Κουμπιά

Κυλιόμενο Μήνυμα

Σάββατο 17 Μαΐου 2025

Ἅγιος Νεομάρτυς Νικόλαος ἐκ Μετσόβου. Λάμπρου Σκόντζου

Ἅγιος Νεομάρτυς Νικόλαος ἐκ Μετσόβου


Λάμπρου Κ. Σκόντζου, Θεολόγου – Καθηγητοῦ

Ἡ ἠπειρωτικὴ γῆ, ὅπως καὶ ὁλόκληρη ἡ Ἑλλάδα καὶ ἡ Βαλκανική, ἀνάδειξε πολλοὺς Νεομάρτυρες στὰ μαῦρα χρόνια τῆς τουρκοκρατίας.
Στὶς τραχιὲς καὶ ἀπομονωμένες ἠπειρώτικες περιοχὲς οἱ Ὀρθόδοξοι Ἕλληνες καλλιέργησαν καὶ κράτησαν τὸ θησαυρὸ τῆς ἀληθινῆς μας πίστεως στὸ Χριστὸ καὶ ἔδωσαν τὴν μαρτυρία τους, ὅταν χρειάστηκε, μὴ λογαριάζοντας τὸ κόστος τῆς ὁμολογίας τους, τὸ ὁποῖο συχνὰ ἄγγιζε καὶ αὐτὴ τὴ ζωή τους.
Ἕνας ἀπὸ τοὺς καλλίνικους ἠπειρῶτες Νεομάρτυρες ὑπῆρξε καὶ ὁ ἅγιος Νεομάρτυς Νικόλαος ἐκ Μετσόβου, ἕνας ἡρωικὸς καὶ γενναῖος ἀθλητὴς τοῦ Χριστοῦ.
Γεννήθηκε στὸ Μέτσοβο στὶς ἀρχὲς τοῦ 17ου αἰῶνα. Τὸ ἐπώνυμό του ἦταν Μπασδάνης. Οἱ γονεῖς του ἦταν εὐσεβεῖς ἄνθρωποι, οἱ ὁποῖοι τοῦ ἐνέπνευσαν ἀπὸ παιδὶ τὴν πίστη στὸ Χριστὸ καὶ τὴν Ὀρθοδοξία. Τὰ παιδικά του χρόνια τὰ πέρασε μέσα σὲ ἀπερίγραπτη φτώχεια καὶ ταλαιπωρίες. Ὅταν μεγάλωσε, πῆρε τὴν εὐχὴ τῶν γονέων του καὶ κατέβηκε στὰ Τρίκαλα, γιὰ νὰ ἀναζητήσει καλλίτερες συνθῆκες ζωῆς.
Ζήτησε ἐργασία σὲ πολλὲς ἐπιχειρήσεις καὶ τελικὰ κατέληξε νὰ προσληφθεῖ σὲ ἕναν τούρκικο φοῦρνο. Ἐκεῖ ἐργαζόταν μὲ εὐσυνειδησία καὶ καλοσύνη καὶ γιὰ τοῦτο ἀπόκτησε τὴ συμπάθεια καὶ τὴν εὔνοια τῶν ἀφεντικῶν του. Ἀμείβονταν ἱκανοποιητικά, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ ζεῖ ὁ ἴδιος μὲ ἀξιοπρέπεια καὶ νὰ βοηθᾶ τοὺς φτωχοὺς γονεῖς του.
Τὰ χρόνια περνοῦσαν καὶ ὁ Νικόλαος ζοῦσε ἐνσυνείδητα τὴν χριστιανικὴ ζωή. Μὲ τὸν καιρὸ ὅμως, ζῶντας κοντὰ στοὺς μουσουλμάνους ἐργοδότες του, ζήλεψε τὴν ἄνετη ζωή τους, μὲ τὰ πολλὰ προνόμια, τὶς φοροαπαλλαγὲς καὶ τὶς τιμητικὲς διακρίσεις.
Ζήλεψε ἐπίσης καὶ τὴν προνομιακὴ θέση τους, σὲ σχέση μὲ τοὺς ὑπόδουλους ραγιᾶδες, οἱ ὁποῖοι στεροῦνταν βασικὲς ἐλευθερίες καὶ θεωροῦνταν ἀπὸ τοὺς δυνάστες τους ὡς ἄνθρωποι ὑποδεέστεροι, συχνὰ ὡς ὑποζύγιά τους. Σκέφτηκε πὼς θὰ μποροῦσε νὰ ζήσει καὶ αὐτὸς στὴ χλιδή, ἂν γινόταν τοῦρκος, ἂν ἀλλαξοπιστοῦσε καὶ γινόταν μουσουλμᾶνος.
Ὕστερα ἀπὸ καιρὸ ἔντονων προβληματισμῶν πῆρε τὴ μεγάλη ἀπόφαση νὰ ἐξισλαμισθεῖ. Ἀνακοίνωσε τὴν ἀπόφασή του στὰ ἀφεντικά του καὶ ἐκεῖνοι μὲ χαρὰ κάλεσαν ἕναν χότζα, ὁ ὁποῖος τοῦ ἔκανε περιτομή.

Ἀπὸ ἐκείνη τὴ στιγμὴ ὄντως ἄλλαξε ἡ ζωή του. Ἔγινε κανονικὸς πολίτης τοῦ ὀθωμανικοῦ κράτους καὶ ἀνοίχτηκαν μπροστά του νέοι ὁρίζοντες γιὰ τὴν ἐπαγγελματική του δραστηριότητα. Ἡ φτώχεια καὶ οἱ δυσκολίες ἦταν πιὰ παρελθόν. Τώρα ὅλες οἱ πόρτες ἦταν ἀνοιχτὲς γι’ αὐτόν, διότι δὲν ἦταν ὁ ὑπόδουλος ραγιᾶς, ἀλλὰ ὁ κυρίαρχος τοῦρκος.
Ὅμως, κατὰ παράδοξο τρόπο, ἀντὶ νὰ χαίρεται γιὰ τὴν νέα εὔκολη καὶ γεμάτη χλιδή, ἀνέσεις καὶ ἡδονὲς ζωή του, μιὰ ἀνεξήγητη λύπη φώλιασε μόνιμα στὴν ψυχή του καὶ δὲν τὸν ἄφηνε νὰ χαρεῖ τὴν ἐλευθερία του, τὰ πολλὰ χρήματά του, τὴν τιμητική του θέση στὴν τοπικὴ κοινωνία, τὶς λαμπρὲς προοπτικές, ποὺ ἀνοίγονταν γιὰ τὴ ζωή του.
Ἡ περίεργη καταθλιπτικὴ ψυχική του κατάσταση συνεχίστηκε γιὰ καιρό. Κάποια μέρα κατανόησε αἰτία αὐτῆς τῆς ψυχικῆς του λύπης ἦταν ἡ ἄρνηση τῆς πίστης στὸ Χριστό. Κατάλαβε ὅτι ἡ κατάθλιψή του ὀφείλονταν στὴν ἀπουσία τῆς θείας χάριτος, ἡ ὁποία, μόνη αὐτή, δίνει χαρὰ καὶ ἱλαρότητα στὸν πιστὸ Χριστιανό.
Τὰ μάτια του πλημμύρησαν ἀπὸ καυτὰ δάκρυα καὶ πικροὶ ἀναστεναγμοὶ ἔβγαιναν ἀπὸ τὰ χείλη του. Ἀρνήθηκε τὸ Χριστὸ γιὰ τὸ χρυσὸ καὶ τὴ χλιδή!
Ἔτσι δὲν ἄργησε νὰ πάρει τὴν ἀπόφαση νὰ γυρίσει ξανὰ στὴν πίστη τῶν πατέρων του, στὴν ἁγία Ὀρθοδοξία.

Κάποια μέρα ἔφυγε ἀπὸ τὴν ἐργασία του καὶ ἐξαφανίστηκε ἀπὸ τὰ Τρίκαλα. Ἀνέβηκε στὸ χωριό του καὶ ἄρχισε νὰ ζεῖ ὡς Χριστιανός. Γιὰ νὰ καλύπτει τὶς βιοτικές
τοῦ ἀνάγκες, ἄρχισε νὰ ἐμπορεύεται δαδιά, δηλαδὴ εὔφλεκτα προσανάμματα. Μάλιστα ἡ ἐργασία του τὸν ἀνάγκασε νὰ κατεβαίνει συχνὰ στὴν πόλη των Τρικάλων
γιὰ νὰ πουλᾶ τὴν πραμάτεια του, ἀλλὰ μὲ προφυλάξεις, γιὰ νὰ μὴν ἀναγνωριστεῖ ἀπὸ τοὺς Τούρκους.
Ἀλλὰ σὲ κάποια κάθοδό του στὰ Τρίκαλα, συναντήθηκε τυχαῖα μὲ ἕναν μουσουλμᾶνο, γείτονα στὸ φοῦρνο, ποὺ ἐργαζόταν.
Ἐκεῖνος τὸν ἀναγνώρισε καὶ εἶδε ὅτι δὲν φορὰ τὰ τουρκικὰ ἐνδύματα, τὰ ὁποῖα φανέρωναν καὶ τὴν μουσουλμανική του πίστη, ἀλλὰ ἑλληνικά.
Κατάλαβε ὅτι εἶχε ἀρνηθεῖ τὸ Ἰσλὰμ καὶ γύρισε στὸν Χριστιανισμό. Τὸν ἅρπαξε ἀπὸ τὰ ροῦχα καὶ τὸν ξυλοκόπησε, ἐπειδὴ πρόδωσε τὴν μουσουλμανικὴ θρησκεία.
Τὸν ἀπείλησε πὼς ἂν δὲν τοῦ προμήθευε δωρεὰν διὰ βίου τὸ χρειαζούμενο δαδί, θὰ τὸν κατέδιδε στὶς τουρκικὲς ἀρχὲς καὶ οἱ συνέπειες θὰ ἦταν φοβερὲς γι’ αὐτόν, διότι τὸ Κοράνιο καὶ ὁ ἰσλαμικὸς νόμος (σαρία) προβλέπει τὸ θάνατο γιὰ τοὺς ἐξωμότες τοῦ Ἰσλάμ. Ὁ Νικόλαος δέχτηκε νὰ προμηθεύει δαδὶ τὸν τοῦρκο ἐξαγοράζοντας ἔτσι τὴν ἐχεμύθειά του.

Ὁ καιρὸς περνοῦσε καὶ ὁ Νικόλαος, ζοῦσε ἐλεύθερα μέν, ἀλλὰ τὸν βασάνιζε ἡ σκέψη, ὅτι χρησιμοποιοῦσε τὴν πίστη του ὡς συναλλαγὴ γιὰ τὴν σωματική του ἐλευθερία. Γι’ αὐτὸ καὶ ἀναζήτησε κάποιον ἔμπειρο πνευματικὸ γιὰ νὰ τοῦ ἐναποθέσει τὸ ἐσωτερικό του πρόβλημα. Τοῦ φανέρωσε ὅλα τὰ κρυφὰ τῆς ψυχῆς του καὶ τοῦ ἐμπιστεύτηκε τὶς τύψεις του, οἱ ὁποῖες τὸν βασάνιζαν γιὰ τὴν ἄρνηση τοῦ Χριστοῦ.
Μάλιστα τοῦ ἐκμυστηρεύτηκε τὸν πόθο του νὰ ξεπλύνει τὴν ἁμαρτία του μὲ τὸ αἷμα του, νὰ μαρτυρήσει γιὰ τὸν ἀληθινὸ Θεὸ καὶ ζήτησε τὴν εὐλογία του νὰ προχωρήσει στὸ μαρτύριο.
Ὁ πνευματικός του τὸν ἄκουσε μὲ προσοχή, ὅμως τὸν προειδοποίησε ὅτι τὸ μαρτύριο δὲν εἶναι εὔκολη ὑπόθεση καὶ πὼς ὑπῆρχε κίνδυνος νὰ δειλιάσει καὶ νὰ ἀρνηθεῖ καὶ πάλι τὸ Χριστό. Μπροστὰ στὴν ἐπιμονή του, τοῦ ἔδωσε τὴν εὐχή του καὶ τὴ συγκατάθεση νὰ προχωρήσει στὸ μαρτύριο.
 
Ὁ Νικόλαος, ὕστερα ἀπὸ αὐτό, ἔνοιωσε ψυχικὴ γαλήνη καὶ ἄρχισε πιὰ νὰ μὴν φοβᾶται τοὺς τούρκους. Ἔπαψε πλέον νὰ φυλάγεται καὶ πωλοῦσε τὴν πραμάτεια του δημόσια στὰ Τρίκαλα. Προσπαθοῦσε ἐπίσης νὰ καταλάβει ὁ τοῦρκος ποὺ τὸν ἐκβίαζε, ὅτι δὲν τὸν φοβᾶται πλέον καὶ ἔπαψε νὰ τοῦ προμηθεύει δωρεὰν δαδί.
Ὅμως ὁ κακεντρεχὴς καὶ μοχθηρὸς ἐκεῖνος ἄνθρωπος, ὅταν δὲν τοῦ παρέδιδε πιὰ δαδί, ἔγινε θηρίο ἀπὸ τὸ θυμό του.
Τὸν ἔψαξε στὴν ἀγορὰ καὶ ὅταν τὸν βρῆκε, τὸν ἅρπαξε καὶ ἄρχισε νὰ τὸν κτυπᾶ μὲ μανία, νὰ τὸν βρίζει καὶ νὰ τὸν ἀπειλεῖ. Βλέποντας τὴ σκηνὴ καὶ ἄλλοι τοῦρκοι, πλησίασαν καὶ ἄρχισαν νὰ χτυποῦν καὶ αὐτοὶ τὸν ἀποστάτη τοῦ Ἰσλάμ. Ἀφοῦ τὸν ξυλοκόπησαν, τὸν ἔσυραν στὸν τοῦρκο δικαστή των Τρικάλων, γιὰ νὰ δικαστεῖ γιὰ τὸ ἀδίκημα τῆς ἄρνησης τῆς μουσουλμανικῆς πίστης.

Ἐκεῖνος στάθηκε μὲ θάρρος μπροστὰ στὸ δικαστὴ καὶ ἀπολογήθηκε, χωρὶς φόβο, ὅτι εἶναι Χριστιανὸς καὶ Ἕλληνας καὶ διαβεβαίωσε ὅτι δὲν πρόκειται μὲ τίποτε νὰ ἀρνηθεῖ αὐτὲς τὶς δύο μεγάλες ἀξίες. Ὁ δικαστὴς ἀρχικὰ ἄρχισε νὰ τὸν κολακεύει καὶ νὰ τοῦ τάζει τιμές, ἀξιώματα, πλούτη καὶ εὔκολη ζωή, ἂν ἀποφάσιζε νὰ ἀσπασθεῖ τὴ μουσουλμανικὴ θρησκεία καὶ τουρκέψει.
Ἀλλὰ ἐκεῖνος ἔμεινε ἀμετάπειστος. Τότε ἄρχισε νὰ τὸν ἀπειλεῖ, γνωρίζοντάς του τὶς συνέπειες, ποὺ προβλέπει ἡ ἰσλαμικὴ νομοθεσία γιὰ ὅσους ἀρνοῦνταν τὸ Ἰσλάμ.
Ὅτι τὸν περίμεναν φρικτὰ βασανιστήρια καὶ ὁ θάνατος, ἂν δὲν συμμορφώνονταν μὲ τὶς συμβουλές του. Ἀλλὰ ὁ Νικόλαος, μὲ πρωτοφανῆ ἡρωισμὸ καὶ ἠρεμία, τὸν διαβεβαίωσε ὅτι ἄδικα κουράζεται νὰ τὸν μεταπείσει. Τότε ἔδωσε διαταγὴ στοὺς στρατιῶτες νὰ τὸν μαστιγώσουν χωρὶς λύπηση καὶ νὰ τὸν κλείσουν στὸ ποιό σκοτεινὸ μπουντρούμι, χωρὶς φαγητὸ καὶ νερὸ γιὰ πολλὲς ἡμέρες.
Ὁ Μάρτυρας ὑπόμεινε μὲ ἡρωισμὸ καὶ καρτερία τὰ βασανιστήρια, προσευχόμενος μέρα καὶ νύχτα, ζητῶντας νὰ λάβει ἀπὸ τὸ Θεὸ συγχώρηση γιὰ τὸ κρῖμα τῆς ἄρνησής
Τοῦ καὶ παρακαλῶντας Τὸν νὰ τὸν ἐνδυναμώσει, νὰ ἀντέξει ὡς τὸ τέλος τὰ μαρτύρια καὶ νὰ μὴ δειλιάσει μπροστὰ στὸ θάνατο.

Βλέποντας ὁ δικαστὴς ὅτι δὲν ἄλλαζε γνώμη, ἐξέδωσε τὴν καταδικαστική του ἀπόφαση: θάνατος διὰ τῆς πυρᾶς! Μάλιστα δὲ, διαφημίστηκε ἀπὸ τοὺς τούρκους, ὅτι ἡ ἐκτέλεση θὰ γινόταν στὸ κέντρο των Τρικάλων. Μαζεύτηκαν πολλοὶ τοῦρκοι καὶ ἑβραῖοι νὰ δοῦν τὸ θέαμα καὶ νὰ χαροῦν.
Ἐπίσης μαζεύτηκαν καὶ πολλοὶ Χριστιανοὶ γιὰ νὰ θαυμάσουν τὸν ἡρωικὸ Μάρτυρα τοῦ Χριστοῦ. Ἄναψαν μεγάλη φωτιά, κοντὰ στὴν ἀγορὰ τῆς πόλεως, καὶ ἀφοῦ ἔσυραν τὸν Νικόλαο, τὸν ἔριξαν στὴ φωτιά. Σὲ ἐλάχιστα λεπτὰ τῆς ὥρας ὁ Μάρτυρας ξεψύχησε, ἀνεβαίνοντας ἡ ψυχή του στὰ οὐράνια γιὰ νὰ συναντήσει τὸ Χριστό, γιὰ χάρη τοῦ Ὁποίου ἔδωσε τὴ ζωή του, τὸ δὲ σῶμα του ἐξαφάνισαν οἱ φλόγες. Ἦταν 17 Μαΐου τοῦ ἔτους 1617.
 
Ἐλάχιστα ἀπὸ τὰ λείψανά του σώθηκαν καὶ σὲ καλλίτερη κατάσταση ἡ Κάρα του, τὴν ὁποία ἀγόρασε κάποιος εὐλαβὴς κεραμοποιὸς τῆς πόλεως, δίνοντας ἀρκετὰ χρήματα στοὺς φύλακες τούρκους. Ἐπειδὴ ὅμως φοβοῦνταν μήπως οἱ τοῦρκοι τὴν ἀνακαλύψουν, τὴν ἐντοίχισε στὸ σπίτι του, χωρὶς νὰ πεῖ σὲ κανέναν τὸ μυστικό του. Ἐν τῷ μεταξὺ ὁ κεραμοποιὸς πέθανε καὶ τὸ σπίτι του τὸ ἀγόρασε κάποιος ποὺ ὀνομάζονταν Μέλανδρος.
Ἕνα χρόνο ἀκριβῶς μετὰ τὸ Μαρτύριο τοῦ ἁγίου, στὶς 17 Μαΐου τοῦ ἔτους 1618, τὶς βραδινὲς ὧρες, εἶδε νὰ λάμπει τὸ σημεῖο ποὺ εἶχε ἐντοιχιστεὶ ἡ Τίμια Κάρα.
Τὸ ἴδιος βράδυ εἶδε στὸν ὕπνο του ὅτι τὸ σπίτι του φιλοξενοῦσε τὴν Κάρα τοῦ ἁγίου Νεομάρτυρα Νικολάου ἐκ Μετσόβου.
Τὸ ἑπόμενο πρωὶ ἄνοιξε τὸν τοῖχο καὶ πράγματι βρῆκε τὴν Τίμια Κάρα. Ὄντας εὐλαβὴς ἄνθρωπος καὶ θεωρῶντας τὸν ἑαυτό του ἀνάξιο νὰ φιλοξενεῖ στὸ σπίτι του τέτοιο ἱερὸ θησαυρό, τὴν παρέδωσε στὴν Ἱερὰ Μονὴ Βαρλαὰμ Μετεώρων, ὅπου εἶχε ἀδελφὸ μοναχό, ὡς μνημόσυνο αἰώνιο γιὰ τοὺς γονεῖς του.
Ἐκεῖ φυλάσσεται μέχρι σήμερα, εὐωδιάζουσα καὶ θαυματουργοῦσα.
 
Ἐκτὸς ἀπὸ τὴν Ἁγία Κάρα, σώζονται τεμάχια τῶν χεριῶν τοῦ ἁγίου στὴν Ἱερὰ Μονὴ Ἐλεούσης Ἰωαννίνων, καὶ στὸν Ναὸ τοῦ Ἁγίου Νικολάου Σκαμνελίου Ἰωαννίνων, καθὼς καὶ δόντι τοῦ ἁγίου στὴν Ἱερὰ Μονὴ Κοιμήσεως Θεοτόκου Μετσόβου.
Ἄπειρα εἶναι τὰ θαύματα ποὺ ἐπιτελοῦν τὰ χαριτόβρυτα λείψανά του, σὲ ὅσους τὸν ἐπικαλοῦνται μὲ πίστη καὶ εὐλάβεια.
Ἡ μνήμη του τιμᾶται στὶς 17 Μαΐου, τὴν ἡμέρα τοῦ μαρτυρίου του.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου