α) Ἕνα φάρμακο θεραπευτικὸ τῆς ἀσθένειας τῶν ἀνθρώπων
Σκέψου ὅτι ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς ἦλθε στὸν κόσμο, γιὰ νὰ γιατρέψει τὶς ψυχές μας καὶ ἀμέσως στὴν περιτομή Του, σὰν ἕνας καλὸς γιατρός, ἑτοιμάζει ἕνα φάρμακο θεραπευτικὸ τῆς ἀσθένειάς μας, ἕνα φάρμακο ἀνακουφιστικὸ τῶν πόνων μας καὶ ἕνα φάρμακο διαφυλακτικὸ τῆς ὑγείας μας.
Ἐπειδή, λοιπόν, ἡ προπατορικὴ ἁμαρτία τοῦ Ἀδὰμ προξένησε δύο μεγάλες ἀσθένειες σὲ ὅλο τὸ γένος τῶν ἀνθρώπων καὶ στὴν μὲν ψυχὴ καὶ τὸν νοῦ προξένησε τὴν ὑπερηφάνεια καὶ τὴν ἄγνοια καὶ ὅλους τοὺς ἐμπαθεῖς λογισμούς, οἱ ὁποῖοι εἶναι ἑνωμένοι μαζὶ μὲ τὸ γεννημένο σῶμα καὶ σκεπάζουν σὰν ἕνα σύννεφο καὶ παραπέτασμα τὶς ταλαίπωρες ψυχὲς τῶν ἀνθρώπων, ἐνῷ στὸ σῶμα προξένησε μία κλίση πρὸς τὶς ἡδονές.
Γι’ αὐτὸ εἶπε ὁ Θεολόγος Γρηγόριος στὴν ὁμιλία του γιὰ τὰ Γενέθλια: «Ὡς Χριστοῦ μαθητὴς κάνε περιτομή, ἀφαίρεσε τὸ κάλυμμα ποὺ ὑπάρχει ἀπὸ τὴν γέννηση»· αὐτὸ ὁ σχολιαστὴς Νικήτας ἑρμηνεύοντας ἀναφέρει ὅτι «ὁ ἅγιος Γρηγόριος μὲ τὴ φράση «ἀπὸ γενέσεως κάλυμμα» ἐννοεῖ τὴν προγονικὴ ἁμαρτία, ἡ ὁποία εἰσελήλυθε σὲ ὅλο τὸ γένος· διότι αὐτὴ ἡ ἁμαρτία, σὰν κάποιο σύννεφο, ἀμέσως μὲ τὴν γέννηση, προσθέτει στὴν ψυχὴ τὸ κάλυμμα, ποὺ προέρχεται ἀπὸ τὴν γέννηση, τοὺς ἐμπαθεῖς, ἐννοῶ, λογισμοὺς καὶ τὴν σκότωση ποὺ προέρχεται ἀπὸ αὐτοὺς καὶ τὴν ἄγνοια ποὺ εἶναι ἑνωμένη μὲ τὴν σάρκα· περιτομή, ὅμως, πνευματικὴ εἶναι ἡ ἀπομάκρυνση τῆς σαρκικῆς ἡδονῆς, καὶ τῶν περιττῶν καὶ μὴ ἀπαραίτητων».
Ἐπειδή, λέω, ἡ προπατορικὴ ἁμαρτία καὶ τὴν ψυχὴ ἐξασθένησε μὲ τοὺς ἐμπαθεῖς λογισμοὺς καὶ μάλιστα τῆς ὑπερηφάνειας καὶ παρόμοια ἐξασθένησε καὶ τὸ σῶμα μὲ τὴν κλίση πρὸς τὶς ἡδονὲς καὶ τὰ πάθη, γι’ αὐτὸ καὶ ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστὸς μὲ τὴν περιτομὴ κατασκευάζει ἕνα φάρμακο θεραπευτικὸ καὶ τῆς ψυχῆς καὶ τοῦ σώματος. Καὶ τὴν μὲν ἀσθένειας τοῦ σώματος θεραπεύει περιτέμνοντας τὴν ἀκροβυστία τῆς ἁγίας σαρκός Του, ἡ ὁποία εἶχε τύπο τῆς σωματικῆς ἡδονῆς· «Διότι κάθε ἡδονή», ἀναφέρει ὁ πιὸ πάνω σοφὸς Νικήτας, «ποὺ δὲν προέρχεται ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ δὲν γίνεται ἐν Θεῷ, θεωρεῖται περίττωμα ἡδονῆς, τῆς ὁποίας τύπος εἶναι ἡ ἀκροβυστία· ἡ ὁποία πάλι δὲν εἶναι τίποτε ἄλλο, παρὰ δέρμα, περίττωμα ἡδονικοῦ βίου».
Καὶ πάλι μὲ τὸ νὰ περιτμηθεῖ ὁ Κύριος μὲ ἕναν τρόπο καὶ ἕνα σχῆμα μεγάλης ταπεινώσεως, θεραπεύει καὶ τὴν ἀσθένεια τῆς ψυχῆς,η ὁποία εἶναι κυρίως ἡ ὑπερηφάνεια· «Διότι ἀρχὴ τῆς ἁμαρτίας εἶναι ἡ ὑπερηφάνεια» (Σοφία Σειράχ, 10,13)· καὶ μαζὶ μὲ τὴν ὑπερηφάνεια, τὴν ρίζα ὅλων τῶν ἁμαρτιῶν, κόβει καὶ ὅλους τοὺς ἄλλους ἐμπαθεῖς λογισμοὺς καὶ κλάδους τῆς ἁμαρτίας μὲ μία καὶ τὴν ἴδια τομή.
Καὶ μολονότι ὁ Ἰησοῦς Χριστός, καὶ στὴν γέννησή Του καὶ στὴν ζωή Του καὶ στὸν θάνατό Του, πάντοτε ταπεινώθηκε γιά μας, δὲν ταπεινώθηκε, ὅμως ποτὲ μὲ τόση ὑπερβολή, ὅπως ταπεινώθηκε στὴν περιτομή Του· ἡ ὁποία στάθηκε γι’ Αὐτὸν μία ταπείνωση, ὄχι μόνο πολὺ μεγάλη, ἀλλὰ καὶ τελείως ἀσύγκριτη καὶ μπορεῖ νὰ πεῖ κανεὶς ταπείνωση τῶν ταπεινώσεων, διότι ἐδῶ φαίνεται ὁ Ἰησοῦς ὡς ἕνα εἶδος ἔσχατου ἁμαρτωλοῦ, δηλαδὴ στὸν ἀσχημότερο καὶ ταπεινότερο τρόπο ποὺ μπορεῖ ποτὲ νὰ βρεθεῖ.
Καὶ σὰν ἁμαρτωλός, λαμβάνει ἕνα φάρμακο, ποὺ πρέπει νὰ παίρνουμε ἐμεῖς οἱ ἐμπαθεῖς καὶ ἁμαρτωλοί, ποὺ ἀπὸ σπέρμα καὶ ἡδονὴ γεννιόμαστε καὶ μὲ σπέρμα καὶ ἡδονὴ γεννᾶμε, καὶ ὄχι Αὐτός, ποὺ ἦταν ὄχι μόνο ἀνώτερος ἀπὸ κάθε προσβολὴ ἐμπαθοῦς καὶ ἡδονικοῦ λογισμοῦ καὶ κλίσεως πρὸς τὴν ἁμαρτία, ἀλλὰ καὶ οὔτε ἀπὸ σπέρμα γεννήθηκε, οὔτε σπέρμα εἶχε καθόλου.
Καὶ τὸ παράδοξο εἶναι ὅτι δέχεται ἕνα τέτοιο φάρμακο, ποὺ ὄχι μόνο θὰ τὸν ταπεινώσει προσωρινά, ἀλλὰ τέτοιο ποὺ θὰ τυπώσει στὸ ἁγιώτατό Του σῶμα μία πληγὴ καὶ μία τομὴ μόνιμη καὶ σχεδὸν μία παντοτινὴ ντροπὴ καὶ ὕβρη τῆς ἀθωότητας καὶ τῆς ἀναμαρτησίας Του· ντροπή, λέω, ποὺ εἶναι ὁλότελα ἀσύγκριτη, ἐπειδὴ δὲν φαίνεται καμία μαρτυρία τοῦ οὐρανοῦ, ποὺ νὰ ἔλθει γιὰ νὰ ὑψώσει αὐτὴν τὴν τόση θαυμάσια ταπείνωσή Του, ὅπως ἄλλες φορὲς συνηθιζόταν νὰ γίνεται· ὅταν οἱ ἄγγελοι καὶ ὁ νέος ἀστέρας ὕψωσαν τὴν ταπείνωση τῆς Γεννήσεώς Του· ὅταν ὁ Πατέρας καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ὕψωσαν τὴν ταπείνωση τοῦ Βαπτίσματός Του στὸν Ἰορδάνη· ὅταν ὁ σκοτεινιασμένος ἥλιος καὶ ἡ τρέμουσα γῆ καὶ τὰ ἀνοιγμένα μνήματα καὶ ὅλα τὰ στοιχεῖα μὲ ὅλα τὰ κτίσματα, ποὺ τόσο αἰσθάνθηκαν τὰ Πάθη Του, ὕψωσαν τὴν ταπείνωση τοῦ θανάτου Του.
Ἀλλὰ ἐδῶ στὴν περιτομή Του δὲν φαίνεται κανένα τέτοιο θαῦμα, παρὰ μόνο μία καθαρὴ καὶ γυμνὴ ταπείνωση, χωρὶς κανένα ὕψος καὶ μεγαλεῖο, ἐπειδὴ καὶ θέλησε ὁ Ἰησοὺς Χριστὸς μὲ τὴν τομή – γιὰ νὰ τὸ πῶ ἔτσι- τῆς ἴδιας Του τῆς τιμῆς, νὰ κάνει ἕνα φάρμακο ἐνεργητικότερο, γιὰ νὰ θεραπεύσει τὴν δική σου ὑπερηφάνεια.
Ἄχ! Ἀλλὰ τί θὰ γίνει μὲ σένα, ὑπερήφανε καὶ φιλήδονε, ἂν οὔτε αὐτὴ ἡ τόσο ὑπερβολικὴ ταπείνωση τοῦ Ἰησοῦ, οὔτε αὐτὴ ἡ περιτομὴ σταθοῦν ἀρκετά, γιὰ νὰ σὲ θεραπεύσουν ἀπὸ τὴν ὑψηλοφροσύνη καὶ ἀπὸ τὶς περιττὲς ἡδονές; («Περιττές ἡδονὲς» εἶναι ὅσες εἶναι πάνω ἀπὸ τὶς βασικὲς ἀνάγκες τοῦ σώματος· βασικὲς ἀνάγκες τοῦ σώματος εἶναι ἐκεῖνα τὰ φαγητὰ καὶ τὰ ποτὰ καὶ τὰ ἐνδύματα, ὅσα διατηροῦν τὸ σῶμα καὶ φυλάγουν τὴν δύναμή του, ὅπως λέει ὁ Μέγας Βασίλειος:
«Καὶ γενικά, στὰ ἐνδύματα ἁρμόζει τὸ ἀπαραίτητο, ὅπως καὶ στὴν τροφὴ· ὁ ἄρτος θὰ συμπληρώσει τὴν ἀνάγκη, τὸ νερὸ τὴν δίψα σὲ ἐκεῖνον ποὺ εἶναι ὑγιής, καὶ ὅσα προέρχονται ἀπὸ τὰ σπέρματα, μποροῦν νὰ διασώσουν τὴν ἀπαραίτητη δύναμη γιὰ τὶς ἀνάγκες τοῦ σώματος»].
Ὦ, πόσο πρέπει νὰ ντραπεῖς, διότι δὲν ντρέπεσαι, ὅπως πρέπει! Ἢ μᾶλλον νὰ ποῦμε διότι ἔγινες σὰν ἀναίσχυντη πόρνη καὶ καθόλου δὲν ντρέπεσαι: «Ὂψις πόρνης ἐγένετό σοι (Ἀπέκτησες καὶ διατηρεῖς ἀδιάντροπο καὶ θρασὺ πρόσωπο πόρνης)» (Ἰερ.3,3)· ὦ, πόσο πρέπει νὰ φοβᾶσαι!
Ἂν ὁ μὲν Χριστὸς κάνει γιὰ τὴν ἀγάπη σου ἕνα ὁλοκαύτωμα ὅλη τὴν τιμή Του, ἐνῷ ἐσὺ γιὰ τὴν ἀγάπη Του οὔτε θέλεις νὰ μάθεις τὰ πρῶτα στοιχεῖα τῆς χριστιανικῆς ταπεινώσεως, ἡ ὁποία θὰ σὲ ἀναδείξει μεγάλο στὴν Βασιλεία τῶν οὐρανῶν· «Ὅστις οὖν ταπεινώσει ἑαυτὸν ὡς τὸ παιδίον τοῦτο, οὗτος ἐστιν ὁ μείζων ἐν τῇ βασιλεῖᾳ τῶν οὐρανῶν (Ὅποιος ταπεινώσει τὸν ἑαυτό του σὰν τὸ παιδάκι αὐτό, αὐτὸς εἶναι ὁ μεγαλύτερος στὴ Βασιλεία τῶν οὐρανῶν)» (Ματθ.18,4).
Καὶ δὲν σοῦ φαίνεται, ἀδελφέ, ἕνα τερατῶδες πρᾶγμα, ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς ποὺ εἶναι ἡ Αὐτοαθωότητα, νὰ θέλει νὰ φαίνεται ἁμαρτωλός, χωρὶς καμία δικαιολογία, καὶ ἐσὺ ποὺ εἶσαι καταφορτωμένος ἀπὸ τόσες ἁμαρτίες νὰ βρίσκεις ἑκατὸ δικαιολογίες γιὰ νὰ φαίνεσαι ἀλάθητος; Ἢ γιὰ νὰ φαίνεσαι λιγότερο φταίχτης, μέχρι καὶ σ’ αὐτὴν τὴν ἐξομολόγησή σου;
Δὲν σοῦ φαίνεται παράδοξο ὁ μὲν Ἰησοῦς, ποὺ ἦταν ἐλεύθερος ἀπὸ κάθε πάθος καὶ σαρκικὴ ἡδονή, νὰ περιτέμνει τὴν ἀκροβυστία τῆς ἀναμάρτητης σάρκας Του καὶ ἐσύ, ὁ ἐμπαθέστατος καὶ ρέπων στὴν ἁμαρτία νὰ μὴ θέλεις νὰ κόψεις τοὐλάχιστον τὶς περιττὲς καὶ ὄχι ἀναγκαῖες ἡδονές σου, σὰν ἕνα περιττὸ μέλος, γιὰ νὰ ξαλαφρώσεις λίγο ἀπὸ τὰ πάθη;
Δὲν σοῦ φαίνεται παράξενο πρᾶγμα, νὰ βλέπεις τὴν Αὐτοτιμὴ νὰ γίνεται ἀτιμία καὶ ἐσὺ ὁ πηλός, ἡ αὐτοατιμία, νὰ μὴ θέλεις νὰ ὑπομείνεις οὔτε ἕναν λόγο ὑβριστικό, ποὺ θὰ σοῦ πεῖ ὁ ἀδελφός σου;
Δὲν σοῦ φαίνεται παράξενο πρᾶγμα, νὰ βλέπεις τὸν Δεσπότη καὶ δοτήρα τοῦ νόμου νὰ ὑποτάσσεται ὡς δοῦλος σὲ νόμο, γιὰ νὰ διδάξει ἐσένα νὰ ὑποτάσσεσαι σὲ αὐτὸν· ἔπειτα ἐσὺ ὁ πραγματικὰ δοῦλος νὰ κρατᾶς τὸν τράχηλό σου ὑψηλὸ καὶ σκληρό, σὰν ἀδάμαστος ταῦρος καὶ ἄγριος ἵππος καὶ νὰ μὴ θέλεις νὰ τὸν λυγίσεις στὸν ζυγὸ καὶ τὴν ὑποταγὴ τοῦ θεϊκοῦ νόμου γιὰ τὴν δική σου σωτηρία;
Πραγματικά, ἀδελφέ, ἐκπληρώθηκαν σὲ σένα οἱ προφητεῖες ἐκεῖνες ποὺ εἶπαν οἱ προφῆτες γιὰ τοὺς σκληροτράχηλους καὶ ἀπειθεῖς Ἰουδαίους: «Ἀπ᾿ αἰῶνος συνέτριψας τὸν ζυγόν σου, διέσπασας τὸὺς δεσμούς σου καὶ εἶπας· οὐ δουλεύσω σοι (Ἀπό τὰ ἀρχαιότατα χρόνια ὄχι ἁπλῶς ἀπέβαλες, ἀλλὰ συνέτριψες τὸν εὐεργετικὸ ζυγὸ τῶν ἁγίων ἐντολῶν μου, διέσπασες τὰ σωτήρια τῆς νομοθεσίας μου δεσμά σου καὶ εἶπες μὲ θράσος καὶ περιφρόνηση: ‘’Δὲν θὰ δουλεύσω πλέον σὲ Σένα’’)» (Ἰερ.2,20). Καὶ πάλι: «Ὡς δάμαλις παροιστρῶσα παροίστρησεν Ἰσραήλ (Ὁ ἰσραηλιτικὸς λαὸς ἔχει κυριευτεῖ ἐξ ὁλοκλήρου ἀπὸ οἶστρο, ὅπως ἡ νεαρὴ ἀτίθαση ἀγελάδα, ὅταν κεντηθεῖ ἀπὸ βοϊδόμυγα· ἔτσι καὶ ὁ Ἰσραὴλ ἔχει κυριευτεῖ ἀπὸ οἶστρο καὶ ἀπέβαλε κάθε χαλινὸ ἠθικῆς)» (Ὠσηέ 4,16)· καὶ μάλιστα ἐκπληρώθηκε σὲ σένα ἐκεῖνο ποὺ εἶπε ὁ πρωτομάρτυρας Στέφανος στοὺς Ἰουδαίους: «Σκληροτράχηλοι καὶ ἀπερίτμητοι τῇ καρδὶᾳ καὶ τοῖς ὠσίν (Εἶστε σκληροτράχηλοι καὶ ἄκαμπτοι, καὶ δὲν ὑποτάσσεστε στὸν Θεό. Δὲν ἔχετε περικόψει τὴ σκληρότητα καὶ τὴν ἀναισθησία τῆς καρδιᾶς σας καὶ δὲν θελήσατε νὰ ἀπαλλαγεῖτε ἀπὸ τὴν πνευματική σας βαρηκοΐα, γιὰ νὰ ἀκοῦτε μὲ καλὴ καὶ εὐπειθῆ διάθεση τὴν ἀλήθεια)» (Πράξ.7,51)· διότι καὶ ἐσὺ εἶσαι στ’ ἀλήθεια πωρωμένος στὴν καρδιά.
Ἐὰν ὅμως στὸ ἑξῆς δὲν θελήσεις νὰ ὑποταχθεῖς στὸν νόμο καὶ στὶς ἐντολὲς τοῦ Κυρίου καὶ νὰ περιτμηθεὶς πνευματικὰ ἀποκόπτοντας τὶς σαρκικὲς ἡδονὲς καὶ δὲν φροντίσεις νὰ βασιλεύσει ὁ Χριστὸς σὲ σένα μὲ αὐτὴν τὴν ὑποταγὴ καὶ τὴν περιτομή, ἄκουσε στὸ τέλος τί θὰ πάθεις ἀπὸ αὐτὸ τὸ Νήπιο, ποὺ τώρα καταφρονεῖς: «Πλὴν τοὺς ἐχθρούς μου ἐκείνους, τοὺς μὴ θελήσαντάς με βασιλεῦσαι ἐπ᾿ αὐτούς, ἀγάγετε ὧδε καὶ κατασφάξατε αὐτοὺς ἔμπροσθέν μου (Ἀλλά καὶ τοὺς ἐχθρούς μου ἐκείνους ποὺ δὲν μὲ θέλησαν γιὰ βασιλιᾶ τους, φέρτε τους ἐδῶ καὶ κατασφάξτε τους μπροστά μου, ρῖξτε τους στὸν αἰώνιο θάνατο)» (Λουκ.19,27).
Καὶ λοιπόν, ἀδελφέ, ἀποφάσισε ἀπὸ τώρα καὶ στὸ ἑξῆς νὰ μὴ θέλεις νὰ τιμᾶσαι μπροστὰ στοὺς ἀνθρώπους, οὔτε νὰ ἐπιθυμεῖς νὰ ζεῖς πλέον σύμφωνα μὲ τὴν προτίμηση καὶ τὴν ἐκτίμηση τῶν ἀνθρώπων, ἐπειδὴ κατὰ τὸν Δαβίδ: «Ὁ Θεὸς διεσπόρπισεν ὀστᾶ ἀνθρωπαρέσκων (Ὁ Θεὸς διεσκόρπισε ὀστᾶ ἐκείνων, ποὺ θέλουν νὰ ζοῦν γιὰ νὰ ἀρέσουν στοὺς ἀνθρώπους καὶ ὄχι σὲ Αὐτόν)» (Ψαλμ.52,7).
Ρῖξε μία φορὰ ἀπὸ τὴν φαντασία σου στὴ γῆ αὐτὸ τὸ καταραμένο εἴδωλο τῶν κοσμικῶν τιμῶν καὶ τῶν ἄλλων σαρκικῶν ἡδονῶν ποὺ προσκυνεῖς καὶ σύντριψέ το πλέον καὶ καταπάτησέ το.
Ποιά σχέση ἔχεις ἐσύ, ὁ ἀληθινός, μὲ αὐτὸ τὸ ψεύτικο εἴδωλο; Ὅπως λέει ὁ Ὠσηέ: «Τί σοὶ αὐτῷ ἔτι καὶ εἰδώλοις; (Ἔπειτα ἀπὸ τὴν προστασία καὶ ὅλες αὐτὲς τὶς εὐλογίες καὶ δωρεὲς ποὺ ἀπολαμβάνεις ἀπὸ Ἐμένα, ποιά σχέση μπορεῖ νὰ ἔχεις πλέον ἐσὺ ὁ ἴδιος μὲ τὰ εἴδωλα; Ἀσφαλῶς καμία)» (Ὠσηέ 14,9)· ἐσὺ δὲν εἶσαι τίποτε ἄλλο περισσότερο ἀπὸ ἐκεῖνο ποὺ εἶσαι μπροστὰ στὸν Κύριο, δηλαδὴ ἄτιμος καὶ ἀκάθαρτος· λοιπὸν θέλεις νὰ χάσεις τὴν ἀλήθεια γιὰ ἕναν ἴσκιο;
Εὐχαρίστησε τὸν Λυτρωτή σου ποὺ μὲ τὴν ταπείνωσή Του σὲ διδάσκει δύο μαθήματα τόσο ἀναγκαία γιὰ τὴν σωτηρία σου· δηλαδὴ τὴν ταπείνωση καὶ τὴν ἀποβολὴ τῶν περιττῶν ἡδονῶν, ἡ ὁποία λέγεται «πνευματικὴ περιτομὴ τῆς καρδιᾶς» κατὰ τὸν Ἀπόστολο: «Οὐ γὰρ ὁ ἐν τῷ φανερῷ Ἰουδαῖος ἐστιν, οὐδὲ ἡ ἐν τῷ φανερῷ ἐν σαρκὶ περιτομή, ἀλλ᾿ ὁ ἐν τῷ κρυπτῷ Ἰουδαῖος, καὶ περιτομὴ καρδίας ἐν πνεύματι, οὐ γράμματι, οὗ ὁ ἔπαινος οὐκ ἐξ ἀνθρώπων, ἀλλ᾿ ἐκ τοῦ Θεοῦ (Διότι πραγματικὸς Ἰουδαῖος δὲν εἶναι ἐκεῖνος ποὺ ἀπ’ ἔξω φαίνεται Ἰουδαῖος, οὔτε εἶναι πραγματικὴ περιτομὴ ἡ περιτομὴ ποὺ εἶναι φανερὴ μόνο στὴ σάρκα. Ἀλλὰ πραγματικὸς Ἰουδαῖος εἶναι ὁ ἀφοσιωμένος στὸν Θεὸ μὲ τὸ ἐσωτερικό του, ποὺ εἶναι ἀπόκρυφο καὶ μόνο στὸν Θεὸ φανερό.
Καὶ ἀληθινὴ περιτομὴ εἶναι ἡ περιτομὴ τῆς καρδιᾶς, ποὺ γίνεται μὲ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα καὶ ὄχι μὲ τὸ γράμμα τοῦ Μωσαϊκοῦ νόμου, τὸ ὁποῖο δὲν ἔχει τὴ δύναμη νὰ μεταβάλει τὴν καρδιά. Καὶ ὁ ἔπαινος τοῦ γνήσιου αὐτοῦ Ἰουδαίου δὲν προέρχεται ἀπὸ ἀνθρώπους, ποὺ ὑπόκεινται σὲ πλάνη, ἀλλὰ ἀπὸ τὸν Θεό)» (Ρωμ.2,28).
Καὶ παρακάλεσέ Τόν, ἐξ αἰτίας τῆς ὑπερβολικῆς ἀγάπης, γιὰ τὴν ὁποία θέλησε νὰ δεχθεῖ στὸν ἑαυτό Του τὰ σημεῖα τῆς ἁμαρτίας, νὰ σοῦ δώσει χάρη νὰ ντρέπεσαι πάντοτε γιὰ τὶς ἁμαρτίες σου καὶ ὄχι γιὰ τὴν μετάνοιά σου, ὅπως εἶναι γραμμένο: «Μὴ λὰβῃς πρόσωπον κατὰ τῆς ψυχῆς σου καὶ μὴ ἐντραπῇς εἰς πτῶσίν σου (Μὴν ὑπολογίσεις γιὰ λόγους συστολῆς κανένα πρόσωπο ξένο πρὸς τὴν ἀλήθεια τοῦ Θεοῦ καὶ ἁμαρτήσεις εἰς βάρος τῆς ψυχῆς καὶ τῆς συνειδήσεώς σου καὶ μὴν ντραπεῖς κανένα, ὥστε ἐξ αἰτίας τῆς κακῶς νοουμένης ντροπῆς πρὸς αὐτὸν νὰ παρασυρθεῖς σὲ πτώση καὶ ἁμαρτία)» (Σοφ. Σείρ. 4,22) καί: «Μὴ αἰσχυνθῇς ὁμολογῆσαι ἐφ᾿ ἁμαρτίαις σου καὶ μὴ βιάζου ῥοῦν ποταμοῦ (Μὴν ντραπεῖς νὰ ὁμολογήσεις τὶς ἁμαρτίες σου καὶ μὴν ἐξαναγκάζεις νὰ στραφεῖ πρὸς τὰ πίσω τὸ ρεῦμα τοῦ ποταμοῦ.
Μὴν προσπαθεῖς δηλαδὴ ἀπὸ ντροπὴ νὰ δικαιολογεῖς τα ἐσφαλμένα καὶ νὰ ἐκβιάζεις τὸν φυσικὸ ροῦν τῶν συνεπειῶν τους, πολλὲς τῶν ὁποίων εἶναι δυνατὸν νὰ προληφθοῦν, ἐὰν ὁμολογήσεις τὸ σφάλμα σου καὶ εὐθὺς ἐπιμεληθεὶς τὴν διόρθωσή του)» (Σοφ.Σειρ.4,26)· καὶ νὰ θεωρεῖς πάντοτε ὡς ἐντιμότερο τὸν ἄνθρωπο τοῦ κόσμου ἐκεῖνον, ποὺ μὲ περισσότερη ἐμπιστοσύνη τηρεῖ τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ καὶ ὑπόσχεται καθαρότερα πὼς θὰ τὶς τηρεῖ πάντοτε· ὅπως λέει ὁ Ἐκκλησιαστής: «Τέλος λόγου, τὸ πᾶν ἄκουε· τὸν Θεὸν φοβοῦ καὶ τὰς ἐντολὰς αὐτοῦ φύλασσε, ὅτι τοῦτο πᾶς ὁ ἄνθρωπος(:Το δὲ τελικὸ συμπέρασμα τῆς ὅλης διδασκαλίας τοῦ βιβλίου αὐτοῦ ἄκουε ποιό εἶναι: Νὰ φοβᾶσαι τὸν Θεὸ καὶ νὰ τηρεῖς τὶς ἐντολές Του, διότι ἡ διπλῆ αὐτὴ ἐντολὴ εἶναι ὅλος ὁ σκοπὸς καὶ ὁ προορισμὸς κάθε ἀνθρώπου ἐπάνω στὴ γῆ)»[Εκκλ. 12,13].
β) Ἡ περιτομὴ τοῦ Κυρίου ὡς ἕνα φάρμακο ἀνακουφιστικὸ τῶν πόνων τῶν ἀνθρώπων.
Σκέψου ὅτι ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς μὲ τὴν περιτομή Του σοῦ δίνει ἕνα ἀνακουφιστικὸ φάρμακο, τὸ Πανάγιό Του Αἷμα. Ὦ, τί μεγάλο κακὸ εἶναι ἡ ἁμαρτία! Αὐτὴ στὴν ἀρχὴ παρακινεῖ τὸν ταλαίπωρο ἄνθρωπο νὰ τὴν πράξει, γιὰ νὰ εὐχαριστήσει τὸ θέλημά Του καὶ γιὰ νὰ ἀναπαύσει τὴν κακή του διάθεση καὶ ἐπιθυμία· καὶ ἀφοῦ μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο ἀπατήσει τὸν δυστυχῆ ἁμαρτωλὸ καὶ τὴν κάνει, τότε τὸν βάζει σὲ μεγάλους κόπους καὶ βάσανα· διότι μετὰ τὴν ἁμαρτία ἀκολουθεῖ ἡ μετάνοια, ἡ ὁποία δὲν κατορθώνεται μὲ τὴν ἄνεση καὶ τὴν ἀνάπαυση, ἀλλὰ χρειάζεται νηστεῖες, ἀγρυπνίες, γονυκλισίες, ἱδρῶτες, σκληραγωγίες καὶ κακοπάθιες μὲ τέτοιον τρόπο ὥστε νὰ ξεραθεῖ καὶ νὰ λεπτυνθεῖ τὸ σῶμα καὶ νὰ γίνει σὰν τὰ νήματα τῆς ἀράχνης. «Ἐν ἐλεγμοῖς ὑπὲρ ἀνομίας ἐπαίδευσας ἄνθρωπον καὶ ἐξέτηξας ὡς ἀράχνην τὴν ψὺχὴν αὐτοῦ (Μὲ ἐπιτιμήσεις καὶ τιμωρίες παιδαγωγεῖς πρὸς διόρθωσή του τὸν ἄνθρωπο ἐξ αἰτίας τῆς ἀνομίας καὶ τῆς παράβασης τοῦ νόμου Σου, στὴν ὁποία παρασύρθηκε, ἀλλὰ καὶ μόνοι οἱ ἔλεγχοι σοῦ μεταβάλλουν αὐτὸν σὲ ράκος καὶ σὰν ἀράχνη διαλύεις τὴν ζωή του καὶ ὅλη τὴ δύναμη αὐτοῦ)»[Ψαλμ.38,12], ὅπως αὐτὸ δείχνει σαφέστατα ὁ προφήτης Δαβίδ, ὁ ὁποῖος θέλοντας δῆθεν νὰ ἀναπαύσει τὸ σαρκικό του θέλημα, ἁμάρτησε μὲ τὴν Βηρσαβεὲ· ἀλλὰ στὸ τέλος μετανοῶντας γι’ αὐτὴν τὴν ἁμαρτία, τί πειρασμοὺς δὲν πέρασε;
Τί βάσανα καὶ κόπους δὲν δοκίμασε; Ὅπως τὸ φωνάζει μόνος του, λέγοντας: «Ἲδε τὴν ταπείνωσίν μου καὶ τὸν κόπον μου καὶ ἄφες πάσας τὰς ἁμαρτίας μου (Δὲς πόσο ταπεινώθηκα· δὲς τὸν μόχθο καὶ τοὺς στεναγμούς μου· καὶ γιὰ τὴν ταπείνωσή μου καὶ τὸν κόπο μου αὐτόν, συγχώρεσε, Σὲ παρακαλῶ, ὅλες τὶς ἁμαρτίες μου, ἐξ αἰτίας τῶν ὁποίων τιμωροῦμαι)» (Ψαλμ.24,18).
Γι’ αὐτὸ λοιπόν, ἐπειδὴ ὁ ἁμαρτωλὸς δοκιμάζει τόσους κόπους καὶ ἀγῶνες στὴν μετάνοια καὶ τόσο πολὺ ταλαιπωρεῖται καὶ ἐξαντλεῖται, πρῶτα μὲν ἀπὸ τὶς σωματικὲς σκληραγωγίες, τὸ περισσότερο ὅμως ἀπὸ τοὺς λογισμοὺς μὲ τοὺς ὁποίους τὸν πολεμεῖ ὁ διάβολος, ζητῶντας νὰ τὸν φέρει σὲ ἀπελπισία, γι' αὐτὴν τὴν αἰτία ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς μὲ τὸ Πανάγιο Αἷμα, ποὺ χύνει στὴν περιτομή Του, τοῦ κατασκευάζει σὰν ἕνα πολύτιμο, ἀνακουφιστικὸ καὶ δροσιστικὸ φάρμακο, καλύτερο ἀπὸ ὅλα τὰ σιρόπια, τὰ ντεκότα, καὶ ἀπὸ ὅλα τὰ εὐωδέστατα, τὰ ἀνακουφιστικότερα καὶ δροσιστικότερα φάρμακα καὶ μὲ αὐτὸ τὸν δροσίζει, μὲ αὐτὸ τὸν παρηγορεῖ, δίνοντάς του μία καλὴ ἐλπίδα τῆς σωτηρίας του.
Καὶ σὰν νὰ τοῦ λέει: «Τέκνο μου, μὴν ἀπελπίζεσαι, Ἐγὼ γιὰ τὴν ἀγάπη τὴν δική σου δέχομαι μὲ χαρὰ αὐτὴν τὴν ἀλγεινὴ καὶ θλιβερὴ περιτομή, ἡ ὁποία πολλὲς φορὲς γίνεται καὶ θανατηφόρα σὲ μερικὰ βρέφη· γιὰ τὴν ἀγάπη σου ὑποτάσσομαι σὲ ἕναν νόμο, στὸν ὁποῖο δὲν ἤμουν ὑποχρεωμένος νὰ ὑποταχθῶ· καὶ ἡ δική σου ἀγάπη μὲ ἀναγκάζει καὶ μὲ κάνει ἀνυπόμονο, νὰ μὴν προσμένω τὸν καιρό, ἀλλὰ τώρα νὰ σοῦ δώσω τὸν θησαυρὸ τὸν ἴδιων μου τῶν φλεβῶν, δηλαδὴ τὸ Αἷμα μου· καὶ ἂν καὶ τώρα δὲν τὸ χύνω ὅλο, ἡ αἰτία εἶναι ὅτι τὸ φυλάω νὰ τὸ χύσω μὲ περισσότερο πόνο ὅλου τοῦ σώματός μου πάνω στὸν σταυρό, ὅλο μέχρι καὶ τὴν τελευταία σταγόνα γιὰ τὴν δική σου σωτηρία».
Τώρα ἐσύ, ἀδελφέ, ποὺ ἁμάρτησες στὸν Θεό, κάνεις τὴν πρέπουσα μετάνοια καὶ τὸν κανόνα ποὺ πρέπει γιὰ τὶς ἁμαρτίες σου;
Ὑπομένεις κόπους καὶ σκληραγωγίες τοῦ σώματος; Λιώνεις καὶ καίγεσαι ἀπὸ τοὺς στεναγμοὺς καὶ τὰ δάκρυα γιὰ νὰ βρεῖς ἀνακούφιση ἀπὸ τὸ Πανάγιο Αἷμα ποὺ ὁ Ἰησοῦς σήμερα ἔχυσε γιὰ τὴν ἀγάπη σου; Διότι ἔτσι ἔπασχε καὶ ὁ Ἰώβ, γι’ αὐτὸ καὶ ἔλεγε: «Ἡ γαστήρ μου συγκέκαυται ἀπὸ κλαυθμοῦ, ἐπὶ δὲ βλεφάροις μου σκιά (Ἡ καρδιὰ καὶ τὰ στήθη μου ἔχουν φλογιστεῖ ἀπὸ τὰ κλάματά μου, ἐνῷ στὰ βλέφαρά μου ἔχει πέσει πλέον ἡ σκιὰ τοῦ θανάτου)» (Ἰώβ, 16,16)· δοκιμάζεις ἐσωτερικὰ τόση θλίψη ἀπὸ τοὺς λογισμοὺς καὶ τοὺς δαίμονες, ὥστε νὰ μὴν ἔχεις ποῦ ἀλλοῦ νὰ καταφύγεις, παρὰ μόνο στὴν δροσερὴ σκιὰ τοῦ Ἰησοῦ, γιὰ νὰ βρεῖς ἐκεῖ ἀνακούφιση καὶ παρηγοριά, λέγοντας καὶ ἐσὺ ἐκεῖνο του Ἰερεμίου: «Πνεῦμα προσώπου ἡμῶν χριστὸς Κυρίου συνελήφθη ἐν ταῖς διαφθοραῖς αὐτῶν, οὗ εἴπαμεν· ἐν τῇ σκιᾷ αὐτοῦ ζησόμεθα ἐν τοῖς ἔθνεσι (Ἡ πνοὴ τοῦ προσώπου μας, «αὐτὸς ποὺ εἶναι ἡ ζωὴ τοῦ ἔθνους μας», ὁ βασιλιᾶς μας, ὁ ὁποῖος ἔχει χρισθεῖ ἀπὸ τὸν Κύριο, συνελήφθη στὶς ὀλέθριες παγίδες ποὺ τοῦ ἔστησαν οἱ ἐχθροί. Γιὰ τὸν βασιλιᾶ μας αὐτὸν εἴχαμε πεῖ: ‘’Κάτω ἀπὸ τὴν σκέπη καὶ τὴν προστασία του θὰ ζήσουμε εὑρισκόμενοι μεταξὺ τῶν ἄλλων ἐθνῶν’’)» (Θρήν4,20).
Ἀλίμονο! Ἐγὼ νομίζω, πὼς εὐχαριστιέσαι μόνο στὸ νὰ βάλεις στὴ σειρὰ τὶς ἁμαρτίες σου καὶ νὰ τὶς πεῖς μία φορὰ μόνο στὸν Πνευματικό, καὶ ὕστερα ἀπὸ λίγο καιρό, δὲν σκέφτεσαι πλέον πὼς ἦταν δικές σου οἱ ἁμαρτίες ποὺ ἔκανες, ἀλλὰ κάποιου ἄλλου· δὲν σκέφτεσαι πλέον τὸ χρέος, ποὺ ἔχεις νὰ τὶς θρηνεῖς καὶ νὰ τὶς κλαῖς γιὰ ὅλη σου τὴν ζωὴ· καὶ ὄχι μόνο δὲν φροντίζεις καὶ μόνος σου νὰ ἐπινοεῖς νέους κανόνες καὶ κόπους, γιὰ νὰ ἐξιλεώσεις τὸν Θεὸ περισσότερο, ἀλλὰ γιὰ κάθε παραμικρὴ ἀφορμὴ δὲν ὑπομένεις νὰ φυλάττεις οὔτε ἐκεῖνον τὸν κοινὸ κανόνα, ποὺ σοῦ ὁρίζει ὁ Πνευματικός, εἴτε νηστεῖες, εἴτε γονυκλισίες, εἴτε ἄλλες κοπιαστικὲς πράξεις, ἀλλὰ διστάζεις καὶ ζυγίζεις καὶ ξαναζυγίζεις αὐτὸν τὸν κανόνα τοῦ Πνευματικοῦ, φοβούμενος μήπως τύχει καὶ κάνεις κάτι τί περισσότερο καὶ γιὰ νὰ μὴ φανεῖς πολὺ ὑπόχρεος στὸν Κύριο τὸν λυτρωτή σου.
Ἄχ, ἀδελφέ! Καὶ μὲ αὐτὸ ποὺ κάνεις μιμεῖσαι ἄραγε τὸν Χριστό; Μὲ αὐτὸ ἀνταποκρίνεσαι στὴν τόση ἀγάπη Του; Μὲ αὐτὸ ἀκολουθεῖς στὰ παραδείγματά Του; Μὴ γένοιτο! Ὅσο ἀπέχει ὁ οὐρανὸς ἀπὸ τὴν γῆ, τόσο ἀπέχει ἡ δική σου ἀγάπη ἀπὸ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ· διότι Ἐκεῖνος ἔδωσε Αἷμα γιὰ σένα καὶ ἐσύ, ποὺ ἔπρεπε ἀντίστοιχα νὰ δώσεις αἷμα γι’ Αὐτόν, ὅπως προστάζει ἡ δικαιοσύνη τοῦ θείου νόμου: «Οὐ φείσεται ὁ ὀφθαλμὸς σοῦ ἐπ᾿ αὐτῷ· ψὺχὴν ἀντὶ ψυχῆς, ὀφθαλμὸν ἀντὶ ὀφθαλμοῦ, ὀδόντα ἀντὶ ὀδόντος, χεῖρα ἀντὶ χειρός, πόδα ἀντὶ ποδός (Δὲν θὰ τὸν λυπηθεῖ τὸ μάτι σου. Θὰ τοῦ ἀνταποδώσεις ὅ,τι ἀκριβῶς θέλησε νὰ κάνει, σύμφωνα μὲ τὸν νόμο τῆς ταυτοπάθειας καὶ ἀνταποδόσεως. Θὰ πληρώνει δηλαδὴ μὲ ζωὴ τὴν ζωὴ ποὺ ἀφαίρεσε, μὲ μάτι τὸ μάτι ποὺ ἔβλαψε, μὲ δόντι τὸ δόντι, μὲ χέρι τὸ χέρι καὶ μὲ πόδι τὸ πόδι)» (Δευτ.19,21), οὔτε νὰ κάνεις λίγο κόπο καὶ κανόνα ὄχι γιὰ τὸν Χριστό, ἀλλὰ γιὰ τὶς δικές σου ἁμαρτίες.
Σκέψου ὅμως καλὰ ὅτι ἡ μετάνοια εἶναι ἀπαραίτητη γιὰ ἐκεῖνον ποὺ θὰ ἁμαρτήσει μία φορὰ· καὶ ἡ ἁμαρτία θὰ τιμωρηθεῖ ἢ ἐδῶ ἀπὸ τὸν βλάπτοντα ποὺ εἶσαι ἐσὺ ἢ ἐκεῖ ἀπὸ τὸν βλαπτόμενο ποὺ εἶναι ὁ Θεός, ἢ ἐδῶ προσωρινὰ ἢ ἐκεῖ αἰώνια: «Πᾶσα παράβασις καὶ παρακοὴ ἔλαβεν ἔνδικον μισθαποδοσίαν (Κάθε παράβαση τοῦ μωσαϊκοῦ νόμου καὶ παρακοὴ τιμωρήθηκε δίκαια μὲ τὴν ἀνάλογη τιμωρία)» (Ἐβρ.2,2).
Καὶ σχετικὰ μὲ αὐτὰ σκέψου ὅτι ἐὰν τηρήσεις τὸν κανόνα τοῦ Πνευματικοῦ σου, δείχνεις ὅτι ἀληθινὰ μετανοεῖς καὶ ὅτι εἶσαι γνήσιο τέκνο τοῦ Θεοῦ καὶ τῆς ἁγίας Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία ὅρισε τὸν κανόνα καὶ τὴν τιμωρία αὐτή. Ἐὰν ὅμως ἀντίθετα, ἀθετήσεις τὸν κανόνα τοῦ Πνευματικοῦ σου εἶναι σημάδι πὼς ἡ μετάνοιά σου δὲν εἶναι ἀληθινή, ἀλλὰ ψεύτικη, σημάδι πὼς δὲν εἶσαι γνήσιο τέκνο τοῦ Θεοῦ καὶ τῆς Ἐκκλησίας. «Εἰ παιδείαν ὑπομένετε, ὡς υἱοῖς ὑμῖν προσφέρεται ὁ Θεὸς· τὶς γὰρ ἐστιν υἱὸς ὃν οὐ παιδεύει πατήρ;
Εἰ δὲ χωρὶς ἐστε παιδείας, ἧς μέτοχοι γεγόνασι πάντες, ἄρα νόθοι ἐστὲ καὶ οὐχ υἱοί (Ἐάν λοιπὸν μὲ ὑπομονὴ δέχεστε τὴν παιδαγωγία, ὁ Θεὸς συμπεριφέρεται πρὸς ἐσᾶς σὰν πατέρας πρὸς τὰ παιδιά Του· διότι ποιός γιὸς εἶναι ἐκεῖνος ποὺ δὲν τὸν παιδαγωγεῖ ὁ πατέρας του; Πραγματικὰ κανείς. Ἐὰν πάλι μένετε χωρὶς τὴν παιδαγωγία ποὺ δέχθηκαν καὶ δοκίμασαν ὅλα τὰ γνήσια παιδιὰ τοῦ Θεοῦ, τότε ἀποδεικνύεται ἀπ’ αὐτὸ ὅτι εἶστε νόθα, καὶ ὄχι γνήσια παιδιὰ τοῦ Θεοῦ)» (Ἐβρ.12,7-8).
Γι’ αὐτὸ λοιπόν, πᾶρε θάρρος, ἀδελφέ, καὶ προσπέφτοντας στὸν λυτρωτή σου, κλάψε μπροστά Του, ὅπως σὲ προσκαλεῖ ὁ προφήτης λέγοντας: «Δεῦτε προσκυνήσωμεν καὶ προσπέσωμεν αὐτῷ καὶ κλαύσωμεν ἐναντίον Κυρίου, τοῦ ποιήσαντος ἡμᾶς (Ἐλᾶτε καὶ ἂς προσκυνήσουμε μὲ εὐλάβεια Αὐτὸν καὶ ἂς πέσουμε ἐνώπιόν Του δουλικῶς καὶ μὲ συντριβὴ γιὰ τὶς ἁμαρτίες μας, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ πλεονάζουσα συγκίνηση καὶ χαρὰ γιὰ τὴν ἀπολύτρωσή μας ἂς κλάψουμε ἐνώπιον τοῦ Κυρίου, ὁ Ὁποῖος μᾶς ἔπλασε) » (Ψαλμ.94,6), ὁ Ὁποῖος μόλις γεννήθηκε ἄρχισε νὰ ὑπηρετεῖ τὴν θεία δικαιοσύνη καὶ νὰ πληρώνει τὰ σφάλματά σου μὲ τὶς ἀπαρχὲς τοῦ αἵματος, ποὺ ἔχυσε στὴν περιτομή Του· καὶ ἀπὸ τώρα καὶ στὸ ἑξῆς ἀποφάσισε νὰ ἀποστραφεῖς τὶς ἁμαρτίες σου καὶ νὰ σκληραγωγήσεις τὸ σῶμα σου ποὺ ἦταν ἡ αἰτία τῶν ἁμαρτιῶν σου, στερῶντας του ἐκεῖνες τὶς ἀνέσεις καὶ τὶς ἡδονὲς ποὺ μέχρι τώρα τὸ ἄφηνε νὰ ἀπολαμβάνει· ὅπως μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο σκληραγώγησαν τὸν ἑαυτό τους καὶ ὅλοι οἱ Ἅγιοι ποὺ βάδισαν τὸν δρόμο τοῦ Σωτῆρα καὶ καθὼς ζητεῖ τὸ ἐπάγγελμα τοῦ Χριστιανοῦ.
Καὶ τέλος πάντων, παρακάλεσε τὸν Κύριο, ἐξ αἰτίας ἐκείνου τοῦ Αἵματος, ποὺ ἔχυσε κάνοντας περιτομὴ γιὰ σένα, νὰ θελήσει νὰ σκληρύνει τὴν καρδιὰ σου ἐναντίον τοῦ ἑαυτοῦ σου καὶ νὰ τὴν μαλακώσει γιὰ τὴν δική Του τὴν ἀγάπη, γιὰ νὰ μπορέσεις, ἂν τυχὸν καὶ δὲν Τοῦ ἔδωσες τὶς ἀπαρχὲς τῆς ζωῆς σου, τοὐλάχιστον νὰ Τοῦ δώσεις τὸν ὑπόλοιπο χρόνο ποὺ θὰ ζήσεις, ἀγαπῶντας Τον μὲ ὅλη σου τὴν ψυχὴ καὶ δοξολογῶντας τὸ Πανάγιό Του ὄνομα, κατὰ τὸ ψαλμικό: «Αἰνέσω Κύριον ἐν τῇ ζῶῇ μου, ψαλῶ τῷ Θεῷ μου ἕως ὑπάρχω (Θὰ αἰνῶ τὸν Κύριο σὲ ὅλη τὴν ζωή μου, θὰ ψάλλω ὕμνους στὸν Θεό μου, ὅσο ὑπάρχω καὶ θὰ εἶμαι ζωντανός)» (Ψαλμ.145,2).
γ) Ἡ περιτομὴ τοῦ Κυρίου ὡς ἕνα φάρμακο διαφυλακτικὸ τῆς ὑγείας τῶν ἀνθρώπων.
Σκέψου ὅτι ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς σοῦ δίνει μὲ τὴν περιτομὴ Του ἕνα φάρμακο διαφυλακτικὸ ἀπὸ ὅλα τὰ κακὰ· καὶ αὐτὸ εἶναι τὸ γλυκὸ καὶ πρᾶγμα καὶ ὄνομά Του, Ἰησοῦς· τὸ ὁποῖο προεῖπε ὁ Ἀρχάγγελος Γαβριὴλ πρὶν νὰ συλληφθεῖ Αὐτὸς στὴν κοιλιὰ τῆς Παρθένου, τόσο πρὸς τὸν Ἰωσήφ, ὅπως λέει ὁ Εὐαγγελιστὴς Ματθαῖος: «Τέξεται δὲ υἱὸν καὶ καλέσεις τὸ ὄνομα αὐτοῦ Ἰησοῦν· αὐτὸς γὰρ σώσει τὸν λὰὸν αὐτοῦ ἀπὸ τῶν ἁμαρτιῶν αὐτῶν (Θὰ γεννήσει γιό, καὶ ἐσύ, ποὺ ἀπὸ τὸν νόμο τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ἀναγνωρίζεσαι ὡς προστάτης καὶ πατέρας Του, θὰ Τοῦ δώσεις τὸ ὄνομα «Ἰησοῦς», τὸ ὁποῖο σημαίνει «Σωτῆρας».
Καὶ θὰ Τοῦ δώσεις αὐτὸ τὸ ὄνομα, διότι Αὐτὸς θὰ σώσει ἀπὸ τὶς ἁμαρτίες του τὸν νέο Ἰσραήλ, ὁ ὁποῖος θὰ Τὸν πιστέψει ὡς σωτῆρα καὶ θὰ γίνει μὲ τὴν πίστη αὐτὴ ὁ πραγματικὸς λαός Του’’)» (Ματθ.1,21), ὅσο καὶ πρὸς τὴν Παρθένο, ὅπως λέει ὁ Λουκᾶς (Λουκ.1,31: «Καὶ ἰδοὺ συλλὴψῃ ἐν γαστρὶ καὶ τὲξῃ υἱόν, καὶ καλέσεις τὸ ὄνομα αὐτοῦ Ἰησοῦν (Καὶ νὰ ποιά εἶναι ἡ ἐξαιρετικὴ χάρη ποὺ δὲν τὴν ἔλαβε ποτὲ καμία ἄλλη γυναῖκα, ἀλλὰ ἐσὺ μόνο ἀξιώθηκες νὰ λάβεις: Θὰ συλλάβεις στὴν κοιλιά σου καὶ θὰ γεννήσεις υἱὸ καὶ θὰ Τοῦ δώσεις τὸ ὄνομα ‘’Ἰησοῦς’’)»), ὀνομάστηκε στὴν περιτομὴ Του πραγματικά: «Καὶ ὅτε ἐπλήσθησαν ἡμέραι ὀκτὼ τοῦ περιτεμεῖν τὸ παιδίον, καὶ ἐκλήθη τὸ ὄνομα αὐτοῦ Ἰησοῦς, τὸ κληθὲν ὑπὸ τοῦ ἀγγέλου πρὸ τοῦ συλληφθῆναι αὐτὸν ἐν τῇ κοιλίᾳ (Κι ὅταν συμπληρώθηκαν οἱ ὀκτὼ ἡμέρες γιὰ νὰ γίνει στὸ παιδὶ ἡ περιτομή, τοῦ ἔκαναν περιτομή, γιὰ νὰ ἐπιβεβαιωθεῖ καὶ μὲ τὴν πράξη αὐτὴ ὅτι ἦταν γνήσιος ἀπόγονος τοῦ Ἀβραάμ. Καὶ τοῦ δόθηκε τὸ ὄνομα Ἰησοῦς, ὅπως δηλαδὴ τὸ εἶχε ὀνομάσει ὁ ἄγγελος προτοῦ ἀκόμα συλληφθεῖ τὸ παιδὶ στὴν κοιλιὰ τῆς μητέρας του)» (Λουκ.2,21).
Ἰησοῦς, τὸ κύριο ὄνομα τοῦ Μεσσία κατὰ τὸν Αὐγουστῖνο (Ἐρμηνεία της α΄ καὶ γ΄επιστολής Ἰωάννου), τὸ ὁποῖο περιέχει ὅλη τὴν ἔνσαρκη οἰκονομία, τὴν σοφία, τὴν δύναμη, τὴν ἀγαθότητα καὶ τὴν πολὺ μεγάλη ἀγάπη πρὸς ἐμᾶς.
Ἰησοῦς τὸ ὄνομα, ποὺ συγκρίνεται μὲ τὸ ἀνεκφώνητο ἐκεῖνο καὶ τετραγράμματο ὄνομα, τὸ Ἰεχωβᾶ, διότι ὅπως ἐκεῖνο εἶναι δηλωτικὸ τῆς οὐσίας τοῦ Θεοῦ, ἔτσι καὶ αὐτὸ εἶναι δηλωτικό τῆς τοῦ Θεοῦ ἐνεργείας καὶ περιέχει ὅλα τὰ ἐξωτερικὰ ὀνόματα τοῦ Θεοῦ· ἐκεῖνο εἶναι ἄλφα, αὐτὸ εἶναι ὠμέγα· ἐκεῖνο εἶναι ἡ ἀρχή, αὐτὸ εἶναι τὸ τέλος.
Ἰησοῦς· ὄνομα ποὺ κατὰ μερικοὺς ὑπερέχει καὶ ἀπὸ αὐτὸ τὸ τετραγράμματο ὄνομα τοῦ Θεοῦ· γιατί αὐτὸ μὲν καὶ τὸ ὄνομα τοῦ Κτίστη καὶ Κυρίου συνεπτυγμένα δηλώνει, ἐνῷ ἐκεῖνο μόνο τοῦ Κτίστη ἢ τοῦ Κυρίου. Ἰησοῦς· ὄνομα τὸ ὁποῖο ἀνεπτυγμένο κατὰ τὴν ἑβραϊκὴ διάλεκτο σημαίνει Σωτῆρας, παραγόμενο ἀπὸ τὴν ρίζα του Ἰαχὰ· τὸ ὁποῖο δηλώνει «ἔσωσε» κατὰ τὸν Γεώργιο τὸν Κορέσιο, γνώστη τῶν Ἑβραϊκῶν.
Καὶ ἁπλᾶ νὰ ποῦμε Ἰησοῦς, εἶναι τὸ ὄνομα τὸ γεμᾶτο ἀπὸ κάθε παρηγοριὰ καὶ σωτηρία καὶ εἶναι ὄχι μόνο μία σύνοψις ὅλων τῶν τελειοτήτων ποὺ ἁρμόζουν στὸν σωτῆρα σου, ὡς Θεός, καὶ ὅλων τῶν ἀρετῶν ποὺ Τοῦ ἁρμόζουν ὡς ἄνθρωπος· ἀλλὰ εἶναι καὶ μία σύνοψις ὅλων ἐκείνων ποὺ ἔκανε γιὰ τὴν σωτηρία σου, καὶ ἕνας ἀρραβῶνας ὅλων ἐκείνων ποὺ ἔχει σκοπὸ νὰ κάνει-ἐὰν δὲν ἐμποδιστεῖ ἀπὸ σένα- στὸ μέλλον καὶ νὰ σὲ ὁδηγήσει ἔμπρακτα στὸν τελικό σου σκοπό, ποὺ εἶναι ὁ Παράδεισος.
Καὶ μολονότι καὶ ἄλλοι προγενέστεροι ἄνθρωποι ὀνομάστηκαν μὲ αὐτὸ τὸ ὄνομα καὶ μάλιστα ὁ Ἰησοῦς του Ναυή, ἐκεῖνοι ὅμως ἦταν σὰν σκιὰ καὶ εἰκόνες τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἐνῷ ὁ Ἰησοῦς ἦταν τὸ πρᾶγμα καὶ ἡ ἀλήθεια.
Διότι ἂν καὶ ὁ Ἰησοῦς τοῦ Ναυὴ ἔσωσε τοὺς Ἑβραίους, ἔσωσε ὅμως μόνο αὐτοὺς καὶ τοὺς ἔσωσε μόνο ἀπὸ τοὺς πολέμους καὶ ἀπὸ τὰ κακὰ τῶν ὁρατῶν τους ἐχθρῶν τῶν ἀλλοφύλων καὶ τοὺς ἔσωσε προσωρινά. Ὁ Ἰησοῦς, ὅμως, λύτρωσε ὄχι μόνο τοὺς Ἑβραίους, ἀλλὰ καὶ ὅλα τὰ ἔθνη.
Γι'αυτό καὶ ὁ Κλήμης ὁ Στρωματέας (βιβλ. Ζ΄των Στρώμ.) λέει: «Δὲν εἶναι σωτῆρας μόνον αὐτοῦ καὶ ὄχι ἐκείνου, ἀλλὰ ὅλων· καὶ τοὺς λύτρωσε ὄχι ἀπὸ ὁρατοὺς ἐχθροὺς ἀλλὰ ἀπὸ ἀόρατους· καὶ ὄχι ἀπὸ πολέμους, ἀλλὰ ἀπὸ τὶς ἁμαρτίες· «Αὐτὸς γὰρ σώσει τὸν λαὸν αὐτοῦ ἀπὸ τῶν ἁμαρτιῶν αὐτῶν (Καὶ θὰ Τοῦ δώσεις αὐτὸ τὸ ὄνομα, διότι Αὐτὸς θὰ σώσει ἀπὸ τὶς ἁμαρτίες του τὸν νέο Ἰσραήλ, ὁ ὁποῖος θὰ Τὸν πιστέψει ὡς σωτῆρα καὶ θὰ γίνει μὲ τὴν πίστη αὐτὴ ὁ πραγματικὸς λαός Του)» (Ματθ.1,21), τὸ ὁποῖο εἶναι γνώρισμα μόνο τοῦ Θεοῦ· «Τὶς δύναται ἀφιέναι ἁμαρτίας εἰ μὴ εἷς ὁ Θεός; (Ποιός ἄλλος μπορεῖ νὰ συγχωρεῖ ἁμαρτίες παρὰ μόνον ἕνας, ὁ Θεός;)» (Μάρκ.2,7)· καὶ ὄχι προσωρινά, ἀλλὰ παντοτινὰ καὶ αἰώνια, ὅπως εἶναι γραμμένο: «Ἰσραὴλ σώζεται ὑπὸ Κυρίου σωτηρίαν αἰώνιον (Ὁ Ἰσραὴλ σώζεται ἀπὸ τὸν Κύριο σωτηρία αἰώνια καὶ παντοτινή)» (Ἠσ.45,17).
Τώρα ἐσύ, ἀδελφέ, ποὺ διαβάζεις αὐτά, ἄραγε ἔγινες ποτὲ ἄξιος γιὰ νὰ λάβεις τουλάχιστο μερικὲς ἀπὸ αὐτὲς τὶς χάρες, ποὺ δηλώνει καὶ περιέχει τὸ ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ; Ἄραγε ἔγινε καὶ σὲ σένα διαφυλακτικὸ καὶ σωστικὸ τὸ φάρμακο αὐτό, ποὺ ὁ Ἰησοῦς μὲ τὴν περιτομή Του καὶ μὲ τὸ ὄνομά Του σοῦ κατασκεύασε;
Ἄχ! Φοβᾶμαι, φοβᾶμαι πὼς στάθηκες μὲ τὰ ἔργα σου ἐντελῶς ἀντίθετος σὲ αὐτὸ τὸ σωτήριο ὄνομα· διότι ἐκτὸς ἀπὸ τὸ ὄνομα αὐτό, σὲ ἄλλον ἄνθρωπο ἢ σὲ ἄλλο πρᾶγμα, σωτηρία δὲν ὑπάρχει, ὅπως μαρτυρεῖ ὁ Ἀπόστολος Πέτρος: «Καὶ οὐκ ἔστιν ἐν ἂλλῳ οὐδενὶ ἡ σωτηρία· οὐδὲ γὰρ ὄνομά ἐστιν ἕτερον ὑπὸ τὸν οὐρανὸν τὸ δεδομένον ἐν ἀνθρώποις ἐν ᾧ δεῖ σωθῆναι ἡμᾶς (Καὶ δὲν εἶναι δυνατὸν μὲ κανέναν ἄλλον νὰ ἀποκτήσουμε τὴ σωτηρία ποὺ μᾶς ὑποσχέθηκε ὁ Θεὸς· διότι δὲν ὑπάρχει κάτω ἀπὸ τὸν οὐρανὸ καὶ πάνω σ’ ὅλη τὴ γῆ ἐκτὸς ἀπὸ τὸ ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ κανένα ἄλλο ὄνομα τὸ ὁποῖο νὰ ἔχει δώσει ὁ Θεὸς στοὺς ἀνθρώπους καὶ νὰ ἔχει ὁρίσει ὁ ἴδιος ὅτι μόνο μὲ αὐτὸ μποροῦμε νὰ σωθοῦμε ὅλοι ἐμεῖς. Συνεπῶς μόνον αὐτὸν τὸν Ἰησοῦ ὀφείλουμε νὰ ἐγκολπωθοῦμε ὡς Σωτῆρα)» (Πράξ.4,12).
Ἐσύ, λοιπόν, πόσες φορὲς ἄφησες τὸν Ἰησοῦ καὶ ἤλπισες ὅτι θὰ σωθεῖς καὶ θὰ διαφυλαχθεὶς μὲ τὴν γνώση σου, μὲ τὴν δύναμή σου, μὲ τὸν πλοῦτο σου καὶ τὰ ὑπάρχοντά σου καὶ μὲ τοὺς φίλους καὶ συγγενεῖς σου;
Πόσες φορὲς στὶς ἀσθένειές σου, ἀντὶ νὰ καταφύγεις πρῶτα στὸν Ἰησοῦ, ποὺ εἶναι ὁ ἀληθινὸς ἰατρὸς τῶν ψυχῶν καὶ τῶν σωμάτων μέσα ἀπὸ τοὺς ἱερεῖς Του καὶ νὰ ἐπικαλεστεῖς μὲ πίστη γιὰ νὰ σὲ βοηθήσει, ἐσὺ ἄφησες τὸν Ἰησοῦ καὶ ἔτρεξες ἀμέσως στοὺς γιατρούς, ἐλπίζοντας ὁλοκληρωτικὰ σὲ αὐτούς!
Ἄλλοτε πάλι - ἀλίμονο!- κατέφυγες μέχρι καὶ στοὺς μάγους καὶ στὶς μάγισσες· μᾶλλον νὰ ποῦμε, κατέφυγες στοὺς δαίμονες, γιὰ νὰ σὲ γιατρέψουν (Βλέπε τον γ΄κανόνα τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου του Νύσσης, ποὺ κανονίζει σὲ ὅλη τους τὴν ζωὴ νὰ μὴν μεταλάβουν ἐκεῖνοι ποὺ καταφρονοῦν τὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ καὶ πηγαίνουν θεληματικὰ στοὺς μάγους, ὁ δὲ Χρυσόστομος ὡς Μάρτυρες θεωρεῖ ἐκείνους ποὺ προτιμοῦν νὰ πεθάνουν, παρὰ νὰ φωνάξουν μάγους ἢ μάγισσες γιὰ νὰ τοὺς γητεύσουν ἢ νὰ τοὺς μαγεύσουν· λέει σχετικά:
«Καὶ σὺ ἂν ἀπομακρύνεις τις ἐπωδὲς καὶ τὶς φαρμακεῖες καὶ τὶς μαγγανεῖες καὶ πεθάνεις πάνω στὴν νόσο, εἶσαι ὁλοκληρωμένος μάρτυρας γιατί προτίμησες τὸν θάνατο μὲ εὐσέβεια καὶ ὄχι τὴν ἀπαλλαγὴ ἀπὸ τὴν νόσο μὲ τὴν ἀσέβεια, ποὺ σοῦ ὑπόσχονταν ἄλλοι». (Λόγος ε΄των Ἰουδαίων)· καὶ ὅσοι Ἱερωμένοι εἶναι μάγοι ἢ ἐπαοιδοὶ ἢ ἀστρολόγοι ἢ κάνουν φυλακτὰ ἢ διαβάζουν μαγικὰ βιβλία σὲ ἐξωκκλήσια μὲ πίσσινα κεριά, ὅλοι αὐτοί, λέω, ποὺ κάνω αὐτὰ καὶ ἄλλα παρόμοια, καθαιροῦνται ἀπὸ τὴν ἱεροσύνη καὶ ἐκβάλλονται ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία, κατὰ τὸν Βαλσαμώνα καὶ τὸν Ζωναρά).
Καὶ δὲν σκέφτηκες, ταλαίπωρε, πὼς στὸ ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ, ἀνασταίνονται οἱ νεκροί, σηκώνονται οἱ χωλοί, φωτίζονται οἱ τυφλοί, καὶ κάθε ἀσθένεια θεραπεύεται· καὶ πὼς Ἰησοῦς, κατὰ τὴν ἑλληνικὴ διάλεκτο, θὰ πεῖ ἰατρὸς· γι'αυτό καὶ ὁ θεοφόρος Ἰγνάτιος ἔλεγε: «Ἔχομε ἰατρὸ τὸν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστὸ» (επιστολή ἰα΄προς Ἐφεσίους)· οὔτε ἄκουσες τὸν προφήτη, ποὺ λέει πὼς εἶναι ἀνώφελη ἡ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου (Ψαλμ. 59,2)· οὔτε θυμήθηκες πὼς ὁ Θεὸς ὀργίσθηκε μὲ τὸν βασιλιᾶ τοῦ Ἰούδα Ἀσὰ διότι ὅταν πόνεσαν τὰ πόδια του, δὲν κατέφυγε στὸν Κύριο, ἀλλὰ στοὺς γιατρούς, ἐλπίζοντας ὁλοκληρωτικὰ σὲ αὐτούς: «Καὶ ἐμαλακίσθη Ἀσὰ ἐν τῷ ἔτει τῷ ἐνὰτῳ καὶ τριακοστῷ τῆς βασιλείας αὐτοῦ τοὺς πόδας, ἕως σφόδρα ἐμαλακίσθη· καὶ ἐν τῇ μαλακὶᾳ αὐτοῦ οὐκ ἐζήτησε τὸν Κύριον, ἀλλὰ τοὺς ἰατρούς (Ἀρρώστησε στὰ πόδια του ὁ Ἀσὰ στὸ τριακοστὸ ἔνατο ἔτος τῆς βασιλείας του καὶ ἦταν πολὺ ἄρρωστος· καὶ στὴν ἀρρώστιά του πάνω δὲν ζήτησε τὸν Κύριο, ἀλλὰ τοὺς ἰατρούς)» (Β΄Παραλειπ.16,12).
Διότι αὐτὸ τὸ ἅγιο ὄνομα ποὺ εἶναι πάνω ἀπὸ κάθε ἄλλο ὄνομα, τοῦ Ἰησοῦ, τὸ δοξάζουν καὶ τὸ προσκυνοῦν ὅλοι οἱ ἄγγελοι στὸν οὐρανὸ καὶ ὅλοι οἱ Χριστιανοὶ στὴ γῆ καὶ θὰ τὸ προσκυνήσουν ἀκόμη καὶ αὐτοὶ οἱ ὑποχθόνιοι δαίμονες καὶ οἱ ἄπιστοι ἄνθρωποι, ὅπως ἔχει γραφεῖ: «ἵνα ἐν τῷ ὀνόματι Ἰησοῦ πᾶν γόνυ κὰμψῃ ἐπουρανίων καὶ ἐπιγείων καὶ καταχθονίων (Τὸν ὑπερύψωσε, ὥστε στὸ ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ νὰ γονατίσουν ταπεινὰ καὶ νὰ τὸν προσκυνήσουν λατρευτικὰ καὶ οἱ ἄγγελοι στὸν οὐρανὸ καὶ οἱ ἄνθρωποι στὴ γῆ καὶ οἱ ψυχὲς τῶν νεκρῶν στὰ καταχθόνια˙ ἀλλὰ κι αὐτὰ τὰ δαιμονικὰ ὄντα ποὺ εἶναι στὰ καταχθόνια μὲ τρόμο νὰ ὑποκλιθοῦν μπροστὰ στὸ μεγαλεῖο του)» (Φιλιπ.2,10).
Ἐσὺ ὅμως μὲ τὰ πονηρὰ καὶ ἀντιχριστιανικὰ ἔργα ποὺ ἔκανες, πόσες φορὲς τὸ ἀτίμασες; Καὶ πόσες φορὲς ἔγινες αἰτία νὰ τὸ ἀτιμάσουν καὶ νὰ τὸ βλασφημήσουν καὶ ἄλλοι ἄνθρωποι καὶ μάλιστα οἱ ἄπιστοι καὶ οἱ ἐθνικοί, βλέποντας ἐσένα, τὸν μαθητὴ τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, νὰ κάνεις ἀπὸ αὐτοὺς χειρότερα;
«Τάδε λέγει Κύριος· δι᾿ ὑμᾶς διαπαντὸς τὸ ὄνομά μου βλασφημεῖται ἐν τοῖς ἔθνεσι (Τὰ ἑξῆς λέει ὁ Κύριος: Ἐξ αἰτίας σας βλασφημεῖται τὸ ὄνομά μου μεταξὺ τῶν ἐθνῶν, ποὺ μὲ καταφρονοῦν ὡς ἀνίσχυρο νὰ σᾶς προστατεύσω καὶ νὰ σᾶς ἐλευθερώσω)» (Ἠσ.52,5).
Διότι αὐτὸ μὲν τὸ πολυπόθητο καὶ παντοπόθητο ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ, εἶχαν ὡς γλυκύτατο μελέτημα στὸν νοῦ τους, ὡς γλυκύτατο μελέτημα στὴν γλῶσσα τους καὶ γλυκύτατο μελέτημα στὴν καρδιά τους, ὄχι μόνο ὅλοι οἱ Ὅσιοι καὶ οἱ Ἀσκητές, ποὺ κατοικοῦσαν στὰ ὄρη καὶ στὰ σπήλαια τῆς Αἰγύπτου, τῆς Λιβύης, τῆς Θηβαΐδος, τοῦ Ἁγίου Ὅρους καὶ ἄλλων τόπων, ἀλλὰ καὶ πολλοὶ λαϊκοί, ποὺ βρίσκονται μέσα στὸν κόσμο καὶ στὰ βασίλεια, φωνάζοντας ταπεινά: «Κύριε, Ἰησοῦ Χριστέ, Υἱὲ τοῦ Θεοῦ, ἐλέησόν με», καὶ αὐτὸ θυμοῦνταν κάθε ὥρα καὶ σὲ αὐτὸ ἦταν προσκολλημένη ἡ ἀναπνοή τους καὶ μὲ αὐτὸ τὸ ὄνομα ἔδιωχναν τοὺς κακοὺς λογισμοὺς καὶ τοὺς πονηροὺς δαίμονες, ὅπως εἶπε ὁ ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος: «Μὲ τὸ ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ μαστίγωνε τοὺς ἐχθροὺς»· καὶ πάλι: «Τὸ ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ ἂς κολληθεῖ στὴν πνοή σου καὶ τότε θὰ γνωρίσεις τὴν ὠφέλεια τῆς ἡσυχίας».
(Διαβάζουμε δὲ καὶ στὴν α΄υπόθεση ἀπὸ τὶς τρεῖς, τὶς ὁποῖες συγκέντρωσε ὁ Ἰωάννης ὁ Ἀντιοχείας, ὅτι ὁ ὅσιος Ἰουλιανὸς τόση ἀγάπη εἶχε στὸν Κύριο, ὥστε ὅπου ἔβρισκε γραμμένο τὸ ὄνομά Του, Ἰησοῦς, ἢ Χριστός, ἢ Κύριος, ἢ Θεός, δὲν εἰρήνευε, ἂν δὲν ἔβγαζε δάκρυα, γιὰ νὰ βρέξει τὸν τόπο ἐκεῖνο ποὺ ἦταν γραμμένα τὰ ὀνόματα.
Καὶ κάποιος ἄλλος Χριστιανός, Λαργάτης ὀνομαζόμενος, τόση ἀγάπη εἶχε στὸ ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ, ὅπου πάντοτε φώναζε στὴν καρδιά του καὶ μελετοῦσε αὐτὰ τὰ λόγια, Ἰησοῦ Χριστὲ γλυκιὰ ἀγάπη· ὁ ὁποῖος πηγαίνοντας στὰ Ἱεροσόλυμα καὶ προσκυνῶντας καὶ ἀγκαλιάζοντας τὸν τάφο τοῦ Κυρίου, ἐκεῖ πάνω ξεψύχησε· οἱ δὲ σύντροφοί του, ἀνοίγοντάς τον, ὦ τοῦ θαύματος!-βρήκαν στὴν καρδιὰ τοῦ γραμμένα τὰ πιὸ πάνω λόγια μὲ χρυσᾶ γράμματα· δηλαδὴ τὸ Ἰησοῦ Χριστέ, γλυκιὰ ἀγάπη (βλέπε αὐτὴν τὴν ἱστορία στὸ νέο Ἄνθος Χαρίτων)).
Ἐσύ, ἀδελφέ, φρόντισες ποτὲ νὰ θυμηθεῖς αὐτὸ τὸ γλυκύτατο ὄνομα; Πότε βρῆκε χρόνο ὁ νοῦς σου γιὰ νὰ τὸ μελετήσει, ὅπως πρέπει; Πότε τὸ ἀγάπησε ἡ καρδιά σου γιὰ νὰ τὸ ἔχει χαρὰ καὶ παρηγοριά της; Ὅπως εἶναι γραμμένο: «Καὶ ἐν τῷ ὀνόματί σου ἀγαλλιάσονται ὅλην τὴν ἡμέραν καὶ ἐν τῇ δικαιοσύνῃ σου ὑψωθήσονται (Καὶ μὲ τὴν ἐλπίδα καὶ πεποίθηση στὸ ὄνομά Σου διαρκῶς καὶ κάθε μέρα τῆς ζωῆς τους θὰ χαίρονται καὶ θὰ ἀγάλλονται)» (Ψαλμ.88,17).
Ἐσένα ὁ νοῦς σου μόνο τὰ πονηρὰ καὶ τὰ γήινα θυμᾶται, ἡ καρδιά σου εἶναι προσκολλημένη μόνο στὴν ἀγάπη τοῦ πλούτου καὶ τῶν ἡδονῶν καὶ τῆς μάταιης δόξας· καὶ μολονότι ζεῖς ὄχι πρὶν τὸν νόμο οὔτε μετὰ τὸν νόμο, ἀλλὰ εἶσαι τέκνο τῆς χάριτος τοῦ Εὐαγγελίου, εἶσαι ὅμως ὅμοιος μὲ ἐκείνους τοὺς πρὶν τὸν νόμο ἀνθρώπους, γιὰ τοὺς ὁποίους εἶπε ὁ Θεός: «Ἔγκειται ἡ διάνοια τοῦ ἀνθρώπου ἐπιμελῶς ἐπὶ τὰ πονηρὰ ἐκ νεότητος αὐτοῦ (Ρέπει ἡ καρδία τοῦ ἀνθρώπου μὲ πολλὴ ἐπιμέλεια καὶ μεγάλο ἐνδιαφέρον στὰ πονηρὰ ἔργα ἀπὸ τὰ παιδικά του χρόνια, ἀπὸ τότε ποὺ δὲν ἔχει ἀκόμη καλά-καλὰ καταλάβει τὸν ἑαυτό του)» (Γέν.8,21).
Ὅμως γνώριζε ὅτι θὰ ἔλθει καιρὸς ποὺ θὰ γνωρίσεις ἔμπρακτα τί ἀξίζει ὁ Ἰησοῦς, τὸν Ὁποῖο ἐσὺ τώρα δὲν θέλησες νὰ ἀγαπήσεις καὶ τί θὰ σὲ ὠφελήσουν τὰ μάταια, ποὺ τόσο πολὺ ἀγκαλιάζεις.
Ἔπειτα ὁ Ἰησοῦς γι' αὐτό ὀνομάστηκε Ἰησοῦς, δηλαδὴ Σωτῆρας, γιὰ νὰ σὲ σώσει καὶ νὰ σὲ ἐλευθερώσει ἀπὸ τὶς ἁμαρτίες σου· ἐσὺ ὅμως πόσες φορὲς ἔφυγες ἀπὸ τὰ χέρια Του ἁμαρτάνοντας καὶ μὴ φροντίζοντας γιὰ τὴν σωτηρία σου;
Γι΄αὐτό λοιπὸν τί θὰ γινόταν μὲ σένα, ἂν τυχὸν καὶ αὐτὸς ὁ φιλόψυχος Σωτῆρας σου σὲ ἀφήνει νὰ τρέχεις στὰ ὄρη καὶ στοὺς γκρεμοὺς τῶν ἁμαρτιῶν σου καὶ δὲν ζητοῦσε νὰ σὲ βρεῖ, ὅπως ὁ ἀληθινὸς ποιμένας τὸ ἀπολωλὸς πρόβατο καὶ νὰ σὲ φέρει στὴν μάντρα τῶν μετανοούντων; Σὲ ποιά ἄβυσσο σκότους θὰ ἔμενες χωρὶς αὐτὸν τὸν θεῖο ἥλιο;
Νιῶσε ντροπή, λοιπόν, ὅπως πρέπει γιὰ τὴν τόση ἀχαριστία καὶ τὴν ὑπερβολὴ τῆς κακίας, στὴν ὁποία βρίσκεσαι, καὶ φρόντιζε στὸ ἑξῆς νὰ θυμᾶσαι πάντοτε καὶ νὰ λές: «Κύριε, Ἰησοῦ Χριστέ, Υἱὲ τοῦ Θεοῦ, ἐλέησόν με», πότε με τὸ στόμα, ἰδιαίτερα ὅμως μὲ τὴν καρδιά, συγκεντρώνοντας ὅλον τὸν νοῦ σου μέσα σὲ αὐτήν, καὶ μελετῶντας τὴν εὐχὴ αὐτὴ κρατῶντας καὶ λίγο τὴν ἀναπνοή σου, ὅπως τὸ διδάσκουν οἱ θεῖοι πατέρες (βλέπε στὸ βιβλίο τῆς Φιλοκαλίας, σέλ.1144).
Διότι μὲ τὴ συχνὴ μελέτη καὶ μνήμη τοῦ Ἰησοῦ ὄχι μόνο γλυτώνεις ἀπὸ τοὺς κακοὺς λογισμούς, ἀλλὰ καὶ συνηθίζεις νὰ ἀγαπᾶς τὸν Ἰησοῦ καὶ νὰ κάνεις τὶς ἐντολὲς Τοῦ μὲ χαρὰ· καὶ μὴν προφασίζεσαι ὅτι βρίσκεσαι μέσα στὸν κόσμο καὶ γι' αὐτό δὲν μπορεῖς νὰ προσεύχεσαι μὲ τὸν νοῦ σου παντοτινὰ· διότι καὶ ὁ Ἀπόστολος Παῦλος παραγγέλλει ὄχι μόνο στοὺς μοναχοὺς καὶ τοὺς ἀσκητές, ἀλλὰ καὶ σὲ ὅλους τοὺς κοσμικοὺς νὰ προσεύχονται παντοτινά, λέγοντας: «Ἀδιαλείπτως προσεύχεσθε», δηλαδὴ «Νὰ προσεύχεστε συνέχεια» (Α΄Θεσ. 5,17).
(Σὲ συμφωνία καὶ ὁ Θεολόγος Γρηγόριος γιὰ τὴν ἀδιάλειπτη μνήμη τοῦ Θεοῦ λέει τὰ ἑξῆς: «Προτιμότερο εἶναι νὰ μνημονεύει κανεὶς τὸν Θεὸ παρὰ νὰ ἀναπνέει· καὶ ἂν μπορῶ νὰ πῶ κι αὐτό, δὲν πρέπει κανεὶς νὰ κάνει τίποτε ἄλλο, ἐκτὸς ἀπὸ αὐτό....» (Ἐν τὴ κατὰ Εὐνομία Προσδιάλεξ).
Ἀλλὰ καὶ ὁ Μέγας Βασίλειος λέει τὰ ἑξῆς: «Προσευχὴ καλὴ εἶναι αὐτὴ ποὺ προκαλεῖ στὴν ψυχὴ ζωντανὴ τὴν μνήμη τοῦ Θεοῦ· καὶ αὐτὸ σημαίνει τοῦ Θεοῦ ἐνοίκησις, τὸ νὰ ἔχει κανεὶς μέσα του ἐγκατεστημένο τὸν Θεὸ μὲ τὴν συνεχῆ μνήμη Του· ἔτσι γινόμαστε ναὸς τοῦ Θεοῦ, ὅταν τὸ ἀδιάλειπτο τῆς μνήμης τοῦ Θεοῦ δὲν διακόπτεται ἀπὸ τὶς γήινες μέριμνες» (Επιστολή α΄)) .
Γι'αυτό λοιπὸν ἀποφάσισε νὰ ἀγωνίζεσαι γιὰ τὴν σωτηρία σου, γιὰ νὰ δοξαστεῖ τὸ ὄνομα τοῦ Σωτῆρα σου Ἰησοῦ σὲ σένα καὶ ἐσὺ ἀντίστροφα νὰ δοξαστεῖς σὲ αὐτό, ὅπως λέει ὁ Παῦλος: «ὃπως ἐνδοξασθῇ τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ ἐν ὑμῖν, καὶ ὑμεῖς ἐν αὐτῷ (γιὰ νὰ δοξαστεῖ τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ μὲ τὰ λαμπρὰ ἔργα τῆς ἀρετῆς σας, καὶ νὰ δοξαστεῖτε κι ἐσεῖς ἑνωμένοι μὲ Αὐτόν, σύμφωνα μὲ τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ μας καὶ τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ)» (Β΄Θεσ. 1,12).
Καὶ ζήτησε συγχώρηση ἀπὸ τὸν Ἰησοῦ γιὰ τὴν ἀτιμία, ποὺ προξένησες μὲ τὶς ἁμαρτίες σου στὸ πάντιμο ὄνομά Του· καὶ παρακάλεσέ Τὸν νὰ τυπώσει μέσα στὴν καρδιά σου αὐτὸ τὸ ἅγιό Του ὄνομα καὶ νὰ σὲ σώσει, ἂν ὄχι γιὰ ἄλλον λόγο, ἀλλὰ γιὰ τὸ σωτήριο καὶ φερώνυμο ὄνομά Του, ὅπως τὸ ὑπόσχεται μόνος Του: «Καὶ ἐφεισάμην αὐτῶν διὰ τὸ ὄνομά μοῦ τὸ ἅγιον (Τοὺς λυπήθηκα λοιπὸν καὶ ἀποφάσισα νὰ τοὺς βοηθήσω καὶ νὰ τοὺς λυτρώσω χάριν τοῦ ἁγίου Ὀνόματός μου)» (Ἰεζεκ.36,21).
Καὶ πάλι: «Τάδε λέγει Κύριος· οὐχ ὑμῖν ἐγὼ ποιῶ, οἶκος Ἰσραήλ, ἀλλ᾿ ἢ διὰ τὸ ὄνομά μου τὸ ἅγιον, ὃ ἐβεβηλώσατε ἐν τοῖς ἔθνεσιν, οὗ εἰσήλθετε ἐκεῖ (Τὰ ἑξῆς λέει ὁ Κύριος: ‘’Δὲν ἐνεργῶ Ἐγὼ γιά σας, ἀπόγονοι τοῦ Ἰσραήλ, ἀλλὰ γιὰ τὸ Ὄνομὰ μου τὸ ἅγιο, τὸ ὁποῖο βεβηλώσατε στὰ διάφορα ἔθνη, ἐκεῖ ὅπου πήγατε ἐξόριστοι καὶ αἰχμάλωτοι’’)» (Ἰεζεκ.36,22).
Καὶ ἐσὺ νὰ ἀπέχεις ἀπὸ κάθε ἀδικία καὶ ἁμαρτία γιὰ τὸ ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὅπως σὲ προστάζει ὁ Παῦλος, λέγοντας: «Ἀποστήτω ἀπὸ ἀδικίας πᾶς ὁ ὀνομάζων τὸ ὄνομα Κυρίου (Ἀς ἀπομακρυνθεῖ ἀπὸ τὴν ἀδικία καθένας ποὺ ἐπικαλεῖται καὶ ὁμολογεῖ τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου)» (Β΄Τιμ.2,19).
Καί, ἂν ἐσὺ κοπιάζεις γιὰ τὸ ὄνομά Του, γνώριζε, βέβαια, ὅτι Αὐτὸς θὰ σοῦ πεῖ: «Καὶ ὑπομονὴν ἔχεις, καὶ ἐβάστασας διὰ τὸ ὄνομά μου, καὶ οὐ κεκοπίακας (Καὶ ἔχεις ὑπομονὴ μέσα στὶς ἀντιδράσεις τους˙ καὶ ἔδειξες καρτερία καὶ ἀντοχὴ γιὰ μένα καὶ τὸ Εὐαγγέλιό μου, καὶ δὲν ἀπόκαμες οὔτε ἐξαντλήθηκες)» (Ἀποκ.2,3).
Καὶ δὲν θὰ διαγράψει τὸ ὄνομά σου ἀπὸ τὴν βίβλο τῆς ζωῆς, ἀλλὰ μάλιστα θὰ τὸ δοξάζει μπροστὰ στὸν Πατέρα Του καὶ στοὺς Ἀγγέλους Του: «Οὐ μὴ ἐξαλείψω τὸ ὄνομα αὐτοῦ ἐκ τῆς βίβλου τῆς ζωῆς, καὶ ὁμολογήσω τὸ ὄνομα αὐτοῦ ἐνώπιον τοῦ πατρός μου καὶ ἐνώπιον τῶν ἀγγέλων αὐτοῦ (Κι ἐγὼ δὲν θὰ σβήσω ποτὲ τὸ ὄνομά του ἀπὸ τὸ βιβλίο τῆς αἰώνιας καὶ οὐράνιας ζωῆς.
Καὶ θὰ ὁμολογήσω τὸ ὄνομά του μπροστὰ στὸν Πατέρα μου καὶ μπροστὰ στοὺς ἀγγέλους Του, ἀναγνωρίζοντάς τον ὡς πρόσωπο δικό μου καὶ ἀγαπητό μου)» (Ἀποκ.3,5).
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
ἐπιμέλεια κειμένου: Ἑλένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
Ἐπιμέλεια πολυτονισμοῦ: Ἄκτιστον
ἐπιμέλεια κειμένου: Ἑλένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
Ἐπιμέλεια πολυτονισμοῦ: Ἄκτιστον
ΠΗΓΕΣ:
• Ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου, Πνευματικὰ Γυμνάσματα, Μελέτη Κα΄, ἔκδοση Συνοδίας Σπυρίδωνος ἱερομονάχου, Ἱερὰ Καλύβη «Ἅγιος Σπυρίδων Α΄», Νέα Σκήτη Ἁγίου Ὅρους, 2016, σελίδες 195-207.
• Π. Τρεμπέλα, Ἡ Καινὴ Διαθήκη μὲ σύντομη ἑρμηνεία (ἀπόδοση στὴν κοινὴ νεοελληνική), ἐκδόσεις ἀδελφότητος θεολόγων «Ὁ Σωτήρ», ἔκδοση τέταρτη, Ἀθήνα 2014.
• Ἡ Καινὴ Διαθήκη, Κείμενον καὶ ἑρμηνευτικὴ ἀπόδοσις ὑπὸ Ἰωάννου Κολιτσάρα, ἐκδόσεις ἀδελφότητος θεολόγων «Ἡ Ζωή», ἔκδοση τριακοστὴ τρίτη, Ἀθήνα 2009.
• Ἡ Παλαιὰ Διαθήκη κατὰ τοὺς ἑβδομήκοντα, Κείμενον καὶ σύντομος ἀπόδοσις τοῦ νοήματος ὑπὸ Ἰωάννου Κολιτσάρα, ἐκδόσεις ἀδελφότητος θεολόγων «Ἡ Ζωή», ἔκδοση τέταρτη, Ἀθήνα 2005.
• Ἡ Παλαιὰ Διαθήκη μετὰ Συντόμου Ἑρμηνείας, Παναγιώτης Τρεμπέλας, Ἀδελφότης Θεολόγων «Ὁ Σωτήρ», Ἀθήνα, 1985.
• Π.Τρεμπέλα, Τὸ Ψαλτήριον μὲ σύντομη ἑρμηνεία(απόδοση στὴν κοινὴ νεοελληνική), ἐκδόσεις ἀδελφότητος θεολόγων «Ὁ Σωτήρ», ἔκδοση τρίτη, Ἀθήνα 2016
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου