Η της Δευτέρας Παρουσίας (Ματθ. 25:31-46)
Μία από τις πιο βασικές διδασκαλίες της Ορθοδόξου Χριστιανικής μας Πίστης είναι η περί της ενδόξου και φοβεράς Δευτέρας Παρουσίας του Υιού του Θεού και της υπ’ Αυτού Κρίσεως όλων των ανθρώπων.
Ο Κύριος μας Ιησούς Χριστός, ο Υιός και Λόγος του Θεού, ήρθε στον κόσμο την πρώτη φορά ως ταπεινός άνθρωπος. Τότε, γεννήθηκε εκ Πνεύματος Αγίου και Μαρίας της Παρθένου και ενηνθρώπησε για να κηρύξει μετάνοια στο λαό και να προσφέρει τον Εαυτό του θυσία υπέρ της του κόσμου σωτηρίας.
Κατά την Δευτέρα Παρουσία Του θα έρθει όχι ταπεινά, αλλά ως Θεός Παντοδύναμος, ένδοξος και συνοδευόμενος με όλα τα αγγελικά τάγματα και τις στρατιές του ουρανού για να κρίνει τα έργα των ανθρώπων.
Θα χωρίσει τους ανθρώπους και τους μεν δικαίους θα τους στήσει στα δεξιά Του, τους δε αμαρτωλούς θα στήσει στα αριστερά Του, όπως ακριβώς χωρίζει ο βοσκός τα πρόβατα από τα κατσίκια.
Τότε, θα επακολουθήσει η δικαία και φοβερά κρίση, για να αποδώσει στον καθένα σύμφωνα με τα έργα του. Το μέτρο της κρίσεως είναι η αγάπη προς τους ανθρώπους προς τους πτωχούς και πεινασμένους, τους ασθενείς και αδύναμους, τους άσημους και καταφρονημένους. Αυτούς, που οι άνθρωποι κρίνουν και χαρακτηρίζουν τις περισσότερες φορές ως «ελαχίστους».
Ο Χριστός όμως τους πτωχούς τους θεωρεί αδελφούς Του, διότι «ουκ επαισχύνεται αδελφούς αυτούς καλείν» (Εβρ. 2:11) και θεωρεί την ευεργεσία προς αυτούς ως προς τον ίδιον αναφερομένη. Γι’ αυτό λέγει στους δικαίους: «Εφ’ όσον εποιήσατε ενί τούτων των αδελφών μου των ελαχίστων, εμοί εποιήσατε» (Ματθ. 25:40).
Ο Κύριος δεν παραγνωρίζει τις άλλες αρετές και τα κατορθώματα των δικαίων, αλλά αναφέρει την αγάπη και φιλανθρωπία, διότι, όπου υπάρχει, όπου καλλιεργείται και με καλά έργα εκδηλώνεται, εκεί υπάρχουν παράλληλα και οι άλλες αρετές. Ο Απόστολος Παύλος ονόμασε την αγάπη «πλήρωμα νόμου» (Ρωμ. 13:10), διότι όπου επικρατεί, φυγαδεύονται όλες οι κακίες, η αδικία, το ψέμα, η συκοφαντία, η μνησικακία, ο εγωϊσμός. Όπου βασιλεύει η αγάπη, εκεί υπάρχουν όλες οι αρετές, η ταπεινοφροσύνη, η δικαιοσύνη, η πραότητα, η μακροθυμία, η σεμνότητα, η αυταπάρνηση και η αυτοθυσία.
Η αγάπη είναι το πιο λαμπρό χαρακτηριστικό γνώρισμα των αληθινών Ορθοδόξων Χριστιανών. «Εν τούτω γνώσονται πάντες, ότι εμοί μαθηταί εστε, εάν αγάπην έχητε εν αλλήλοις» (Ιωάν. 13:35). Η αγάπη είναι η ευγενεστέρα εκδήλωση του αληθινού Χριστιανού. Είναι ο ιερότερος σύνδεσμος του ανθρώπου προς τον άνθρωπο και των ανθρώπων προς τον Θεό. Μ’ αυτήν προχωρεί και φθάνει ο άνθρωπος στο «καθ’ ομοίωσιν» του Θεού (Γεν. 1:26). Γίνεται όμοιος με τον Θεό της αγάπης, διότι «ο Θεός αγάπη εστί και ο μένων εν τη αγάπη εν τω Θεώ μένει και ο Θεός εν αυτώ» (1 Ιωάν. 4:16).
Ο ουρανός είναι γεμάτος από την αγάπη του Θεού. Αυτή δίδει στον πνευματικό κόσμο την αρμονία, την χαρά και την ουράνια δόξα. Όσο περισσότερο επεκτείνεται η χριστιανική πίστη στη γη και πλημμυρίζει τις καρδιές των ανθρώπων, τόσο περισσότερο απλώνεται και η ειλικρινής αγάπη και η γη γίνεται ένα κομμάτι του ουρανού.
Ο Θεός είναι το απειροτέλειο παράδειγμα της αγάπης, την οποία εκδήλωσε προς τους ανθρώπους, αφού έστειλε τον Μονογενή Αυτού Υιό, τον Κύριο μας Ιησού Χριστό, τον οποίον παρέδωσε σε σταυρικό θάνατο, ως εξιλαστήριο θυσία υπακοής, την οποία πρόσφερε για την σωτηρία όλων των ανθρώπων. Γι’ αυτό και ο Απόστολος και Ευαγγελιστής Ιωάννης παρακινεί όλους να κάμνουν έργα αγάπης και λέγει: «Αγαπητοί, ει ούτως ο Θεός ηγάπησεν ημάς, και ημείς οφείλομεν αλλήλους αγαπάν» (1 Ιωάν. 4:11).
Αυτή η αγάπη για να είναι ειλικρινής και πλήρης, όπως αρμόζει και θέλει ο Άγιος Θεός, πρέπει να συνοδεύεται και να εκδηλώνεται με έργα αγάπης, καλοσύνης, ευσπλαγχνίας και φιλανθρωπίας. Η αδιαφορία προς τα καλά έργα μαρτυρεί έλλειψη αγάπης. Γι’ αυτό και ο Ευαγγελιστής Ιωάννης γράφει, να μη περιορίζομε την αγάπη μας στα άδεια λόγια, αλλά να την επικυρώνομε με τα καλά έργα. Διότι, «ος αν έχη τον βίον του κόσμου και θεωρεί τον αδελφόν αυτού χρείαν έχοντα και κλείση τα σπλάγχνα αυτού απ’ αυτού, πώς η αγάπη του Θεού μένει εν αυτώ»; Και προσθέτει: «Τεκνία μου, μη αγαπώμεν λόγω, μηδέ τη γλώσση, αλλ’ εν έργω και αληθεία» (1 Ιωάν. 3:17, 18).
Η χριστιανική πίστη και αγάπη δεν νοείται μόνον με λόγια συμπαθείας και να μη συνοδεύεται με τα καλά και άγια έργα. Ο Απόστολος Ιάκωβος ο Αδελφόθεος κηρύττει λέγοντας: «Εάν αδελφός ή αδελφή γυμνοί υπάρχωσι και λειπόμενοι ώσι της εφημέρου τροφής, είπη δε τις εξ υμών υπάγετε εν ειρήνη, θερμαίνεσθε και χορτάζεσθε, μη δώτε δε αυτοίς τα επιτήδεια του σώματος, τι το όφελος;» (Ιακ. 2:15, 16). Επομένως οι Χριστιανοί των καλών μόνον λόγων, δεν θα αξιωθούν να σταθούν εκ δεξιών του Σωτήρος Χριστού κατά την μεγάλη εκείνη ημέρα της Κρίσεως.
Υπάρχουν πολλοί Χριστιανοί, οι οποίοι ισχυρίζονται, ότι εάν ήσαν πλούσιοι θα έκαμναν μεγάλα και πολλά καλά έργα. Όμως, αγαπητά μου παιδιά, τα καλά έργα δεν είναι καθήκον μόνον των πλουσίων. Είναι για όλους, ακόμη και για τον πιο πτωχό. Και, εάν κανείς δεν μπορεί να κάμει μεγάλα έργα, ας κάμει μικρά εάν δεν μπορεί να προσφέρει πολλά, ας προσφέρει λίγα. Σημασία έχει να δίδουμε με αγάπη απ’ αυτά που έχομε και ο Άγιος Θεός θα κρίνει και θα εκτιμήσει και θα βραβεύσει τα έργα των ανθρώπων. Δεν έχεις χρήματα και ρούχα να δώσεις; Να επισκέπτεσαι τα Νοσοκομεία και τους ασθενείς και αδυνάτους. Δεν έχεις αρκετά τρόφιμα, μπορείς να προσφέρεις με προθυμία ένα ποτήρι νερό στο διψασμένο συνάνθρωπό σου. Διότι, και αυτό το ένα ποτήρι με το δροσερό νερό θα βραβευθεί από τον Κύριο. «Εδίψησα, και εποτίσατέ με» (Ματθ. 25:35).
Οι ευκαιρίες για να πράξουμε καλά έργα είναι καθημερινές. Ο Χριστός με το γενναιόδωρο χέρι Του μας παρέχει πλούσια τα αγαθά Του και με το χέρι του πτωχού ζητά από εμάς να προσφέρουμε κάτι απ’ αυτά που Εκείνος μας χάρισε. Η αιώνια ζωή, το να κληρονομήσουμε την Βασιλεία των Ουρανών εξαρτάται από την ορθή Χριστιανική μας Πίστη, η οποία εκφράζεται με τα καλά έργα. Διότι, πίστη χωρίς έργα είναι νεκρά και έργα χωρίς ορθή πίστη είναι ανώφελος.
Η σημερινή ευαγγελική περικοπή δεν πρέπει να φεύγει από την σκέψη μας. Καθημερινά οφείλομε να την ανακαλούμε και να αναλογιζόμεθα την φοβερά Ημέρα της Κρίσεως κατά την οποία εύχομαι όλοι να μπορέσουμε να σταθούμε με καλή απολογία. Αμήν.
Meat-fare Sunday
OR THE SECOND COMING
(Matthew 25:3l-46)
By
His Eminence
Metropolitan Panteleimon of
Antinoes
The fathers of the Church, guided by the Holy Spirit, consecrated the Triodion as a time of preparation for the fast of Great Lent, which in turn is to be a time of preparation for the feast of our Lord's Resurrection.
With this in mind, the Church teaches us on the first Sunday οf Triodion that, if we are humbled, God welcomes us into His Presence, whereas, if we are proud He turns His Face away from us. On the second Sunday the Church gives us an example of repentance in the Parable of the Prodigal Son. Today, the Gospel reminds us that we are responsible for our acts and that one day we will have to account to God for them and furthermore, will be rewarded or punished accordingly.
In today's Gospel our Lord refers to three things. His Second Coming, the Resurrection of the Dead, and the Last Judgement.
When our Lord lived on earth amongst us He chose a position of great lowliness. He was subjected to hardship and poverty. Many of His fellow men despised and hated Him to such an extent, that they eventually brought about His death on the Cross. But, although our Lord died on the Cross, Hell was not able to hold Him. On the third day He rose from the dead, overcoming Death by His Death, and giving new Life to the world.
At His Second Coming, however, things will be quite different. Surrounded by His Angelic Hosts, He will come in glory, seated on His Throne of Judgement. All the nations and people will be gathered before Him and no man, on that day, will be able to hide from the Face of God. "And He will separate them one from another as a shepherd separates the sheep from the goats, and He will place the sheep at His right hand, but the goats at the left" (Matt. 25:32-33).
It is of the utmost importance to know that God created the Κingdom of Heaven before He created the world (Matt. 25:34). When He created man, He did so with the intention that he should enjoy all the fruits of the creation and participate in the glory of the Κingdom of Heaven. God wanted man to be a small ‘god’, just as He said "it is written that Ι said, you are gods" (John l0:34). But man, through disobedience, destroyed God’s plan and found himself exiled away from God. In his state of sin, he gradually moved further and further away from God. Man is responsible for all his actions, every one of them, be they good or bad. Animals are not responsible for their actions. Man, because he was created in the "image and likeness" of God (Gen. l:26), has not only freedom to choose what he will do, but also bears full responsibility for the outcome of his actions. It is exactly this freedom and responsibility that distinguishes man from the animals.
Concerning His Second Coming, our Lord teaches us that it will be so awesome and terrible that even the Aηgels will tremble with terror. Before His universal court, all men's consciences will be exposed, like so many open books (DanieI7:9-ll). Each one will be examined and judged according to his good and bad deeds. Good deeds are those that give glory to God and which are motivated by love for Him and for our fellow men. Bad deeds are those motivated by pride and self-love. They lead away from God and estrange us from our fellow men.
If we look carefully at today's Gospel, we shall notice that our Lord in describing the examination and judgement of those brought before Him, does not mention obvious mortal sins, like e.g. murder, theft or adulatory, but rather concentrates on the lack of compassion and mercy for fellow men. This is because one may lead an apparently virtuous life, not murdering, not stealing nor worshipping false gods, etc., but, if one lacks charity, one is nothing in the eyes of God. Let us remember what St Paul teaches us in l Corinthians, "if I speak in the tongues of men and of angels, but have not love, Ι am a noisy gong or a clanging cymbal. And if I have prophetic powers, and understand all mysteries and all knowledge, and if Ι have all faith, so as to remove mountains, but have not love, Ι am nothing. If Ι give away all Ι have, and if Ι deliver my body to be burned, but have not love, Ι gain nothing. Love is patient and kind; love is not jealous or boastful; it is not arrogant or rude. Love does not insist on its own way; it is not irritable or resentful; it does not rejoice at wrong, but rejoices in the right. Love bears all things, believes all things, hopes all things, endures all things. Love never ends" (I Corinth. l3:l-8).
Sin, whatever form it takes or whatever quality it has, is that which goes against the Essence of God and which destroys His likeness in man. For this reason sin, by its very nature, is condemned. Any man who sins and does not show repentance and does not confesses is ensuring condemnation for himself on the Day of Judgement. Our Lord emphasises especially the condemnation of those who failed to show love for their fellow men. But at the same time He emphasises the reward of those who, were compassionate.
Sinners find themselves condemned to eternal punishment. In today's Gospel we see that Hell was not in the first place created for the punishment of mankind. It was created for Satan and thus condemns himself to eternal punishment. The just on the other hand will enjoy the Κingdom of Heaven. They will be saved because of their faith in and love for Christ, which they made manifest in their acts of mercy and compassion towards their fellow men. Α good Christian loves Christ through his fellow men. Christ comes to us in the form of the poor, the sick, the orphans, the captives and it is up to us whether we receive Him or not.
In short we could say that today's Gospel teaches us three truths. First, that after the Last Judgement there will be two real spiritual conditions, namely eternal life and everlasting death. Secondly, that God created the Κingdom of Heaven for man, which was prepared from the foundation of the world. Hell was created only for Satan and his angels. Sinners, of necessity, go to hell because they do not do the Will of God, but that of Satan. Thirdly, that our Salvation depends on our faith in Christ and our love towards our fellow men.
As long as we are alive, we have the opportunity to repent and to work out our salvation. The moment we die, though, judgement takes place, and our condition, either joyful or sorrowful, is set for ever. St Paul teaches us "and just as it is appointed for men to die once, and after that comes judgement" (Hebr. 9:27).
Ι pray that we may all have as our aim the love of Christ and our fellow men, and that with hope and trust in the mercy of God, we may come to enjoy the Κingdom of Heaven that was prepared for us from the beginning. Amen.
ΑΠΟ ΤΗΝ ΔΕΥΤΕΡΑ ΣΤΑΜΑΤΟΥΜΕ ΤΗΝ ΚΡΕΟΦΑΓΙΑ
FROM MONDAY WE STOP EATING MEAT
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου