«Ἐποίησε λύτρωσιν τῷ λαῷ αὐτοῦ» (Λουκ.1,68)
Ἡ ἔλευση τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ στὸν κόσμο ἀποτελεῖ μιὰ ἀπὸ τὶς λιγοστὲς ἀνάπαυλες χαρᾶς ποὺ δοκίμασε τὸ ταλαίπωρο ἀνθρώπινο γένος στὸ διάβα τῆς ἱστορίας του.
Αὐτὴ εἶναι ἀποτυπωμένη στὸ ἀγγελικὸ ἄγγελμα τῆς Γεννήσεως στοὺς ἁπλοϊκοὺς ποιμένες τῆς Βηθλεέμ: «ἰδοὺ εὐαγγελίζομαι ὑμῖν χαρὰν μεγάλην, ἥτις ἔσται παντὶ τῷ λαῷ, ὅτι ἐτέχθη ὑμῖν σήμερον σωτήρ, ὀς ἐστι Χριστὸς Κύριος» (Λουκ.2,12).
Τὸ ἴδιο ἀποτυπωμένη εἶναι καὶ στὴ θεσπέσια χριστουγεννιάτικη ὑμνολογία τῆς Ἐκκλησίας μας: «Εὐφραίνεστε δίκαιοι, οὐρανοὶ ἀγαλλιᾶσθε, σκιρτήσατε τὰ ὄρη Χριστοῦ γεννηθέντος» (1ο τρόπ. τῶν αἴνων).
Κι’ αὐτὸ διότι ὁ ἀπόλυτα ἀγαθὸς Θεὸς τῆς ἀγάπης καὶ τοῦ ἐλέους δὲν ἄφησε τὸ πλάσμα Του αἰώνια καταδικασμένο στὴν ἐπήρεια τοῦ κακοῦ καὶ στὴ φθορὰ τῆς ἁμαρτίας, ἀλλὰ ἔστειλε τὸ μονάκριβο Υἱό Του, νὰ λυτρώσει τὸ ἀνθρώπινο γένος, κατατροπώνοντας τὸν ἀντίδικό Του διάβολο, ἐφευρέτη τοῦ κακοῦ καὶ πηγὴ κάθε δυστυχίας.
Ὁ σαρκωμένος Θεὸς ἦρθε σὲ ἕνα ἄκρως ἀφιλόξενο περιβάλλον. Ὁ κόσμος τῆς πτώσεως, τῆς ἁμαρτίας καὶ τῆς ἀσύλληπτης φθορᾶς εἶχε ἀλλοτριωθεῖ σὲ σημεῖο τέτοιο ὥστε ἔνοιωθε βολικὰ στὴ φυλακὴ τῶν παθῶν του, στὸ δεσμωτήριο τῆς δυστυχίας του καὶ δὲν ἐπιθυμοῦσε τὴ λύτρωση ἀπὸ αὐτά.
Τὸ ἀρχέγονο κακό, τὸ ὁποῖο εἰσῆλθε στὸν κόσμο ἀπὸ τὸ διάβολο, μὲ ἀποκλειστικὴ εὐθύνη τοῦ ἀνθρώπου, εἶχε μεταλλάξει τὸ ἐπίγειο παραδείσιο περιβάλλον σὲ πραγματικὸ κολαστήριο, ἀνάξιο νὰ φιλοξενεῖ θεοειδεῖς ἀνθρώπινες ὑπάρξεις, εἰκόνες τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ.
Ἡ καταγραμμένη ἱστορία εἶναι ὁ ἀδιάψευστος μάρτυρας τῆς διαχρονικῆς ἀνθρώπινης κακοδαιμονίας ἀπὸ τὸ ἀπώτερο παρελθὸν ὡς τὰ σήμερα.
Πὼς ἀλλιῶς θὰ μπορούσαμε νὰ ἑρμηνεύσουμε τὴν ἔσχατη ἄρνηση τοῦ ξεπεσμένου κόσμου νὰ δεχτεῖ τὸ Λυτρωτῆ του;
Μόνο ὡς ἀκραία σχιζοφρενικὴ κατάσταση καὶ τάση αὐτοκαταστροφῆς!
Ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστὸς ἦρθε στὸν κόσμο γιὰ νὰ ἄρει ἀπὸ αὐτὸν ὅλη αὐτὴ τὴν κακοδαιμονία, νὰ καταλύσει τὰ ἔργα τοῦ διαβόλου, καὶ νὰ θεραπεύσει τὸ ἀνθρώπινο γένος ἀπὸ τὸ κακὸ καὶ τὴ δυστυχία ποὺ γεννᾶ ἡ ἁμαρτία.
Μεγάλοι στοχαστὲς κατὰ καιροὺς ἔθεσαν τὸ μεγάλο ἐρώτημα: ἂν δὲν ἐρχόταν ὁ Χριστὸς στὸν κόσμο, ποιά θὰ ἦταν ἡ κατοπινή του κατάσταση ὡς τὰ σήμερα. Ἡ ἀπάντηση εἶναι σαφὴς καὶ κατηγορηματική: Ἂν θὰ εἶχε ἐπιβιώσει τὸ ἀνθρώπινο γένος ἀπὸ τὴν ἠθικὴ σαπίλα του, ἡ κατάσταση θὰ ἦταν τραγικὴ καὶ ἀπάνθρωπη!
Δὲν εἶναι ὑπερβολικὴ ἡ διαπίστωση τοῦ μεγάλου Γάλλου ἀνθρωπιστῆ Σατωβριάνδου ὅτι ἂν ὁ Χριστὸς ἐρχόταν λίγα χρόνια ἀργότερα θὰ ἔβρισκε τὸ πτῶμα τῆς ἀνθρωπότητας!
Θέλουμε νὰ τονίσουμε ἰδιαίτερα τὴν ἀναγκαιότητα τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Θεοῦ Λόγου, διότι ὑπάρχει καὶ τὸ παράδοξο φαινόμενο νὰ ὑποστηρίζεται ἀπὸ ὁρισμένους πολέμιους τοῦ Χριστοῦ, ὅτι ἡ παρουσία Του στὸν κόσμο ὄχι μόνο δὲν εἶχε θετικὴ ἐπίδραση, ἀλλὰ τὸ ἀντίθετο: συσσώρευσε κακὰ καὶ ὅτι ἡ διαχρονικὴ κακοδαιμονία ὀφείλεται στὸ Χριστιανισμό!
Πρόκειται ἀναμφίβολα γιὰ τερατῶδες ψέμα καὶ ἀπόλυτη διαστροφὴ τῆς ἱστορικῆς πραγματικότητας!
Κύριο γνώρισμα τῆς ἁμαρτίας εἶναι ἡ πλάνη καὶ τὸ ψεῦδος. Ὁ προχριστιανικὸς κόσμος ἦταν βυθισμένος σὲ ἀπίστευτο κυκεῶνα «ἐσκοτισμένης πλάνης».
Ὁ πτωτικὸς ἄνθρωπος δὲ μποροῦσε νὰ στοχαστεῖ σύμφωνα μὲ τὶς θεόσδοτες δυνατότητές του, ἀλλὰ παράπαιε ἀνάμεσα στὸ παράλογο, τὸ μυστήριο καὶ τὴ δεισιδαιμονία.
Ὁ σαρκωμένος Λόγος εἶναι «το φῶς τὸ ἀληθινόν, ὃ φωτίζει πάντα ἄνθρωπον ἐρχόμενον εἰς τὸν κόσμον» (Ἰωάν.1,9).
Ἔφερε τὴν ἀλήθεια στὸν κόσμο. Περιθωριοποίησε τὶς τερατώδεις διδασκαλίες καὶ σοφιστεῖες, οἱ ὁποῖες κρατοῦσαν τοὺς ἀνθρώπους σὲ μιὰ ἀπελπιστικὴ πνευματικὴ κατάπτωση.
Φανέρωσε τὶς παράλογες θρησκευτικὲς πίστεις σὲ ἀλλόκοτες καὶ μισάνθρωπες θεότητες, ὡς καταστροφικὲς γιὰ τὸν ἄνθρωπο.
Στὸ ἑξῆς κάθε ἰδέα, φιλοσοφία, ἢ θρησκεία θὰ ἔχει ὡς μέτρο σύγκρισης τὴ θεία διδασκαλία τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ!
Ἡ ἔχθρα, τὸ μῖσος, ἡ ἀντιζηλία καὶ ὁ ἀνταγωνισμὸς εἶναι τὰ ὀλέθρια προϊόντα τοῦ κακοῦ, τὸ ὁποῖο ἔσπειρε στὸν κόσμο ὁ ἀρχέκακος διάβολος. Οἱ πόλεμοι, οἱ φόνοι καὶ οἱ ραδιουργίες ἦταν ἡ μόνιμη κατάσταση στὸν ἀρχαῖο κόσμο.
Ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστὸς «ἐστιν ἡ εἰρήνη ἡμῶν, ὁ ποιήσας τὰ ἀμφότερα ἐν καὶ τὸ μεσότοιχον τοῦ φραγμοῦ λύσας ... ἀποκτείνας τὴν ἔχθραν ἐν ἑαυτῷ, καὶ ἐλθὼν εὐηγγελίσατο εἰρήνην» (Ἐφ.2,14-17).
Ἦρθε στὸν κόσμο νὰ βάλλει τέλος στὶς ἔχθρες καὶ τοὺς πολέμους, δημιουργῶντας μιὰ νέα κοινωνία ἀδελφότητας τῶν ἀνθρώπων στὸ ἅγιο ὄνομά Του. Ἡ ἔννοια τῆς ἐχθρότητας πιὰ θὰ εἶναι συνώνυμη μὲ τὴν ἐκτὸς τῆς Ἐκκλησίας Τοῦ κατάσταση, τραγικὸ κατάλοιπο τοῦ παλιοῦ πτωτικοῦ κόσμου.
Στὴν προχριστιανικὴ ἐποχὴ βασίλευε ἡ ἀδικία καὶ ἡ ἀπανθρωπιά. Ἡ ἔννοια τοῦ ἀλληλοσεβασμοῦ τῶν ἀνθρωπίνων προσώπων καὶ τῆς ἀγάπης ἦταν φαινόμενα σπάνια.
Ἀνάμεσα στοὺς ἀνθρώπους ὑπῆρχαν ἀδιαπέραστα στεγανά, τὰ ὁποῖα συντηροῦσαν μιὰ φρικτὴ κατάσταση.
Ἡ κοινωνία εἶχε περισσότερο ἀγελαῖο χαρακτῆρα, παρὰ συμβίωση ἔλλογων ἀνθρωπίνων προσώπων. Ὁ Χριστὸς «ἐγενήθη ἡμῖν σοφία ἀπὸ Θεοῦ, δικαιοσύνη τε καὶ ἁγιασμὸς καὶ ἀπολύτρωσις» (Α΄Κορ.1,30).
Ἦρθε ὡς ἰσχυρότατος καταλύτης δικαίου γιὰ νὰ διαλύσει τὸ φρικτὸ κράτος τῆς ἀδικίας, τὸ ὁποῖο βασίλευε σὲ ὅλη τὴ γῆ.
Ἡ διδασκαλία Του ἔγινε ὁ αἰώνιος καὶ ἀκατάλυτος κώδικας δικαίου, ἡ ἀστείρευτη πηγή, ἡ ὁποία τροφοδοτεῖ τὰ ἀνθρώπινα δίκαια μὲ τὴν ἀληθινὴ δικαιοσύνη, ἡ ὁποία πηγάζει ἀπὸ τὴν ἀγάπη.
Ἡ ἁμαρτία εἶναι ἡ πιὸ σκληρὴ καὶ ἀπάνθρωπη σκλαβιά, ἡ ὁποία προσέβαλε ὁλόκληρο τὸ ἀνθρώπινο γένος. Τὴν ἀπολύτρωση ἀπὸ τὴ δουλεία αὐτὴ πραγματοποίησε ὁ Χριστός, φέρνοντας στὸν πολύπαθο κόσμο τὴν πραγματικὴ καὶ μόνιμη ἐλευθερία.
Ὡς φορέας τῆς ἀγάπης καὶ τῆς εὐσπλαχνίας «τὴ ἐλευθερία ἡμᾶς Χριστὸς ἠλευθέρωσεν» τονίζει ὁ ἀπόστολος Παῦλος καὶ συνεχίζοντας παραγγέλλει στοὺς πιστούς: «στήκετε οὗν καὶ μὴ πάλιν ζυγῶ δουλείας ἀνέχεσθε» (Γαλ.5,1).
Τὸ μέγα εὗρος τῶν δωρημάτων ποὺ ἀπορρέουν ἀπὸ τὴν ἐνανθρώπηση τοῦ Θεοῦ Λόγου εἶναι ἀδύνατον νὰ ἐξαντληθεῖ στὴ μικρὴ αὐτὴ ἐργασία.
Ἐὰν ὁ Θεὸς Λόγος δὲ σαρκώνονταν εἶναι ἀδύνατον νὰ ἀπολάμβανε ἡ ἀνθρωπότητα τὶς παραπάνω εὐλογίες καὶ δωρεές, διότι αὐτὲς εἶναι ἀποκλειστικὰ δῶρα τὰ ὁποῖα ἀπορρέουν ἀπὸ τὸ Θεό, ἀφοῦ, «πᾶσα δόσις ἀγαθὴ καὶ πᾶν δώρημα τέλειον ἄνωθέν ἐστι καταβαῖνον ἐκ τοῦ Πατρὸς τῶν φώτων» (Ἰακ.1,17).
Μποροῦμε νὰ φανταστοῦμε τὸ μέγεθος τῆς κακοδαιμονίας ποὺ θὰ βασίλευε σήμερα στὸν κόσμο, διότι γνωρίζουμε πὼς ἡ ἁμαρτία καὶ τὸ κακὸ δὲν αὐτοαίρονται σὲ καμιὰ περίπτωση, ἀλλά, ἀντίθετα, αὐξάνονται μὲ γεωμετρικὴ πρόοδο.
Τρανὸ παράδειγμα ἡ φρίκη καὶ ὁ ἔσχατος ἀμοραλισμὸς ποὺ ἐπικρατεῖ στοὺς λαοὺς ποὺ δὲ γνώρισαν τὸ Χριστὸ καὶ δὲν ἐμβολιάστηκαν ἀπὸ τὴ θεία διδασκαλία Του, ἢ ἀπὸ λαοὺς ποὺ Τὸν ἀπέρριψαν, ὅπως γιὰ παράδειγμα ὁ ἀποστατημένος δυτικὸς κόσμος.
Σύμπασα ἡ χριστιανοσύνη ἔχει στραμμένο τὸ βλέμμα της ἐναγωνίως καὶ ἐφέτος στὴ Βηθλεέμ, γιὰ νὰ ἀτενίσει τὸ «σωτήριον (τοῦ Θεοῦ), ὃ ἡτοίμασεν κατὰ πρόσωπον πάντων τῶν λαῶν, φῶς εἰς ἀποκάλυψιν ἐθνῶν» (Λουκ.2,30).
Μέσα στὴ σύγχρονη ζοφώδη καὶ ἀσέληνη κατάσταση καὶ τὴν πνευματικὴ παραζάλη, ἀναζητεῖ τὸν ἄσβεστο καὶ ἀσφαλῆ νοητὸ φάρο, προκειμένου νὰ βγεῖ ἀπὸ τὸν δυσκολότερο (ἴσως) κλυδωνισμὸ τῆς ἱστορίας τοῦ κόσμου.
Προσβλέπει στὸ μοναδικὸ καὶ ἀποτελεσματικὸ σωτῆρα τῆς ἀνθρωπότητας, τὸν νηπιάσαντα Θεό, διότι «Νέον ἐξ Ἀδὰμ παιδίον φυράματος ἐτέχθη Υἱὸς καὶ πιστοῖς δέδοται».
Ὁμολογοῦμε οἱ πιστοὶ ὅτι μακριὰ ἀπὸ Αὐτὸν ὄχι μόνον δὲν ὑπάρχει σωτηρία, ἀλλὰ θανατερὸ καὶ ἀπύθμενο βάραθρο, στὸ ὁποῖο θὰ εἴχαμε καταλήξει ἐξάπαντος, ἂν δὲν εἶχε ἐνανθρωπιστεῖ «ὁ ἐν ἀγκάλαις τοῦ Πατρός».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου