Χριστουγεννιάτικο Δένδρο, μια συγκεκαλυμένη μορφή Ειδωλολατρείας
Πρωτοπρεσβ. Άγγελος Αγγελακόπουλος. Εν Πειραιεί 24-12-2012
Ο Χριστός ήλθε στόν κόσμο, γιά νά γνωρίσουμε τήν αλήθεια καί νά ελευθερωθούμε από τήν πλάνη. «Γνώσεσθε τήν αλήθεια καί η αλήθεια ελευθερώσει υμάς»[1], μάς λέει ο Ίδιος. Βέβαια, η αλήθεια δέν είναι μιά αφηρημένη καί απρόσωπη έννοια, αλλά βρίσκει τό τέλειο περιεχόμενό της στό θείο πρόσωπο του Χριστού.
Η αλήθεια είναι ο Χριστός, όπως μάς αποκάλυψε ο Ίδιος˙ «Εγώ ειμί η οδός καί η αλήθεια καί η ζωή»[2]. Δυστυχώς, όμως, καί σ’ αυτές τίς άγιες ημέρες του ιερού Δωδεκαημέρου επικρατούν εσφαλμένες αντιλήψεις σέ πολλά θέματα, ένα εκ των οποίων σχετίζεται μέ τό λεγόμενο «χριστουγεννιάτικο δένδρο». Το έθιμο του στολισμού του χριστουγεννάτικου δένδρου είναι ξενόφερτο, δυτικής, φράγκικης, και συγκεκριμένα προτεσταντικής, λουθηροκαλβινικής προελεύσεως, όπως θα καταδειχθεί στη συνέχεια.
Ο ομότιμος καθηγητής της Θεολογικής Σχολής του ΑΠΘ, αιδεσιμολογιώτατος πρωτοπρεσβύτερος π. Θεόδωρος Ζήσης[3], τονίζει ότι «η κυριαρχική «θρησκευτική» παρουσία του στήν χριστουγεννιάτικη ατμόσφαιρα έχει καταστεί επικίνδυνη. Τό νόημα των Χριστουγέννων έχει σχεδόν εξοβελισθεί ˙ η Γέννηση του Χριστού ως γενεσιουργός αιτία καί κέντρο της εορτής ξεχάσθηκε.
Έχει εκτοπίσει τόν Χριστό μέ τήν παρουσία του. Στή θέση του γεννηθέντος Χριστού έχει τοποθετηθεί τό δένδρο, μέ τελετουργικές μάλιστα διαδικασίες κατά τόν στολισμό του, κατά τήν διανομή των δώρων καί κατά τό άναμμα των φώτων.
Τίς περισσότερες φορές στά καταστήματα, στίς τράπεζες καί σέ πολλά σπίτια μέσα στόν όγκο των στολιδιών του δένδρου δέν υπάρχει ούτε μιά εικονίτσα του Χριστού ή της Γεννήσεως, αλλά καί αν υπάρχει, εξαφανίζεται καί χάνεται.
Δέν είναι αυτό μιά δενδρολατρεία, μιά συγκεκαλυμένη μορφή ειδωλολατρείας; Αποσύραμε τή σκέψη μας καί τήν καρδιά μας από τήν Γέννηση του Χριστού καί από όσα αυτή αντιπροσωπεύει καί αποθέσαμε τίς ελπίδες μας γιά «καλά» Χριστούγεννα στόν εορταστικό διάκοσμο του δένδρου, στά δώρα, στήν ολονύκτια διασκέδαση, στό φαγοπότι.
Ποιά σχέση έχουν μέ τό πνεύμα των Χριστουγέννων, μέ τό πτωχικό ζεύγος της Παναγίας καί του Ιωσήφ, μέ τήν ταπεινή φάτνη, τούς αγραυλούντες ποιμένες, μέ τόν ύμνο των Αγγέλων, τά πολυδάπανα χριστουγεννιάτικα δένδρα των διαφόρων Δήμων μέ τά ολονύκτια ξεφαντώματα γύρω του, υπό τούς ήχους λαϊκών κοσμικών τραγουδιών γιά έρωτες, διαζύγια καί τά τοιαύτα;
Αυτά είναι διονυσιακές, βακχικές, παγανιστικές παραποιήσεις της εορτής των Χριστουγέννων, πού εξαπλώνονται ραγδαίως» και οι οποίες, λόγω οικονομικής κρίσεως, μακάρι να ελλατθούν και γιατί όχι να εξαλειφθούν πντελώς. Να, και ένα θετικό της οικονομικής κρίσεως! Εξάλλου στην ευαγγελική διήγηση της Γεννήσεως του Χριστού[4] δεν βλέπουμε να γίνεται λόγος για κανένα δένδρο, παρά μόνο για φάτνη, ποιμένες, Αγγέλους, μάγους (αστρονόμους), ζώα. Ο Χριστός δεν γεννήθηκε σε κάποιο δένδρο, αλλά σε ταπεινή φάτνη.
Συνεχίζοντας την σκέψη του ο π. Θεόδωρος πολύ εύστοχα επισημαίνει ότι «δέν έχουν άδικο ούτε είναι αμαθείς όσοι ευαίσθητοι στήν τήρηση των παραδόσεων καί ανήσυχοι μπροστά στήν κατεδάφιση του ελληνορθοδόξου πολιτισμού από τήν λαίλαπα της παγκοσμιοποιήσεως του υλιστικού τρόπου ζωής καί του απανθρωπισμού του ανθρώπου, επεσήμαναν εδώ καί πολλές δεκαετίες ότι τό χριστουγεννιάτικο δένδρο είναι ξενόφερτο έθιμο, πού πρέπει νά αποβληθεί.
Δέν είναι δύσκολο νά αποδείξει κανείς αυτήν τήν θέση καί νά προσδιορίσει μάλιστα μέ ακρίβεια τόν χρόνο εισαγωγής του από τήν Ευρώπη.
Υπάρχουν αρκετές σοβαρές καί έγκυρες επιστημονικές εργασίες καί μελετήματα, οι οποίες αποδεικνύουν ότι τό χριστουγεννιάτικο δένδρο, άγνωστο παντελώς καί αμάρτυρο καί κατά τούς βυζαντινούς καί κατά τούς μεταβυζαντινούς χρόνους, πρωτοεμφανίσθηκε μετά τό 1821 στήν Αθήνα μέ τούς Βαυαρούς του Όθωνος, πού ήταν φυσικό γι’ αυτούς νά μεταφέρουν από τήν Γερμανία τά ήθη καί τά έθιμά τους.
Ταιριάζει άλλωστε τό έλατο καί στό φυσικό περιβάλλον των βορείων λαών μέ τά τεράστια δάση καί τήν διαδεδομένη δενδρολατρεία κατά τόν προχριστιανικό τους βίο, πού επεβίωσε καί στή συνέχεια. Στή θαλασσινή μεσογειακή Ελλάδα, όπου τά δάση καί τά έλατα είναι σπάνια, ιδιαίτερα στόν εκτεταμένο νησιωτικό της χώρο, δέν είναι περίεργο ότι τά Χριστούγεννα αντί γιά δένδρο στόλιζαν καραβάκι», το οποίο, βεβαίως, έχει και την εκκλησιαστική του σημασία, εφ’όσον η Ορθόδοξος Εκκλησία εικονίζεται και παρομοιάζεται ως ναύς.
«Πόσο πιό ωραία θά ήταν, αν, μέ τίς δυνατότητες πού έχει σήμερα η τεχνική, πάνω από κάθε πόλη στηνόταν ένα τεράστιο αστέρι, τό οποίο μέ τίς ακτίνες του θά στόχευε τόν Μητροπολιτικό Ναό κάθε πόλεως, καί αν άλλα επίσης αστέρια στούς κεντρικούς δρόμους κοντά στίς Εκκλησίες ή πάνω από αυτές έδειχναν σέ όλους τόν δρόμο πρός τήν Εκκλησία, όπου υπάρχει αληθινά η φάτνη, όπου ο Ιερεύς στήν προσκομιδή μέ τό «ετοιμάζου Βηθλεέμ» αρχίζει σέ κάθε Θεία Λειτουργία από τήν Γέννηση γιά νά φθάσει στήν Ανάσταση και την Ανάληψη, όπου τή νύχτα των Χριστουγέννων ακούγεται ο ύμνος των Αγγέλων, ο διάλογος μέ τούς ποιμένες, τό αληθινό Ευαγγέλιο της σωτηρίας, όπου θά ακούσουμε τό «δεύτε ίδωμεν πιστοί πού εγεννήθη ο Χριστός» καί θά ψάλλουμε τό «Χριστός γεννάται δοξάσατε» καί τό «η Γέννησίς σου Χριστέ ο Θεός ημών ανέτειλε τω κόσμω τό φως τό της γνώσεως»!
Τό χριστουγεννιάτικο δένδρο ανατέλλει άλλο φως, τό φως της πλάνης, της πλαστής καί εφήμερης διασκέδασης, της παραποίησης καί της παραπληροφόρησης, καί οδηγεί τούς ανθρώπους νά εορτάζουν τά Χριστούγεννα όχι θεϊκώς καί υπερκοσμίως, αλλά πανηγυρικώς καί κοσμικώς, σύμφωνα μέ τόν άγιο Γρηγόριο τόν Θεολόγο[5].
Δέν χρειαζόμασθε, λοιπόν, αγαπητοί μου, άλλο δένδρο, άλλο ξύλο. Έχουμε τό ξύλο του Σταυρού, ο οποίος παραλληλίζεται από τήν Εκκλησία μέ τό ξύλο του Παραδείσου. Ο Σταυρός είναι τό ζωηφόρον ξύλον καί φυτό, τό δένδρο κάτω από τήν σκιά του οποίου αναπαύονται οι Χριστιανοί καί παίρνουν δύναμη, γιά νά συνεχίσουν τόν δύσβατο δρόμο της πνευματικής τελειώσεως.
Είναι τό τρισμακάριστον ξύλον, στό οποίο σταυρώθηκε ο Χριστός, ο βασιλεύς καί Κύριος, καί μέ τό οποίο έπεσε ο διάβολος, πού μάς απάτησε μέ τό ξύλο στόν Παράδεισο. Υπάρχει τόσο πλούσια νοηματοδότηση στό ξύλο του Σταυρού, ώστε η υιοθέτηση κάθε άλλου ξύλου, ως συμβόλου ζωής καί αφθαρσίας, νά αποτελεί ασέβεια καί ύβρη πρός τόν Σταυρό του Χριστού».
Όποιος, λοιπόν, επιθυμεί να ανυψωθεί από τα γήινα, σύμφωνα με την προτροπή του υμνωδού «Χριστός επί γής, υψώθητε», και να βιώσει αληθινά τα Χριστούγεννα,ας έχει κατά νουν ότι :
Χριστούγεννα αληθινά εορτάζει όποιος πιστεύει ότι τό νήπιο της Βηθλεέμ είναι ο Δημιουργός του Σύμπαντος.
Χριστούγεννα αληθινά εορτάζει όποιος προετοιμάζεται με νηστεία, προσευχή,μελέτη των Αγίων Γραφών, γιά νά ζήσει τό «μεγάλο μυστήριο της πίστεως καί ευσέβειας»[6].
Χριστούγεννα αληθινά εορτάζει όποιος πολεμά τά πάθη του, ιδίως τόν εγωισμό, πού είναι η πηγή όλων των κακών. Η ενανθρώπηση είναι μεγίστη ταπείνωση γιά τόν Υιό καί Λόγο του Θεού. Πολεμώντας τόν εγωισμό μας αναγνωρίζουμε τήν μεγάλη θυσία του Θεού μας, γιά νά λυτρώσει εμάς από τήν αιτία όλων τών κακών.
Χριστούγεννα αληθινά εορτάζει όποιος κάνει ελεημοσύνες γενναίες, χωρίς διαλογισμούς καί χωρίς διαφημίσεις. Κάθε «ελάχιστος» αυτού του κόσμου είναι «αδελφός του Χριστού»[7].
Χριστούγεννα αληθινά εορτάζει όποιος παρέχει καί ζητά συγχώρηση από καρδίας σε όσους καί από όσους έχει ψυχρανθεί γιά μικρά ή μεγάλα ζητήματα.
Χριστούγεννα αληθινά εορτάζει όποιος προετοιμάζεται πνευματικώς δι’εξομολογήσεως ειλικρινούς των αμαρτιών του σε πνευματικό πατέρα.
Χριστούγεννα αληθινά εορτάζει όποιος οδηγεί καί άλλους στό ιερό Εξομολογητήριο.
Χριστούγεννα αληθινά εορτάζει όποιος ανοίγει τό στόμα του καί ομολογεί τήν Ορθόδοξη Πίστη καί τήν υπερασπίζεται όταν τήν υβρίζουν οι κοσμικοί, οι άπιστοι, οι άθεοι και οι αιρετικοί.
Χριστούγεννα αληθινά εορτάζει μόνο όποιος είναι Ορθόδοξος Χριστιανός και όχι αιρετικός (δηλ. Παπικός, Προτεστάντης, Αγγλικανός, Ιεχωβάς, Ευαγγελικός, Πεντηκοστιανός, Μονοφυσίτης, Οικουμενιστής κ.ά.) ή αλλόθρησκος (δηλ. Μουσουλμάνος, Ιουδαίος, Βουδιστής κ. ά.) ή Νεοεποχίτης, Νεοταξίτης, Σιωνιστής, Μασόνος, Τέκτων.
Χριστούγεννα αληθινά εορτάζει όποιος έχει στραμμένο όλο του το είναι στόν Κύριο τίς ήμερες των εορτών καί όχι στά ρεβεγιόν, στίς χοροεσπερίδες, στά φαγοπότια μέχρι διαρρήξεως στομάχου καί μέθης, στά προγράμματα της τηλεοράσεως κ.α.
Χριστούγεννα αληθινά εορτάζει όποιος τίς ήμερες των εορτών αγιάζεται περισσότερο καί δεν αμαρτάνει περισσότερο. Και κυρίως...
Χριστούγεννα αληθινά εορτάζει όποιος τήν Αγία Νύχτα των Χριστουγέννων κοινωνεί τό Σώμα καί τό Αίμα του ενανθρωπήσαντος Κυρίου. Μέσα στό Άγιο Ποτήριο, σέ κάθε Θεία Λειτουργία, βρίσκεται τό νήπιο της Βηθλεέμ ολόκληρο, τό Σώμα Του, τό Αίμα Του, η ψυχή Του, η Θεότητά Του.
Όποιος ενώνεται με τόν Χριστό διά του υπερφυεστάτου μυστηρίου της Θείας Κοινωνίας όσο τό δυνατόν πιο άξια, αυτός εορτάζει αληθινά Χριστούγεννα [8].
ΕΥΛΟΓΗΜΕΝΑ, ΣΩΤΗΡΙΑ, ΘΕΑΡΕΣΤΑ, ΘΕΟΧΑΡΙΤΩΤΑ, ΑΛΗΘΙΝΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ!
[1] Ιω. 8, 32.
[2] Ιω. 14, 6.
[3] ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒ. ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΖΗΣΗΣ, Τό χριστουγεννιάτικο δένδρο˙ ξενόφερτο καί αντιχριστιανικό, Σειρά
‘Καιρός’ θέματα εκκλησιαστικής επικαιρότητος 15, Θεσσαλονίκη 2000.
[4] Λκ. 2, 1-20.
[5] ΑΓΙΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΘΕΟΛΟΓΟΣ, ομιλία «εις τά Θεοφάνια, είτουν Γενέθλια του Σωτήρος».
[6] Α΄ Τιμ. 3,
16.
[7] Μτθ. 25, 40.
[8] «Αληθινά Χριστούγεννα», Λόγος αληθείας, σ. 16.
Ἀναδημοσίευση ἀπό Ἀναβάσεις
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου