Ξεμπαρκάροντας στο Άγιον Όρος
Ὁ ΗΛΙΟΣ ,σὰν οὐρανιο πορτατιφ, ξεπροβαλει λαμπρος στὸν
ὀριζοντα του Ἄθωνα καὶ βαφει μὲ τὶς ζωηφορες μαρμαρυγές του τὸ Ἅγιον
Ὅρος .
Ἄνατελλει καὶ
σαλπίζει ὡς ἄγγελος στὴν κτιση γιὰ νὰ ἐγερθει καὶ νὰ ἀναστηθεῖ καὶ πάλι,
σὲ αὐτην τὴν ἀέναη καὶ καθημερινὴ νεκρανάσταση ποὺ χιλιάδες χρόνια
ἀκάματος ἐπαναλαμβάνει .
Τότε
θωρεῖς ἀναμεσα σὲ πολλους νοικοκυρεμενους καὶ καθάριους προσκυνητὲς
στὴν Δάφνη καὶ καποιους ξεμπαρκους κι' αὐτοεξορισμένους ἀπὸ τὴν καλὴ καὶ
φρόνιμη κρίση τῶν ἀνθρώπων.