ νὰ αἰσθανθεῖ ὅτι ἔχει κάτι γιὰ νὰ ἀσχολεῖται. Ἂν ἤξερε ὅτι ὁ παράδεισος θὰ ἦταν τόσο πληκτικός, δὲν θὰ ἤθελε ποτὲ νὰ πάει ἐκεῖ. Θὰ προτιμοῦσε τὸ «ἄλλο μέρος». Ὁ διευθυντής του καζίνο ξεσπάει σὲ γέλια, καὶ τὸν ρωτάει: «Καὶ τί σὲ κάνει νὰ νομίζεις ὅτι βρίσκεσαι στὸν παράδεισο; Ἐδῶ εἶναι τὸ ἄλλο μέρος».[2]

Εἶναι πολὺ ἀνησυχητικὸ νὰ ἀναλογιστεῖ κανεὶς πόσο πολὺ ἡ δική μας ἐποχὴ μοιάζει μὲ τὴν κόλαση ποὺ περιγράφεται στὸ ἐν λόγῳ ἐπεισόδιο τῆς «Ζώνης τοῦ λυκόφωτος». Οἱ ἄνθρωποι τῆς ἐποχῆς μας ἔχουν πραγματοποιήσει, τρόπον τινά, τὴν ἀπόλυτη φαντασίωση τῶν προηγούμενων γενεῶν ὡς πρὸς τὸ ὅτι κατακλύζονται μὲ ἀναρίθμητες ὑλικὲς ἀνέσεις καὶ μεταποιημένα προϊόντα ποὺ ἀκόμα καὶ οἱ αὐτοκράτορες τῆς ἀρχαίας καὶ τῆς μεσαιωνικῆς ἐποχῆς δὲν θὰ μποροῦσαν νὰ φανταστοῦν κατὰ κάποιον τρόπο, ὅμως, τὸ νὰ «ζεῖς τὸ ὄνειρο» ἔχει μετατραπεῖ σὲ ἐφιάλτη, καθὼς ἔχουμε βρεθεῖ παγιδευμένοι στὴν τροχιὰ ποὺ ὁδηγεῖ στὴν ἀπελπισία καὶ τελικὰ στὴν τρέλα. [3]

Ἡ ἑστίαση στὴν ἀπόκτηση ὑλικῶν ἀγαθῶν σπάνια ἱκανοποιεῖ τὶς βαθύτερες συναισθηματικὲς καὶ πνευματικές μας ἀνάγκες. Ὁ καταναλωτισμὸς δημιουργεῖ τὴν ψευδαίσθηση ὅτι τὰ περισσότερα ἀγαθὰ θὰ μᾶς κάνουν πιὸ εὐτυχισμένους, ἀλλὰ αὐτὸ συνήθως δὲν ἰσχύει. Συχνὰ συγκρίνουμε τὸν ἑαυτό μας μὲ τοὺς ἄλλους, εἰδικὰ μὲ ἐκείνους ποὺ φαίνεται νὰ ἔχουν περισσότερα. Αὐτὴ ἡ σύγκριση δημιουργεῖ αἴσθημα ἀνεπάρκειας, ἀκόμη κι ἂν ἔχουμε ἀρκετὰ ἀγαθὰ γιὰ νὰ ζήσουμε ἄνετα.
Οἱ σύγχρονες κοινωνίες καὶ ἡ διαφήμιση καλλιεργοῦν τὴν πεποίθηση ὅτι ἡ εὐτυχία ἔρχεται μέσῳ τῆς κατανάλωσης. Αὐτό μας κάνει νὰ ἐπιδιώκουμε διαρκῶς περισσότερα, χωρὶς νὰ σταματᾶμε νὰ ἐκτιμοῦμε ὅσα ἤδη ἔχουμε.
Ἡ πραγματικὴ εὐτυχία συνδέεται περισσότερο μὲ τὴ σχέση μὲ τὸν Θεό, τὴν προσωπικὴ ἀνάπτυξη, τὴ δημιουργικότητα καὶ τὴν αἴσθηση νοήματος. Ἂν αὐτὰ τὰ στοιχεῖα λείπουν ἀπὸ τὴ ζωή μας, τὰ ἀγαθὰ δὲν μποροῦν νὰ γεμίσουν τὸ κενό. Ὅταν δὲν ἑστιάζουμε σὲ αὐτὰ ποὺ ἤδη ἔχουμε καὶ δὲν καλλιεργοῦμε τὴν εὐγνωμοσύνη, νιώθουμε ἕνα διαρκὲς κενό, μία πλήξη-βαρεμάρα-ἀνία.

ἀνία καὶ ἡ ἀκηδία διακρίνονται ὡς ψυχολογικὲς καὶ πνευματικὲς καταστάσεις. Ἡ ἀνία εἶναι μία ψυχολογικὴ κατάσταση πλήξης ἢ ἔλλειψης ἐνδιαφέροντος, ποὺ μπορεῖ νὰ προέρχεται ἀπὸ μονοτονία ἢ αἴσθηση κενοῦ. Ἡ ἀκηδία εἶναι πνευματικὴ κατάσταση ἀπάθειας ἢ ἀδιαφορίας πρὸς τὶς θεῖες ἐντολές.
δαίμονας τῆς ἀκηδίας (ὁ πιὸ βαρὺς ἀπ’ ὅλους τοὺς δαίμονες),[4] ἐπιτίθεται πρωτίστως σὲ ὅσους ἀφιερώνονται στὴν πνευματικὴ ζωὴ καὶ ἀγωνίζονται νὰ ζοῦν ἐν Χριστῷ. Ἐπιθυμεῖ (ὁ δαίμων) νὰ ἐμποδίσει τὶς δραστηριότητες τῆς ζωῆς αὐτῆς γι’ αὐτὸ καὶ προσβάλλει τὴ ρίζα τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς, τὴν προσευχή.[5]
Ἡ προσβολὴ αὐτὴ γίνεται μὲ μανία μὲ ἀποτέλεσμα ἡ ἀκηδία νὰ καθίσταται τὸ βαρύτερο καὶ πιὸ ἀνυπόφορο ἀπ’ ὅλα τὰ πάθη.[6]

Ὑπάρχει τρόπος ἀντιμετώπισης τοῦ φοβεροῦ δαίμονα τῆς ἀκηδίας; Ἀσφαλῶς. Τὸ ποιμαντικὸ ὁπλοστάσιο τῆς Ἐκκλησίας εἶναι πλούσιο σὲ πνευματικὰ ὅπλα.[7] Πρωτίστως χρειάζεται μεγάλη ὑπομονὴ στὸν ἀγῶνα αὐτό. Ἡ ὑπομονὴ ἀδυνατίζει τὴν ἀκηδία.[8]
Μαζὶ μὲ τὴν ὑπομονὴ εἶναι ἀπαραίτητη ἡ ἐλπίδα καὶ ἡ συστηματικὴ καθημερινὴ προσευχή. Ἡ προσευχὴ ἔχει μεγαλύτερη δύναμη, ὅταν συνοδεύεται ἀπὸ ἐδαφιαῖες μετάνοιες διότι μὲ αὐτὲς συμμετέχει ἄμεσα τὸ σῶμα στὴν προσευχή. Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Σιναΐτης γράφει ὅτι ἡ ἀκηδία θανατώνεται πλήρως μὲ τὸ συνδυασμὸ ἐλπίδας καὶ προσευχῆς.[9] Γιὰ νὰ ἐλπίζεις ὅμως καὶ νὰ προσεύχεσαι πρέπει νὰ ἔχεις ἀποκτήσει τὸ φόβο τοῦ Θεοῦ. Ὁ φοβούμενος τὸν Θεὸ ἀγαπάει τὸν Θεὸ καὶ ἡ ἀγάπη αὐτὴ ἐξαφανίζει τὴν ἀκηδία.

Πῶς ἀποκτᾶται ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ; Θεμελιῶδες καὶ σωτήριο ἐρώτημα. Ὁ μεγάλος νηπτικὸς καὶ ἀσκητικὸς Πατέρας, ὁ ἅγιος Ἰσαὰκ ὁ Σῦρος, ὑποστηρίζει ὅτι ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ εἶναι γέννημα τῆς πίστεως[10] καὶ συνδέεται ἄμεσα μὲ τὴν ἐφαρμογὴ τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ.[11] Ἡ ἐφαρμογὴ τῶν θεϊκῶν ἐντολῶν ταυτίζεται μὲ τὸν φόβο τοῦ Θεοῦ.

Περὶ τῆς ἀποκτήσεως τοῦ φόβου τοῦ Θεοῦ ὁμιλεῖ καὶ ἕτερος κορυφαῖος νηπτικὸς Πατέρας, ὁ Ἀββᾶς Δωρόθεος. Ὑποστηρίζει ὅτι ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ ἀποκτᾶται μὲ τὴ διαρκῆ μνήμη τοῦ θανάτου καὶ τῶν τιμωριῶν, μὲ τὸ νὰ ἐρευνᾶ κάποιος τὸν ἑαυτό του κάθε βράδυ, πὼς πέρασε τὴν ἡμέρα, καὶ κάθε πρωὶ πάλι, πὼς πέρασε τὴ νύκτα.
Καὶ τὸ κυριότερο: Μὲ τὸ νὰ ζήσει μὲ κάποιον ἄλλον ἄνθρωπο ποὺ πραγματικὰ φοβᾶται τὸν Θεό. Γράφει χαρακτηριστικὰ ὁ Ἀββᾶς: «Γιατί λέγεται ὅτι ρώτησε ἕνας ἀδελφὸς κάποιον ἀπὸ τοὺς Γέροντες: Τί νὰ κάνω, πάτερ, γιὰ νὰ φοβᾶμαι τὸ Θεό; Καὶ τοῦ λέει ὁ Γέροντας: Πήγαινε νὰ ζήσεις μαζὶ μὲ κάποιον ποὺ φοβᾶται τὸ Θεό, καὶ καθὼς ἐκεῖνος θὰ ζεῖ τὸ φόβο τοῦ Θεοῦ, θὰ μάθεις καὶ σὺ πὼς νὰ Τὸν φοβᾶσαι».[12]

Ὁ ἔχων φόβο Θεοῦ εἶναι ἕνας ἀμέριμνος ἄνθρωπος, ὄχι μὲ τὴν ἔννοια τῆς ἀνευθυνότητας καὶ τῆς ἀναισθησίας, ἀλλὰ μὲ τὴν ἔννοια τῆς ἀπόλυτης ἐμπιστοσύνης στὴν πρόνοια τοῦ Θεοῦ. Εἶναι ὁ ἄνθρωπος ποὺ ἔχει τέλεια ἀγάπη πρὸς τὸν Θεὸ καὶ τρέμει μήπως ποτὲ φτάσει στὴν καταφρόνηση Αὐτοῦ, σύμφωνα μὲ τὸν ἅγιο Νεκτάριο.[13]
Εἶναι ὁ ἄνθρωπος ποὺ τὴν κάθε περίσταση τῆς ζωῆς του θὰ τὴν ἐντάσσει στὸ σωτήριο σχέδιο τοῦ Θεοῦ, εἶναι ὁ ἄνθρωπος ποὺ τὴν κάθε μέριμνά του θὰ τὴν ἐναποθέτει στὰ χέρια τοῦ Θεοῦ κατὰ τὸν ψαλμικὸ λόγο «ἐπίρριψον ἐπὶ Κύριον τὴν μέριμνάν σου, καὶ αὐτὸς σὲ διαθρέψει».[14]
Ὁ φοβούμενος τὸν Θεὸ εἶναι ἀδύνατον νὰ πέσει σὲ ἀκηδία ἢ καὶ ἂν πέσει ἀμέσως θὰ μετανοήσει, διότι σὲ κάθε περίσταση βλέπει τὸ σχέδιο τοῦ Θεοῦ καὶ τὸ ἐμπιστεύεται.

Ἡ κατανόηση τοῦ νοήματος τῆς ζωῆς μπορεῖ νὰ προκύψει ἀπὸ τὴν ἐπίσκεψη σὲ τέσσερα χαρακτηριστικὰ μέρη: τὸ νοσοκομεῖο, τὴ φυλακή, τὸ κοιμητήριο καὶ τὸν ἱερὸ ναό. Στὸ νοσοκομεῖο ἀναγνωρίζεται ἡ ἀνεκτίμητη ἀξία τῆς ὑγείας. Στὴ φυλακὴ γίνεται φανερὴ ἡ θεμελιώδης σημασία τῆς ἐλευθερίας ὡς ὑπέρτατου ἀγαθοῦ.
Τὸ κοιμητήριο ὑπενθυμίζει τὴ ματαιότητα τῆς ὑλικῆς ζωῆς, ἐνῷ στὸν ἱερὸ ναὸ ὁ Θεός μας ἀποκαλύπτει τὴν ἀγάπη Του. Ἡ συχνὴ ἐπίσκεψη σὲ αὐτὰ τὰ μέρη προσφέρει πολύτιμα διδάγματα, τὰ ὁποῖα, ἂν ἀφομοιωθοῦν, λειτουργοῦν ὡς ἀντίδοτο στὴν ἀκηδία καὶ ὁδηγοῦν σὲ μιὰ ζωὴ ποὺ χαρακτηρίζεται ἀπὸ θεϊκὴ εὐγνωμοσύνη, ἁπλότητα καὶ λιτότητα.
Αὐτὴ ἡ προσέγγιση ἐναρμονίζεται πλήρως μὲ τὸ πνεῦμα τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς, ὅπως ἐκφράζεται στὴ φράση τοῦ Ἀποστόλου Παύλου: «ἔχοντες δὲ διατροφὰς καὶ σκεπάσματα, τούτοις ἀρκεσθησόμεθα».[15]



[1] Δημήτρης Φλαμούρης, https://www.huffingtonpost.gr/dimitris-flamouris/-12238 b 17306246.html (ἀνάκτηση 22/12/2024)
[2] https://www.youtube.com/watch?v=Su1Rdw3SRHY (ἀνάκτηση 22/12/2024)
[3] Τσὰντ Α. Χάαγκ, Ἡ φιλοσοφία τοῦ Τὲντ Καζύνσκι-Γιατί ὁ Γιουναμπόμπερ εἶχε δίκιο γιὰ τὴν σύγχρονη τεχνολογία, μτφρ. Σωτήρης Γιαννέλης, ἐκδ. Ἔξοδος, Ἀθήνα 2024, σ. 53.
[4] Εὐάγριος ὁ Ἀσκητής, Τῶν κατὰ μοναχῶν τὰ αἲτια, 7.
[5] Βλ. Ἰσαὰκ ὁ Σῦρος, Λόγος 57.
[6] Μάξιμος Ὁμολογητής, Ἀγάπης ἑκατοντάς, 1,67.
[7] Γιὰ μία λεπτομερέστατη καὶ ἐμπεριστατωμένη παρουσίαση τῶν μεθόδων καὶ τῶν πρακτικῶν γιὰ τὴν ἀντιμετώπισης τῆς ἀκηδίας βλ. Jean Claude Larchet, Ἡ θεραπευτικὴ τῶν πνευματικῶν νοσημάτων, τ. Β΄, ἐκδ. Ἀποστολικὴ Διακονία, Ἀθήνα 20092, σ. 301-316.
[8] Εὐάγριος Ὁ Ἀσκητής, Λόγος πρακτικός, 28.
[9] Ἰωάννης Σιναΐτης, Κλῖμαξ, 13,10.
[10] Ἰσαὰκ ὁ Σῦρος, Λόγος Α΄, Ἀσκητικός, Περὶ ἀποταγῆς καὶ μοναχικῆς πολιτείας, Φιλοκαλία τ. 8Α, ἐκδ. ΕΠΕ, Θεσσαλονίκη 2009, σ. 92, «Ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ ἀρχὴ ἐστι τῆς ἀρετῆς. Λέγεται δὲ εἶναι γέννημα τῆς πίστεως, καὶ σπείρεται ἐν τῇ καρδίᾳ, ὅταν ἀποχωρισθῇ ἡ διάνοια ἀπὸ τοῦ περισπασμοῦ τοῦ κόσμου, τοῦ συνᾶξαι τὰς νοήσεις αὐτῆς, τὰς ἐμβομένας ἐκ τοῦ μετεωρισμοῦ...»
[11] Ἔκκλ. 12,13 «τὸν Θεὸν φοβοῦ καὶ τὰς ἐντολὰς αὐτοῦ φύλασσε».
[12] Ἀββᾶς Δωρόθεος, Ἔργα Ἀσκητικά, Δ΄Διδασκαλία 52, ἐκδ. Ἑτοιμασία, Καρέας 20006, σ. 152.
[13] Ἅγιος Νεκτάριος, Ποιμαντική, ἐκδ. Νεκτάριος Παναγόπουλος, χ.χ., σ. 111.
[14] Ψάλμ. 54,23.
[15] Α΄ Τιμ. 6,8.

Ἀναστάσιος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου