Πρὸς τὴν ὕπαιθρο
Κυριακὴ Ζ΄ Ματθαίου
«Καὶ περιῆγεν ὁ Ἰησοῦς τὰς πόλεις πάσας καὶ τὰς κώμας διδάσκων ἐν ταῖς συναγωγαῖς αὐτῶν καὶ κηρύσσων τὸ εὐαγγέλιον τῆς βασιλείας καὶ θεραπεύων πᾶσαν νόσον καὶ πᾶσαν μαλακίαν ἐν τῷ λαῷ» (Ματθ. 9, 27-35)
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος Ν. Καντιώτης
Θαυμάζουμε, ἀγαπητοί μου, τὸν Κύριο γιὰ τὴ δραστηριότητά του. Αὐτός, ποὺ δημιούργησε τὸν χρόνο, γνώριζε περισσότερο ἀπὸ κάθε ἄλλον τὴν ἀξία του. Γι᾿ αὐτό, ὅταν ἐμφανίστηκε ὡς ἄνθρωπος στὸν κόσμο, δὲν ἄφησε οὔτε δευτερόλεπτο ἀνεκμετάλλευτο. Ἔταξε τὸν ἑαυτό του στὴν ὑπηρεσία τῆς ἀνθρωπότητος.
Τὸ ὡραιότερο ῥητό, ποὺ θὰ μποροῦσε νὰ χαρακτηρίσῃ ὅλη τὴ ζωή του, εἶνε τὰ λόγια τοῦ ἀποστόλου Πέτρου «Διῆλθεν εὐεργετῶν» (Πράξ. 10,38). Διαβάστε, παρακαλῶ, τὸ 9ο κεφάλαιο τοῦ κατὰ Ματθαῖον εὐαγγελίου, γιὰ νὰ δῆτε τὰ ἔργα μιᾶς μόνο ἡμέρας τῆς ἐπιγείου ζωῆς του.
Εἶνε πρωὶ ἀκόμη. Μόλις ἔχει ἐπιστρέψει ἀπὸ τὴ χώρα τῶν Γαδαρηνῶν καί, χωρὶς νὰ δώσῃ ἀνάπαυσι στὸν ἑαυτό του, χωρὶς οὔτε ἐλάχιστα νὰ ἐπηρεασθῇ ἀπὸ τὴν ἀγενῆ συμπεριφορὰ τῶν ἀνθρώπων ἐκείνων ποὺ τὸν ἔδιωξαν ἀπὸ τὸ μέρος τους, μὲ ἀμείωτο τὸ ζῆλο συνεχίζει.
Διδάσκει στὴν πόλι τὰ πλήθη, ποὺ ἔχουν συρρεύσει σὲ κάποιο σπίτι τῆς Καπερναούμ. Θεραπεύει τὸν παράλυτο, ποὺ ἔφεραν μπροστά του. Ἐλέγχει τοὺς ἐχθρούς του μὲ τὴν ἐρώτησι «Ἵνα τί ὑμεῖς ἐνθυμεῖσθε πονηρὰ ἐν ταῖς καρδίαις ὑμῶν;» (Ματθ. 9,4).
Με τὰ ἀπὸ λίγο, περνώντας ἔξω ἀπὸ τὸ τελωνεῖο τῆς Καπερναούμ, ἀπευθύνει εἰδικὴ πρόσκλησι στὸν τελώνη Ματθαῖο, κι αὐτὸς τοῦ κάνει τὸ τραπέζι. Ἀλλὰ καὶ κατὰ τὴ διάρκεια τοῦ φαγητοῦ διδάσκει· λύνει ἀπορίες καὶ διαφωτίζει τοὺς μαθητὰς τοῦ Ἰωάννου γιὰ τὴ μοναδική του ἀποστολή.
«Ταῦτα αὐτοῦ λαλοῦντος αὐτοῖς» (ἔ.ἐ. 9,18), ἀκούγεται ἡ φωνὴ ἑνὸς δυστυχισμένου πατέρα· Ἡ κόρη μου πέθανε!…
Σηκώνεται καὶ πηγαίνει πρὸς τὸ σπίτι ποὺ εἶχαν τὸ πένθος. Στὸ δρόμο θεραπεύει τὴν αἱμορροοῦσα λέγοντας· «Θάρσει, θύγατερ· ἡ πίστις σου σέσωκέ σε» (ἔ.ἐ. 9,22).
Φτάνει στὸ σπίτι τοῦ Ἰαείρου κ᾽ ἐκεῖ κάνει μέγιστο θαῦμα· μὲ τὴν παντοδύναμη φωνή του «Ἡ παῖς, ἐγείρου» (Λουκ. 8,54) ἡ νεκρὴ ἀνασταίνεται. Ἐνῷ ὁ κόσμος μένει ἔκπληκτος, ἐκεῖνος βγαίνει ἀπ᾽ τὸ σπίτι καὶ ἐ πιστρέφει ἐκεῖ ποὺ εἶχε θεραπεύσει τὸν παράλυτο. Ὁ ἥλιος θὰ εἶχε δύσει πιά, ἀλλ᾽ αὐτός, ὁ ἄδυτος Ἥλιος, ἐξακολουθεῖ νὰ στέλνῃ εὐεργετικὲς ἀκτῖνες· δύο τυφλοὶ κ᾽ ἕνας κουφὸς δαιμονιζόμενος, γιὰ τοὺς ὁποίους λέει σήμερα τὸ εὐαγγέλιο, ἦταν οἱ τελευταῖοι ποὺ εὐεργετήθηκαν τὴ μέρα ἐκείνη. Καὶ οἱ ὄχλοι θαύμασαν· «Οὐδέποτε ἐ φάνη οὕτως ἐν τῷ Ἰσραήλ» (Ματθ. 9,33).
Αὐτὰ ἔκανε μόνο σὲ μία μέρα ὁ Χριστός. Ὦ Κύριε, ἡ δραστηριότητά σου γιὰ τὸ καλὸ εἶνε ἄφθαστη, ὑπόδειγμα γιὰ τοὺς μαθητάς σου. Βοήθησέ μας ν᾿ ἀποκτήσουμε κ᾽ ἐμεῖς λίγη ἀπ᾽ αὐτήν. Ἡ γῆ διψάει γιὰ καλωσύνη κ᾽ ἐμεῖς τὰ παιδιά σου πρέπει νὰ εἴμαστε εὐεργετικοί.
* * *
Δὲν περιώρισε ὅμως τὴν εὐεργετικὴ δρᾶσι
του ὁ Κύριος στὴν πόλι. Πέρα ἀπ᾽ τὴν Καπερναούμ ζοῦσε κι ἀναστέναζε ἕνας ἄλλος κόσμος, ὁ κόσμος τῆς ὑπαίθρου· ἔπρεπε κι αὐτοὶ
νὰ τὸν δοῦν, νὰ τὸν ἀκούσουν. Καὶ γιὰ νὰ ὑ πηρετήσῃ τὸ λαὸ αὐτόν, «περιῆγεν ὁ Ἰησοῦς τὰς
πόλεις πάσας καὶ τὰς κώμας διδάσκων ἐν ταῖς
συναγωγαῖς αὐτῶν καὶ κηρύσσων τὸ εὐαγγέλιον τῆς βασιλείας καὶ θεραπεύων πᾶσαν νόσον καὶ πᾶσαν μαλακίαν ἐν τῷ λαῷ» (ἔ.ἐ. 9,35).Πολὺ περιεκτικὸ αὐτὸ τὸ χωρίο· σὲ λίγες λέξεις περικλείει μία ἱστορία θαυμαστή. Ἂν ὁ εὐαγγελιστὴς ἔκανε λεπτομερῆ ἔκθεσι τῆς περιοδείας αὐτῆς, θὰ ἔπρεπε νὰ συγγράψῃ ἕνα τόμο μὲ ἐπιγραφὴ «Ὁ Κύριος στὴν ὕπαιθρο». Κύριο ἔργο τοῦ Κυρίου ἦταν τὸ κήρυγμα, ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, ὁ εὐαγγελισμὸς τῶν ψυχῶν. Ἀκροαταί του ἦταν βοσκοὶ καὶ γεωργοί· καὶ χωρὶς ἀμφιβολία, μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων αὐτῶν θὰ βρῆκε μεγαλύτερη προθυμία καὶ κατανόησι παρὰ στὶς πόλεις τῆς Ἰουδαίας.
Δὲν ὑπῆρχαν ἐκεῖ οἱ σφηγ κοφωλιὲς τῶν Ἰεροσολύμων, οἱ ἀρχιερεῖς, οἱ γραμματεῖς καὶ οἱ φαρισαῖοι, ποὺ ἀντιδροῦσαν στὸ ἔργο του. Οἱ χωρικοὶ δέχονταν τὴ διδασκαλία του σὰν διψασμένη γῆ· καὶ τὰ ἀνεκτίμητα λόγια του θὰ γίνονταν θέμα συζητήσεων σὲ σπίτια καὶ καλύβες.
Μὲ τί ἁπλότητα θὰ ἐκινεῖτο ἀνάμεσα σ᾽ αὐτοὺς τοὺς καταφρονημένους αὐτὸς ποὺ ταπείνωσε τὸν ἑαυτό του περισσότερο ἀπ᾽ ὅλους! Μοῦ φαίνεται πὼς τὸν βλέπω νὰ πεζοπορῇ χιλιόμετρα, ν᾽ ἀνεβαίνῃ ὑψώματα, νὰ ἐπισκέπτεται καὶ τὸ μικρότερο συνοικισμό, νὰ στήνῃ τὸ βῆμα του δίπλα στὶς πηγὲς καὶ κάτω ἀπ᾽ τὴ σκιὰ τῶν δέντρων καὶ τὴν ἠρεμία καὶ γαλήνη τῆς φύσεως νὰ διδάσκῃ.
Χείμαρροι ἔβγαιναν ἀπ᾽ τὴν καρδιά του. Ὅλοι ἀναπαύονταν στὰ λόγια του, ἀλλὰ τὰ παιδιὰ ἰδίως θά ᾽τρεχαν κοντά του· καὶ τὸ βράδυ ὅλα θὰ εἶχαν νὰ διηγηθοῦν στὸ σπίτι τους κάποιο θαῦμα του, κάτι ἀπ᾽ τὰ λόγια του ἐκεῖνα, τὰ τόσο ἁπλᾶ ἀλλὰ καὶ τόσο βαθειά.
Ἀπ᾽ τὸ πρωὶ μέχρι τὴ νύχτα, πολλὲς φορὲς κάτω ἀπ᾽ τὸ ἀμυδρὸ φῶς τῶν ἄστρων καὶ τοῦ φεγγαριοῦ, δίδασκε, παρηγοροῦσε, θαυματουργοῦσε ὁ Κύριος. Θεῖο ἄρωμα ἁπλωνόταν, εὐωδίαζαν τὰ πάντα. «Μύρον ἐκκενωθὲν ὄνομά σου» θά ᾽λεγε ὁ Σολομῶν (Ἆσμ. 1,3).
Ὦ Κύριε, ἂν ἦταν δυνατὸν νὰ περιοδεύσῃς πάλι τὴν ὕπαιθρο, ὄχι τῆς Γαλιλαίας ἀλλὰ τῆς πατρίδος μας! Πόσο κι αὐτὴ σὲ ἔχει ἀνάγκη! Ἀλλὰ ἡ φωνὴ τοῦ Κυρίου ἀπαντᾷ· Τὸ ἔργο αὐτὸ τὸ ἔχω ἀναθέσει στὴν Ἐκκλησία μου. Σ᾽ αὐτήν, στοὺς ἐργάτες της, ἔδωσα τὴν ἐντολὴ «Πορευθέντες εἰς τὸν κόσμον ἅπαντα κηρύ- ξατε τὸ εὐαγγέλιον πάσῃ τῇ κτίσει» (Μᾶρκ. 16,15).
Ναί, Κύριε· ἀλλὰ ἡ ὕπαιθρος σήμερα εἶνε ἐγκαταλελειμμένη. Προηγουμένως, ὅταν κωμοπόλεις, χωριὰ καὶ συνοικισμοὶ ζοῦσαν εἰρηνικὴ ζωή, ἐρωτῶ, γίνονταν περιοδεῖες τῶν συγχρόνων ἀποστόλων τοῦ Χριστοῦ, ἀκουγόταν ἡ φωνὴ τοῦ εὐαγγελίου;
Ἀλλοίμονο! στὰ περισσότερα χωριὰ δὲν ἔφθασε ὁ Ἰησοῦς, δὲν ἔφθασε δηλαδὴ ἀρχιερεὺς ἢ ἱεροκῆρυξ. Δὲν θέλουμε μ᾽ αὐτὸ νὰ ἐλέγξουμε καὶ νὰ καταλογίσουμε εὐθῦνες· διαπιστώνουμε ἁπλῶς μία κατάστασι, ἀπ᾽ τὴν ὁποία προῆλθαν τόσα κακά.
Ἡ ἀλήθεια ἐν προκειμένῳ εἶνε, ὅτι ἀφήσαμε τὸ λαὸ ἀδιαφώτιστο. Ὑπῆρχαν χωριὰ στὰ ὁποῖα ἐπὶ δεκαετίες εἶχε ν᾿ ἀκουστῇ κήρυγμα εὐαγγελίου. Οἱ κάτοικοι τῆς ὑπαίθρου, τὸ μεγαλύτερο καὶ ἁγνότερο τοῦτο τμῆμα τοῦ πληθυσμοῦ μας, ζοῦσαν σὲ τρομακτικὴ ἄγνοια. Αὐτὴν ἀκριβῶς τὴν ἄγνοια ἐκμεταλλεύθηκαν σκοτεινὲς δυνάμεις καὶ κινήθηκαν δραστηρίως.
Καὶ ἐκεῖ ποὺ δὲν πάτησε πόδι ἀρχιερέως καὶ ἱεροκήρυκος, ἔφθασαν κήρυκες καὶ πρόδρομοι τοῦ ἀντιχρίστου· ἔρριξαν συνθήματα, ἔσπειραν τὴ διδασκαλία τους, καὶ κλόνισαν τὶς βάσεις στὶς ὁποῖες εἶχε θεμελιώσει τὴν οἰκογενειακή του ζωὴ ὁ χωρικός.
Ἔτσι ὁ ἑωσφόρος μὲ τὰ ὄργανά του περιώδευσε πολὺ τὴν ὕπαιθρο· καὶ ἐφαρμόστηκε καὶ σ᾽ ἐμᾶς ἡ παραβολὴ τοῦ Κυρίου, κατὰ τὴν ὁποία «ἐν τῷ καθεύδειν τοὺς ἀνθρώπους ἦλθεν αὐτοῦ ὁ ἐχθρὸς καὶ ἔσπειρε ζιζάνια ἀνὰ μέσον τοῦ σίτου καὶ ἀπῆλθεν. Ὅτε δὲ ἐβλάστησεν ὁ χόρτος καὶ καρπὸν ἐποίησε, τότε ἐφάνη καὶ τὰ ζιζάνια» (Ματθ. 13, 25-26).
* * *
Καὶ ὅμως τὸ κακὸ μποροῦσε νὰ προληφθῇ.
Ὁ Λέων Μελᾶς (1812-1879), θεῖος τοῦ Παύλου
Μελᾶ, ἑρμηνεύοντας τὸ ῥητὸ τῆς σημερινῆς ὁμιλίας μας, ἔγραφε· «Ἀπὸ τὸ θεῖο αὐτὸ παράδειγμα τοῦ Σωτῆρος μας ἂς μάθουμε, ὅτι ὀφείλουμε κ᾽ ἐμεῖς ὄχι μόνο στὶς πόλεις, ἀλλὰ καὶ
σὲ κωμοπόλεις καὶ στὰ χωριὰ νὰ περιθάλπουμε
τοὺς πάσχοντας καὶ νὰ διδάσκουμε καὶ νὰ διδασκώμαστε ὅλοι τὸ ἱερὸ Εὐαγγέλιο, ὥστε τὰ
θεῖα καὶ σωτήρια παραγγέλματά του νὰ γίνουν
κοινὸ κτῆμα ὅλων· διότι τότε μόνο ἡ πατρίδα
μας θὰ ζήσῃ ἡμέρες εὐτυχίας καὶ εὐημερίας».Ἀείμνηστε Μελᾶ! Ἂν σ᾽ ἀκούγαμε, ἂν οἱ ἁρμόδιοι εἶχαν κατανοήσει τὴν ἀνάγκη αὐτὴ καὶ εἶχαν προνοήσει νὰ καταρτίσουν ἐργάτες ἱκανοὺς νὰ μεταφέρουν τὸ φῶς τοῦ Εὐαγγελίου μέχρι τὸ τελευταῖο χωριό, διαφορετικὴ θὰ ἦταν σήμερα ἡ κατάστασι.
Ὁ λαός μας θὰ εἶχε στερεωθῆ στὴν πίστι, δὲν θὰ ἦταν πρόχειρο θήραμα διαφόρων προπαγανδιστῶν, ποὺ περιέρχον ται «τὴν θάλασσαν καὶ τὴν ξηρὰν ποιῆσαι ἕνα προσήλυτον, καὶ ὅταν γένηται, ποιοῦσιν αὐτὸν υἱὸν γεέννης διπλότερον αὐτῶν» (Ματθ. 23,15).
Τὸ φῶς τοῦ Χριστοῦ θὰ ἔλαμπε καὶ τὰ νυκτόβια ὄρνεα θά ᾽φευγαν μακριά. Ἀλλ᾿ ὅ,τι δὲν κάναμε στὸ παρελθόν, ἂς τὸ κάνουμε τώρα. Τὸ Εὐαγγέλιο νὰ μπῇ παντοῦ, ὁ Ἰησοῦς νὰ κηρυχθῇ σὲ κάθε καρδιά.
Νὰ γίνῃ πλούσια χριστιανικὴ διαφώτισι κατὰ τὸ παράδειγμα τοῦ Θεανθρώπου· αὐτὴ θὰ σώσῃ τὴν πατρίδα.
Νὰ ὀργανωθῇ ἐσωτερικὴ ἱεραποστολή, ποὺ θὰ ἐπιστρατεύσῃ νέους καὶ νέες καὶ παιδιὰ κάτω ἀπὸ τὸ σταυρὸ τοῦ Κυρίου. Καὶ τότε τὰ δαιμόνια ποὺ ἀφρίζουν καὶ ταράζουν τὴ ζωή μας θὰ ἐκβληθοῦν καὶ ἡ βασιλεία τοῦ Χριστοῦ θὰ ἐπικρατήσῃ καὶ ἡ Ἑλλάδα μας κατὰ τὸ ὅραμα τοῦ ἀειμνήστου Μελᾶ θὰ δῇ πράγματι ἡμέρες εὐτυχίας καὶ εὐημερίας.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
῾Ραδιοφωνικὴ ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε ἀπὸ τὸν Σταθμὸ Λαρίσσης τὸ 1949 στὴν καθαρεύουσα. Μεταγλώττισις καὶ σύντμησις 23-7-2013.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου