«Οὐκ ἔξεστί σοι…»
Σύναξις Ἰωάννου τοῦ Βαπτιστοῦ
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος Καντιώτης
Ὅταν, ἀγαπητοί μου, στὴν ὄχθη τοῦ Ἰορδάνου ἀκούστηκε ἡ φωνὴ τοῦ ἀσκητοῦ, τὸ κήρυγμα τῆς μετανοίας, στὴν ἐξουσία ἦταν ἐγκληματίες. Διοικητὴς τῆς Γαλιλαίας καὶ Περαίας, τετράρχης βασιλιᾶς, ἦταν ὁ Ἡρῴδης ὁ Ἀντίπας.
Ὁ Ἡρῴδης εἶχε βαρειὰ κληρονομικότητα. Τὸ γενεαλογικό του δέντρο ἦταν σάπιο ἀπ᾽ τὴ ῥίζα. Ἀνῆκε σὲ ἔκφυλη οἰκογένεια. Γυιὸς τοῦ «μεγάλου» ἐκείνου Ἡρῴδη, ποὺ ἔσφαξε τὰ νήπια τῆς Βηθλεέμ, ἦταν ἕνα κρᾶμα ῾Ρωμαίου, Ἀσιάτου καὶ Ἕλληνος, ἕνα μεῖγμα κακίας, ἀρχομανίας, πλεονεξίας καὶ σαρκολατρίας. Θηρίο μᾶλλον παρὰ ἄνθρωπος, θηρίο ὅμως μὲ στέμμα! Γιὰ τὴν πραγματοποίησι τῶν σκοπῶν του, ἐκινεῖτο μὲ πανουργία, προσποιούμενος φιλία μὲ ὅλους. Ἐκάλυπτε τὰ καταχθόνια σχέδιά του μὲ ἕνα ψεύτικο ἐνδιαφέρον γιὰ τὸ λαό, ἔχτιζε κτήρια καὶ πόλεις, ἔδινε μεγαλοπρέπεια στὴν αὐλή του, θάμπωνε τοὺς πολλούς.
Ὁ καρδιογνώστης Κύριος ὅμως ἀπεκάλυψε τὰ βάθη του· γιὰ νὰ μᾶς δώσῃ παραστατικὴ εἰκόνα τῆς κακίας του, εἶπε γι᾽ αὐτόν· «Εἴπατε τῇ ἀλώπεκι ταύτη…», πέστε σ᾽ αὐτὴ τὴν ἀλεποῦ (Λουκ. 13,32). Ἡ ἀλεποῦ ἦταν τὸ κατάλληλο οἰκόσημο τῆς βασιλείας τοῦ Ἡρῴδου.
Ἀλλὰ ἡ βασιλικὴ αὐτὴ ἀλεποῦ, παρ᾿ ὅλη τὴν πανουργία της, πιάστηκε σὲ φοβερὴ παγίδα. Παγίδα γιὰ τὸν Ἡρῴδη ἔγινε μία γυναίκα, ἡ περιβόητη Ἡρῳδιάδα.
Αὐτὴ ἦταν ἡ νόμιμη σύζυγος τοῦ Φιλίππου, τοῦ ἀδελφοῦ του, κατώρθωσε ὅμως νὰ μπλέξῃ σὲ αἰσχρὸ ἔρωτα αὐτόν, τὸν κουνιάδο της καὶ βασιλιᾶ· κι αὐτὸς ἐξ αἰτίας της ἔδιωξε ἀπὸ τὰ ἀνάκτορα τὴ νόμιμη σύζυγό του, τὴν κόρη τοῦ Ἀρέθα ἡγεμόνα τῆς Ἀραβίας, καὶ πῆρε τὴν Ἡρῳδιάδα.
Ἔτσι μία μοιχαλίδα ἀνακηρύχθηκε βασίλισσα. Βασίλισσα τίνος; Ἑνὸς λαοῦ θεοκρατικοῦ.
Δὲν ὑπῆρχε χειρότερο παράδειγμα γιὰ τὶς γυναῖκες τοῦ Ἰσραήλ, μεγαλύτερη πρόκλησι γιὰ τὸ λαὸ ποὺ εἶχε λάβει στὸ Σινὰ ὡς αἰώνιο κώδικα τῆς ζωῆς του τὶς πλάκες τοῦ Δεκαλόγου. Κ᾽ ἐρχόταν τώρα μιὰ γυναίκα νὰ ποδοπατήσῃ δημοσίως τὸν ἠθικὸ νόμο, νὰ θρυμματίσῃ τὶς πλάκες. Καὶ μόνο αὐτό; Ἡ μοιχαλίδα, ποὺ κατὰ τὸ Νόμο θά ᾽πρεπε νὰ ὁδηγηθῇ ἔξω ἀπ᾽ τὴν πόλι καὶ νὰ λιθοβοληθῇ, ἔφτασε νὰ τιμᾶται τώρα καὶ νὰ δοξάζεται ὡς βασίλισσα. Ὁ Ἡρῴδης διατάζει· Λαέ, προσκύνησε τὴ μοιχαλίδα ὡς βασίλισσα!
Τὸ σκάνδαλο ἦταν τεράστιο. Ὁ λαὸς τὸ ἔβλεπε, τὸ συζητοῦσε κρυφά, ἀλλὰ δημοσίως δὲν εἶχε τὴ δύναμι νὰ τὸ ἀποδοκιμάσῃ. Παντοῦ ὑπῆρχαν κατάσκοποι τῶν ἀνακτόρων. Νὰ βρίσῃ κανεὶς τὴν Ἡρῳδιάδα; θά ᾽πρεπε νὰ ἐξαφανιστῇ ἀμέσως ἀπ᾽ τὸ πρόσωπο τῆς γῆς.
Ὑπὸ τὴν πολιτικὴ δικαιοδοσία ὅμως τοῦ Ἡρῴδη ζοῦσαν καὶ λευΐτες, ἱερεῖς, ἀρχιερεῖς, γραμματεῖς καὶ φαρισαῖοι, ἑρμηνευταὶ τοῦ νόμου καὶ αὐστηροὶ ἐπιτιμηταὶ τῶν ἁμαρτημάτων τοῦ λαοῦ. Αὐτοὶ ὅλοι, ἂν μάθαιναν, ὅτι κάπου μιὰ φτωχὴ κόρη παρεξέκλινε ἠθικά, ἀμέσως θὰ διαμαρτύρονταν, θὰ μαδοῦσαν τὶς τρίχες τους, θὰ διαρρήγνυαν τὰ ἱμάτιά τους, θὰ μάζευαν τὸ λαὸ καὶ μὲ πύρινα λόγια θὰ τὸν προέτρεπαν νὰ καταδικάσῃ ἀλύπητα τὴν ἀποστάτιδα. Ἀλλ᾿ ὦ θρησκευτικοὶ ἡγέτες τοῦ Ἰσραήλ, νά τώρα ὄχι μιὰ ἄσημη γυναίκα μὰ ἡ βασίλισσα τί κάνει μπροστὰ σὲ ὅλους! Δὲν θὰ φωνάξετε τώρα, δὲν θὰ διαμαρτυρηθῆτε;
Νὰ διαμαρτυρηθοῦν; Τί λέτε; εἶστε στὰ καλά σας; νὰ χάσουν οἱ ἄνθρωποι τὴν εὔνοια τῶν ἰσχυρῶν, νὰ πέσουν στὴ δυσμένεια τῶν ἀνακτόρων; Αὐτὰ δὲν γίνονται. Ἔχουν ἄλλα σοβαρώτερα θέματα οἱ ἅγιοι πατέρες τοῦ Ἰσραήλ. Γιὰ τὸν Ἡρῴδη καὶ τὴν Ἡρῳδιάδα θὰ εὕρισκαν λόγους νὰ συσκιάσουν τὸ ἁμάρτημα. «Μὴν κατηγορεῖτε τοὺς βασιλιᾶδες μας», θὰ ἔλεγαν· «εἶνε καλοί. Νά τὰ ἔργα τους, τὰ κτή- ρια ποὺ κτίζουν. Καὶ πόσα ἄλλα θὰ κάνουν ἀκόμη. Μὴν τοὺς πικραίνουμε λοιπόν…».
Δυστυχῶς σὲ ἐποχὲς κοινωνικῆς ἐκλύσεως ἐκεῖνοι ποὺ ἔχουν ταχθῆ γιὰ τὴν περιφρούρησι τῶν ἀξιῶν μεταχειρίζονται ἠπιότητα, εὐγένεια, κολακεία, γιὰ νὰ καλύψουν τὴ σκανδαλώδη ζωὴ τῶν μεγάλων. Αὐτὴ εἶνε ἡ συνηθισμένη τακτικὴ τῶν θρησκευτικῶν ἡγετῶν. Ἡ ἱστορία διηγεῖται ὅτι, ὅταν ὁ βασιλιᾶς τῆς Περσίας Καμβύσης, καταπατώντας τοὺς νόμους, ἀποφάσισε νὰ πάρῃ ὡς σύζυγο τήν… ἀδερφή του καὶ ζήτησε τὴ γνώμη τῶν νομομαθῶν, αὐτοὶ μετὰ ἀπὸ σοβαρὴ (!) μελέτη ἀπήντησαν, ὅτι «τὸ θέλημα τοῦ βασιλιᾶ ἐπέχει θέσι νόμου» καὶ ἄρα μπορεῖ ὁ βασιλιᾶς νὰ συζευχθῇ ἐπισήμως τὴν ἀδερφή του!
Καὶ ὄχι μόνο στὴν ἀρχαιότητα· καὶ σήμερα ἐπαναλαμβάνονται τὰ ἴδια. Πρὶν ἀπὸ χρόνια οἱ ἐφημερίδες, περιγράφοντας τὴ ζωὴ τοῦ ἐκθρονισθέντος βασιλιᾶ τῆς Αἰγύπτου Φαρούκ, ἔγραψαν ὅτι αὐτός, θέλοντας νὰ διώξῃ τὴ νόμιμη σύζυγό του, ἀξίωσε ἀπὸ τὸ συμβούλιο τῶν οὐλεμάδων καὶ ἔλαβε μέσα σὲ τρεῖς ὧρες τὸ διαζύγιό του!
Τελεία ὑποχώρησι τῆς θρησκευτικῆς ἀρχῆς στὴν παράνομη θέλησι τοῦ βασιλιᾶ. Ἀλλὰ γιατί νὰ πᾶμε στὴν Αἴγυπτο καὶ τὴν Περσία; Μήπως καὶ στὴν ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος δὲν ὑπάρχουν μελανὲς σελίδες, περιπτώσεις ποὺ ἡ διοικοῦσα ἐκκλησία ὑπέκυψε σὲ παράνομες καὶ ἀντικανονικὲς θελήσεις ἰσχυρῶν καὶ παρὰ τὸ νόμο τοῦ Κυρίου ἐξέδωσε διαζύγια καὶ εὐλόγησε γάμους; Τί λοιπὸν τὸ παράδοξο, ἂν καὶ οἱ τότε θρησκευτικοὶ ἀρχηγοὶ τοῦ Ἰσραὴλ ἀκολουθοῦσαν τέτοια τακτική; Οἱ μισθωτοὶ ποιμένες σιωποῦν.
Ὁ προφήτης ὅμως τολμᾷ. Ὅταν στὴν αὐλὴ τοῦ Ἡρῴδη ξέσπασε τὸ σκάνδαλο, ἦταν στὴν ἀκμὴ τῆς δράσεώς του ὁ Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος. Ἔφτασε στ᾽ αὐτιά του ἡ εἴδησι καὶ ταράχθηκε. Τί ἔπρεπε νὰ κάνῃ; νὰ σιγήσῃ ἢ νὰ ἐλέγξῃ;
Ἂν ἤθελε τὴν ἡσυχία του, θὰ μποροῦσε νὰ σιωπήσῃ καὶ δικαιολογούμενος νὰ πῇ στὸν ἑαυτό του· «Ἰωάννη, τόσος κόσμος συρρέει, γεμίζουν οἱ ὄχθες τοῦ Ἰορδάνου· ἕνας λαὸς ἀκούει τὴ διδασκαλία, ἐξομολογεῖται, μετανοεῖ· ἀλλὰ καὶ ἕνας κύκλος μαθητῶν ἔχει σχηματισθῆ γύρω σου. Ἂν τώρα ἐλέγξῃς τὴ βασιλικὴ παρανομία, θὰ συλληφθῇς, τὸ κήρυγμα θὰ διακοπῇ, ὁ κύκλος τῶν μαθητῶν θὰ δια- λυθῇ, τὸ ἔργο σου θὰ κινδυνεύσῃ. Κι αὐτὰ γιὰ ἕναν ἔλεγχο! Δὲν εἶνε λοιπὸν προτιμότερο νὰ παραβλέψῃς τὸ σκάνδαλο καὶ νὰ σιγήσῃς;».
Ἂν ἦταν ἄλλος στὴ θέσι του, ἕνας ἀπὸ τοὺς συγχρόνους κηρύκες, θὰ μποροῦσε ὄχι μόνο αὐτὰ νὰ σκεφτῇ, ἀλλὰ καὶ νὰ προχωρήσῃ σὲ περισσότερο «συνετὲς» ἐνέργειες· θὰ μποροῦσε, ἂς ποῦμε, νὰ πλησιάσῃ τὰ ἀνάκτορα καὶ ἐκμεταλλευόμενος τὴν ἐκτίμησι ποὺ ἔτρεφε γι᾽ αὐτὸν ὁ Ἡρῴδης, νὰ ἐπιβληθῇ στοὺς κύκλους τῆς αὐλῆς, νὰ ἐπηρεάζῃ ἀπὸ τὰ παρασκήνια, νὰ θεωρῆται ἕνας ἀπὸ τοὺς δυναμικοὺς ἄνδρες τῆς ἐποχῆς, θρησκευτικὸς καὶ πολιτικὸς παράγων. Καί, φίλος πλέον τῶν ἀνακτόρων, θὰ εἶχε στὴ διάθεσί του ὅλα τὰ μέσα· ἀρκεῖ νὰ μὴν ἤλεγχε τὸν βασιλέα.
Ἀλλὰ ὁ Βαπτιστὴς δὲν νικήθηκε ἀπὸ τέτοιους πειρασμούς. Δὲν ἔμοιαζε καθόλου μὲ κάποιους σημερινούς, ποὺ χάριν τοῦ ἔργου τους (ποιοῦ ἔργου;) ἀντιπαρέρχονται βοῶντα καὶ κράζοντα σκάνδαλα ἀρχόντων, βάζουν στὸ στόμα φίμωτρο καὶ δικαιολογούμενοι λένε αὐτάρεσκα· «Ἐμεῖς εἴμαστε τοῦ ἐποικοδομητικοῦ κηρύγματος».
Ὁ Ἰωάννης δὲν προτίμησε τὴ σιγὴ καὶ συγκάλυψι. Δὲν ἦταν ἄνθρωπος τῶν ἑλιγμῶν καὶ συμβιβασμῶν. Ὄχι. Βάδισε μὲ εὐθύτητα. Μόλις ξέσπασε τὸ σκάνδαλο, γοργὸς σὰν ἀετός, ἀνέβηκε στὰ ἀνάκτορα καὶ ἔρριξε τὸν κεραυνό. Κεραυνὸς ἦταν οἱ λίγες ἐκεῖνες λέξεις ποὺ εἶπε στὸν Ἡρῴδη· «Οὐκ ἔξεστί σοι ἔχειν τὴν γυναῖκα τοῦ ἀδελφοῦ σου» (Μᾶρκ. 6,18).
Καὶ τὸ ἀποτέλεσμα τοῦ ἐλέγχου; θὰ ρωτήσουν οἱ «ρεαλισταὶ» θεολόγοι καὶ ἱεροκήρυκες. Εἰσακούστηκε ἡ φωνὴ τῆς διαμαρτυρίας, ἔπαυσε τὸ σκάνδαλο; διώχθηκε ἡ μοιχαλίδα; Οἱ «συνετοὶ» προφασίζονται. Ἀλλά, κύριοι, ὁ Ἰωάννης δὲν ἐξήρτησε ποτὲ τὴν ἐκτέλεσι τοῦ καθήκοντός του ἀπὸ τ᾽ ἀποτελέσματα, ὅπως ἐσεῖς. Δὲν ἦταν «ἔμπορος» τοῦ θείου θελήματος. Ἔπρεπε νὰ δώσῃ τὴ μαρτυρία τῆς ἀληθείας. Τὰ ἀπὸ ᾽κεῖ καὶ πέρα ἀνήκουν στὸ Θεό.
Καὶ ἡ ἱστορία μαρτυρεῖ, ὅτι τὸ σύντομο ἐκεῖνο κήρυγμα, ποὺ τοῦ στοίχισε αὐτὴ τὴ ζωή, ἔγινε ἡ πηγὴ ἀπείρων εὐλογιῶν γιὰ τὴν Ἐκκλησία. Τὰ κηρύγματα τῶν ῥαββίνων καὶ τῶν ποικιλωνύμων σχολῶν των μὲ τὶς ἐξονυχιστικὲς καὶ ἀνιαρὲς ἑρμηνεῖες τοῦ νόμου, λησμονήθηκαν. Ἀλλὰ τὸ «Οὐκ ἔξεστί σοι, βασιλεῦ…» καὶ μετὰ εἴκοσι αἰῶνες ἐξακολουθεῖ νὰ συγκινῇ. Πάλλει ἀπὸ ζωή. Μεταδίδει ζωή. Φωτίζει μὲ ἀνταύγεια τὴν ὁδὸ τῶν μαρτύρων τῆς ἀληθείας.
Ἀπὸ αὐτὸ ἀντλοῦν παρηγορία καὶ δύναμι οἱ πιστοὶ στρατιῶτες τοῦ Κυρίου, ποὺ καλοῦνται νὰ δώσουν καὶ τὴ δική τους μαρτυρία, σὲ μία γενεὰ ἄπιστη καὶ διεστραμμένη, ἕτοιμοι νὰ ἐπαναλάβουν σὲ κάθε παρόμοια περίπτωσι τὴ φωνὴ τοῦ ἐλέγχου, τὴν ἀθάνατη φωνὴ τοῦ Ἰωάννου τοῦ Βαπτιστοῦ· «Οὐκ ἔξεστί σοι ἔχειν τὴν γυναῖκα τοῦ ἀδελφοῦ σου».
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Ἄρθρο στὴν καθαρεύουσα ἀναδημοσιευθὲν στὸ περιοδικὸ «Σταυρὸς» τὸν Ἰανουάριο τοῦ 1983. Μεταγλώττισι καὶ σύντμησι 26-12-2012
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου