Ἐλευθερία καὶ ὑπαρξις
Κυριακὴ τοῦ Ἀσῶτου. (Α΄Κορ.6,12-20)
Ἐκφωνήθηκε στὴν Ἱερὰ Μονὴ Κομνηνείου Λαρίσης στὶς 19-02-1984 (Β 108)
Οἱ λόγοι αὐτοί, ἀγαπητοί μου, τοῦ Ἀποστόλου Παύλου στοὺς Κορινθίους, εἶναι βαρυσήμαντοι. Ἡ Ἐκκλησία μας καταλλήλως τοποθέτησε τὴν σημερινὴν ἀποστολικὴν περικοπὴν παράλληλα μὲ τὴν παραβολὴ τοῦ ἀσώτου υἱοῦ.
Γιὰ νὰ δείξει, μὲ διδασκαλία μὲν λόγων, ὅτι ὅλα τὰ πράγματα ἐπιτρέπονται, ἀλλὰ δὲν συμφέρουν. Ὁ εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς μᾶς παρουσιάζει τὸ ἴδιο πρᾶγμα, τὸ ἴδιο θέμα μὲ μία εἰκόνα. Μὲ τὴν εἰκόνα τοῦ ἀσώτου υἱοῦ. Ὁ ἄσωτος υἱὸς μποροῦσε νὰ μένει, μποροῦσε καὶ νὰ φύγει. Ἀλλὰ δὲν συνέφερε νὰ φύγει. Αὐτὸ ἀκριβῶς θέλει νὰ πεῖ ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ἀγαπητοί μου, ἐδῶ σήμερα.
«Πάντα μοὶ ἔξεστιν», ὅλα μοῦ ἐπιτρέπονται, «ἀλλ᾿ οὐ πάντα συμφέρει» · δὲν συμφέρουν ὅλα. Ὅλα μοῦ ἐπιτρέπονται, ἀλλὰ ἐγὼ δὲν θὰ ἐξουσιαστὼ ἀπὸ τίποτε. Ἐδῶ βλέπει κανεὶς νὰ καθορίζει τὴν ἐλευθερία ὁ ἀπόστολος Παῦλος, σὲ σχέση μὲ τὴν ὕπαρξη· διότι ὅταν ἡ ὕπαρξίς μου πρέπει νὰ κινεῖται κατὰ τρόπον ἀσφαλῆ, μία ἐλευθερία στὴν ὕπαρξή μου, θὰ μποροῦσε νὰ εἶναι μοιραῖα, ἐὰν εἶναι ἀδιάκριτη.
Μοῦ ἐπιτρέπεται νὰ πάρω καὶ δηλητήριο. Ἀλλὰ δὲν μὲ συμφέρει, γιατί αὐτὸ θὰ καταστρέψει τὴν ὕπαρξή μου. Αὐτὸ λοιπὸν θέλει πρῶτα πρῶρα νὰ τονίσει ἐδῶ, τὸ μεγάλο αὐτὸ θέμα τῆς ἐλευθερίας καὶ τῆς ὑπάρξεως, ὁ Ἀπόστολος Παῦλος. Ἂς τὸ σημειώσουμε αὐτό.
Ἐὰν δοῦμε τὸ πρᾶγμα ἐντελῶς μονομερῶς, δηλαδὴ δοῦμε τὴν ἐλευθερία μόνο σὰν κάτι τὸ ὁποῖο θὰ μποροῦσε νὰ ὑπάρχει αὐθύπαρκτον, ἀγνοῶντας τὴν ὕπαρξη, τότε πραγματικὰ ἡ ἐλευθερία μας ὁδηγεῖ στὴν καταστροφή. Θὰ σᾶς πῶ ἕνα παράδειγμα.
Εἶναι πολὺ κοινὸ παράδειγμα, πολὺ συνηθισμένο, σύγχρονο. Ἔχω δικαίωμα νὰ πάρω ναρκωτικά; Ἔχω δικαίωμα. Μπορῶ νὰ πάρω ναρκωτικά. Μπορεῖ κανεὶς νὰ μὲ ἐμποδίσει ἂν ἐγὼ θέλω; Ὄχι. Εἶμαι ἐλεύθερος νὰ τὸ κάνω; Ναί.
Αὐτὸ ποὺ θὰ χρησιμοποιήσω ὅμως, θὰ ὠφελήσει ἢ θὰ βλάψει τὴν ὕπαρξή μου; Μήπως ἀκριβῶς αὐτὴ ἡ ἐλευθερία ὁδηγήσει τὴν ὕπαρξή μου στὴν καταστροφή; Ἀναμφισβήτητα, ναί. Ἔτσι στὴν ἐποχή μας βλέπουμε νὰ θεᾶται ἡ ἐλευθερία ἐρήμην τῆς ὑπάρξεως.
Σοῦ λέγει... «Ἐγὼ θέλω νὰ ἀπολαύσω αὐτό. Δὲν μὲ ἐνδιαφέρει τί ἐπιπτώσεις θὰ ἔχει αὐτὸ στὴν ἴδια μου τὴν ὕπαρξη».
Ἂς τὸ προσέξουμε, ἀγαπητοί μου, αὐτό. Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ μᾶς ἐπαναφέρει σὲ κάτι ποὺ δὲν μποροῦμε νὰ τὸ συλλάβουμε, ὅτι ἔχει μία σχέση ἡ ἐλευθερία μὲ τὴν ὕπαρξη. Ἂν θὰ ἔπρεπε νὰ δοῦμε τὸ θέμα ὑπαρξιστικά, ὑπαρξιακά, δηλαδὴ μόνο ἀπὸ μία φιλοσοφικὴ πλευρά, θὰ μπορούσαμε νὰ ποῦμε - φιλοσοφική, ὄχι χριστιανική- θὰ μπορούσαμε νὰ ποῦμε, ἕνας ποὺ θὰ εἶχε ἕνα σωστὸ μυαλό, ὅτι δὲν μπορεῖ χάριν τῆς ἐλευθερίας νὰ καταστραφεῖ ἡ ὕπαρξις.
Σήμερα στὴν ἐποχὴ ποὺ ζοῦμε, ποὺ λέμε ὅτι ὑπάρχει ἡ ἐλευθερία, λέμε ταυτοχρόνως ὅτι στηρίζουμε καὶ τὴν ὕπαρξη, γι΄αυτό καὶ στὸν αἰῶνα μας ἔχουμε αὐτὰ τὰ ὑπαρξιστικὰ ρεύματα, ἀκριβῶς γιὰ νὰ διατηρήσουμε τὴν ὕπαρξη, ἀλλὰ ματαιοπονοῦμε.
Ἔχουμε βάλει αὐτὲς τὶς δύο δυνάμεις νὰ στέκονται ἀντίθετα. Αὐτὰ τὰ δύο ἀγαθά, τὴν ἐλευθερία καὶ τὴν ὕπαρξη, νὰ στέκονται ἀντίθετα.
Ἐνῷ τὸ πρᾶγμα δὲν εἶναι ἔτσι. Τὸ ἕνα πρέπει νὰ περιφρουρεῖ τὸ ἄλλο. Ἡ ἐλευθερία πρέπει νὰ περιφρουρεῖ τὴν ὕπαρξη.
Γι΄αὐτό λέγει, θὰ ἐπαναλάβω, ὁ ἀπόστολος Παῦλος: «Πάντα μοὶ ἔξεστιν, ἀλλ᾿ οὐ πάντα συμφέρει». Ὅλα μοῦ ἐπιτρέπονται, ἀλλὰ ὅλα δὲν μὲ συμφέρουν. Γιατί; Διότι ἐκεῖνα τὰ ὁποῖα θὰ μοῦ ἐπετρέποντο καὶ θὰ μποροῦσαν νὰ μὲ καταστρέψουν, ἄρα δὲν μὲ συμφέρουν.
Εἶναι ὅμως καὶ μία δευτέρα θέσις. Τὸ «πάντα μοὶ ἔξεστιν, ἀλλ᾿ οὐκ ἐγὼ ἐξουσιασθήσομαι ὑπὸ τινος». «Ὅλα μοῦ ἐπιτρέπονται, ἀλλὰ ἐγὼ δὲν μπορῶ νὰ δουλωθῶ». Ἐδῶ ἀκριβῶς ὑπάρχει, στὴν πράξη ἐπάνω, ἕνα ὀξύμωρο σχῆμα. Εἶναι δυνατὸν ἡ ἐλευθερία νὰ δουλώνει; Δηλαδὴ νὰ ὑποδουλώνει; Εἶναι δυνατόν; Δὲν εἶναι ὀξύμωρο;
Σὰν νὰ λέμε: «Ἄναψε το φῶς γιὰ νὰ γίνει σκοτάδι». Αὐτὸ εἶναι τὸ ὀξύμωρον σχῆμα. Εἶναι δυνατὸν λοιπὸν νὰ ἔχω ἐλευθερία καὶ ἡ ἐλευθερία νὰ μὲ δουλώνει; Δὲν εἶναι δυνατόν. Αὐτὸ λέγει ὁ Ἀπόστολος: «Ὅλα μοῦ ἐπιτρέπονται. Ἀλλὰ ἐκεῖνα ποὺ μοῦ ἐπιτρέπονται ἐνδεχομένως θὰ φθάσουν νὰ μὲ ὑποδουλώσουν. Καὶ ἀφοῦ θὰ μὲ ὑποδουλώσουν, τελικὰ ἡ ἐλευθερία μὲ ὁδηγεῖ σὲ μία ὑποδούλωση».
Καὶ αὐτό, ἀγαπητοί μου, συμβαίνει στὴν ἐποχή μας. Σήμερα ἐν ὀνόματι τῆς ἐλευθερίας καλλιεργοῦμε τὰ πάθη. Καὶ τὰ πάθη μας ὑποδουλώνουν.
Εἴμεθα ὑποδουλωμένοι στὰ ἴδια μας τὰ πάθη. Ὅταν βλέπετε, θὰ γυρίσω στὸ ἴδιο μου παράδειγμα τὸ προηγούμενο, ἐκεῖνον ποὺ χρησιμοποιεῖ τὰ ναρκωτικά, γιατί εἶναι ἐλεύθερος νὰ τὰ χρησιμοποιήσει, ὅταν βλέπετε αὐτὸν τὸν ἄνθρωπο, τὸν νέο ἄνθρωπο ἐνδεχομένως, νὰ σᾶς λέγει: «Ἐλεύθερα χρησιμοποίησα τὰ ναρκωτικά, ἀλλὰ ὑποδουλώθηκα, σᾶς παρακαλῶ, σῶστε με»...
Ἀπὸ τί νὰ σὲ σώσουμε; Ἀπὸ ἕναν καταναγκασμὸν· διότι ἀκριβῶς αὐτό σου εἶναι πάθος καὶ σοῦ δημιουργεῖ καταναγκασμόν.
Αὐτὸς λοιπὸν ὁ καταναγκασμὸς δὲν εἶναι ἐλευθερία πιὰ· διότι εἶναι ἀκριβῶς σὰν τὸ ὑποζύγιο ποὺ τὸ ζεύξαμε στὸ μαγγανοπήγαδο, τοῦ κλείσαμε τὰ μάτια, τὸ καμιτσοῦμε ἀπὸ πίσω καὶ αὐτὸ γυρίζει γύρω γύρω, γύρω γύρω, γύρω γύρω, ἐκείνη ἡ παλιὰ εἰκόνα τοῦ μαγγανοπήγαδου ποὺ γνωρίζετε, ἔτσι μοιάζει ὁ ἄνθρωπος ὁ ὁποῖος τελικὰ ἀπὸ τὴν ἐλευθερία του ὁδηγήθηκε στὴ δουλεία.
Σήμερα, ἀγαπητοί μου, ἐν ὀνόματι τῆς δουλείας, ἔχουμε γίνει ὅλοι δοῦλοι τοῦ διαβόλου. Ὅταν γυρίσουμε καὶ γίνουμε δοῦλοι τοῦ Θεοῦ, τότε γινόμαστε ἐλεύθεροι. Τὸ θέμα τῆς ἐλευθερίας εἶναι πολὺ λεπτό.
Δὲν κυβερνοῦν τὰ πάθη τὴν ἐλευθερία, ἀλλὰ ἡ ἐλευθερία κυβερνᾶ καὶ τὴν ὕπαρξη καὶ τὸν ἴδιο ὁλόκληρον τὸν ἄνθρωπον καὶ τὴν πορεία του καὶ τὴ ζωή του. Εἶναι λεπτὸ πρᾶγμα ἡ ἐλευθερία. Μιὰ κακή της χρήση ὁδηγεῖ ἐκεῖ ποὺ δὲν θὰ τὸ περίμενε κανείς.
Γιατί ὅμως τὰ εἶπε αὐτὰ τὰ λόγια ὁ ἀπόστολος Παῦλος; Τὰ εἶπε, ἀγαπητοί μου, διότι φαίνεται, ὅταν εἶχε βρεθεῖ στὴν Κόρινθο, εἶχε πεῖ στοὺς Κορινθίους: «Πάντα μοὶ ἔξεστιν...». Ὅλα μοῦ ἐπιτρέπονται. Σὲ τί; Στὸ θέμα τῶν φαγητῶν· διότι τὸ θέμα τῶν φαγητῶν ἦταν περιορισμένο ἀπὸ τὸν νόμο τὸν παλιό, γιὰ λόγους παιδαγωγικούς.
Ὁ Θεὸς ἔλεγε: «Αὐτὸ εἶναι καθαρό, ἐκεῖνο εἶναι ἀκάθαρτο. Αὐτὸ μπορεῖς νὰ τὸ φᾶς, ἐκεῖνο δὲν μπορεῖς νὰ τὸ φᾶς».
Ἔτσι λοιπὸν εἶχε πεῖ, φαίνεται, τὴν κουβέντα «Πάντα μοὶ ἔξεστιν». «Τὰ πάντα καθαρὰ στὸν καθαρόν», ὅπως λέγει κάπου ἀλλοῦ.
Δὲν ὑπάρχει κάτι ἀκάθαρτο. Ἀλλὰ ὅπως συνήθως γίνεται, τὸ λέγει κι ὁ ἀπόστολος Πέτρος γιὰ τὸν ἀπόστολο Παῦλο αὐτό, ἀλλὰ δὲν εἶναι ὅμως εἰδικὰ γιὰ τὸν ἀπόστολο Παῦλο, ὅπως συνήθως γίνεται οἱ ἄνθρωποι ἀπομονώνουν μία φράση τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν ἑρμηνεύουν ὅπως θὰ ἐπιθυμοῦσαν.
Μὴν ξεχνᾶτε, μὴν πᾶτε μακριά, ὁ ἀπόστολος Παῦλος δὲν εἶπε : «Πάντα δοκιμάζετε, τὸ καλὸν κατέχετε»;
Τὸ λέγει αὐτὸ στοὺς Θεσσαλονικεῖς. Ποῦ ἀναφέρεται αὐτό; Ἀναφέρεται στὸ θέμα τῶν προφητῶν μέσα στὴν Ἐκκλησία, νὰ δοκιμάζουν οἱ πιστοὶ ἐκεῖνα τὰ ὁποῖα λέγονται ἐὰν εἶναι ὀρθά. Τὸ παίρνουμε ἐμεῖς, γιατί ἔτσι μᾶς ἀρέσει, γιατί ἔτσι μᾶς συμφέρει καὶ λέμε: «Τὰ πάντα δοκιμάζετε, τὸ καλὸν κατέχετε».
Δηλαδὴ ὅλα δοκίμασέ τα. Ἁμαρτωλὰ καὶ μὴ ἁμαρτωλά. Μάθε νὰ κρατᾶς μόνο τὸ καλό. Ναί. Ἀλλὰ ἂν δοκιμάσω τὸ κακό... ἂν αὐτὸ δὲν μὲ γυρίσει πάλι πίσω; Ἂν φυτέψω μία σφαῖρα στὸ κεφάλι μου, γιὰ νὰ τὴ δοκιμάσω, νὰ δῶ πῶς τάχα σκοτώνει αὐτὴ ἡ σφαῖρα, ἔχω τὴ δυνατότητα νὰ ξαναγυρίσω κρατῶντας τὸ καλό; Νὰ μὴν τὸ ἐπαναλάβω αὐτό;
Ἀγαπητοί μου, βλέπετε τί τάση ἔχουν οἱ ἄνθρωποι νὰ ἑρμηνεύουν κατὰ τὶς ἐπιθυμίες τους τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ;
Ἔτσι λοιπὸν κι ἐδῶ. Ὁ ἀπόστολος εἶπε στὴν Κόρινθο «Πάντα μοὶ ἔξεστιν», γιὰ τὸ θέμα τῶν φαγητῶν. Ἀλλὰ αὐτό, τὸ θέμα τῶν φαγητῶν, εἶναι ἀδιάφορον· διότι ὁ ἄνθρωπος εἶναι φτιαγμένος νὰ τρώγει. Μόνο φυσικὰ δὲν πρέπει νὰ ὑπερβεῖ τὰ ὅριά του.
Γι΄αυτό εὐθὺς ἀμέσως λέγει: «Τὰ βρώματα τῇ κοιλὶᾳ καὶ ἡ κοιλία τοῖς βρώμασιν». «Τὰ φαγητὰ εἶναι διὰ τὴν κοιλίαν καὶ ἡ κοιλία γιὰ τὰ φαγητά».
Ὅλα μοῦ ἐπιτρέπονται αὐτά. Ἀλλὰ προσέξτε. Ἂν ἐπὶ παραδείγματι, φάω καὶ ξεκοιλιαστώ, αὐτὸ δὲν μὲ συμφέρει.
Ἀλλὰ ἐν τοιαύτῃ περιπτώσει, θὰ ἔρθει κάποια στιγμή, ποὺ καὶ ἡ κοιλία καὶ τὰ φαγητὰ θὰ καταργηθοῦν. Ὄχι ὅμως τὸ σῶμα. Γιατί θὰ ἀναστηθεῖ.
Ὑπάρχουν πράγματα τὰ ὁποῖα δὲν μπορεῖς νὰ τὰ δοκιμάσεις. Διότι... ἂν θές, τὸ κάνεις, εἶσαι ἐλεύθερος, εἶσαι ἐλεύθερος, ὅπως καὶ οἱ πρωτόπλαστοι ἦσαν ἐλεύθεροι νὰ δοκιμάσουνε τὴν ἀναποδιά τους καὶ τὴν ἀναχώρησή τους ἀπὸ τὸν Παράδεισο, ἀλλὰ ὅμως δὲν συμφέρει αὐτό.
Κι ἐκεῖνα ποὺ δὲν συμφέρουν εἶναι τὰ σαρκικὰ ἁμαρτήματα. Ἐκεῖ δὲν μπορεῖς νὰ πεῖς «θὰ δοκιμάσω». Ἐκεῖ εἶναι ὁ θάνατος.
Καὶ ὁ Παῦλος ὅταν ὁμιλεῖ, στοὺς Κορινθίους ὁμιλεῖ, ὅπου ἐκεῖ ἐλατρεύετο ἡ θεὰ Ἀφροδίτη, καὶ ἡ ἁμαρτία τῶν σαρκικῶν παθῶν ἦταν διάχυτη.
Κι ἔρχεται καὶ λέγει: «Δὲν μπορεῖς νὰ παραδώσεις τὸ σῶμα σου στὴν ἁμαρτία. Πάντα μοὶ ἔξεστιν, ἀλλ᾿ οὐ πάντα συμφέρει».
Καὶ πάνω ἀκριβῶς σὲ αὐτὸ τὸ θέμα, ἀγαπητοί μου, ἐπιχειρεῖ κάθε ἀπόδειξη καὶ κάθε ἐπιχείρημα ὁ ἀπόστολος Παῦλος, γιὰ νὰ πείσει τοὺς Κορινθίους ὅτι ἐπὶ τῶν σαρκικῶν ἁμαρτημάτων δὲν ἔχουν συμφέρον νὰ κάνουν τίποτε ἀπολύτως. Συμφέρον ἔχουν νὰ φυλάξουν τὸν ἑαυτό τους ἁγνὸ καὶ καθαρό.
Τὰ ἐπιχειρήματά του; Τὰ ἀκούσατε στὴν ἀποστολικὴ περικοπή. Πολὺ σύντομα θὰ σᾶς τὰ πῶ.
Πρῶτον ἐπιχείρημα: Δὲν μπορεῖς νὰ παραδώσεις τὸ σῶμα σου στὴν ἁμαρτία, γιατί θὰ ἀναστηθεῖ τὸ σῶμα σου αὐτό. Τὸ πεπτικό σου σύστημα ποὺ μπορεῖς σήμερα νὰ φᾶς, θὰ καταργηθεῖ. «Ὁ δὲ Θεὸς καὶ ταύτην (τὴν κοιλίαν) καὶ ταῦτα (τὰ βρώματα) καταργήσει».
Αὐτὰ δὲν θὰ ἀναστηθοῦν ὡς λειτουργία. Τὸ σῶμα ὅμως θὰ ἀναστηθεῖ. Καὶ δὲν μπορεῖς νὰ τὸ παραδώσεις στὴν ἁμαρτία. Διότι ἂν τὸ παραδώσεις στὴν ἁμαρτία, θὰ εἶναι ἀκατάλληλο διὰ νὰ εἰσέλθει στὴν βασιλεία τοῦ Θεοῦ.
«Ὁ δὲ Θεὸς», λέγει, «καὶ τὸν Κύριον ἤγειρε (τὸν Ἰησοῦν Χριστὸν) καὶ ἡμᾶς ἐξεγερεῖ διὰ τῆς δυνάμεως αὐτοῦ».
Συνεπῶς ἀφοῦ θὰ ἀναστηθοῦμε, ἀφοῦ τὸ σῶμα ποὺ θὰ πάρουμε θὰ εἶναι καινούριο, καινούριο, ἀλλὰ θὰ φέρει τὰ στίγματα τῆς ἁμαρτίας, ἂν ἐπιτελέσαμε ἁμαρτίες σαρκικὲς στὸν παρόντα κόσμον. Γιατί ἡ ἁμαρτία ἔχει μεταφυσικὴν καὶ αἰώνιαν διάστασιν. Πρῶτον λοιπὸν ἐπιχείρημα.
Θὰ ἀναστηθοῦμε, λέει στοὺς Κορινθίους.
Δεύτερον ἐπιχείρημα. Τὸ σῶμα μας εἶναι μέλος τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ. Πῶς εἶναι μέλος τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ; Ὅταν κοινωνῶ σώματος καὶ αἵματος Χριστοῦ, γίνομαι μέλος τοῦ σώματος καὶ τοῦ αἵματος τοῦ Χριστοῦ.
Τὸ σκεφτήκατε ποτέ, ἀγαπητοί μου, ὅτι δὲν ἀνοίγω τὸ νοητὸν στόμα μου διὰ νὰ κοινωνήσει τοῦ σώματος καὶ αἵματος τοῦ Χριστοῦ ἡ νοητὴ ψυχή μου.
Ἀνοίγω τὸ πραγματικό μου, τὸ σωματικό μου στόμα. Αὐτὸ τὸ στόμα μὲ τὴ γλῶσσα καὶ τὰ δόντια μέσα.
Πῶς νὰ τὸ πῶ; Πιὸ ρεαλιστικά, πῶς νὰ τὸ πῶ; Γιὰ νὰ πάρω αὐτὸ τὸ σῶμα καὶ τὸ αἷμα τοῦ Χριστοῦ, κατ΄αισθητόν τρόπον.
Ὅταν λοιπὸν ἐγὼ παίρνω τὸ σῶμα, ὑπογραμμίζω, καὶ τὸ αἷμα, ὑπογραμμίζω, τοῦ Χριστοῦ, ἐγώ, ψυχοσωματικὰ Τὸν παίρνω, ἀναμφισβήτητα τότε γίνομαι μέλος Του, γίνομαι μέλος τοῦ δικοῦ Του σώματος.
Καὶ λέγει ὁ Ἀπόστολος, σὲ μία ἀπορία: «Ἐὰν ὑποτεθεῖ ὅτι πηγαίνω στὴν ἀνηθικότητα», λέγει, «ἄρας οὖν τὰ μέλη τοῦ Χριστοῦ ποιήσω πόρνης μέλη;»
Ἡ Γραφὴ δὲν λέγει ὅτι «ὁ κολλώμενος τῇ πόρνῃ ἓν σῶμα ἐστιν»;
Ὥστε λοιπὸν θὰ καταστήσω τὰ μέλη τοῦ Χριστοῦ, μέλη ἀνηθίκου γυναικός, ἐπειδὴ κοινωνῶ καὶ πηγαίνω καὶ στὴν ἁμαρτία; «Μὴ γένοιτο», λέγει.
Ἀκατανόητο πρᾶγμα αὐτό. Βάλτε τώρα μὲ τὸ μυαλό σας, ἀγαπητοί μου, πόσοι εἶναι ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι μετέρχονται σαρκικὰ ἁμαρτήματα καὶ ἀνεξομολόγητοι πηγαίνουν καὶ κοινωνοῦν! Βάλτε μὲ τὸ μυαλό σας τώρα. Βάλτε τί γίνεται τώρα...
Κι ἔτσι νὰ φρικιᾶ ὁ ἀπόστολος μπροστὰ σὲ αὐτὴν τὴν πραγματικότητα...
Ἀλλὰ ἀκόμα, εἶναι ναὸς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος τὸ σῶμα μας. Ποτὲ δὲν θὰ μποροῦσε νὰ φανταστεῖ ὁ ἄνθρωπος καὶ τὸ πιὸ δυνατὸ μυαλό, ὅτι θὰ μποροῦσε ἡ ὕπαρξίς του νὰ γίνει ναὸς τοῦ Θεοῦ. «Οἱ θεοὶ κατοικοῦν στὸν Ὄλυμπο καὶ ἐμεῖς στὴν πεδιάδα. Δὲν ὑπάρχει καμία σχέσις ἀνάμεσα στοὺς θεοὺς καὶ τὸν ἄνθρωπο». Ἔτσι θὰ ἐσκέπτετο ὁ ἄνθρωπος.
Ἦρθε ὅμως ὁ Θεός, ὁ ἀληθινὸς Θεός, νὰ μᾶς ἀποκαλύψει ὅτι ἐκεῖνα ποὺ δὲν μπορούσαμε νὰ φανταστοῦμε ποτὲ καὶ νὰ συλλάβουμε, εἶναι πραγματικότητες. Ὅτι ὁ Θεὸς κατοικεῖ στὸν οὐρανό. Ὁ ζὼν Θεός. Καὶ ταυτόχρονα μέσα στὸν ἴδιο τόν ἄνθρωπο. Καὶ ὅταν ὁ ἄνθρωπος τὸν δέχεται τὸν Θεό, μάλιστα διὰ τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, δηλαδὴ τοῦ Ἐνανθρωπήσαντος Θεοῦ, τότε γίνεται ὁ ἴδιος ὁ ἄνθρωπος κατοικητήριο τοῦ Θεοῦ.
Αὐτὸ δὲν μποροῦσε ποτὲ νὰ τὸ συλλάβει ὁ ἄνθρωπος. Εἶναι μία ἀλήθεια ποὺ μᾶς ἀποκαλύπτεται. Καὶ συνεπῶς ἔρχεται τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ -ἐδῶ βέβαια τονίζει τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ- ὁ ὅλος Ἅγιος Τριαδικὸς Θεὸς κατοικεῖ, ἀγαπητοί μου, στὴν κάθε ὕπαρξη. Καὶ τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ κατοικεῖ μέσα στὸν ἄνθρωπο. Ἀφοῦ κατοικεῖ, εἶναι κατοικία Του. Δηλαδὴ εἶναι ναός. Αὐτὸ θὰ πεῖ ναός. Θὰ πεῖ κατοικία.
Πῶς λοιπὸν εἶναι δυνατὸν αὐτὸ τὸ σῶμα, ἀφοῦ εἶναι κατοικία τοῦ Θεοῦ, τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, πῶς εἶναι δυνατὸν αὐτὸ νὰ παραδοθεῖ στὴν ἁμαρτία;
Δὲν εἶναι δυνατὸν ποτέ. Αὐτὸ μόνο ἀκόμη νὰ σκεφτεῖ κανείς, ἐὰν αὐτὸν τὸν ὑλικὸν ναόν, τὸν βεβηλώσει κανείς, κάνοντας ἐδῶ βρώμικες πράξεις, πῶς θὰ ἐχαρακτηρίζετο; Ἀλλὰ ἐπί τέλους αὐτὸς ὁ ναὸς εἶναι λίθινος. Καὶ ὁ ναὸς αὐτὸς θὰ κατεδαφιστεῖ μιὰ ἡμέρα. Ὁ ναὸς αὐτὸς δὲν θὰ μείνει στὴν αἰωνιότητα.
Λέγει ὁ ἀπόστολος: «Ὑμεῖς γὰρ ναὸς Θεοῦ ἐστε ζῶντος».
«Ἐσεῖς», λέγει, «ἐσεῖς, οἱ ὑπάρξεις σας εἴσαστε ναὸς τοῦ ζωντανοῦ Θεοῦ· ποὺ αὐτοὶ οἱ ναοὶ καταλύονται καὶ ξαναχτίζονται».
Θὰ πεθάνω καὶ θὰ ἀναστηθῶ. Πῶς εἶναι δυνατὸν λοιπὸν αὐτὸς ὁ ναὸς τοῦ Θεοῦ, ὁ ναὸς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, νὰ εἶναι ταυτόχρονα καὶ σπήλαιο καὶ ἄντρον ληστῶν καὶ βρωμεροτήτων;
Ἀλλὰ καὶ ἀκόμη κάτι ἄλλο λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος: «Δοξάσατε δὴ τὸν Θεὸν ἐν τῷ σώματι ὑμῶν καὶ ἐν τῷ πνεύματι ὑμῶν, ἅτινα ἐστι τοῦ Θεοῦ».
«Δοξάσατε λοιπὸν τὸν Θεὸν μὲ τὸ σῶμα σας καὶ μὲ τὸ πνεῦμα σας, ποὺ καὶ τὰ δύο ἀνήκουν στὸν Θεό».
Πῶς μπορῶ νὰ δοξάσω τὸν Θεὸ μὲ τὸ σῶμα μου; Μὲ τὸ πνεῦμα μου τὸ καταλαβαίνω. Δηλαδὴ ἐὰν ὁ νοῦς μου ὑψωθεῖ καὶ δοξάσει τὸν Θεό.
Μὲ τὸ σῶμα μου πῶς μπορῶ νὰ δοξάσω τὸν Θεό; «Δοξάζω» δὲν σημαίνει «λέγω λόγια». Εἶναι κι αὐτό. «Δοξάζω» ἔχει μία εὐρύτερη σημασία.
Μόνη ἡ παρουσία μου ὡς ἅγιος, αὐτὸ ἀκριβῶς εἶναι μία δοξολογία στὸν Θεό.
Ἐὰν δηλαδὴ ἐγὼ ἐτήρησα τὸ σῶμα μου σὲ ἁγνότητα, δὲν τὸ ἄφησα νὰ γίνει κατοικητήριο δαιμόνων, κατοικητήριο ἀνηθικότητος, τότε αὐτὸ τὸ ἴδιο τὸ σῶμα μου εἶναι μία δοξολογία εἰς τὸν Θεό. Παίρνει μία δοξολογικὴ διάσταση τὸ σῶμα μου.
Αὐτὸ τὸ τονίζει ὁ ἀπόστολος Παῦλος. Γι΄αυτό ὁ σωστὸς Χριστιανὸς μόνο ποὺ ὑπάρχει στὸν κόσμον αὐτὸν εἶναι μία νότα δοξολογίας εἰς τὸν Θεό, μέσα στὸν κόσμο αὐτό. Καὶ τὸ σῶμα του, ὅταν τὸ διατηρεῖ μακριὰ ἀπὸ τὴν ἁμαρτία καὶ τὴν ἀνηθικότητα, τότε καὶ αὐτὸ εἶναι μία δοξολογία στὸν Θεό.
Ἀγαπητοί μου, τὸ θέμα εἶναι ὅτι δὲν μποροῦμε νὰ συλλάβουμε πολλὲς φορές, τί μᾶς συμφέρει καὶ τί δὲν μᾶς συμφέρει. Εἴμεθα ἀπληροφόρητοι.
Ἂν κάποτε μελετήσωμε τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ, ἀντιληφθοῦμε τὴν ὀντολογία μας, δηλαδὴ ἀποκτήσουμε μία γνώση χριστιανικῆς ἀνθρωπολογίας, δηλαδὴ νὰ γνωρίσουμε ποιοί εἴμαστε, τότε αὐτὸ θὰ μᾶς ὁδηγήσει στὸ νὰ μπορέσουμε νὰ σταθοῦμε σωστὰ μπροστὰ στὸν Θεό.
Τότε θὰ ἀξιοποιήσουμε τὴν ὕπαρξή μας. Τότε ἡ ἐλευθερία μας, ἡ ὁποία μᾶς ἔχει δοθεῖ ἀπὸ τὸν Θεὸ σὰν ἕνα πολὺ ἀκριβὸ δῶρο...- δύο εἶναι τὰ ἀκριβὰ δῶρα τοῦ Θεοῦ. Εἶναι πολλά, ἀλλὰ δύο εἶναι τὰ πιὸ ἀκριβά, τὰ πιὸ τίμια, τὰ πιὸ πολύτιμα. Εἶναι ἡ λογικὴ καὶ ἡ ἐλευθερία.
Ποτὲ δὲν μπορεῖ νὰ νοηθεῖ ἡ ἐλευθερία χωρὶς τὴ λογική. Δὲν ἀξιοποιεῖται. Ἕνα ζῶο εἶναι ἐλεύθερο νὰ κάνει κάτι, ἀλλὰ δὲν ἔχει λογική.
Καὶ δὲν ἔχει καμία ἀξία αὐτό. Ἀλλὰ καὶ ποτὲ δὲν μπορεῖ νὰ ὑπάρξει μία λογικὴ χωρὶς ἐλευθερία. Διότι μία λογικὴ χωρὶς ἐλευθερία, εἶναι κι αὐτὸ ἀναξιοποίητο. Ἐλευθερία καὶ λογικὴ εἶναι ἕνα ἀδιάσπαστο ζευγάρι ἀγαθῶν, δωρεῶν τοῦ Θεοῦ. Αὐτά τα δυὸ πρέπει νὰ πηγαίνουν μαζί.
Ἡ λογικὴ καὶ ἡ ἐλευθερία. Ἡ ἐλευθερία μας λοιπὸν μέσα στὸν χῶρο τοῦ Θεοῦ πρέπει νὰ εἶναι ἐκεῖνο τὸ στοιχεῖο ποὺ θὰ μᾶς ὁδηγήσει στὴ διατήρηση τῆς ὑπάρξεώς μας.
Ὅπως λέγει...- στὴν ἀρχή σας εἶπα: «Πάντα μοὶ ἔξεστιν, ἀλλ᾿ οὐ πάντα συμφέρει» καὶ πρέπει νὰ μᾶς ὁδηγήσει στὴ σωστὴ διατήρηση τῆς ὑπάρξεώς μας.
Τί θὰ πεῖ «σωστὴ διατήρηση»; Ἂν μαρτυρήσω γιὰ τὸν Χριστό, δὲν καταστρέφω τὴν ὕπαρξή μου; Ὄχι.
Ἡ ὕπαρξις ὁρᾶται ἀπὸ τὴ γωνιὰ τῆς αἰωνιότητος. Ὅταν θὰ ἀναστηθῶ, ποῦ θὰ βρεθῶ; Ἀπὸ ἐκεῖ ὁρᾶται τὸ πρᾶγμα.
Ἔτσι, ἂν καταστρέψω τὴν ὕπαρξή μου μὲ τὰ πάθη, τὴν κατέστρεψα γιὰ πάντα. Ἂν παραδώσω τὴν ὕπαρξή μου στὸ μαρτύριο γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, τότε διετήρησα ἀληθινὰ καὶ σωστὰ τὴν ὕπαρξή μου.
Ἔτσι θὰ παρακαλέσω νὰ μὴν ξεχνᾶμε ποτὲ ὅτι ἐλευθερία καὶ ὕπαρξις εἶναι δύο πράγματα ποὺ πηγαίνουν πλάϊ πλάϊ. Τὸ ἕνα περιφρουρεῖ τὸ ἄλλο.
Ἡ ἐλευθερία περιφρουρεῖ τὴν ὕπαρξη. Δὲν πρέπει νὰ τὴν καταστρέφει. Καὶ ὅταν μάθουμε τὸν νόμο τοῦ Θεοῦ, ὅταν μάθουμε τὴν ὀντολογία μας, τότε πραγματικὰ θὰ ἀξιοποιήσουμε ὅ,τι ὁ Θεὸς εἶχε στὸν νοῦ Του γιά μας. Νὰ μᾶς φέρει στὴν ὕπαρξη καὶ νὰ μᾶς πάρει μαζί Του στὴν αἰωνία Τοῦ μακαριότητα.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ
καὶ μὲ ἀπροσμέτρητη εὐγνωμοσύνη στὸν πνευματικό μας καθοδηγητή
μακαριστὸ γέροντα Ἀθανάσιο Μυτιληναῖο,
ψηφιοποίηση καὶ ἐπιμέλεια τῆς ἀπομαγνητοφωνημένης ὁμιλίας
Ἑλένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
Ἐπιμέλεια πολυτονισμοῦ: Ἄκτιστον
καὶ μὲ ἀπροσμέτρητη εὐγνωμοσύνη στὸν πνευματικό μας καθοδηγητή
μακαριστὸ γέροντα Ἀθανάσιο Μυτιληναῖο,
ψηφιοποίηση καὶ ἐπιμέλεια τῆς ἀπομαγνητοφωνημένης ὁμιλίας
Ἑλένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
Ἐπιμέλεια πολυτονισμοῦ: Ἄκτιστον
ΠΗΓΕΣ:
• Ἀπομαγνητοφώνηση ὁμιλίας διὰ χειρὸς τοῦ ἀξιοτίμου κ. Ἀθανασίου Κ.
• http://www.arnion.gr/mp3/omilies/p_athanasios/omiliai_kyriakvn/omiliai_kyriakvn_220.mp3
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου