Κουμπιά

Κυλιόμενο Μήνυμα

Σάββατο 22 Φεβρουαρίου 2025

Ἡ Εὐαγγελικὴ περικοπὴ τῆς Κυριακῆς τῆς Ἀπόκρεω

Κατὰ Ματθαῖον, κέφ. ΚΕ΄, ἐδάφια 31-46


31Ὃταν δὲ ἔλθῃ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐν τῇ δόξῃ αὐτοῦ καὶ πάντες οἱ ἅγιοι ἄγγελοι μετ᾿ αὐτοῦ, τότε καθίσει ἐπὶ θρόνου δόξης αὐτοῦ, 32 καὶ συναχθήσεται ἔμπροσθεν αὐτοῦ πάντα τὰ ἔθνη, καὶ ἀφοριεῖ αὐτοὺς ἀπ᾿ ἀλλήλων ὥσπερ ὁ ποιμὴν ἀφορίζει τὰ πρόβατα ἀπὸ τῶν ἐρίφων, 33 καὶ στήσει τὰ μὲν πρόβατα ἐκ δεξιῶν αὐτοῦ, τὰ δὲ ἐρίφια ἐξ εὐωνύμων.  34 Τότε ἐρεῖ ὁ βασιλεὺς τοῖς ἐκ δεξιῶν αὐτοῦ· δεῦτε οἱ εὐλογημένοι τοῦ πατρός μου, κληρονομήσατε τὴν ἡτοιμασμένην ὑμῖν βασιλείαν ἀπὸ καταβολῆς κόσμου.
35 Ἐπείνασα γάρ, καὶ ἐδώκατέ μοι φαγεῖν, ἐδίψησα, καὶ ἐποτίσατέ με, ξένος ἤμην, καὶ συνηγάγετέ με, 36 γυμνός, καὶ περιεβάλετέ με, ἠσθένησα, καὶ ἐπεσκέψασθέ με, ἐν φυλακῇ ἤμην, καὶ ἤλθετε πρός με. 37 Τότε ἀποκριθήσονται αὐτῷ οἱ δίκαιοι λέγοντες· κύριε, πότε σε εἴδομεν πεινῶντα καὶ ἐθρέψαμεν, ἢ διψῶντα καὶ ἐποτίσαμεν;
38 Πότε δέ σε εἴδομεν ξένον καὶ συνηγάγομεν, ἢ γυμνὸν καὶ περιεβάλομεν;
39 Πότε δέ σε εἴδομεν ἀσθενῆ ἢ ἐν φυλακῇ, καὶ ἤλθομεν πρός σε; 40 Καὶ ἀποκριθεὶς ὁ βασιλεὺς ἐρεῖ αὐτοῖς· ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἐφ᾿ ὅσον ἐποιήσατε ἑνὶ τούτων τῶν ἀδελφῶν μου τῶν ἐλαχίστων, ἐμοὶ ἐποιήσατε.
   41 Τότε ἐρεῖ καὶ τοῖς ἐξ εὐωνύμων· πορεύεσθε ἀπ᾿ ἐμοῦ οἱ κατηραμένοι εἰς τὸ πῦρ τὸ αἰώνιον τὸ ἡτοιμασμένον τῷ διαβόλῳ καὶ τοῖς ἀγγέλοις αὐτοῦ.
42 Ἐπείνασα γάρ, καὶ οὐκ ἐδώκατέ μοι φαγεῖν, ἐδίψησα, καὶ οὐκ ἐποτίσατέ με, 43 ξένος ἤμην, καὶ οὐ συνηγάγετέ με, γυμνός, καὶ οὐ περιεβάλετέ με, ἀσθενὴς καὶ ἐν φυλακῇ, καὶ οὐκ ἐπεσκέψασθέ με.
44 Τότε ἀποκριθήσονται αὐτῷ καὶ αὐτοὶ λέγοντες· Κύριε, πότε σε εἴδομεν πεινῶντα ἢ διψῶντα ἢ ξένον ἢ γυμνὸν ἢ ἀσθενῆ ἢ ἐν φυλακῇ, καὶ οὐ διηκονήσαμέν σοι; 45 Τότε ἀποκριθήσεται αὐτοῖς λέγων· ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἐφ᾿ ὅσον οὐκ ἐποιήσατε ἑνὶ τούτων τῶν ἐλαχίστων, οὐδὲ ἐμοὶ ἐποιήσατε. 46 Καὶ ἀπελεύσονται οὗτοι εἰς κόλασιν αἰώνιον, οἱ δὲ δίκαιοι εἰς ζωὴν αἰώνιον.


Ἑρμηνευτικὴ ἀπόδοση Παναγιώτη Τρεμπέλα


31 Ὅταν λοιπὸν ἔλθει ὁ Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὴ δόξα Του καὶ μαζὶ Του ὅλοι οἱ ἅγιοι ἄγγελοι, τότε θὰ καθίσει σὲ θρόνο ἔνδοξο καὶ λαμπρό.
32 Καὶ θὰ συναχθοῦν μπροστά Του ὅλα τὰ ἔθνη, ὅλοι δηλαδὴ οἱ ἄνθρωποι ποὺ ἔζησαν ἀπ’ τὴν ἀρχὴ τῆς δημιουργίας μέχρι τὸ τέλος τοῦ κόσμου. Καὶ θὰ τοὺς χωρίσει τὸν ἕνα ἀπὸ τὸν ἄλλο, ὅπως ὁ βοσκὸς χωρίζει τὰ πρόβατα ἀπὸ τὰ γίδια.
33 Καὶ θὰ τοποθετήσει τοὺς δικαίους, ποὺ εἶναι ἥμεροι σὰν τὰ πρόβατα, στὰ δεξιά Του˙ ἐνῷ τοὺς ἁμαρτωλούς, ποὺ εἶναι ἀτίθασοι καὶ ἄτακτοι σὰν τὰ γίδια, θὰ τοὺς βάλει στὰ ἀριστερά Του.
34 Τότε θὰ πεῖ ὁ βασιλιᾶς σὲ ἐκείνους ποὺ θὰ εἶναι στὰ δεξιά Του: «Ἐλᾶτε ἐσεῖς ποὺ εἶστε εὐλογημένοι ἀπὸ τὸν Πατέρα μου, κληρονομῆστε τὴ βασιλεία ποὺ ἔχει ἑτοιμαστεῖ γιὰ σᾶς ἀπὸ τότε ποὺ θεμελιωνόταν ὁ κόσμος.
35 Σᾶς ἀνήκει λοιπὸν ἡ κληρονομιὰ αὐτὴ˙ διότι πείνασα καὶ μοῦ δώσατε νὰ φάω, ἤμουν διψασμένος καὶ μοῦ δώσατε νὰ πιω, ἤμουν ξένος καὶ δὲν εἶχα ποῦ νὰ μείνω καὶ μὲ περιμαζέψατε στὸ σπίτι σας, 36 ἤμουν γυμνὸς καὶ μὲ ντύσατε, ἀρρώστησα καὶ μὲ ἐπισκεφθήκατε, ἤμουν μέσα στὴ φυλακὴ καὶ ἤλθατε νὰ μὲ δεῖτε καὶ νὰ μὲ παρηγορήσετε».
37 Τότε θὰ Τοῦ ἀποκριθοῦν οἱ δίκαιοι: «Κύριε, πότε Σὲ εἴδαμε πεινασμένο καὶ Σὲ θρέψαμε, ἢ διψασμένο καὶ Σοῦ δώσαμε νὰ πιεις; 38 Καὶ πότε Σὲ εἴδαμε ξένο καὶ Σὲ περιμαζέψαμε, ἢ γυμνὸ καὶ Σὲ ντύσαμε; 39 Καὶ πότε Σὲ εἴδαμε ἄρρωστο ἢ φυλακισμένο καὶ ἤλθαμε νὰ Σὲ ἐπισκεφθοῦμε;».
40 Τότε θὰ τοὺς ἀποκριθεῖ ὁ βασιλιᾶς: «Ἀληθινὰ σᾶς λέω ὅτι καθετὶ ποὺ κάνετε σ’ ἕναν ἀπὸ τοὺς φτωχοὺς αὐτοὺς ἀδελφούς μου ποὺ φαίνονται ἄσημοι καὶ πολὺ μικροί, τὸ κάνατε σὲ μένα».
41 Τότε θὰ πεῖ καὶ σὲ κείνους ποὺ θὰ εἶναι στὰ ἀριστερά Του: «Ἐσεῖς ποὺ ἀπὸ τὰ ἔργα σας γίνατε καταραμένοι, φύγετε μακριὰ ἀπὸ μένα στὸ πῦρ τὸ αἰώνιο, ποὺ ἔχει ἑτοιμαστεῖ γιὰ τὸν διάβολο καὶ τοὺς ἀγγέλους του. 42 Διότι πείνασα καὶ δὲν μοῦ δώσατε νὰ φάω, δίψασα καὶ δὲν μοῦ δώσατε νὰ πιω, 43 ἤμουν ξένος καὶ δὲν μὲ περιμαζέψατε νὰ μὲ φιλοξενήσετε, ἤμουν γυμνὸς καὶ δὲν μὲ ντύσατε, ἤμουν ἄρρωστος καὶ μέσα στὴ φυλακὴ καὶ δὲν μὲ ἐπισκεφθήκατε».
 44 Τότε θὰ Τοῦ ἀποκριθοῦν κι αὐτοί: «Κύριε, πότε Σὲ εἴδαμε νὰ πεινᾶς ἢ νὰ διψᾶς ἢ νὰ εἶσαι ξένος ἢ γυμνὸς ἢ ἄρρωστος ἢ φυλακισμένος, καὶ δὲν Σὲ ὑπηρετήσαμε;».
45 Τότε θὰ τοὺς ἀποκριθεῖ: «Ἀληθινὰ σᾶς λέω, καθετὶ ποὺ δὲν κάνατε σ’ ἕναν ἀπ’ αὐτοὺς ποὺ ὁ κόσμος θεωροῦσε πολὺ μικρούς, οὔτε σὲ μένα τὸ κάνατε.
46 Καὶ θὰ ὁδηγηθοῦν αὐτοὶ σὲ κόλαση ποὺ δὲν θὰ ἔχει τέλος, ἀλλὰ θὰ εἶναι αἰώνια˙ ἐνῷ οἱ δίκαιοι θὰ πᾶνε γιὰ νὰ ἀπολαύσουν ζωὴ αἰώνια».



Ἐπιμέλεια κειμένου: Ἑλένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
Ἐπιμέλεια πολυτονισμοῦ: Ἄκτιστον



Διαβάστε περισσότερα πατῶντας:  Κυριακή τῆς Ἀπόκρεω 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου