Ἡ Μοναχικὴ ζωὴ κατὰ τὸν Ἁγιορειτικό Τόμο τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ. Μέρος Δ'
Τό τρίτο «ὅστις» ἀναφέρεται σέ ἐκείνους πού ἰσχυρίζονται ὅτι εἶναι Μασσαλιανοί ὅσοι λέγουν ὅτι ὁ νοῦς ἑδρεύει στήν καρδιά ἤ στόν ἐγκέφαλο.Σύμφωνα μέ τήν πατερική καί νηπτική ἀνθρωπολογία, ἡ οὐσία τοῦ νοῦ εἶναι στήν καρδιά, ἀλλά ἡ ἐνέργειά του ε ἶναι στόν ἐγκέφαλο11. Ἡ προσευχή πού γίνεται στήν καρδιά, ὅταν ἡ ἐνέργεια τοῦ νοῦ ἐπιστρέφῃ σ’ αὐτήν, εἶναι ἡ τελεία προσευχή.
Ἡ ἄσκησις νά συγκεντρώσουμε τόν νοῦ μας, νά τόν ἀπαλλάξουμε ἀπό κάθε διάχυσι καί διασκορπισμό καί νά τόν βυθίσουμε στήν καρδιά, ὁδηγεῖ στήν ἀληθινή προσευχή. Ἔτσι ἡ προσευχή μας δέν εἶναι κάτι τό διανοητικό μόνο ἀλλά προσευχή τοῦ ὅλου ἀνθρώπου ἀπό τό κέντρο του, τήν καρδιά ἑνωμένη μέ τοῦ νοῦ.
Τό τέταρτο «ὅστις» ἀναφέρεται σ’ ἐκείνους πού λέγουν ὅτι «τό ἐν Θαβωρίῳ τούς μαθητάς περιαστράψαν φῶς»12 εἶναι φάντασμα ἤ σύμβολον πού φαίνεται καί χάνεται, δέν ὑπάχρει καθ’ ἑαυτό καί εἶναι ἐνέργεια κατωτέρα τῆς νοήσεως.
Αὐτοί ἀντιλέγουν στούς Ἁγίους, οἱ ὁποῖοι ὀνομάζουν τό φῶς αὐτό ἀπόρρητο, ἄκτιστο, αἰώνιο, ἄχρονο, ἀπρόσιτο, ἄπλετο, ἀπεριόριστο, ἀθέατο σέ Ἀγγέλους καί ἀνθρώπους, ἀρχέτυπο καί ἀναλλοίωτο κάλλος, δόξα τοῦ Θεοῦ, δόξα τοῦ Χριστοῦ, δόξα τοῦ Πνεύματος, ἀκτῖνα τῆς θεότητος καί τά ὅμοια.
Ἡ σάρξ τοῦ Κυρίου ἐδοξάσθη ἀπό τήν στιγμή πού τήν προσέλαβε ὁ Θεός Λόγος. Στήν Μεταμόρφωσι ὁ Κύριος ἄνοιξε τούς πνευματικά τυφλούς ὀφθλαμούς τῶν Μαθητῶν, γιά νά ἰδοῦν αὐτό πού πάντα Αὐτός ἦταν. Αὐτός εἶναι τό ἀληθινό Φῶς, «τό τῆς δόξης ὡράϊσμα», πού ἔλαμψε σάν τόν ἥλιο. Καί ὅμως, καί αὐτό τό ὑπερφυές θέαμα τῶν Μαθητῶν εἶναι ἀμυδρά εἰκών τῆς θείας δόξης, γιατί εἶναι ἀδύνατον νά εἰκονίζετια στήν κτίσι τό ἄκτιστο ἀπαραλείπτως (χωρίς ἔλλειψι).
Τό πέμπτο «ὅστις» ἀναφέρεται σέ ὅσους λέγουν ὅτι μόνο ἡ οὐσία τοῦ Θεοῦ εἶναι ἄκτιστος ὄχι ὅμως καί οἱ ἐνέργειές Του, ἀπό τίς ὁποίες ὅλες ὁ Θεός εἶναι ἀνώτερος ὅπως ὁ ἐνεργῶν ἀπό τά ἐνεργήματά του. Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ἀκολουθῶν τόν ἅγιο Μάξιμο διδάσκει ὅτι οἱ ἐνέργειες του Θεοῦς εἶναι ἀΐδιες (αἰώνιες), ἔστω καί ἄν ἔν χρόνῳ μετέχωνται ἀπό τούς χρονικά πεπερασμένους ἀνθρώπους13.
Εἶναι φανερό γιατί ὁ ἅγιος Παλαμᾶς ἐπιμένει στό ἄκτιστο καί ἀΐδιο τῶν θείων ἐνεργειῶν. Διότι μόνον αὐτές ἠμποροῦν νά θεώσουν τόν ἄνθρωπο.
Γιά τόν ἴδιο λόγο ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, ἔχων ὑπ’ ὄψιν τούς Πνευματομάχους πού ἠρνοῦντο τήν θεότητα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἔλεγε: «Εἰ μή Θεός τό Πνεῦμα τό Ἅγιον, θεωθήτω πρῶτον, καί οὕτω θεούτω με τόν ὁμότιμον»14.
Ὅταν ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς ἦλθε στό Ἅγιον Ὄρος, ἐφώναζε συνεχῶς πρός τόν Κύριο· «φώτισόν μου τό σκότος». Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ἀξιώθηκε ὄχι μόνο νά λάβῃ τόν θεῖο φωτισμό καί νά ἰδῇ αὐτό τό φῶς, ἀλλά καί νά θεολογήσῃ θεόπνευστα, καί γι’ αὐτό νά ἀναδειχθῇ θεολόγος τοῦ Φωτός καί τῆς Χάριτος. Αὐτό τό Φῶς, ὡς γνωστόν, περιέλαμψε καί τό ἅγιο λείψανό του, καθώς τό εἶδαν δύο ἐνάρετοι ἱερεῖς, ἕνας ἱερομόναχος καί ἕνας ἔγγαμος. Οἱ πολλοί δέν εἶδαν τό φῶς ἀλλά τήν ὑπερφυσική λαμπρότητα τοῦ προσώπου του. Κάθε ἕνας βλέπει ἀνάλογα μέ τήν καθαρότητα τῶν ὀφθαλμῶν τῆς ψυχῆς του.
Θά τολμήσω νά εἰπῶ πρός παρηγορίαν μας, ὅτι κανείς δέν ἠμπορεῖ νά καταλάβῃ ὅτι εἶναι σκότος, ἐάν δέν δεχθῇ κάποια ἔλλαμψι τοῦ θείου Φωτός. Ἀκόμη ὅτι κάθε μοναχός καί κάθε χριστιανός πού εἰσῆλθε στήν ζωή τῆς μετανοίας ἀρχίζει νά θεᾶται κάτι ἀπό τό Ἄκτιστο Φῶς. Ὅσο καθαίρεται μέ τά δάκρα τῆς μετανοίας ἀπό τά πάθη, ὅσο ταπεινώνεται μέ τήν ἀληθινή ὑπακοή, ὅσο ἑνώνεται μέ τόν Χριστό διά τῶν ἁγίων Μυστηρίων καί τῆς προσευχῆς, τόσο θά λαμβάνῃ καί ἀνώτερες ἐμπειρίες τῆς θείας Χάριτος μέχρι καί τοῦ Ἀκτίστου Φωτός.
__________________________________________________________________________
11.Ἔνθ’ ἀνωτ. σελ. 27.
12.Ἔνθ’ ἀνωτ. στίχ. 40.
13. Ἔνθ’ ἀνωτ. σελ. 191, στίχ.18.
14.Γρηγορίου Θεολόγου ἔργα, Λόγος ΛΔ΄, Εἰς τούς ἀπ’ Αἰγύπτου ἐπιδημήσαντες, Ε.Π.Ε., Θες/νίκη, 1985, τ. 2, σελ. 142, στίχ. 20.
Ἐκδόσεις Ἱερᾶς Μονῆς Ὁσίου Γρηγορίου
Ἅγιον Ὄρος
2000
2000
σελ. 89-104
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου