Τὸ ἀπύθμενο βάθος τῆς θείας ἀγάπης
Θεολογικὴ μονογραφία στὴν Κυριακὴ τοῦ Ἀσώτου
Λάμπρου Κ. Σκόντζου, Θεολόγου – Καθηγητοῦ
Τὴν δεύτερη Κυριακὴ τοῦ Τριωδίου ὅρισε ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία νὰ ποιοῦμε ἀνάμνηση τῆς πλέον θαυμαστῆς καὶ ψυχοσωτήριας παραβολῆς Κυρίου καὶ Σωτῆρα μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, τοῦ Ἀσώτου υἱοῦ τοῦ Εὐαγγελίου (Λούκ.15,11-33).
Μετὰ τὴ διδακτικὴ παραβολὴ τοῦ Τελώνου καὶ τοῦ Φαρισαίου, ποὺ ἀκούσαμε τὴν προηγούμενη Κυριακή, γιὰ τὴν ἀποκοπὴ τοῦ πάθους τῆς ὑπερηφάνειας καὶ ἐγωπάθειας, ἔρχεται ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία νὰ μᾶς διδάξει τὸ ἄμετρο ἔλεος τοῦ Θεοῦ, τὸ ὁποῖο προσελκύει ἡ εὐλογημένη μετάνοια.
Ἀφοῦ ὁ πιστὸς συναισθανθεῖ τὸν ὄλεθρο τῆς ἐγωπάθειας καὶ κατανοήσει τὴν ἀνάγκη τῆς ταπεινότητας, μπορεῖ νὰ ὁδηγηθεῖ στὸ ἑπόμενο στάδιο, νὰ μάθει καὶ νὰ βιώσει τὴν ἄμετρη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ.
Ἡ παραβολὴ τοῦ Ἀσώτου, σύμφωνα μὲ τὸν Καθηγητὴ κ. Κ. Δεσπότη, «ἀναφέρεται, μὲ ἀπαράμιλλο τρόπο, στὰ κεντρικότερα θέματα τῆς βιβλικῆς σωτηριολογίας: στὴν ἄνευ ὅρων εὐσπλαχνία τοῦ Θεοῦ καὶ στὴ μετανοημένη ἐπιστροφὴ τοῦ ἀνθρώπου πρὸς αὐτόν. Ἰδιαίτερα τονίζεται τὸ στοιχεῖο τῆς χαρᾶς τοῦ πατέρα, δηλαδὴ τοῦ Θεοῦ, καὶ τοῦ γιοῦ του ποὺ ἐπιστρέφει στὸ σπίτι» 1.
Τὴν διέσωσε ὁ εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς στὸ Εὐαγγέλιό του (18ο κεφ.) καὶ φανερώνει τὸ ἀπύθμενο βάθος τοῦ θείου ἐλέους καὶ διαλύει τὰ ἐρέβη τῆς ἀπελπισίας, ποὺ σπέρνει ὁ διάβολος στὶς ψυχὲς τῶν ἁμαρτωλῶν, ὅτι δῆθεν δὲν ὑπάρχει ἐλπίδα σωτηρίας γιὰ τὸν ἁμαρτωλό, ὅτι αὐτὸς εἶναι ὁριστικὰ χαμένος, ὅτι δῆθεν εἶναι μισητὸς ἀπὸ τὸ Θεὸ καὶ ὡς ἐκ τούτου μπορεῖ νὰ ἐμμένει στὴν δίνη τῆς ἁμαρτίας καὶ νὰ ὁδεύει πρὸς τὸν θάνατο.
Ὁ Χριστὸς δίδαξε τὴν παραβολὴ τοῦ Ἀσώτου γιὰ νὰ ἀποσπάσει τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τὶς λαθεμένες, τὶς ἀπαράδεκτες ἀντιλήψεις, ποὺ εἶχε σχηματίσει, στὸ διάβα τῶν αἰώνων τοῦ πνευματικοῦ σκοτασμοῦ του, γιὰ τὸ Θεό. Ἀφ' ὅτου ἀποσκίρτησε ἀπὸ Αὐτόν, μὲ τὴν πτώση του, γρήγορα λησμόνησε τὴν σχέση ἀγάπης, ἀμεσότητας καὶ κοινωνίας ποὺ εἶχε μαζί Του στὸν Παράδεισο 2 καὶ δημιούργησε, στὸ σκοτισμένο ἀπὸ τὴν ἁμαρτία καὶ τὴν πνευματικὴ ἀλλοτρίωση μυαλό του, εἰκόνα φόβητρου γιὰ Ἐκεῖνον.
Εἶναι χαρακτηριστικὴ ἄλλωστε ἡ φράση τοῦ Ἀδάμ, μετὰ τὴν παρακοὴ «τῆς φωνῆς σου ἤκουσα περιπατοῦντος ἐν τῷ παραδείσῳ καὶ ἐφοβήθην» (Γέν.3,10).
Ἦταν ἡ πρώτη φορὰ ποὺ ἔνοιωσε αὐτὸ τὸ φοβερὸ συναίσθημα, τὸ φρικτὸ ὑπαρξιακό του κενό, τὴν στέρηση τῆς ἀσφάλειας ποὺ εἶχε ἡ κοινωνία του μὲ τὸ Θεό.
Αὐτὴ ἡ φρίκη θὰ τὸν συνοδεύει πλέον σὲ κάθε στιγμὴ τῆς ζωῆς του καὶ θὰ τὸν βασανίζει ἀνηλεῶς. Ἔτσι δὲν θὰ τὸν συνδέει πλέον μὲ τὸ Θεὸ ἡ χαρά, ἡ ἀσφάλεια, ἡ ἱλαρότητα, ἡ ἀγάπη, ἀλλὰ βαθὺ καὶ βασανιστικὸ αἴσθημα φόβου, τρόμου, ἐνοχῶν, αἴσθηση μίσους ἐναντίον του καὶ ἐκδικητικὴ μανία ἀπὸ μέρους τοῦ Θεοῦ.
Αὐτὴ ἡ φρίκη εἶναι ἀποτυπωμένη σὲ ὅλες τὶς θρησκεῖες, ποὺ ὁ πτωτικὸς ἄνθρωπος δημιούργησε, γιὰ νὰ γεφυρώσει ἀνεπιτυχῶς τὸ ἀγεφύρωτο χάσμα ποὺ εἶχε ἀνοιχτεῖ ἀνάμεσά τους.
Ὅλοι οἱ «θεοὶ» τῶν εἰδωλολατρικῶν θρησκευμάτων, ὄχι μόνο δὲν εἶχαν ἀγαθὴ φύση, ἀλλὰ διακατέχονταν ἀπὸ ἀπίστευτες κακότητες. Καὶ τοῦτο διότι, ἦταν ποιημένοι κατ’ εἰκόνα καὶ ὁμοίωση τῶν κακῶν ἀνθρώπων, ποὺ τούς δημιουργοῦσαν, ἀντανακλάσεις τῶν δικῶν τους κακοτήτων, ἀθλιοτήτων καὶ παθῶν.
Πιστεύονταν ὅτι διέπρατταν τὰ εἰδεχθέστατα τῶν ἐγκλημάτων (γενοκτονίες, φόνους, ἀπάτες, μοιχεῖες, πορνεῖες, αἱμομιξίες, βιασμούς, κτηνοβασίες, κλοπές, κ.α.), ὥστε σύγχρονος ἐπίσκοπος εἶχε σημειώσει, πὼς ἂν δικάζονταν ἀπὸ σημερινὰ δικαστήρια θὰ καταδικάζονταν μὲ τὶς μέγιστες τῶν ποινῶν!
Κι’ ἀκόμα, ὅπως ἀναφέρει διακεκριμένος συγγραφέας, οἱ ἀρχαῖοι ἀπέφευγαν νὰ μιμοῦνται, ὡς πρὸς τὸ ἦθος τους, τοὺς «θεούς», καὶ ὀσάκις τοὺς μιμήθηκαν μετέβαλλαν τὴν κοινωνία σὲ κόλαση!
Οἱ «θεοὶ» ἦταν προπάντων μισάνθρωποι. Μισοῦσαν καὶ ζήλευαν τοὺς ἀνθρώπους καὶ ἐπιδίωκαν νὰ τοὺς στέλνουν συμφορὲς καὶ τιμωρίες.
Αὐτὴ ἡ ἀντίληψη ἔσπερνε στοὺς ἀνθρώπους τὴν ἀνησυχία, τὸ φόβο γιὰ τὴν «θεία» ἐκδικητικότητα καὶ γιὰ τοῦτο εἶχαν ἐπινοήσει φρικτὲς τελετουργίες, ὅπως ἀνθρωποθυσίες, γιὰ νὰ κατευνάσουν τὴν μήνη τους. Δὲν εἶναι τυχαῖες ἔννοιες καὶ ἐκφράσεις, ὅπως «θεομηνίες», ποὺ ἔφτασαν ὡς τὶς μέρες μας.
Ἀλλὰ καὶ οἱ Ἑβραῖοι, παρὰ τὸ γεγονὸς ὅτι εἶχαν λάβει μέρος τῆς θείας ἀποκαλύψεως, δὲν μποροῦσαν νὰ μὴν θεωροῦν τὸ Θεὸ ὡς ἕνα ὑπερκόσμιο φόβητρο. Ἡ ἔννοια τοῦ «φόβου Θεοῦ» εἶναι διάσπαρτη στὰ ἱερὰ βιβλία τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης.
Ἀντίθετα μὲ αὐτὲς τὶς λαθεμένες ἀνθρώπινες ἀντιλήψεις ὁ Θεὸς ὑπάρχει αἰωνίως ὡς ἀγάπη, «ὁ Θεὸς ἀγάπη ἐστὶ» (Α΄ Ἰωάν.4,16) καὶ ποτὲ δὲν ἔπαψε νὰ ἀγαπᾶ τὸ πλανεμένο πλάσμα του, τὸν ἀποστατημένο ἄνθρωπο.
Ἀπὸ ἄμετρη ἀγάπη γ’ αὐτόν, ἔστειλε τὸν Υἱό Του στὸν κόσμο νὰ ἀπολυτρώσει τὸ ἀνθρώπινο γένος ἀπὸ τὴν αἰχμαλωσία τοῦ Σατανᾶ, τὴν δουλεία τῆς ἁμαρτίας, τὴ φθορὰ καὶ τὸ θάνατο.
«Οὕτως γὰρ ἠγάπησεν ὁ θεὸς τὸν κόσμον ὥστε τὸν υἱὸν τὸν μονογενῆ ἔδωκεν, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτὸν μὴ ἀπόληται ἀλλὰ ἔχῃ ζῶὴν αἰώνιον» (Ἰωάν.3,16) καὶ «τοῦ ἰδίου υἱοῦ οὐκ ἐφείσατο, ἀλλ᾿ ὑπὲρ ἡμῶν πάντων παρέδωκεν αὐτόν» (Ρωμ.8,32).
Ἡ σωτηρία μας λοιπὸν εἶναι προϊὸν τῆς θείας ἀγάπης! Μόνο ὑπ’ αὐτὴ τὴν προοπτικὴ μπορεῖ νὰ γίνει κατανοητὴ ἡ θεία κένωση (Φιλιπ.2,1), ἡ σωτήρια ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ, ἡ «ἔξοδός» Του ἀπὸ τὴ θεία μακαριότητά Του!
Κατὰ τὸν ἱερὸ Χρυσόστομο: «Ἐμεῖς στερηθήκαμε τὸ γνώρισμα τῆς ὑιότητας, Ἐκεῖνος τὸ τῆς πατρότητας δὲν ἀπέβαλε»3 !
Ὁ ἄνθρωπος κατέστη ἀδύνατος νὰ αὐτολυτρωθεῖ καὶ αὐτὴ τὴν ἀδυναμία τὴν ἀναλαμβάνει ἡ θεία ἀγάπη, ἡ ὁποία φτάνει μέχρι τοῦ σταυρικοῦ θανάτου τοῦ Χριστοῦ, «θανάτου δὲ σταυροῦ» (Φιλιπ.2,2).
Ἡ θαυμάσια εἰκόνα τοῦ στοργικοῦ πατέρα τῆς παραβολῆς τοῦ ἀσώτου υἱοῦ, μᾶς βοηθᾶ νὰ καταλάβουμε ὅτι ὑπάρχει γιὰ ὅλους ἐμᾶς τοὺς ἀνθρώπους ὁ Οὐράνιος στοργικὸς Πατέρας μας, ὁ Θεὸς τῆς ἀγάπης καὶ τῶν οἰκτιρμῶν, ὁ Ὁποῖος «λειώνει» ἀπὸ στοργὴ καὶ ἀγάπη γιὰ μᾶς καὶ περιμένει μὲ λαχτάρα τὸ γυρισμό μας κοντά Του!
Ἐπειδὴ μᾶς ἀγαπᾶ, μᾶς ἔπλασε ἐλεύθερους, ἀκόμα καὶ νὰ μποροῦμε νὰ ἀπομακρυνθοῦμε ἀπὸ Αὐτόν, δίνοντάς μας καὶ τὸ «μερίδιο τῆς περιουσίας μας».
Νὰ μποροῦμε νὰ μεταναστεύσουμε σὲ «χῶρες μακρινές», νὰ σπαταλήσουμε μὲ ἀσωτίες ὅ, τί κληρονομήσαμε ἀπὸ Αὐτόν.
Νὰ πεινάσουμε καὶ νὰ καταντήσουμε βρωμεροὶ «βοσκοὶ χοίρων», τρεφόμενοι μὲ τὰ ξυλοκέρατα τῆς ἁμαρτίας.
Παρὰ ταῦτα, δὲν θὰ μᾶς μισεῖ. Πνίγει τὸν «πόνο» γιὰ τὴν κατάντια μας στὰ στοργικά του στήθη καὶ θὰ περιμένει τὸν γυρισμό μας.
Καὶ ὅταν πάρουμε τὴ μεγάλη ἀπόφαση τοῦ γυρισμοῦ, θὰ ἐξέλθει τοῦ ἀρχοντικοῦ Του, νὰ μᾶς προϋπαντήσει, νὰ μᾶς ἀγκαλιάσει, νὰ μᾶς φιλήσει, ὄντας βρωμεροὶ καὶ τρισάθλιοι, ἀπὸ τὸ βοῦρκο τῶν ἁμαρτιῶν μας, νὰ μᾶς βγάλει τὰ κουρέλια μας, νὰ μᾶς ντύσει πολυτελῆ ἐνδύματα, νὰ μᾶς φορέσει τὸ δακτυλίδι, δεῖγμα τῆς ἀρχοντικῆς μας καταγωγῆς, νὰ μᾶς παραθέσει πλουσιότατο δεῖπνο, σφάζοντας τὸ πιὸ διαλεχτὸ μοσχάρι καὶ νὰ ὀργανώσει λαμπρὸ γλέντι γιὰ χάρη μας!
Ἡ σημαντικὴ λεπτομέρεια τῆς παραβολῆς εἶναι ὅτι ὁ στοργικὸς πατέρας, ὅταν ὑποδέχτηκε τὸν ἄσωτο γιό του, δὲν τοῦ ζήτησε ἐξηγήσεις γιὰ τὴν φυγή του καὶ τὴν ἄσωτη ζωή του.
Καὶ ἐπειδὴ ἤξερε ὅτι ὁ ἀγαπημένος γιός του δὲν ἤξερε τί ἔκανε, ὅταν ἔφυγε ἀπὸ κοντά του. Νόμιζε λαθεμένα ὅτι δι’ αὐτοῦ τοῦ τρόπου καὶ μακριὰ ἀπὸ τὸν ἀγαθὸ καὶ στοργικὸ πατέρα του θὰ πραγμάτωνε τὸν ἑαυτό του. Τὸ σφάλμα του γιοῦ του ἦταν ἡ συσκότιση τοῦ νοῦ του καὶ ἐπειδὴ αὐτὸς «ἦλθεν εἰς ἑαυτόν», ἦρθε στὰ συγκαλά του, κατάλαβε τὸ λάθος του, μετανόησε, τὸν δέχτηκε ἄκριτα καὶ ἀτιμωρητί!
Δὲν εἶχε κανένα νόημα ὁ ἔλεγχος, ἢ τὸ χειρότερο οἱ ἐπιβαλλόμενες τιμωρίες, ποὺ ἐπισεῖον οἱ πράξεις του! Τίποτε ἀπὸ ὅλα αὐτά!
Φτάνει ποὺ γύρισε, καθότι «νεκρὸς ἢν καὶ ἀνέζησε καὶ ἀπολωλὸς καὶ εὑρέθη» (Λουκ.18,24)!
Ὁ ἄσωτος γιὸς τοῦ ζήτησε νὰ γίνει δοῦλος του, ἀλλὰ ἐκεῖνος τὸν ἀποκατέστησε στὴ θέση τοῦ παιδιοῦ του! Σύμφωνα μὲ τὸν Νικόλαο Καβάσιλα: «Ὁ Θεὸς εἶναι: πιὸ στοργικὸς ἀπὸ κάθε φίλο, πιὸ δίκαιος ἀπὸ κάθε κυβερνήτη, πιὸ τρυφερὸς ἀπὸ κάθε πατέρα, πιὸ πολὺ μέλος μας ἀπὸ ὅσο τὰ ἴδια μας τὰ μέλη, πιὸ ἀναγκαῖος σὲ ἐμᾶς ἀπὸ τὴν ἴδια τήν καρδιά μας»4.
Ὁ ἀντίδικος διάβολος ἐπιτίθεται «ὡς λέων ὠρυόμενος» (Α΄Πετρ.5,8) κατὰ τοῦ ἀνθρώπου, τὸν πολεμᾶ μὲ λύσσα καὶ δὲν τὸν ἀφήνει νὰ ἔρθει «εἰς ἑαυτόν».
Τοῦ βάζει ἄπειρα ἐμπόδια, γιὰ νὰ τοῦ ματαιώσει κάθε διάθεση μετάνοιας. Τὸ χειρότερο καὶ πλέον ἀποτελεσματικὸ ἐμπόδιο, ποὺ τοῦ βάζει, εἶναι ἡ ἀπελπισία.
Βάζει στὸ μυαλὸ τοῦ ἁμαρτωλοῦ ἀπαισιόδοξες σκέψεις καὶ ἰδέες, ὅτι δῆθεν ὁ Θεὸς τὸν μισεῖ καὶ δὲν θὰ τὸν συγχωρήσει γιὰ τὴν ἀμαρτωλότητά του, κρατῶντας τὸν δέσμιο τῆς ἁμαρτίας καὶ τοῦ κακοῦ. Ὅμως ὁ ἁμαρτωλός, τὸ πρῶτο πρᾶγμα ποὺ ἔχει νὰ σκεφτεῖ, εἶναι ὅτι ὁ Θεὸς ποτὲ δὲν ἔπαψε νὰ τὸν ἀγαπᾶ καὶ τὸν προσμένει ἐναγωνίως νὰ ἐπιστρέψει στὶς στοργικές του ἀγκάλες. Νὰ στηρίξει τὶς ἐλπίδες του στὸ ἀπύθμενο θεῖο ἔλεος, τὸ ὁποῖο μπορεῖ νὰ σβήσει ἀκόμα καὶ τὸ μεγαλύτερο κρῖμα.
Αὐτὴ εἶναι ἡ ὀρθόδοξη διδασκαλία καὶ πίστη γιὰ τὴν ἄμετρη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν σωτηρία μας, ὡς καρπὸ αὐτῆς τῆς ἀγάπης.
Ἀντίθετα, στὴν αἱρετικὴ ἑτεροδοξία καὶ κύρια στὸν αἱρετικὸ δυτικὸ Χριστιανισμό, ἡ ἔννοια τῆς ἀγάπης ἔχει πνιγεῖ στὴν ἔννοια τῆς δικονομίας, τῆς νομικῆς σχέσης τοῦ Θεοῦ μὲ τὸν ἄνθρωπο καὶ τανάπαλιν.
Μὲ τὴν ἄκρως βλάσφημη σχολαστικὴ διδασκαλία «περὶ τῆς ἱκανοποιήσεως τῆς θείας δικαιοσύνης», ὁ Θεὸς δὲν εἶναι ἀγάπη, ἀλλὰ ἄτεγκτη δικαιοσύνη, ἡ ὁποία ἐπειδὴ ἔχει προσβληθεῖ ἀπὸ τὴν ἁμαρτία μας, διψᾶ γιὰ τὴν ἱκανοποίησή της καὶ ἡδονίζεται ἀκούγοντας τὶς κραυγὲς τῶν ἁμαρτωλῶν στὴν κόλαση!
Ἡ ἁμαρτία δὲν λογίζεται ὡς ἀστοχία, ὡς λαθεμένη ἐπιλογή, ὡς ἀσθένεια τῆς ψυχῆς, ἡ ὁποία χρήζει θεραπείας, ἀλλὰ παράβαση νόμου καὶ ὡς ἐκ τοῦτο ὁ ἁμαρτωλός, ἀνάλογα μὲ τὴν βαρύτητα τῆς ἁμαρτίας, ὀφείλει νὰ ὑποστεῖ ποινή, νὰ «πληρώσει» γιὰ νὰ «ἐξιλεωθεῖ»!
Ἡ εἰκόνα τοῦ Θεοῦ τῆς ἀγάπης, ποὺ διδάσκει ἡ παραβολὴ τοῦ ἀσώτου, δὲν γίνεται δεκτὴ ἀπὸ τὸν δυτικὸ Χριστιανισμό.
Ἐξυπακούεται πὼς ἡ βλάσφημη αὐτὴ θεώρηση γιὰ τὸν «ὀργίλο Θεό», γέννησε δεκάδες ἄλλες πλάνες (καθαρτήριο, ἀξιομισθία τῶν ἁγίων, συγχωροχάρτια, κλπ) καὶ τὸ χειρότερο: ὁδήγησε, δικαιολογημένα, στὴν ἄρνηση τῆς ὕπαρξής του καὶ στὴν μαχητικὴ ἀθεΐα!5
Ὁ ἅγιος Ἰουστῖνος Πόποβιτς ἔγραψε: «Ἴσως τὸ τραγικότερο ἔγκλημα στὴν ἱστορία τοῦ ἀνθρωπίνου γένους εἶναι ἡ συκοφαντία αὐτοῦ τοῦ Θεοῦ καὶ τῆς ἀγάπης Του, ὅπως ἔγινε ἀπὸ τὸν Δυτικὸ χριστιανισμὸ κατὰ τὸν Μεσαίωνα, ἀλλὰ καὶ ἀργότερα.
Ὁ Θεὸς τῆς ἀγάπης καὶ τῆς συγγνώμης ἔγινε ξαφνικὰ ἕνας Θεὸς τιμωρὸς καὶ ἕνας πατέρας σαδιστὴς ποὺ περιμένει νὰ τιμωρήσει τὸν ἀδύναμο καὶ ἁμαρτωλὸ ἄνθρωπο. Ἡ ἀθεΐα ὡς φαινόμενο ἐμφανίστηκε βασικὰ ὡς ἄρνηση αὐτοῦ τοῦ ψεύτικου Θεοῦ.
Γιατί ἀλήθεια ποιός θὰ ἀρνοῦνταν ἕναν Θεὸ σὰν τὸν πατέρα τοῦ Ἀσώτου; Τὸν Θεὸ τῆς ἀγάπης, τὸν Θεὸ ποὺ σαρκώθηκε καὶ πέθανε πάνω στὸν Σταυρὸ γιὰ τὸν ἁμαρτωλὸ ἄνθρωπο, τὸν Θεὸ ποὺ μᾶς περιμένει, ὅπως ὁ πατέρας τοῦ Ἀσώτου. Περιμένει νὰ γυρίσουμε ὅλοι οἱ ἄσωτοι στὴν οἰκία μας, τὴν Ἐκκλησία Του». 6
Ἡ παραβολὴ τοῦ ἀσώτου υἱοῦ εἶναι ἀπὸ τὰ βασικότερα κεφάλαια τῆς Ἁγίας Γραφῆς. Κάποιοι, δικαίως ὑποστηρίζουν, πὼς ἂν χάνονταν ὁλόκληρη ἡ Ἁγία Γραφή, καὶ διασώζονταν αὐτὴ ἡ παραβολὴ θὰ ἦταν ἱκανὴ νὰ διδάξει τὴν ὁδὸ τῆς σωτηρίας σὲ κάθε ἁμαρτωλό.
Ἡ παραβολὴ αὐτὴ ἀποτελεῖ τὴν πεμπτουσία τοῦ σχεδίου τῆς θείας οἰκονομίας. Διορθώνει τὴ λαθεμένη περὶ Θεοῦ ἀντίληψη, ἀποκαλύπτοντας τὸ Θεὸ ὡς στοργικὸ πατέρα, ὁ ὁποῖος δέχεται τὴ μετάνοια τῶν ἁμαρτωλῶν καὶ τοὺς ἀποκαθιστᾶ στὴ βασιλεία Του.
Διδάσκει τὴ μετάνοια, ὡς τὴν μέγιστη δωρεὰ τοῦ Θεοῦ πρὸς ἡμᾶς, γιὰ νὰ μποροῦμε νὰ σηκωνόμαστε κάθε φορὰ ποὺ πέφτουμε.
Εἶναι ἡ δυναμικὴ ἀνανέωση τοῦ Ἱεροῦ Μυστηρίου τοῦ Βαπτίσματος. Γι’ αὐτὸ καὶ οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας τονίζουν μὲ ἔμφαση τὴ διαρκῆ μετάνοια.
Αὐτὴ τὴν ἱερὴ περίοδο ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία μας καλεῖ νὰ ἔρθουμε καὶ ἐμεῖς «εἰς ἑαυτόν», νὰ μετανοήσουμε γιὰ τὶς ἁμαρτωλὲς καὶ ἄσωτες ἐπιλογές μας, νὰ πάρουμε τὴ μεγάλη ἀπόφαση νὰ γυρίσουμε στὸ σπίτι τοῦ πατέρα μας, ἔχοντας τὴν ἀκράδαντη πεποίθηση ὅτι ἔχουμε Πατέρα στοὺς οὐρανούς, «δυνάμενον συμπαθῆσαι ταῖς ἀσθενείαις ἡμῶν» (Ἐβρ. 4, 15) καὶ τὴν διαρκῆ μακάρια καὶ ἐλπιδοφόρα ἐνθύμηση ὅτι, «χαρὰ ἔσται ἐν τὼ οὐρανῷ ἐπὶ ἑνὶ ἁμαρτωλῷ μετανοοῦντι ἢ ἐπὶ ἐνενήκοντα ἐννέα δικαίοις, οἵτινες οὐ χρείαν ἔχουσιν μετανοίας» (Λουκ.15,7)!
__________________
1. https://fdathanasiou.wordpress.com/2021/02/27/%CF%83%CF%87%CF%8C%CE%BB%CE%B9%CE%B1-%CF%83%CF%84%CE%B7%CE%BD-%CF%80%CE%B1%CF%81%CE%B1%CE%B2%CE%BF%CE%BB%CE%AE-%CF%84%CE%BF%CF%85-%CE%B1%CF%83%CF%8E%CF%84%CE%BF%CF%85/
2. Γένεσις .......
3. (Πηγή: Ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου, "Πνευματικὰ Γυμνάσματα", μελέτη ΙΕ΄, σελίδες 127-137, 4η ἔκδοσις, Νέα σκήτη Ἁγίου Ὅρους)
4. Ὅπου ἀνωτέρω
5. Βλ. Χρ. Γιανναρά, Ἀλφαβητάρι τῆς Πίστης, σέλ.170, Ἀθήνα 1984
6. https://www.epiaspalathon.gr/skepseis-epi-aspalathon/paraboli-toy-asotoy-yioy/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου