Σύναξις Ὑπεραγίας Θεοτόκου, Ἡ φυγὴ τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου στὴν Αἴγυπτο, Εὐθυμίου Ὁμολογητοῦ, Κωνσταντίνου Ὁσίου, Εὐαρέστου Ὁσίου, Κωνστάντιου τοῦ Ρώσου, Νικοδήμου Τισμάνας, Σύναξις Ὑπεραγίας Θεοτόκου ἐν Βηθλεέμ, Σύναξις τῆς Παναγίας τῆς Θεοσκέπαστης στὸ Ἠμεροβίγλι Σαντορίνης, Σύναξις Παναγίας Ἀλεξιωτίσσης Πάτρας, Σύναξις Παναγίας Λατομιτίσσης Χίου, Σύναξις Παναγίας Ἀντιβουνιωτίσσης Κερκύρας, Σύναξις Παναγίας Νησιωτίσσης Φολέγανδρου
Ἡ Σύναξη τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου.
Ἀπολυτίκιο. Ἦχος δ'. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὡς βρέφος βαστάζουσα, ἐν ταῖς ἀγκάλαις Ἁγνή, τὸν πάντων δεσπόζοντα, σάρκα λαβόντα ἐκ σου, χαρᾶς ὤφθης πρόξενος, ὅθεν πᾶσα ἡ κτίσις, ἀνυμνεῖ χαρμοσύνως, σήμερον Θεοτόκε, τὴν φρικτὴν σοῦ λοχείαν πηγὴν γὰρ ἀθανασίας, κόσμῳ ἐκύησας.
Κοντάκιον Ἦχος πλ. β’.
Ὁ πρὸ Ἑωσφόρου ἐκ Πατρὸς ἀμήτωρ γεννηθεῖς, ἐπὶ τῆς γῆς ἀπάτωρ ἐσαρκώθη σήμερον ἐκ σοῦ, ὅθεν Ἀστὴρ εὐαγγελίζεται Μάγοις, Ἄγγελοι δὲ μετὰ Ποιμένων ὑμνοῦσι, τὸν ἄχραντον Τόκον σου, ἡ Κεχαριτωμένη.
Ἡ Φυγὴ Στὴν Αἴγυπτο τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου
Ὅταν οἱ μάγοι προσκύνησαν τὸ Χριστό, ἀναχώρησαν γιὰ τὴν πατρίδα τους, χωρὶς νὰ περάσουν ἀπὸ τὸ βασιλιᾶ Ἡρώδη.
Τότε ἄγγελος Κυρίου φάνηκε σὲ ὄνειρο στὸν Ἰωσὴφ καὶ τοῦ εἶπε νὰ πάρει τὸ παιδὶ μὲ τὴ μητέρα του καὶ νὰ φύγει στὴν Αἴγυπτο. Εὐαγγέλιο Ματθαίου, Β' 13-18.
Καὶ ἔμειναν ἐκεῖ, μέχρι ποῦ πέθανε ὁ Ἡρώδης, γιὰ νὰ ἐπαληθευθεῖ ἔτσι ἐκεῖνο ποὺ ἐλέχθη διὰ τοῦ προφήτου Ὠσηέ: "Ἐξ Αἰγύπτου ἐκάλεσα τὸν υἱόν μου" (Ὤσ. Ἰα’ 1).
Μετὰ τὴ φυγὴ τοῦ Κυρίου στὴν Αἴγυπτο, ὁ Ἡρώδης ἔστειλε στρατιῶτες καὶ θανάτωσαν ὅλα τὰ παιδιὰ ποὺ ἦταν στὴ Βηθλεὲμ καὶ τὰ περίχωρά της, ἀπὸ ἡλικίας δύο ἐτῶν καὶ κάτω.
Διότι τόσο εἶχε ὑπολογίσει τὴν ἡλικία τοῦ Χριστοῦ, Τὸν ὁποῖο φοβόταν ὅτι θὰ τοῦ ἔπαιρνε τὴ βασιλεία.
Ἐπίσης, ἡ φυγὴ τοῦ Κυρίου στὴν Αἴγυπτο, κατὰ τὸν Ἅγιο Νικόδημο τὸν Ἁγιορείτη, φράσσει καὶ τὰ στόματα τῶν αἱρετικῶν.
Διότι ὅπως λέει, ἂν δὲν ἔφευγε ὁ Κύριος καὶ φονευόταν ἀπὸ τὸν Ἡρώδη , θὰ εἶχε ἐμποδιστεῖ ἡ σωτηρία τῶν ἀνθρώπων.
Ἂν πάλι τὸν συνελάμβαναν καὶ δὲν φονευόταν, θὰ ἔλεγαν πολλοὶ ὅτι δὲ φόρεσε ἀνθρώπινη σάρκα, ἀλλὰ μόνο κατὰ φαντασία.
Ἔπειτα, ἡ φυγὴ φανερώνει ἄλλη μιὰ φορά, ὅτι τίποτα δὲν μπορεῖ νὰ ματαιώσει τὰ σχέδια τοῦ Θεοῦ.
Ὁ Ἅγιος Εὐθύμιος ὁ Ὁμολογητής, ἐπίσκοπος Σάρδεων
Ὁ Σ. Εὐστρατιάδης, στὸ Ἁγιολόγιό του, ἀναφέρει γιὰ τὸν Ἅγιο αὐτὸν τὰ ἑξῆς: Ἤκμασεν ἐπὶ τῆς βασιλείας Κωνσταντίνου καὶ Εἰρήνης (780-797), γεννηθεὶς ἐν Λυκαονίᾳ καὶ σπουδάσας ἐν Ἀλεξάνδρειᾳ.
Μετὰ τὴν ἀποπεράτωσιν τῶν σπουδῶν αὐτοῦ κατέφυγεν εἰς μονὴν τίνα ἀποκαρεὶς μοναχὸς καὶ διαπρέψας ἐν τῇ μοναχικῇ πολιτείᾳ, διὰ δὲ τὴν ἀρετὴν καὶ τὴν παιδείαν αὐτοῦ προεβιβάσθη εἰς τὸν μητροπολιτικὸν θρόνον των Σάρδεων, λαβῶν μέρος ἐν τῇ κατὰ τῶν εἰκονομάχων ἀθροισθείση ἐν Νίκαιᾳ τὸ δεύτερον Ἑβδόμη οἰκουμενικὴ συνόδῳ (787), ἐν ἡ τὴν ὀρθὴν τῆς ἐκκλησίας δόξαν μετὰ παρρησίας καὶ θάρρους καθωμολόγησε καὶ ὑπέγραψε (ἴδε Mansi, τ. XII, σ. 1087-1088).
Τὰ ἐξαιρετικὰ αὐτοῦ προσόντα ἐκτιμῶντες οἱ βασιλεῖς ἐνεπιστεύθησαν αὐτῷ διαφόρους δημοσίας ἀποστολάς, ἀλλὰ ἐπὶ τῆς βασιλείας Νικηφόρου Α’ (802-811), ἐπὶ καταγγελία γενομένη παρὰ ἀνωτέρου ὑπαλλήλου ἐν Σάρδεσι ὅτι ἔκειρε μοναχὴν κόρην, ἢν ἐζήτει οὗτος εἰς γάμον, ὁ Εὐθύμιος ἐξωρίσθη εἰς τὴν νῆσον Παττάλαραν λίαν ταλαιπωρηθεῖς.
Ἐκ τῆς ἐξορίας ἐπανῆλθεν εἰς Κωνσταντινούπολη (814), ἀλλὰ καὶ πάλιν μετὰ τὴν ἔκρηξιν τῆς εἰκονομαχίας ἐπὶ Λέοντος τοῦ Ἰσαύρου (813-820), ὀπαδὸς τῆς ἐναντίας ταχθεῖς μερίδος, ἐξωρίσθη εἰς Ἄσσον (παρὰ τὸ Ἀδραμύτιον), ἔνθα παρέμεινε μέχρι τοῦ θανάτου τοῦ Λέοντος ἀνακληθεὶς ὑπὸ Μιχαὴλ τοῦ Τραυλοῦ (820-829), ἀλλὰ καὶ τοῦτον καταβροντήσας δι' ὤν κατὰ πρόσωπον αὐτοῦ εἶπεν, "εἰ τὶς οὐ προσκυνεῖ τὸν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστὸν εἰκόνι περιγραπτὸν ἤτω ἀνάθεμα", ἐξώργισε καὶ ἠνάγκασε νὰ ἐξορίσει αὐτὸν εἰς τὸν Ἀκρίταν, ἔνθα ἐνέκλεισεν αὐτὸν εἰς ζοφερωτάτην φυλακὴν ἐκεῖ διὰ βουνεύρων τυπτόμενος καὶ ἐκ τῶν πληγῶν ἐξογκωθεῖς ὡς ἀσκὸς ὀκτὼ ἡμέρας μετὰ τὴν ἄθλησιν, πρὸς Κύριον ἔξεδήμησέ".
Θεῶ παραστάς, Εὐθύμιε, τρισμάκαρ, πλήρης ἄληκτου τυγχάνεις εὐθυμίας.
(Ἡ μνήμη τοῦ Ἁγίου, ἀπὸ ὁρισμένους Συναξαριστές, περιττῶς ἐπαναλαμβάνεται καὶ τὴν 11η Ὀκτωβρίου.)
Ἀπολυτίκιον (Ἦχος δ΄. Ταχὺ προκατάλαβε)
Τῶν Σάρδεων Πρόεδρος καὶ Ἐκκλησίας φωστήρ, καὶ στόμα θεόσοφον, ὁμολογίας λαμπρᾶς, ἐδείχθης Εὐθύμιε. Ὅθεν τῇ μυριπνόῳ καἰ Ἁγίᾳ σου Κάρᾳ, ταύτην τὴν πόλιν Πάτερ μυστικῶς ἁγιάζεις· ᾗ δίδου Ἱεράρχα αεὶ τὴν προστασίαν σου.
Ὁ Ὅσιος Κωνσταντῖνος "ὁ ἐξ Ἰουδαίων"
Ὁ Ὅσιος Κωνσταντῖνος ἦταν ἀπὸ τὰ Σύναδα τῆς Φρυγίας. σὲ νεαρὴ ἡλικία προσπάθησε νὰ ἀκολουθήσει τὴ ζωὴ τῶν ἐνάρετων χριστιανῶν.
Ὁ νεαρὸς Ἰουδαῖος, ὁ ὁποῖος ἔφερε τὴν χριστιανικὴ πίστη ἤδη στὴ ψυχή του, ἀποφάσισε νὰ φύγει ἀπὸ τὸ θόρυβο τοῦ κόσμου, καὶ μετέβη στὸ μοναστήρι Φουβούτιον, τοῦ ὁποίου οἱ μοναχοὶ φημίζονταν γιὰ τὴν θεάρεστη ζωή τους.
Ἀφοῦ δοκιμάσθηκε ἀρκετὰ καὶ πείστηκαν γιὰ τὴν εἰλικρινῆ καὶ φωτεινὴ πίστη του, τοῦ ἔδωσαν τὸ ἅγιο βάπτισμα καὶ τὸν ὀνόμασαν Κωνσταντῖνο.
Ἔγινε ἔτσι ἀδελφὸς τῆς Μόνης. Ἐπιδόθηκε στὴ μελέτη τῶν πνευματικῶν πραγμάτων ὅμως αὐτὸ δὲν τοῦ ἦταν ἀρκετό, ἤθελε νὰ διδάξει καὶ στοὺς ἄλλους ἀνθρώπους τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ.
Γι' αὐτὸ ἄρχισε νὰ μεταβαίνει ἀπὸ τὴν μία πόλη στὴν ἄλλη καὶ νὰ κηρύσσει τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ. Ἀπεβίωσε ἐν εἰρήνῃ.
Ὁ Ὅσιος Εὐάρεστος
Καταγόταν ἀπὸ τὴ Γαλατία ἀπὸ γονεῖς ἔνδοξους καὶ ἐπίσημους τῆς χώρας αὐτῆς.
Ἀφοῦ καλὰ καὶ ὅσια ἐκπαιδεύτηκε στὴ χώρα του, πῆγε μὲ τὸν πατέρα του στὴν Κωνσταντινούπολη ἐπὶ Λέοντος τοῦ Ἰσαύρου (813-820) καὶ τὸν φιλοξενοῦσε ὁ συγγενής του πατρίκιος Βρυέννιος.
Ὅταν αὐτὸς στάλθηκε ἀπὸ τὴ βασίλισσα Θεοδώρα πρέσβυς στοὺς Βούλγαρους, πῆρε κοντά του καὶ τὸν Εὐάρεστο καὶ ὅταν ἔφτασαν στὸν τόπο, ποὺ ὀνομαζόταν Σκόπελο, ἐκεῖ ὁ Εὐάρεστος συνάντησε γέροντα ἀσκητή, στὸν ὁποῖο προσκολλήθηκε καὶ ἐκάρη μοναχός.
Ὁ δὲ γέροντας, βλέποντας τὴν ὑψηλὴ πνευματικὴ ἔφεση τοῦ νέου, τὸν ἔστειλε μὲ συστατικὴ ἐπιστολὴ στὴ Μονὴ Στουδίου, ὅπου ὁ Εὐάρεστος διέπρεπε σὰν αὐστηρὸς ἀσκητής.
Ἐκεῖ λοιπὸν ὁσιακὰ ἀφοῦ ἔζησε καὶ τὰ ὑπόλοιπα χρόνια τῆς ζωῆς του, ἀπεβίωσε εἰρηνικὰ σὲ ἡλικία 79 χρονῶν. Τὸ δὲ τίμιο λείψανό του, ἐναποτέθηκε στὴ Μονὴ Κοκουρουβίου (ἢ Κοκκοροβίου).
Ὁ Ἅγιος Κωνστάντιος ὁ Ρῶσος, ὁ Νέος Ἱερομάρτυρας
Ὁ Κωνστάντιος καταγόταν ἀπὸ τὴ Ρωσία καὶ ὑπηρετοῦσε σὰν ἐφημέριος στὴ Ρωσικὴ Πρεσβεία στὴν Κωνσταντινούπολη.
Κατὰ τὸν Ρωσοτουρκικὸ πόλεμο ἦλθε στὸ Ἅγιον Ὅρος καὶ παρέμεινε γιὰ ἀρκετὸ χρονικὸ διάστημα στὴ Μεγίστη Λαύρα, ἀπ' ὅπου ἀναχώρησε στὰ Ἱεροσόλυμα γιὰ προσκύνημα στοὺς Ἅγιους Τόπους.
Ἐπανῆλθε στὴ Μεγίστη Λαύρα καὶ περίμενε τὴν εἰρήνη μεταξὺ Ρωσίας καὶ Τουρκίας. Ὅταν ἐπιτεύχθηκε ἡ εἰρήνη, ὁ Ἅγιος πῆγε στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ παρέμεινε σὰν ἐφημέριος στὴν ἴδια πρεσβεία.
Ἐκεῖ ὅμως, ἄγνωστο γιὰ ποιούς λόγους, ἦλθε σὲ προστριβὴ μὲ τὸν Ρῶσο Πρέσβη καὶ εἴτε ἀπὸ φόβο εἴτε ἀπὸ θυμό, παρουσιάστηκε στὸν Σουλτᾶνο καὶ ἀρνήθηκε τὸν Χριστό.
Γιὰ τὴν ἐνέργειά του αὐτή, ἔτυχε μεγάλων τιμῶν καὶ περιποιήσεων ἀπὸ τοὺς Τούρκους.
Μετὰ ἀπὸ λίγες ἥμερες, συναισθάνθηκε τὸ μεγάλο του ὀλίσθημα, μετανοημένος ἔκλαψε πικρὰ καὶ πόθησε τὸ μαρτύριο.
Ἔτσι πέταξε τὰ τούρκικα ροῦχα, φόρεσε ἕνα φθαρμένο ράσο, παρουσιάστηκε στὸν Σουλτᾶνο καὶ μὲ θάρρος ὁμολόγησε τὸν Χριστὸ καὶ ἀποκήρυξε τὴ θρησκεία του Μωάμεθ.
Χωρὶς καμιὰ διαδικασία, οἱ Τοῦρκοι πῆραν τὸν μάρτυρα καὶ τὸν ἀποκεφάλισαν μπροστὰ στ' ἀνάκτορα τοῦ Σουλτάνου τὸ 1743.
Ὅσιος Νικόδημος τῆς Τισμάνα (+1406)
Γεννήθηκε στὸ Πρίλεπ της Σερβίας τὸ 1320 ἀπὸ Ἕλληνα πατέρα καὶ Σερβίδα μητέρα, συγγενῆ τοῦ δεσπότου Λαζάρου.
Νέος ἀσκήθηκε στὸ Ἅγιον Ὅρος καὶ συνδέθηκε μὲ τὸν ἡσυχαστὴ πατριάρχη Φιλόθεο Κόκκινο, τὸν Γρηγόριο Παλαμᾶ, τὸν ἁγιογράφο Πανσέληνο καὶ τὸν αὐτοκράτορα Ἰωάννη Κατακουζινό.
Ἔμαθε ζωγραφικὴ καὶ καλλιγραφία. Ἔζησε στὶς Μονὲς Ρωσικοῦ καὶ Χιλανδαρίου, τῆς ὁποίας ἔγινε ἡγούμενος.
Ὡς ἡγούμενος εἶχε περίπου ἑκατὸ μοναχούς, Ἕλληνες, Σέρβους, Ρουμάνους, Βουλγάρους, τῶν ὁποίων τὶς ψυχὲς ἔτρφε μὲ τὴν Ἁγία Γραφὴ καὶ τὰ πατερικὰ κείμενα.
Πολλοὺς μαθητὲς εἶχε σὲ ὅλο τὸ Ἅγιον Ὅρος, μὲ τοὺς ὁποίους ἀργότερα ἀλληλογραφοῦσε. Ἐξελέγη Πρῶτος τοῦ Ἁγίου Ὅρους.
Γιὰ ἕνα διάστημα ἔζησε σὲ σπήλαιο, κοντὰ στὸ Χιλανδάρι. Ἡ ὑπομονή του στοὺς πειρασμούς, ἡ ἱερὰ ἡσυχία, ἡ καλλιέργεια τῆς νοερᾶς προσευχῆς, ἡ κάθαρση καὶ ἡ ἀπάθεια ποὺ ἀπέκτησε τὸν ἀξίωσαν τοῦ προορατικοῦ καὶ θαυματουργικοῦ χαρίσματος.
Ἀργότερα ἵδρυσε στὴν Κράϊνα τῆς Βουλγαρίας δυὸ μοναστήρια κατὰ τὸ πρότυπο τῶν ἁγιορειτικῶν καὶ βοήθησε ἔτσι τὴν ἐξάπλωση τοῦ ἁγιορειτικοῦ ἀσκητισμοῦ στὴν Βουλγαρία.
Ἔζησε λίγο καιρὸ κοντὰ στὸν ἅγιο Βασιλέα των Σέρβων Λάζαρο καὶ ἀπὸ ἐκεῖ ἐγκαταστάθηκε στὴ Ρουμανία τὸ 1364.
Στὶς παραδουνάβιες χῶρες συνέχισε, μὲ τὴ βοήθεια τῶν ἡγεμόνων Βλαΐκου καὶ Ράδου, τὴν ἵδρυση τῶν μονῶν Βοντίτσα (1374) καὶ Τισμάνα (1377) (φώτ.), τῆς ὁποίας ὑπῆρξε ἡγούμενος. Οἱ μονὲς λειτουργοῦσαν μὲ τὸ ἁγιορειτικὸ τυπικὸ τοῦ Ἁγίου Ἀθανασίου.
Κατὰ παράδοση ἵδρυσε καὶ τὶς μονὲς Βράτνα καὶ Μοναστηρίτσα στὰ νότια τοῦ Δούναβη, Πρίσλοπ στὰ βόρεια τῶν Καρπαθίων, Γκούρα, Μοτρούλουϊ καὶ Ἴλοβατς.
Μαθητές του ἵδρυσαν, στὰ τέλη τοῦ 14ου αἰῶνα, τὴ μονὴ Νεὰμτς καὶ ἄλλες.
Ἔγραψε τὸ 1404/5 εὐαγγελιστάριο στὰ σλαβωνικὰ καὶ ἀλληλογραφοῦσε ἐπὶ θεολογικῶν θεμάτων μὲ τὸν ἅγιο Εὐθύμιο, πατριάρχη Τυρνόβου.
Στὰ τελευταῖα του ἔτη ἀποτραβήχτηκε σ' ἕνα σπήλαιο. Ἡ νηστεία, ἡ ἀγρυπνία καὶ ἡ προσευχή του ἦταν ἀκατάπαυστο ἔργο.
Κάθε Κυριακὴ κατέβαινε στὴ μονή του νὰ λειτουργήσει, νὰ θεραπεύσει τοὺς ἀσθενεῖς, νὰ διδάξει τοὺς μοναχοὺς καὶ νὰ παρηγορήσει τὸν λαό.
Ἀπ' ὅλη τὴ Ρουμανία ἔρχονταν ἀσθενεῖς στὸν θαυματουργὸ ἅγιο.
Μερικοὶ θεραπεύονταν μόλις ἔφταναν στὴν Τισμάνα κι ἄλλοι ἀγγίζοντας τὰ ράσα του ἢ λαμβάνοντας τὴν εὐλογία του.
Μεταξὺ τῶν ἰαθέντων συγκαταλέγεται καὶ ἡ ἐπιληπτικὴ κόρη τοῦ ἡγεμόνος Σιγισμούνδου.
Ὁ ὅσιος Νικόδημος ὑπῆρξε κεντρικὴ μορφὴ γιὰ τὴ μετάδοση τοῦ ἡσυχασμοῦ στὴ Ρουμανία καὶ ἄξιος πνευματικὸς ἐργάτης τῆς σωτηρίας ὅλων τῶν βαλκανικῶν λαῶν.
Μὲ τοὺς βυζαντινοαγιορειτικοὺς καὶ τὴν παιδεία του ἔγινε ὁ ἄνθρωπος ποὺ συνέδεσε τὶς μονὲς τῆς Ἀνατολικῆς Εὐρώπης στὰ τέλη τοῦ Μεσαίωνα.
Ὁ σλαβικὸς κόσμος τὸν ἐπονομάζει Γραικὸ καὶ ὁ ρουμανικὸς λαὸς τὸν τιμᾶ ἰδιαίτερα ὡς διδάσκαλό του καὶ τὴ μνήμη του ἑορτάζει μὲ ἐξαιρετικὴ μεγαλοπρέπεια.
Ὑπῆρξε διδάσκαλος τῆς νοερᾶς προσευχῆς, βαθὺς θεολόγος καὶ πνευματικὸς πατὴρ πολλῶν.
Τὸ μοναστήρι τῆς Τισμάνα τὸ κατέστησε περίφημο κέντρο καλλιγραφίας, ἀντιγραφῆς ἐκκλησιαστικῶν βιβλίων καὶ μεταφράσεων, μὲ φωτισμένους μοναχούς, καὶ σύντομα ἔγινε ξακουστὸ σὲ ὅλα τὰ Βαλκάνια.
Ἀπὸ ἐκεῖ ὁ ὅσιος διατηροῦσε ἀλληλογραφία μὲ Μονὲς τοῦ Ἁγίου Ὅρους, τῆς Σερβίας, τῆς Βουλγαρίας καὶ τῆς Ρουμανίας.
Μέρος τῶν τιμίων καὶ θαυματουργῶν λειψάνων του σώζεται στὴ Μονὴ Τισμάνα.
Τιμᾶται στὶς 26 Δεκεμβρίου καὶ στὶς 13 Ἰουλίου
Σύναξις Ὑπεραγίας Θεοτόκου ἐν Βηθλεέμ
Ἐντὸς τῆς μεγαλοπρεποῦς Βασιλικῆς της τοῦ Χριστοῦ Γεννήσεως στὴ Βηθλεὲμ ξεχωρίζει ἡ θαυματουργὸς εἰκόνα τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, τῆς ἐπονομαζόμενης Βηθλεεμίτισσας.
Ἡ ἱερὴ εἰκόνα τῆς Παναγίας Βηθλεεμίτισσας εἶναι ἡ ἐφέστιος εἰκόνα τῆς Βασιλικῆς τῆς Γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ στὴ Βηθλεὲμ καὶ βρίσκεται τοποθετημένη σὲ περίοπτο προσκυνητάριο, στὴ δεξιὰ πλευρὰ τῆς νοτίου εἰσόδου τοῦ ἁγίου Σπηλαίου τῆς Γεννήσεως.
Ἡ ἄπειρη στοργή, ποὺ ξεχειλίζει ἀπὸ τὰ μάτια τῆς εἰκόνας τῆς Παναγίας, καὶ τὸ γαλήνιο βλέμμα της, γλυκαίνουν καὶ εὐφραίνουν τὶς καρδιὲς τῶν πιστῶν.
Ἀντίστοιχα ὁ ρουχισμὸς τῆς εἰκόνας τῆς Θεοτόκου, ποὺ εἶναι καλυμμένος μὲ πολυτελῆ ὑφάσματα καὶ πολύτιμα πετράδια, προκαλοῦν ἰδιαίτερη ἐντύπωση.
Σαφῆ ἱστορικὰ στοιχεῖα γιὰ τὴν προέλευση τῆς εἰκόνας δὲν ὑπάρχουν. Εἰκάζεται ὅτι αὐτὴ προέρχεται ἀπὸ τὴ Ρωσία καὶ εἰδικότερα ἡ εὐσεβὴς παράδοση τὴ συνδέει μὲ τὴν Αὐτοκράτειρα τῶν Ρώσων Αἰκατερίνη, ἡ ὁποία ἐπισκεπτόμενη τὴν Ἁγία Γῆ καὶ τὴ Βηθλεέμ, μετὰ ἀπὸ θαῦμα ποὺ τῆς ἐπιτέλεσε ἡ Παναγία, χάρισε τὰ τσαρικὰ ἐνδύματα τῆς γιὰ νὰ ντυθεῖ μὲ αὐτὰ ἡ «Δέσποινα τοῦ Κόσμου».
Σύμφωνα μὲ τὴν παράδοση ἐπίσης παραχώρησε τὰ κοσμήματά της γιὰ νὰ τοποθετηθοῦν στὴν ἱερὴ εἰκόνα, ἐπιτάσσοντας ἀπὸ τότε οἱ τσαρίνες νὰ μὴ φοροῦν πλέον ρουμπίνια (διαμάντια κατ' ἄλλους), ἀλλὰ αὐτὸ νὰ εἶναι ἀποκλειστικὸ προνόμιο τῆς «Βασίλισσας τῶν ἀγγέλων».
Σύναξις τῆς Παναγίας τῆς Θεοσκέπαστης στὸ Ἠμεροβίγλι Σαντορίνης
Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸ γεγονός.
Σύναξις Παναγίας Αλεξιωτίσσης Πάτρας
Ὁ ἱερὸς ναὸς τῆς Παναγίας Ἀλεξιωτίσσης, ἱστορεῖται πρὶν τὸ 1713 μ.Χ.
Ὁ ἐνοριακὸς αὐτὸς ναὸς λειτουργεῖ καὶ ὡς κοιμητηριακὸς καὶ βρίσκεται στὴν ἄνω πόλη τῆς Πάτρας. Ἡ παράδοση τὸν θέλει ὡς παλαιὸ παρεκκλήσιο τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Γηροκομείου.
Τὸ ἐπωνύμιον Ἀλεξιώτισσα εἶναι ἕνα ἀπὸ τὰ ἄπειρα ὀνόματα, ποὺ ἔχουν προσδοθεῖ στὴν Μητέρα τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ καὶ ἐντάσσεται σὲ αὐτὰ ποὺ σημαίνουν ἀποτροπὴ ἀπὸ κάθε κακό.
Προέρχεται ἀπὸ τὸ παλαιὸ ρῆμα "ἀλέξω", τὸ ὁποῖο ἔχει προέλευση ἀπὸ τὴν ρίζα «ἄλεξ-» ποὺ ἔχει συνήθως τὴν ἔννοια τῆς ἀποσοβήσεως.
Ἀλεξιώτισσα λοιπόν, σημαίνει Ἀποδιώκτρια ἐπερχομένων κακῶν καὶ πιθανῶς ἐπικειμένων κινδύνων.
Ὁ λαὸς τῆς περιοχῆς ἐπικαλεῖται τὴν Παναγία γιὰ νὰ ἀποτρέψει ἐνδεχόμενα κακὰ καὶ συμφορές.
Στὸν φερώνυμο ναὸ τῆς «Παναγίας Ἀλεξιωτίσσης» ὑπάρχει παλαιὰ εἰκόνα, καλλιτεχνικῆς ἀξίας μὲ μεταγενέστερη ἀργυρᾶ ἐπένδυση.
Μὲ ἀπόφαση τοῦ πρώην Μητροπολίτου Πατρῶν μακαριστὸ Νικόδημο, καθωρίσθη ἑόρτιος πανήγυρις ἀπὸ τοῦ ἔτους 1994 μ.Χ., τὴν ἑπομένη ἡμέρα τῆς Μεγάλης ἑορτῆς τῶν Χριστουγέννων, ἡμέρα τῆς «Συνάξεως» τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου.
Ὁ ὡς ἄνω Μητροπολίτης ἐποίησε Ἀσματικὴ Ἀκολουθία, καθὼς καὶ Παρακλητικὸ Κανόνα στὴν Ὑπεραγίαν Θεοτόκον τὴν ΑΛΕΞΙΩΤΙΣΣΑΝ.
Ἐντὸς τοῦ Ἁγίου βήματος ὑπάρχει δεύτερη Ἁγία Τράπεζα ἐπ' ὀνόματι τῶν Παμμεγίστων Ταξιαρχῶν, καθὼς καὶ ἱερὰ εἰκόνα, ἀφιερωθεῖσα ἀπὸ τὸ σωματεῖο τῶν κρεοπωλῶν Πάτρας κατὰ τὸ ἔτος 1869 μ.Χ.
Ὁ ἱερὸς ναὸς πανηγυρίζει τὴν σύναξη τῶν Παμμεγίστων Ταξιαρχῶν μετὰ πάσης ἐκκλησιαστικῆς λαμπρότητος τὴν 8η Νοεμβρίου ἑκάστου ἔτους.
Ἐπίσης στὸ βόρειο-ἀνατολικὸ μέρος τοῦ περιβόλου τοῦ ἱεροῦ ναοῦ βρίσκεται παρεκκλήσιο τιμώμενο ἐπ' ὀνόματι τοῦ Ἁγίου, Τετραημέρου, Φίλου Τοῦ Χριστοῦ Λαζάρου.
Ὁ ναὸς αὐτὸς ἐγκαινιάσθηκε ἀπὸ τὸν πρώην Μητροπολίτη Νικόδημο τὴν 15η Ἰουνίου 1991 μ.Χ., καὶ πανηγυρίζει τὸ Σάββατο πρὸ τῆς Κυριακῆς τῶν Βαΐων, ἡμέρα τῆς ἐγέρσεως τοῦ Ἁγίου Λαζάρου, καθὼς καὶ τὴν 17η Ὀκτωβρίου, ἡμέρα τῆς ἀνακομιδῆς καὶ μεταθέσεως τοῦ λειψάνου του, ἀπὸ τὸ κίτιο τῆς Κύπρου στὴν Κωνσταντινούπολη.
Ἀξίζει νὰ σημειωθεῖ ὅτι τὴν περίοδο τῆς ἐπανάστασης τοῦ 1821 μ.Χ. οἱ Τοῦρκοι ἔκαψαν ζωντανὸ τὸν ἱερέα τῆς ἐκκλησίας, Παπα Γιώργη ἐνῷ πῆραν μαζί τους καὶ τρία παιδιά του.
Ἡ πρεσβυτέρα, ἡ γυναῖκα του, ἀνέλαβε νὰ βρεῖ τὰ παιδιά της σὲ ὅλη τὴν Ὀθωμανικὴ Αὐτοκρατορία. Κατόρθωσε τελικὰ νὰ βρεῖ τὸν ἕναν γιό της, τὸν Κωνσταντῖνο καὶ νὰ τὸν σώσει.
Τὸ 1972 μ.Χ. μὲ δαπάνες τῆς Ἀχαϊκῆς ἑταιρείας Πατρῶν τοποθετήθηκε μνημεῖο στὴν μνήμη του στὸν περίβολο τοῦ ναοῦ.
Σύναξις Παναγίας Λατομιτίσσης Χίου
Ὁ ἐνοριακὸς Ἱερὸς Ναὸς Παναγίας Κοιμήσεως Ὁδηγήτριας Λατομιτίσσης Χίου ἄρχισε νὰ κτίζεται τὸ 1927 μ.Χ. καὶ ἐγκαινιάσθηκε τὴν 5η Ἰουλίου 1936 μ.Χ. ἀπὸ τὸ μητροπολίτη Χίου Ἰωακεὶμ Στρουμπή.
Εἶναι ἕνας θαυμάσιος πετρόκτιστος ναός, ποὺ δεσπόζει σὲ ὅλη τὴν περιοχή του Λατομίου καὶ μὲ τὸ ἱλαρὸ φῶς του τὴ νύκτα συγκινεῖ κάθε περαστικό.
Σύμφωνα μὲ μαρτυρίες παλαιότερα στὸ χῶρο αὐτὸ ὑπῆρχε ἡ Ἱερὰ Σκήτη Λατομίου. Ὁ ναὸς εἶναι βυζαντινοῦ ρυθμοῦ, ἐνῷ ἀξίζει νὰ σημειωθεῖ ὅτι ὁ ἄμβωνας βρίσκεται πάνω ἀπὸ τὴν Ὡραία Πύλη.
Ὁ πρῶτος ποὺ βαπτίσθηκε στὸν ναὸ εἶναι ὁ Ἀντώνιος Κουκουνάρης, θεολόγος καθηγητής. Ὁ ἀδελφός του Γεώργιος Κουκουνάρης, ἡ σύζυγός του Καλλιόπη καὶ τὰ τέκνα τους ἀποτελοῦν Μεγάλους Δωρητὲς καὶ Εὐεργέτες τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ μὲ τὴν κατασκευὴ πλείστων ἔργων καὶ εἰδικὰ τὴν ἀνέγερση τοῦ περικαλλέστατου Κουκουνάρειου Πνευματικοῦ Κέντρου.
Ἡ μεγάλη σὲ ἔκταση καὶ πληθυσμὸ αὐτὴ ἐνορία τῆς Χίου περιλαμβάνει τὸ παρεκκλήσιο τοῦ Ἁγίου Νεκταρίου καθὼς καὶ τὸ ναὸ τοῦ Ἁγίου Φανουρίου, ἔχει κοιμητήριο καὶ προσφέρει δωρεὰν μαθήματα σὲ ὅλους τοὺς μαθητὲς τῆς Χίου, ἀλλὰ καὶ τοὺς μεγαλύτερους μέσῳ τοῦ Κουκουναρείου Πνευματικοῦ Κέντρου της.
Σύμφωνα μὲ μαρτυρία τοῦ ἱεροψάλτη καὶ πρώην ἐκκλησιαστικοῦ συμβούλου κ. Στ. Παντελογιάννη, ὅταν κτιζόταν ὁ ναὸς ἔγινε ἕνα θαῦμα.
Ἕνας κουβᾶς γεμᾶτος τσιμέντο ἔπεσε μὲ ὁρμὴ ἀπὸ μιὰ ψηλὴ σκαλωσιὰ καὶ σίγουρα θὰ σκότωνε τοὺς ἐργάτες ποὺ δούλευαν στὸ δάπεδο τοῦ ναοῦ.
Ἀλλὰ ἡ Παναγιά μας ἄκουσε τὴν εἰλικρινῆ φωνὴ ἑνὸς τῶν ἐργατῶν ποὺ τὴν φώναξαν νὰ τοὺς σώσει καὶ ὁ κουβᾶς ὄχι μόνο δὲν τοὺς χτύπησε, ἀλλὰ καὶ τὸ τσιμέντο ποὺ περιεῖχε δὲ χύθηκε καθόλου.
Ἔτσι ἡ Μητέρα ὅλων τῶν ἀνθρώπων προστάτεψε τὰ παιδιά της γιὰ πολλοστὴ φορὰ στὴν ἀνθρώπινη ἱστορία.
Ἑορτάζει τὴν 15η Αὐγούστου (Κοίμηση τῆς Θεοτόκου) καὶ τὴν 26η Δεκεμβρίου (Σύναξη τῆς Θεοτόκου)
Σύναξις Παναγίας Ἀντιβουνιωτίσσης Κερκύρας
Ὁ ναός, ἀφιερωμένος στὴν Ὑπεραγία Θεοτόκο Κυρὰ Ἀντιβουνιώτισσα, ἀποτελεῖ ἕνα ἀπὸ τὰ παλαιότερα καὶ πλουσιότερα ἐκκλησιαστικὰ μνημεῖα της Κέρκυρας καὶ πιθανότατα κτίστηκε στὸ τέλος τοῦ 15ου αἰῶνα μ.Χ.
Εἶναι μιὰ μονόχωρη, ξυλόστεγη βασιλικὴ ποὺ διασώζει ἄθικτη τὴν ἰδιαιτερότητα τοῦ κερκυραϊκοῦ ναοῦ τῆς ἐποχῆς, τὴν ὕπαρξη δηλαδὴ τοῦ ἐξωνάρθηκα ποὺ περιβάλλει τὸ ναὸ ἀπὸ τὶς τρεῖς πλευρές.
Ὁ ναὸς ἐσωτερικὰ εἶναι ἰδιαίτερα ὑποβλητικὸς μὲ ψηλὰ στασίδια, ζωγραφιστὴ ταπετσαρία στοὺς τοίχους καὶ οὐράνια μὲ ἐπίχρυσα ξυλόγλυπτα θέματα.
Τὸ τέμπλο εἶναι λίθινο ὅπως λίθινες εἶναι καὶ οἱ πλάκες τοῦ δαπέδου τοῦ κυρίως ναοῦ ὅπως καὶ τῶν ἐξωναρθήκων, ὅπου οἱ περισσότερες εἶναι ἐπιτάφιες μὲ ἐγχάρακτα ἢ ἀνάγλυφα ὀνόματα καὶ οἰκόσημα εὐγενῶν, μεγάλων πρωτοπαπάδων ἀλλὰ καὶ γενικότερα σημαντικῶν προσώπων της Κέρκυρας.
Ὁ ναὸς ἀποτελεῖ τὸ τελευταῖο δεῖγμα τοῦ παραδοσιακοῦ Κερκυραϊκοῦ ρυθμοῦ (Βασιλικὴ Ἑπτανησιακοῦ Τύπου) μὲ ἐξωνάρθηκα στὴ Βόρεια, τὴ Νότια καὶ Δυτικὴ πλευρά του. Οἱ τοῖχοι του εἶναι καλυμμένοι μὲ ταπετσαρία ἐνῷ τὸ πάτωμά του ἀποτελεῖται ἀπὸ ἐπιτάφιες πλάκες εὐγενῶν καὶ κληρικῶν. Τὰ παράθυρά του ἔχουν ἡμικυκλικὸ σχῆμα ἐνῷ τὸ ἐξωτερικὸ τοῦ ναοῦ χαρακτηρίζεται ἀπὸ τὴ λιτότητά του.
Ὁ ναὸς ἦταν κτητορικὸς καὶ ἀνῆκε σὲ τέσσερις οἰκογένειες. Οἱ ἀπόγονοι τῶν ἱδρυτῶν του δώρισαν τὸ 1979 μ.Χ. τὸν ναὸ στὸ ἑλληνικὸ δημόσιο μὲ τὴν προϋπόθεση νὰ μετατραπεῖ σὲ μουσεῖο.
Ἔτσι, ἀπὸ τὸ 1984 μ.Χ. καὶ μέχρι σήμερα ὁ ἐξωνάρθηκας καὶ τὸ σπίτι στὸ ὁποῖο διέμενε ὁ ἱερέας λειτουργοῦν σὰν Μουσεῖο Μεταβυζαντινῆς Τέχνης.
Στὸ Μουσεῖο φιλοξενοῦνται εἰκόνες σημαντικῶν ἁγιογράφων ἀλλὰ καὶ ἱερὰ κειμήλια τοῦ Χριστιανισμοῦ.
Σύναξις Παναγίας Νησιωτίσσης Φολέγανδρου
Τὸ κατάλευκο ἐκκλησάκι τῆς Παναγιᾶς της Νησιώτισσας βρίσκεται στὰ νότια τῆς Ἄνω Μεριᾶς στὴν Φολέγανδρο.
Ἀπὸ τὸν κεντρικὸ δρόμο ποὺ διασχίζει τὴν Ἄνω Μεριὰ στρίβουμε ἀριστερὰ 300 μέτρα μετὰ τὸν Ἅγιο Ἀνδρέα, στὸν στενὸ τσιμεντόδρομο. Ὁ δρόμος συνεχίζει γιὰ 450 μέτρα καὶ στὴν συνεχίζει σὰν χωματόδρομος γιὰ ἄλλα 450μ. Στὰ μισὰ τῆς διαδρομῆς, νότια στὸ βάθος, ξεχωρίζει τὸ φανάρι τοῦ φάρου της Ἀσπροπούντας. Ὁ δρόμος σταματᾶ πρὶν τὸ ἐκκλησάκι, ποὺ βρίσκεται μέσα σὲ περιφραγμένο κτῆμα, καὶ θὰ πρέπει νὰ προσέξουμε γιὰ νὰ βροῦμε τὴν εἴσοδο γιὰ τὸ μονοπατάκι ποὺ θὰ μᾶς ὁδηγήσει σὲ αὐτό.
Τὸ ἐκκλησάκι κτίσθηκε μὲ ἰδιωτικὴ δωρεὰ τὸ 1965 μ.Χ. ἀπὸ τὸν Γεώργιο Σταματίου Μαρινάκη. Ἀρχικὰ ὑπῆρχε ἕνα κατεστραμμένο ἐκκλησάκι μέσα στὸ χωράφι τὸ ὁποῖο ἀνοικοδομήθηκε μετὰ ἀπὸ ἕνα ὅραμα ποὺ εἶχε ὁ Γεώργιος Μαρινάκης.
Συγκεκριμένα, ἡ Παναγία του παρουσιάστηκε στὸν ὕπνο του μὲ μαῦρα ροῦχα καὶ ταλαιπωρημένη καὶ τοῦ ζήτησε νὰ τῆς φτιάξει τὸ σπίτι της.
Ἐκεῖνος τῆς ἐξέφρασε τὴν ἀπορία του γιὰ τὸ παρουσιαστικὸ καὶ τὰ ροῦχα της καὶ τότε τὸ δέρμα της ἔγινε πάλλευκο καὶ τὰ ροῦχα της χρυσᾶ.
Κατόπιν ἐπειδὴ ὁ ἴδιος ἦταν ἐργάτης σὲ ὀρυχεῖα καὶ δὲν εἶχε οἰκονομικὴ ἄνεση τῆς εἶπε πὼς εἶναι πολὺ δύσκολο νὰ κάνει αὐτὸ τὸ ἔξοδο κι ἐκείνη τοῦ ἀπάντησε: «Ἐσὺ θὰ φτιάχνεις κι ἐγὼ θὰ σὲ βοηθάω».
Τὸ ἐκκλησάκι πέραν τῆς ἑορτῆς του στὶς 8 Σεπτεμβρίου, ἀνοίγει καὶ ἑορτάζει δύο φορὲς τὸ χρόνο (δηλαδὴ γίνονται ἑσπερινοὶ) στὶς 20 Νοεμβρίου καὶ στὶς 25 Δεκεμβρίου.
Πληροφορίες ἀπό saint.gr, synaxarion.gr
& agioritikesmnimes.blogspot.com
Ἀπολυτίκιο ἀπό youtube.com/@orthodoxmusic-8948
Ἀναδημοσίευση ἀπό Ἀναβάσεις
Κουμπιά
- Αρχική
- Οπτικό Αγιολόγιο
- Ιανουάριος
- Φεβρουάριος
- Μάρτιος
- Απρίλιος
- Μάιος
- Ιούνιος
- Ιούλιος
- Αύγουστος
- Σεπτέμβριος
- Οκτώβριος
- Νοέμβριος
- Δεκέμβριος
- Πατερικά
- Γεροντικά
- Ομιλίες
- Εσταυρωμένος
- Επικοινωνία
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου