B΄ Περί Ασθενειών
19) Επιστολή
Είδες όταν συνέρχεσαι, βλέπεις τον εαυτόν σου ωσάν ένα παιδάκι, αυτό είναι, ότι ο Θεός συγχωρεί τας αμαρτίας σου και είσαι ελεύθερος από ευθύνην, και όλα αυτά σου τα προξενεί η υπομονή που κάνεις, όταν είσαι άρρωστος. Όταν ο Θεός ευδοκήση και γίνης καλά, τότε θα ίδης με την πράξιν αυτά που σου λέγω. Όσον κανείς υποφέρει, τόσον και πληρώνεται. Ένας αδελφός ήτο άρρωστος, και είχε τοιαύτην ασθένειαν, που οι αδελφοί τον εσιχαίνοντο και τον εδίωκον. Αυτός εμέμφετο τον εαυτόν του, ότι έτσι του πρέπει. Δια την ταπείνωσίν του ο Θεός, τον έκανε καλά. Αυτός δε ο όσιος αδελφός έλεγε: «Αχ! Χριστέ μου, δεν ήμουν άξιος να πάσχω ακόμη δια την αγάπην Σου!».
Βλέπεις, παιδί μου, ότι ο αδελφός ηγάπα τον Χριστόν και ήθελε να πάσχη δια την αγάπην Του! Αυτός ήξευρε από την πείραν του, πόσον εκέρδιζε εις την αρρώστιαν του. Δια τούτο μη στενοχωρήσαι καθόλου, μόνον ευχαρίστει τον Χριστόν μας, που σε αγαπά τόσον πολύ, που σου έδωκε εδώ πρόσκαιρα θλίψεις, δια να σου δώση αιωνίαν χαράν. Όταν είσαι άρρωστος και δεν ημπορής να κάνης με ακρίβειαν τα πνευματικά σου καθήκοντα, μη λυπήσαι, διότι δεν έχεις αμαρτίαν, επειδή δεν εξουσιάζει η θέλησίς σου. Πάντως πρέπει ο μοναχός να βιάζεται, εάν όμως ασθενή, δεν έχει αμαρτίαν, ο Θεός δίκαιος είναι.
20 )Επιστολή
Εύχομαι, παιδί μου, σταγόνα από την άπειρον υπομονήν του Θεού να στάξη εις την ψυχήν σου, ένθα να δημιουργήση πύργον υπομονής και να εύρης τον ανέκλειπτον θησαυρόν της αιωνίου ζωής. Μου γράφεις ότι, εν καιρώ που η χάρις σε έφλεγε, εζήτησας από τον Χριστόν μας ασθένειαν και κάτι περισσότερον, δια να υποφέρης δια την αγάπην Του! Αυτός που δεν σε παρείδε, σου έστειλε ασθένειαν, όπως εζήτησας. Λοιπόν πρέπει να κάνης υπομονήν τώρα, και θα μάθης με την πείραν την διάκρισιν, δηλαδή να μη ζητώμεν από τον Θεόν πράγματα, που δεν τα εδοκιμάσαμεν με την πείραν. Δια τούτο πρέπει πάντα να ευχώμεθα, το θέλημα του Θεού να γίνη. Τώρα τούτο να εύχεσαι: Θεέ μου, κάνε με καλά, αλλά μη το θέλημά μου γενέσθω, αλλά το σον.
Ημείς ως παιδιά αδοκίμαστα, ζητούμεν πολλάκις πράγματα, που δεν μας ωφελούν, ο δε Θεός ως πατέρας μας, δια να μας διδάξη με την πείραν το πώς πρέπει να Τον ευχώμεθα, μας δίδει τα αιτήματα. Κατόπιν όμως βλέπομεν, ότι δεν ηυχήθημεν καλώς και υποφέρομεν. Πάλιν ο Θεός μακροθυμεί και μας απαλλάσσει, δια να ριζώση μέσα μας η πείρα, το να αφήνωμεν το θέλημά μας. Και εν καιρώ πάλιν που υποφέρομεν από την αδιακρισίαν μας, ο Θεός δεν μας εγκαταλείπει, αλλά στέλλει την χάριν Του και μας παρηγορεί, δια να βαστάξωμεν το βάρος. Ούτω συμβαίνει και εις εσέ, παιδί μου. Αυτό που είδες και ησθάνθης ήτο της χάριτος του Θεού, που ως άλλη τροφός σε περιθάλπει, έως να μεγαλώσης εν πείρα, διότι από το να σε αφήνη ο Θεός να υποφέρης, φαίνεται ότι έχεις ανάγκην ακόμη της τοιαύτης παιδείας. Άφησέ τα όλα εις τον Θεόν και ειπέ: Θεέ μου, εις τα άγια χέρια Σου αφήνω την ασθένειάν μου, και όποτε Εσύ, που με αγαπάς τόσον πολύ, θελήσης να με θεραπεύσης, τότε θέλω και εγώ. Μόνον παρακαλώ την άπειρον αγαθότητά Σου, να μη με παρίδης, αλλά να μου δίδης πάντοτε υπομονήν, δια να βαστάσω αυτόν τον Σταυρόν μου, έως να γίνη πάλιν το θέλημά Σου.
Παιδί μου, η χάρις του Θεού και η αγάπη Αυτού δια πολλών τρόπων εμφανίζεται εις τους ανθρώπους, με ένα καθολικόν σκοπόν, να σώση τον άνθρωπον. Η αγάπη του Θεού εις εσένα, φαίνεται περισσότερον, όταν ασθενής, σε παιδεύει πατρικώς πρόσκαιρα, ίνα η χάρις που σου δίδει, διατηρηθή μόνιμα εις αυτόν τον πρόσκαιρον βίον μας και μετά θάνατον αιώνια. Μετά χαράς σήκωσε τον Σταυρόν σου και ευχαρίστει αδιαλείπτως τον Θεόν μας, που σε διατηρεί καθαρόν περιεκτικώς. Ταπείνωνε τον λογισμόν σου, διότι άνευ του Θεού ουδέν δυνάμεθα ποιήσαι και υπόμεινον με καρτερίαν και ανδρείαν ψυχής και ειπέ και εσύ με τον Απόστολον Παύλον: «Ουχί δεθήναι μόνον, αλλά και αποθανείν δια τον Χριστόν μου», «τις ημάς χωρίσει από της αγάπης του Χριστού; ούτε θλίψεις ούτε στενοχώριαι, ούτε ασθένειαι, αλλά και τον θάνατον έτοιμοι είμεθα να τον δεχθώμεν δια την αγάπην του Θεού». Λοιπόν ανδρίζου, τέκνον μου, βάδιζε προς τον ιερόν και ένδοξον Γολγοθάν. Εκεί θα συσταυρωθώμεν με τον Χριστόν μας, ίνα οδηγηθώμεν εις τον ζωηφόρον τάφον, όπου θα δεχθώμεν την ανάστασιν της ψυχής μας. Χρέος να διέλθωμεν το καμίνι των πειρασμών, όπως δοκιμασθέντες αξιωθώμεν να αποταμιευθούν αι ψυχαί μας εις το θησαυροφυλάκιον του μεγάλου βασιλέως Χριστού. Μη στενοχωρήσαι, εν τη αφασία δεν λογίζονται αμαρτίαι οι λογισμοί. Δια να λογισθούν χρειάζεται να έχη ο άνθρωπος ελεύθερον τον νουν του, ώστε η ελευθερία του να κριθή. Εφ’όσον εσύ δεν ημπορείς να έχης την τοιαύτην ελευθερίαν, λόγω ασθενείας, πως είναι δυνατόν να λογισθούν οι λογισμοί αμαρτίαι; Ησύχαζε, μόνον υπόμεινον και ευχαρίστει τον Θεόν.
τέλος Β΄ Κεφαλαίου
Από το βιβλίο ΠΑΤΡΙΚΑΙ ΝΟΥΘΕΣΙΑΙ του Γέροντος Εφραίμ
Ψηφιοποίηση κειμένου Κώστας Αργυρακόπουλος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου