Κυριακή ΙΕ΄ Λουκᾶ
Τό Εὐαγγέλιο τῆς Κυριακῆς καί ἡ ἀπόδοσή του στήν νεοελληνική
Κατά Λουκᾶν Εὐαγγέλιο Κεφ. 19, χωρία 1 ἕως 10
Τό Εὐαγγέλιο τῆς Κυριακῆς καί ἡ ἀπόδοσή του στήν νεοελληνική
Κατά Λουκᾶν Εὐαγγέλιο Κεφ. 19, χωρία 1 ἕως 10
Ο Ζακχαῖος
1. Τῷ καιρῷ ἐκείνω διήρχετο ὁ ᾿Ιησοῦς τὴν ῾Ιεριχώ· 2 καὶ ἰδοὺ ἀνὴρ ὀνόματι καλούμενος Ζακχαῖος, καὶ αὐτὸς ἦν ἀρχιτελώνης, καὶ οὗτος ἦν πλούσιος, 3 καὶ ἐζήτει ἰδεῖν τὸν ᾿Ιησοῦν τίς ἐστι, καὶ οὐκ ἠδύνατο ἀπὸ τοῦ ὄχλου, ὅτι τῇ ἡλικίᾳ μικρὸς ἦν.
4 καὶ προδραμὼν ἔμπροσθεν ἀνέβη ἐπὶ συκομορέαν, ἵνα ἴδῃ αὐτόν, ὅτι ἐκείνης ἤμελλε διέρχεσθαι. 5 καὶ ὡς ἦλθεν ἐπὶ τὸν τόπον, ἀναβλέψας ὁ ᾿Ιησοῦς εἶδεν αὐτὸν καὶ εἶπε πρὸς αὐτόν· Ζακχαῖε, σπεύσας κατάβηθι· σήμερον γὰρ ἐν τῷ οἴκῳ σου δεῖ με μεῖναι. 6 καὶ σπεύσας κατέβη, καὶ ὑπεδέξατο αὐτὸν χαίρων.
7 καὶ ἰδόντες πάντες διεγόγγυζον λέγοντες ὅτι παρὰ ἁμαρτωλῷ ἀνδρὶ εἰσῆλθε καταλῦσαι. 8 σταθεὶς δὲ Ζακχαῖος εἶπε πρὸς τὸν Κύριον· ἰδοὺ τὰ ἡμίση τῶν ὑπαρχόντων μου, Κύριε, δίδωμι τοῖς πτωχοῖς, καὶ εἴ τινός τι ἐσυκοφάντησα, ἀποδίδωμι τετραπλοῦν.
9 εἶπε δὲ πρὸς αὐτὸν ὁ ᾿Ιησοῦς ὅτι σήμερον σωτηρία τῷ οἴκῳ τούτῳ ἐγένετο, καθότι καὶ αὐτὸς υἱὸς ᾿Αβραάμ ἐστιν. 10 ἦλθε γὰρ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ζητῆσαι καὶ σῶσαι τὸ ἀπολωλός.
ΑΠΟΔΟΣΗ
Έτρεξε λοιπόν μπροστά και ανέβηκε σε μια συκομουριά για να τον δει, γιατί από κει θα περνούσε. Και μόλις ήλθε σε κείνο το μέρος, σήκωσε τα μάτια του ο Ιησούς και τον είδε και του είπε' Ζακχαίε, κατέβα γρήγορα, γιατί σήμερα πρέπει να μείνω στο σπίτι σου.
Και ο Ζακχαίος κατέβηκε αμέσως και υποδέχτηκε τον Ιησού με χαρά. Όλοι τότε όταν είδαν αυτό εγόγγυζαν και έλεγαν πώς μπήκε να φιλοξενηθεί στο σπίτι ενός αμαρτωλού ανθρώπου.
Ο Ζακχαίος όμως στάθηκε μπροστά στον Ιησού και του είπε· Να τα μισά από τα υπάρχοντα μου Κύριε, τα δίνω στους φτωχούς· και αν τύχει και έκλεψα κανενός του το δίνω πίσω τετραπλάσιο. Τότε του είπε ο Ιησούς. Σήμερα έγινε σωτηρία σε τούτο το σπίτι, γιατί και αυτός είναι παιδί του Αβραάμ. Γιατί ο υιός του ανθρώπου ήρθε για να ψάξει να βρει και να σώσει τους χαμένους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου