Κουμπιά

Κυλιόμενο Μήνυμα

Σάββατο 18 Ιανουαρίου 2025

Οἱ περιπέτειες τοῦ Μεγάλου Ἀθανασίου γιὰ τὴν Ὀρθοδοξία. Μακαριστοῦ γέροντος Ἀθανασίου Μυτιληναίου

Οἱ περιπέτειες τοῦ Μεγάλου Ἀθανασίου γιὰ τὴν Ὀρθοδοξία


(†) Μακαριστοῦ γέροντος Ἀθανασίου Μυτιληναίου

Ἐκφωνήθηκε στὶς 18-1-1998
Ὁ λόγος, ἀγαπητοί μου, σήμερα περὶ τοῦ μεγάλου πατρὸς ἁγίου Ἀθανασίου, ποὺ ἄγομεν τὴν σεπτή του μνήμη.
Ὅ,τι καὶ νὰ πεῖ κανείς, τοὺς ὡραιοτέρους χαρακτηρισμοὺς ἂν ἀποδώσει, τῆς ἁγίας προσωπικότητός του, πάντοτε θὰ ὑπολείπεται.
Δὲν εἶναι χωρὶς κίνδυνο μειώσεως ἡ περιγραφὴ τοῦ προσώπου γενικὰ ἑνὸς ἁγίου, πολὺ δὲ περισσότερον ἐὰν πρόκειται περὶ τοῦ ὄντως Μεγάλου, Ἀθανασίου.
Ἡ ἀνάγκη ὅμως νὰ σκιαγραφηθεῖ ἡ μεγάλη του προσωπικότης πρὸς μίμησιν ἀπὸ τοὺς πιστοὺς μέσα εἰς τὴν Ἐκκλησία, μᾶς κάνει τολμηροὺς κάτι ὄντως νὰ ψελλίσομεν. Ὁ Μέγας καὶ παγκόσμιος πατήρ, ἅγιος Ἀθανάσιος, ἐγεννήθη εἰς τὴν Ἀλεξάνδρειαν τῆς Αἰγύπτου- τὴν πόλη τοῦ Ἀλεξάνδρου- ποὺ ἦταν τότε κέντρο σπουδαιότατον τῶν γραμμάτων. Μάλιστα ἡ Ἀλεξάνδρεια ἡμιλλᾶτο καὶ αὐτὰς τὰς Ἀθήνας ποὺ ἦταν τότε πόλις πασῶν των ἐπιστημῶν καὶ τῶν τεχνῶν.
Ὅποιος ἤθελε νὰ μετεκπαιδευθεῖ στὰ γράμματα ἤρχετο εἰς τὰς Ἀθήνας. Ὅπως ἔφτασε ἐκεῖ ἕνας ἄλλος μεγάλος, ὁ Μέγας Βασίλειος ἢ ἀκόμη ἕνας Γρηγόριος Θεολόγος.
Ἐν τούτοις, ὁ Μέγας Ἀθανάσιος δὲν ἔφτασε ποτὲ εἰς τὰς Ἀθήνας. Ἡ Ἀλεξάνδρεια τοῦ ἦτο ἐπαρκής.

Ἐγεννήθη τὸ 295. Μᾶς ἀναφέρει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος ποὺ ἤδη εἶχαν συνδεθεῖ μὲ φιλία ὅτι ὁ Μέγας Ἀθανάσιος «ἐτράφη ἐν τοῖς θείοις ἤθεσι καὶ παιδεύμασι».
Τὰ συγγράμματά του ὡστόσο δείχνουν σπουδαία καὶ πλουσία μόρφωση, τόσο θεολογική, ὅσο καὶ κλασική. Μάλιστα, σὲ ἡλικία εἴκοσι ἐτῶν - εἴκοσι ἐτῶν! ἔγραψε τὸ περισπούδαστο ἐκεῖνο ἔργον -διεσώθη ὁλόκληρο εὐτυχῶς- «Περὶ ἐνανθρωπήσεως» τοῦ Λόγου καὶ «Κατὰ εἰδώλων», ἕνα ἔργο εἶναι σὲ δύο τμήματα.
Περίφημο, περισπούδαστο, εἰς ἡλικίαν εἴκοσι ἐτῶν. Νεαρὸς ἀκόμη ἐπεσκέφθη στὴν ἔρημο τὸν Μέγα Ἀντώνιον καὶ ἀσκήτεψε κοντά του.
 Ὁ ἴδιος γράφει στὸν βίο ποὺ συνέθεσε τοῦ Μεγάλου Ἀντωνίου κατ’ ἀπαίτησιν τῶν Χριστιανῶν τῆς Ρώμης σὲ μία του ἐξορία ὅτι «ἀκολουθήσας αὐτῷ χρόνον οὐκ ὀλίγον, καὶ ἐπιχέων ὕδωρ κατὰ χεῖρας αὐτοῦ», ὅτι δηλαδὴ ὁ ἴδιος ὁ ἅγιος Ἀθανάσιος δὲν ἔμεινε λίγο καιρὸ κοντά του, ἔμεινε πολὺ καιρὸ κοντά του, καὶ ἀκόμη, λέγει, τοῦ ἔριχνε νερὸ γιὰ νὰ πλένει τὰ χέρια του ὁ Μέγας Ἀντώνιος- ἕνα χαριτωμένο στιγμιότυπον.
Καὶ τὸν Μέγαν Ἀντώνιον ξανασυνάντησε ὁ ἅγιος Ἀθανάσιος εἰς τὴν ἔρημον, ὕστερα ἀπὸ σαράντα χρόνια, στὶς περιπέτειές του μὲ τὶς ἐξορίες του.

Ὡς διάκονος, μετεῖχε τῶν ἐργασιῶν τῆς Α΄Οικουμενικής Συνόδου ποὺ ἔγινε τὸ 325, ὅπου καὶ διέπρεψε. Διάκονος... Διέπρεψε!
Ὁ ὅρος «ὁμοούσιος» ποὺ εἰσήχθη εἰς τὸ Σύμβολον τῆς Νικαίας ἦτο ὅρος δικός του, παρὰ τὸ ὅτι εἶχε σηκώσει κυριολεκτικὰ θύελλα ἐναντίον τῶν ἀντιφρονούντων, ἐναντίον του.
Ἐκεῖνος ἐπέμενε. Ἐπέμενε καὶ ποτὲ δὲν ἐδέχθη τὸν μετριοπαθῆ ἐκεῖνον ὅρον «ὁμοιούσιος». «Ὁμοούσιος»- «ὁμοιούσιος», μάλιστα μερικοὶ λένε: «Γιὰ ἕνα γιῶτα;»
Μὰ ὅ,τι διαφορὰ ὑπάρχει μεταξύ του τσίγκου καὶ τοῦ ἀσημιοῦ -ὑπάρχει διαφορά;- ἔτσι λοιπὸν ὑπάρχει διαφορὰ ἀνάμεσα στὸ «ὁμοιούσιος» καὶ στὸ «ὁμοούσιος».
Ὁ τσίγκος μοιάζει μὲ ἀσήμι, ἀλλὰ δὲν εἶναι ἀσήμι! Γιὰ νὰ ἑνώσει δῆθεν, δῆθεν, συμβιβαστικά τους διαφωνοῦντας...
Ὄχι, ὄχι..! Ἡ θεολογία καὶ ἡ Ἱστορία μάλιστα τὸν ἐδικαίωσαν τὸν Μέγαν Ἀθανάσιον.
 
Τὸ 328 ἀπέθανε ὁ ἀρχιεπίσκοπος Ἀλέξανδρος Ἀλεξανδρείας καὶ ὅλος ὁ λαὸς ζήτησαν ἀρχιεπίσκοπο τὸν Μέγαν Ἀθανάσιον.
Ἔτσι γράφει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος ὅτι ἡ ἐκλογή του ἔγινε «ψὴφῳ τοῦ λαοῦ παντός, οὐ κατὰ τὸν ὕστερον νικήσαντα πονηρὸν τύπον»· δηλαδὴ ἡ ἐκλογή του ἔγινε μὲ τὴν ψῆφο τοῦ λαοῦ, παντὸς τοῦ λαοῦ –εἴδατε;- καὶ ὄχι, λέγει, γιατί -ἐπρόλαβε καὶ αὐτὴν τὴν πονηρὰν μέθοδον ὁ ἅγιος Γρηγόριος, ποιά πονηρὰν μέθοδον;- τὸν πονηρόν, λέει, ὕστερον νικήσαντα πονηρὸν τύπον.
Καὶ ποιός εἶναι ὁ πονηρὸς τύπος; Νὰ ἐκλέγουν τὸν ἐπίσκοπον μόνον μερικοί... Ὄχι. Ὁ Μέγας Ἀθανάσιος ἐξελέγη μὲ τὴν ψῆφο καὶ τοῦ λαοῦ παντὸς καὶ τοῦ κλήρου- καὶ σὲ ἡλικία μόλις τριάκοντα τριῶν ἐτῶν.

Στάθηκε ἀληθινὸς τύπος ποιμένος. Πάλι γράφει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος ὅτι εἰς τὸ πρόσωπόν του - σᾶς τὸ ἀποδίδω σὲ μετάφραση- «εἰς τὸ πρόσωπόν του, αἱ παρθένοι εὗρον», λέει, «τὸν νυμφαγωγὸν· αἱ ὑπανδρευμέναι, τὸν σωφρονιστὴν· οἱ ἐρημῖται τον ἀναπτερωτὴν· · οἱ ἄνθρωποι τῆς κοινωνίας, τὸν νομοθέτην· οἱ πρακτικοὶ τὸν ὁδηγόν, οἱ θεωτητικοὶ τὸν θεολόγον, αἱ χῆραι τὸν προστάτην, οἱ ὀρφανοὶ τὸν πατέρα, οἱ ἀδελφοί τον φιλάδελφον, οἱ ἀσθενεῖς τὸν ἰατρόν, οἱ ὑγιεῖς τὸν φύλακα τῆς ὑγείας».
Αὐτὰ γράφει ὁ ἅγιος Γρηγόριος γιὰ τὸν ἅγιον Ἀθανάσιον.

Ἀγαποῦσε πολὺ νὰ δεῖ τὸν κόσμον ὅλον χριστιανικόν, καὶ συνεπῶς τὴν ἱεραποστολή. Εἶναι γνωστὴ αὐτὴ ἡ ἱστορία, παρ' ὅτι στέκεται περίεργη ἂν τὴ διαβάσετε, ἀλλά, ἔ, ἤτανε σχέδιο τῆς Θείας Πρόνοιας, πῶς ἕνα καράβι, ἑλληνικὸ μάλιστα, στὴν Ἐρυθρὰ Θάλασσα, πιὸ κάτω ἐκεῖ ποὺ τελειώνει ἢ ἀρχίζει ὁ Ἰνδικὸς Ὠκεανός, ἐκεῖ ἐναυάγησεν αὐτὸ τὸ καράβι, τέλος πάντων, τέλος πάντων, τὸ θέμα εἶναι ὅτι βρέθηκαν κάποιοι ναυαγοί.
Ἀνάμεσα σὲ αὐτοὺς τοὺς ὁποίους οἱ Αἰθίοπες ἐσκότωσαν- πλὴν δύο ποὺ ἦσαν δύο νεαρὰ παιδιὰ πανέξυπνα καὶ μορφωμένα. Ἕλληνες... Καὶ τότε αὐτοὶ προσελήφθησαν ὡς ὑπηρέτες εἰς τὸ παλάτι τοῦ Αἰθίοπος τοῦ αὐτοκράτορος καὶ ἤτανε τόσο ἔξυπνοι, τόσο σπουδαῖοι, ἄρχισαν νὰ τοὺς ἐκχριστιανίζουν... Ἔγιναν πολλοί...
Καὶ τότε ὁ Φρουμέντιος, ὁ ἕνας ἀπὸ τοὺς δύο, ἦρθε στὴν Ἀλεξάνδρεια καὶ ζήτησε ἀπὸ τὸν Μέγαν Ἀθανάσιο νὰ στείλει ἕναν Ἐπίσκοπον, νὰ στείλει ἱερεῖς κ.λπ. γιὰ νὰ βοηθήσουν τὴν Ἐκκλησίαν της Αἰθιοπίας.
Καὶ λέγει ὁ Μέγας Ἀθανάσιος- ἐπιτρέψατέ μου μιὰ λαϊκὴ ἔκφραση- ποὺ «ἔκοβε τὸ μάτι του», ἔκοβε τὸ μάτι του: «Ποιός ἄλλος», λέει, «καλύτερος ἀπὸ σένα;».
Ὅ,τι ἀκριβῶς εἶχε πεῖ κάποτε ὁ Ἰωσὴφ εἰς τὴν Αἴγυπτον, εἰς τὸν Φαραὼ τί νὰ κάνει γιὰ νὰ ἀντιμετωπιστεῖ ἡ πεῖνα, ὁ λιμὸς καὶ εἶπε ὁ Φαραώ: «Ποιός καταλληλότερος ἀπὸ σένα;». Τὸν χειροτονεῖ ἐπίσκοπον καὶ τὸν στέλνει πίσω στὴν Αἰθιοπία.
Ἔτσι, ἀπὸ τὶς πρῶτες, θὰ λέγαμε, χῶρες ποὺ ἐξεχριστιανίσθησαν ἦταν καὶ ἡ Αἰθιοπία, μὲ τὴ βοήθεια τοῦ Μεγάλου Ἀθανασίου.
 
Ὑπέστη πέντε- κατ΄άλλους ἕξι- ἐξορίες, διαρκείας δεκαέξι ἐτῶν ὁ Μέγας Ἀθανάσιος. Ἐδέχθη ἀνήκουστες συκοφαντίες, ἀνήκουστες, ἂν διαβάσετε τὸν βίο του θὰ πεῖτε: «Μὰ δὲν ἐντρέποντο ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι τόσο τὸν συκοφαντοῦσαν;»- ὅτι εἶναι φονεύς, ὅτι εἶναι μάγος, ὅτι εἶναι ἀνήθικος, ὅτι εἶναι συνωμότης κατὰ τοῦ βασιλέως τῆς Κωνσταντινουπόλεως...
Πῶς; Γιατί ἡ πόλις, ἡ Κωνσταντινούπολις, ἐδέχετο φορτία σιταριοῦ, δὲν ἦταν ἀρκετά, ἀρκετὸς ὁ σίτος γιὰ νὰ θρέψει τόσον λαὸ ἐκεῖ καὶ ἤρχετο, ἐγίνετο ἐξαγωγή, καὶ ἤρχετο τὸ σιτάρι ἀπὸ τὴν Αἴγυπτον καὶ ὅτι δῆθεν τάχα ἐμπόδισε τὰ πλοῖα μὲ τὸ σιτάρι νὰ φτάσουν στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ συνεπῶς ἦταν ἕνας συνωμότης ὁ Μέγας Ἀθανάσιος... Ψεύδη ὅλα αὐτά... Ψεύδη...

Ἡ μάχη ποὺ ἔδιδε δὲ κατὰ τῶν Ἀρειανῶν ἦτο ἄκαμπτος. Δὲν ὑποχωροῦσε ποτὲ οὔτε εἰς τὸ ἐλάχιστον. Δὲν ἦταν ἐνδοτικός, παρὰ τὰς πιέσεις ποὺ ἐδέχετο. Ἐκεῖνο δὲ ποὺ ἐκπλήσσει, σὲ ὅλη αὐτὴν τὴν ὑπόθεση, τὴν ἱστορία, ἦταν ἡ στάσις τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ- προσέξατέ το αὐτό... Ἡ στάσις τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ μπροστὰ σ’ αὐτὲς τὶς περιπέτειες τοῦ Μεγάλου Ἀθανασίου.
Ὁ λαὸς ἀγαποῦσε καὶ ἐλάτρευε τὸν ἀρχιεπίσκοπόν του. Δύο φορὲς ἐπεβλήθησαν εἰς τὸν θρόνον τῆς Ἀλεξανδρείας,ε, ὅσο δηλαδὴ καιρὸ παρέμενε, ἀλλεπαλλήλως, συνεχῶς, ἐξόριστος, δύο ἐπιβήτορες τοῦ θρόνου, δύο μοιχεπιβάται, ὅπως τοὺς λέμε.

Ὁ ἕνας ἦταν ὁ Γρηγόριος ὁ Καππαδόκης ποὺ ὁ λαὸς δὲν τὸν ἤθελε ποσῶς-ποσῶς καὶ σὲ λίγο ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς πέθανε.
Ἀνέλαβε καὶ ἀνῆλθε εἰς τὸν θρόνον- ὄχι βεβαίως ὁ ἅγιος Ἀθανάσιος- ἄλλος Καππαδόκης, κάποιος ὀνόματι Γεώργιος καὶ νὰ φανταστεῖτε ὅτι καὶ αὐτὸς ἠναγκάσθη- ἀπὸ τὸν λαὸ ἠναγκάσθη- νὰ ἐγκαταλείψει την Ἀλεξάνδρεια καὶ νὰ φύγει.
Τὸν Γρηγόριον, τὸν πρῶτον, προκειμένου ἡ πολιτεία νὰ τὸν ἐπιβάλει εἰς τὸν λαόν, ἡ πολιτεία νὰ τὸν ἐπιβάλει εἰς τὸν λαόν, χιλιάδες στρατὸς τονε προστάτευε. Ὁ νοῶν νοείτω.

Οἱ Ἀρειανοὶ εἶχαν ἐπιστρατεύσει Ἰουδαίους καὶ ἐθνικούς, δηλαδὴ εἰδωλολάτρας, ἐναντίον τῶν Ὀρθοδόξων. Καὶ ὅμως, ὁ λαὸς ἔμενε ἄκαμπτος... Ἔμενε ἄκαμπτος! Τὸ ὑπογραμμίζω... Τὰ γεγονότα ὑπῆρξαν ραγδαία καὶ φοβερά. Ὁ Μέγας Ἀθανάσιος γιὰ πέντε μῆνες ἐκρύπτετο σὲ μιά του ἐξορία, σὲ μιά του φυγή, ἐκρύπτετο σὲ ἕναν δικό του οἰκογενειακὸ τάφο πλησίον τῆς πόλεως. Οἱ τάφοι ἦσαν κατὰ τέτοιον τρόπον ποὺ θὰ μποροῦσε κανεὶς νὰ κρυφτεῖ μέσα εἰς τὸν τάφον...
Παρὰ τὶς περιπέτειές του αὐτές, εἶχε διάθεση, ἀλλὰ καὶ καιρό- θὰ λέγαμε χαλκέντερος, πραγματικά...- νὰ ἀσχοληθεῖ καὶ μὲ τὸ ποίμνιόν του... Ἐπιστολὲς πρὸς μοναχούς, πρὸς ἐπισκόπους συγγράφει διαρκῶς-διαρκῶς- τὰ πιὸ πολλὰ συγγράμματά του ἐγράφησαν κατὰ τὴν ἐποχὴ ποὺ ἐβρίσκετο μακριὰ ἀπὸ τὸν θρόνον του, προκειμένου βέβαια νὰ στηρίξει τὸ ποίμνιόν του.
 
Ἀναδιοργάνωσε τὴ Θεολογικὴ Σχολή της Ἀλεξάνδρειας μὲ προϊστάμενο τὸν Δίδυμο. Ὅταν αὐτοκράτωρ ἦταν ὁ Κωνστάντιος καὶ ἐστάλη βασιλικὸς ἐπίτροπος στὴν Ἀλεξάνδρεια γιὰ νὰ ἐκθρονίσει τὸν Μέγαν Ἀθανάσιο σὲ ἕνα διάλειμμα ἀπὸ τὶς ἐξορίες, νὰ τὸν ἐκθρονίσει, νὰ τονε βγάλει, μὲ τὸ αἰτιολογικὸν ὅτι χάριν τῆς εἰρήνης εἰς τὴν Αἴγυπτον αὐτὸ τὸ πρᾶγμα συνέβαινε.
Δηλαδὴ μὲ ἄλλα λόγια, δηλαδὴ μὲ ἄλλα λόγια, ὅτι ἦταν ταραξίας ὁ Μέγας Ἀθανάσιος, ἡ παρουσία του ἀφαιροῦσε τὴν εἰρήνη ἀπὸ τὴν Ἀλεξάνδρεια καὶ ἀπὸ τὴν Αἴγυπτο, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὸν τότε χριστιανικὸ κόσμο, γιατί ἐκεῖ ποὺ ἐξορίζετο ὁ μέγας πατὴρ καὶ ἐκεῖ ὁ κόσμος ἐστρέφετο ἐναντίον τῆς πολιτείας -ὅπως φερειπεὶν εἰς τὴν Ἰταλίαν ἢ ὅπου ἀλλοῦ...

Ἔτσι λοιπὸν ἦρθε αὐτὸς γιὰ νὰ ἐκθρονίσει τὸν μεγάλο πατέρα «χάριν τῆς εἰρήνης»- καὶ ὁ μέγας πατὴρ ἀπήντησε τὰ ἑξῆς.
«Θὰ ὑπάρξει» -ἐπὶ λέξει- «θὰ ὑπάρξει περισσοτέρα εἰρήνη ἂν παραιτηθῶ; Ἢ τότε δηλαδὴ ἀκριβῶς θὰ ξεσηκωθεῖ ὁ κόσμος καὶ θὰ σᾶς σπάσει τὸ κεφάλι;».
Καὶ ἐννοοῦσε, ἐννοοῦσε, τὴ δράση τοῦ λαοῦ ὑπὲρ τοῦ ἀρχιεπισκόπου του... Αὐτὸς ἦταν ὁ λαὸς τῆς Ἀλεξανδρείας ποὺ περικύκλωνε, ἀγαποῦσε καὶ ὑπεστήριζε τὸν μεγάλον τοῦ αὐτὸν ποιμένα.
Στὴν τελευταία του ἐξορία, ὅταν ὁ λαὸς ἄρχισε νὰ θλίβεται, παρηγόρησε τὸ πλῆθος μὲ ἐκεῖνο τὸ θαυμάσιο ποὺ μένει τόσο εὔκολα καὶ εἰς τὴν μνήμην: «νεφύδριον ἐστὶ καὶ θᾶττον παρελεύσεται»· εἶναι, λέει, «νεφύδριον», συννεφάκι, εἶναι, λέει, συννεφάκι αὐτὰ ποὺ συμβαίνουν καὶ γρήγορα κι αὐτὸ τὸ συννεφάκι θὰ περάσει. Ἔτσι παρηγόρησε τὸν κλαίοντα λαόν. Αὐτά μας ἀναφέρει ὁ Σωζόμενος στὴν Ἐκκλησιαστική του Ἱστορία.

Ὅταν ἀνέλαβε αὐτοκράτωρ ὁ Ἰουλιανὸς ὁ Παραβάτης, ἔστειλε στρατεύματα, παρακαλῶ, εἰς τὴν Αἴγυπτον, γιὰ νὰ φονεύσουν τὸν Ἀθανάσιον, ἀλλὰ δὲν τὸν βρῆκαν ἐκεῖ, γιατί ὁ ἴδιος ἔφυγε γιὰ τὴ Θηβαΐδα· δηλαδὴ πρὸς νότον, πρὸς τὴν Ἄνω Αἴγυπτον, ἐκεῖ ποὺ ἤτανε καὶ ἡ ἔρημος κλπ.
Μάλιστα ἔλεγε ὁ Ἰουλιανὸς ὁ Παραβάτης ποὺ εἶχε γίνει εἰδωλολάτρης καὶ ἦταν συμμαθηταὶ μὲ τὸν Μέγα Βασίλειον καὶ τὸν ἅγιο Γρηγόριο τὸν Θεολόγο, ὁ Ἰουλιανός, συμμαθηταί, στὴν Ἀθήνα, ἔλεγε ὁ Ἰουλιανὸς ὅτι ἤξιζε θάνατος εἰς τὸν Ἀθανάσιον.
Τελικὰ ἀπεκαταστάθη εἰς τὸν θρόνον του ὁ ἅγιος Ἀθανάσιος, ἀφοῦ ἀρχιεράτευσε σαρανταέξι ἔτη καὶ ἐκ τῶν ὁποίων τὰ δεκαέξι τὰ πέρασε εἰς τὴν ἐξορίαν.

Ἐκοιμήθη τῇ 2ᾳ Μαΐου τοῦ 373 ἔτους, τριακοστοῦ ἑβδομηκοστοῦ τρίτου ἔτους. Τόμοι ὁλόκληροι, ἀγαπητοί μου, θὰ μποροῦσαν νὰ γραφοῦν γιὰ τὸν ἅγιο Ἀθανάσιο καὶ τὶς περιπέτειές του· καὶ τὸν θαυμάσιο χαρακτῆρα του· ποὺ ἦταν ὀξυδερκέστατος ἀλλὰ καὶ σταθερός. Ἀκούσατε στὴν ὑμνολογία σήμερα. Τὸν ἀποκαλοῦν οἱ ὑμνογράφοι «στῦλον»· τὸν ἀποκαλοῦν «βράχον» κ.ο.κ.

Ἀγαπητοί. Ἡ Ἱστορία εἶδε στὸ πρόσωπό του τὸ ὀρθόδοξο φρόνημά του ποὺ τὸ ἐκράτησε ἀνάμεσα σὲ θύελλες ὄρθιον.
Ἐπολέμησε τὴ χειρότερη αἵρεση μέσα εἰς τὴν ἐκκλησιαστικὴ ἱστορίαν. Ὅλες εἶναι φοβερές, ἀλλὰ ἡ αἵρεση τοῦ Ἀρείου ἡ χειρότερη.
Καὶ ὅπως λέει ὁ πατὴρ Ἰουστῖνος Πόποβιτς, ὁ Ἀρειανισμὸς εἶναι στὴ διαδοχὴ τῶν Ἀντιχρίστων, τῶν ἐπί μέρους- κατὰ τὸν λόγο τοῦ εὐαγγελιστῆ Ἰωάννου: «πολλοὶ ἀντίχριστοι γεγόνασιν»- ἀναφέρει τὸν Ἀρειανισμὸ σὰν ἕνα σταθμὸ θὰ λέγαμε, τοῦ Ἀντιχρίστου μέσα εἰς τὴν Ἱστορίαν.
Ἔτσι ἐπολέμησε αὐτὴν τὴν χειρότερη αἵρεση ὁ Μέγας Ἀθανάσιος. Εἶχε παμμεγίστη πίστη εἰς τὸν Χριστὸν καὶ βάθος ἀγάπης. Δὲν λογάριασε ποτὲ τοὺς κινδύνους τῆς ζωῆς του, ἀρκεῖ νὰ ἀπεδείκνυε τὴν ἀλήθειαν περὶ τῆς θεανθρωπίνης φύσεως τοῦ Χριστοῦ, γιατί ἔλεγε ὁ Ἄρειος ὅτι δὲν εἶναι Θεός, εἶναι «κατὰ προκοπήν», λέει, «Θεός», «κατὰ προκοπήν...», ὅπως κι ἐμεῖς καλούμαστε, κατὰ προκοπὴν νὰ γίνουμε Θεοί.
 
«Τί εἶναι ἄνθρωπος;», ὅπως λέει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, «ζῶον- δηλαδὴ κάτι ποὺ ζεῖ- θεούμενον», δηλαδὴ ἱκανόν, κατάλληλον, νὰ γίνει ὁ ἄνθρωπος κατὰ χάριν Θεός.
Αὐτὰ ἔλεγε ὁ Ἄρειος...Ούτε λίγο, οὔτε πολύ... Ἔτσι ὁ μέγας πατὴρ ἐστάθηκε τολμηρός, ὅτι εἶναι ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, ὅτι εἶναι τὸ δεύτερο πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος ποὺ ἐνηνθρώπησε- κοιτᾶξτε τὴ συμφωνία: «ὁ Λόγος»- δηλαδὴ ὁ Θεός- «σὰρξ ἐγένετο», ποὺ λέει ὁ Ἰωάννης, «καὶ ἐσκήνωσεν ἐν ἡμῖν».
Ἂν λοιπὸν δὲν θὰ ἔπρεπε νὰ δεχθεῖ οὔτε ὁ Ἄρειος ἢ νὰ δεχθεῖ τον Ἀρειανισμόν, ὁλόκληρο τὸ Εὐαγγέλιον θὰ ἔπεφτε στὸ κενό.
Θὰ ἀνετρέπετο, ὅπως τὸ ἀντιλαμβάνεστε...

Ἔτσι λοιπὸν στάθηκε πολὺ τολμηρὸς· ἀλλὰ καὶ συνετός. Ἐγνώριζε νὰ πολεμᾶ καὶ νὰ νικᾶ. Ἐχθροί του; Ὁ διάβολος, οἱ βασιλεῖς- δυστυχῶς!-, οἱ αἱρετικοί.
Σύμμαχός του; Ὁ Χριστὸς καὶ ὁ λαός. Καὶ ἐνίκησε ὁ Μέγας Ἀθανάσιος. Καὶ ἡ ἱστορία ὄντως τὸν ὀνόμασε «Μέγαν». Αὐτὸν τὸν ἐπίζηλον τίτλον.

Ἀγαπητοί. Καὶ ἡ ἐποχή μας εἶναι καταπληκτικὰ παράλληλη μὲ τὴν ἐποχὴ τοῦ μεγάλου πατρός.
Ὁ Ἀρειανισμὸς ὑποβόσκει στὴν εὐρωπαϊκὴ θεολογία ἤ, καλύτερα, εἰς τὴν δυτικὴν θεολογίαν. Καὶ ἐπειδὴ ὑποβόσκει αὐτὸς ὁ Ἀρειανισμός- ποτὲ δὲν πέθανε ὁ Ἀρειανισμός...- δὲν τὸ λέγω ἐγὼ δέ, ὄχι μόνο γιατί τὸ βλέπομεν καὶ τὸ βλέπετε- τὸ γράφει σὲ ἕνα του βιβλίο καὶ ὁ πατὴρ Ἰουστῖνος ὁ Πόποβιτς. Ἀπὸ κεῖ ξεπήδησαν οἱ διάφορες σύγχρονες αἱρέσεις καὶ παρεκκλίσεις...

Μεγάλες προδοσίες ἐπιτελοῦνται ἀπὸ ἐκκλησιαστικὰ καὶ πολιτικὰ πρόσωπα, τοὐλάχιστον εἰς τὸν ὀρθόδοξον χῶρον.
Ὅταν Πατριάρχαι, ὀρθοδόξου λαοῦ, μποροῦν νὰ συγκρίνουν καὶ νὰ ἐξισώνουν τὸν Χριστὸν μὲ τὸν Μωάμεθ, πέστε μου ἂν ἡ ἐποχή μας εἶναι δεινή, φοβερή... Πατριάρχαι... Νὰ ἐξισώνουν τὸν Χριστὸν μὲ τὸν Μωάμεθ...
Ὅταν κριτήριον συνυπάρξεως θεωρεῖται ὁ μονοθεϊσμός, «ἄ», λέει, «καὶ οἱ Ἑβραῖοι μονοθεϊσταὶ εἶναι, καὶ οἱ Χριστιανοὶ μονοθεϊσταὶ εἶναι, καὶ οἱ... Μωαμεθανοὶ μονοθεϊσταὶ εἶναι. Νὰ λοιπόν, κοινὸν σημεῖον, μονοθεϊσμός. Ἐλᾶτε λοιπόν, νὰ δώσουμε τὰ χέρια καὶ νὰ ἑνωθοῦμε...».

Πώπω βλασφημία φοβερή...! Ναί, μονοθεϊσμὸς εἶναι ὁ Χριστιανισμός, ἀλλὰ τὸ ὄνομά του εἶναι Πατήρ, Υἱὸς καὶ Ἅγιον Πνεῦμα.
Ἐάν, κύριοι, ἀρνεῖστε τὸ τριαδικὸν τῆς θεότητος, δὲν ἔχετε οὐδεμίαν σχέση μὲ τὸν μωαμεθανισμό- παίρνω τον μωαμεθανισμὸ γιατί εἶναι στὸ προσκήνιον καὶ στὴν ἐπικαιρότητα ὁ μωαμεθανισμός- προσέξετε, φοβερὸς ἐχθρός...
Ἀλλὰ δὲν εἶναι αὐτοὶ ὁ φοβερὸς ἐχθρός, φοβεροὶ ἐχθροὶ εἶναι, ἀγαπητοί, ἐκεῖνοι οἱ ἀξιωματοῦχοι τῆς Ἐκκλησίας ποὺ βλέπουν καὶ ζυγίζουν καὶ μετροῦν τὰ πράγματα μὲ τὸν τρόπον ποὺ σᾶς ἀνέφερα.
 
Ὅταν λοιπὸν ὁ Οἰκουμενισμὸς ἀπὸ τὴν ἄλλη μεριά, γιατί αὐτὸ τὸ σύμπλεγμα νὰ ἑνωθοῦμε δὲν λέγεται παρά- τὸ ξέρετε ὅλοι σας- Οἰκουμενισμός, ἤδη προχωρεῖ ἀκάθεκτος χωρὶς πλέον νὰ ἐρωτᾶται ὁ λαός-ἐρωτοῦμε: «Τί γίνεται;»
Ὅταν ὁ Χριστιανισμὸς ἐξέπεσε σὲ διπλωματία... Τί θὰ πεῖ «διπλωματία»; Ἡ δυνατότητα τοῦ συμβιβασμοῦ... Αὐτὸ λέγεται διπλωματία.
Ὁ Χριστιανισμὸς ὅμως μπορεῖ νὰ περιπέσει εἰς τὴν διπλωματία; Ὑπάρχει περίπτωσις συμβιβασμοῦ μὲ τὰ στοιχεῖα τοῦ κόσμου τούτου;
Εἶναι δυνατὸν ποτέ; Ὅταν τὸ εὐαγγελικὸν ἦθος- ἀπὸ τὴν ἄλλη μεριά- διαρκῶς καὶ ἁλματωδῶς ἐκκοσμικεύεται, μιὰ καινούρια ἠθικὴ ἤδη προβάλλεται, ὄχι ἡ εὐαγγελική, ἄλλη ἠθική, κοσμικὴ ἠθική, στὴν ὁποία δυστυχῶς ὑπηρετοῦν καὶ ἀξιωματοῦχοι τῆς Ἐκκλησίας...

Ἕνα πρόσφατο θὰ σᾶς ἔρθει στὸ μυαλὸ ἀπ’ αὐτὰ ποὺ σᾶς λέω.. Καὶ γιὰ νὰ χρησιμοποιήσω τὴ γλῶσσα τοῦ Κυρίου ποὺ θέτει ὑπὸ ἐρώτησιν τὴν ὕπαρξη τῆς πίστεως- τῆς ἀκεραίας πίστεως, στὸν δεύτερο ἐρχομό Του, ποὺ εἶπε ὁ Κύριος: «Ναί, Ἐγὼ θά ‘ρθω, θέμα δὲν ὑπάρχει ἐκεῖ, πρόβλημα δὲν ὑπάρχει ἐκεῖ, τὸ πρόβλημα εἶναι δικό σας. Ὅταν Ἐγὼ θὰ ἔλθω, θὰ βρῶ τὴν πίστη ἐπάνω εἰς τὴν γῆν;».
Αὐτὸ εἶναι τὸ πρόβλημα, δικό μας πρόβλημα.
Ἢ ἐκεῖνο ποὺ λέγει ὁ Παῦλος- γράφει στὸν Τιμόθεο- «Τοῦτο δὲ γίνωσκε - αὐτὸ νὰ γνωρίζεις- ὅτι ἐν ἐσχάταις ἡμέραις ἐνστήσονται καιροὶ χαλεποί -καιροὶ δύσκολοι- ἔσονται γὰρ οἱ ἄνθρωποι φίλαυτοι- αὐτὴ ἡ φιλαυτία εἶναι τὸ μεγάλο κεφαλάρι ποὺ γεννάει ὅλα τὰ πάθη, ὅλες τὶς κακίες καὶ ὅλες τὶς κοινωνικὲς ἀναστατώσεις- φιλήδονοι μᾶλλον ἢ φιλόθεοι -δηλαδὴ οἱ ἄνθρωποι θὰ εἶναι περισσότερο φιλήδονοι· βλέπετε, ἰδίως στὴ νεολαία μας, πῶς προχωρᾶ ἡ φιληδονία, ἀντὶ νὰ προχωρᾶ ἡ φιλοθεΐα, δηλαδή το νὰ εἶναι οἱ νέοι μας φιλόθεοι;- «ἔχοντες μόρφωσιν εὐσεβείας» - μπορεῖ νὰ ξέρουνε πολλὰ πράγματα, «τὴν δὲ δύναμιν αὐτῆς ἠρνημένοι» -θὰ ἔχουν ὅμως ἀρνηθεῖ τὴν δύναμη τοῦ Χριστοῦ, τὴ δύναμη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Τότε ἐμεῖς, ποὺ μελετᾶμε τὸν βίο καὶ τὴν πολιτεία, ἀγαπητοί μου, τοῦ μεγάλου πατρὸς Ἀθανασίου ποὺ σήμερα τιμᾶμε τὴ μνήμη του, τί πρέπει νὰ κάνομε; Εἶναι ἢ δὲν εἶναι παράλληλοι οἱ καιροί;
Ἀγαπητοί. Οἱ καιροὶ οὐ μενετοί, δὲν περιμένουν...


ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ
καὶ μὲ ἀπροσμέτρητη εὐγνωμοσύνη στὸν πνευματικό μας καθοδηγητή
μακαριστὸ γέροντα Ἀθανάσιο Μυτιληναῖο,
μεταφορὰ τῆς ἀπομαγνητοφωνημένης ὁμιλίας σὲ ἠλεκτρονικὸ κείμενο καὶ ἐπιμέλεια:
Ἑλένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
Ἐπιμέλεια πολυτονισμοῦ: Ἄκτιστον


 
ΠΗΓΗ:

•    http://www.arnion.gr/mp3/omilies/p_athanasios/mnhmh_agivn/mnhmh_agivn_001.mp3

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου