«Ἒργον ποίησον εὐαγγελιστοῦ»
Κυριακὴ πρὸ τῶν Φώτων. (Β΄ Τίμ. 4,5-8)
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία μακαριστοῦ (†) γέροντος Ἀθανασίου Μυτιληναίου
Ἐκφωνήθηκε στὴν Ἱερὰ Μονὴ Κομνηνείου Λαρίσης στὶς 31-12-2000. (Β΄ 429, ἔκδοσις β΄)
Τελευταία ἡμέρα τοῦ ἔτους, ἀγαπητοί μου. 31 Δεκεμβρίου τοῦ 2000. Βέβαια, συμβατική. Κατὰ συμφωνίαν· γιατί ὁ χρόνος ρέει καὶ ἀγνοεῖ τὴν ὑποδιαίρεσή του. Ἡ ὑποδιαίρεσις τοῦ χρόνου γίνεται, ὅπως λέγει ὁ Μωυσῆς, στὴν Γένεση, γιὰ τὴν μέτρηση τοῦ χρόνου, ποὺ θὰ βοηθήσει τόσο σὲ καθημερινὰ πράγματα, ὅσο καὶ εἰς τὴν σωτηρία.
Ἔτσι, λοιπόν, τελειώνει τὸ ἔτος σήμερα, γιὰ νὰ μᾶς ὑπενθυμηθεῖ ὅτι ὁ καιρὸς περνᾶ καὶ τὸ τέλος τῆς ζωῆς ἔρχεται καὶ ἐμεῖς ἀκόμη ὑπολειπόμεθα. Θυμίζει ἐκεῖνο ποὺ εἶπε κάποτε ὁ Ἰερεμίας: «Διῆλθε θέρος, παρῆλθεν ἄμητος, καὶ ἡμεῖς οὐ διεσώθημεν». Δηλαδή: «Πέρασε τὸ καλοκαίρι, πέρασε καὶ ὁ τρυγητὸς κι ἐμεῖς ἀκόμα δὲν σωθήκαμε».
Ὡστόσο, ἂς δοῦμε τὴν ἀποστολικὴ περικοπὴ τῆς ἡμέρας. Γράφει ὁ Παῦλος στὴν Β΄προς Τιμόθεον ἐπιστολή του τὰ ἑξῆς: «Σὺ οὗν τέκνον μου, ἔργον ποίησον εὐαγγελιστοῦ, τὴν διακονίαν σοῦ πληροφόρησον».
Ἐδῶ συνιστᾶ στὸν Τιμόθεο, στὸν κάθε Τιμόθεο, ποὺ τιμᾶ τὸν Θεό, νὰ εὐαγγελίζεται συνεχῶς τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ, στὴν προσωπική του περιφέρεια. Ἐκεῖ ποὺ ἦταν Ἐπίσκοπος. Καὶ προσθέτει: «Τὴν διακονίαν σου πληροφόρησον». Τὸ «πληροφόρησον» δὲν σημαίνει «βγὲς καὶ δίδε πληροφορίες», ὅπως κάποιες Μητροπόλεις... Θυμᾶμαι κάποτε βρέθηκα σὲ μία Μητρόπολη, ἔβγαζαν ἕνα ἔντυπο καὶ εἶχαν τὴν ἐντύπωση, ἐξάλλου τό ‘γραφαν, αὐτὸ τὸ χωρίο ποὺ σᾶς εἶπα τώρα, ὅτι θὰ μποροῦσαν νὰ ἀνακοινώνουν τὰ πάντα καὶ μάλιστα μὲ ἕναν...ε, τρόπον...αυτάρεσκον.
«Πληροφόρησον» θὰ πεῖ «Φέρε εἰς πληρότητα». Αὐτὸ θὰ πεῖ «πληροφόρησον». «Τὴν διακονίαν σου πληροφόρησον».
Νὰ ὁλοκληρώσεις καὶ νὰ ὁλοκληρώνεις διαρκῶς τὴν διακονίαν σου. Ὅποιας μορφῆς κι ἂν εἶναι αὐτὴ ἡ διακονία.
Ἔτσι λοιπόν, «τὴν διακονίαν σοῦ πληροφόρησον», γράφει εἰς τὸν Τιμόθεον ὁ ἀπόστολος Παῦλος.
Ἀλλὰ προπαντὸς δέ, τὴν διακονίαν τοῦ κηρύγματος. Γι' αὐτό λέγει εὐθύς:: «Ἒργον ποίησον εὐαγγελιστοῦ». Δηλαδή, «Φρόντισε νὰ μετέρχεσαι τὸ ἔργον τοῦ Εὐαγγελιστοῦ».
Τί θὰ πεῖ αὐτό; Θὰ πεῖ διαρκῶς νὰ εὐαγγελίζεσαι τὸν Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν. Τὸ κήρυγμα γιὰ τὸν Παῦλον ἦταν οὐσιωδέστατον στοιχεῖον στὴν σωτηρίαν τῶν ψυχῶν. Οὐσιωδέστατον.
Μιὰ Ἐκκλησία, μιὰ κοινότητα ποὺ δὲν καλλιεργεῖ τὸ κήρυγμα, εἶναι καταδικασμένη σὲ μίαν παρακμήν. Αὐτὸ εἶναι ἀληθές. Ποιός δὲν τὸ ξέρει αὐτό;
Ἔτσι λοιπόν, θὰ πρέπει τὸ κήρυγμα, ἰδιαιτέρως τὸ κήρυγμα, νὰ καλλιεργεῖται. Ὅπου λείπει, λοιπόν, ἡ διδαχή, ἐκεῖ ἐπέρχεται ἡ θρησκευτική, ὅπως σᾶς εἶπα, παρακμή.
Κήρυγμα καὶ μυστήρια, ὅπως τὸ μυστήριον τὸ κατ' ἐξοχὴν τὸ εὐχαριστιακὸν μυστήριον, ἡ Θεία Λειτουργία δηλαδή, εἶναι ὁ ἄξονας ποὺ δίδει τὴν σωτηρία. Κήρυγμα καὶ μυστήρια.
Συναντᾶμε στὸ Γεροντικὸ τὰ ἑξῆς ποὺ εἶπε ὁ Ἀββᾶς Παλλάδιος. Θὰ σᾶς διαβάζω: «Εἶπεν ὁ ἀββᾶς Παλλάδιος: Δεῖ τὴν κατὰ Θεὸν ἀσκουμένην ψυχήν, ἢ μανθάνειν πιστῶς ἃ οὐκ εἶδεν, ἢ διδάσκειν σαφῶς ἃ ἔγνω. Εἰ δὲ ὁπότερον μὴ βούληται, μανίαν νοσεῖ».
«Ἤ, ἂν δὲν ξέρεις, νὰ καθίσεις νὰ μάθεις, ἢ ἂν ξέρεις, τότε θὰ ἀναγγέλλεις ἐκεῖνο ποὺ ξέρεις. Οὔτε τὸ ἕνα ἐὰν δὲν μετέρχεσαι, οὔτε τὸ ἄλλο, τότε πάσχεις», λέει, νοσεῖς ἀπὸ μανίαν».
Δηλαδὴ τὰ πράγματα δὲν εἶναι καλά. «Ἀρχὴ γάρ -συνεχίζει νὰ λέγει- ἀποστασίας, ἀδιδασκαλίας λόγος».
«Ὅταν δὲν ὑπάρχει ἡ διδασκαλία τοῦ λόγου, δηλαδὴ α-διδασκαλία, ἔχομε τὴν ἀρχὴ τῆς ἀποστασίας».
Καὶ ἡ ἀποστασία, εἶναι γνωστό, πόσο φοβερὸ πρᾶγμα εἶναι. Καὶ μάλιστα θεωρεῖται τὸ κεντρικότερον καὶ βασικότερον σημεῖον τῶν ἐσχάτων. Δηλαδὴ εἰς τοὺς ἐσχάτους καιροὺς δὲν θὰ ἀκούγεται ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ. Ἢ θὰ ἀκούγεται νοθευμένος.
«Καὶ ἀνορεξίαν λόγου (Δὲν ἔχεις ὄρεξη γιὰ νὰ ἀκούσεις τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ) ὃν ἀεὶ πεινᾷ ἡ ψυχὴ τοῦ φιλοθέου». «Τὸν ὁποῖο πάντοτε πεινᾶ ἡ ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου ποὺ ἀγαπᾶ τὸν Θεό».
Εἶναι στὸν πρῶτον τόμον του Εὐεργετινοῦ αὐτὸ ποὺ σᾶς διάβασα.
Ἀλλὰ γιατί ἡ ἀρχὴ τῆς ἀποστασίας, ἀγαπητοί, βρίσκεται εἰς τὴν σιγὴ τοῦ διδακτικοῦ λόγου καὶ στὴν ἔλλειψη ἐπιθυμίας γιὰ διδασκαλία;
Γιατί; Ἀπὸ μίαν ὀκνηρίαν ἐκείνων οἱ ὁποῖοι δὲν θὰ ἤθελαν νὰ ὁμιλοῦν τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ.
Ἔτσι λοιπὸν ὁ Παῦλος ὑπενθυμίζει εἰς τὸν γνήσιον μαθητήν του, τὸν Τιμόθεον, ὅτι πρέπει νὰ διακονεῖ ὅλως ἰδιαιτέρως τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ. Καὶ τοῦ γράφει: «Κήρυξον τὸν λόγον, ἐπίστηθι εὐκαίρως ἀκαίρως, ἔλεγξον, ἐπιτίμησον, παρακάλεσον ἐν πὰσῃ μακροθυμὶᾳ καὶ διδαχῇ».
Βλέπετε, τὸ κέντρον εἶναι τὸ «κήρυξον τὸν λόγον». «Εὐκαίρως ἀκαίρως». Εἴτε σοῦ δίδεται ἡ εὐκαιρία, εἴτε δὲν σοῦ δίδεται, ἀλλὰ τὴν ὁποίαν εὐκαιρία πρέπει ἐσὺ νὰ προκαλέσεις, ὥστε νὰ σταθεῖ μπροστὰ στὰ μάτια ἐκείνων ποὺ θὰ ἀκούσουν τὸν λόγο σου, ὅτι δόθηκε εὐκαιρία. Εἶναι πολὺ σπουδαῖο αὐτό.
Βέβαια -ἐκεῖνο το «εὐκαίρως ἀκαίρως»,ε;-, βέβαια κατὰ τὴν διάρκεια τῆς ὁμιλίας σου ἢ τοῦ λόγου ποὺ θὰ κηρύττεις, ἐκεῖ θὰ ὑπάρχουν τὰ στοιχεῖα ὅλα ἐκεῖνα ποὺ συνιστοῦν τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ.
Ὁ ἔλεγχος. Εἴδατε; «Ἒλεγξον». Πρέπει νὰ διορθώσομε κάποια πράγματα. «Ἐπιτίμησον». Θὰ ἐπιτιμήσεις. Ἀλλὰ καὶ θὰ παρακαλέσεις. «Παρακάλεσον».
Ἀλλὰ καὶ ὅλα αὐτά, ἀκόμα καὶ ὁ ἔλεγχος, «ἐν πὰσῃ μακροθυμὶᾳ καὶ διδαχῇ».
Σπουδαῖο στοιχεῖο. Ἐλᾶτε τώρα νὰ μοῦ πεῖτε, ἐὰν ἕνας τέτοιος λόγος ὑπάρχει μέσα εἰς τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, ἐὰν ἡ Ἐκκλησία ἐκείνη, ἡ κοινότητα ἐκείνη, θὰ μποροῦσε ποτὲ νὰ γνωρίσει τὴν παρακμήν.
Ἀλλὰ ποῖον λόγον; Ἐκεῖνον ποὺ ἤδη τοῦ κατέγραψε. Τί τοῦ κατέγραψε τοῦ Τιμοθέου; «Μνημόνευε Ἰησοῦν Χριστόν (Νὰ κάνεις μνεία τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ)». Μνεία.
Αὐτὸ ποὺ λέμε σήμερα «χριστοκεντρικὸν κήρυγμα»· ποὺ τὸ κέντρον τοῦ λόγου μας πρέπει νὰ εἶναι ὁ Χριστός. Ἀπὸ κεῖ νὰ ξεκινάει, ἐκεῖ νὰ φθάνει.
Ἀκόμη λέγει: «ἐγειγερμένον ἐκ νεκρῶν». «Θὰ ὑπενθυμίζεις ὅτι ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς ἀπέθανε καὶ ἐτάφη καὶ ἀνέστη τὴν τρίτη ἡμέρα».
Διότι, ὅπως λέγει ὁ ἅγιος Κύριλλος, «Ἂν μοῦ ἔλεγες ὅτι πιστεύω σὲ ἕναν Θεὸ ποὺ τὸν κρέμασαν, τὸν σταύρωσαν, θὰ ντρεπόμουνα.
Ὅταν ὅμως Αὐτὸς ἀνεστήθη, ὄχι μόνον δὲν ἔχω νὰ ντραπῶ, ἀλλὰ καὶ νὰ καυχηθῶ». «Ἐγειγερμένον», λοιπόν, «ἐκ νεκρῶν».
Ἀκόμη...ὅποιος, ὅποιος; Ὄχι. Αὐτὸς ποὺ προφητεύθηκε, Αὐτὸς ποὺ κατεγράφη, Αὐτὸς χάριν τοῦ Ὁποίου ἔγινε ἕνας ὁλόκληρος λαός.Οἱ ἀπόγονοι, ἐννοεῖται, τοῦ Ἀβραάμ.
Γι΄αὐτό λέει: «ἐκ σπέρματος Δαυίδ, κατὰ τὸ Εὐαγγέλιόν μου». «Αὐτὸ εἶναι τὸ Εὐαγγέλιόν μου», λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος.
Δηλαδὴ «ἐγὼ αὐτὰ κηρύττω». Εἶναι κεντρικά, βασικὰ σημεῖα.
Κι ἔρχονται τώρα μερικοὶ δικοί μας Ἕλληνες, νὰ στραφοῦν ἐναντίον τοῦ Χριστοῦ, ὅτι... «Μὰ τώρα ἐμεῖς εἴμαστε Ἕλληνες καὶ ἔχομεν σπουδαίαν φιλοσοφίαν καὶ τοῦτα κι ἐκεῖνα, θὰ κηρύσσουμε ἐβραϊσμούς; Καὶ θὰ προβάλλομε ἑβραϊκὰ πρόσωπα;».
Τί ταλαίπωροι ποὺ εἶναι οἱ ἄνθρωποι!
Νὰ ποὺ εἶναι ἕνας νοσηρότατος σωβινισμός. Καὶ τὸν ἔχομε αὐτὸν τὸν νοσηρότατον σωβινισμόν, ἀγαπητοί μου.
Ὡστόσο, τὸ κέντρον τοῦ κηρύγματος εἶναι ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς· ποὺ εἶναι Χριστός, δηλαδὴ Μεσσίας.
Καὶ νὰ μὴν ξεχνᾶμε ὅτι ἔξω ἀπὸ τὸν Ἰησοῦν Χριστὸν δὲν μποροῦμε νὰ ἔχομε γνήσιο κήρυγμα· ποὺ ἀπέθανε καὶ ἀνέστη, ποὺ εἶναι ἀπόγονος τοῦ Δαβίδ, ὅπως εἴδαμε, ὅπου ἀληθεύουν καὶ πληροῦνται ὅλες οἱ ὑποσχέσεις τοῦ Θεοῦ. Καὶ συγκλίνουν ὅλες οἱ προφητεῖες.
«Κήρυξον τὸν λόγον». Δηλαδή: «Μὴν κατακρύψεις τὸν Λόγον»- τὸ λάμδα τὸ γράφουμε μὲ κεφαλαῖο · ἀλλὰ «κήρυξον», λέει ὁ Οἰκουμένιος ποὺ ἑρμηνεύει. «Ἐπίστηθι». «Εὐκαίρως ἀκαίρως».
Δηλαδή, μετ’ ἐπιμονῆς, ὅπως λέει ὁ Θεοδώρητος. «Μετ' ἐπιμονῆς καὶ ἐπιστασίας λάλησον». Μὲ ἐπιμονή, μὲ θάρρος, μὲ τόλμη.
Γιατί ὑπάρχουν φορὲς καὶ ἐποχὲς ποὺ ντρεπόμαστε νὰ μιλήσομε γιὰ τὸν Χριστόν. Μὴν περιμένεις τὸν κατάλληλο μόνον καιρό.
Νὰ δημιουργήσεις κι ἐσὺ καταλλήλους καιροὺς ἀκριβῶς, ὅπως λέγαμε, τὸ «εὐκαίρως ἀκαίρως», γιὰ νὰ πεῖς καὶ νὰ μιλήσεις γιὰ τὸν Χριστόν. Ἐν παντὶ τὸπῳ καὶ χρόνῳ. Ναί. Ἐν παντὶ τὸπῳ καὶ χρόνῳ.
Ἐδῶ ἐπιτρέψατέ μου νὰ σᾶς πῶ, τὸ θέμα δὲν ἀφορᾶ εἰς τοὺς ἱεροκήρυκες, στοὺς κληρικοὺς κατ' ἐξοχήν, ποὺ θὰ κηρύξουν.
Ἀφορᾶ σὲ ὅλους. Εἶσαι δάσκαλος; Εἶσαι καθηγητής; Στὴν ἐκπαίδευση;
Βρίσκε τὸν τρόπο, πάντοτε νὰ μιλᾶς διὰ τὸν Χριστόν. Μὴ φοβᾶσαι. Ἂν ὑποτεθεῖ ὅτι θὰ τύχεις παρατηρήσεως, ὅτι βγαίνεις ἀπὸ τὸ Πρόγραμμα, μὴ φοβᾶσαι.
Θὰ σᾶς ἔλεγα: Γιατί νὰ βγεῖς ἀπὸ τὸ Πρόγραμμα; Τί διδάσκεις; Ἑλληνικά; Θρησκευτικά; Ἐγὼ θά ‘λεγα κάποια ἄλλα. Φυσική; Μαθηματικά; Δεῖξε ὅλη τὴν σοφία τοῦ Θεοῦ Λόγου, μέσα ἀπὸ τὸ μάθημα τῶν Μαθηματικῶν καὶ τῆς Φυσικῆς. Δεῖξε ὅλη τὴν σοφία τοῦ Θεοῦ Λόγου. Ἀρκεῖ νὰ ξέρεις, νὰ ἔχεις κατηχηθεῖ.
Ὅπως σᾶς εἶπα προηγουμένως, πού... αὐτὸ ποὺ σᾶς διάβασα, τοῦ ἀββᾶ Παλλαδίου. Πρέπει νὰ εἶσαι καταρτισμένος. Μὴ φοβᾶσαι.
Καὶ τότε, ἂν κάποιος ἔλθει καὶ σοῦ κάνει παρατήρηση, κόλλησέ τον στὸν τοῖχο!
Πῶς; Κάντο πάνω στὸν τοῖχο, κάντο στὸ χέρι σου ἔτσι γιὰ νὰ τὸν πνίξεις; Ὄχι... Μὲ ἐπιχειρήματα κόλλησέ τον στὸν τοῖχο. Νὰ φιμωθεῖ. Νὰ μὴν ἔχει τί νὰ πεῖ.
Τί εἶσαι; Δικαστικός; Τὸ ἴδιο. Τί εἶσαι; Ὁτιδήποτε εἶσαι καὶ νὰ εἶσαι. Χειρώνακτας; Ὁπουδήποτε πᾶς νὰ ἐργαστεῖς, μπορεῖς πάντοτε νὰ χρησιμοποιεῖς τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ.
Ὄχι βεβαίως κατὰ ἕναν φλύαρον τρόπον. Ἡ διάκριση θὰ μᾶς ὑπαγορεύει πάντοτε πῶς θὰ μιλήσομε. Ναί. Πῶς θὰ μιλήσομε. Πρέπει... -ἡ σημερινὴ ἐφημερίδα, ἔριξα μιὰ ματιά, τῆς Λαρίσης, λέγει «Νὰ ἀσκοῦμε ἀντίστασιν», κύριον ἄρθρο μπροστά, «ἀντίσταση εἰς τὴν παρακμήν».
Πῶς θὰ ἀντισταθῶ εἰς τὴν ὑπάρχουσα καὶ προϊοῦσα, διαρκῶς καὶ προϊοῦσα, παρακμὴ μέσα στὴν ζωή μας; Ἐὰν κηρύσσω τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ.
Δηλαδὴ ἀναφέρομαι εἰς τὸν Χριστόν. Δηλαδή, ἡ αἰτία ποὺ ἔχομε παρακμήν, κοινωνικήν, μὲ ὅλες τὶς συνέπειες καὶ ὅλες τὶς πτυχές, τί εἶναι; Ἡ ἀπουσία τοῦ Χριστοῦ.
Γιὰ νὰ μὴν πῶ ὅτι γιορτάζομε Χριστούγεννα χωρὶς Χριστόν. Τὰ Χριστούγεννα εἶναι μία εὐκαιρία νὰ φᾶμε καλά, νὰ πιοῦμε καλά, νὰ ἀγοράσομε ὅ,τι μποροῦμε, νὰ πάρομε τὸν 13ον μισθὸν καὶ ὅ,τι ἄλλο. Αὐτὸ εἶναι Χριστούγεννα;
Ἢ τώρα τὴν Πρωτοχρονιά. Ἄστε μὲ τὸν ἅγιον Βασίλειον ποὺ τὸν ἔχομε κάνει καρικατούρα.
Μὰ ἐπί τέλους, δὲν ὑπάρχει ἕνας ἄνθρωπος νὰ πεῖ ὅτι ὁ ἅγιος Βασίλειος ἦταν ἅγιος τῆς Καππαδοκίας, ἕνας ἀπὸ τοὺς μεγάλους Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας, ποὺ ἡ Ἐκκλησία τὸν ἀποκαλεῖ Μέγαν;
Πόσους ὀνομάζει μεγάλους; Ἕναν Μέγαν Ἀθανάσιον, Μέγα Βασίλειο, ἔ; Μέγα Φώτιο, πόσους; Δυό, τρεῖς, τέσσερις, πέντε. Ὅλοι ἔχομε μείνει σ’ αὐτὴν τὴν καρικατούρα καὶ λέμε μάλιστα, ὅτι ἡ πατρίδα τοῦ Μεγάλου Βασιλείου εἶναι, λέει, ... ἄκουσον, ἄκουσον, εἰς τὴν Λαπωνίαν! Ἄκουσον, ἄκουσον!
Καὶ δὲν διορθώνει κανείς. Οὔτε οἱ δάσκαλοι, οὔτε τίποτα. Ἀφήνομε τὰ παιδιά μας ἀκατήχητα. Ναί. Μὲ κάτι, θὰ λέγαμε, θεωρίες τέτοιες, τῆς φαντασίας πλάσματα, γιὰ νὰ δώσομε ἕναν τόνο ἑορταστικὸ στὰ παιδιά.
Ὁ Μέγας Βασίλειος! Μία ἀπὸ τὶς πολὺ μεγάλες μορφές. Καὶ δὲν ἔχει καμία σχέση μὲ τὰ παιχνίδια καὶ τὰ δῶρα.
Βέβαια.. ἀπὸ ποῦ ξεκινάει τὸ πρᾶγμα; Ἐπειδὴ εἶναι τὴν 1η Ἰανουαρίου ἡ μνήμη του. Γιατί τότε ἐκοιμήθη. Τὴν 1ην Ἰανουαρίου.
Καὶ μάλιστα σὲ ἡλικία 49 ἐτῶν. Γι΄αυτό, ἐπειδὴ εἶναι Πρωτοχρονιὰ καὶ συνδυάζομε τὰ πράγματα μὲ δῶρα, γι’ αὐτὸ εἴχαμε αὐτὲς τὶς παρελκύσεις καὶ κάναμε αὐτὴν τὴν καρικατούρα τοῦ Μεγάλου Βασιλείου.
Κάποτε ἡ Πρωτοχρονιὰ ἦταν ἡ 1η Σεπτεμβρίου. Στὴν Ἱστορία μέσα. Κάποτε ἡ Πρωτοχρονιὰ ἦταν τὴν 1η Μαρτίου.
Ὅπως εἶχαν καὶ οἱ Ρωμαῖοι, κ.λπ. Εἶναι οἱ πρωτοχρονιές... ἀλλάζουν μέσα στοὺς αἰῶνες. Ἔτυχε νὰ εἶναι 1η Ἰανουαρίου, εἶναι καὶ ἡ μνήμη τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, καὶ φθάσαμε, θὰ ἐπαναλάβω, εἰς τὴν καρικατούρα τοῦ Σάντα Κλάους· ποὺ δὲν ἔχει καμία σχέση μὲ τὸν Ἅγιον Βασίλειον.
Λοιπόν, ὁ Παῦλος «εὐκαίρως ἀκαίρως» ὁμιλοῦσε. Πλησίαζε, προσήγγιζε τὸν ἄλλον ἄνθρωπο, γιατί διψοῦσε τὴν σωτηρία του.
Καὶ λέγει ἐδῶ ὁ Θεοδώρητος: «Καὶ ἐν δεσμωτηρίῳ (καὶ στὴ φυλακὴ μέσα) καὶ ἐν πλοίῳ (καὶ στὸ πλοῖο μέσα)».
Θυμηθεῖτε: Ποιό δεσμωτήριο νὰ σᾶς ἀναφέρω; Ἀπάνω στοὺς Φιλίππους; Ποὺ ἐκεῖνο τὸ βράδυ, μὲ τὸν σεισμὸ ποὺ ἔγινε, ἐκμεταλλεύτηκε ὁ Παῦλος τὸν σεισμὸν κι ἄνοιξαν οἱ πόρτες τοῦ δεσμωτηρίου κ.τ.λ.;
Ἐκεῖνο τὸ βράδυ, ὅλο τὸ σπιτικὸ τοῦ ἀρχιδεσμοφύλακος, ποὺ ἦταν τὸ σπίτι του πάνω ἀπὸ τὶς φυλακές, ἔγιναν Χριστιανοί. Βαφτίστηκαν. Καὶ παρέθεσαν ἕνα πλούσιο δεῖπνο εἰς τὸν Ἀπόστολον Παῦλον. Ἦταν μαζί του καὶ ὁ Λουκᾶς.
Ἤ, ἐδῶ ποὺ λέει «ἐν πλοίῳ». Βέβαια. Ὅταν γίνεται τρικυμία κ.τ.λ. πᾶνε πρὸς Ρώμη, γιὰ νὰ δικαστεῖ ἐκεῖ ὁ Παῦλος, ὡς Ρωμαῖος πολίτης.
Τί λέγει; «Θὰ πάθομε ζημιά», λέει στὸν πλοίαρχο. «Ἐγώ σοῦ τὸ εἶπα ἀπὸ τὴν ἀρχή, ἀλλὰ δὲν μὲ ἄκουσες· διότι ὁ Κύριος τὸν Ὁποῖον ἐγὼ ὑπηρετῶ -τὸν Ἰησοῦν Χριστόν- μὲ εἰδοποίησε καὶ μοῦ εἶπε τὸ καί τὸ». Ὁρίστε.
Καὶ συνεχίζει καὶ λέγει ὁ Θεοδώτητος: «Καὶ παρακειμένης τραπέζης -στοὺς Φιλίππους, ἐννοεῖται, στὸ σπίτι τοῦ ἀρχιδεσμοφύλακος- καὶ μαρτυρεῖ τὰ ἐν Φιλίπποις, τὰ ἐν Τρωάδι, τὰ ἐν τῇ θαλάσσῃ». Ἐν παντὶ τὸπῳ καὶ χρὸνῳ ὁ Παῦλος δὲν βαρύνεται νὰ κηρύσσει Χριστόν.
Στὸ κήρυγμα ἀκόμη πρέπει νὰ χρησιμοποιηθοῦν ὅλοι οἱ τόνοι ὕφους καὶ φωνῆς. Ὅπως προηγουμένως μᾶς εἶπε «Ἐπίπληξον», «νὰ ἐλέγξεις», «νὰ ἐπιπλήξεις» κ.τ.λ. «Ἒλεγξον, ἐπιτίμησον, παρακάλεσον».
Ἂν τὸ θέλετε, ἐδῶ εἶναι καὶ κάποια στοιχεῖα μιᾶς παιδαγωγικῆς. Πῶς θὰ μιλήσω στὸ παιδί μου; Στὸ παλικάρι μου, στὴν νέα κοπέλα, πῶς θὰ μιλήσω; Ἀκόμη καὶ στὸ μικρὸ παιδάκι, τῶν πέντε ἐτῶν. Δὲν θὰ ἐπιτιμήσω; Ἀλίμονό μου. Δὲν θὰ παρακαλέσω; Βεβαίως! «Ἐν πὰσῃ μακροθυμὶᾳ καὶ διδαχῇ».
Αὐτὸ σημαίνει ὅτι τὸ κήρυγμα θὰ εἶναι καὶ ἐλεγκτικὸ καὶ παρηγορητικὸ καὶ οἰκοδομητικό.
Χρειάζεται πολλὴ ὑπομονὴ καὶ μακροθυμία καὶ μέθοδο διδακτική. Ναί. Πρέπει τὸ κήρυγμα νὰ ἑλκύει. Νὰ ἑλκύει μὲ τὰ παραδείγματα ποὺ θὰ ἀναφέρομε. Καὶ μάλιστα ἀπὸ τὴν Γραφή.
Δὲν εἶναι ἡμαρτημένον νὰ ἀνατρέξω στὰ βιβλία τῶν ἀνεκδότων. Δὲν εἶναι ἡμαρτημένον. Ἀλλὰ ὅταν ἔχω μία Ἁγία Γραφή, Παλαιὰ καὶ Καινὴ Διαθήκη, μὲ ἀπέραντα, ἀπέραντα περιστατικά, γιατί νὰ καταφύγω στὰ βιβλία τῶν ἀνεκδότων;
Ὅταν ἀναφέρομαι σὲ παραδείγματα ἀπὸ τὴν Ἁγία Γραφὴ καὶ ποὺ μὲ τὸν τρόπον αὐτὸν θὰ δώσω μία εἰκόνα διδασκαλίας ὁλοκλήρου τῆς Γραφῆς στὸ ἱστορικό της μέρος. Βεβαίως.
Ἀκόμη θὰ προσέξω καὶ τὴν ὀρθοφωνία μου. Νὰ μπορῶ νὰ ὁμιλῶ μὲ ὁλόκληρη τὴν λέξη. Ὀρθοφωνία. Ὄχι νὰ μὴν μὲ καταλαβαίνει ὁ ἄλλος, γιατί μπουρδουκλώνεται ἡ γλῶσσα μου κ.λπ.
Θὰ κάνω, ἀκόμη, διασαφήσεις. Θὰ διασαφήζω. Βέβαια μία ρητορικὴ ὁμιλία μπορεῖ νὰ μὴν ἔχει παρὰ ἐλάχιστες ἢ καὶ καθόλου διασαφήσεις, ἀλλὰ ἐδῶ δὲν κάνομε ρητορικὴ ἄσκηση. Ἁπλούστατα ἀναφερόμεθα εἰς τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ· ποὺ πρέπει νὰ γίνει κατανοητός.
Πρέπει ἀκόμη -ἀλήθεια, ἀκόμη...- ὁ ὁμιλητὴς νὰ ταυτίζεται μὲ τὸν ἀκροατή. Ὅτι αὐτὰ ποὺ λέγονται δὲν ἀφοροῦν μόνον τὸν ἀκροατή, ἀλλὰ καὶ τὸν ὁμιλητή. Καὶ τοὺς δύο ἐνδιαφέρει. Ξέρετε ὅτι ἕνας τρόπος ἐπικοινωνίας, στὸ θέατρο, τοῦ ἠθοποιοῦ μὲ τὸν θεατή, ποιός εἶναι; Κάποια στιγμὴ ὁ ἠθοποιὸς νὰ κατέβει ἀπὸ τὴν σκηνὴ καὶ νὰ πιάσει κουβέντα μὲ ἕναν θεατή. Ἢ νὰ πεῖ: «Συμφωνεῖτε κύριοι;».
Ὁ ἠθοποιός! Τί κάνει ἐδῶ; Κάνει πραγματικὰ κοινωνὸν τοῦ ἔργου ποὺ αὐτὸς ὑποδύεται, κοινωνὸν τὸν θεατήν. Ξέρετε πόσο ζωντάνια αὐτὸ τὸ πρᾶγμα κρύβει;
Ἀκόμη, λέξεις καὶ φράσεις πρέπει νὰ ἔχομε στὸν λόγο τοῦ Θεοῦ, εὐπρεπεῖς. Δὲν θὰ ἔχομε τὴν γλῶσσα «ἀργκὸ» ἢ μάγκικη, δὲν ξέρω, τοῦ δρόμου, τοῦ πεζοδρομίου.
Μόνον, ἂν χρειαστεῖ καμιὰ φορὰ θὰ βάλομε μία τέτοια λέξη ἐντὸς εἰσαγωγικῶν, γιὰ νὰ δώσομε πιὸ τόνο. Ἀλλὰ ἡ γλῶσσα μας θὰ εἶναι καθαρή. Καὶ πρέπει νὰ οἰκοδομεῖ. Ὁ ἄνθρωπος ποὺ ἔγραψε «Πᾶς λόγος σαπρὸς ἐκ τοῦ στόματος ἡμῶν μὴ ἐκπορευέσθω ἀλλ' εἲ τις ἀγαθὸς πρὸς οἰκοδομὴν τῆς χρείας (τῆς ἀνάγκης) ἳνα δῷ χάριν τοῖς ἀκούουσι» (ὁ Παῦλος) δὲν μποροῦσε νὰ ὁμιλεῖ διαφορετικά.
«Γιὰ νὰ δίνει», λέει, «χάριν εἰς ἐκείνους ποὺ ἀκοῦνε». Πρέπει ὁ ἄλλος νὰ αἰσθάνεται ὅτι ὁ ὁμιλητὴς κάτι ἔχει. «Ἀπὸ τὰ χείλη τοῦ Χριστοῦ, ἐκρέμοντο», λέγει, «οἱ ἀκροαταί Του». Κι ὅταν ἔστειλαν κάποιους ὑπηρέτες νὰ Τὸν συλλάβουν οἱ Φαρισαῖοι -Ποιοί ἄλλοι; Οἱ κακεντρεχεῖς αὐτοὶ ἄνθρωποι- εἶπαν: «Ποτὲ δὲν ἀκούσαμε ἄνθρωπο νὰ ὁμιλεῖ ὅπως μιλοῦσε». Ποιόν νὰ συλλάβουν;
Καὶ ἀφοπλίζεται ὁ ἄλλος πραγματικά. Κι ἂν εἶχε πρόθεση νὰ κοροϊδέψει, νὰ κάνει καζούρα ἢ ὅ,τι ἄλλο, ἀφοπλίζεται.
Θὰ μοῦ πεῖτε, εἶναι μεγάλη ἐπιστήμη το νὰ μπορεῖς νὰ ὁμιλεῖς. «Τὴν χάρη, ἀδελφέ μου, θὰ σοῦ τὴν δώσει ὁ Χριστός.
Ἄνοιξε τὸ στόμα σου», τὸ λέει ἡ Ἁγία Γραφή, «ἄνοιξε», λέει, «τὸ στόμα σου, κι Ἐγὼ θὰ σοῦ τὸ πληρώσω, θὰ τὸ γεμίσω.
Ἐσὺ μόνον ἄνοιξε τὸ στόμα σου. Καὶ τότε Ἐγὼ θὰ βάλω λόγο δικό μου, θὰ βάλω ὅλη την χάρη, ποὺ θὰ προσελκύεις πάντοτε ἐκείνους οἱ ὁποῖοι σὲ ἀκοῦνε».
Πάντως, ἀγαπητοί μου, πρέπει νὰ καταλάβομε ὅτι πρέπει ἐν παντὶ τὸπῳ καὶ χρὸνῳ νὰ χρησιμοποιοῦμε τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ.
Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ πορεύεται πάντοτε περιπετειωδῶς στὴν Ἱστορία. Ἄλλοτε διώκεται, ἄλλοτε νοθεύεται. Γι' αὐτό ὁ Παῦλος, πλάϊ στὴν παραγγελία νὰ ἀσκήσει ἔργον Εὐαγγελιστοῦ, ποὺ λέει στὸν Τιμόθεο, γράφει: «Κακοπάθησον». Ναί, θὰ κακοπαθήσεις· διότι ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ πορεύεται ἐν κακοπαθεῖᾳ. Αὐτὸ δὲν πρέπει νὰ τὸ ξεχνοῦμε.
Ἀκόμη, ὅπως λέει ὁ Ἱερὸς Χρυσόστομος, ὅτι: «Τὸ τοῦ διδασκάλου ἔργον εἶναι νὰ κηρύξει καὶ ὄχι νὰ πείσει». Μακάρι νὰ πείθαμε πάντοτε. Εἶναι νὰ κηρύξει, ὄχι νὰ πείσει. Τὸ νὰ πείσει, νὰ πεισθεῖ, δηλαδή, ὁ ἄλλος, εἶναι δικό του θέμα. Δικό μου θέμα εἶναι ἐγὼ νὰ τοῦ πῶ τί πρέπει νὰ κάνει, ποιός πρέπει νὰ εἶναι. Ἐὰν δὲν πεισθεῖ, αὐτὸς φέρει τὴν εὐθύνη γιὰ τὸν ἑαυτό του.
Ἔτσι, ἀγαπητοί, ἂς προσέξομε. Κηρύττοντες ὅλοι -ὅλοι!- τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ, γιατί οἱ μὲν καὶ οἱ δέ, ἂν δὲν προσέξομε, καὶ οἱ ὁμιληταὶ καὶ οἱ ἀκροαταί, ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ ἐκδικεῖται! Προσέξτε, ἐκδικεῖται.
Ὁ Κύριος εἶπε: «Ὁ λόγος ὃν ἐλάλησα, ἐκεῖνος κρινεῖ αὐτὸν ἐν τῇ ἐσχὰτῃ ἡμέρᾳ». Αὐτὸς θὰ κρίνει. Τὸν λόγο ποὺ λάλησα.
Κι ὁ Λόγος εἶναι πρόσωπον, μὲ λάμδα κεφαλαῖον. Ναί. Ὁ Λόγος εἶναι πρόσωπον καὶ ἔχει ὅλην τὴν Κρίσιν, ὅπως μᾶς τὸ εἶπε.
Ἂς προσέξουμε λοιπόν. Πολὺ νὰ προσέξομε.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ
καὶ μὲ ἀπροσμέτρητη εὐγνωμοσύνη στὸν πνευματικό μας καθοδηγητή
μακαριστὸ γέροντα Ἀθανάσιο Μυτιληναῖο,
ψηφιοποίηση καὶ ἐπιμέλεια τῆς ἀπομαγνητοφωνημένης ὁμιλίας:
Ἑλένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
Ἐπιμέλεια πολυτονισμοῦ: Ἄκτιστον
καὶ μὲ ἀπροσμέτρητη εὐγνωμοσύνη στὸν πνευματικό μας καθοδηγητή
μακαριστὸ γέροντα Ἀθανάσιο Μυτιληναῖο,
ψηφιοποίηση καὶ ἐπιμέλεια τῆς ἀπομαγνητοφωνημένης ὁμιλίας:
Ἑλένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
Ἐπιμέλεια πολυτονισμοῦ: Ἄκτιστον
ΠΗΓΕΣ:
• Ἀπομαγνητοφώνηση ὁμιλίας διὰ χειρὸς τοῦ ἀξιοτίμου κ. Ἀθανασίου Κ.
• https://www.arnion.gr/mp3/omilies/p_athanasios/omiliai_kyriakvn/omiliai_kyriakvn_863.mp3
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου