Κουμπιά

Κυλιόμενο Μήνυμα

Τρίτη 24 Δεκεμβρίου 2024

Ἱεροῦ Χρυσοστόμου, Προφητικὲς προρρήσεις γιὰ τὴ Θεία Ἐνανθρώπηση

Πρός τε Ἰουδαίους καὶ Ἓλληνας ἀπόδειξις ὅτι ἐστὶ Θεὸς ὁ Χριστὸς ἐκ τῶν παρὰ τοῖς προφήταις πολλαχοῦ περὶ αὐτοῦ εἰρημένων»


Ἁγίου Ἰωάννου, ἀρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως τοῦ Χρυσοστόμου
(κατὰ Ἰουδαίων καὶ ἐθνικῶν, ἀπόδειξη ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι Θεός, μὲ βάση ὅσα εἶπαν οἱ προφῆτες γι’ Αὐτὸν σὲ πολλὰ σημεῖα τῶν βιβλίων τους)

(ἐπιλεγμένο ἀπόσπασμα τῆς ὁμιλίας ὅπου κατατίθενται προφητικὲς προρρήσεις γιὰ τὴν Γέννηση τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ)
Ἐπειδὴ πολλοὶ ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους δὲν θὰ ἀνέχονταν νὰ ἀκοῦνε μὲ εὐκολία μακροσκελεῖς λόγους, γιὰ τὸν λόγο ὅτι ἄλλοι εἶναι ἐκ φύσεως ράθυμοι, ἄλλοι ἔχουν παραδοθεῖ μὲ πολλὴ ἀφοσίωση στὶς βιοτικὲς μέριμνες καὶ ἄλλοι ἐπειδὴ κατέχονται ἀπὸ πολλὴ ἀμάθεια, θεώρησα ἀναγκαῖο νὰ σᾶς ἀπαλλάξω ἀπὸ τὸν κόπο της μακρηγορίας, ὥστε καὶ τὴν ὀκνηρία νὰ ἀφαιρέσω ἀπὸ τοὺς ράθυμους καὶ νὰ πείσω ἐκείνους ποὺ ἀποφεύγουν νὰ διαβάζουν κάτι, νὰ ἀκούσουν μὲ πολλὴ προθυμία τὴν ἀνάπτυξη τῆς πραγματείας αὐτῆς.
Γι' αὐτό, λοιπόν, δὲν θὰ στολίσω τὴν ὁμιλία μου μὲ λέξεις καὶ ὀνόματα καλολογικά, ἀλλὰ θὰ θέσω τὰ ὀνόματα καὶ τὶς λέξεις ἔτσι, ὥστε νὰ εἶναι εὐκολονόητα καὶ στὸν δοῦλο κα στὴν ὑπηρέτρια καὶ στὴ χήρα γυναῖκα καὶ στὸν ἔμπορο καὶ στὸν ναύτη καὶ στὸν ἀγρότη, καὶ θὰ προσπαθήσω παντοῦ νὰ περιορίσω, ὅσο εἶναι δυνατό, τὸ μῆκος τῆς ὁμιλίας καὶ νὰ κάνω σύντομη τὴ διδασκαλία, γιὰ νὰ διεγείρω καὶ μὲ τὰ δύο αὐτὰ τὴν ὄρεξη τῶν ἀδιάφορων ἀκροατῶν νὰ ἀκούσουν μὲ εὐκολία καὶ χωρὶς κούραση τὰ ὅσα πρόκειται νὰ λεχθοῦν, ὥστε, συγκρατῶντας τα στὴ μνήμη σας, νὰ ὠφεληθεῖτε. Θὰ ἀρχίσω τὸν ἀγῶνα μου πρῶτα ἐναντίον τῶν ἐθνικῶν.

Ἂν δηλαδὴ λέγει ὁ εἰδωλολάτρης: «Ἀπὸ ποῦ γίνεται φανερὸ ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι Θεός;» (γιατί πρέπει ἀπὸ τὴν ἀρχὴ νὰ λάβουμε αὐτὸ σὰν προϋπόθεση, ἀφοῦ ὅλα τὰ ἄλλα εἶναι ἐπακόλουθα αὐτοῦ), ἐμεῖς δὲν θὰ ἀρχίσουμε τὴν ἀπόδειξη ξεκινῶντας ἀπὸ τὸν οὐρανό, οὔτε καὶ ἀπὸ ἄλλα παρόμοια.
Γιατί, ἂν τοῦ πῶ, ὅτι «ὁ Θεὸς δημιούργησε τὸν οὐρανὸ καὶ τὴ γῆ καὶ τὴ θάλασσα», δὲν θὰ τὸ ἀνεχθεῖ· ἂν τοῦ πῶ «ὅτι ἀνέστησε νεκρούς, ὅτι θεράπευσε τυφλούς, ὅτι ἐξεδίωξε δαίμονες», οὔτε καὶ αὐτὸ θὰ τὸ ἀποδεχθεῖ· ἂν τοῦ πῶ, ὅτι «ὑποσχέθηκε τὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν καὶ τὰ ἄρρητα ἀγαθά, ἂν τοῦ μιλήσω γιὰ τὴν ἀνάσταση», ὄχι μόνο δὲν θὰ τὰ δεχθεῖ, ἀλλὰ καὶ θὰ γελάσει.
Πῶς λοιπὸν θὰ τὸν φέρουμε κοντά μας, καὶ μάλιστα ἂν εἶναι ἰδιώτης;
Ἀπὸ ποῦ ἀλλοῦ, παρὰ ἀπὸ αὐτά, ποὺ καὶ ἀπὸ μένα καὶ ἀπ’ αὐτὸν τὸν ἴδιο εἶναι κοινῶς παραδεκτὰ καὶ ἀναντίρρητα καὶ πρὸς τὰ ὁποῖα δὲν ἔχει καμία ἀμφιβολία;
Γιατί, ἂν τοῦ πῶ ὅτι δημιούργησε τὸν οὐρανὸ καὶ τὰ ἄλλα ποὺ ἀνέφερα προηγουμένως, δὲν θὰ δεχόταν νὰ πεισθεῖ εὔκολα.
Ποιά εἶναι λοιπὸν ἐκεῖνα, ποὺ κι αὐτὸς δέχεται ὅτι τὰ ἔκαμε ὁ Θεὸς καὶ δὲν θὰ μποροῦσε νὰ προβάλλει καμία ἀντίρρηση;
Τὸ ὅτι Αὐτὸς φύτευσε τὸ γένος τῶν Χριστιανῶν- γιατί δὲν μπορεῖ νὰ ἀρνηθεῖ ὅτι Αὐτὸς ἵδρυσε τὶς Ἐκκλησίες ποὺ ὑπάρχουν σὲ ὅλα τὰ μέρη τῆς οἰκουμένης.
Ἀπὸ αὐτὰ θὰ ἀποδείξουμε τὴ δύναμή Του, καὶ θὰ δείξουμε ὅτι εἶναι Θεός, καὶ θὰ τοῦ ποῦμε ὅτι δὲν εἶναι ἔργο ἁπλοῦ ἀνθρώπου ἡ ἐξάπλωση τῆς διδασκαλίας μέσα σὲ τόσο μικρὸ χρονικὸ διάστημα σὲ ὅλη τὴν οἰκουμένη, στὴ στεριὰ καὶ στὴ θάλασσα, καὶ μάλιστα τὴ στιγμὴ ποὺ καλοῦσε τοὺς ἀνθρώπους πρὸς τέτοια πράγματα, καὶ ἀνθρώπους τέτοιους ποὺ ἦταν προκατειλημμένοι ἀπὸ τὶς κακὲς συνήθειές τους, ἢ καλύτερα ποὺ ἦταν κυριευμένοι ἀπὸ τόσο μεγάλη κακία.
Καὶ ὅμως κατόρθωσε νὰ ἐλευθερώσει ἀπὸ ὅλα αὐτὰ τὸ ἀνθρώπινο γένος καὶ ὄχι μόνο τοὺς Ρωμαίους, ἀλλὰ καὶ τοὺς Πέρσες, καὶ γενικὰ ὅλα τὰ ἔθνη τῶν βαρβάρων.
Καὶ ὅλα αὐτὰ τὰ κατόρθωσε ὄχι μὲ τὴ χρήση ὅπλων, οὔτε μὲ δαπάνες χρημάτων, οὔτε κινῶντας ἐναντίον τοὺς στρατεύματα καὶ ὑποκινῶντας πολέμους, ἀλλὰ ἔχοντας στὴν ἀρχὴ ἕνδεκα ἀνθρώπους, ἄσημους, ἁπλοϊκούς, ἀγράμματους, ἰδιῶτες, φτωχούς, κακοντυμένους, ἄοπλους, ἀνυπόδητους, μὲ ἕναν καὶ μόνο χιτῶνα.
Γιατί ὅμως λέγω «κατόρθωσε»; Μπόρεσε νὰ πείσει τόσες φυλὲς ἀνθρώπων νὰ φιλοσοφοῦν ὄχι μόνο γιὰ τὰ παρόντα, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὰ μελλοντικὰ ἀγαθά, νὰ καταργήσουν τοὺς νόμους τῶν πατέρων τους, νὰ ξεριζώσουν τὶς ἐπὶ τόσα χρόνια ριζωμένες παλιὲς συνήθειες καὶ νὰ φυτεύσουν ἄλλες ἀντὶ αὐτῶν, καὶ παίρνοντάς τους ἀπὸ τὰ εὔκολα τοὺς ὁδήγησε στὰ δικά Του τὰ δύσκολα, καὶ ὅλα αὐτὰ τὰ κατόρθωσε ἐνῷ πολεμοῦνταν ἀπὸ ὅλους καὶ ἀφοῦ ὑπέμεινε χλευαζόμενος τὸν σταυρὸ καὶ τὸν ἐπονείδιστο ἐκεῖνον θάνατο.
Δὲν μποροῦν βέβαια νὰ προβάλουν ἀντιρρήσεις γι' αὐτά, ὅτι δηλαδὴ δὲν σταυρώθηκε ἀπὸ τοὺς Ἰουδαίους καὶ ἔπαθε ἄπειρα κακὰ ἀπὸ αὐτούς, καὶ ὅτι τὸ κήρυγμα καθημερινὰ σημειώνει πρόοδο.
Καὶ τὸ παράδοξο εἶναι ὅτι ἀνθεῖ ὄχι μόνο ἐδῶ, ἀλλὰ καὶ στοὺς Πέρσες, ἂν καὶ πολεμεῖται ἀκόμη καὶ τώρα ἀπὸ αὐτούς.
Καὶ ἂν καὶ ὑπάρχει σὲ αὐτοὺς μέχρι τώρα ἕνα πλῆθος μαρτύρων, κι ὅμως αὐτοὶ ποὺ ἦταν καὶ ἀπὸ τοὺς λύκους πιὸ ἄγριοι, ἀφοῦ δέχθηκαν τὸ κήρυγμα, ἔγιναν πιὸ ἥμεροι καὶ ἀπὸ τὰ πρόβατα, καὶ φιλοσοφοῦν γιὰ τὴν ἀθανασία καὶ τὴν ἀνάσταση καὶ τὰ ἀπόρρητα ἀγαθά.
Καὶ τὰ κατορθώματα αὐτὰ δὲν ἐπιτεύχθηκαν μόνο στὶς πόλεις, ἀλλὰ καὶ στὴν ἔρημο καὶ στὰ χωριὰ καὶ στὰ νησιὰ καὶ στοὺς ὅρμους καὶ στὰ ἐπίνεια.
Καὶ δὲν εἶναι μόνο ἰδιῶτες οὔτε καὶ ἄρχοντες ἁπλῶς, ἀλλὰ καὶ αὐτοὶ ποὺ φοροῦν τὰ βασιλικὰ στέμματα μὲ μεγάλη πίστη ἔχουν ὑποταγὴ στὸν Ἐσταυρωμένο.
Καὶ ὅτι ὅλα αὐτὰ δὲν ἔγιναν τυχαῖα, ἀλλὰ ὕστερα ἀπὸ πρόρρηση ποὺ εἶχε γίνει πρὶν ἀπὸ πολὺ χρόνο, θὰ προσπαθήσω τώρα νὰ τὸ ἀποδείξω.
Καλύτερα ὅμως, γιὰ νὰ μὴ θεωρηθεῖ ὕποπτος ὁ λόγος μου, εἶναι ἀνάγκη νὰ παραθέσω μπροστά σας τὰ βιβλία τῶν Ἰουδαίων ποὺ σταύρωσαν Αὐτὸν καὶ νὰ ἀναφέρω, μπροστὰ στὰ μάτια αὐτῶν ποὺ δὲν πιστεύουν, ὅλες τὶς μαρτυρίες γι΄Αὐτόν τῶν Γραφῶν ποὺ ἀκόμη καὶ σήμερα φυλάσσουν.
 
Τὸ ὅτι λοιπὸν ὁ Θεὸς θὰ γινόταν ἄνθρωπος, παραμένοντας Θεός, πρῶτος τὸ λέγει ὁ Βαρούχ: «Οὗτος ὁ Θὲὸς ἡμῶν, οὐ λογισθήσεται ἕτερος πρὸς αὐτόν. ἐξεῦρε πᾶσαν ὁδὸν ἐπιστήμης καὶ ἔδωκεν αὐτὴν Ἰακὼβ τῷ παιδὶ αὐτοῦ καὶ Ἰσρὰὴλ τῷ ἠγαπημὲνῳ ὑπ᾿ αὐτοῦ· μετὰ τοῦτο ἐπὶ γῆς ὤφθη καὶ ἐν τοῖς ἀνθρώποις συνανεστράφη (: Αὐτὸς εἶναι ὁ Θεός μας, ὁ δημιουργὸς πάντων, ὁ κυβερνήτης καὶ ἡγεμόνας τους· κανεὶς ἄλλος δὲν μπορεῖ νὰ συγκριθεῖ καὶ νὰ ἀντιμετρηθεῖ πρὸς Αὐτόν. Αὐτὸς βρῆκε καὶ ἔχει ὅλη τὴν ὁδὸ τῆς σοφίας καὶ ἔδωσε αὐτὴν στὸν Ἰακώβ, τὸν δοῦλο Του, καὶ στὸν Ἰσραήλ, τὸν ἀγαπημένο Του. Ἔπειτα λοιπὸν ἀπὸ αὐτό, φανερώθηκε στὴ γῆ καὶ συναναστράφηκε μὲ τοὺς ἀνθρώπους)» (Βαρούχ, 3,36-38).
 Εἶδες πῶς τὰ δήλωσε ὅλα μέσα σὲ λίγες λέξεις, καὶ ὅτι, ἐνῷ ἦταν Θεός, ἔγινε ἄνθρωπος καὶ ὅτι συναναστράφηκε τοὺς ἀνθρώπους καὶ ὅτι Αὐτὸς νομοθέτησε καὶ τὴν Παλαιὰ Διαθήκη;
Γιατί λέγει «Αὐτὸς βρῆκε ὅλη τὴν ὁδὸ τῆς σοφίας καὶ τὴν ἔδωσε στὸν Ἰακὼβ τὸν δοῦλο Του, τὸν Ἰσραήλ τον ἀγαπημένο Του».
Δείχνει δηλαδὴ ἐδῶ, ὅτι καὶ πρὶν ἀπὸ τὴν παρουσία Του ὡς ἄνθρωπος, Αὐτὸς τὰ κυβερνοῦσε ὅλα καὶ Αὐτὸς τὰ ἔκανε ὅλα, δίνοντας τὴ νομοθεσία, καὶ προνοῶντας, κηδεμονεύοντας καὶ εὐεργετῶντας τὰ πάντα.
 
Ἄκουσε πάλι τί λέγει ἄλλος προφήτης θέλοντας νὰ δείξει ὅτι δὲν θὰ εἶναι μόνο ἄνθρωπος, ἀλλὰ ὅτι θὰ γεννηθεῖ ἀπὸ Παρθένο: «Διὰ τοῦτο δώσει Κύριος αὐτὸς ὑμῖν σημεῖον (: γι’ αὐτὸ θὰ δώσει ὁ ἴδιος ὁ Κύριος σὲ σᾶς σημεῖο, θαῦμα μέγα καὶ καταπληκτικό): Ἰδοὺ ἡ παρθένος ἐν γαστρὶ ἕξει καὶ τέξεται υἱόν, καὶ καλέσουσι τὸ ὄνομα αὐτοῦ Ἐμμανουήλ (: Νὰ, ἡ παρθένος, ποὺ δὲν γνώρισε ἄνδρα, θὰ συλλάβει καὶ θὰ γεννήσει υἱό, καὶ ὅσοι θὰ πιστεύουν σὲ Αὐτόν, θὰ Τὸν ὀνομάσουν Ἐμμανουήλ’’)» (Ησ.7,14)· τὸ ὄνομα αὐτὸ ἑρμηνευόμενο σημαίνει «ὁ Θεὸς μαζί μας».
Ἔπειτα, γιὰ νὰ δείξει ὅτι αὐτὸ ποὺ φαινόταν δὲν ἦταν φανταστικό, ἀλλὰ ὅτι ἦταν πράγματι ἄνθρωπος, πρόσθεσε λέγοντας: «διότι πρὶν ἢ γνῶναι τὸ παιδίον ἀγαθὸν ἢ κακόν, ἀπειθεῖ πονηρὶᾳ τοῦ ἐκλέξασθαι τὸ ἀγαθόν, καὶ καταλειφθήσεται ἡ γῆ, ἣν σὺ φοβῇ, ἀπὸ προσώπου τῶν δύο βασιλέων (: διότι, πρὶν ἀκόμη τὸ παιδὶ κατανοήσει καὶ εἶναι σὲ θέση νὰ διακρίνει μεταξὺ ἀγαθοῦ καὶ κακοῦ, θὰ ἀπειθεῖ σὲ κάθε πονηρία, γιὰ νὰ ἐκλέγει καὶ νὰ προτιμᾶ πάντοτε τὸ ἀγαθό.
Ἡ ὑπερφυσικὴ γέννηση καὶ ἀρετὴ τοῦ παιδιοῦ θὰ εἶναι τὸ σημεῖο ποὺ θὰ ἐγγυηθεῖ ὅτι θὰ μείνει ἀνέπαφη ἡ χώρα, γιὰ τὴν ὁποία ἐσὺ ὁ βασιλιᾶς Ἄχαζ φοβᾶσαι ἐξ αἰτίας τῶν δύο βασιλέων ποὺ ἐπέδραμαν ἐναντίον σου)» (Ἠσ. 7,16).
Τὸ ὅτι Αὐτὸς δὲν θὰ γινόταν μόνο ἄνθρωπος καὶ δὲν θὰ γεννιόταν ἀπὸ παρθένο μόνο, ἀλλὰ καὶ θὰ καταγόταν ἀπὸ τὸ γένος τοῦ Δαβίδ, ἄκουσε ὅτι καὶ αὐτὸ τὸ προλέγει πολὺ πιὸ μπροστὰ ὁ Ἠσαΐας, χρησιμοποιῶντας ἀλληγορικὰ καὶ μεταφορικὰ τὶς λέξεις, πλὴν ὅμως τὸ προλέγει: «Καὶ ἐξελεύσεται ράβδος ἐκ τῆς ρίζης Ἰεσσαί, καὶ ἄνθος ἐκ τῆς ρίζης ἀναβήσεται. καὶ ἀναπαύσεται ἐπ᾿ αὐτὸν πνεῦμα τοῦ Θεοῦ, πνεῦμα σοφίας καὶ συνέσεως, πνεῦμα βουλῆς καὶ ἰσχύος, πνεῦμα γνώσεως καὶ εὐσεβείας·ἐμπλήσει αὐτὸν πνεῦμα φόβου Θεοῦ(:Και ἀπὸ τὴ γενεαλογικὴ ρίζα του Ἰεσσαὶ θὰ φυτρώσει κλωνάρι καὶ ἄνθος ἀπὸ τὴ ρίζα αὐτὴν θὰ ἀναβλαστήσει. Στὸν εὐλογημένο αὐτὸν ἀπόγονο τοῦ Ἰεσσαὶ θὰ ἐπαναπαυτεῖ τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ, Πνεῦμα σοφίας καὶ συνέσεως, Πνεῦμα ὑγιοῦς θελήσεως καὶ ἰσχύος, Πνεῦμα γνώσεως καὶ εὐσεβείας· θὰ γεμίσει Αὐτὸν ὁ Θεὸς μὲ Πνεῦμα φόβου Θεοῦ)» (Ἠσ. 11, 1-3)· γιατί αὐτὸς ὁ Ἰεσσαὶ ἦταν πατέρας του Δαβίδ.
Εἶναι φανερὸ ἀπὸ αὐτό, ὅτι καὶ ἀπὸ τὴ φυλὴ ἐκείνη καταγόταν. Καὶ ὄχι μόνο τὸ ὅτι θὰ κατάγεται ἀπὸ τὴ φυλὴ ἐκείνη, ἀλλὰ καὶ τὸ ὅτι θὰ προέλθει ἀπὸ τὸν οἶκο του Ἰεσσαί, καὶ αὐτὸ τὸ προεῖπε, λέγοντας «θὰ φυτρώσει», λέγει, «ράβδος ἀπὸ τὴ ρίζα του Ἰεσσαί», μιλῶντας ὄχι ἁπλῶς γιὰ ράβδο, ἀλλὰ γι΄Αυτόν τὸν ἴδιο καὶ τὴ βασιλεία Του.
Καὶ ὅτι δὲν τὸ εἶπε αὐτὸ ἐννοῶντας ἁπλῶς τὴ ράβδο, τὸ δήλωσε μὲ τὰ ἑπόμενα. Γιατί, ἀφοῦ εἶπε, «θὰ φυτρώσει ράβδος», πρόσθεσε: «καὶ θὰ ἀναπαυθεῖ σὲ Αὐτὸν πνεῦμα σοφίας καὶ συνέσεως».
Κανεὶς βέβαια, καὶ ἂν ἀκόμη εἶναι πάρα πολὺ ἀνόητος, δὲν θὰ πεῖ αὐτό, ὅτι ἡ χάρη τοῦ Πνεύματος θὰ ἐρχόταν στὸ ξύλο, ἀλλὰ εἶναι φανερό, ὅτι θὰ ἐρχόταν στὸν Ναὸ ἐκεῖνο τὸν ἄμωμο.
Γι' αὐτὸ δὲν εἶπε «θὰ ἔλθει», ἀλλὰ «θὰ ἀναπαυθεῖ», ἐπειδὴ ἀφοῦ ἦλθε τὸ Πνεῦμα, παρέμεινε καὶ δὲν ἔφυγε.
Καὶ αὐτὸ ἀκριβῶς γιὰ νὰ δηλώσει καὶ ὁ Εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης, ἔλεγε: «Καὶ ἐμαρτύρησεν Ἰὠάννης λέγων ὅτι τεθέαμαι τὸ Πνεῦμα καταβαῖνον ὡς περιστερὰν ἐξ οὐρανοῦ, καὶ ἔμεινεν ἐπ᾿ αὐτόν (: Ὁ Ἰωάννης ὁ Βαπτιστὴς μάλιστα ἔδωσε καὶ τὴν ἑξῆς μαρτυρία: "Ἔχω δεῖ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα νὰ κατεβαίνει σὰν περιστέρι ἀπ’ τὸν οὐρανὸ καὶ νὰ μένει πάνω Του μόνιμα καὶ διαρκῶς, καὶ ὄχι ὅπως στοὺς προφῆτες, οἱ ὁποῖοι δέχονταν ἐκτάκτως τη χάρη τοῦ Πνεύματος καὶ γιὰ εἰδικὸ σκοπό")» (Ἰω. 1,32).
Δὲν παρασιώπησαν ἐπίσης οὔτε τὴν ἰουδαϊκὴ γνώμη, ποὺ ἐξέφρασαν μόλις γεννήθηκε. Καθ' ὅσον ὁ Ματθαῖος λέγει: «Ἀκούσας δὲ Ἡρῴδης ὁ βασιλεὺς ἐταράχθη καὶ πᾶσα Ἱεροσόλυμα μετ᾿ αὐτοῦ (: Ὅταν ὅμως ὁ βασιλιᾶς Ἡρώδης ἄκουσε τὰ λόγια αὐτὰ ποὺ εἶπαν οἱ μάγοι, ταράχθηκε, ἐπειδὴ φοβήθηκε μήπως ὁ νέος βασιλιᾶς γίνει ἀντίζηλός του.
Συγχρόνως ὅμως ταράχθηκαν μαζὶ μὲ αὐτὸν καὶ οἱ κάτοικοι ὅλης τῆς πόλεως τῆς Ἱερουσαλήμ, ἐπειδὴ φοβήθηκαν μήπως ἡ ταραχὴ τοῦ σκληροῦ Ἡρώδη ξεσπάσει πάνω τους)» (Ματθ. 2,3), ἐνῷ ὁ Ἠσαΐας ἄκουσε πὼς καὶ αὐτὸ τὸ προέλεγε πρὶν ἀπὸ χρόνια λέγοντας: «Ὅτι πᾶσαν στολὴν ἐπισυνηγμένην δὸλῳ καὶ ἱμάτιον μετὰ καταλλαγῆς ἀποτίσουσι καὶ θελήσουσιν εἰ ἐγενήθησαν πυρίκαυστοι. ὅτι παιδίον ἐγενήθη ἡμῖν, υἱὸς καὶ ἐδόθη ἡμῖν, οὗ ἡ ἀρχὴ ἐγενήθη ἐπὶ τοῦ ὤμου αὐτοῦ, καὶ καλεῖται τὸ ὄνομα αὐτοῦ μεγάλης βουλῆς ἄγγελος, θαυμαστὸς σύμβουλος, Θεὸς ἰσχυρός, ἐξουσιαστής, ἄρχων εἰρήνης, πατὴρ τοῦ μέλλοντος αἰῶνος· ἐγὼ γὰρ ἄξω εἰρήνην ἐπὶ τοὺς ἄρχοντας, εἰρήνην καὶ ὑγίειαν αὐτῷ (: Διότι τὶς στολὲς καὶ τὰ ἱμάτια, τὰ ὁποῖα ὅσοι καταδυνάστευαν τὸν λαὸ μάζεψαν μὲ δόλο καὶ ἀπάτη καὶ καταπίεση, θὰ τὰ ἀποδώσουν πίσω καὶ μὲ τὸ παραπάνω.
Καὶ οἱ λυτρωμένοι ἄνθρωποι θὰ θελήσουν ὅλα αὐτὰ νὰ παραδοθοῦν στὴ φωτιά.
Αὐτὰ λοιπὸν θὰ πραγματοποιηθοῦν, διότι θὰ γεννηθεῖ γιὰ ἐμᾶς παιδί, θὰ δοθεῖ σὲ ἐμᾶς ὁ υἱὸς αὐτός, τοῦ Ὁποίου ἡ ἀρχὴ καὶ ἐξουσία ὑπάρχει ἀπ' ἀρχῆς ἐπάνω στοὺς ὤμους Του καὶ θὰ καλεῖται τὸ ὄνομα Αὐτοῦ ἀγγελιαφόρος τῆς μεγάλης βουλῆς τοῦ Θεοῦ, θαυμαστὸς σύμβουλος, Θεὸς ἰσχυρός, ἐξουσιαστής, ἀρχηγὸς τῆς εἰρήνης, πατὴρ τοῦ μέλλοντος αἰῶνος)» (Ἠσ. 9,5-6).

Τὸ ὅτι αὐτὸ δὲν θὰ μποροῦσε κανεὶς νὰ τὸ πεῖ γιὰ ἄνθρωπο ἁπλό, εἶναι ὁλοφάνερο καὶ γιὰ ἐκείνους ποὺ θέλουν ἐπίμονα νὰ φιλονικοῦν. Γιατί κανεὶς ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους δὲν ὀνομάστηκε ἀπὸ τὴν ἀρχὴ τῶν αἰώνων Θεὸς ἰσχυρός, οὔτε ἄρχοντας μιᾶς τέτοιας εἰρήνης· γιατί λέγει: «Τῆς εἰρήνης αὐτοῦ οὐκ ἔστιν ὅριον (: Τῆς εἰρηνικῆς Του βασιλείας δὲν ὑπάρχει τέλος)» (Ἠσ. 9,7).
Καὶ τὸ ἐπιβεβαιώνει ἡ φύση τῶν πραγμάτων, ὅτι ἡ εἰρήνη αὐτή, ἀπὸ τὴν ἡμέρα ἐκείνη ποὺ εἶπε ὁ Χριστὸς λίγο πρὶν ἀναληφθεῖ στοὺς οὐρανούς: «Εἰρήνην ἀφίημι ὑμῖν, εἰρήνην τὴν ἐμὴν δίδωμι ὑμῖν· οὐ καθὼς ὁ κόσμος δίδωσιν, ἐγὼ δίδωμι ὑμῖν. μὴ ταρασσέσθω ὑμῶν ἡ καρδία μηδὲ δειλιάτω (: Φεύγω καὶ σᾶς ἀφήνω τὴν εἰρήνη. Σᾶς δίνω τὴ δική μου ἀληθινὴ καὶ βαθιὰ εἰρήνη, τὴν ὁποία ἦλθα νὰ φέρω στὸν κόσμο ποὺ συνταράζεται ἀπὸ τὴν ἁμαρτία.
Δὲν σᾶς δίνω ἐγὼ μιὰ εἰρήνη ὑποκριτική, ἀπατηλὴ καὶ ἀσταθῆ, σὰν αὐτὴ ποὺ δίνει ὁ κόσμος. Ἂς μὴν ταράζεται ἡ καρδιά σας ἀπὸ ἐσωτερικοὺς φόβους κι ἂς μὴ δειλιάζει ἀπὸ ἐξωτερικὰ φόβητρα καὶ ἀπειλές)» (Ιω. 14,27), κατέλαβε ὁλόκληρη τὴ γῆ, ὁλόκληρη τὴ θάλασσα, ὁλόκληρη τὴν οἰκουμένη, ὁλόκληρη τὴν ἔρημο, καθὼς καὶ τὰ ὄρη καὶ τὰ λαγκάδια καὶ τὰ βουνά.
Γιατί ἄραγε μίλησε ἔτσι ὁ Χριστὸς γιὰ τὴν εἰρήνη; Ἐπειδὴ ἡ εἰρήνη τῶν ἀνθρώπων εὔκολα καταλύεται καὶ ἔχει πολλὲς μεταβολές, ἐνῷ ἡ εἰρήνη ποὺ δίνει Αὐτὸς εἶναι σταθερή, ἀμετάβλητη, πάγια, μόνιμη, ἀθάνατη, χωρὶς νὰ ἔχει τέλος, καὶ ὅλα αὐτὰ ἐνῷ ἐγείρονται ἐναντίον της ἀπὸ παντοῦ μύριοι πόλεμοι, καὶ καθημερινὰ γίνονται ἀμέτρητες ἐπιβουλές.
Ἀλλὰ ὁ λόγος Αὐτοῦ, ποὺ κατορθώνει τὰ πάντα, καὶ αὐτὸ τὸ κατόρθωσε μαζὶ μὲ τὰ ἄλλα.
Καὶ δὲν προφήτευσαν μόνο τὸ ὅτι θὰ γίνει ἄνθρωπος, ἀλλὰ καὶ τὸν τρόπο τῆς παρουσίας Του στὴ γῆ. Ἐπειδὴ δηλαδὴ ἐπρόκειτο νὰ ἔλθει χωρὶς νὰ ἀφήσει νὰ πέσουν ἀστραπὲς καὶ κεραυνοὶ ἀπὸ τὸν οὐρανό, χωρὶς νὰ σείσει τὴ γῆ, χωρὶς νὰ συγκλονίσει τὸν οὐρανό, χωρὶς νὰ κάνει κάποια ἐκπληκτικὰ ἔργα, ἀλλὰ ἀντίθετα γεννήθηκε ἀθόρυβα καὶ χωρὶς νὰ τὸ γνωρίζει κανεὶς στὴν οἰκία ἑνὸς ξυλουργοῦ, σὲ μία ἄσημη καὶ ταπεινὴ οἰκία, ἄκουσε πῶς δὲν τὸ παρασιώπησε αὐτὸ ὁ Δαβίδ, λέγοντας: «Καταβήσεται ὡς ὑετὸς ἐπὶ πόκον καὶ ὡσεὶ σταγὼν ἡ στάζουσα ἐπὶ τὴν γῆν (: Ὁ Μεσσίας θὰ κατέβει ἀπὸ τὸν οὐρανὸ ἀθόρυβα, ὅπως ἡ βροχή, ἡ ὁποία πέφτει πάνω στὸ ποκάρι τῶν μαλλιῶν, εὐεργετικὸς ὅπως ἡ ποτιστικὴ βροχὴ ποὺ ποτίζει τὴ γῆ)» (Ψάλμ.71,6), θέλοντας νὰ δηλώσει μὲ αὐτὸ τὴν ἀτάραχη, τὴν ἥσυχη παρουσία Του.
Καὶ ὄχι μόνο αὐτό, ἀλλὰ καὶ ἕνας ἄλλος προφήτης, θέλοντας νὰ δείξει τὴν ἥσυχη καὶ γεμάτη ἐπιείκεια συναναστροφὴ Του μὲ τοὺς ἀνθρώπους, πρόσεχε τί λέγει.
Ἐπειδὴ δηλαδή, ἐνῷ ὑβριζόταν, φτυνόταν, κακολογοῦνταν, ἀτιμαζόταν, μαστιγωνόταν καὶ τέλος ἀφοῦ ὁδηγήθηκε στὸν σταυρό, δὲν πρόβαλε ἄμυνα ἐναντίον κανενὸς ποὺ Τοῦ ἔκαναν αὐτά, ἀλλὰ τὰ ὑπέμεινε ὅλα μὲ μακροθυμία καὶ πραότητα, τὶς ἀτιμίες δηλαδή, τὶς ἐπιβουλές, τὴ μανία, τὸν ἀδικαιολόγητο θυμὸ ἐκείνου τοῦ λαοῦ, τὶς ἐπιθέσεις, ὅλα αὐτὰ θέλοντας νὰ τὰ δηλώσει, ἔλεγε: «Κάλαμον τεθλασμένον οὐ συντρίψει καὶ λίνον καπνιζόμενον οὐ σβέσει, ἀλλὰ εἰς ἀλήθειαν ἐξοίσει κρίσιν (: Καλάμι σπασμένο δὲν θὰ συντρίψει καὶ λινάρι, ποὺ καπνίζει ἕτοιμο νὰ σβήσει, δὲν θὰ τὸ σβήσει, ἀλλὰ θὰ φέρει στὸ φῶς καὶ θὰ κηρύξει τὴν ἀλήθεια)» (Ἠσ. 42,3).

Ἄλλος πάλι προφήτης, ὁ Μιχαίας, προλέγει καὶ τὸν τόπο, ὅπου ἐπρόκειτο νὰ γεννηθεῖ λέγοντας: «Καὶ σύ, Βηθλεέμ, οἶκος τοῦ Ἐφραθά, ὀλιγοστὸς εἶ τοῦ εἶναι ἐν χιλιάσιν Ἰοὔδα· ἐκ σοῦ μοὶ ἐξελεύσεται τοῦ εἶναι εἰς ἄρχοντα ἐν τῷ Ἰσραήλ, καὶ αἱ ἔξοδοι αὐτοῦ ἀπ᾿ ἀρχῆς ἐξ ἡμερῶν αἰῶνος (: Καὶ Ἐσὺ Βηθλεέμ, ποὺ ἀλλιῶς ὀνομάζεσαι καὶ οἶκος Ἐφραθά, μικρὴ εἶσαι μεταξὺ τῶν πόλεων τοῦ Ἰούδα. Δὲν ἔχεις οὔτε χιλίους κατοίκους.
Ἀλλὰ ἀπὸ ἐσένα θὰ προέλθει πρὸς δόξα δική μου ἕνας ἄντρας ὁ ὁποῖος θὰ γίνει ἄρχοντας τοῦ ἰσραηλιτικοῦ λαοῦ.
Ἡ ἀρχὴ καὶ ἡ ἐνέργεια Αὐτοῦ ξεπερνᾶ τὴν ἀρχὴ τῶν ἡμερῶν τῆς δημιουργίας)» (Μιχ.5,1).
Αὐτὸς δείχνει καὶ τὴ θεότητα καὶ τὴν ἀνθρωπότητα τοῦ Χριστοῦ.  Γιατί μὲ τὸ νὰ πεῖ: «Αἱ ἔξοδοι αὐτοῦ ἀπ᾿ ἀρχῆς ἐξ ἡμερῶν αἰῶνος (: Ἡ ἀρχὴ τοῦ ἔνδοξου αὐτοῦ ἄρχοντα, ἡ γέννησή Του ἀπὸ τὸν Θεὸ Πατέρα, εἶναι ἀπὸ ἀρχῆς πρὸ πάντων τῶν αἰώνων· εἶναι προαιώνια καὶ ὑπερβαίνει τὸν χρόνο· ὁ ἄρχοντας Αὐτὸς ὑπάρχει ἀϊδίως, ἀπὸ τὴν ἄναρχη καὶ ἄχρονη αἰωνιότητα. Πρόκειται γιὰ τὸν Μεσσία)» (ερμην. ἀπόδοση Παν. Τρεμπέλα), φανέρωσε τὴν προαιώνια ὕπαρξή Του, ἐνῷ λέγοντας:
«Ἐκ σοῦ γὰρ ἐξελεύσεται ἡγούμενος, ὅστις ποιμανεῖ τὸν λαὸν μου τὸν Ἰσραήλ (: Δὲν εἶσαι ἡ πιὸ μικρή, διότι ἀπὸ σένα θὰ βγεῖ ἄρχοντας, ὁ ὁποῖος θὰ ποιμάνει τὸν λαό μου τὸν Ἰσραήλ)», δήλωσε τὴν κατὰ σάρκα γέννηση.
 
Καὶ πρόσεχε πάλι νὰ διαλάμπει ἐδῶ καὶ ἄλλη προφητεία. Γιατί δὲν εἶπε μόνο ὅτι θὰ γεννηθεῖ, ἀλλὰ ὅτι καὶ τὸ χωριό, στὸ ὁποῖο θὰ γεννηθεῖ, θὰ καταστεῖ λαμπρό, ἂν καὶ ἦταν ἀσήμαντο καὶ μικρό. Διότι λέγει: «δὲν εἶσαι καθόλου κατώτερη ὡς πρὸς τοὺς ἡγεμόνες τοῦ Ἰούδα».
Ὅλη τώρα ἡ οἰκουμένη τρέχει νὰ δεῖ τὴ Βηθλεέμ, ὅπου τοποθετήθηκε ὅταν γεννήθηκε, γιὰ κανένα ἄλλο λόγο, παρὰ μόνο γι’ αὐτόν.
Ἄλλος πάλι προφήτης (: ὁ γενάρχης Ἰακώβ), δήλωσε καὶ τὸν χρόνο, κατὰ τὸν ὁποῖο ἐπρόκειτο νὰ ἔλθει, λέγοντας τὰ ἑξῆς:
«Οὐκ ἐκλείψει ἄρχων ἐξ Ἰούδα, οὐδὲ ἡγούμενος ἐκ τῶν μηρῶν αὐτοῦ, ἕως ἂν ἔλθῃ ᾧ ἀπόκειται· καὶ αὐτὸς προσδοκία ἐθνῶν. δεσμεύων πρὸς ἄμπελον τὸν πῶλον αὐτοῦ καὶ τῇ ἕλικι τὸν πῶλον τῆς ὄνου αὐτοῦ· πλυνεῖ ἐν οἴνῳ τὴν στὸλὴν αὐτοῦ καὶ ἐν αἵματι σταφυλῆς τὴν περιβολὴν αὐτοῦ· χαροποιοὶ οἱ ὀφθαλμοὶ αὐτοῦ ἀπὸ οἴνου, καὶ λευκοὶ οἱ ὀδόντες αὐτοῦ ἢ γάλα
(: Δὲν θὰ ἐκλείψει ἄρχοντας ἀπὸ τὴ φυλὴ τοῦ Ἰούδα καὶ ἀρχηγὸς ἀπὸ τὴ γενιά του, μέχρις ὅτου ἔλθει Ἐκεῖνος, στὰ χέρια τοῦ Ὁποίου ἀπόκεινται οἱ ἐξουσίες· καὶ Αὐτὸς θὰ εἶναι ἡ ἐλπίδα καὶ ἡ προσμονὴ τῶν λαῶν, ὁ Μεσσίας.
Τόση τότε θὰ εἶναι ἡ εὐημερία, ὥστε θὰ δένει αὐτὸς τὸν ὄνο του στὴν ἄμπελο καὶ τὸ πουλάρι τῆς ὄνου του στὴν ψαλίδα τῆς ἀμπέλου. Θὰ πλένει ὄχι μὲ νερὸ ἀλλὰ μὲ κρασὶ τὴ στολή του καὶ μὲ τὸ κόκκινο, σὰν αἷμα, κρασὶ τοῦ σταφυλιοῦ θὰ καθαρίζει τὴν ἐνδυμασία του.
Οἱ ὀφθαλμοί του θὰ ἀκτινοβολοῦν χαρὰ· θὰ σπινθηροβολοῦν σὰν ἐκείνου ποὺ πίνει οἶνο. Ἡ καθαρότητά του θὰ εἶναι ἄψογη, καὶ τὰ δόντια του θὰ εἶναι λευκότερα ἀπὸ τὸ γάλα)» (Γέν. 49, 10-12).

Πρόσεχε καὶ αὐτὴν τὴν προφητεία ποὺ διαλάμπει. Γιατί ἦλθε τότε, ὅταν εἶχαν ἐκλείψει οἱ ἄρχοντες τῶν Ἰουδαίων καὶ βρίσκονταν κάτω ἀπὸ τὴν κυριαρχία τῶν Ρωμαίων, καὶ ἔτσι ἐκπληρωνόταν καὶ ἡ προφητεία ἐκείνη ποὺ λέγει: «δὲν θὰ ἐκλείψει ἄρχοντας ἀπὸ τὴ φυλὴ τοῦ Ἰούδα, οὔτε ἀρχηγὸς ἀπὸ τοὺς ἀπογόνους Αὐτοῦ, μέχρι νὰ ἔλθει Ἐκεῖνος στὸν ὁποῖο ἀνήκει ἡ ἐξουσία», ἐννοῶντας τὸν Χριστὸ· γιατί ὅταν γεννήθηκε, ταυτόχρονα γινόταν καὶ ἡ πρώτη ἀπογραφή, μετὰ τὴν ἐπικράτηση τῶν Ρωμαίων ἐπὶ τοῦ ἰουδαϊκοῦ ἔθνους καὶ τὴν ὑποταγὴ αὐτῶν κάτω ἀπὸ τὸν ζυγὸ τῆς βασιλείας αὐτῶν.
Ἔπειτα ὑποδηλώνει καὶ κάτι ἄλλο, λέγοντας: «καὶ αὐτὸς προσδοκία ἐθνῶν (: καὶ Αὐτὸς εἶναι ἡ προσδοκία τῶν ἐθνῶν)»·γιατί ἐρχόμενος στὸν κόσμο προσέλκυσε ὅλα τὰ ἔθνη.
 
Ἐπρόκειτο ὁ Ἡρώδης, ζητῶντας νὰ μάθει ποῦ γεννήθηκε, νὰ φονεύσει τὰ παιδιὰ τῆς περιοχῆς ἐκείνης.
Οὔτε καὶ αὐτὸ τὸ ἀποσιώπησαν οἱ προφῆτες, ἀλλὰ τὸ προεῖπαν πρὶν ἀπὸ πολλὰ χρόνια, λέγοντας: «Φωνὴ ἐν Ῥαμᾷ ἠκούσθη, θρῆνος καὶ κλαυθμὸς καὶ ὀδυρμὸς πολύς· Ῥαχὴλ κλαίουσα τὰ τέκνα αὐτῆς, καὶ οὐκ ἤθελε παρακληθῆναι, ὅτι οὐκ εἰσίν (: Φωνή σπαρακτικὴ ἀκούστηκε στὸ χωριὸ Ραμὰ τῆς φυλῆς Βενιαμίν, θρῆνος καὶ κλάματα καὶ ὀδυρμὸς πολύ.
Ἡ σύζυγος τοῦ Ἰακὼβ Ραχήλ, ποὺ ἦταν ἐκεῖ θαμμένη, κλαίει τὰ παιδιά της -μὲ τὸ στόμα τῶν ἀπογόνων της μητέρων ποὺ στερήθηκαν τὰ μικρά τους- καὶ δὲν θέλει μὲ κανένα τρόπο νὰ παρηγορηθεῖ, διότι τὰ ἀθῶα αὐτὰ παιδιὰ δὲν ὑπάρχουν πλέον στὴ ζωή)» (Ἴερ.31,15).

Ἐπρόκειτο νὰ ἐπανέλθει ἀπὸ τὴν Αἴγυπτο· καὶ αὐτὸ τὸ προεῖπαν, λέγοντας: «Ὄρθρου ἀπερρίφησαν, ἀπερρίφη βασιλεὺς Ἰσραὴλ· ὅτι νήπιος Ἰσραήλ, καὶ ἐγὼ ἠγάπησα αὐτὸν καὶ ἐξ Αἰγύπτου μετεκάλεσα τὰ τέκνα αὐτοῦ (: Ὅπως στὸν ὄρθρο, ὅταν ἀκόμη κοιμόντουσαν, ἀπερρίφθησαν αἰφνιδίως οἱ Ἰσραηλῖτες.
Ἀπερρίφθη ὁ βασιλεὺς τοῦ Ἰσραὴλ· ὅταν ὁ ἰσραηλιτικὸς λαὸς διερχόταν ἀκόμα τὴν πνευματικὰ νηπιακή του ἡλικία, ἐγὼ τὸν ἀγάπησα καὶ τὸν κάλεσα ἀπὸ τὴν Αἴγυπτο καὶ τὸν ἐλευθέρωσα ἀπὸ τὴ δουλεία, αὐτὸν καὶ τοὺς ἀπογόνους Του)» (Ωσ. 11,1).
 
Ἀλλὰ καὶ μεταβαίνοντας σὲ ὁρισμένα μέρη, ἐπρόκειτο νὰ διδάξει δημόσια καὶ νὰ ἐπιτελέσει ἀμέσως θαύματα· καὶ αὐτὸ προλέχθηκε. Ἄκουσε λοιπὸν τί λέγει ὁ Ἠσαΐας: «Τοῦτο πρῶτον πίε, ταχὺ ποίει, χώρα Ζαβουλῶν, ἡ γῆ Νεφθαλὶμ ὁδὸν θαλάσσης καὶ οἱ λοιποὶ οἱ τὴν παραλίαν κατοικοῦντες καὶ πέραν τοῦ Ἰὀρδάνου, Γαλιλαία τῶν ἐθνῶν, τὰ μέρη τῆς Ἰουδαίας. ὁ λαὸς ὁ πορευόμενος ἐν σκότει, ἴδετε φῶς μέγα· οἱ κατοικοῦντες ἐν χὼρᾳ καὶ σκιᾷ θανάτου, φῶς λάμψει ἐφ᾿ ὑμᾶς (: Πιές πρῶτα τὸ πικρὸ αὐτὸ ποτήρι, σύντομα κάνε το. Πιές τὸ ποτήρι ἐσύ, ἡ χώρα της Ζαβουλῶν καὶ τῆς Νεφθαλίμ. Ἐσεῖς ποὺ κατοικεῖτε τὴν ὁδό, ἡ ὁποία ὁδηγεῖ πρὸς τὴ Μεσόγειο Θάλασσα, καὶ οἱ ἄλλοι, ποὺ κατοικεῖτε στὴν παραλία τῆς λίμνης Γενησαρὲτ· οἱ κάτοικοι ἀνατολικὰ τοῦ Ἰορδάνη, ἡ Γαλιλαία αὐτὴ τῶν ἐθνῶν καὶ ὁλόκληρη ἡ Ἰουδαία.
Ὁ λαὸς τῶν χωρῶν αὐτῶν, ποὺ βρίσκεται καὶ ζεῖ στὸ πνευματικὸ σκοτάδι, θὰ δοῦν πρῶτοι τὸ μεγάλο φῶς τοῦ Μεσσία. Σέ σάς, ποὺ κατοικεῖτε στὴ χώρα, ὅπου ἐπικρατεῖ ἡ σκιὰ τοῦ θανάτου, θὰ λάμψει τὸ σωτήριο καὶ χαρμόσυνο φῶς)» (Ησ. 9,1-2).
Μὲ τὰ λόγια αὐτὰ φανερώνει τὴν ἐκεῖ παρουσία τοῦ Χριστοῦ, τὴ διδασκαλία Του καὶ τὴν ἐπίγνωσή Του ἀπὸ τὰ θαύματά Του.
 
Ἔπειτα, διηγούμενος ἄλλα θαύματα καὶ δείχνοντας πὼς θεράπευσε χωλούς, πὼς χάρισε το φῶς σὲ τυφλούς, πὼς ἔδωσε τὴ λαλιὰ σὲ ἄλαλους, λέγει: «Τότε ἀνοιχθήσονται ὀφθαλμοὶ τυφλῶν, καὶ ὦτα κωφῶν ἀκούσονται (: Τότε θὰ ἀνοίξουν ὀφθαλμοὶ τυφλῶν καὶ θὰ ἀκούσουν αὐτιὰ κωφῶν)».
Καὶ ἀμέσως μετὰ ἀπὸ αὐτά: «Τότε ἁλεῖται ὡς ἔλαφος ὁ χωλός, τρανὴ δὲ ἔσται γλῶσσα μογιλάλων, ὅτι ἐρράγη ἐν τῇ ἐρὴμῳ ὕδωρ καὶ φάραγξ ἐν γῇ διψώσῃ (: Τότε ὁ χωλός, ἀφοῦ θεραπευτεῖ, θὰ πηδᾶ σὰν τὸ ἐλάφι, καὶ μεγαλόφωνα θὰ ἀκούγεται νὰ ὁμιλεῖ ἡ γλῶσσα τῶν βουβῶν, διότι ξέσπασε καὶ ἀναπήδησε ἄφθονο νερὸ στὴν ἔρημο, καὶ φαράγγι γεμᾶτο νερὸ στὴν ἕως τώρα ξηρὴ καὶ διψασμένη γῆ)» (Ἠσ.35,5-6), πρᾶγμα ποὺ ποτὲ ἄλλοτε δὲν συνέβηκε, παρὰ μόνο κατὰ τὴν παρουσία Αὐτοῦ.
Μερικὰ θαύματά Του τὰ μνημόνευσαν οἱ προφῆτες κατὰ ἐντελῶς εἰδικὸ τρόπο.
Εἰσῆλθε λοιπὸν κάποτε στὸν ναὸ καὶ τὰ παιδιὰ ποὺ ἀκόμη θήλαζαν καὶ δὲν μποροῦσαν νὰ ἀρθρώσουν λέξεις, ἔψαλλαν γι’ Αὐτὸν ὕμνους ἱερούς, λέγοντας τὰ ἑξῆς: «Ὡσαννὰ τῷ υἱῷ Δαυΐδ· εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου· ὡσαννὰ ἐν τοῖς ὑψίστοις (: Δόξα στὸν ἀπόγονο τοῦ Δαβίδ, ποὺ περιμέναμε ἕως τώρα. Δοξασμένος νὰ εἶναι αὐτὸς ποὺ ἔρχεται σταλμένος ἀπὸ τὸν Κύριο. Δόξα στὸν Θεὸ ἂς κράζουν καὶ οἱ ἄγγελοι ποὺ βρίσκονται στὰ ὑψηλότερα μέρη τοῦ οὐρανοῦ)» (Ματθ.21,9).
Αὐτὸ τὸ εἶπε ἀπὸ πρὶν ὁ προφήτης μὲ αὐτὰ τὰ λόγια: «Ἐκ στόματος νηπίων καὶ θηλαζόντων κατηρτίσω αἶνον ἕνεκα τῶν ἐχθρῶν σου τοῦ καταλῦσαι ἐχθρὸν καὶ ἐκδικητήν (: Ἀπό τὰ στόματα καὶ αὐτῶν ἀκόμη τῶν νηπίων καὶ θηλαζόντων παιδιῶν ἄκουσες καὶ ἀκοῦς τέλειο ὕμνο πίστεως καὶ δοξολογίας πρὸς Ἐσένα, εἰς πεῖσμα τῶν μεγάλων ἀπίστων ἐχθρῶν Σου καὶ κατεξευτελισμὸ καὶ ἐξουδένωση ἐκείνου, ὁ ὁποῖος τολμᾶ νὰ παρουσιαστεῖ ἐχθρὸς καὶ ἀντίδικός Σου)» (Ψάλμ.8,3).
Βλέπεις πὼς ἡ φύση αὐτὴ καθ’ ἑαυτὴν ἀγωνίζεται νὰ διακηρύξει τὸν Δημιουργό της, καὶ τὰ ἄκακα βρέφη, τὰ ἀνίκανα νὰ ἀρθρώσουν ἀκόμη λέξη, ἀνέλαβαν ἔργο ἀποστολικό;
Μιλῶντας ἀλλοῦ πρὸς τοὺς Ἰουδαίους, ἐπειδὴ ἐξ αἰτίας τῆς ἀγνωμοσύνης τους ἔλεγε τὰ περισσότερα συγκαλυμμένα, ὑπὸ μορφὴ αἰνιγμάτων καὶ παραβολῶν, προφητεύτηκε καὶ αὐτὸ ἀπὸ πρίν: «Ἀνοίξω ἐν παραβολαῖς τὸ στόμα μου, φθέγξομαι προβλήματα ἀπ᾿ ἀρχῆς (: Θὰ ἀρχίσω μὲ διδακτικὲς παραβολικὲς ἱστορίες, γεμᾶτες μὲ ἱερὰ διδάγματα. Θὰ σᾶς διηγηθῶ ἀρχαῖα γεγονότα μὲ βαθύτατα νοήματα)» (Ψάλμ.77,2).
Ἀλλὰ καὶ τὴ σοφία τοῦ κηρύγματός Του προφητεύοντας ἀπὸ πρὶν ὁ προφήτης λέγει: «Ὡραῖος κάλλει παρὰ τοὺς υἱοὺς τῶν ἀνθρώπων, ἐξεχύθη χάρις ἐν χείλεσί σου· διὰ τοῦτο εὐλόγησέ σε ὁ Θεὸς εἰς τὸν αἰῶνα (: Εἶσαι Ἐσύ, ὦ Χριστὲ καὶ Μεσσία, ὡραιότατος. Ἡ ὡραιότητά Σου ὑπερβαίνει ὅλες τὶς καλλονὲς τῶν ἀνθρώπων. Ἰδιαίτερη χάρη ἔχει χυθεῖ στοὺς λόγους τῶν χειλέων Σου. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸν ὁ Θεὸς σὲ εὐλόγησε, σοῦ ἔδωσε χάριτες καὶ δωρεὲς σὲ ὅλους τοὺς αἰῶνες)» (Ψάλμ.44,3).

Ἄλλος πάλι προφήτης λέγει: «Ἰδὸὺ συνήσει ὁ παῖς μου καὶ ὑψωθήσεται καὶ δοξασθήσεται καὶ μετεωρισθήσεται σφόδρα (: Ἰδού τὸ παιδί μου, ὁ Μεσσίας, θὰ γεμίσει ἀπὸ σοφία καὶ σύνεση, γιὰ νὰ ἐννοήσει πλήρως καὶ νὰ ἐκπληρώσει τὴν ἀποστολή Του. Θὰ ὑψωθεῖ, θὰ δοξαστεῖ, θὰ μεγαλυνθεῖ στὸν ὑπέρτατο βαθμό)» (Ἠσ. 52,13).
Διηγούμενος ἐπίσης πάλι αὐτὸς ὁ ἴδιος προφήτης μὲ συντομία τὰ κατορθώματα τῆς παρουσίας Του στὴ γῆ τὰ συνοδευόμενα ἀπὸ θαύματα, λέγει τὰ ἑξῆς: «Πνεῦμα Κυρίου ἐπ᾿ ἐμέ, οὗ εἵνεκεν ἔχρισέ με· εὐαγγελίσασθαι πτωχοῖς ἀπέσταλκέ με, ἰάσασθαι τοὺς συντετριμένους τὴν καρδίαν, κηρῦξαι αἰχμαλώτοις ἄφεσιν καὶ τυφλοῖς ἀνάβλεψιν (: Ὁ παῖς Κυρίου λέγει: Πνεῦμα Κυρίου εἶναι καὶ μένει σὲ Ἐμένα, διότι μὲ αὐτὸ μὲ ἔχρισε ὁ Κύριος ὡς ἄνθρωπο καὶ μὲ ἔστειλε νὰ κηρύξω στοὺς φτωχοὺς καὶ γυμνοὺς ἀπὸ πίστη ἀνθρώπους τὸ χαρμόσυνο μήνυμα τῆς σωτηρίας· νὰ θεραπεύσω αὐτούς, τῶν ὁποίων ἡ καρδιὰ ἔχει συντριβεῖ ἀπὸ τὸ βάρος τῆς ἁμαρτίας· νὰ κηρύξω στοὺς δούλους τῆς ἁμαρτίας τὴν ἄφεση καὶ τὴν ἀπελευθέρωση· νὰ χαρίσω ἀνάβλεψη σὲ ἐκείνους ποὺ ἔχουν σκοτισμένο καὶ τυφλωμένο τὸν νοῦ ἀπὸ τὰ πάθη τῆς ἁμαρτίας)» (Ησ. 61,1).
 
Ἐπίσης, ἐπειδὴ ἐπρόκειτο νὰ ἀποστραφοῦν ἀδικαιολόγητα καὶ χωρὶς νὰ ἔχουν καμία κατηγορία μικρὴ ἢ μεγάλη ἐνάντια σὲ Ἐκεῖνον ποὺ τόσο πολὺ τοὺς εὐεργέτησε, καὶ αὐτὸ προλέχθηκε.
Ἄκουσε λοιπόν τὸν Δαβὶδ ποὺ προλέγει ἀκριβῶς, λέγοντας τὰ ἑξῆς: «Μετὰ τῶν μισούντων τὴν εἰρήνην ἤμην εἰρηνικὸς· ὅταν ἐλάλουν αὐτοῖς, ἐπολέμουν μὲ δωρεάν (: Μὲ τοὺς ἀνθρώπους οἱ ὁποῖοι μισοῦσαν τὴν εἰρήνη, ἐγὼ ἤμουνα πάντοτε εἰρηνικός. Ὅταν συνομιλοῦσα μὲ αὐτούς, ἐκεῖνοι μὲ πολεμοῦσαν χωρὶς λόγο καὶ ἀφορμή)» (Ψάλμ. 119,7).


ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
ἐπιμέλεια κειμένου: Ἑλένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
Ἐπιμέλεια πολυτονισμοῦ: Ἄκτιστον



ΠΗΓΕΣ:


•    Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου Ἅπαντα τὰ ἔργα, Λόγοι δογματικοί, Κατὰ ἐθνικῶν καὶ Ἰουδαίων, πατερικὲς ἐκδόσεις «Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς»(ΕΠΕ), ἐκδ. οἶκος «Τὸ Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1988, τόμος 34, σελίδες 13-29.
•    Βιβλιοθήκη τῶν Ἑλλήνων, Ἅπαντα τῶν ἁγίων Πατέρων, Ἰωάννου Χρυσοστόμου ἔργα, τόμος 3, Κατὰ Ἰουδαίων καὶ ἐθνικῶν περὶ τῆς θεότητος τοῦ Χριστοῦ, σελ. 13-22.
•    Π. Τρεμπέλα, Ἡ Καινὴ Διαθήκη μὲ σύντομη ἑρμηνεία (ἀπόδοση στὴν κοινὴ νεοελληνική), ἐκδόσεις ἀδελφότητος θεολόγων «Ὁ Σωτήρ», ἔκδοση τέταρτη, Ἀθήνα 2014.
•    Ἡ Καινὴ Διαθήκη, Κείμενον καὶ ἑρμηνευτικὴ ἀπόδοσις ὑπὸ Ἰωάννου Κολιτσάρα, ἐκδόσεις ἀδελφότητος θεολόγων «Ἡ Ζωή», ἔκδοση τριακοστὴ τρίτη, Ἀθήνα 2009.
•    Ἡ Παλαιὰ Διαθήκη κατὰ τοὺς ἑβδομήκοντα, Κείμενον καὶ σύντομος ἀπόδοσις τοῦ νοήματος ὑπὸ Ἰωάννου Κολιτσάρα, ἐκδόσεις ἀδελφότητος θεολόγων «Ἡ Ζωή», ἔκδοση τέταρτη, Ἀθήνα 2005.
•    Π.Τρεμπέλα, Τὸ Ψαλτήριον μὲ σύντομη ἑρμηνεία(απόδοση στὴν κοινὴ νεοελληνική), ἐκδόσεις ἀδελφότητος θεολόγων «Ὁ Σωτήρ», ἔκδοση τρίτη, Ἀθήνα 2016.
•    https://www.agia-aikaterini-larissis.com/agia-grafi-palaia-diathiki/
•    https://www.agia-aikaterini-larissis.com/agia-grafi-kaini-diathiki/
•    http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient greek/tools/liddell-scott/index.html
•    http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia Diathikh/Biblia/Palaia Diathikh.htm
•    http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh Diathikh/Biblia/Kainh Diathikh.htm

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου