Τετάρτη 8 Ιανουαρίου 2014

Αγάπη Θεού. Αρχιμ. Ιωήλ Κωνστάνταρος

Αρχ. Ιωήλ Κωνστάνταρος, Ιεροκήρυξ Ι. Μ. Δρ. Πωγ. & Κονίτσης

Τι μπορεί να πει κανείς περί της αγάπης του Θεού!
Πώς να κινήσει την πήλινη γλώσσα του και να σύρει την γραφίδα του;
Θα ήταν ίσως προτιμότερο ν' αρχίζει να βιώνει την αγάπη του Τριαδικού Θεού μέσα στο μυστήριο της αγίας Σιωπής. Όμως, αυτή η αγάπη, κάνει τον άνθρωπο να βγαίνει από τα όριά του, και το λιγότερο που έχει να κάνει είναι να διαλαλεί στα πέρατα της οικουμένης αυτή την Θεϊκή αγάπη «ην ηγάπησεν ημάς ο Θεός» (Εφεσ. Β' 4).
Ας έχει λοιπόν δόξα ο Πατήρ, ο μονογενής του Υιός και το Πανάγιον Πνεύμα, το «εκ του Πατρός εκπορευόμενον», που δεν μας άφησε μέσα στον ζόφο της άγνοιας και δεν παραμένουμε στην υπαρξιακή δίψα της αγάπης. Ας έχει λοιπόν δόξα, διότι μας αποκάλυψε ότι πάνω απ' όλα ο Θεός «αγάπη εστί»! (Α' Ιωάν. Δ' 16).
Βεβαίως, όπως όλοι γνωρίζουμε, ο Θεός είναι άπειρος. Δηλ. η ουσία του Θεού είναι άπειρη και ακατάληπτη, και ουδέποτε κτιστό ον κατόρθωσε ή θα κατορθώσει στο μέλλον να την εννοήσει.

Είναι «τη ουσία αναφής», όπως δογματικώς καταγράφει ο Ιερός υμνογράφος, και όπως πολύ χαρακτηριστικά τονίζει ο «λευκός κύκνος» της Εκκλησίας μας, ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος «Θεόν φράσαι μεν αδύνατον, νοήσαι δεν αδυνατώτερον».
Αν όμως η ουσία της Αγίας Τριάδος είναι «απρόσιτος και ακατάληπτος», ο ίδιος τώρα ο Θεός, συγκαταβαίνει και μας αποκαλύπτει τις ιδιότητές Του. Και οι ιδιότητές Του αυτές, σε ουδεμία των περιπτώσεων είναι εφεύρεση ή αποκάλυψη της ανθρώπινης διάνοιας.
Αποτελούν αποκαλύψεις Θεού. Είναι ουράνιες αλήθειες, που έχουν φανερωθεί σ' εμάς από τον ίδιο τον Θεό. Και αυτά τα γνωρίζουμε τόσο από την Αγία Γραφή, όσο και από τις εμπειρίες των φωτισμένων και κυρίως θεουμένων αγίων μας.
Οπωσδήποτε, οι ιδιότητες του Θεού είναι πολλές, όπως μελετούμε στον θεόπνευστο λόγο της Γραφής. Η κορυφή όμως όλων αυτών είναι η «αγάπη».
Στην «έκρηξη» λοιπόν αυτής της αγάπης Του, ο Τριαδικός Θεός δημιουργεί τα πάντα «εκ του μη όντος», από το τίποτε, από το μηδέν. Και φθάνει μέσα από την θεία οικονομία του να μας ανεβάσει έως τον ουρανό. Να μας εξαγιάζει και να μας Χριστοποιεί. Να μας χαρίζει δηλ. αυτό για το οποίο και μας έπλασε. «Έως τον ουρανόν ανήγαγες ημάς», αναφέρει πολύ χαρακτηριστικά στην λειτουργική «μυστική ευχή» ο Ιερός Χρυσόστομος.
Άραγε, υπάρχει άνθρωπος, έστω και αυτός που βρίσκεται στο έσχατο σκαλοπάτι της πτώσεως, η πλέον αμαυρωμένη εικόνα του Θεού θα λέγαμε, που να αποστρέφεται την αγάπη;
Αδύνατον. Φύσει αδύνατον. Και αυτό, διότι η κορωνίδα των δημιουργημάτων, ο θεότευκτος άνθρωπος, δεν ζει, παρά εν αγάπη και δια της αγάπης. Αυτή είναι η πραγματικότητα, έστω κι αν τούτο σε κάποιες των περιπτώσεων δεν συνειδητοποιείται από το ίδιο το δημιούργημα.
Γι' αυτόν ακριβώς τον λόγο, ο «μαθητής της αγάπης», ο 'Αγιος Ιωάννης ο Θεολόγος, λαμβάνει ανάμεσα απ' όλες τις Θεϊκές ιδιότητες που γίνονται γνωστές τους ανθρώπους, την κορυφή της αγάπης. Αυτό δηλ. που συγκινεί περισσότερο απ' όλα τ' άλλα την ανθρώπινη καρδιά και που εκδηλώνεται πλούσια και αφάνταστα ενεργητικά σε όλη την ορατή και αόρατη δημιουργία, και που το αποτυπώνει ως λόγο Θεού στην γεροντική του ηλικία. Ότι δηλ. «ο Θεός αγάπη εστί».
Ναι, πολλά είναι τα γνωρίσματα του Θεού. Και το κυριότερο, όπως ήδη τονίσαμε, και εξαιρετικώς χαρακτηριστικό, είναι η αγάπη η οποία εκφαίνεται στην εικόνα του Θεού, αλλά και στην όλη κτίση. Είναι πράγματι καταπληκτική η μοναδική στοργή, η θεία αγαθότητα και αυτή η ανέκφραστη ουράνια καλοσύνη.
Αλλά δεν είναι μονάχα οΕευαγγελιστής Ιωάννης «ον ο Κύριος ηγάπα» που κάνει ειδικές αναφορές περί της αγάπης του Θεού, τόσο στο Ιερό Ευαγγέλιο, όσο και στις καθολικές του επιστολές, και ο οποίος και πάλι θα μας διδάξει στη συνέχεια από το ξεχείλισμα της θεόπνευστης αγάπης του. Είναι και ολόκληρη η Βίβλος. Τόσο η Παλαιά, όσο και η Καινή ιδίως, που κάνει λόγο και αναφέρει γεγονότα που μαρτυρούν το δώρο αυτό της άπειρης του Θεού αγάπης.
Από τον Προφητάνακτα μαθαίνουμε : «Χρηστός Κύριος τοις σύμπασι, και οι οικτιρμοί αυτού επί πάντα τα έργα αυτού» (Ψαλμ. ΡΜΔ' 9). Αυτός παρέχει την τροφή και την ζωή και προστατεύει κάθε τι που ζει και κινείται επάνω στη γη. « Ανοίγεις συ την χείρα σου και εμπιπλάς παν ζώον ευδοκίας» (Ψαλμ. ΡΜΔ' 16). Ανοίγει δηλ. το χέρι του και γεμίζει με δώρα της αγάπης του Του κάθε δημιούργημά Του. Και σε πολλά άλλα βεβαίως σημεία οι ψαλμοί, όπως μελετούν οι πιστοί, εκφράζουν αυτή την αγάπη του Θεού. Ο συγκεκριμένος όμως ψαλμός, έχει κάτι το ιδιαίτερο. Ναι, από την αρχαία ακόμα Εκκλησία, οι πιστοί τον συνέδεαν με την θεία Κοινωνία, η οποία αποτελεί την κορυφή των κορυφών της Θεϊκής αγάπης.
Σε όλη λοιπόν την αισθητή και υλική δημιουργία, αλλά και σε αυτή την άυλη και νοερά, στα φωτεινά τάγματα του ουράνιου και Αγγελικού κόσμου, αποτυπώνεται εναργώς η αγάπη του Θεού, αλλά ασύγκριτα περισσότερο, ο Πατήρ δι' Υιού, εν Αγίω Πνεύματι, εκδηλώνει και αποτυπώνει την αγάπη του προς τον άνθρωπο. Τον αγαπά δε τον άνθρωπο ο Δημιουργός του σε τέτοιο και τόσο ανέκφραστο βαθμό, ώστε όχι μόνο τον δημιουργεί ο ίδιος εξ' αρχής, με ιδιαίτερη δημιουργική ενέργεια, κατά τον λόγο των Πατέρων, αλλά Αυτός ο ίδιος ο Θεός είναι το πρότυπο του ανθρώπου.
Είναι αφάνταστα συγκλονιστικό το γεγονός. Ο Θεός δημιούργησε τον άνθρωπο «κάτ' εικόνα του». Σύμφωνα τώρα με την Αγία Γραφή και τους Αγίους της Εκκλησίας μας, «εικόνα του Θεού» είναι ο Υιός του Θεού. Το δεύτερο πρόσωπο της Αγίας Τριάδος!
Αυτό σημαίνει ότι ο Υιός του Θεού, ως Θεάνθρωπος, είναι το προαιώνιο πρότυπο (αρχέτυπο-μοντέλο) του ανθρώπου (Γεν. Α' 27).
Στη συνέχεια, ο Θεός, έθεσε ως σκοπό του ανθρώπου να γίνει όμοιος (να μοιάσει) με την «εικόνα» Του. Με τον Θεάνθρωπο, να πετύχει, με άλλα λόγια, το «καθ' ομοίωσιν» (Γεν. Α' 26).
Όπως δηλ. ο Θεάνθρωπος είναι «κατά φύσιν» υιός του Θεού, έτσι και ο άνθρωπος να ομοιάσει με τον Θεάνθρωπο, ώστε να γίνει «κατά χάριν» υιός Θεού!
Και φυσικά, όλα αυτά μέσα στο υπερευλογημένο σχέδιο και στην Θεϊκή ατμόσφαιρά της Τριαδικής αγάπης προς τον άνθρωπο, και αντιστρόφως της ανθρωπίνης ελεύθερης και απόλυτης υπακοής προς τον Θεάνθρωπο.
Το δε επίσης συγκινητικό, που όσο ο πιστός το συνειδητοποιεί, μεθά από την αγάπη του Θεού, είναι τούτο: ότι ο κάθε ένας από εμάς, ο κάθε άνθρωπος, από του Αδάμ και της Εύας έως και αυτής της συντελείας των αιώνων, υπήρχαμε. Ναι, υπήρχαμε στο κέντρο της αγάπης του Θεού!
Υπήρχαμε προαιώνια! Πριν δηλ. δημιουργηθεί και πριν υπάρξει ο κόσμος που αισθανόμαστε, αλλά και αυτός που δεν βλέπουμε, πριν ακόμα συλληφθούμε και έλθουμε στην ύπαρξη!
Μέσα στο σχέδιο της Αγάπης του ο Θεός, γνωρίζει στο συνεχές παρόν της Τριαδικής του παρουσίας, ποία χιλιετία, ποίον αιώνα, ποίο έτος, τη συγκεκριμένη ημέρα αλλά και αυτή τη στιγμή που θα εισέλθουμε στις διαστάσεις του χώρου και του χρόνου, μέσω των ευλογημένων γονέων μας.
Και τούτο τώρα είναι το συγκλονιστικό που, εάν ο άνθρωπος δεν προσέξει και επιλέξει την κακή χρήση της ελευθερία του, μπορεί να πάθει και να υποστεί. Να αρνηθεί το προαιώνιο σχέδιο αυτής της Θεϊκής αγάπης για τη σωτηρία του και τελικώς να αστοχήσει, να αποτύχει και να χαθεί, αλλοίμονο, αιωνίως.
Πόσο επιγραμματικά, μα και συνάμμα δραματικά ο Ιερός Αυγουστίνος, περιγράφει αυτήν την πραγματικότητα. Την πραγματικότητα της συνυπάρξεως αγάπης και ελευθερίας. Λέει λοιπόν: «εκείνος που σε έπλασε δίχως να σε ρωτήσει, δεν μπορεί να σε σώσει εάν εσύ ο ίδιος δεν του το επιτρέψεις»!
Όντως, κανένας πατέρας δεν αγάπησε, ούτε είναι δυνατόν να αγαπήσει με τόση στοργή το τέκνο του, με όση αγαπά ο Θεός τον κάθε άνθρωπο.
Είναι ανέκφραστη αυτή η αγάπη. Γι' αυτό και πάλι ο θεολόγος μαθητής, με τον δυναμικό του λόγο, θα καταθέσει στα βαπτισμένα τέκνα της εκκλησίας, που ήδη γεύονται την άκτιστη χάρη του θεού: «Ούτω γαρ ηγάπησεν ο Θεός τον κόσμον, ώστε τον Υιόν Αυτού τον μονογενή έδωκεν, ίνα πας ο πιστεύων εις αυτόν μη απώληται, αλλ' έχει ζωήν αιώνιον» (Ιωάν. Γ' 16).
Μάλιστα! Έτσι αγάπησε ο Θεός των κόσμο, ώστε τον Υιό Του τον Μονογενή πρόσφερε για θυσία, ώστε να μη χαθεί σε αιώνιο θάνατο, κάθε άνθρωπος που πιστεύει σ' αυτόν, αλλά να έχει ζωή αιώνια!
Αυτά καταγράφει ο παρθένος και αγαπημένος μαθητής και δεν θα ήταν υπερβολή φίλοι μου εάν υποστηρίξουμε, ότι σ' αυτόν και μόνο το στίχο του Ιερού Ευαγγελίου, συνοψίζεται ολόκληρη η θεία οικονομία. Ολόκληρο το κεφάλαιο της Σωτηριολογίας και πως αποτυπώνεται «εκτός ορίων» η αγάπη του Θεού.
Οπωσδήποτε ο Θεός έδειξε αυτή την αγάπη του με πολλούς και διαφόρους τρόπους, αλλ' ασυγκρίτως τρανότερα έδειξε την αγάπη του με την προσφορά του μονογενούς Του Υιού .
Ο Υιός είναι η χαρά και η αγαλλίασις του Θεού Πατρός (Παρ. Η' 30). Ο Χριστός είναι «ο Υιός της αγάπης» (Κολ. Α' 13), είναι «ο ηγαπημένος» (Εφεσ. Α' 6) και «ο Υιός ο αγαπητός» του Θεού Πατρός (Ματθ. Γ' 17), όπως μας διδάσκει η Αγία Γραφή. Και όμως, αυτόν τον αγαπημένο του Υιόν, το μονάκριβο παιδί Του, τον κατά φύσιν Υιόν Του, τη χαρά και αγαλλίασή Του, ο Θεός Πατέρας, την πρόσφερε, για εμάς. Τα άτακτα πλην όμως αγαπημένα Του παιδιά. Τον έδωσε δε και τον πρόσφερε κατά τον πλέον ασύλληπτο και οδυνηρό τρόπο. «Ος γε του ιδίου Υιού ουκ εφείσατο, αλλ' υπέρ ημών πάντων παρέδωκεν αυτόν» (Ρωμ. Η' 32), θα κυρήξει γεμάτος δέος ο Απόστολος των Εθνών. Ο Θεός λοιπόν, μας αγαπά προαιωνίως τόσο, ώστε δεν λυπήθηκε τον ίδιο του τον Υιόν. Χάριν της δικής μας σωτηρίας, τον παρέδωκε στον Θάνατο. Στον φρικτότερο θάνατο. Στον δια σταυρού!
Ο ιερός υμνογράφος, υπομνηματίζει τρόπον τινά την Θεϊκή αυτή αγάπη με την οποία μας περιβάλλει ο Θεός, και ερμηνεύοντας τόσο τους Προφήτες που έκαμαν λόγο περί της «κραταιάς ισχύος της αγάπης Αυτού», όσο και τα ίδια τα συγκλονιστικά γεγονότα της Πατρικής Θελήσεως αλλά και αυτής της υπακοής «έως θανάτου» του Κυρίου Ιησού Χριστού, γράφει: «προκατιδών ο Προφήτης του μυστηρίου σου το απόρρητον, Χριστέ, προσεφώνησεν· έθου κραταιάν αγάπην ισχύος, Πάτερ οικτίρμον. Τον Μονογενή Υιόν γαρ, αγαθέ, ιλασμόν εις τον κόσμον απέστειλλας». (Ακολ. Μεγ. Τετάρτης).
Και κατόπιν όλων αυτών, τίθενται τα εξής ερωτήματα: Επιτρέπεται να θλιβόμαστε και να τα χάνουμε, όταν συμβαίνει να μας βρίσκουν οι δυσκολίες και οι ποικίλοι πειρασμοί; Είναι δυνατόν να κλωνίζεται η πίστη μας, η εμπιστοσύνη μας στον Θεό, όταν γνωρίζουμε το τι εργάστηκε για εμάς; Όταν βλέπουμε ότι έδωσε τον Υιόν του τον Αγαπητό; Μόνο αυτό δεν πρέπει να επιτρέπουμε να συμβαίνει. Η εμπιστοσύνη μας να παραμένει οπωσδήποτε ακλόνητη στην αγάπη του Θεού «ος γε του ιδίου υιού ουκ εφείσατο, αλλ' υπέρ ημών πάντων παρέδωκεν αυτόν, πως ουχί και συν αυτώ τα πάντα ημίν χαρίσεται;» (Ρων. Η' 32). Αυτός δηλ. ο Oποίος δεν λυπήθηκε τον ίδιο τον Μονογενή Υιό του, αλλά για χάρη όλων μας τον παρέδωσε σε θάνατο, πώς δεν θα μας χαρίσει μαζί μ' Αυτόν και όλες τις χάριτες που είναι απαραίτητες για την σωτηρία μας; Αφού μας χάρισε τον Υιό Του, δεν θα μας χαρίσει και όλα τα άλλα που χρειαζόμαστε για να σωθούμε;
Αλλά και στο θέμα αυτό, αδελφοί μου, μας καθοδηγούν οι Άγιοι του Θεού. Μας ποδηγετούν οι υπάρξεις αυτές που δεν έθεταν στη ζωή τους τίποτα περισσότερο από αυτή την αγάπη προς τον Θεό. Λάτρευαν και λατρεύουν, αγαπούσαν και αγαπούν τον Θεό με τέτοια φλογερή αγάπη, που μπροστά της το κάθε είδους εμπόδιο και ο κάθε πειρασμός κατακαίγονται και γίνονται στάχτη και κονιορτός «ων εκρίπτει ο άνεμος από προσώπου της γης» (Ψαλμ. Α').
Η Αγάπη που τρέφουν οι Άγιοι για τον Θεό μέσα στην όλη ύπαρξή τους, είναι ένα καμίνι που φλογίζεται ακαταπαύστως και προϊόντος του Χρόνου χωνεύει οποιαδήποτε προσκόλληση στην ύλη ή ακόμα και τα «φάσματα αληθείας» τα οποία προσπαθούν να καταλάβουν την αγαθή συνείδηση.
Ανοίγει τους ορίζοντες και κάνει το χρυσάφι της ολοκληρωτικής ένθεης αγάπης να ξελαμπικάρει και να γίνεται άπεφθος χρυσός, ολοένα και περισσότερο. Οι δε ενάντιοι άνεμοι στην πορεία της ζωής, ενδυναμώνουν την φλόγα της αγάπης και κάνουν την ύπαρξη να προγεύεται την χαρά της θριαμβεύουσας εν ουρανοίς Εκκλησίας. Και ακόμα περισσότερο, την αγάπη που θα αισθανθεί η ψυχή την ευλογημένη στιγμή, όταν θα βρεθεί ενώπιον Του Προσώπου Αυτού, που έκανε τα πάντα για τον άνθρωπο!
Αντιθέτως, όταν ο πιστός έχει μεν την καλή διάθεση, δεν αγωνίζεται όμως
στο να καλλιεργήσει αυτή την «πρώτη και μεγάλη εντολή», την οποία βεβαίως θα ακολουθήσει και «δευτέρα αυτής ομοία, η αγάπη του πλησίον ως σεαυτόν» (Ματθ. ΚΒ΄38-39), ομοιάζει με αυτόν που στα χέρια του κρατά ένα μικρό κεράκι, του οποίου όμως η μικρή φλόγα κινδυνεύει να σβήσει στην πρώτη πνοή του ανέμου.
Αλλά και στην περίπτωση αυτή, που ο άνθρωπος αισθάνεται ως «κάλαμος υπό ανέμου σαλευόμενος», και ότι μέσα του δεν καίει πάρα μια μικρή φλογίτσα αγάπης, δεν θα πρέπει να συγχύζεται και να τα χάνει, αφού έρχεται αρωγός και βοηθός ο ίδιος ο Κύριος. Πόσο παρηγορητικός ο λόγος του Πρ. Ησαΐου, που μεταφέρει στην Καινή ο Ευαγγελιστής Ματθαίος: «κάλαμον συντετριμμένον ου κατεάξει και λίνον τυφόμενον ου σβέσει, έως αν εκβάλλει εις νίκος την κρίσιν» ( Ματθ. Ιβ' 20). Δεν θα συντρίψει δηλαδή ψυχές που ομοιάζουν με τσακισμένο καλάμι, και δεν θα σβήσει καρδιές στις οποίες ο θείος φωτισμός κοντεύει να φύγει, ώστε να μοιάζουν αυτές με φυτίλι που καπνίζει, μέχρι να κάνει νικητή το λόγο του Θεού, ώστε αυτός να επικρατήσει στις καρδιές όλων!
Και ενώ η κατάσταση αυτή, στην οποία ο Κύριος επιβλέπει και χαρίζει τη συνδρομή της Χάριτός του, χαρακτηρίζεται ως «κάλαμπος συντετριμμένος και λίνος τυφόμενος», ο Απ. Παύλος, που αγαπούσε όσο κανένας άλλος τον Κύριο της Δόξης, και η καρδιά του δεχόταν ισοβίως και διηνεκώς τις ριπές της χάριτος για την αγάπη του Ιησού, έγραφε τούτα τα λόγια με γραφίδα που πετούσε φλόγες: «Τις ημάς χωρίσει από της αγάπης του Χριστού; Θλίψις ή στενοχωρία ή διωγμός ή λιμός ή γυμνότης ή κίνδυνος ή μάχαιρα; Καθώς γέγραπται ότι ένεκά σου θανατούμεθα όλην την ημέραν· ελογίσθημεν ως πρόβατα σφαγής. Αλλ' εν τούτοις πάσιν υπερνικώμεν διά του αγαπήσαντος ημάς. Πέπεισμαι γαρ ότι ούτε θάνατος, ούτε ζωή, ούτε άγγελοι, ούτε αρχαί, ούτε δυνάμεις, ούτε ενεστώτα ούτε μέλλοντα ούτε ύψωμα ούτε βάθος ούτε τις κτίσις ετέρα, δυνήσεται ημάς χωρίσαι από της αγάπης του Θεού της εν Χριστώ Ιησού τω Κυρίω ημών» (Ρωμ. Η' 35-39). Τι, λοιπόν μπορεί να μας χωρίσει από την αγάπη του Χριστού; Μήπως τα παθήματα, οι στενοχώριες, οι διωγμοί, η πείνα, η γύμνια, οι κίνδυνοι ή ο μαρτυρικός θάνατος; Σύμφωνα με την Γραφή: Για σένα πεθαίνουμε όλη την ημέρα. Μας μεταχειρίζονται σαν πρόβατα που τα πάνε για σφαγή. Εμείς όμως υπερνικούμε μέσα απ' όλες αυτές τις δυσκολίες με τη βοήθεια του Χριστού, ο οποίος πραγματικά μας αγάπησε. Και είμαι πραγματικά βέβαιος, πως ούτε θάνατος, ούτε ζωή, ούτε άγγελοι, ούτε άλλες ουράνιες δυνάμεις, ούτε παρόντα, ούτε μέλλοντα, ούτε κάτι άλλο, είτε στον ουρανό, είτε στο Άδη, ούτε κανένα άλλο δημιούργημα θα μπορέσουν ποτέ να μας χωρίσουν από την αγάπη του Θεού για μας όπως αυτή φανερώθηκε στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού του Κυρίου μας.
Αυτή ακριβώς την αγάπη που αποκαλύπτει και που προσφέρει ο Θεός σε μας τα τέκνα Του, βλέπουμε να την αισθάνονται ολοένα και περισσότερο οι Άγιοί μας. Και σ' αυτή τη Θεϊκή αγάπη, ανταποκρίνονται με τη δική τους την αγάπη. Την φλόγα του θείου έρωτος που φλογίζει και πυρπολεί τις καρδιές. Τι είναι, παρά αγάπη Χριστού, αυτό που οδηγεί τα βήματα των μαρτύρων στα φρικτά και ανήκουστα μαρτύρια! Και τι είναι ο πόθος της ομολογίας των Αγίων Ομολογητών, όταν τους βλέπουμε να στέκονται ατρόμητοι ενώπιον βασιλέων και όλου του κόσμου, ομολογώντας την Θεότητα του Κυρίου Ιησού Χριστού;
Αλλά και οποία αγάπη προς την Παναγία Τριάδα, φλογίζει όσες εκλεκτές ψυχές αρνούνται τα του κόσμου τερπνά και απορρίπτουν τις του βίου διατριβές, για ν' αφιερωθούν, ψυχή τε και σώματι, στον Ουράνιο Νυμφίο, τον Ιησού!
Ναι, είναι αυτή η αγάπη του Θεανθρώπου που αφανίζει ο,τιδήποτε το γήινο και το κτιστό επιχειρεί να σταθεί μπροστά της ως εμπόδιο. Αυτή δε η αγάπη, κάνει την ψυχή ν' ανοίγει τις φτερούγες της προς τις ουράνιες και ισάγγελες πτήσεις. Για την προσωπική, την βιωματική, την αιώνια συνάντηση και ταύτιση με Αυτόν που τόσο μας αγάπησε και μας θέλει παντοτεινά και αιώνια δικούς Του.
Αδελφοί μου, είναι τέτοιο το μέγεθος της αγάπης του Θεού προς τον άνθρωπο και μάλιστα προς τον πιστό (Ιωάν ΙΖ' 9), ώστε δεν μπορεί παρά το ολιγότερον ν΄ αγγίξει το φιλότιμό μας.
Να συνειδητοποιήσουμε ότι τελικός σκοπός της ζωής μας είναι το να αγαπήσουμε τον Κύριο.
Να δείξουμε στον Πατέρα, διά της χάριτος του Παναγίου Πνεύματος, την αγάπη που τρέφουμε δια των «αγαπημένον του Υιόν».
Και αυτό, όχι απλώς με λόγια ή με μια απλή συναισθηματική φόρτιση και συγκίνηση, αλλά με τον τρόπο που ο ίδιος ο Θεάνθρωπος μάς υποδεικνύει: «ο έχων τας εντολάς μου και τηρών αυτάς, εκείνος εστίν ο αγαπών με. Ο δε αγαπών με αγαπηθήσεται υπό του Πατρός μου, και εγώ αγαπήσω αυτόν και εμφανίσω αυτώ εμαυτόν». (Ιωάνν.ΙΔ΄21). Όποιος δηλ. κρατεί τις εντολές μου και τις εφαρμόζει, εκείνος μόνο με αγαπά. Όποιος δε με αγαπά, θ΄ αγαπηθεί από τον Πατέρα μου, και εγώ θα αγαπήσω αυτόν, και θα φανερώσω σ΄αυτόν τον Εαυτό μου».
Είθε να δώσει η Χάρις του Θεού.

Αμήν.

(Τέλος).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου