Ἐρμύλου καὶ Στρατονίκου μαρτύρων, Ἰακώβου Ὁσίου, Ἀθανασίου
Μάρτυρος, Παχωμίου καὶ Παπυρίνου Μαρτύρων, Ἰλαρίου Ἐπισκόπου, Ρεμιγίου
Ἐπισκόπου, Κεντιγκέρνου Ἐπισκόπου, Μαξίμου Καυσοκαλυβίτου, Εἰρηνάρχου
τοῦ Ἐγκλείστου, Ἐλεαζάρου Ὁσίου, Ἁγίων Πατέρων ἐν τῇ Μονῇ τοῦ Ὁσίου Θεοδοσίου ἀναιρεθέντων.
Οἱ Ἅγιοι Ἔρμυλος καὶ Στρατόνικος
Οἱ
Ἅγιοι Μάρτυρες Ἔρμυλος καὶ Στρατόνικος ζοῦσαν κατὰ τοὺς χρόνους του
αὐτοκράτορα τῆς Ἀνατολῆς Λικινίου (308-323 μ.Χ). Ὁ Λικίνιος, ὅπως εἶναι
γνωστό, γιὰ νὰ εὐχαριστήσει τοὺς εἰδωλολάτρες ποὺ ἀντιπαθοῦσαν τον Μέγα
Κωνσταντῖνο, διέταξε, περὶ τὸ 320-322 μ.Χ., διωγμὸ κατὰ τῶν Χριστιανῶν.
Ὁ
Ἅγιος Ἔρμυλος, κατὰ τὴν ἐκκλησιαστικὴ τάξη, ἦταν διάκονος. Ὅταν
παρουσιάσθηκε ἐνώπιον τοῦ αὐτοκράτορα καὶ ὁμολόγησε τὴν πίστη του στόν
Χριστό, ὑποβλήθηκε σὲ φοβερὰ βασανιστήρια.
Πρῶτα τὸν μαστίγωσαν μέ
ἀγκαθωτὰ μαστίγια. Οἱ φρικώδεις βασανισμοὶ δὲν ἔφεραν τὸ ποθούμενο
ἀποτέλεσμα. Στὴ δεινὴ δὲ αὐτὴ κατάσταση εὑρισκόμενος ὁ Ἅγιος Ἔρμυλος,
κλείσθηκε στὴν φυλακή.
Μετὰ ἀπὸ λίγες μέρες καταβλήθηκε νέα προσπάθεια,
γιὰ νὰ ἀρνηθεῖ ὁ Μάρτυς τὸν Χριστό. Ἐκεῖνος ἀπάντησε δοξολογῶντας καί
εὐχαριστῶντας τὸ Ἅγιο Ὄνομα τοῦ Κυρίου.
Μεταξὺ ἐκείνων πού
παρευρίσκονταν στὸ μαρτύριο τοῦ Ἁγίου Ἐρμύλου, ἦταν καὶ ὁ φίλος του
Στρατόνικος, ποὺ ὑπέφερε πολὺ γιὰ τὰ παθήματά του.
Μπροστὰ στὸ θέαμα του
μαρτυρίου τοῦ φίλου του, ὁ Στρατόνικος δὲν μπόρεσε νὰ κρατήσει τους
στεναγμοὺς καὶ τὰ δάκρυά του. Ἀμέσως τὸν συνέλαβαν καὶ τὸν κάλεσαν νά
ἀρνηθεῖ τὸν Χριστό.
Καὶ ἐκεῖνος ἀκολούθησε τὸν δρόμο τῆς καλῆς ὁμολογίας
τοῦ φίλου του Ἐρμύλου. Τὸ μαρτύριο ἐπεκτάθηκε καὶ σ’ αὐτόν. Τόν
κτύπησαν καὶ ἀκολούθως τὸν ἔριξαν μαζὶ μὲ τὸν Ἔρμυλο στὸν ποταμὸ Ἴστρο
(Δούναβη), ὅπου καὶ οἱ δυὸ τοὺς ἐδέχθησαν τὸ μακάριο τέλος καὶ ἔλαβαν
τοὺς στεφάνους τοῦ μαρτυρίου.
Κάποιοι Χριστιανοὶ πού
πληροφορήθηκαν τὰ γεγονότα, κατέβαλαν κάθε προσπάθεια, γιὰ νὰ βροῦν τα
τίμια λείψανα τῶν Ἁγίων. Καὶ ὅταν, μετά
τρεῖς μέρες, τὰ εἶδαν κάπου στὶς ὄχθες τοῦ ποταμοῦ, τὰ παρέλαβαν καὶ τὰ ἐνταφίασαν μαζί.
Ἡ
Σύναξη τῶν Ἁγίων Μαρτύρων Ἐρμύλου καὶ Στρατονίκου ἐτελεῖτο στόν
εὐκτήριο οἶκο τοῦ Ἀρχαγγέλου Μιχαήλ, ὁ ὁποῖος βρίσκεται στὴν περιοχὴ πού
ὀνομάζεται Ὀξεῖα (νησὶ τῆς Προποντίδας), στὴ Φιρμούπολη, ποὺ ἦταν κοντά
στὴν Κωνσταντινούπολη, καὶ «ἐν τοῖς τοῦ Σπουδαίου» κοντὰ στό
Ὀρφανοτροφεῖο.
Ἀπολυτίκιο. Ἦχος γ'. Θείας πίστεως.
Δυάς
ἔνθεος, ὁμολογοῦντες, τὴν Ὑπέρθεον, πιστῶς Τριάδα, ἀνεδείχθητε
πανεύφημοι Μάρτυρες, ὁ εὐκλεὴς καὶ ἀήττητος Ἔρμυλος, καὶ ὁ στερρὸς καί
θεόφρων Στρατόνικος. Ἄλλ' ὡς σύμμορφοι, ἐν δόξῃ τὴ ὑπὲρ ἔννοιαν,
αἰτήσασθε ἤμιν τὸ μέγα ἔλεος.
Κοντάκιον. Ἦχος α'. Τὰ ἄνω ζητῶν
Ἐκ
τῆς κοσμικῆς, συγχύσεως ἐφύγετε, καὶ πρὸς γαληνήν, κατάστασιν
μετέστητε, μαρτυρίου αἵμασι, καὶ ἀσκήσεως πόνοις στεφόμενοι, ὅθεν καί
ἀνεδείχθητε, μαρτύρων καὶ Ὁσίων ὀμόσκηνοι.
Ὁ Ὅσιος Ἰάκωβος του ἀπὸ Νισίβεως
Ὁ
Ὅσιος Ἰάκωβος (4ος αἰῶνας μ.Χ.) ὑπῆρξε γέννημα καὶ θρέμμα τῆς πόλεως
Νισίβεως τῆς Μεσοποταμίας.
Ἀγάπησε ὅμως τὴν ζωὴ τῆς ἐρημίας καὶ τῆς
ἡσυχίας. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ ἔφυγε ἀπὸ τὴν πόλη καὶ πῆγε στὶς ὑψηλότατες
κορυφές των ὄρεων τῆς περιοχῆς, ὅπου καὶ διέμενε.
Ἐκεῖ ἀντιμετώπιζε μέ
γενναιότητα καὶ καρτερία τὶς δυσμενεῖς καιρικὲς συνθῆκες καὶ τόν
καταταλαιπωροῦσαν, τὸν ὑπερβολικὸ δηλαδὴ καύσωνα τοῦ καλοκαιριοῦ καὶ τόν
παγετὸ τοῦ χειμῶνα.
Ὅπως ἀναφέρεται στὸ Συναξάρι του, ὁ Ὅσιος γιά
τροφή του χρησιμοποιοῦσε ἀγριόχορτα καὶ λίγο νερό. Γιὰ ἐνδυμασία του
εἶχε ἕνα ἁπλὸ καὶ μοναδικὸ χιτῶνα.
Καὶ μὲ αὐτή, λοιπόν, τὴν λιτή
ἀσκητικὴ ζωὴ ἐξασθένιζε βέβαια τὸ σῶμα του, προσέφερε ὅμως συνεχῶς
πνευματικὴ τροφὴ στὴν ψυχή του.
Τὰ ἀποτελέσματα τῆς ἀσκητικῆς του
ζωῆς ὑπῆρξαν πλούσια.
Πρῶτα ὁ Ὅσιος ἀπέκτησε τὴν παρρησία πρὸς τὸν Θεό.
Ἔπειτα, μὲ τὴν δύναμη καὶ τὴν χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἔλαβε την
ἱκανότητα νὰ προβλέπει τὰ μέλλοντα καὶ νὰ ἐπιτελεῖ θαύματα, ὅπως τό
ἀκόλουθο :
Κάποτε, ἐνῷ διερχόταν ἀπὸ ἕναν τόπο, εἶδε σὲ κάποια
πηγὴ μερικὲς νέες γυναῖκες νὰ κάνουν τὴν ἐργασία τους μὲ ἀναιδῆ καί
ἄσεμνη ἐμφάνιση.
Ὁ Ὅσιος δὲν ἀνέχθηκε αὐτὴν τὴν κατάσταση. Ἔτσι, μέ
τρόπο θαυματουργικό, ἀπὸ τὴν μιὰ μεριὰ ἀποξήρανε τὴν πηγή, ἐνῷ ἀπὸ τήν
ἄλλη ἔκαμε νὰ γίνουν ὁλόλευκα ἀπὸ μαῦρα τὰ μαλλιὰ τῶν ἀναίσχυντων
γυναικῶν.
Καὶ βέβαια, ὕστερα ἀπὸ παράκληση τῶν Χριστιανῶν, προσευχήθηκε
καὶ ἡ πηγὴ ἔβγαλε πάλι νερό. Τὶς γυναῖκες ὅμως, τὶς ἄφησε νὰ μείνουν μέ
λευκὰ τὰ μαλλιὰ γιὰ σωφρονισμὸ καὶ διόρθωση πνευματική.
Ὁ Ὅσιος
Ἰάκωβος γιὰ τὶς πολλὲς ἀρετές του ἔγινε Ἐπίσκοπος τῆς πατρίδος του, της
Νισίβεως. Ὡς Ἐπίσκοπος ἔλαβε μέρος στὴν Α’ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, ποὺ ἔγινε
τὸ 325 μ.Χ. στὴ Νίκαια τῆς Βιθυνίας.
Ἡ Σύνοδος αὐτὴ καθαίρεσε τον
Ἄρειο, ὁ ὁποῖος δίδασκε πὼς ὁ Χριστὸς δὲν εἶναι Θεός, ἀλλὰ κτίσμα του
Θεοῦ.
Ὁ Ἄρειος ὅμως, παρὰ τὴν καθαίρεσή του, ἑτοιμαζόταν νὰ εἰσέλθει σέ
ἕνα ναό, γιὰ ἂν λειτουργήσει. Τότε συνέβη τὸ ἑξῆς θαυμαστὸ γεγονός :
Ὕστερα
ἀπὸ προσευχὴ τοῦ Ὁσίου Ἰακώβου, ὁ βλάσφημος Ἄρειος δὲν πρόφθασε νὰ πάει
στὸ ναό, ἀφοῦ πέθανε ἀπὸ διάλυση τῶν σπλάχνων του.
Ὅμως ὁ ὅσιος
μαζὶ μὲ τὴν ἀκοίμητη εὐσέβειά του διαφλεγόταν καὶ ἀπὸ θερμότατη
φιλοπατρία.
Ὅταν οἱ Πέρσες πολιόρκησαν τὴν Νίσιβη, ὁ Ὅσιος συνετέλεσε τα
μέγιστα διὰ τῆς δυνάμεως τῆς πίστεώς του καὶ τῆς ἠθικῆς ἐπιροής του
στὴν ἀπόκρουση τῶν ἐχθρῶν καὶ τὴ διάλυση τῆς πολιορκίας.
Διαπρέποντας σέ
τοῦτα τὰ μέγιστα μεγαλουργήματα ὁ Ἅγιος Ἰάκωβος, ἀφοῦ ἔφθασε σέ
βαθύτατο γῆρας, κοιμήθηκε ὁσίως μὲ εἰρήνη.
Ὁ Ἅγιος Ἀθανάσιος ὁ Μάρτυρας
Ὁ Ἅγιος Ἀθανάσιος μαρτύρησε βασανιζόμενος μὲ ραβδιά.
Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὸν Βίο τοῦ Ἁγίου Μάρτυρα.
Οἱ Ἅγιοι Παχώμιος καὶ Παπυρίνος
Οἱ δύο αὐτοὶ Ἅγιοι μαρτύρησαν, ὅταν ἐπνίγησαν ἀπὸ τοὺς διῶκτες τους σὲ ποτάμι.
Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὸν Βίο τῶν Ἁγίων.
Ὁ Ἅγιος Ἰλάριος Ἐπίσκοπος Πικτώνων
Ὁ
Ἅγιος Ἰλάριος καταγόταν ἀπὸ τὴν Γαλλία καὶ γεννήθηκε κατὰ τὸν 4ο αἰῶνα
μ.Χ. στὴν πόλη Πουατιέ.
Οἱ γονεῖς του ἦσαν εἰδωλολάτρες καὶ ἐκεῖνος
μετεστράφη πρὸς τὸν Χριστὸ καὶ ἔγινε Ἐπίσκοπος τῆς γενέτειράς του.
Τό
ἔτος 356 μ.Χ. ἐξορίσθηκε ἀπὸ τὸν αὐτοκράτορα Κωνστάντιο (337-361 μ.Χ.)
στὴ Φρυγία γιὰ τὰ ὀρθόδοξα φρονήματά του.
Στὴν ἐξορία, ὅπου ἔμεινε γιά
τέσσερα συνεχῆ ἔτη, ἔγραψε τὸ «Περὶ τῆς Τριάδος» ἔργο του, καὶ τὸ «Περί
Συνόδων», τὸ ὁποῖο ἀπηύθηνε πρὸς τοὺς Χριστιανοὺς τῆς Δύσεως, γιὰ νά
τοὺς πληροφορήσει περὶ τῶν ἀγώνων τῶν Ὀρθοδόξων τῆς Ἀνατολῆς κατὰ τοῦ
Ἀρειανισμοῦ.
Ὁ Ἅγιος ἔλαβε μέρος στὴ Σύνοδο τῆς Σελευκείας τῆς
Ἰσαυρίας, τὸ 359 μ.Χ., καὶ μετεῖχε τῆς ἐπιτροπῆς τῶν Ἐπισκόπων, οἱ
ὁποῖοι ἀπεστάλησαν ἀπὸ τὴ Σύνοδο στὴν Κωνσταντινούπολη, μὲ σκοπὸ νά
γνωρίσουν στὸν αὐτοκράτορα τὶς ἀποφάσεις τῆς Συνόδου.
Ὁ Ἅγιος
ζήτησε ἰδιαίτερη ἀκρόαση ἀπὸ τὸν αὐτοκράτορα, ἀλλὰ δὲν ἔγινε δεκτὸς καί
ἐκδιώχθηκε.
Ἐπανῆλθε στὴ Γαλλία, ὅπου καὶ συνέχισε τοὺς ἀγῶνες του κατά
τῶν αἱρετικῶν καὶ τὴ δράση του ὑπὲρ τῆς Ὀρθοδοξίας.
Στὴ Σύνοδο των
Παρισίων, ποὺ ἔγινε τὸ ἔτος 361 μ.Χ., ὁ Ἅγιος Ἰλάριος κατόρθωσε νά
ἀναθεματισθοῦν οἱ Ἀρειανοὶ καὶ οἱ ἀρχηγοί τους στὴ Δύση, Αὐξέντιος,
Οὐρσάκιος, Οὐάλης καὶ Σατουρνίνος καὶ νὰ ἀναγνωρισθεῖ τὸ κῦρος των
ἀποφάσεων τῆς Α’ Οἰκουμενικῆς Συνόδου.
Ἀπὸ τὴν Γαλλία ὁ Ἅγιος μετέβη
στὴν Ἰταλία, ὅπου, τὸ ἔτος 364 μ.Χ., προήδρευσε τῆς Συνόδου των
Μεδιολάνων καὶ καταπολέμησε τὸν αἱρετικὸ Ἐπίσκοπο τῆς πόλεως αὐτῆς,
Αὐξέντιο.
Ὁ Ἅγιος Ἰλάριος κοιμήθηκε ὁσίως μὲ εἰρήνη μεταξὺ τῶν ἐτῶν 366-368 μ.Χ.
Ὁ Ἅγιος Ρεμίγιος Ἐπίσκοπος Ρημῶν
Ὁ
Ἅγιος Ρεμίγιος γεννήθηκε τὸ ἔτος 437 μ.Χ. στὴν πόλη Λαὸν τῆς Γαλλίας.
Γενόμενος Ἐπίσκοπος τῆς πόλεως τῶν Ρημῶν τῆς Γαλλίας, πούλησε τὴν μεγάλη
τοῦ περιουσία, διένειμε τὰ χρήματα στοὺς φτωχοὺς καὶ σὲ ἄλλες ποικίλες
ἀγαθοεργίες.
Ἀφοσιώθηκε μὲ θεῖο ζῆλο στὴ μελέτη τοῦ θείου λόγου, στήν
καταπολέμηση τῶν αἱρετικῶν καὶ τὸ ἱεραποστολικὸ ἔργο.
Πρώτιστο
μέλημά του ἦταν τὸ κήρυγμα τῆς ἀλήθειας τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ στούς
Ἐθνικούς.
Τὸ μεγάλο κατόρθωμα τῆς ἐπισκοπικῆς του δράσης ἦταν ἡ βάπτιση
τοῦ βασιλέως τῶν Γάλλων Κλόβιος τοῦ Α’ κατὰ τὴν ἡμέρα τῶν Χριστουγέννων
τοῦ ἔτους 496 μ.Χ., τῶν δύο ἀδελφῶν αὐτοῦ καὶ 3.000 γυναικῶν καὶ παίδων.
Γιὰ τὸ τεράστιο ἱεραποστολικό του ἔργο ὀνομάσθηκε «Ἀπόστολος της
Γαλλίας».
Ὁ Ἅγιος Ρεμίγιος μὲ τὸ πέρασμα τοῦ χρόνου ἔχασε τὴν ὅρασή του καὶ κοιμήθηκε ὁσίως μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 533 μ.Χ.
Ὁ Ἅγιος Κεντιγκέρνος Ἐπίσκοπος Γλασκόβης
Ὁ
Ἅγιος Κεντιγκέρνος καταγόταν ἀπὸ τὴν Σκωτία. Περὶ τῶν παιδικῶν του
χρόνων θρυλοῦνται πολλά.
Λέγεται ὅτι ἦταν ἐξώγαμο παιδὶ κάποιας
βασιλόπαιδος, τὴν ὁποία ὁ προσβεβλημένος πατέρας της τὴν ἔβαλε σὲ μία
βάρκα ποὺ ἄφησε ἀκυβέρνητη στὸ πέλαγος. Ἡ βάρκα ἐξόκειλε κοντὰ στὴ Μονή
τοῦ Κοῦλρος.
Ὁ Ἡγούμενος Ἅγιος Σὲρφ εὐσπλαχνίστηκε τὴ μητέρα καί
τὸ παιδὶ καὶ ἀνέλαβε τὴν προστασία τοῦ βρέφους. Ὁ Ἅγιος ὀνομαζόταν καί
Μοῦνγκο, ποὺ σημαίνει «προσφιλής, ἀγαπητὸς» ἤ, κατ’ ἄλλους, «σκυλάκι,
κουτάβι», λόγῳ τοῦ ὅτι ὁ Ἅγιος ἀκολουθοῦσε τὸν προστάτη του Ἅγιο Σέρφ.
Ὁ
Ἅγιος ἐγκαταστάθηκε στὴ Γλασκόβη, ὅπου ἔγινε καὶ Ἐπίσκοπος. Ὁ βίος του
ἦταν πολὺ ἀσκητικός. Ἡ ἐνδυμασία του ἦταν ἀπὸ δέρμα ζώων, διέμενε δὲ σέ
σπήλαιο ἀσκούμενος στὴν προσευχή.
Θεωρεῖται ὅτι κοιμήθηκε ὁσίως μέ
εἰρήνη τὸ ἔτος 612 μ.Χ. σὲ ἡλικία 85 ἐτῶν.
Ὁ Ὅσιος Μάξιμος ὁ Καυσοκαλυβίτης
Ὁ
Ὅσιος Μάξιμος δύναται νὰ παραβληθεῖ γιὰ τὴν αὐστηρότητα τοῦ βίου του
καὶ τὴν ἀρετή του πρὸς τοὺς μεγάλους ἀσκητὲς τῆς Αἰγύπτου, τῶν ὁποίων τό
βίο ζήλωσε.
Καταγόταν ἀπὸ τὴν Λάμψακο καὶ ὀνομαζόταν προηγουμένως
Μανουήλ. Ἔγινε μοναχὸς στὸ ὅρος Γάνος τῆς Προποντίδας.
Τὸ μοναχικό
σχῆμα καὶ τὸ ὄνομα Μάξιμος προσέλαβε ἀπὸ τὸν φημισμένο γέροντα Μᾶρκο.
Ἐκεῖ ἀναδείχθηκε ἀκούραστος καὶ ἀκατάβλητος στὴν μελέτη, τὴν προσευχή,
τὴν κυριαρχία τῆς γλώσσας καὶ τὴν ἀγάπη πρὸς τὴν εἰρήνη καὶ τὴν ὁμόνοια.
Ἀκολούθως μετέβη στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ ἦταν τόση ἡ ἀρετή του, ὥστε ὁ
αὐτοκράτορας Ἀνδρόνικος ὁ Παλαιολόγος (1376-1379) τὸν κάλεσε στά
ἀνάκτορα, γιὰ νὰ τὸν γνωρίσει καὶ νὰ συνομιλήσει μαζί του.
Στὴ συνέχεια
πῆγε στὴ Θεσσαλονίκη, γιὰ νὰ προσκυνήσει τὸ Ἅγιο λείψανο του
Μεγαλομάρτυρος Δημητρίου του Μυροβλήτου καὶ μετὰ κατέφυγε στὴν ἔρημο του
Ἄθω, στὸ Ἅγιον Ὅρος, ποὺ φέρει σήμερα τὸ ὄνομά του.
Ἐκεῖ ἔκτιζε ὅπου
ἤθελε τὴν καλύβα του (τὸ κελί του) τὴν ὁποία στὴν συνέχεια ἔκαιγε ἀπό
ἀρετή, γιὰ νὰ μένει ἀκτήμων. Γι’ αὐτὸ καὶ ὀνομάσθηκε Καυσοκαλυβίτης.
Ἔζησε μὲ ὁσιακὸ τρόπο καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1320 μ.Χ. σέ
ἡλικία 95 ἐτῶν.
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. ἀ’. Τὸν συνάναρχον Λόγον
Μητρικῆς ἐκ νηδύος Ὅσιε Μάξιμε, ἐκλογῆς ὡς δοχεῖον ἀνατεθεῖς τῷ Θεῷ, τοῦ θείου γνόφου ὡς Μωσῆς κατηξίωσαι, καὶ τὰ πόρρω προορᾶν, κατὰ τὸν μέγον Σαμουήλ, τοῦ Ἄθω τὸ θεῖον θαῦμα, τῆς Θεοτόκου ὁ μύστης ἡ καὶ πρεσβεύεις Πάτερ ὑπὲρ ἠμῶν.
Ὁ Ὅσιος Εἰρήναρχος ὁ Ἔγκλειστος
Ὁ Ὅσιος Εἰρήναρχος καταγόταν ἀπὸ τὸ Ροστὸβ τῆς Ρωσίας καὶ γεννήθηκε τὸ ἔτος 1548. Στην βάπτιση πῆρε τὸ ὄνομα Ἠλίας.
Ἀπό νωρὶς ἔγινε μοναχὸς στὴν Μονὴ τῶν Ἁγίων Βόριδος καὶ Γκλὲμπ τοῦ Ροστώβ.
Ἔδινε τὰ ροῦχα του καὶ τὰ παπούτσια του στοὺς φτωχοὺς καὶ αὐτὸς περπατοῦσε ξυπόλητος καὶ κουρελιασμένος.
Οἱ ἄλλοι μοναχοὶ καὶ ὁ ἡγούμενος δὲν καταλάβαιναν τὴν πράξη του καὶ τὸν ἐπέπλητταν αὐστηρὰ καὶ τὸν τιμωροῦσαν. Ἀυτός τὰ δεχόνταν ὅλα μὲ ταπείνωση.
Τοῦ ἔδωσαν ὑπακοὴ ἔξω ἀπὸ τὸ μοναστήρι καὶ ἔτσι ὑπέφερε ἀπὸ τὸ γεγονὸς πὼς δὲν μποροῦσε νὰ πάει στὶς ἀκολουθίες.
Ἔτσι μετακινήθηκε στὴν Μονὴ Ἀβράμιε.
Ὁ ἴδιος ὁ Ἅγιος Ἀβράμιος ἐμφανίστηκε στὸν ὕπνο του καὶ τοῦ εἶπε πὼς οἱ ἀπερίσκεπτοι μοναχοὶ θὰ δώσουν λόγο στὸ Θεό.
Προσευχήθηκε θερμὰ στοὺς Ἅγιους Μπόρις καὶ Γκλὲμπ γιὰ νὰ μπορέσει νὰ ἐπιστρέψει στὴν μονὴ τῆς μετανοίας του.
Σὰν σὲ ὅραμα εἶδε τοὺς δύο ἁγίους νὰ κατευθύνονται πρὸς τὸ μοναστήρι ποὺ ἔφερε τὸ ὄνομά τους.
- "Ἐλεῆστε με τὸν ἁμαρτωλὸ γέροντα ποὺ τὸν ἔδιωξε ὁ ἡγούμενος μὲ τὴν προτροπὴ τοῦ σατανᾶ" φώναζε ὁ Εἰρήναρχος
- Γιὰ σένα πᾶμε ἐκεῖ, τοῦ φώναξαν, πήγαινε στὸ μοναστήρι.
Τὴν ἄλλη μέρα ὁ ἀπεσταλμένος τοῦ ἡγουμένου τὸν κάλεσε στὸ μοναστήρι.
Τον ὑποδέχθηκε ὁ ἴδιος μὲ ἀγάπη ζητῶντας του συγνώμη. Γιὰ νὰ σκληραγωγήσει τὸ σῶμα του ὁ ἅγιος ἐμφανίστηκε τὴν ἄλλη μέρα μὲ ἁλυσίδες στοὺς ὤμους καὶ στὰ πόδια.
Εἶχε μεγάλη εὐλάβεια στὴν μορφὴ τοῦ Χριστοῦ πάνω στὸν Σταυρὸ καὶ προσευχόνταν συχνὰ γιὰ νὰ πληροφορηθεῖ τὸν τρόπο τῆς ἀσκήσεώς του.
Μετά ἀπὸ ἐσωτερικὴ πληροφόρηση κλείστηκε σ’ἕνα κελὶ ἔχοντας πάνω του μιὰ ἁλυσίδα μήκους τριῶν ὀργυιῶν.
(Μέτρο μήκους ἴσο μὲ τὸ μῆκος καὶ τῶν δυὸ χεριῶν ἁπλωμένων ὁριζόντια (ἀπὸ ἄκρη σὲ ἄκρη τῶν δακτύλων), περίπου 1,85 μέτρα).
Οἱ ἄλλοι μοναχοὶ θεωρῶντας τὸν σαλὸ τὸν ἔδιωξαν ξανὰ ἀπὸ τὸ μοναστήρι. Ἔμεινε ἕναν χρόνο στὴν σπηλιὰ τοῦ ἐρημίτη Λαζάρου γιὰ νὰ τὸν δεχτεῖ ξανὰ μετὰ ἀπὸ ἕναν χρόνο ὁ ἡγούμενος ζητῶντας του συγχώρεση.
Ἐπιδόθηκε σὲ πιὸ σκληροὺς ἀσκητικοὺς ἀγῶνες. Ζούσε ἔγκλειστος,προσευχόνταν ὅλη σχεδὸν τὴν νύχτα, νήστευε αὐστηρὰ καὶ εἶχε ὡς ἐργόχειρο τὴν κατασκευὴ ζωνῶν.
Τώρα οἱ ἁλυσίδες του ἦταν μήκους 16 ὀργυιῶν καὶ φοροῦσε σιδερένιους σταυρούς.
Ὁ Θεός τοῦ ἔδωσε τὸ προορατικὸ χάρισμα καὶ μπόρεσε νὰ βοηθήσει τοὺς πιστοὺς ποὺ ἐρχόνταν σὲ αὐτόν.
Στοὺς δύσκολους ἐκείνους καιρούς, ὅπου οἱ εἰσβολεῖς ἦταν πολλοὶ καὶ ἐπικίνδυνοι πολλοὶ στρατιωτικοὶ ἡγέτες μὲ τὰ στρατεύματά τους πήγαιναν στὸν γέροντα γιὰ νὰ πάρουν τὴν εὐλογία του.
Ἐκοιμήθη σὲ ἡλικία 69 ἐτῶν, μετά ἀπὸ σκληροὺς ἀσκητικοὺς ἀγῶνες 38 ἐτῶν, στὶς 13 Ἰανουαρίου 1616.
Διάλεξε ὡς τόπο ταφῆς μιὰ σπηλιὰ τὴν ὁποία ἔσκαψε ὁ ἴδιος. Μετά τὸν θάνατό του πολλοὶ ἀσθενεῖς καὶ δαιμονισμένοι ἔγιναν καλὰ ἀγγίζοντας τὸν σταυρό του καὶ τὶς ἁλυσίδες του. Τὸ λείψανό του βρίσκεται στὸ Ροστώβ.
Ὁ Ὅσιος Ἐλεάζαρος ἐκ Ρωσίας
Ὁ Ὅσιος Ἐλεάζαρος τοῦ Ἀνζέρκυϊ καταγόταν ἀπὸ τὴ Ρωσία καὶ ἀσκήτεψε στὸ νησί τοῦ Σολόφσκι.
Κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1656.
Ἅγιοι Πατέρες ἐν τῇ Μονῇ τοῦ Ὁσίου Θεοδοσίου ἀναιρεθέντες
Κατὰ τὸ ἔτος 614 μ.Χ. οἱ αἱμοχαρεῖς ὀρδὲς τῶν Περσῶν ὁδηγούμενες ἀπὸ τὸ βασιλέα Χοσρόη εἰσέβαλαν στὴν Ἁγία Γῆ καὶ προκάλεσαν ἀνείπωτες καταστροφὲς ἐρημώνοντας τὰ Ἱεροσόλυμα καὶ τὰ περίχωρά τους.
Ἔσφαξαν πλήθη πιστοῦ λαοῦ, γκρέμισαν Ναοὺς καὶ Μοναστήρια καὶ κατέσφαξαν Ἱερεῖς, Ἀββᾶδες καὶ Μοναχούς.
Τὰ ἀνθοῦντα τότε Μοναστήρια τοῦ Ὁσίου Θεοδοσίου, τοῦ Κοινοβιάρχου, τοῦ Ὁσίου Σάββα, τοῦ Χοζεβά, τοῦ Ὁσίου Γερασίμου, τοῦ Ἰορδανίτου καὶ πλῆθος ἄλλων μετεβλήθησαν σὲ ἐρείπια καὶ οἱ σ’ αὐτὰ ἀσκούμενοι θεοφιλῶς Πατέρες μεταδημότευσαν γιὰ τὴ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν κοσμούμενοι μὲ διπλοῦς στεφάνους ὁσιότητος καὶ μαρτυρίου.
Ὅταν τὰ στίφη τῶν ἀπίστων ἐπέδραμαν σὰν λαίλαπα πυρὸς στὸ Μοναστηριακὸ συγκρότητα τοῦ Κοινοβιάρχου Ὁσίου ἄρχισαν ἀνελέητη σφαγὴ τῶν Πατέρων ποὺ ἥσυχα καὶ ἀθόρυβα δοξολογοῦσαν τὸ πάντιμο καὶ μεγαλοπρεπὲς ὄνομα τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ.
Κανεὶς δὲν μποροῦσε νὰ ἀντισταθεῖ στὴ μανία τους. Ἔτσι ὅλοι οἱ Θεοδοσιάτες Πατέρες ἔλαβαν στὸ στεφάνι τοῦ μαρτυρίου καὶ σφράγισαν μὲ τὸ αἷμα τους τὴν καθαρὴ ἀσκητική τους ζωῆς.
Ἐπειδὴ κανεὶς δὲν δέχθηκε νὰ ἀρνηθεῖ τὴν πίστη του καὶ νὰ προσχωρήσει στὶς αἱμοχαρεῖς ὀδρές τους, ὅλοι γεύθηκαν τοὺς καρποὺς τῆς πίστεώς τους ποὺ ἦταν ἀποκεφαλισμοί, ἀνασκολιπισμοί, σχίσιμο τῶν σαρκίων, καρφώματα μὲ τὰ ξίφη καὶ κατατεμαχισμοί.
Τὸ Μοναστήρι, ἀφοῦ ἐρευνήθηκε καὶ συλήθηκε παραδόθηκε στὶς φλόγες.
Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες, ποὺ κράτησαν σταθερὴ τὴν πίστη τους πῆραν τὸ δρόμο γιὰ τὴν αἰωνιότητα, γιὰ τὸ Χριστό μας. Τὰ σκηνώματά τους ὁλοπόρφυρα ἀπὸ τὰ αἵματα καὶ μὲ τὸ κομβοσχοίνι στὸ χέρι κάλυψαν κάθε σπιθαμὴ γῆς, αὐτῆς ποὺ προηγούμενα εἶχε ποτισθεῖ μὲ τοὺς ἀσκητικούς τους ἱδρῶτες καὶ τὰ δάκρυα μετανοίας τους.
Μετὰ τὴν ἀπομάκρυνση τῶν ἀπίστων εὐσεβεῖς ἐπιζήσαντες ἀσκητὲς ἀπὸ παρακείμενα σπήλαια καὶ ὀπὲς τῆς γῆς ἔθαψαν ὁμαδικὰ τὰ ἱερὰ τῶν Μαρτύρων σκηνώματα στοὺς θαλάμους τοῦ ἱεροῦ σπηλαίου τῶν Μάγων, ποὺ βρισκόταν στὸ κεντρο τοῦ μοναστηριακοῦ συγκρτήματος.
Ἐκεῖ τὰ τελευταῖα χρόνια βρέθηκαν εὐωδιάζοντα καὶ μυροβόλα τὰ τίμια καὶ μαρτυρικὰ λειψανά τους, γιὰ νὰ συλλεγοῦν καὶ νὰ τοποθετηθοῦν στὸ Καθολικὸ τοῦ Μοναστηριοῦ πρὸς προσκύνηση καὶ ἁγιασμὸ τῶν προσκυνητῶν.
Ἀπολυτίκιον. Ἤχος πλ. α΄. Τὀν Συνάναρχον Λόγον
Μιαιφόνοις παλάμαις κτανθέντας μέλψωμεν Θεοδοσίου Ὁσίου σεπτοὺς Πατέρας Μονῆς τῶν ἀπίστων καὶ τριβώνιον φοινίξαντας ἀσκητικὸν αὐτῶν ροαῖς τῶν αἱμάτων εὐλαβῶς βοῶντες· Ἀναιρεθέντες Πατέρες, ἐπευλογεῖτε ἡμᾶς θεόθεν καὶ ρωννύετε.
Πληροφορίες ἀπό Saint.gr, synaxarion.gr
& ekklisiaonline.gr
Ἀπολυτίκια ἀπό youtube.com/@orthodoxmusic-8948
Ἀναδημοσίευση ἀπό Ἀναβάσεις
Κουμπιά
- Αρχική
- Οπτικό Αγιολόγιο
- Ιανουάριος
- Φεβρουάριος
- Μάρτιος
- Απρίλιος
- Μάιος
- Ιούνιος
- Ιούλιος
- Αύγουστος
- Σεπτέμβριος
- Οκτώβριος
- Νοέμβριος
- Δεκέμβριος
- Πατερικά
- Γεροντικά
- Ομιλίες
- Εσταυρωμένος
- Επικοινωνία
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου