Απόσπασμα ἀπὸ τὸν Βίο τοῦ ἁγίου Ἀντωνίου τοῦ Μεγάλου ποὺ συνέγραψε ὁ Μέγας Ἀθανάσιος
«Κάποτε λοιπὸν δύο φιλόσοφοι ἦλθαν πρὸς αὐτόν, εἰδωλολάτρες, ποὺ νόμιζαν ὅτι μποροῦν νὰ ἐλέγξουν τὸν Ἀντώνιο. Ἦταν στὸ ὅρος τὸ ἔξω. Ὁ Ἀντώνιος κατάλαβε ποιοί ἄνθρωποι εἶναι ὅταν τοὺς εἶδε καὶ ἐξῆλθε πρὸς αὐτοὺς καί εἶπε μὲ διερμηνέα: "Γιατί τόσο πολὺ κοπιάσατε νὰ ἔλθετε, ὦ φιλόσοφοι, πρὸς ἀνόητο ἄνθρωπο;" Ὅταν εἶπαν αὐτοὶ ὅτι δὲν εἶναι ἀνόητος, ἀλλὰ καί πολὺ φρόνιμος, εἶπε πρὸς αὐτούς: "Ἂν μὲν πρὸς ἀνόητο ἤλθατε, περιττὸς ὁ κόπος σας.
Αν ὅμως ἐσεῖς (ἤλθατε) πρὸς ἐμένα, νὰ γίνετε ὅπως ἐγώ. Ἐπειδὴ εἶμαι Χριστιανός. Αὐτοὶ θαυμάζοντας ἀνεχώρησαν ἐπειδὴ ἔβλεπαν καὶ τούς δαίμονες νὰ φοβοῦνται τὸν Ἀντώνιο...
Όταν ἄλλοι ἀπὸ αὐτοὺς τὸν συνάντησαν πρὸς τὸ ὅρος το ἔξω καὶ νόμισαν ὅτι θὰ τὸν χλευάσουν ἐπειδὴ δὲν εἶχε μάθει γράμματα, εἶπε πρὸς αὐτοὺς ὁ Ἀντώνιος: "Ἐσεῖς τί λέτε; Ποιό εἶναι πρῶτο, ὁ νοῦς ἤ τὰ γράμματα; καὶ ποιό εἶναι αἴτιο ποίου, ὁ νοῦς τῶν γραμμάτων, ἢ τά γράμματα τοῦ νοῦ;"
Ὅταν αὐτοὶ ἀπάντησαν ὅτι πρῶτος εἶναι ὁ νοῦς καὶ αὐτὸς εἶναι ὁ ἐφευρέτης τῶν γραμμάτων, τοὺς εἶπε ὁ Ἀντώνιος: "Σὲ ὅποιον λοιπὸν ὁ νοῦς ὑγιαίνει, σὲ αὐτὸν δὲν εἶναι ἀναγκαῖα τὰ γράμματα".
Μὲ αὐτὸ καὶ τοὺς παρόντες καὶ αὐτοὺς ἐξέπληξε. Ἀπῆλθαν λοιπόν θαυμάζοντας, ἐπειδὴ τόση πολλὴ σύνεση ἔβλεπαν σὲ ἀγράματο ἄνθρωπο. Καί ἐπειδὴ δὲν εἶχε ἄγριο τὸ ἦθος, λόγῳ τοῦ ὅτι ἀνατράφηκε στὸ ὅρος καὶ ἐκεῖ ἐγέρασε, ἀλλὰ ἦταν γεμᾶτος χάρη καὶ κοινωνικός. Καὶ τὸν λόγο τὸν εἶχε νοστιμίσει μὲ τὸ θεῖο ἁλάτι, ἔτσι ὥστε κανεὶς δὲν τὸν φθονοῦσε, ἀλλὰ νά χαίρονται μὲ αὐτόν, ὅλοι ὅσοι ἔρχονταν πρὸς αὐτόν.
Μετὰ ἀπὸ αὐτὰ ἔτυχε νὰ ἔλθουν πάλι μερικοὶ ἀπὸ αὐτούς. Κι ἦταν ἀπό αὐτοὺς ποὺ οἱ εἰδωλολάτρες θεωροῦσαν σοφούς. Καὶ ἀπαιτοῦσαν λόγο ἀπό αὐτὸν λόγο περὶ τῆς πίστης μας στὸν Χριστό. Καὶ ἐπεχείρησαν νὰ μιλήσουν γιὰ τὸ κήρυγμα τοῦ Θείου Σταυροῦ καὶ ἤθελαν νὰ χλευάσουν.
Ὁ Ἀντώνιος λυπήθηκε τὴν ἄγνοιά τους, ἔλεγε μὲ διερμηνέα, ποὺ καλῶς διερμήνευε: "Τί εἶναι καλύτερο;
Νὰ ὁμολογοῦμε τὸν Σταυρὸ ἢ μοιχεῖες καὶ δολοφονίες παιδιῶν νὰ προσάπτετε σὲ αὐτοὺς ποὺ ὀνομάζετε θεούς; Ἐπειδὴ τὸ πρῶτο ποὺ λέμε ἐμεῖς εἶναι ἀπόδειξη ἀνδρείας καὶ γνώρισμα καταφρονήσεως θανάτου, ἐνῷ τὰ δικά σας εἶναι ἀσέλγειας πάθη.
Έπειτα τί εἶναι καλύτερο νὰ λέμε, ὅτι ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ δὲν μεταβλήθηκε, ἀλλὰ παραμένοντας ὁ Ἴδιος, γιὰ τὴν σωτηρία καὶ τὴν εὐεργεσία των ἀνθρώπων, ἔλαβε σῶμα ἀνθρώπινο, ἔτσι ὥστε νὰ κοινωνήσει τὴν ἀνθρώπινη φύση καὶ νὰ κάνει τοὺς ἀνθρώπους νὰ κοινωνήσουν τὴν θεία καὶ νοερὴ φύση, ἢ νὰ ἐξομοιώνετε τὸν Θεὸ μὲ ἄλογα ζῶα, καὶ γιὰ αὐτὸ νὰ σέβεστε τετράποδα κι ἑρπετὰ καὶ ὁμοιώματα ἀπὸ ἀνθρώπους;
Ἐπειδὴ αὐτὰ εἶναι τὰ σεβάσματα σὲ ἐσᾶς τοὺς σοφούς. Καὶ πὼς τολμᾶτε νά μᾶς χλευάζετε ἐμᾶς ἐπειδὴ λέμε ὅτι ὁ Χριστὸς φανερώθηκε σὰν ἄνθρωπος, ὅταν ἐσεῖς λέτε ὅτι ἡ ψυχὴ χωρίστηκε ἀπὸ τὸν οὐρανό, καὶ λέτε ὅτι πλανήθηκε ἡ ψυχὴ καὶ ἔπεσε ἀπὸ τὴν ἁψῖδα τῶν οὐρανῶν σὲ σῶμα, καὶ μακάρι σὲ ἀνθρώπινο, καὶ ὄχι καὶ σὲ τετράποδα καὶ σὲ ἑρπετὰ νὰ ἔρχεται καὶ νά πέφτει.
Ἐπειδὴ ἡ δική μας πίστη λέει τὴν παρουσία τοῦ Χριστοῦ λόγῳ τῆς τῆς σωτηρίας τῶν ἀνθρώπων. Ἐσεῖς ὅμως πλανᾶσθε ὅταν λέτε γιὰ ψυχή ἀγέννητη (ἀδημιούργητη).
Καὶ ἐμεῖς πιστεύουμε στὸ δυνατὸ καὶ φιλάνθρωπο τῆς Πρόνοιας, ὅτι καί αὐτὸ δὲν ἦταν ἀδύνατο στὸν Θεό, ὅμως ἐσεῖς, λέτε ὅτι ἡ ψυχὴ εἶναι εἰκόνα τοῦ Νοῦ, καὶ τῆς προσάπτετε πτώσεις καὶ μυθολογεῖτε ὅτι εἶναι μεταβλητή.
Καὶ λοιπὸν λόγῳ τῆς ψυχῆς καὶ τὸν νοῦν τὸν θεωρεῖτε τρεπτό. Ἐπειδὴ ὅποια εἶναι... ’ρὰ λοιπὸν εἶναι ἄξιος χλεύης τοῦτος (ὁ Σταυρὸς) ἤ μᾶλλον αὐτὰ ποὺ καταργήθηκαν ἀπὸ αὐτὸν καὶ ἀποδείχτηκαν ἀδύναμα;
Ἐπειδὴ καὶ τοῦτο εἶναι ἀξιοθαύμαστο: ὅτι τὰ δικά σας οὐδέποτε ἐδιώχθηκαν, ἀλλὰ σὲ κάθε πόλη τιμῶνται ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους, ἐνῷ οἱ (πιστοὶ) τοῦ Χριστοῦ διώκονται καὶ περισσότερο τὰ δικά μας ἀπὸ τὰ δικά σᾶς ἀνθοῦν καὶ πληθαίνουν.
Καὶ τὰ δικά σας, ἂν καὶ τιμῶνται καί προφυλάσσονται, καταστρέφονται, ἀλλὰ ἡ πίστη καὶ διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ, ἂν καὶ χλευάζεται ἀπὸ ἐσᾶς καὶ πολλὲς φορὲς ἐδιώχθηκε ἀπὸ τούς βασιλεῖς, ἔχει γεμίσει τὴν οἰκουμένη. Ἐπειδὴ πότε (ἄλλοτε) ἐξέλαμψε ἔτσι ἡ θεογνωσία;
Καὶ πότε φανερώθηκε ἔτσι ἡ σωφροσύνη καὶ ἡ ἀρετὴ τῆς παρθενίας; Καὶ πότε περιφρονήθηκε ἔτσι ὁ θάνατος παρὰ τότε ποὺ πραγματοποιήθηκε ὁ Σταυρός τοῦ Χριστοῦ;
Γιὰ τοῦτο κανεὶς δὲν ἀμφιβάλλει ὅταν βλέπει τοὺς μάρτυρες γιὰ τὸν Χριστὸ νὰ περιφρονοῦν τὸν θάνατο καὶ ὅταν βλέπει τὶς παρθένες (μοναχὲς) τῆς Ἐκκλησίας γιὰ τὸν Χριστὸ νὰ φυλᾶνε καθαρὰ καὶ ἀμόλυντα τα σώματα».
(Πηγή: gerontes.wordpress.com)
alopsis.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου