Κουμπιά

Κυλιόμενο Μήνυμα

Σάββατο 22 Φεβρουαρίου 2025

Ἑρμηνεία τῆς Ἀποστολικῆς περικοπῆς τῆς Κυριακῆς τῆς Ἀπόκρεω ἀπὸ τὸν Ἱερὸ Χρυσόστομο

Κυριακὴ τῆς Ἀπόκρεω (Α΄ Κόρ. 8,8-9,2)

Ἁγίου Ἰωάννου Χρυσοστόμου, Ἀρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως

«Βρῶμα δὲ ἡμᾶς οὐ παρίστησι τῷ Θεῷ· οὔτε γὰρ ἐὰν φάγωμεν περισσεύωμεν, οὔτε ἐὰν μὴ φάγωμεν ὑστερούμεθα.
(Δὲν εἶναι τὸ φαγητὸ ποὺ μᾶς παρουσιάζει εὐάρεστους στὸν Θεὸ· διότι οὔτε ἐὰν φᾶμε προκόπτουμε καὶ προοδεύουμε στὴν ἀρετή, οὔτε ἐὰν δὲν φᾶμε, ὑστεροῦμε καὶ μένουμε πίσω σὲ αὐτήν)» (Α΄Κορ.8,8).
Βλέπεις πὼς πάλι περιόρισε τὴν ἀλαζονεία τους; Διότι, ἀφοῦ εἶπε ὅτι «ἔχουμε γνώση ὅλοι καὶ ὄχι μόνο ἐκεῖνοι, καὶ ὅτι κανεὶς τίποτε δὲν γνωρίζει ὅπως πρέπει νὰ τὸ γνωρίζει καὶ ὅτι ἡ γνώση καθιστᾶ τὸν ἄνθρωπο ἀλαζόνα», κατόπιν, ἀφοῦ τοὺς παρηγόρησε καὶ τοὺς εἶπε ὅτι ὅλοι δὲν κατέχουν τὴ γνώση καὶ ὅτι αὐτοὶ μολύνονται ἐξ αἰτίας τῆς ἀδυναμίας τους, γιὰ νὰ μὴ λένε ἐκεῖνοι: «Καὶ τί μᾶς ἐνδιαφέρει, ἂν ὅλοι δὲν κατέχουν τὴ γνώση; Γιατί δὲν ἔχει γνώση ὁ τάδε; Γιατί νὰ εἶναι ἀσθενὴς στὴν πίστη;».
Γιὰ νὰ μὴν προβάλλουν αὐτὰ τὰ ἐπιχειρήματα λοιπόν, δὲν προχώρησε εὐθέως νὰ τονίσει σαφῶς ὅτι πρέπει κανεὶς νὰ ἀπέχει ἀπὸ τὰ εἰδωλόθυτα, γιὰ νὰ μὴ βλάψει ἐκεῖνον ποὺ εἶναι ἀσθενὴς ὡς πρὸς τὴν πίστη, ἀλλὰ ἀφοῦ ἀνέφερε ἀκροθιγῶς αὐτὸ μόνο, κατὰ πρῶτον ἀναφέρει κάτι ἀνώτερο ἀπὸ αὐτό.
Ποιό λοιπὸν εἶναι αὐτό; Ὅτι καὶ ἂν ἀκόμη δὲν βλαπτόταν κανεὶς καὶ οὔτε ὑπῆρχε ὁ κίνδυνος παρεξηγήσεως τοῦ πλησίον, οὔτε τότε θὰ ἔπρεπε νὰ κάνει κανεὶς αὐτό.
Αὐτὸ ὅμως θὰ ἦταν ματαιοπονία· διότι ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος ἄκουσε νὰ βλάπτεται μὲν ἄλλος, ὁ ἴδιος ὅμως ἔχει κέρδος, δὲν ἀπέχει ἀπὸ κάτι, ἀλλὰ ἀπέχει μᾶλλον τότε, ὅταν μάθει ὅτι ὁ ἴδιος δὲν ἔχει καμία ὠφέλεια ἀπὸ τὸ πρᾶγμα.
Γιὰ τὸν λόγο αὐτόν, θέτει αὐτὸ πρῶτο λέγοντας: «Βρῶμα δὲ ἡμᾶς οὐ παρίστησι τῷ Θεῷ (Δὲν εἶναι τὸ φαγητὸ ποὺ μᾶς παρουσιάζει εὐάρεστους στὸ Θεό)».
Εἶδες πῶς ἐξευτελίζει αὐτό, τὸ ὁποῖο φαινόταν ὅτι προερχόταν ἀπὸ τέλεια γνώση; «Οὔτε γὰρ ἐὰν φάγωμεν περισσεύωμεν.
(Διότι οὔτε ἐὰν φᾶμε, προκόπτουμε καὶ προοδεύουμε στὴν ἀρετή)», δηλαδὴ δὲν προοδεύουμε κατὰ Θεὸν μὲ τὸ νὰ κάνουμε κάτι καλὸ καὶ μέγα· «οὔτε ἐὰν μὴ φάγωμεν ὑστερούμεθα (:οὔτε ἐὰν δὲν φᾶμε ὑστεροῦμε καὶ μένουμε πίσω σὲ αὐτήν)», δηλαδὴ δὲν ὑστεροῦμε σὲ τίποτε.

Ἕως ἐδῶ λοιπὸν ἀπέδειξε ὅτι αὐτὸ δὲν εἶναι τίποτε καὶ περιττὸ· διότι ὅ,τι οὔτε ὠφελεῖ μὲ τὸ νὰ γίνεται, οὔτε βλάπτει, ἂν δὲ γίνεται, αὐτὸ εἶναι περιττὸ· στὴ συνέχεια ὅμως ἀποκαλύπτει καὶ ὅλη τὴ βλάβη τοῦ πράγματος. Τώρα ὅμως ἀναφέρει τὴ βλάβη ποὺ γίνεται στοὺς ἀδελφοὺς· διότι λέγει: «Βλέπετε δὲ μήπως ἡ ἐξουσία ὑμῶν αὕτη πρόσκομμα γένηται τοῖς ἀσθενοῦσιν.
(Προσέχετε ὅμως μήπως τὸ δικαίωμα αὐτὸ ποὺ ἔχετε νὰ τρῶτε ἀπὸ ὅλα, ἀκόμη καὶ τὰ εἰδωλόθυτα, γίνει αἰτία νὰ ἁμαρτήσουν οἱ ἀδελφοί σας, ποὺ εἶναι ἀδύναμοι στὴν πίστη)» (Α΄Κορ.8,9).  Δὲν εἶπε ὅτι «ἡ ἐλευθερία σας γίνεται ἐμπόδιο», οὔτε ἐξέφρασε σαφῆ γνώμη, γιὰ νὰ μὴν τοὺς καταστήσει περισσότερο ἀδίστακτους· ἀλλὰ τί εἶπε; «Προσέχετε», προσπαθῶντας νὰ τοὺς ἐμπνεύσει φόβο καὶ δισταγμὸ καὶ νὰ τοὺς φέρει νὰ ἀρνηθοῦν νὰ κάνουν αὐτό.
Καὶ δὲν εἶπε «αὐτὴ ἡ γνώση σας», τὸ ὁποῖο θὰ ἦταν μᾶλλον ἐγκώμιο, οὔτε εἶπε: «αὐτὴ ἡ τελειότητά σας» ἀλλὰ «τὸ ἐλεύθερο δικαίωμα ποὺ ἔχετε», τὸ ὁποῖο θεωροῦνταν ὅτι εἶναι μᾶλλον χαρακτηριστικὸ ἀπερισκεψίας καὶ αὐθάδειας καὶ ἀλαζονείας.
Καὶ δὲν εἶπε «στοὺς ἀδελφούς», ἀλλὰ «στοὺς ἀσθενεῖς κατὰ τὴν πίστη ἀδελφούς», αὐξάνοντας τὴν κατηγορία ὅτι δὲν σκέπτονται οὔτε τοὺς ἀσθενεῖς στὴν πίστη, καὶ μάλιστα ἀδελφούς. «Ἔστω λοιπὸν· δὲν διορθώνεις, οὔτε ἐγείρεις· γιατί ἀντιθέτως καὶ ὑπονομεύεις καὶ συντελεῖς σὲ παραπτώματα, ἐνῷ ἔπρεπε νὰ βοηθᾶς;
Ἀλλὰ δὲν θέλεις νὰ κάνεις αὐτό; Οὔτε νὰ καταστρέφεις λοιπόν. Ἐὰν μὲν ἦταν πονηρὸς θὰ χρειαζόταν κόλαση, ἐφόσον ὅμως εἶναι ἀσθενὴς χρειάζεται θεραπεία. Τώρα μάλιστα δὲν εἶναι μόνο ἀσθενὴς ἀλλὰ καὶ ἀδελφός».
«Ἐὰν γάρ τις ἴδῃ σέ, τὸν ἔχοντα γνῶσιν, ἐν εἰδωλεὶῳ κατακείμενον, οὐχὶ ἡ συνείδησις αὐτοῦ ἀσθενοῦς ὄντος οἰκοδομηθήσεται εἰς τὸ τὰ εἰδωλόθυτα ἐσθίειν;
(Καὶ εἶναι ἑπόμενο νὰ βλαφτοῦν σοβαρὰ οἱ ἀδύναμοι ἀδελφοὶ· διότι, ἐὰν κανεὶς ἀπὸ αὐτοὺς δεῖ ἐσένα ποὺ ἔχεις τὴν ὀρθὴ γνώση νὰ κάθεσαι στὸ τραπέζι κάποιου ναοῦ τῶν εἰδώλων, δὲν θὰ παρασυρθεῖ καὶ δὲν θὰ παγιωθεῖ ἡ συνείδησή του στὸ νὰ τρώει τα εἰδωλόθυτα ὡς κάτι ἱερὸ καὶ ἄξιο εὐλαβείας, ἀφοῦ αὐτὸς εἶναι ἀσθενής)» (Α΄Κορ.8,10).
Ἀφού εἶπε: «Προσέχετε μήπως ἡ ἐλευθερία σας αὐτὴ γίνει ἐμπόδιο», λέγει πῶς καὶ μὲ ποιόν τρόπο γίνεται. Καὶ θέτει παντοῦ τὴν ἀσθένεια, γιὰ νὰ μὴ φανεῖ ὅτι ἡ βλάβη προέρχεται ἀπὸ τὴ φύση τοῦ πράγματος καὶ φανοῦν φοβεροὶ οἱ δαίμονες. «Τώρα μέν», λέγει, «εἶναι πολὺ πλησίον στὸ νὰ ἐγκαταλείψει αὐτὸς ὁ ἀδελφός σου ἐντελῶς τὰ εἴδωλα· ἐπειδὴ ὅμως βλέπει ἐσένα νὰ εἰσέρχεσαι στὸν ναὸ εἰδώλων μὲ εὐχαρίστηση, τὸ ἐκλαμβάνει ὡς παραίνεση καὶ μένει καὶ ὁ ἴδιος ἐκεῖ».
Ὥστε ἡ ἐπιβουλὴ δὲν εἶναι ἀποτέλεσμα μόνο τῆς ἀσθένειας ἐκείνου ἀλλὰ καὶ τῆς δικῆς σου ἄκαιρης συμπεριφορᾶς· διότι ἐσὺ τὸν κάνεις ἀσθενέστερο.

«Καὶ ἀπολεῖται ὁ ἀσθενῶν ἀδελφὸς ἐπὶ τῇ σῇ γνώσει, δι᾿ ὃν ΧρΙστὸς ἀπέθανεν. (Καὶ θὰ χαθεῖ παρασυρόμενος στὴν εἰδωλολατρία ὁ ἀδελφός σου ποὺ εἶναι ἀδύνατος πνευματικά, ἐξ αἰτίας τῆς δικῆς σου γνώσεως. Ἀλλὰ γιὰ τὴ σωτηρία τοῦ ἀδελφοῦ σου αὐτοῦ ὁ Χριστὸς θυσίασε τὴ ζωή Του)» (Α΄Κορ.8,11).
Δηλαδὴ δύο εἶναι αὐτά, ἐξ αἰτίας τῶν ὁποίων δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ συγχωρηθεῖς γιὰ τὴ βλάβη αὐτήν, τὸ ὅτι εἶναι ἀσθενὴς στὴν πίστη καὶ τὸ ὅτι εἶναι ἀδελφὸς· μᾶλλον ὑπάρχει καὶ τρίτο, ποὺ εἶναι καὶ τὸ φοβερότερο ὅλων. Ποιό λοιπὸν εἶναι αὐτό; Ὅτι ὁ Χριστὸς δέχθηκε ἀκόμη καὶ νὰ πεθάνει ὑπὲρ αὐτοῦ, ἐσὺ ὅμως δὲν ἀνέχεσαι οὔτε συγκατάβαση νὰ δείξεις σὲ αὐτόν.
Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸν λοιπὸν καὶ ὑπενθυμίζει τὸν τέλειο, ποιός ἦταν καὶ ὁ ἴδιος προηγουμένως, καὶ ὅτι καὶ ὑπὲρ αὐτοῦ πέθανε.
Καὶ δὲν εἶπε: «γιὰ τὸν ὁποῖο ἔπρεπε ἀκόμη καὶ νὰ πεθάνεις», ἀλλὰ εἶπε αὐτὸ ποὺ ἦταν πολὺ μεγαλύτερο, ὅτι καὶ ὁ ἴδιος ὁ Χριστὸς πέθανε γι΄αυτόν.
«Ἑπομένως, ὁ μὲν Κύριός σου δέχθηκε νὰ πεθάνει ὑπὲρ αὐτοῦ, ἐσὺ ὅμως τόσο πολὺ δὲν τὸν σκέπτεσαι, ὥστε νὰ μὴν ἀπομακρύνεσαι οὔτε ἀπὸ μολυσμένη τράπεζα χάριν αὐτοῦ· καὶ μετὰ τὴ σωτηρία του, ἡ ὁποία μὲ τέτοιο τρόπο του δόθηκε, τὸν ἀφήνεις νὰ χαθεῖ, καὶ τὸ φοβερότερο, ἐξ αἰτίας τοῦ φαγητοῦ;»· διότι δὲν εἶπε «ἐξ αἰτίας τῆς τελειότητάς σου», οὔτε «ἐξ αἰτίας τῆς γνώσεώς σου», ἀλλὰ «ἐξ αἰτίας τοῦ φαγητοῦ σου».
Ὥστε τέσσερα εἶναι τὰ ἐγκλήματά σου καὶ μάλιστα πάρα πολὺ μεγάλα, ὅτι εἶναι ἀδελφός σου, ὅτι εἶναι ἀσθενὴς στὴν πίστη, καὶ ὅτι ὁ Χριστὸς τόσο ἐνδιαφέρθηκε γι΄αὐτόν, ὥστε καὶ νὰ πεθάνει ὑπὲρ αὐτοῦ, καὶ ὅτι πέραν ὅλων αὐτῶν χάνεται ἐξ αἰτίας τοῦ φαγητοῦ.
 
«Οὕτω δὲ ἁμαρτάνοντες εἰς τοὺς ἀδελφοὺς καὶ τύπτοντες αὐτῶν τὴν συνείδησιν ἀσθενοῦσαν εἰς Χρὶστὸν ἁμαρτάνετε.
(Καὶ ἔτσι διαπράττετε ἁμάρτημα, ἀπὸ τὸ ὁποῖο βλάπτονται πολὺ οἱ ἀδελφοί, καὶ γιὰ τὸν λόγο αὐτὸν ἀποτελεῖ ἁμάρτημα πρὸς τοὺς ἀδελφούς. Καὶ πληγώνετε ἔτσι καὶ χτυπᾶτε σκληρὰ τὴ συνείδησή τους, ἡ ὁποία εἶναι ἀσθενικὴ καὶ ἀδύνατη. Ἀλλὰ ὑποπίπτετε συγχρόνως καὶ σὲ ἁμάρτημα ποὺ ἀναφέρεται στὸν ἴδιο τόν Χριστό, ὁ ὁποῖος πέθανε γιὰ νὰ σώσει τοὺς ἀδελφοὺς αὐτούς)» (Α΄Κορ.8,12).
Βλέπεις ὅτι σιγά-σιγά ἀνήγαγε τὸ ἁμάρτημα στὴν ἴδια τήν κορυφὴ τῆς παρανομίας;

Καὶ πάλι ὑπενθυμίζει τὴν ἀσθένεια τῶν Κορινθίων πρὸς τοὺς ὁποίους ἀπευθύνεται. Αὐτὸ δηλαδὴ ποὺ νόμιζαν ἐκεῖνοι ὅτι εἶναι ὑπὲρ αὐτῶν, τοῦτο τὸ στρέφει ἀπὸ παντοῦ κατὰ τῆς κεφαλῆς τους. Καὶ δὲν εἶπε «σκανδαλίζοντας», ἀλλὰ «πληγώνοντας», ὥστε μὲ τὴν ἔμφαση τῆς λέξεως νὰ δείξει τὴν ὠμότητα· διότι τί σκληρότερο θὰ ἦταν δυνατὸν νὰ ὑπάρξει ἀπὸ ἕναν ἄνθρωπο, ὁ ὁποῖος χτυπᾶ ἕναν ἀσθενῆ;
Διότι ὁ σκανδαλισμὸς εἶναι τὸ φοβερότερο ἀπὸ κάθε χτύπημα· ὡς γνωστόν, αὐτὸς πολλὲς φορὲς προκάλεσε ἀκόμη καὶ θάνατο. Καὶ πῶς ἁμαρτάνει ἀπέναντι στὸν Χριστό;
Πρῶτον, μὲ τὸ νὰ θεωρεῖ δικά του ὅσα ἀνήκουν στοὺς δούλους Του· δεύτερον μὲ τὸ ὅτι ὅσοι πληγώνονται, τὸ ἀποδίδουν στὸ σῶμα καὶ στὸ μέλος Αὐτοῦ· τρίτον, ὅτι τὸ ἔργο Του, τὸ ὁποῖο οἰκοδόμησε μὲ τὴ δική Του θυσία, αὐτὸ τὸ καταστρέφουν μὲ τὴν πλεονεξία τους.
 
«Διόπερ εἰ βρῶμα σκανδαλίζει τὸν ἀδελφόν μου, οὐ μὴ φάγω κρέα εἰς τὸν αἰῶνα, ἵνα μὴ τὸν ἀδελφὸν μου σκανδαλίσω.
(Γι' αὐτὸ λοιπόν, ἐὰν αὐτὸ ποὺ τρώω γίνεται αἰτία σκανδάλου καὶ ἁμαρτίας στὸν ἀδελφό μου, δὲν θὰ φάω ποτὲ ὁποιοδήποτε εἶδος κρεάτων, γιὰ νὰ μὴ σκανδαλίσω τὸν ἀδελφό μου. Καὶ ἔρχομαι τώρα νὰ σᾶς δείξω ὅτι γιὰ τοὺς ἀδύνατους ἀδελφοὺς ἔκανα καὶ ἐξακολουθῶ νὰ κάνω θυσίες τῶν δικαιωμάτων μου)» (Α΄Κορ.8,13).

Αὐτό εἶναι χαρακτηριστικὸ διδασκάλου ἀρίστου, τὸ νὰ διαπαιδαγωγεῖ διὰ τοῦ ἑαυτοῦ του ὅσα λέγει. Καὶ δὲν εἶπε: «εἴτε δικαίως εἴτε ἀδίκως», ἀλλὰ «καθ’ οἱονδήποτε τρόπο». «Καὶ δὲν ἀναφέρω», λέγει, «εἰδωλόθυτο, τὸ ὁποῖο μοῦ ἀπαγορεύεται καὶ γιὰ ἄλλη αἰτία· ἀλλὰ ἐὰν σκανδαλίζει ἀκόμη καὶ κάτι ἀπὸ ὅσα ἔχω τὸ δικαίωμα καὶ μοῦ ἐπιτρέπονται, θὰ ἀποφύγω καὶ ἐκεῖνα· καὶ ὄχι μόνο μία ἢ δύο ἡμέρες, ἀλλὰ σὲ ὅλη τὴ ζωή μου»· διότι λέγει: «δὲν θὰ φάγω ποτὲ κρέας».
Καὶ δὲν εἶπε «γιὰ νὰ μὴ συντελέσω στὴν ἀπώλεια τοῦ ἀδελφοῦ», ἀλλὰ ἁπλῶς «γιὰ νὰ μὴ σκανδαλίσω». Δείχνει λοιπὸν ἐσχάτη μωρία ἐκ μέρους μας, αὐτὰ ποὺ εἶναι πολὺ σημαντικὰ γιὰ τὸν Χριστὸ καὶ εἶναι τέτοια, ὥστε ἀκόμη καὶ θάνατο νὰ προτιμήσουμε γι' αὐτά, αὐτὰ νὰ τὰ θεωροῦμε τόσο εὐκαταφρόνητα ὥστε οὔτε ἀπὸ φαγητὰ νὰ ἀπέχουμε πρὸς χάριν τους.
 
Αὐτὰ θὰ ἦσαν ἐπίκαιρα νὰ λέγονται ὄχι μόνο πρὸς ἐκείνους, ἀλλὰ καὶ πρὸς ἐμᾶς, οἱ ὁποῖοι καταφρονοῦμε τὴ σωτηρία των πλησίον καὶ λέμε τοὺς σατανικοὺς ἐκείνους λόγους. Διότι τὸ νὰ λέμε «τί μὲ νοιάζει ἂν ὁ τάδε σκανδαλίζεται καὶ ὁ τάδε χάνει τὴ σωτηρία του;»
Ὁμοιάζει μὲ τὴν ὠμότητα ἐκείνου (τοῦ σατανᾶ) καὶ τὸ μῖσος του κατὰ τοῦ ἀνθρώπου. Κα τότε μὲν ὁ σκανδαλισμὸς ὀφειλόταν στὴν ἀδυναμία τῶν σκανδαλιζομένων, στὴν ἐποχή μας ὅμως δὲν ὀφείλεται πλέον σὲ αὐτὴν· διότι εἶναι τέτοια τὰ ἁμαρτήματά μας, ποὺ σκανδαλίζουν καὶ τοὺς ἰσχυρούς.
Ὅταν δηλαδὴ χτυποῦμε καὶ ἁρπάζουμε καὶ δείχνουμε πλεονεξία καὶ συμπεριφερόμαστε πρὸς ἐλεύθερους ἀνθρώπους ὡς σὲ δούλους, ποιόν δὲν μποροῦν αὐτὰ νὰ σκανδαλίσουν;
Μὴν πεῖς ὅτι ὁ τάδε εἶναι ὑποδηματοποιός, οὔτε ὅτι ὁ ἄλλος εἶναι βαφέας, οὔτε ὅτι ὁ ἄλλος εἶναι χαλκουργός, ἀλλὰ σκέψου ὅτι εἶναι πιστὸς καὶ ἀδελφός.
Εἴμαστε μαθητὲς ἐκείνων τῶν ἁλιέων, τῶν τελωνῶν, τῶν σκηνοποιών, Ἐκείνου ποὺ ἀνατράφηκε μέσα στὴν οἰκία ξυλουργοῦ, τὴν μνηστὴ τοῦ ὁποίου ἀξιώθηκε νὰ ἔχει Μητέρα, Ἐκείνου ποὺ τοποθετήθηκε ἀπὸ τὰ σπάργανα ἐπάνω σὲ φάτνη καὶ δὲν εἶχε ποῦ νὰ κλίνει τὴν κεφαλή Του, Ἐκείνου ποὺ ἔκανε τόσες ὁδοιπορίες ὥστε νὰ εἶναι κατάκοπος ἀπὸ αὐτές, Ἐκείνου ποὺ Τὸν ἔτρεφαν ἄλλοι.

Αὐτὰ νὰ σκέπτεσαι καὶ νὰ θεωρεῖς τιποτένια τὴν ἀνθρώπινη ἀλαζονεία, ἀλλὰ καὶ τὸν σκηνοποιὸ καὶ ἐκεῖνον ποὺ μεταφέρεται ἐπάνω σὲ ὄχημα καὶ ἔχει μυρίους ὑπηρέτες καὶ προχωρεῖ στὴν ἀγορὰ μὲ μεγαλοπρέπεια νὰ τὸν θεωρεῖς ἀδελφό, καὶ μάλιστα περισσότερο αὐτὸν παρὰ ἐκεῖνον. Ὀρθῶς ὀνομάζεται ἀδελφὸς ἐκεῖνος ποὺ ὁμοιάζει περισσότερο.
Ποιός λοιπὸν ὁμοιάζει μὲ τοὺς ἁλιεῖς; Ἐκεῖνος ποὺ τρέφεται ἀπὸ τὴν καθημερινὴ ἐργασία του καὶ δὲν ἔχει δοῦλο, οὔτε κατοικία, ἀλλὰ εἶναι σὲ ὅλα ἐσταυρωμένος ἢ ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος ἔχει τόση ἀλαζονεία καὶ ἐνεργεῖ ἀντίθετα ἀπὸ τοὺς νόμους τοῦ Θεοῦ; Μὴ λοιπὸν καταφρονεῖς τὸν ἀληθινὸ ἀδελφό σου, διότι αὐτὸς εἶναι ἐγγύτερα πρὸς τὴν εἰκόνα τῶν Ἀποστόλων.
«Ἀλλά», θὰ ἔλεγε κάποιος, «αὐτὸς εἶναι ἔτσι ὄχι μὲ τὴ θέλησή του, ἀλλὰ διότι πιέζεται ἀπὸ τὴν ἀνάγκη· δὲν τὸ κάνει, διότι τὸ θέλει».

Ἀπὸ ποῦ τὸ γνωρίζεις αὐτό; Δὲν ἄκουσες τὸ «Μὴ κρίνετε, ἵνα μὴ κριθῆτε (Μὴν κρίνετε, γιὰ νὰ μὴν κριθεῖτε)»; (Ματθ.7,1).
Γιὰ νὰ μάθεις ἐπίσης ὅτι ζεῖ ἔτσι μὲ τὴ θέλησή του, πλησίασε καὶ δῶσε μύρια χρυσᾶ τάλαντα, καὶ θὰ τὸν δεῖς νὰ τὰ ἀποκρούει. Ὥστε, ἐὰν καὶ δὲν κληρονόμησε πλοῦτο ἀπὸ τοὺς προγόνους του, ἐφόσον ἐνῷ τοῦ εἶναι δυνατὸν νὰ λάβει, δὲν τὸν δέχεται, οὔτε τὸν προσθέτει σὲ ὅσα ἔχει, παρουσιάζει μέγιστο παράδειγμα περιφρονήσεως τῶν χρημάτων.
Καὶ ὁ Ἰωάννης ὁ γιὸς τοῦ Ζεβεδαίου ἦταν υἱὸς ἑνὸς πολὺ φτωχοῦ ἀνθρώπου, ἀλλὰ ὁπωσδήποτε δὲ θὰ ἰσχυριστοῦμε ὅτι ἡ πενία του ἦταν ἐξ ἀνάγκης.
Ὅταν λοιπὸν δεῖς κάποιον νὰ καρφώνει καρφιά, νὰ σφυροκοπεῖ τὰ σίδερα, νὰ ἔχει μαυρισμένο τὸ πρόσωπό του ἀπὸ τὴν καπνιὰ τοῦ ἐργαστηρίου τους, μὴν τὸν περιφρονεῖς γιὰ τὸν λόγο αὐτόν, ἀλλὰ γιὰ τὸν λόγο αὐτὸν ἀκριβῶς νὰ τὸν θαυμάζεις, διότι καὶ ὁ Πέτρος φόρεσε ζώνη ἁπλοῦ ἐργάτη καὶ ἔσυρε δίχτυα καὶ ἁλίευε μετὰ τὴν Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου.
Καὶ τί ἀναφέρω τὸν Πέτρο; Ὁ ἴδιος ὁ Παῦλος μετὰ τὰ μύρια ταξίδια καὶ τὰ τόσα θαύματα ἔμενε σὲ σκηνορραφεῖο καὶ ἔραβε δέρματα, καὶ οἱ ἄγγελοι τὸν σέβονταν καὶ οἱ δαίμονες τὸν ἔτρεμαν· καὶ δὲν ντρεπόταν νὰ λέγει: «Αὐτοὶ γινώσκετε ὅτι ταῖς χρείαις μου καὶ τοῖς οὖσι μετ᾿ ἐμοῦ ὑπηρέτησαν αἱ χεῖρες αὗται.
(Ἐσείς οἱ ἴδιοι γνωρίζετε ὅτι γιὰ τὶς ἀνάγκες τὶς δικές μου καὶ γιὰ τὶς ἀνάγκες ἐκείνων ποὺ ἦταν μαζὶ μοῦ ὑπηρέτησαν τὰ ροζιασμένα αὐτὰ χέρια)» (Πράξ.20,34).
Καὶ τί λέγω ὅτι «δὲν ντρεπόταν»; Ἀντιθέτως μάλιστα, καυχιόταν γι' αὐτό.
 
«Καὶ ποιός εἶναι τώρα», θὰ ἔλεγε κάποιος, «ὅμοιος μὲ τὸν Παῦλο στὴν ἀρετή;». Καὶ ἐγὼ γνωρίζω ὅτι κανεὶς δὲν εἶναι, ἀλλὰ γιὰ τὸν λόγο αὐτὸν δὲν εἶναι ἄξιοι νὰ περιφρονοῦνται ὅσοι ὑπάρχουν τώρα· διότι, ἐὰν τὸν τιμᾶς γιὰ τὸν Χριστό, ἀκόμη καὶ ἂν εἶναι ὁ ἔσχατος, εἶναι ὅμως πιστός, δικαιοῦται νὰ τιμᾶται.
Ἐὰν δηλαδὴ ἔλθουν στρατηγὸς καὶ ἁπλὸς στρατιώτης, καὶ οἱ δύο φίλοι τοῦ βασιλιᾶ, καὶ ἐσὺ ἀνοίξεις τὴν οἰκία σου καὶ στοὺς δύο, μὲ ποιόν φάνηκες περισσότερο ὅτι τιμᾶς τὸν βασιλέα; Εἶναι φανερὸ ὅτι τιμᾶς τὸν Χριστὸ μὲ τὸν στρατιώτη· διότι ὁ μὲν στρατηγὸς καὶ χωρὶς τὴ φιλία τοῦ βασιλιᾶ εἶχε πολλὰ προσόντα ἱκανὰ νὰ σὲ πείσουν νὰ τοῦ ἀποδώσεις αὐτὴν τὴν τιμή, ὁ δὲ στρατιώτης δὲν εἶχε τίποτε ἄλλο παρὰ τὴν φιλία τοῦ βασιλιᾶ.
Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸν καὶ ὁ Θεὸς μᾶς παρήγγειλε νὰ καλοῦμε στὰ συμπόσια καὶ τὰ δεῖπνα μας χωλοὺς καὶ ἀναπήρους καὶ ὅσους δὲν μποροῦν νὰ μᾶς τὰ ἀνταποδώσουν, διότι αὐτὲς προπαντὸς εἶναι οἱ ἀγαθοεργίες ποὺ γίνονται γιὰ τὸν Θεό.
Ἂν φιλοξενήσεις κάποιον μεγάλο καὶ ἐπιφανῆ, ἡ πράξη σου δὲν εἶναι ἐντελῶς καθαρὴ ἐλεημοσύνη, ἀλλὰ πολλὲς φορὲς ἔχει μερίδιο καὶ ἡ κενοδοξία σου καὶ ἡ ἐπιθυμία σου νὰ εὐεργετεῖς καὶ γίνεσαι ἐπιφανέστερος σὲ πολλοὺς χάρη σὲ ἐκεῖνον.
Θὰ μποροῦσα λοιπὸν νὰ δείξω πολλούς, οἱ ὁποῖοι περιποιοῦνται τοὺς ἐπισημότερους τῶν ἁγίων, γιὰ νὰ ἔχουν περισσότερη παρρησία στοὺς ἄρχοντες χάρη σὲ ἐκείνους καὶ γιὰ τὸν λόγο αὐτὸν νὰ γίνονται χρησιμότεροι στὶς περιουσίες καὶ τὶς οἰκίες τους.
Καὶ πολλὲς τέτοιες χάριτες ζητοῦν ἀπὸ τοὺς ἁγίους ἐκείνους, πρᾶγμα τὸ ὁποῖο καταστρέφει τὴν ἀνταμοιβὴ τῆς φιλοξενίας, ἐφόσον τὴν προσφέρει μὲ τέτοια κίνητρα. Καὶ γιατί πρέπει νὰ ἀναφέρω αὐτὸ περὶ τῶν ἁγίων; Διότι ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος ζητεῖ ἀπὸ τὸν Θεὸ ἐδῶ τὴν ἀνταμοιβὴ τῶν κόπων του καὶ ἀσκεῖ τὴν ἀρετὴ γιὰ τὰ παρόντα, ἐλαττώνει τὸν μισθό του· ἐκεῖνος ὅμως ὁ ὁποῖος ζητεῖ ὁλόκληρους τοὺς στεφάνους ἐκεῖ, φαίνεται πολὺ θαυμαστότερος, κατὰ τὸ παράδειγμα ἐκείνου τοῦ Λαζάρου, ποὺ ἀπολάμβανε ὅλα τὰ ἀγαθὰ ἐκεῖ, κατὰ τὸ παράδειγμα τῶν τριῶν παιδιῶν, οἱ ὁποῖοι, ἐνῷ ἐπρόκειτο νὰ ριφθοῦν στὴν κάμινο ἔλεγαν ὅτι «Ἔστι γὰρ Θὲὸς ἡμῶν ἐν οὐρανοῖς, ᾧ ἡμεῖς λατρεύομεν, δυνατὸς ἐξελέσθαι ἡμᾶς ἐκ τῆς καμίνου τοῦ πῦρὸς τῆς καιομένης, καὶ ἐκ τῶν χειρῶν σου, βασιλεῦ, ῥύσεται ἡμᾶς.
 (Διότι ὑπάρχει ὁ Θεός μας στοὺς οὐρανούς, τὸν Ὁποῖο ἐμεῖς λατρεύουμε καὶ ὁ Ὁποῖος εἶναι δυνατὸς νὰ μᾶς περιφρουρήσει ἀπὸ τὴν φλόγα τῆς καμίνου τῆς καιομένης καὶ νὰ μᾶς γλυτώσει ἀπὸ τὰ χέρια σου· ἀλλὰ καὶ αὐτὸ ἐὰν δὲν γίνει, μάθε, βασιλιᾶ μου, ὅτι ἐμεῖς τοὺς θεούς σου δὲν θὰ τοὺς λατρεύσουμε, καὶ τὸ ἄγαλμα, τὸ ὁποῖον ἐσὺ ἔστησες, δὲν θὰ τὸ προσκυνήσουμε)»  (Δαν.3,17-18), κατὰ τὸ παράδειγμα τοῦ Ἀβραάμ, ὁ ὁποῖος ἔφερε τὸν υἱό του στὸ ὅρος καὶ τὸν θυσίασε, καὶ αὐτὰ δὲν τὰ ἔκανε γιὰ κάποιον μισθό, ἀλλὰ θεωρῶντας μία ἀμοιβὴ μέγιστη, τὴν ὑπακοὴ στὸν Κύριο.

Αὐτοὺς ἂς τοὺς μιμούμαστε καὶ ἐμεῖς· διότι ἔτσι θὰ ἔλθει σὲ ἐμᾶς ἄφθονη ἡ ἀνταπόδοση τῶν ἀγαθῶν, ὅταν μὲ τέτοια ἀγαθὰ κίνητρα πράττουμε τὰ πάντα, ὁπότε θὰ ἐπιτύχουμε λαμπρότερους στεφάνους· αὐτοὺς εἴθε νὰ τοὺς ἐπιτύχουμε ὅλοι ἐμεῖς μὲ τὴ χάρη καὶ τὴ φιλανθρωπία τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, στὸν ὁποῖο μαζὶ μὲ τὸν Πατέρα καὶ τὸ ἅγιο Πνεῦμα ἀνήκει ἡ δόξα στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν.

Ὁμιλία Κα΄(επιλεγμένο ἀπόσπασμα)

«Οὐκ εἰμὶ ἀπόστολος; οὐκ εἰμὶ ἐλεύθερος; οὐχὶ Ἰησοῦν Χριστὸν τὸν Κύριον ἡμῶν ἑώρακα; οὐ τὸ ἔργον μου ὑμεῖς ἐστε ἐν Κυρίῳ; Δὲν εἶμαι ἀπόστολος μὲ ἴσα δικαιώματα μὲ τοὺς ἄλλους ἀποστόλους; Δὲν εἶμαι ἐλεύθερος ὅπως οἱ ἄλλοι χριστιανοί; Δὲν εἶδα τὸν Ἰησοῦ Χριστὸ τὸν Κύριο μας; Καὶ δὲν εἶστε ἐσεῖς τὸ ἔργο ποὺ μὲ τὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ ἐπιτέλεσα;)» (Α΄Κορ.8,13).
 
Ἐπειδὴ εἶπε ὅτι «εἰ βρῶμα σκανδαλίζει τὸν ἀδελφόν μου, οὐ μὴ φάγω κρέα εἰς τὸν αἰῶνα, ἵνα μὴ τὸν ἀδελφὸν μου σκανδαλίσω (ἐάν αὐτὸ ποὺ τρώω γίνεται αἰτία σκανδάλου καὶ ἁμαρτίας γιὰ τὸν ἀδελφό μου, δὲν θὰ φάω ποτὲ ὁποιοδήποτε εἶδος κρέατος, γιὰ νὰ μὴν σκανδαλίσω τὸν ἀδερφό μου)» (Α΄Κορ.8,13), πρᾶγμα τὸ ὁποῖο δὲν εἶχε μὲν κάνει, ὑποσχόταν ὅμως ὅτι θὰ τὸ ἔκανε, ἐὰν παρίστατο ἀνάγκη, γιὰ νὰ μὴ λέει κανεὶς ὅτι «κομπάζεις ἄσκοπα καὶ φιλοσοφεῖς μὲ τὰ λόγια καὶ ὑπόσχεσαι μὲ τὸ στόμα μόνο, κάτι ποὺ εἶναι εὔκολο καὶ σὲ μένα καὶ στὸν καθένα· ἐὰν αὐτὰ τὰ λὲς ἀπὸ τὴν ψυχή σου, δεῖξε μὲ τὰ ἔργα τί καταφρόνησες, γιὰ νὰ μὴν σκανδαλίσεις τὸν ἀδελφό σου», γιὰ τοῦτο ἀναγκάζεται στὴ συνέχεια νὰ προχωρήσει στὴν ἀπόδειξη αὐτῶν ποὺ ἔλεγε καὶ νὰ δείξει ὅτι ἀπεῖχε ἀκόμη καὶ ἀπὸ ὅσα ἐπιτρέπονταν, προκειμένου νὰ μὴν προκαλέσει σκανδαλισμό, ἂν καὶ κανεὶς νόμος δὲν τὸν ἐξανάγκαζε σὲ αὐτό.
Καὶ δὲν εἶναι βέβαια αὐτὸ θαυμαστό, ἂν εἶναι θαυμαστό, ὅτι ἀπεῖχε ἀπὸ ὅσα ἐπιτρέπονταν, γιὰ νὰ μὴ σκανδαλίσει, ἀλλὰ ὅτι τὸ ἔκανε μὲ πολὺ κόπο καὶ κίνδυνο.

«Γιατί», λέγει, «πρέπει νὰ ἀναφέρω τα εἰδωλόθυτα;» «Διότι, ἐνῷ ὁ Χριστὸς παρήγγειλε ὅσοι κηρύττουν τὸ Εὐαγγέλιο νὰ ζοῦν ἀπὸ τοὺς μαθητές τους, ἐγὼ δὲν τὸ ἔκανα αὐτό, ἀλλὰ προτίμησα καὶ ἂν ἀκόμη παρίστατο ἀνάγκη, νὰ πεθάνω ἀπὸ τὴν πεῖνα καὶ νὰ βρῶ τὸν χειρότερο θάνατο, προκειμένου νὰ μὴ λάβω τίποτε ἀπὸ τοὺς κατηχουμένους· ὄχι διότι ἐπρόκειτο νὰ σκανδαλισθοῦν, ἐὰν δὲν λάμβανε, ἀλλὰ ἐπειδὴ ἐπρόκειτο νὰ οἰκοδομηθοῦν, πρᾶγμα τὸ ὁποῖο ἦταν πολὺ σπουδαιότερο».
Καὶ μάρτυρες γι’ αὐτὸ παρουσιάζει αὐτούς, μεταξὺ τῶν ὁποίων ζοῦσε καὶ ἐργαζόμενος καὶ πεινῶντας καὶ στενοχωρούμενος, ἐπειδὴ τρεφόταν ἀπὸ ἄλλους, μὴν τυχὸν τοὺς σκανδαλίσει· διότι πράγματι σκανδαλίζονταν μὲ τὸ τίποτε· αὐτὸς τηροῦσε τὸν νόμο, ἀλλὰ ὅμως σκεπτόταν αὐτοὺς πολὺ περισσότερο.
Ἐφόσον λοιπὸν αὐτὸς ἔπραξε περισσότερα ἀπὸ ὅ,τι καθορίζει ὁ νόμος, γιὰ νὰ μὴ σκανδαλιστοῦν, καὶ ἀπεῖχε ἀκόμη καὶ ἀπὸ ἐπιτρεπόμενα, γιὰ νὰ οἰκοδομήσει ἄλλους, ποιᾶς καταδίκης θὰ ἦσαν ἄξιοι αὐτοὶ οἱ ὁποῖοι δὲν ἀπέχουν ἀπὸ τὰ εἰδωλόθυτα, τὴ στιγμὴ μάλιστα, κατὰ τὴν ὁποία γιὰ τὸν λόγο αὐτὸν πολλοὶ χάνονται, ἐνῷ θὰ ἔπρεπε νὰ τὰ ἀποφύγουν καὶ χωρὶς νὰ ὑπῆρχε ὁ κίνδυνος τοῦ σκανδάλου γιὰ μόνο τὸν λόγο ὅτι εἶναι ἡ τράπεζα τῶν δαιμόνων;

Αὐτὸ λοιπὸν εἶναι ὅλο τὸ νόημα, τὸ ὁποῖο ἀναλύει μὲ πολλοὺς στίχους. Πρέπει ὅμως τὸ θέμα αὐτὸ νὰ τὸ ἀναπτύξει ἐπὶ ἀνωτέρας βάσεως.
Δὲν τὸ θέτει σαφῶς ἔτσι, ὅπως τὸ εἶπα, οὔτε εἰσέρχεται σὲ αὐτὸ εὐθέως· ἀλλὰ ἀρχίζει ἀπὸ ἄλλο σημεῖο λέγοντας τὰ ἑξῆς: «Οὐκ εἰμὶ ἀπόστολος;
(Δεν εἶμαι ἀπόστολος μὲ ἴσα δικαιώματα μὲ τοὺς ἄλλους ἀποστόλους;)» (Α΄Κορ.9,1).
Μαζὶ δηλαδὴ μὲ ὅσα ἔχουν λεχθεῖ καὶ αὐτὴ δὲν εἶναι μικρὴ διαφορά, τὸ νὰ εἶναι ὁ Παῦλος αὐτὸς ποὺ κάνει αὐτὰ· διότι, γιὰ νὰ μὴ λένε ὅτι ἐπιτρέπεται νὰ γεύεται κανείς, ὅταν σφραγίζει τὸ εἰδωλόθυτο μὲ τὸ σημεῖο τοῦ σταυροῦ, πρὸς τὸ παρὸν μὲν δὲν ἀρκεῖται σὲ αὐτό, ἀλλὰ λέει ὅτι, καὶ ἂν ἀκόμη ἐπιτρεπόταν, δὲν ἔπρεπε νὰ τὸ κάνει γιὰ νὰ μὴ σκανδαλιστοῦν οἱ ἀδελφοὶ· κατόπιν ὅμως ἀποδεικνύει ὅτι οὔτε ἐπιτρεπόταν αὐτό.
 
Τώρα ὅμως ἀποδεικνύει τὸ πρῶτο ἀπὸ τὴ δική του περίπτωση· καὶ ἐνῷ πρόκειται νὰ πεῖ ὅτι τίποτε δὲν ἔλαβε ἀπὸ αὐτούς, δὲν τὸ ἀναφέρει εὐθὺς ἀμέσως, ἀλλὰ κατὰ πρῶτον ἀναφέρει τὸ ἀξίωμά του, λέγοντας: «Οὐκ εἰμὶ ἀπόστολος; οὐκ εἰμὶ ἐλεύθερος; Δὲν εἶμαι ἀπόστολος μὲ ἴσα δικαιώματα μὲ τοὺς ἄλλους ἀποστόλους; Δὲν εἶμαι ἐλεύθερος ὅπως οἱ ἄλλοι χριστιανοί;)».
Γιὰ νὰ μὴ λένε δηλαδὴ ὅτι «καὶ ἂν δὲν ἔλαβες τίποτε, δὲν τὸ ἔλαβες, διότι δὲν σοῦ ἐπιτρεπόταν νὰ λάβεις», γιὰ τοῦτο κατὰ πρῶτον ἀναφέρει τὶς αἰτίες, γιὰ τὶς ὁποῖες εὔλογα θὰ λάμβανε, ἐὰν ἤθελε νὰ λάβει κάτι. Ἔπειτα, γιὰ νὰ μὴ φανεῖ ὅτι διαβάλλει ὅσους βρίσκονταν κοντὰ στὸν ἀπόστολο Πέτρο- διότι ἐκεῖνοι λάμβαναν- κατὰ πρῶτον τονίζει ὅτι ἐπιτρεπόταν σὲ ἐκείνους νὰ λαμβάνουν· κατόπιν, γιὰ νὰ μὴν πεῖ κανεὶς ὅτι «στὸν Πέτρο μὲν ἐπιτρεπόταν νὰ λάβει, σὲ ἐσένα ὅμως δὲν ἐπιτρεπόταν», προλαμβάνει τὸν ἀκροατὴ μὲ τὰ ἐγκώμια τοῦ ἑαυτοῦ του.
 
Καὶ ἐπειδὴ ἔβλεπε ὅτι ἦταν ἀνάγκη νὰ ἐγκωμιάσει τὸν ἑαυτό του- διότι ἔτσι διορθώνονταν οἱ Κορίνθιοι- καὶ ἐπειδὴ συγχρόνως δὲν ἤθελε νὰ πεῖ τίποτε ὑπερβολικὸ γιὰ τὸν ἑαυτό του, πρόσεχε πῶς κάνει καὶ τὰ δύο σὲ ὅσο βαθμὸ τὸ ἀπαιτεῖ ἡ ἀνάγκη, ἐπαινῶντας τὸν ἑαυτό του ὄχι τόσο ὅσο εἶχε ἐπίγνωση, ἀλλὰ ὅσο τὸ ἀπαιτοῦσε ἡ ἀνάγκη τῆς προκειμένης ὑποθέσεως.
Ἐνῷ δηλαδὴ μποροῦσε νὰ πεῖ ὅτι «Ἐγὼ προπάντων ἔπρεπε νὰ λαμβάνω καὶ μάλιστα περισσότερα ἀπὸ ἐκείνους, διότι κοπίασα περισσότερο ἀπὸ αὐτούς», δὲν λέει μὲν αὐτό, στὸ ὁποῖο εἶχε ὑπεροχή, γιὰ ὅσα ὅμως ἐκεῖνοι ἦσαν μεγάλοι καὶ γιὰ ὅσα δίκαια λάμβαναν, αὐτὰ μόνο ἀναφέρει, λέγοντας τὰ ἑξῆς: «Δὲν εἶμαι ἀπόστολος; Δὲν εἶμαι ἐλεύθερος;». Δηλαδὴ «δὲν ἐξουσιάζω τὸν ἑαυτό μου; Μήπως εἶμαι ὑπὸ τὴν ἐξουσία κάποιου, ποὺ μὲ ἀναγκάζει καὶ μὲ ἐμποδίζει νὰ λάβω;».

Ἀλλὰ ἐκεῖνοι ἔχουν κάτι ἐπιπλέον, ὅτι ἔζησαν μαζὶ μὲ τὸν Χριστό. «Ἀλλὰ οὔτε καὶ αὐτοῦ στεροῦμαι». Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸν λέει: «Οὐχὶ Ἰησοῦν Χριστὸν τὸν Κύριον ἡμῶν ἑώρακα; (Δὲν εἶδα τὸν Ἰησοῦ Χριστὸ τὸν Κύριό μας;)»
Διότι λέγει: «Ἒσχατον δὲ πάντων ὡσπερεὶ τῷ ἐκτρώματι ὤφθη κἀμοί. (Καὶ τελευταῖα ἀπὸ ὅλους ἐμφανίστηκε καὶ σὲ μένα σὰν σὲ ἔκτρωμα, σὰν ἔμβρυο δηλαδὴ ποὺ παράκαιρα ἀποβλήθηκε ἀπὸ τὴν κοιλιὰ τῆς μητέρας τοῦ)» (Α΄Κορ.15,8).
Δὲν ἦταν καὶ μικρὴ αὐτὴ ἡ τιμή, διότι λέγει: «Πολλοὶ προφῆται καὶ δίκαιοι ἐπεθύμησαν ἰδεῖν ἃ βλέπετε, καὶ οὐκ εἶδον, καὶ ἀκοῦσαι ἃ ἀκούετε, καὶ οὐκ ἤκουσαν.
(Πολλοί προφῆτες καὶ δίκαιοι ἐπιθύμησαν νὰ δοῦν αὐτὰ ποὺ βλέπετε ἐσεῖς, καὶ δὲν ἀξιώθηκαν νὰ τὰ δοῦν. Ἐπιθύμησαν καὶ νὰ ἀκούσουν αὐτὰ ποὺ ἐσεῖς ἀκοῦτε, καὶ δὲν τὰ ἄκουσαν· διότι ἔζησαν σὲ παλιότερα χρόνια καὶ δὲν πρόφθασαν νὰ δοῦν τὴν ἐπίγεια παρουσία μου)» (Ματθ.13,17), καί: «Ἐλεύσονται ἡμέραι ὅτε ἐπιθυμήσετε μίαν τῶν ἡμερῶν τοῦ υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου ἰδεῖν, καὶ οὐκ ὄψεσθε (Θὰ ἔλθουν λοιπὸν μέρες ποὺ θὰ ἐπιθυμήσετε νὰ δεῖτε μία ἀπὸ τὶς ἔνδοξες ἡμέρες τῆς δευτέρας παρουσίας τοῦ υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου˙και δὲν θὰ τὴ δεῖτε)» (Λουκ. 17,22).
 
«Τί λοιπὸν καὶ ἂν εἶσαι ἀπόστολος καὶ ἐλεύθερος καὶ ἔχεις δεῖ τὸν Χριστό, ἐφόσον ὅμως δὲν ἔδειξες ἔργο ἀποστόλου, πῶς δικαιοῦσαι νὰ λαμβάνεις;», θὰ ἔλεγε κάποιος. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸν μετὰ ἀπὸ αὐτά, πρόσθεσε: «Οὐ τὸ ἔργον μου ὑμεῖς ἐστε ἐν Κυρίῳ; (Καὶ δὲν εἶστε ἐσεῖς τὸ ἔργο ποὺ μὲ τὴν βοήθεια τοῦ Θεοῦ ἐπιτέλεσα;)» (Α΄Κορ.9,1).
Διότι τὸ μέγα εἶναι τοῦτο: ἐκεῖνα χωρὶς αὐτὸ δὲν ὠφελοῦν καθόλου. Καὶ ὁ Ἰούδας καὶ ἀπόστολος ἦταν καὶ ἐλεύθερος ἦταν καὶ τὸν Χριστὸ εἶδε, ἀλλὰ ἐπειδὴ δὲν εἶχε ἔργο ἀποστόλου, ἐκεῖνα καθόλου δὲν τὸν ὠφέλησαν. Καὶ ἐπειδὴ εἶπε μεγάλο λόγο, πρόσεχε πῶς τὸν μετριάζει, λέγοντας: «ἐν Κυρίῳ», δηλαδὴ «τοῦ Θεοῦ εἶναι ἔργο, ὄχι δικό μου».
«Εἰ ἄλλοις οὐκ εἰμὶ ἀπόστολος, ἀλλὰ γὲ ὑμῖν εἰμι (Ἐὰν γιὰ ἄλλους δὲν εἶμαι ἀπόστολος τοὐλάχιστον ὅμως γιὰ ἐσᾶς εἶμαι ἀπόστολος)» (Α΄Κορ.9,2).
Βλέπεις ὅτι δὲν λέγει περιττά; Ἂν καὶ μποροῦσε νὰ ἀναφέρει τὴν οἰκουμένη καὶ ἔθνη βάρβαρα καὶ τὴ γῆ καὶ τὴ θάλασσα, ἐν τούτοις δὲν ἀναφέρει τίποτε ἀπὸ ἐκεῖνα, ἀλλὰ νικᾶ χρησιμοποιῶντας τὰ ρητορικὰ σχήματα «κατὰ συνδρομήν» (προσωρινή παραδοχὴ τοῦ ἐπιχειρήματος τοῦ ἀντιδίκου καὶ μετὰ ἀπὸ λίγο μὲ ἰσχυρὰ ἐπιχειρήματα ἐξαναγκασμὸς αὐτοῦ νὰ παραδεχθεῖ τὸ ἀντίθετο) καὶ «ἐκ περιουσίας» (ἀνάπτυξη τοῦ θέματος διεξοδικά).
«Τί μοῦ χρειάζονται», λέγει, «τὰ ἐπιπλέον, ὅταν καὶ αὐτὰ ἀρκοῦν γιὰ τὴν παροῦσα ὑπόθεση; Δὲν ἀναφέρω λοιπὸν ὅσα κατόρθωσα σὲ ἄλλους, ἀλλὰ ὅσων ἐσεῖς εἶστε μάρτυρες. Ὥστε, καὶ ἂν ἀκόμη ἀπὸ πουθενὰ ἀλλοῦ δὲν ἔπρεπε νὰ λάβω, ἀπὸ ἐσᾶς εἶχα κάθε δικαίωμα νὰ λάβω- διότι ὑπῆρξα ὁ διδάσκαλός σας- ἀπὸ αὐτοὺς δὲν ἔλαβα. Ἐὰν γιὰ ἄλλους δὲν εἶμαι ἀπόστολος, γιὰ ἐσᾶς ὅμως τοὐλάχιστον εἶμαι».
Πάλι χρησιμοποιεῖ στὸν λόγο του τὸ σχῆμα «κατὰ συνδρομήν», διότι ἦταν ἀπόστολος τῆς οἰκουμένης.
 
«Ἀλλὰ ὅμως», λέγει, «δὲν λέγω αὐτό, οὔτε μάχομαι καὶ φιλονικῶ, ἀλλὰ ἀναφέρω τὴ δική σας περίπτωση»· «ἡ γὰρ σφραγὶς τῆς ἐμῆς ἀποστολῆς ὑμεῖς ἐστε ἐν Κυρίῳ (διότι ἡ σφραγῖδα μὲ τὴν ὁποία πιστοποιεῖται ἐπίσημα τὸ ἀποστολικό μου ἀξίωμα, μὲ τὴ χάρη τοῦ Κυρίου, εἶστε ἐσεῖς, τοὺς ὁποίους ἐγὼ ὁδήγησα στὸν Χριστό)» (Α΄Κορ.1,2), δηλαδὴ ἡ ἀπόδειξη.
«Καὶ ἂν θέλει κανεὶς νὰ μάθει γιὰ ποιόν λόγο εἶμαι ἀπόστολος, προβάλλω ἐσᾶς· διότι σὲ σᾶς ἐπέδειξα ὅλα τὰ χαρακτηριστικὰ τοῦ ἀποστόλου καὶ τίποτε δὲν ὑστέρησα».

Αὐτὸ ἀκριβῶς τὸ ἀναφέρει καὶ στὴ δεύτερη ἐπιστολή του λέγοντας: «Γέγονα ἄφρων καυχώμενος! ὑμεῖς μὲ ἠναγκάσατε. ἐγὼ γὰρ ὤφειλον ὑφ᾿ ὑμῶν συνίστασθαι· οὐδὲν γὰρ ὑστέρησα τῶν ὑπερλίαν ἀποστόλων, εἰ καὶ οὐδὲν εἰμι. τὰ μὲν σημεῖα τοῦ ἀποστόλου κατειργάσθη ἐν ὑμῖν ἐν πὰσῃ ὑπομονῇ, ἐν σημείοις καὶ τέρασι καὶ δυνάμεσι. τί γὰρ ἐστιν ὃ ἡττήθητε ὑπὲρ τὰς λοιπὰς ἐκκλησίας, εἰ μὴ ὅτι αὐτὸς ἐγὼ οὐ κατενάρκησα ὑμῶν; χαρίσασθέ μοὶ τὴν ἀδικίαν ταύτην.
(Ἔγινα ἀνόητος μὲ τὶς καυχήσεις μου αὐτές! Ἀλλὰ ἐσεῖς μὲ ἀναγκάσατε νὰ γίνω· διότι ἐγὼ εἶχα τὸ δικαίωμα νὰ συστήνομαι ἀπὸ σᾶς καὶ ὄχι νὰ βρίσκομαι στὴν ἀνάγκη νὰ σᾶς συστήσω τὸν ἑαυτό μου. Καὶ εἶχα τὸ δικαίωμα νὰ συστήνομαι ἀπὸ σᾶς, διότι σὲ τίποτε δὲν ἀποδείχτηκα κατώτερος ἀπὸ τοὺς ἄλλους περισσότερο ἐπιφανεῖς ἀποστόλους, ἂν καὶ χωρίς τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ δὲν εἶμαι τίποτε.
Ὅλες τὶς ἀποδείξεις ποὺ πιστοποιοῦν ὅτι εἶμαι ἀπόστολος σᾶς τὶς παρουσίασα ἀνάμεσά σας μὲ κάθε ὑπομονὴ καὶ μὲ διάφορα ὑπερφυσικὰ ἔργα, δηλαδὴ μὲ θεϊκὰ σημεῖα, μὲ ἐκπληκτικὰ θαύματα καὶ μὲ ὑπερφυσικὲς δυνάμεις. Διότι ποιό εἶναι ἐκεῖνο στὸ ὁποῖο φανήκατε κατώτεροι ἀπὸ τὶς ἄλλες Ἐκκλησίες, ἐκτὸς ἀπὸ τὸ ὅτι ἐγὼ δὲν σᾶς ἐπιβάρυνα μὲ ἔξοδα τῆς συντηρήσεώς μου; Συγχωρῆστε μου τὴν ἀδικία αὐτή)» (Β΄Κορ.12,11-13).
Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸν λέει: «Ἡ γὰρ σφραγὶς τῆς ἐμῆς ἀποστολῆς ὑμεῖς ἐστε ἐν Κυρίῳ (διότι ἡ σφραγῖδα μὲ τὴν ὁποία πιστοποιεῖται ἐπίσημα τὸ ἀποστολικό μου ἀξίωμα, μὲ τὴ χάρη τοῦ Κυρίου, εἶστε ἐσεῖς, τοὺς ὁποίους ἐγὼ ὁδήγησα στὸν Χριστό)» (Α΄Κορ.9,2) «καθότι καὶ σημεῖα ἐπέδειξα καὶ μὲ τὸν λόγο μου δίδαξα καὶ κινδύνους ὑπέμεινα καὶ βίο ἔζησα ἄψογο».
Καὶ ὅλα αὐτὰ εἶναι δυνατὸν νὰ τὰ δεῖ κανεὶς μὲ τὶς δύο αὐτὲς ἐπιστολές, πὼς γιὰ καθένα ἀπὸ αὐτά τους φέρει ἀπόδειξη μὲ ἀκρίβεια.


ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
ἐπιμέλεια: Ἑλένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
Ἐπιμέλεια πολυτονισμοῦ: Ἄκτιστον



ΠΗΓΕΣ:

•    https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/08/in-epistulam-i-ad-corinthios.pdf
•    Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου Ἅπαντα τὰ ἔργα, Ὑπόμνημα στὴν Πρὸς Κορινθίους Α΄επιστολήν , πατερικὲς ἐκδόσεις «Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς»(ΕΠΕ), ἐκδ. οἶκος «Τὸ Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1979, τόμος 18, ὁμιλίες Κ΄και Κα΄, σελίδες 572-591 .
•    http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient greek/tools/liddell-scott/index.html
•    Π. Τρεμπέλα, Ἡ Καινὴ Διαθήκη μὲ σύντομη ἑρμηνεία (ἀπόδοση στὴν κοινὴ νεοελληνική), ἐκδόσεις ἀδελφότητος θεολόγων «Ὁ Σωτήρ», ἔκδοση τέταρτη, Ἀθήνα 2014.
•    Ἡ Καινὴ Διαθήκη, Κείμενον καὶ ἑρμηνευτικὴ ἀπόδοσις ὑπὸ Ἰωάννου Κολιτσάρα, ἐκδόσεις ἀδελφότητος θεολόγων «Ἡ Ζωή», ἔκδοση τριακοστὴ τρίτη, Ἀθήνα 2009.
•    Ἡ Παλαιὰ Διαθήκη κατὰ τοὺς ἑβδομήκοντα, Κείμενον καὶ σύντομος ἀπόδοσις τοῦ νοήματος ὑπὸ Ἰωάννου Κολιτσάρα, ἐκδόσεις ἀδελφότητος θεολόγων «Ἡ Ζωή», ἔκδοση τέταρτη, Ἀθήνα 2005.
•    http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia Diathikh/Biblia/Palaia Diathikh.htm
•    http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh Diathikh/Biblia/Kainh Diathikh.htm



Διαβάστε περισσότερα πατῶντας:  Κυριακή τῆς Ἀπόκρεω 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου