Ἡ κατὰ σάρκα γέννησις τοῦ Κυρίου μας Ιησοῦ Χριστοῦ (Γαλ.4,4-7)
Ὑπομνηματισμὸς τῆς Ἀποστολικῆς περικοπῆς τῶν Χριστουγέννων.Ἁγίου Νικοδήμου Ἁγιορείτου
«Ὃτε δὲ ἦλθε τὸ πλήρωμα τοῦ χρόνου, ἐξαπέστειλεν ὁ Θὲὸς τὸν υἱὸν αὐτοῦ, γενόμενον ἐκ γυναικός, γενόμενον ὑπὸ νόμον, ἵνα τοὺς ὑπὸ νόμον ἐξαγοράσῃ, ἵνα τὴν υἱοθεσίαν ἀπολάβωμεν (: Ὅταν ὅμως συμπληρώθηκε ὁ χρόνος ποὺ εἶχε ὁρίσει ἡ πανσοφία τοῦ Θεοῦ, ἀπέστειλε ὁ Θεὸς στὸν κόσμο τὸν Υἱό Του, ὁ ὁποῖος ἔγινε ἄνθρωπος ἀπὸ γυναῖκα καὶ ὑποτάχθηκε στὸν μωσαϊκὸ νόμο, προκειμένου νὰ ἐξαγοράσει ἐκείνους ποὺ ἦταν ὑποδουλωμένοι στὴν κατάρα τοῦ μωσαϊκοῦ νόμου, γιὰ νὰ λάβουμε τὴν υἱοθεσία ποὺ ὁ Θεὸς μᾶς εἶχε ὑποσχεθεῖ)» (Γαλ.4,4-5).
«τὸ πλήρωμα τοῦ χρόνου»:
Ὁ Οἰκουμένιος ἑρμηνεύοντας τὴ φράση «τὸ πλήρωμα τοῦ χρόνου» λέγει:
«Ποιοῦ πλήρωμα χρόνου; Ἐκείνου κατὰ τὸν ὁποῖο ἔπρεπε νὰ ἔλθει ὁ Χριστός. Διότι εἶχε προφητευτεὶ ὁ χρόνος τῆς ἐλεύσεως τοῦ Χριστοῦ ἀπὸ τὸν προφήτη Δανιήλ, ποὺ συνέβη ἐπὶ τῆς βασιλείας Καίσαρος Αὐγούστου, ὅταν ἔγινε καὶ ἡ ἔνσαρκος οἰκονομία τοῦ Χριστοῦ».
Βλέπε καὶ τὴν ἑρμηνεία του «νῦν δὲ ἅπαξ ἐπὶ συντελεῖᾳ τῶν αἰώνων εἰς ἀθέτησιν ἁμαρτίας διὰ τῆς θυσίας αὐτοῦ πεφανέρωται (: Τώρα ὅμως μία φορὰ ἔγινε ἄνθρωπος, ὅταν τελείωσαν οἱ χρόνοι τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, καὶ φανερώθηκε στὸν κόσμο γιὰ νὰ ἐξαλείψει τὴν ἁμαρτία μὲ τὴ θυσία Του)» (Εβρ.9,26).
Ὁ δὲ μακάριος Αὐγουστῖνος στὰ βιβλία περὶ Τριάδος ἑρμηνεύοντας τό «Ὃτε δὲ ἦλθε τὸ πλήρωμα τοῦ χρόνου» λέγει ὅτι ὅταν οἱ ἄνθρωποι ἔγιναν δεκτικοὶ καὶ χωρητικοὶ τῆς γνώσεως τῆς ἁγίας Τριάδος καὶ δὲν βλάπτονταν ἀπὸ τὸ κήρυγμα τῆς τρισυποστάτου τῆς Θεότητος, ὥστε νὰ πέσουν σὲ πολυθεΐα, τότε ἦλθε ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ καὶ ἀποκάλυψε στὸν κόσμο ὅτι ἔχει Πατέρα, καὶ στὴ συνέχεια ὅτι εἶναι ὁ Θεὸς τρισυπόστατος.
Αὐτῆς της γνώσεως τῆς ἁγίας Τριάδος δὲν ἦταν χωρητικοὶ οἱ Ἰουδαῖοι πρὶν ἀπὸ τὴν ἔνσαρκο παρουσία τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ.
Βλέπε καὶ τὴν ἑρμηνεία του «ἧς ἐγενόμην ἐγὼ διάκονος κατὰ τὴν οἰκονομίαν τοῦ Θεοῦ τὴν δοθεῖσὰν μοὶ εἰς ὑμᾶς, πληρῶσαι τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ (: Αὐτός ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ εἶναι τὸ Εὐαγγέλιο, ποὺ διακηρύττει τὴ σωτήρια βουλὴ τοῦ Θεοῦ νὰ σωθοῦν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι διαμέσου τοῦ Χριστοῦ.
Καὶ τὸ σωτήριο αὐτὸ σχέδιο τοῦ Θεοῦ ἦταν ἕνα μυστήριο κρυμμένο ἀπὸ τὴν ἀρχὴ τῆς ὕπαρξης τοῦ χρόνου σ’ ὅλους τοὺς αἰῶνες καὶ τὶς γενεές, φανερώθηκε ὅμως τώρα μὲ τὸ κήρυγμα στοὺς ἁγίους του, τοὺς Χριστιανούς)» (Κολ.1,25), γιὰ νὰ μάθεις ὅτι αὐτὸ ἦταν οἰκονομία Θεοῦ, τὸ νὰ φανερωθεῖ τὸ μυστήριο τοῦ εὐαγγελίου, ὅταν οἱ ἄνθρωποι ἔγιναν δεκτικοί, γιὰ νὰ τὸ ἐννοήσουν.
«γὲνόμενον ὑπὸ νόμον»:
Ἔτσι σύμφωνα μὲ αὐτοὺς ἑρμηνεύει τὸ ρητὸ αὐτὸ καὶ ὁ Μέγας Βασίλειος λέγοντας:
«Ὁ ἀπόστολος προτίμησε τὴν ἐμφαντικότερη φωνή, τὴν πρόθεση «ἐκ», δηλαδή, καὶ ὄχι την «διά», λέγοντας «γενόμενον ἐκ γυναικὸς»· διότι τὸ «διὰ τῆς γυναικὸς» ἐπρόκειτο νὰ δείχνει παροδικὴ τὴν ἔννοια τῆς γεννήσεως, ἐνῷ τὸ «ἐκ τῆς γυναικὸς» θὰ ἔδειχνε ἀρκετὰ δυνατὴ τὴν κοινωνία τῆς φύσεως τοῦ Τικτομένου πρὸς αὐτὴν ποὺ τὸ γέννησε» (Κεφάλαιο ε΄περί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος).
Γι' αὐτό καὶ ὁ ἅγιος Ἐφραὶμ ὁ Σῦρος στὸν λόγο ποὺ παρομοιάζει μὲ τὸν μαργαρίτη τὴ γέννηση τοῦ Θεοῦ Λόγου ἀπὸ τὴν Παρθένο γράφει ὅτι ἐκεῖνο ποὺ λέγει ὁ εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς πὼς εἶπε ὁ ἄγγελος πρὸς τὴ Θεοτόκο ὅταν τὴν εὐαγγέλισε, δηλαδὴ τὸ «διὸ καὶ τὸ γεννώμενον ἅγιον κληθήσεται υἱὸς Θεοῦ (: Γι’ αὐτὸ καὶ τὸ ἀπολύτως ἀναμάρτητο καὶ ἅγιο βρέφος ποὺ θὰ γεννηθεῖ μὲ τὸν ὑπερφυσικὸ αὐτὸ τρόπο, θὰ ἀναγνωριστεῖ ὅτι εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ)» (Λουκᾶ 1,35), αὐτό, λέγω, τὸ ρητό, λέγει ὁ ἅγιος Ἐφραίμ, ὅτι ἔτσι εἶναι γραμμένο: «διὸ καὶ τὸ γεννώμενον ἐκ σοῦ», σύμφωνα, δηλαδή, ὅπως λέγει ἐδῶ ὁ Παῦλος, «γενόμενον ἐκ γυναικός».
«Μερικὰ ὅμως ἀντίγραφα», λέγει, «δὲν τὸ ἔχουν αὐτό, κάνοντας χάρη στοὺς αἱρετικούς». Γι΄αυτό σύμφωνα μὲ τὸν ἅγιο αὐτόν, πρέπει ὑποχρεωτικὰ νὰ προστίθεται τὸ «ἐκ σου», στὸ παραπάνω εὐαγγελικὸ ρητό.
Λέγει ἀκόμη ὁ Φώτιος ὅτι τὸ «γενόμενον ἐκ γυναικὸς» πρέπει νὰ γράφεται μὲ ἕνα ν καὶ ὄχι μὲ δύο, ὅπως μὲ ἕνα ν γράφεται καὶ τὸ ἀκόλουθο: «γενόμενον ὑπὸ νόμον», διότι «γεγέννηται» μὲν ὁ Χριστὸς ἐκ Παρθένου, ἀλλὰ τὸ «γεγέννηται» γράφεται μὲ δύο ν, ὅμως καὶ γεννᾶται, ἐπειδὴ μία φορὰ ἀπὸ τὴν Παρθένο «γεγέννηται».
Ἐὰν ὅμως καὶ ὁ Θεολόγος Γρηγόριος λέγει: «Χριστὸς γεννᾶται», ἀλλὰ τὸ εἶπε αὐτό, διότι τότε ἦταν παροῦσα ἡ τῆς Χριστοῦ γεννήσεως ἡμέρα, καὶ ὄχι διότι πάντοτε ἐκ Παρθένου γεννᾶται (Ἀμφιλόχ. Ζητήμ. πθ΄).
Αὐτὰ λέγει ὁ σοφὸς Φώτιος, διότι ἐὰν ποῦμε «γεννώμενον ἐκ γυναικὸς» μὲ δύο ν, φανερώνουμε ὅτι τώρα καὶ πάντοτε γεννᾶται ὁ Χριστός, ποὺ εἶναι ψευδὲς· διότι τὸ «γεννώμενον» εἶναι χρόνου ἐνεστῶτος καὶ παρατατικοῦ.
Ἀλλὰ στὸν Θεοδώρητο καὶ σὲ ἄλλους, ὑπάρχουν γραμμένες καὶ οἱ δύο μορφές, δηλαδὴ καὶ «γενόμενον ἐκ γυναικὸς» καὶ «γεννώμενον».
Σημείωσε ἀκόμη ὅτι δύο σημασίες ἔχει τὸ ὄνομα τῆς γυναικός. Τὸ ἕνα ὄνομα εἶναι κύριο, τὸ δὲ ἄλλο καταχρηστικό.
Κυρίως λοιπὸν «γυνὴ» σημαίνει ὅλη τὴ φύση τῶν γυναικῶν, εἴτε παρθένων εἴτε παντρεμένων, ὅπως καὶ τὸ ὄνομα «ἀνὴρ» δηλώνει τὴ φύση ὅλων τῶν ἀντρῶν εἴτε ἀγάμων εἴτε ὑπὸ γάμο.
Καταχρηστικὰ ὅμως καὶ εἰδικότερα «γυνὴ» εἶναι ἡ παντρεμένη καὶ ὄχι ἡ παρθένος. Γι΄αυτό εἶπε ὁ Κύριος: «Ἀμὴν λέγω ὑμῖν, οὐκ ἐγήγερται ἐν γεννητοῖς γυναικῶν μείζων Ἰὠάννου τοῦ βαπτιστοῦ (: Ἀληθινά σᾶς λέω, δὲν ἔχει ἀναφανεῖ μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων ποὺ γεννήθηκαν μέχρι τώρα ἀπὸ γυναῖκες ἄλλος μεγαλύτερος ὡς πρὸς τὴν ἀξία ἀπὸ τὸν Ἰωάννη τὸν Βαπτιστή)» (Ματθ.11,11), δηλαδὴ γυναικῶν παντρεμένων καὶ ὄχι παρθένων, ὅπως ἑρμηνεύει ὁ ἱερὸς Θεοφύλακτος.
Ἀφοῦ ὅμως λέχτηκαν αὐτά, τὸ ὄνομα τῆς γυναικὸς ἁρμόζει ὁ Παῦλος ἐδῶ ὡς κατάλληλο μόνο στὴν ἁγία Παρθένο, σύμφωνα μόνο μὲ τὴν πρώτη του σημασία, ὅπως τὸ εἶπε καὶ ὁ εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης γι' αὐτὴν (ὅταν ὁ Κύριος ἀπευθυνόταν πρὸς αὐτήν): «Τί ἐμοὶ καὶ σοί, γύναι;(: Τί κοινὸ ὑπάρχει, γυναῖκα, ἀνάμεσα σὲ Ἐμένα ποὺ ὡς Μεσσίας καὶ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ ἐνεργῶ τώρα μὲ τὴ θεϊκή μου δύναμη, καὶ σὲ σένα ποὺ μὲ γέννησες ὡς ἄνθρωπο;)» (Ἰω.2,4) καὶ «Γύναι, ἴδε ὁ υἱός σου (: Γυναίκα, νὰ ποιός ἀπὸ τώρα θὰ εἶναι ὁ γιός σου)» (Ἰω.19,26).
Πιθανὸν ὅμως τὸ λέγει αὐτὸ καὶ ὁ Παῦλος, διότι ἡ ἀειπάρθενος Θεοτόκος- ἐθεωρεῖτο γυναῖκα τοῦ τέκτονα Ἰωσήφ, μολονότι δὲν ἦταν ἄντρας αὐτῆς, ἀλλὰ μνηστῆρας μόνο, μᾶλλον ὅμως φύλακας καὶ προστάτης της.
Ὅτιτι δέ ἐστε υἱοί, ἐξαπέστειλεν ὁ Θὲὸς τὸ Πνεῦμα τοῦ υἱοῦ αὐτοῦ εἰς τὰς κὰρδίας ὑμῶν, κρᾶζον· ἀββᾶ ὁ πάτήρ. ὥστε οὐκέτι εἶ δοῦλος, ἀλλ' υἱός· εἰ δὲ υἱός, καὶ κληρονόμος Θεοῦ διὰ Χριστοῦ (: Ναὶ. Δὲν εἶστε πλέον δοῦλοι, ἀλλὰ υἱοὶ τοῦ Θεοῦ. Καὶ ἐπειδὴ εἶστε υἱοὶ τοῦ ἐπουρανίου Πατρός, γι΄αυτό ἀπέστειλε ὁ Θεὸς στὶς καρδιές σας τὸ Πνεῦμα τοῦ Υἱοῦ Του, τὸ ὁποῖο σᾶς δίνει τὴν πληροφορία καὶ τὴν παρρησία νὰ ἀπευθύνεστε στὸν Θεὸ μὲ τὴν κραυγὴ καὶ τὴν ἐπίκληση: "Ἀββᾶ", δηλαδὴ "Πατέρα".
Ἄρα λοιπόν, σύμφωνα μὲ ὅλα αὐτά, ἐσὺ ποὺ πίστεψες στὸν Χριστὸ δὲν εἶσαι πλέον δοῦλος, ἀλλὰ εἶσαι κατὰ χάριν υἱὸς τοῦ Θεοῦ.
Ἐὰν λοιπὸν εἶσαι υἱός, εἶσαι συγχρόνως καὶ κληρονόμος τοῦ Θεοῦ. Καὶ γίνεσαι κληρονόμος διαμέσου τοῦ Χριστοῦ)» (Γαλ.4,6-7).
Γι' αὐτό ὁ Οἰκουμένιος λέγει: «Πῶς δὲν εἶναι ἄτοπο οἱ Γαλάτες, αὐτοὶ ποὺ ἔγιναν τοῦ Θεοῦ, διαμέσου τοῦ Χριστοῦ καὶ τοῦ Πνεύματος, νὰ ἐπιστρέφουν πάλι στὸν νόμο; Καὶ πρόσεξε ἔμφαση τῆς Ἁγίας Τριάδος. Ὁ Πατὴρ ἀπέστειλε, ὁ Υἱὸς σαρκώθηκε καὶ τὸ Πνεῦμα συνέργησε, τὸ ὁποῖο εἰσερχόμενο στὶς καρδιές μας διδάσκει νὰ λέμε: "Ἀββὰ ὁ Πατήρ"».
Ἑβραϊκὸ ὄνομα ἔβαλε ἐδῶ ὁ Παῦλος καὶ δὲν εἶπε μόνο ὁ πατήρ, ἀλλὰ «ἀββὰ ὁ πατήρ», γιὰ νὰ δείξει μὲ αὐτὸ τὴ γνησιότητα καὶ ἐπιπλέον, γιὰ νὰ δείξει ὅτι τὸ ὄνομα αὐτὸ ἔχουν συνήθεια νὰ φωνάζουν πρὸς τὸν πατέρα τους τὰ γνήσια τέκνα.
Μὲ ποιόν τρόπο ἔδειξε ὁ Παῦλος γνησιότητα λέγοντας ἑβραϊκὰ ἀββά, ὅπως λέγει ὁ Χρυσόστομος;
Καὶ πῶς τὸ ὄνομα αὐτὸ ἀββὰ εἶναι γνώρισμα τῶν γνησίων υἱῶν, ὅπως λέγει ὁ Χρυσόστομος καὶ ὁ Θεοφύλακτος; Ἀπορῶ.
Μήπως λοιπὸν ἔδειξε ὁ Παῦλος μὲ τὸ ἑβραϊκὸ αὐτὸ ὄνομα ἀββὰ τὴ γνησιότητα, ποὺ ἔχουν οἱ Χριστιανοὶ μὲ τὸν Χριστό;
Διότι, ὅπως Ἐκεῖνος, κατὰ φύση Υἱὸς ὄντας τοῦ Πατρός, χρησιμοποίησε τὸ ἑβραϊκὸ αὐτὸ ὄνομα στὴν προσευχὴ λέγοντας: «Ἀββᾶ ὁ πατήρ» (Μάρκ.14,36: «Ἀββᾶ ὁ πατήρ, πάντα δυνατά σοι (: Ἀββά, Πατέρα μου, ὅλα εἶναι δυνατὰ σὲ Σένα)»)· ἔτσι καὶ ἐμεῖς οἱ Χριστιανοί, οἱ κατὰ χάριν υἱοὶ τοῦ ἴδιου Πατρὸς γεννηθέντες, τὸ ἴδιο ἑβραϊκὸ ὄνομα χρησιμοποιοῦμε φωνάζοντας εἰς τὰς κὰρδίας ἡμῶν: «Ἀββᾶ ὁ πατήρ».
Εἶναι καὶ τὸ ὄνομα αὐτὸ ἀββὰ γνώρισμα τῶν γνησίων υἱῶν, καθ' ὅσον ὅλα σχεδὸν τὰ βρέφη, σὰν νὰ κινοῦνται ἀπὸ τὴ φύση, ὀνομάζουν τὸν Πατέρα τους «μπαμπᾶ», ποὺ εἶναι τὸ ἴδιο μὲ τὸ ἀββᾶ. Καὶ δὲν ἀναφέρω ὅτι τὸ ἀββὰ μυστικὰ περιέχει καὶ τὸ πρῶτο στοιχεῖο τῶν γραμμάτων τοῦ ἑβραϊκοῦ καὶ ἑλληνικοῦ ἀλφαβήτου, ποὺ εἶναι τὸ ἄλεφ ἢ τὸ ἄλφα, τὸ ὁποῖο ἐκφωνεῖται μὲ μεγάλο ἄνοιγμα τοῦ στόματος. Καὶ γι΄αὐτό πρῶτα τὸ ἄλφα φωνάζουν τὰ βρέφη, ὅταν πέσουν ἀπὸ τὴν κοιλία τῆς μητέρας τους, κλαυθμηρίζοντας καὶ «ἄ,α» κράζοντας.
Ἐπιπλέον τὸ «ἀββὰ» περιέχει καὶ τὴν πρώτη συλλαβή, ποὺ ἀποτελεῖται ἀπὸ τὰ γράμματα, ἡ ὁποία εἶναι τὸ «βά», γιὰ νὰ δειχτεὶ καὶ ἀπὸ τὰ δύο αὐτὰ ὅτι ὁ ἄνθρωπος ἀμέσως μόλις γεννηθεῖ καὶ ὅταν ἀρχίζει νὰ συλλαβίζει καὶ νὰ ψελλίζει, μὲ μυστηριακὸ τρόπο ἐπικαλεῖται τὸ γλυκύτατο, καὶ ἀπὸ ὁλόκληρη τὴν κτίση ἐπιποθητὸ ὄνομα τοῦ οὐρανίου Πατρός.
Γιατί ὅμως ὁ Χριστὸς δύο φορὲς εἶπε στὴν προσευχὴ τὸ «Πατήρ»; Μερικοὶ λέγουν διότι ὄχι μόνο ὡς Θεὸς εἶχε τὸν Θεὸ Πατέρα Του, ἀλλὰ καὶ ὡς ἄνθρωπος. Ἢ ἐπειδὴ στὴν προσευχή Του, ὑπαινισσόμενος τοὺς δύο λαούς, ποὺ ἐπρόκειτο νὰ πιστέψουν σὲ Αὐτόν, οἱ ὁποῖοι ἑβραϊκὰ καὶ ἑλληνικὰ ἐπρόκειτο νὰ ὀνομάζουν Πατέρα τους τὸν Θεό.
Πρῶτο ὅμως τέθηκε τὸ ἑβραϊκό, διότι οἱ Ἑβραῖοι πρῶτοι πίστεψαν στὸν Χριστὸ καὶ δεύτερο τέθηκε τὸ ἑλληνικό, διότι καὶ οἱ Ἕλληνες δεύτεροι ἀπὸ τοὺς Ἰουδαίους πίστεψαν.
Σκέψου ὅμως ἀγαπητέ, ὅτι τὴν υἱοθεσία μάς χάρισε ὁ Υἱὸς λέγοντάς μας νὰ προσευχόμαστε ὡς ἑξῆς: «Πάτερ ἡμῶν» καὶ τελείωσε τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον, κράζοντας στὶς καρδιές μας: «Ἀββᾶ ὁ πατήρ».
Ἀπὸ παλαιότερα ὅμως μᾶς τὴν ὑποσχέθηκε αὐτὴν τὴν υἱοθεσία ὁ Πατὴρ λέγοντας: «Ἒσομαι ὑμῖν εἰς πατέρα, καὶ ὑμεῖς ἔσεσθέ μοὶ εἰς υἱοὺς καὶ θυγατέρας (: Καὶ θὰ γίνω πατέρας σας καὶ ἐσεῖς θὰ εἶστε υἱοί μου καὶ θυγατέρες μου)» (Β΄Κορ.6,16).
Τὸ ὅτι εἶναι σωστὴ ἡ ἀνωτέρω ἑρμηνεία ποὺ κάναμε, μαρτυρεῖ καὶ ὁ σοφὸς Θεοδώρητος λέγοντας: «Γνώρισμα τῶν νηπίων εἶναι το νὰ ἀποκαλοῦν ἀββὰ τοὺς πατέρες. Νήπιοι ὅμως ὡς πρὸς τὸν παρόντα βίο ἦσαν ὅσοι ἀξιώθηκαν τὴν ὑιότητα μὲ τὸ βάπτισμα, προσδοκῶντας τὴν ἀληθινὴ καὶ τέλεια στὸν μέλλοντα αἰῶνα».
Λέγει ἐπίσης ὁ Θεοδώρητος τὰ ἑξῆς στὴν ἑρμηνεία στὸ χωρίο ἐκεῖνο: «Τὸ "ἀββὰ" πρόσθεσε τὴν παρρησία ἐκείνων ποὺ καλοῦν διδάσκοντες· διότι τὰ παιδιά, ἔχοντας μεγαλύτερο θάρρος πρὸς τοὺς πατέρες, καὶ ἐπειδὴ δὲν ἔχουν ἀκόμη τέλεια τὴ διάκριση, αὐτὴ τὴ φράση χρησιμοποιοῦν συχνότερα.
Ἔτσι καὶ ἐμεῖς γιὰ τὴν ἀνέκφραστη φιλανθρωπία Του καὶ τὴν ἀμέτρητη ἀγαθότητα ὀνομάζουμε «Πατέρα», ὅπως διαταχθήκαμε, τῶν ὅλων τὸν Ποιητή, ἀγνοοῦμε ὅμως πόσο μεγάλη εἶναι ἡ μεταξύ μας διαφορά, μὴ γνωρίζοντας καλὰ οὔτε τοὺς ἑαυτούς μας καὶ ἀγνοῶντας ἐντελῶς τὴ φύση Του».
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
ἐπιμέλεια κειμένου: Ἑλένη Λιναρδάκη, φιλόλογος.
Ἐπιμέλεια πολυτονισμοῦ: Ἄκτιστον
ἐπιμέλεια κειμένου: Ἑλένη Λιναρδάκη, φιλόλογος.
Ἐπιμέλεια πολυτονισμοῦ: Ἄκτιστον
ΠΗΓΕΣ:
• Βενεδίκτου ἱερομονάχου ἁγιορείτου, Ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου, Ἑρμηνεία τῶν δεκατεσσάρων ἐπιστολῶν τοῦ ἀποστόλου Παύλου, τόμος πρῶτος, σελ. 161-162[υποσημείωση ἁγίου Νικοδήμου στὸ Ρώμ.8,15] καὶ 865-868, Ἔκδοση συνοδίας Σπυρίδωνος ἱερομονάχου, Ἱερὰ Καλύβη «Ἅγιος Σπυρίδων Α΄, Νέα Σκήτη Ἁγίου Ὅρους, 2020.
• Π. Τρεμπέλα, Ἡ Καινὴ Διαθήκη μὲ σύντομη ἑρμηνεία (ἀπόδοση στὴν κοινὴ νεοελληνική), ἐκδόσεις ἀδελφότητος θεολόγων «Ὁ Σωτήρ», ἔκδοση τέταρτη, Ἀθήνα 2014.
• Ἡ Καινὴ Διαθήκη, Κείμενον καὶ ἑρμηνευτικὴ ἀπόδοσις ὑπὸ Ἰωάννου Κολιτσάρα, ἐκδόσεις ἀδελφότητος θεολόγων «Ἡ Ζωή», ἔκδοση τριακοστὴ τρίτη, Ἀθήνα 2009.
• Ἡ Παλαιὰ Διαθήκη κατὰ τοὺς ἑβδομήκοντα, Κείμενον καὶ σύντομος ἀπόδοσις τοῦ νοήματος ὑπὸ Ἰωάννου Κολιτσάρα, ἐκδόσεις ἀδελφότητος θεολόγων «Ἡ Ζωή», ἔκδοση τέταρτη, Ἀθήνα 2005.
• Ἡ Παλαιὰ Διαθήκη μετὰ Συντόμου Ἑρμηνείας, Παναγιώτης Τρεμπέλας, Ἀδελφότης Θεολόγων «Ὁ Σωτήρ», Ἀθήνα, 1985.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου