Ἅγιος Ἱερομάρτυς Μόδεστος. Ὁ προστάτης τῶν ζώων
Λάμπρου Κ. Σκόντζου, Θεολόγου – Καθηγητοῦ
Οἱ ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας μας, ὡς φορεῖς τῶν ἀκτίστων ἐνεργειῶν τοῦ Θεοῦ, καταστάθηκαν προστάτες τῆς ζωῆς μας καὶ τῆς θείας δημιουργίας. Τὰ ζῶα εἶναι καὶ αὐτὰ ἐκλεκτὰ καὶ ἀξιοθαύμαστα δημιουργήματα τοῦ Θεοῦ, ἐπιτελῶντας σπουδαία ἀποστολὴ στὴ διαδικασία τῆς ζωῆς, γι’ αὐτὸ καὶ ἔχουν τὴν εὐλογία νὰ ἔχουν καὶ αὐτὰ τὸν προστάτη ἅγιό τους: τὸν ἅγιο Ἱερομάρτυρα Μόδεστο.
Ὁ βίος του εἶναι ἀρκετὰ συγκεχυμένος. Ἡ παράδοση διέσωσε δύο διαφορετικὰ συναξάρια, σὰν νὰ πρόκειται γιὰ δύο ἁγίους μὲ τὸ ὄνομα Μόδεστος. Ὁ ἕνας φέρεται νὰ ἔζησε τὸν 4ο αἰῶνα καὶ ὁ ἄλλος τὸν 7ο. Καὶ οἱ δύο χρημάτισαν Ἀρχιεπίσκοποι (Πατριάρχες) Ἱεροσολύμων.
Ἐδῶ θὰ παραθέσουμε τὸ συναξάρι τοῦ ἁγίου ποὺ ἔζησε τὸν 4ο αἰῶνα. Ὁ ἔνδοξος καὶ συμπαθὴς αὐτὸς ἅγιος γεννήθηκε στὴν πόλη Σεβάστεια τοῦ Πόντου τὸ 300 μ. Χ. Γονεῖς του ἦταν οἱ εὐλαβεῖς Εὐσέβιος καὶ Θεοδούλη, πιστοὶ χριστιανοί. Ὅταν ἦταν μόλις πέντε μηνῶν βρέφος ὁ Μόδεστος ὁ πατέρας του κατηγορήθηκε ὡς ἐχθρὸς τοῦ αὐτοκράτορα Μαξιμιανοῦ καὶ συνελήφθη.
Προφανῶς ἡ πραγματικὴ αἰτία ἦταν ἡ χριστιανική του πίστη, ἡ ὁποία ἀπαγορεύονταν μὲ τὴν ποινὴ τοῦ θανάτου τὴν ἐποχὴ ἐκείνη καὶ θεωροῦνταν ὡς πράξη ἐχθρικὴ πρὸς τὸ ρωμαϊκὸ κράτος. Οἱ χριστιανοὶ διώκονταν καὶ φονεύονταν κατὰ χιλιάδες, ὡς ἐχθροὶ τοῦ αὐτοκράτορα καὶ τῆς αὐτοκρατορίας.
Ἡ εὐσεβὴς Θεοδούλη ὅταν πληροφορήθηκε γιὰ τὴν σύλληψη καὶ τὴν φυλάκιση τοῦ ἀγαπημένου τῆς συζύγου, πῆρε τὸ βρέφος της ἀγκαλιὰ καὶ πῆγε στὶς φυλακὲς νὰ τὸν συναντήσει. Φτάνοντας πλήρωσε τοὺς φρουρούς, νὰ τῆς ἐπιτρέψουν νὰ τὸν ἐπισκεφτεῖ. Βλέποντάς τον, μὲ δάκρυα στὰ μάτια ἀποφάσισαν ἀπὸ κοινοῦ νὰ ἔχουν τὸ ἴδιο τέλος.
Παρακάλεσαν τὴν Παναγία νὰ τοὺς ἀξιώσει νὰ φύγουν ἀπ’ αὐτὴ τὴ ζωὴ ἀντάμα. Ἔτσι καὶ ἔγινε. Τὸ ἑπόμενο πρωὶ ὁ δεσμοφύλακας, καθὼς πῆγε νὰ δώσει ψωμὶ στοὺς κρατούμενους, τοὺς βρῆκε νεκρούς, μὲ τὸ βρέφος ἀκόμα ζωντανὸ ἀγκαλιά. Τὸ παρέλαβε καὶ τὸ ἔδωσε σὲ κάποιον εἰδωλολάτρη ἄρχοντα.
Τὸ παιδὶ ὅταν ἔφτασε σὲ ἡλικία δεκατριῶν περίπου ἐτῶν ἔμαθε ἀπὸ τὸν ἄρχοντα τὴν ἀλήθεια γιὰ τοὺς πραγματικούς του χριστιανοὺς γονεῖς καὶ ἀποφάσισε νὰ βαπτιστεῖ χριστιανός. Προφανῶς, μετὰ ἀπὸ τὴν ἀπόφασή του αὐτὴ ὁ εἰδωλολάτρης ἄρχοντας τὸν ἔδιωξε καὶ τὸν πῆρε στὴν προστασία του κάποιος χριστιανὸς χρυσοχόος ἀπὸ τὴν Ἀθήνα.
Τὸν ἔφερε στὴ Ἀθήνα, ὅπου τὸν ἔκαμε παιδί του. Ἀλλὰ τὰ δύο ἄλλα παιδιὰ τοῦ χρυσοχόου τὸν ἀντιμετώπιζαν μὲ ζήλια καὶ ἐχθρότητα, βλέποντας τὴν πνευματικὴ ὡριμότητα καὶ τὶς ἀρετές του. Γι’ αὐτὸ μετὰ ἀπὸ τὸ θάνατο τῶν γονιῶν τους τὸν πούλησαν ὡς δοῦλο στὴν Αἴγυπτο, σὲ ἕναν εἰδωλολάτρη ἀφέντη.
Ἀλλά, ὅπως φαίνεται, ὁ Θεὸς δὲν τὸν εἶχε ἐγκαταλείψει. Ὁ νεαρὸς χριστιανὸς Μόδεστος μὲ τὸ παράδειγμά του καὶ τὰ σωτήρια λόγια του κατάφερε νὰ κατηχήσει, νὰ μεταστρέψει καὶ νὰ βαπτιστεῖ ὁ κύρης του. Μετὰ ἀπὸ αὐτὸ ἐκεῖνος τὸν ἀπελευθέρωσε καὶ αὐτὸς ἔφυγε γιὰ τοὺς Ἁγίου Τόπους, γιὰ νὰ προσκυνήσει τὰ ἱερὰ προσκυνήματα.
Ὅταν ἔφτασε στὸν Πανάγιο Τάφο οἱ προσκυνητὲς εἶδαν ἕνα παράδοξο καὶ θαυμαστὸ γεγονός: οἱ πύλες τοῦ ἱερότερου χριστιανικοῦ προσκυνήματος ἄνοιξαν ἀπὸ μόνες τους γιὰ νὰ εἰσέλθει ὁ Μόδεστος! Αὐτὸ τὸ γεγονὸς θεωρήθηκε ὡς θεόσταλτο σημεῖο ἀπὸ τοὺς χριστιανοὺς τῆς Σιωνίτιδος Ἐκκλησίας. Μάλιστα ἐπειδὴ ὁ ἀρχιεπισκοπικὸς θρόνος βρισκόταν σὲ χηρεία, ὁ λαὸς ἀπαίτησε νὰ ἐκλεγεῖ ὁ Μόδεστος.
Ὁ Μόδεστος παρὰ τοὺς δισταγμούς του ὑποχώρησε στὴν ἀπαίτηση τοῦ πλήθους καὶ ἀνάλαβε τὸν ἀρχιεπισκοπικὸ θρόνο τοῦ Ἁγίου Ἰακώβου του Ἀδελφοθέου. Μὲ τὴν ἀνάληψη τοῦ ὑψηλοῦ ὑπουργήματός του, ἄρχισε ἕνα σπουδαῖο ποιμαντικὸ καὶ φιλανθρωπικὸ ἔργο. Ὑπερασπίστηκε τὴν ἁγία ὀρθόδοξη πίστη ἀπὸ τὶς αἱρέσεις καί κύρια τὸν ἀρειανισμό, ὁ ὁποῖος τὴν ἐποχὴ ἐκείνη λυμαίνονταν τὴν Ἐκκλησία καὶ καταδίωκε μὲ μανία τοὺς ὀρθοδόξους.
Χιλιάδες ἐνδεεῖς εὕρισκαν καταφύγιο καὶ προστασία στὸν ἅγιο ἐπίσκοπο.
Παρὰ τὸ φόρτο τῶν ποιμαντικῶν του καὶ φιλανθρωπικῶν καθηκόντων του ἀσκοῦνταν ὁ ἴδιος στὴν ἀρετὴ καὶ στὴν ἁγιότητα. Προσεύχονταν νυχθημερόν, νήστευε καὶ προόδευε πνευματικά.
Εἶχε φτάσει σὲ ὕψη ἁγιότητας, ὥστε τοῦ δόθηκε ἀπὸ τὸ Θεὸ τὸ χάρισμα τῆς θαυματουργίας. Πλῆθος ἀσθενῶν προσέτρεχε σ’ αὐτὸν γιὰ νὰ βρεῖ τὴ θεραπεία του. Ἀλλὰ δὲν θεράπευε μόνο ἀνθρώπους, θεράπευε καὶ τὰ ζῶα. Εἶχε καταστεῖ προστάτης καὶ θεραπευτὴς τῶν πλασμάτων αὐτῶν τοῦ Θεοῦ. Θεράπευε τὰ ἄρρωστα κατοικίδια καὶ ἰδιαίτερα τὰ βόδια καὶ τοὺς ἡμιόνους. Ἡ εὐεργεσία του πρὸς τὰ ζῶα ἐκδηλώθηκε κυρίως στὸ μαρτύριό του.
Κάποιος ἡγεμόνας τῆς περιοχῆς, ὁ ὁποῖος ἦταν μᾶλλον αἱρετικός, φανατικὸς ἀρειανός, κατ’ ἄλλους Ἑβραῖος, μισοῦσε τὴν ὀρθόδοξη πίστη καὶ εἶχε βάλλει ὡς στόχο τὸν ἅγιο Ἐπίσκοπο Μόδεστο. Κλήθηκε νὰ ἀπολογηθεῖ ἐνώπιον του καὶ ὁμολόγησε εὐθαρσῶς τὴν ἀληθινὴ ὀρθόδοξη πίστη. Ἐκεῖνος ἔγινε θηρίο ἀπὸ τὸ θυμό του καὶ διέταξε τοὺς στρατιῶτες του νὰ βασανίσουν τὸν ἅγιο καὶ νὰ τὸν θανατώσουν.
Ἔδεσαν τὰ μέλη του σὲ δύο ἄγριους ἡμιόνους, τοὺς χτύπησαν, μὲ σκοπὸ νὰ διαμελίσουν τὸν ἅγιο. Ἐκεῖνος ὅμως σήκωσε τὸ χέρι του, εὐλόγησε τὰ ζωντανὰ καὶ ἐκεῖνα ἔφυγαν καὶ τὸν ἄφησαν λυμένο καὶ ἄθικτο.
Ὁ μανιακὸς ἡγεμόνας ἐξοργίστηκε περισσότερο καὶ ἔδωσε ἐντολὴ νὰ δέσουν ξανὰ τὸν ἅγιο στοὺς δύο ἠμίονους, πιὸ σφικτά, ἀπὸ τὰ χέρια καὶ τὰ πόδια, νὰ τοὺς χτυπήσουν ἄγρια, ὥστε νὰ διαμελίσουν σίγουρα τὸν ὁμολογητὴ Ἐπίσκοπο. Καθὼς ἄρχισαν νὰ τὸν σέρνουν τὰ ζῶα, ἐκεῖνος φώναξε δυνατά: «Ἐὰν ὁ Θεὸς εἶναι μαζί μας, κανεὶς δὲν εἶναι ἐναντίον μας». Τὰ ζῶα ἠρέμισαν καὶ βάδιζαν πλάϊ – πλάϊ, χωρὶς νὰ προξενοῦν κακὸ στὸν ἅγιο προστάτη τους.
Τότε παραβρέθηκε ἐκεῖ ἕνας φτωχὸς βοσκὸς ὁ ὁποῖος πλησίασε τὸν ἅγιο καὶ τὸν παρακάλεσε νὰ τὸν βοηθήσει ἕνα μοσχάρι γιὰ νὰ ζήσει τὴν οἰκογένειά του. Ὁ Μόδεστος πρόσταξε τοὺς ἠμίονους νὰ σταματήσουν νὰ τὸν τραβοῦν.
Εὐλόγησε τὸν βοσκὸ καὶ τὰ ζωντανά του, λέγοντας: «Ὁ Θεός, ποὺ εὐλόγησε τὰ βόδια καὶ τὰ πρόβατα τοῦ Ἀβραάμ, νὰ σοῦ χαρίζει κάθε χρόνο δύο μοσχάρια, ἕνα ἀρσενικὸ κι ἕνα θηλυκό». Ταυτόχρονα οἱ ἡμίονοι γύρισαν ἀπὸ ἐκεῖ ποὺ ξεκίνησαν, προστατεύοντας τὸν ἅγιο προστάτη τους.
Τὸ θαῦμα ἐξαγρίωσε ἀκόμη περισσότερο τὸν ἡγεμόνα, ὁ ὁποῖος διέταξε νὰ ἀκολουθήσουν ἀνείπωτα βασανιστήρια. Τοῦ ἔμπηξαν καρφιὰ στὰ πόδια του, τὸν λιθοβόλησαν, τὸν ἔριξαν σὲ καζάνι μὲ καυτὸ μολύβι, τὸν ἔδεσαν σὲ κολώνα, τὸν ἄλειψαν μὲ λάδι καὶ πίσσα καὶ τοῦ ἔβαλαν φωτιά. Ὅμως τίποτε δὲν πτόησε τὸν ἅγιο. Βλέποντας ὁ θηριώδης ἡγεμόνας ὅτι δὲν ἔφερναν ἀποτέλεσμα τὰ βασανιστήρια, διέταξε νὰ ἀποκεφαλιστεῖ.
Τὸν ὁδήγησαν στὸν τόπο τῆς ἐκτέλεσης καὶ ὁ Μόδεστος προσευχήθηκε γιὰ τελευταία φορὰ στὸ Χριστό, ποὺ τόσο ἀγάπησε καὶ ὑπηρέτησε σὲ ὅλη τὴν ἐπίγεια ζωή του: ««Κύριέ μου Ἰησοῦ Χριστέ, ὁ δημιουργὸς τοῦ φωτός, ἀξίωσέ με νὰ βρεθῶ στὴ βασιλεία Σου. Ἐσένα Δεσπότη μου πόθησε καὶ λαχτάρησε ἡ ψυχή μου καὶ γιὰ χάρη Σου ὑπέμεινα καὶ καταφρόνησα τὰ βασανιστήρια. Μὴ μὲ κρίνεις ἀνάξιο τῆς φιλανθρωπίας Σου.
Ἀξίωσέ με, ὅποιος στὸ ἑξῆς ἑορτάζει τὴ μνήμη μου καὶ τιμᾶ τὸ μαρτύριό μου, νὰ εἶναι εὐλογημένος ἀπὸ Σένα καὶ νὰ τοῦ χαρίζονται πλούσια τὰ ἐλέη Σου. Νὰ ἀποδιώχνεις ἀπὸ τὸ σπίτι του καὶ ἀπὸ τὰ ζῶα τοῦ κάθε ἀσθένεια καὶ βλάβη, νὰ τὰ πληθύνεις, ὅπως πλήθυνες τὰ κοπάδια τοῦ Ἀβραάμ, τοῦ Ἰσαὰκ καὶ τοῦ Ἰακὼβ καὶ ὅλων τῶν δούλων σου, διότι Ἐσὺ εἶσαι ὁ μόνος εὐλογητὸς στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν»!
Κατόπιν ἔσκυψε την τίμια κεφαλή του στὸν δήμιο καὶ ἐκεῖνος τὴν ἀπέκοψε, φτερουγίζοντας ἡ ψυχή του στὰ οὐράνια. Ὁ ἔνδοξος μαρτυρικός του θάνατος συνέβη τὸ 374, ἡμέρα Παρασκευὴ σὲ ἡλικία 74 ἐτῶν.
Ἡ μνήμη του ἑορτάζεται στὶς 16 Δεκεμβρίου, ἡμέρα τοῦ ἐνδόξου μαρτυρίου του. Κάποιοι θέλουν νὰ ἑορτάζεται στὶς 18 Δεκεμβρίου. Θεωρεῖται, ὅπως εἴπαμε, ὁ προστάτης τῶν ζώων καὶ τιμᾶται ἰδιαίτερα ἀπὸ τοὺς κτηνοτρόφους, οἱ ὁποῖοι τὸν ἐπικαλοῦνται γιὰ τὴν ὑγεία τοῦ ζωικοῦ τους κεφαλαίου.
Ἀπολυτίκιον (Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε)
Ὁσίως τὸν βίον σου διαπεράσας σοφέ, ποδήρει κεκόσμησαι ἱερωσύνης φαιδρῷ, ἱερόαθλε Μόδεστε, ὅθεν καὶ ἐναθλήσας προθυμότατα πάτερ, νῦν ἐν ἀγαλλιάσει τῷ Χριστῷ συναγάλλη, πρεσβεύων ὑπὲρ πάντων ἡμῶν τῶν εὐφημούντων σε.
Ἀπολυτίκιον ἀπό youtube.com/@orthodoxmusic-8948
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου