Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος: τὸ διαχρονικὸ πρότυπο άληθινοῦ ποιμένα καὶ διδασκάλου τῆς Ἐκκλησίας
Λάμπρου Κ. Σκόντζου, Θεολόγου - Καθηγητοῦ
(Εἰσήγηση στὴν Ι.Μ. Ἁγίου Θεοδοσίου Ἁγ. Στεφάνου Ἀττικῆς 28-1-2024)
Αἰσθάνομαι τὴν ἀνάγκη νὰ εὐχαριστήσω κατ’ ἀρχὴν τὴν «Ἑστία Πατερικῶν Μελετῶν» γιὰ τὴν τιμὴ ποὺ μοῦ ἔκανε νὰ εἶμαι εἰσηγητὴς στὴν ἀποψινὴ ἐκδήλωση. Αἰσθάνομαι ἰδιαίτερη χαρά, ἀλλὰ καὶ δέος, νὰ μιλήσω γιὰ τὸν Ἅγιο Γρηγόριο τὸ Θεολόγο, γιὰ ἕναν μεγάλο ἅγιο, ἕναν ἐν ζωῇ θεούμενο ἄνθρωπο, μιὰ κορυφαία ἐκκλησιαστικὴ μορφή, μιὰ ἀσυνήθιστα χαρισματικὴ προσωπικότητα, ἡ ὁποία σπάνια ἀναφύεται στὴν ἀνθρώπινη ἱστορία.
Γιὰ μιὰ ἀπὸ τὶς εὐγενέστερες προσωπικότητες ὅλων τῶν ἐποχῶν. Αἰσθάνομαι ἀκόμα τιμὴ καὶ χαρά, διότι μοῦ δίνεται ἡ εὐκαιρία νὰ μιλήσω καὶ γιὰ τὸν προστάτη μου ἅγιο!
Σᾶς εἶναι γνωστὸ τὸ θέμα τῆς ὁμιλίας μου, ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, ὡς διαχρονικὸ πρότυπο ἀληθινοῦ ποιμένα, γνησίου Ἐπισκόπου καὶ ἀπαράμιλλου οἰκουμενικοῦ διδασκάλου. Στὸν περιορισμένο χρόνο, θὰ προσπαθήσω νὰ σκιαγραφήσω τὴν προσωπικότητα αὐτοῦ τοῦ μεγάλου ἐκκλησιαστικοῦ ἄνδρα.
Ἡ Θεία Πρόνοια τὸν ἀνέδειξε σὲ μιὰ πολὺ κρίσιμη ἐποχὴ γιὰ τὴν Ἐκκλησία μας, καὶ σὲ μιὰ ἐποχὴ καμπῆς γιὰ τὴν παγκόσμια ἱστορία.
Ἕνας πεπαλαιωμένος καὶ σεσαθρωμένος κόσμος ἔδυε ὁριστικά, φορτωμένος μὲ τὰ πτωτικὰ βάρη τῆς προχριστιανικῆς ἀρχαιότητας, μὲ τὶς φρικαλεότητες τῆς ἐχθρότητας τῶν ἀνθρώπων, μὲ τὴν σκοτοδίνη τῶν εἰδωλολατρικῶν πίστεων καὶ τῶν φοβερῶν πρακτικῶν των δεισιδαιμονιῶν καὶ ἕνας νέος, εὔρωστος, ἐλπιδοφόρος, ἀνθρώπινος κόσμος ἀνέτειλε.
Ὁ φωτοφόρος κόσμος τῆς χριστιανικῆς κοινωνίας, ἔρχεται νὰ καλύψει τὸ ἀβυσσαλέο κενό, ποὺ ἄφηνε πίσω του ὁ θνήσκων ἐθνισμὸς νὰ ἀνοικοδομήσει τὰ πνευματικὰ καὶ κοινωνικὰ συντρίμμια, ποὺ ἄφηνε πίσω του ἡ ὁριστικὴ δύση ἐκείνου.
Θεμελιωτὲς αὐτοῦ τοῦ νέου κόσμου ὑπῆρξαν οἱ θεοφόροι καὶ θεοφώτιστοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας καὶ εἰδικὰ οἱ Ἕλληνες Πατέρες, οἱ ὁποῖοι εἶχαν τὸ θεῖο χάρισμα καὶ τὴν ἱκανότητα νὰ χαράξουν τὴ νέα πορεία τοῦ κόσμου, νὰ δημιουργήσουν τὸν νέο πολιτισμό, τὸν ἑλληνοχριστιανικό, τὴν βάση τοῦ κατοπινοῦ παγκόσμιου πολιτισμοῦ, ὁ ὁποῖος ἐπιβιώνει ὡς τὰ σήμερα.
Αὐτοὶ οἱ θεούμενοι ἄνδρες κατόρθωσαν νὰ ἀντλήσουν ὅ, τί καλὸ εἶχε δημιουργήσει ὁ ἀρχαῖος προχριστιανικὸς κόσμος καὶ νὰ τὸ ἐξαγιάσουν στὰ νάματα τῆς θείας διδασκαλίας τοῦ Χριστοῦ.
Πρωτοπόροι σὲ αὐτὴ τὴν μοναδική, στὴν ἀνθρώπινη ἱστορία, παλιγγενεσία οἱ Καππαδόκες Πατέρες οἱ ὁποῖοι ἔβαλαν τὴ δική τους σφραγῖδα πρωτίστως στὴν ἀνάπτυξη τῆς Θεολογίας κατὰ τὸν 4ο μ. Χ. αἰῶνα στὴν Ἐκκλησία.
Εἶναι στὴν οὐσία οἱ θεμελιωτὲς τοῦ ὀρθόδοξου δόγματος καὶ τῆς ἀποκρυστάλλωσης τῆς αὐθεντικῆς διδασκαλίας τῆς Ἐκκλησίας μας, τῆς μόνης σώζουσας ἀλήθειας. Ἕνας ἀπὸ αὐτοὺς ὑπῆρξε ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Ναζιανζηνός, ὁ ἀποκαλούμενος καὶ Θεολόγος.
Γεννήθηκε τὸ 329 μ. Χ. στὴν Ἀριανζό της Καππαδοκίας, κοντὰ στὴν κωμόπολη Ναζιανζό, γι’ αὐτὸ καὶ πῆρε τὴν ὀνομασία Ναζιανζηνός.
Οἱ γονεῖς του, Γρηγόριος καὶ Νόννα ἦταν εὐγενεῖς γαιοκτήμονες. Ὁ πατέρας του ἦταν πρώην εἰδωλολάτρης ὁ ὁποῖος εἶχε μεταστραφεῖ στὸν Χριστιανισμὸ καὶ κατόπιν εἶχε χειροτονηθεῖ ἐπίσκοπος Ναζιανζοῦ.
Ὁ νεαρὸς Γρηγόριος μεγάλωσε σὲ χριστιανικὸ περιβάλλον καὶ ἀπὸ νωρὶς φάνηκαν τὰ σπάνια χαρίσματά του.
Ἡ οἰκονομικὴ εὐχέρεια τῶν γονέων του ἐπέτρεψε νὰ λάβει μεγάλη μόρφωση. Ἄλλωστε καὶ ὁ ἴδιος ἀγαποῦσε μὲ πάθος τὰ γράμματα καὶ τὴν γνώση.
Σπούδασε στὰ καλλίτερα σχολεῖα τῆς Καισάρειας καὶ ἀργότερα, τὸ 351, πῆγε στὴν Ἀλεξάνδρεια καὶ μετὰ στὴν Ἀθήνα νὰ συμπληρώσει τὶς σπουδές του στὴ ρητορικὴ καὶ τὴ φιλοσοφία στὶς ἐκεῖ ὀνομαστὲς σχολές, ἔχοντας ὡς καθηγητές του τοὺς ὀνομαστοὺς καθηγητὲς Ἰμέριο καὶ Προαιρέσιο καὶ ὡς συμμαθητές του τὸν Μ. Βασίλειο καὶ τόν
Ἰουλιανό, τὸν μετέπειτα αὐτοκράτορα.
Ἡ ἐπίδοση τῶν σπουδῶν του στὴν Ἀθήνα ἦταν τέτοια, ὅπως καὶ οἱ σπάνιες ἱκανότητές του, ὥστε ἀναγορεύτηκε καθηγητὴς καὶ δίδαξε ἐκεῖ ρητορικὴ καὶ φιλοσοφία γιὰ ἕνα χρόνο, κάτι ἀσυνήθιστο γιὰ ἕναν ἐπαρχιώτη ἀσήμαντο φοιτητή, νὰ σπάσει τὸ ἐκπαιδευτικὸ κατεστημένο τῶν Ἀθηνῶν.
Κατόπιν ἐπέστρεψε στὴν Ναζιανζό, ὅπου βαπτίστηκε χριστιανὸς ἀπὸ τὸν ἐπίσκοπο πατέρα του κι ἄρχισε νὰ γράφει τὸ πρῶτο θεολογικό του ἔργο γιὰ τὸ Ἅγιο Βάπτισμα.
Τὸ 360 μεταβαίνει, ὕστερα ἀπὸ πρόσκληση τοῦ παλιοῦ του φίλου Βασιλείου, στὸν Πόντο, νὰ ἀσκητέψει μαζί του κοντὰ στὸν Ἴρι ποταμό.
Ἦταν μιὰ μοναδικὴ πνευματικὴ ἐμπειρία γι’ αὐτόν, καθότι οἱ δύο ἐπιστήθιοι φίλοι ἐκεῖ εἶχαν εἰσδύσει στὰ βαθύτερα μυστήρια τῆς σχέσης μὲ τὸ Θεό, φτάνοντας ἀκόμη καὶ σὲ ἐμπειρίες θεοπτίας.
Τὸ 361, ὕστερα ἀπὸ παράκληση τοῦ πατέρα του, γυρίζει στὴν πατρίδα του, πιὸ ὥριμος πνευματικά, ὅπου τὸν χειροτόνησε πρεσβύτερο, χωρὶς τὴ θέλησή του, διότι ὁ Γρηγόριος ἤθελε νὰ ἀκολουθήσει τὸν ἁπλὸ μοναχικὸ βίο.
Κατόπιν ἔφυγε γιὰ τὴν Ἀννεσόη, ὅπου ἀσκήτεψε γιὰ λίγο καιρὸ μὲ τὸν Βασίλειο, ὁ ὁποῖος τὸν ἀνάγκασε νὰ γυρίσει καὶ πάλι στὴν Ναζιανζό, διότι εἶχε πληροφορηθεῖ ὅτι ἡ ἐκεῖ Ἐκκλησία ἦταν διηρημένη, ἐξ αἰτίας των ἀρειανὼν καὶ τὸν πατέρα του κατηγορούμενο γιὰ αἵρεση. Μέσα σὲ λίγο χρόνο κατόρθωσε νὰ ἑνώσει καὶ πάλι τὴν Ἐκκλησία.
Τὸν ἴδιο χρόνο εἶχε ἀνεβεῖ στὸ αὐτοκρατορικὸ θρόνο ὁ Ἰουλιανὸς (361-363), ὁ μοιραῖος καὶ τραγικὸς ἐκεῖνος αὐτοκράτορας, ὁ ὁποῖος ἀποφάσισε νὰ νεκραναστήσει τὴν ὁριστικὰ νεκρὴ ἀρχαία εἰδωλολατρικὴ θρησκεία.
Παράλληλα, μὲ τὴν ἀλλοπρόσαλλη πολιτική του προξένησε μεγάλη ἀναστάτωση στὴν Ἐκκλησία καὶ κήρυξε ἀπηνῆ διωγμὸ ἐναντίον της, στοχεύοντας κυρίως στοὺς ἀγωνιστὲς ἐπισκόπους.
Ὁ Γρηγόριος ἄνοιξε ἀλληλογραφία μὲ τὸν παλιό του φίλο αὐτοκράτορα, ἀποδεικνύοντάς του πὼς οἱ πρακτικές του αὐτὲς δὲν εἶχαν καμιὰ σχέση μὲ τὸν ἑλληνικὸ πολιτισμό, τὸ ὁποῖο δῆθεν ὑπεράσπιζε ὁ θρησκομανὴς καὶ θρησκόληπτος Ἰουλιανός.
Ὁ αἰφνίδιος θάνατός του Ἀποστάτη αὐτοκράτορα τὸ 363 ἔκλεισε τὸ θλιβερὸ αὐτὸ κεφάλαιο τῆς ἱστορίας.
Ἀλλά, ὁ σάλος στὴν Ἐκκλησία δὲν ἐξέλειπε, διότι μιὰ νέα περιπέτεια ἀντιμετώπιζε ἡ Ἐκκλησία, τὸ ἀρειανισμό, τὸν ὁποῖο ὑποστήριζε ὁ αὐτοκράτορας Οὐάλης (364-378), φανατικὸς ἀρειανὸς καὶ σφοδρὸς πολέμιος τῆς Ὀρθοδοξίας.
Ὁ Γρηγόριος δίνει μεγάλους ἀγῶνες νὰ διαφυλαχτεὶ ἡ Ὀρθοδοξία στὴ Μ. Ἀσία, ἐν μέσῳ μυρίων δυσκολιῶν καὶ διώξεων ἀπὸ τοὺς κρατικοὺς παράγοντες.
Τὸ 370 ὁ Μ. Βασίλειος ἐκλέγεται ἐπίσκοπος Καισαρείας καὶ τὸ 372 χειροτονεῖ τὸν Γρηγόριο ἐπίσκοπο Σασίμων, μιᾶς ἀσήμαντης περιοχῆς, καὶ πάλι χωρὶς τὴ θέλησή του.
Τὸ 374 μεταβαίνει στὴ Ναζιανζό, γιὰ νὰ ἀναλάβει τὴν ἐπισκοπή, μετὰ τὸ θάνατο τοῦ πατέρα του. Τὸ 375 ἀποσύρθηκε σὲ Μονὴ τῆς Σελεύκειας ὡς τὸ θάνατο τοῦ Βασιλείου τὸ 379.
Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ἀποτελεῖ κορυφαῖο παράδειγμα γνησίου Ἐπισκόπου τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ.
Εἶχε βαθιὰ ριζωμένη στὴν ψυχή του τὴν πεποίθηση ὅτι ἡ διακονία τῆς ἱεροσύνης εἶναι χάρισμα, δῶρο τοῦ Θεοῦ καὶ ὄχι προσωπικὴ κατάκτηση, οὔτε μέσον κοινωνικῆς ἀνελίξεως καὶ ἄσκηση ὁποιασδήποτε ἐξουσίας.
Τὴν θεωροῦσε ὡς φορτίο δυσβάστακτο καὶ γι’ αὐτὸ οὐδέποτε ἐπιδίωξε ὁ ἴδιος νὰ ἀναλάβει ὑψηλὰ ἐκκλησιαστικὰ ἀξιώματα.
Παρὰ ταῦτα ὅμως ἔβαζε τὸ συμφέρον τῆς Ἐκκλησίας καὶ τὴν διακονία τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ, πάνω ἀπὸ τὶς δικές του ἐπιλογές. Τὶς προσωπικές του ἀδυναμίες τὶς ἀνέθετε στὴ δύναμη τοῦ Θεοῦ.
Χαρακτηριστικὴ εἶναι ἡ περίπτωση τῆς χειροτονίας του ὡς πρεσβύτερος, ἀπὸ τὸν πατέρα του ἐπίσκοπο Γρηγόριο τὸ 361.
Ὁ ἅγιος πρόβαλλε σθεναρὴ ἀντίσταση στὴν ἀπόφαση τοῦ πατέρα του, διότι διακαὴς πόθος του ἦταν νὰ ἀκολουθήσει τὸν μοναχικὸ βίο.
Προτιμοῦσε τὴν μακάρια ἡσυχία τῆς ἐρήμου, ἀπὸ τὶς πολύβουες πόλεις.
Προτιμοῦσε μιὰ σπηλιά, ἢ μιὰ φτωχὴ καλύβα σὲ κάποιο ἐρημικὸ μέρος, ἀπὸ τὶς πολυτελεῖς ἐπισκοπικὲς ἐπαύλεις καὶ τὶς ἀηδεῖς φλυαρίες τῶν κολάκων, ποὺ παρασιτοῦν σὲ αὐτές.
Σύγχρονος καθηγητὴς ἔγραψε χαρακτηριστικὰ γιὰ τὸ γεγονὸς τῆς χειροτονίας του τὰ ἑξῆς: «Σέ ἡλικία 36 ἐτῶν πείθεται νά γίνει Πρέσβύτερος. Συγκινητική ἡ στιγμή, ὅταν ὁ γέροντας Ἐπίσκοπος Γρηγόριος θέτει τὸ χέρι του ἐπάνω στό κεφάλι τοῦ γονατιστοῦ υἱοῦ του Γρηγορίου καί προφέρει τὴν εὐχή τῆς χειροτονίας, στήν Ναζιανζό.
Ὁ λὰός μέ μιά φωνή ξέσπάει : Ἄξιος!....Ὅλοι χαίρονται. Ἕνας τρέμει: ὁ Ἅγιος Γρηγόριος.
Ὅπως τρέμει ὁ ἀκροβάτης ἐπάνω στό σχοίνί, ἔτσι ἔτρεμαν οἱ Ἅγιοι, βαδίζοντας ἐπάνω στήν ἀκροβασία, πού λέγεται Ἱεροσύνη.
Μετά τὴν χειροτονία καί ἐνῶ ὅλοι περιμένουν νά τὸν δοῦν σέ δράση, ἐκεῖνος φεύγει γιά τὸν Πόντο. Τὸν κυνηγάει τὸ δέος γιά τὸ ὕψος τῆς Ἱεροσύνης.
Τὸν ἀναγκάζουν νά γυρίσει πίσω. Καί τότε ἐκφωνεῖ τὸν λόγο του: "Ἀπολογητικὸς τῆς εἰς τὸν Πόντον φυγῆς"».
Τὸ 370, ὅπως προείπαμε, ὁ Μ. Βασίλειος ἐκλέγεται ἐπίσκοπος Καισαρείας καὶ τὸ 372 χειροτονεῖ τὸν Γρηγόριο ἐπίσκοπο Σασίμων καὶ πάλι χωρὶς τὴ θέλησή του, διαβλέποντας ὁ φωστῆρας της Καισαρείας ὅτι μιὰ τέτοια προσωπικότητα ἦταν ἀπαραίτητη γιὰ τὴν κυμαινόμενη Ἐκκλησία.
Καὶ δικαιώθηκε. Ὁ λόγος τοῦ Γρηγορίου ἦταν συναρπαστικός. Τὰ κείμενά του ἀνυπέρβλητα. Ὡς ἐπίσκοπος Σασίμων καὶ ἀργότερα Ναζιανζοῦ ἀναδεικνύεται μοναδικὸς πηδαλιοῦχος τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ σκάφους. Ἡ φήμη του ἁπλώνεται σὲ ὅλη τὴν Ἀνατολή.
Παρὰ ταῦτα δὲν κρύβει καὶ τὴν ἀνθρώπινη πλευρὰ τοῦ χαρακτῆρα του. Αὐτὸς ὁ γίγαντας τοῦ πνεύματος ἔκρυβε στὰ στήθη του μιὰ ἀσυνήθιστα εὐαίσθητη ψυχή.
Ὁ θάνατος τοῦ ἀδελφοῦ του Καισάρειου, τῆς ἀδελφῆς του Γοργονίας, τοῦ πατρὸς καὶ τῆς μητρός του, πληγώνουν τὴν ἐγγενῆ ψυχή του.
Σὲ καμιὰ περίπτωση ὅμως δὲν ἔκαμψαν τὸν θεῖο ζῆλο του γιὰ τὴν διακονία τῆς Ἐκκλησίας. Τὸ ἀντίθετο συνέβη, αἰσθάνθηκε πλέον ἐλεύθερος ἀπὸ οἰκογενειακὰ βάρη, νὰ ἀφιερωθεῖ ὁλοκληρωτικὰ στὴν Ἐκκλησία.
Ὁ Γρηγόριος ἔλαχε νὰ ζήσει σὲ μιὰ πολὺ ταραγμένη ἐποχή, ὅπου ὁ διάβολος εἶχε σπείρει φοβερὲς αἱρέσεις, ὅπως τὸν ἀρειανισμὸ καὶ τοὺς πνευματομάχους, οἱ ὁποῖες ἀπειλοῦσαν τὴν αὐτοσυνειδησία τῆς Ἐκκλησίας καὶ αὐτὴ ἀκόμα τὴν ἴδια τήν ὕπαρξή της.
Ὅπως προαναφέραμε, οἱ ἀρειανοί, μὲ τὴν κρατικὴ στήριξη, εἶχαν καταλάβει τὴν πλειονότητα τῶν ἐπισκοπικῶν θρόνων. Εἰδικὰ στὴν Κωνσταντινούπολη, στὰ 378, τόσο ὁ ἀρχιεπισκοπικὸς θρόνος, ὅπως καὶ ὅλοι οἱ ναοὶ εἶχαν καταληφτεὶ ἀπὸ αὐτούς.
Ἡ κατάσταση κρίθηκε κρίσιμη καὶ ὁ Γρηγόριος κλήθηκε νὰ σηκώσει τὸ βάρος αὐτῆς τῆς τραγικῆς συγκυρίας στὴν Βασιλεύουσα. Νὰ θέσει τὰ σπάνια χαρίσματά του στὸν ἀγῶνα γιὰ τὴν διάσωση τῆς σώζουσας ὀρθοδόξου πίστεως, ἔχοντας ὁ ἴδιος ἀπόλυτη πεποίθηση ὅτι ἡ σωτηρία εἶναι συνώνυμη μὲ τὴν ἀλήθεια, ἡ ὁποία ἐνυπάρχει μόνο μέσα στὴν Ἐκκλησία, ἐνῷ ἡ αἵρεση καὶ κάθε πλάνη εἶναι συνώνυμη μὲ τὴν ἀπώλεια τῆς σωτηρίας καὶ τὴν καταστροφή.
Τὸ 379, ἡ Σύνοδος τῆς Ἀντιοχείας καὶ προσωπικὰ ὁ τοπικὸς Ἀρχιεπίσκοπος, Μελέτιος, ζήτησαν ἀπὸ τὸν Γρηγόριο, τοῦ ὁποίου ἡ φήμη εἶχε φτάσει καὶ ὡς ἐκεῖ, νὰ πάει στὴν Κωνσταντινούπολη, ἔχοντας τὴν βεβαιότητα ὅτι μόνον ἐκεῖνος θὰ μποροῦσε νὰ ἀντιστρέψει τὴν κατάσταση.
Παρὰ τοὺς δισταγμούς του, ὁ Γρηγόριος δέχθηκε τὴν κλήση τῆς Ἐκκλησίας νὰ σηκώσει τέτοιο δυσβάστακτο φορτίο εὐθύνης στοὺς ἀσθενικούς του σωματικοὺς ὤμους.
Νὰ ἀντιπαρατεθεῖ μὲ τὴν κραταιὰ αὐτοκρατορικὴ ἐξουσία, ἡ ὁποία στήριζε τὴν δαιμονικὴ καὶ ἐκθεμελιωτικὴ τῆς Ἐκκλησίας πλάνη.
Βασίστηκε στὴν ἀκράδαντη πίστη του στὸ Θεὸ καὶ στὸ ἀπορρέον ἀπὸ αὐτὴ ἰσχυρὸ ψυχικό του σθένος. Ἄφησε τὴν ἥσυχη καὶ ἤρεμη ἐπαρχία του καὶ ἔφτασε στὴν πολύβουη Κωνσταντινούπολη.
Οἱ λίγοι ὀρθόδοξοι τὸν δέχτηκαν μὲ τιμές, ὄχι ὅμως καὶ οἱ πολλοὶ ἀρειανοί, οἱ ὁποῖοι ἐκδήλωσαν ἄγριες διαθέσεις. Φανατισμένος ὄχλος αἱρετικῶν ἄρχισε ἕναν ἀνελέητο λιθοβολισμὸ ἐναντίον του.
Ἀνεβασμένοι στὶς σκεπὲς τῶν σπιτιῶν του πετοῦσαν πέτρες, τὸν χλεύαζαν καὶ τὸν λοιδοροῦσαν, βλέποντας ἕναν ἰσχνὸ ἀσκητή, μὲ ὠχρὸ πρόσωπο καὶ ντυμένο μὲ φτωχὰ καὶ τριμμένα ἐνδύματα, νὰ ἔρχεται νὰ ἀντιπαρατεθεῖ μαζί τους, στηριγμένοι στὴν παντοδύναμη κρατικὴ ἐξουσία.
Οἱ ὀρθόδοξοι κατόρθωσαν νὰ τὸν διασώσουν, νὰ τὸν φυγαδέψουν καὶ νὰ τὸν κρύψουν σὲ κάποιο ἀπόμερο σπίτι κάποιας συγγενοῦς τοῦ Γρηγορίου, ὀνόματι Θεοδοσίας.
Ὁ ἅγιος τὸ μετέβαλε σὲ ναό, ἀφιερωμένον πρὸς τιμὴν τῆς Ἁγίας Ἀναστασίας, ὄχι τυχαῖα, ἤθελε νὰ σηματοδοτήσει στὸν ἀγωνιζόμενο ὀρθόδοξο λαὸ τὴν ἀνάσταση τῆς ὀρθοδόξου πίστεως. Ἐκεῖ ἐγκαταστάθηκε καὶ ἄρχισε τὰ φλογερὰ ὁμολογητικά του κηρύγματα, ἐκεῖ εἶχε ἐκφωνήσει τὶς 5 θαυμάσιες ὁμιλίες του στὴν Ἁγία Τριάδα, κατατροπώνοντας τοὺς αἱρετικοὺς καὶ μεταστρέφοντας πλῆθος ἀπὸ αὐτοὺς στὴν Ὀρθοδοξία.
Ἀλλά, τὸν Αὔγουστο τοῦ 378 ὁ δυσσεβὴς αἱρετικὸς αὐτοκράτορας Οὐάλης ἡττήθηκε καὶ σκοτώθηκε στὴ μάχη της Ἀδριανούπολης. Τὸ 380 ἀνεβαίνει στὸν αὐτοκρατορικὸ θρόνο ὁ ὀρθόδοξος Θεοδόσιος ὁ Μέγας (380-395), ὁ ὁποῖος τίθεται ὑπερασπιστὴς τῆς Ὀρθοδοξίας. Ἦταν ἀποφασισμένος νὰ ἐξαλείψει τον ἀρειανισμό, διώχνοντας τὸν ἀρειανὸ ἀρχιεπίσκοπο Δημόφιλο, καὶ ἀνεβάζοντας τὴ θέση του τὸν Γρηγόριο.
Ἀκολούθως συγκάλεσε τὴν ἄνοιξη τοῦ 381, τὴ Β΄ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο στὴν Κωνσταντινούπολη, στὴν ὁποία συμμετεῖχαν 150 Ἐπίσκοποι τῆς Ἀνατολῆς, μὲ πρόεδρο τὸν Μελέτιο Ἀντιοχείας καὶ μετὰ τὸ θάνατό του, τὸν Γρηγόριο.
Ὁ μεγάλος αὐτὸς θεούμενος θεολόγος, μὲ τὴν σοφία, τὴ σωφροσύνη καὶ τὴν βαθειὰ θεολογική του κατάρτιση, διεύθυνε τὶς ἐργασίες τῆς Συνόδου, ἡ ὁποία ἀπέδειξε τὶς αἱρέσεις καὶ ὁριστικοποίησε τὸ χριστολογικὸ δόγμα, συμπληρώνοντας τὸ Σύμβολο τῆς Νικαίας.
Ὅμως ὁ Γρηγόριος δὲν μπόρεσε νὰ χαρεῖ τὴν συμβολή του στὸν θρίαμβο τῆς Ἐκκλησίας. Αἰγύπτιοι καὶ οἱ Μακεδόνες ἐπίσκοποι τὸν κατηγόρησαν ὅτι ἀνέβηκε στὸ θρόνο της Βασιλεύουσας ἀντικανονικά, μὲ νοθεία. Ἐκεῖνος χωρὶς νὰ ὑπερασπίσει τὸν ἑαυτό του κατέθεσε ἀμέσως τὴν παραίτησή του στὸν αὐτοκράτορα, λέγοντας: «Ἀφῆστε νὰ εἶμαι σὰν τὸν Προφήτη Ἰωνᾶ! Ἤμουν ὑπεύθυνος γιὰ τὴν καταιγίδα, ἀλλὰ θὰ θυσιαστῶ γιὰ νὰ σώσω τὸ πλοῖο. Δὲν ἤθελα νὰ ἀναλάβω τὸν Θρόνο καὶ μὲ χαρὰ θὰ τὸν ἀφήσω»! Ἡ ἀνακοίνωση τῆς παραίτησής του σόκαρε τοὺς Ἐπισκόπους τῆς Συνόδου, ζητῶντας ἀπεγνωσμένα ἀπὸ τὸν αὐτοκράτορα νὰ μὴ δεχθεῖ τὴν παραίτηση του. Ὅμως μπροστὰ στὴν ἀμετάκλητη ἀπόφασή του ὁ Θεοδόσιος, συγκινημένος ἀπὸ τὴν ἀποχαιρετιστήρια ὁμιλία τοῦ Γρηγορίου, τὸν χειροκρότησε καὶ δέχθηκε τὴν παραίτησή του.
Ἔτσι λοιπόν, στὸ μεσουράνημα τῆς «ἰσχύος» του, τὸ 381 μ.Χ., μὲ ἀνακούφιση καὶ χαρὰ παραιτήθηκε ἀπὸ τὸν περίλαμπρο ἀρχιεπισκοπικὸ θρόνο της Βασιλεύουσας καὶ ἐπέστρεψε στὴν ἀγαπημένη του Καππαδοκία, ἀναλαμβάνοντας ξανὰ τὸν ἄσημο ἐπισκοπικὸ θρόνο της Ναζιανζοῦ καὶ ἀποφασισμένος νὰ ζήσει πιὰ τὸν ἡσυχαστικὸ βίο, ποὺ ἦταν τὸ ὄνειρό του.
Πέρασε τὰ ἑπόμενα χρόνια παλεύοντας μὲ τοὺς αἱρετικούς του ἀρειανισμοῦ καὶ μὲ τὴν ἀρρώστια του. Ἄρχισε νὰ γράφει τὴν αὐτοβιογραφία του σὲ θαυμάσια ποιητικὴ σύνθεση.
Στὰ τέλη τοῦ 383, ἡ ὑγεία τοῦ Γρηγορίου χειροτέρευσε, παραιτήθηκε ἀπὸ τὸν ἐπισκοπικό του θρόνο, παραδίδοντας στὸν Εὐλάλιο.
Ἀποσύρθηκε στὸ οἰκογενειακό του κτῆμα, ὅπου ἔζησε εἰρηνικὰ μὲ προσευχή, ἄσκηση, καὶ νηστεία. Ἐκεῖ συνέγραψε τὰ περίφημα θεολογικά του συγγράμματα καὶ συνέθεσε τά, ἄφθαστου ποιητικῆς ἀξίας, ποιήματά του. Κοιμήθηκε εἰρηνικὰ στὶς 25 Ἰανουαρίου 391.
H ἡρωικὴ ἀπόφαση τοῦ Γρηγορίου, θυσιάζοντας τὸν παντοδύναμο καὶ ὑπέρλαμπρο ἀρχιεπισκοπικὸ θρόνο της Βασιλεύουσας, γιὰ τὸ συμφέρον τῆς Ἐκκλησίας, προτιμῶντας τὴν ἀφανῆ ἰδιωτεία, ἀποτελεῖ σπάνιο, ἂν ὄχι μοναδικὸ γεγονὸς στὴν ἐκκλησιαστικὴ ἱστορία, δεικνύοντάς τον ὡς πρότυπο ἀληθινοῦ
ἐπισκόπου, ποιμένα στὴν Ἐκκλησία.
Ἔγραψε σύγχρονος καθηγητής: «Δὲν τὸν ἐκδίωξε ἡ πολιτικὴ ἐξουσία. Δὲν τὸν ἀνάγκασε ἡ ἀδυναμία τοῦ γήρατος. Δὲν τὸν ὑποχρέωσε κάποια σοβαρὴ ἀσθένεια.
Ἦταν συνειδητὴ ἐπιλογὴ πρὸς διδαχή. Ράπισμα κατὰ τῆς ἀκόρεστης μανίας πρὸς τὶς «πρωτοκαθεδρίες», ποὺ στηλιτεύει ἔντονα καὶ ὁ ἴδιος ὁ Χριστός.
Λάμπει στὸ στερέωμα τῆς Ὀρθοδοξίας τὸ φωτεινὸ αὐτὸ παράδειγμα τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου, ποὺ ἀπευθύνεται κυρίως σὲ αὐτοὺς ποὺ μετέρχονται πλάγια, ἀντικανονικά, ἀνορθόδοξα μέσα γιὰ νὰ ἀναρριχηθοῦν στὰ ἀνώτερα καὶ ἀνώτατα ἐκκλησιαστικὰ ἀξιώματα ἢ καὶ νὰ διατηρηθοῦν σὲ αὐτὰ μὲ κάθε τρόπο, μὲ κάθε τίμημα, μὲ κάθε μέσο»!
Ἀλλὰ καὶ ὡς διδάσκαλος ὁ Γρηγόριος ὑπῆρξε ἀπαράμιλλο πρότυπο. Ὁ Θεὸς τὸν προίκισε μὲ ἀσυνήθιστα χαρίσματα εὐφυΐας, ρητορικῆς δεινότητας, συγγραφικῆς ἱκανότητας, ποιητικῆς ἐκφράσεως.
Εἶναι ἀποδεδειγμένο ὅτι ὑπῆρξε ἕνας ἀπὸ τοὺς κορυφαίους χειριστὲς τοῦ λόγου τῆς ἀνθρώπινης ἱστορίας. Χειρίζονταν μὲ καταπληκτικὴ ἀκρίβεια ὅλα τὰ εἴδη τοῦ λόγου.
Γνώριζε καὶ χειριζόταν μὲ ἀριστοτεχνικὸ τρόπο τὴν ὁμηρικὴ γλῶσσα, ὅσο ἐλάχιστοι ἄνδρες τῆς ἱστορίας, ἀναδείχτηκε ἀκόμα ἀνώτερος καὶ ἀπὸ πολλοὺς ἐθνικοὺς ποιητὲς καὶ συγγραφείς.
Χειριζόταν ἄριστα τὴν ἀρχαία κλασσική, τὴν ἑλληνιστικὴ κοινὴ καὶ τὴν γλῶσσα τῆς ἐποχῆς του. Κατεῖχε τὸ χάρισμα νὰ μεταδίδει μὲ ἀκρίβεια τὶς σκέψεις του στοὺς ἀποδέκτες τοῦ λόγου του.
Στοὺς λόγιους καὶ ποιητὲς ἔγραφε καὶ μιλοῦσε ὡς κάτοχος ὑψηλῶν νοημάτων καὶ ποιητής. Στοὺς φιλοσόφους ὡς φιλόσοφος. Στοὺς θεολόγους καὶ στὸ ἐκκλησίασμα ὡς βαθυστόχαστος θεολόγος. Στοὺς ἀντιπάλους του ὡς μειλίχιος συνομιλητής. Στοὺς ὀλιγογράμματους καὶ ἀγράμματους μὲ ἁπλότητα, ἀλλὰ καὶ πειστικότητα.
Ὅλα αὐτὰ τὰ χαρίσματά του τὰ ἀφιέρωσε στὴν Ἐκκλησία, τὰ ἔκανε πολύτιμα ἐργαλεῖα γιὰ τὴν ἄσκηση τῆς πολύπλευρης ποιμαντικῆς καὶ ἐκκλησιαστικῆς του διακονίας.
Ὑπῆρξε μεγάλος θεολόγος καὶ δίκαια ἡ Ἐκκλησία του προσέδωσε τὸν σπάνιο τίτλο τοῦ θεολόγου.
Μὲ αὐτὸ τὸ χάρισμα τοῦ λόγου ὁ θεῖος Γρηγόριος, μὲ τοὺς περίφημους θεολογικούς του λόγους στὴν Βασιλεύουσα, κατόρθωσε νὰ κατατροπώσει τοὺς αἱρετικοὺς ἀρειανούς, οἱ ὁποῖοι εἰρήσθω κατεῖχαν ἀξιόλογη φιλοσοφικὴ ἱκανότητα, ἔπεισε τοὺς πιστοὺς νὰ ἀπομακρυνθοῦν ἀπὸ τὴν φοβερὴ αἵρεση καὶ νὰ εἰρηνεύσει ἡ Ἐκκλησία.
Σεβαστοὶ πατέρες, ἀγαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί
Τὸ ἔργο τοῦ ἁγίου Γρηγορίου εἶναι τεράστιο καὶ δὲν μπορεῖ νὰ περιοριστεῖ στὰ χρονικὰ περιθώρια μιᾶς εἰσήγησης.
Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ἀνήκει στοὺς μεγάλους Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας καὶ ταυτόχρονα στὶς μεγάλες προσωπικότητες τῆς ἱστορίας.
Θαυμασμὸ προξενεῖ στοὺς ἱστορικοὺς ἡ εὐγένεια καὶ τὸ ψυχικό του μεγαλεῖο. Ἡ μόρφωσή του, ἡ πνευματική του καλλιέργεια, ἡ ρητορική του δεινότητα σὲ συνδυασμὸ μὲ τὴν βαθιὰ πίστη του στὸ Θεὸ τὸν ἀνέδειξαν ὡς ἕναν ἀπὸ τοὺς κορυφαίους θεολόγους καὶ συγγραφείς της Ἐκκλησία μας.
Εἶναι ὁ θεολόγος τοῦ Θεοῦ Λόγου, ὁ ὁποῖος διατύπωσε μὲ τὸν πλέον σαφῆ τρόπο τὴν περὶ Θεοῦ σώζουσα πίστη τῆς Ἐκκλησίας μας, μὲ τὴν βαθυστόχαστη τριαδολογία καὶ τὴν περὶ τῆς θεότητας τοῦ Θεοῦ Λόγου δογματική του θεολογία.
Χάρις σ’ αὐτὸν κατατροπώθηκε ἡ φρικτὴ καὶ ἐπικίνδυνη αἵρεση τοῦ Ἀρείου, ἡ ὁποία ἀπειλοῦσε τὴ σώζουσα ἀλήθεια τῆς Ἐκκλησίας. Ἀλλὰ καὶ ὡς ποιητὴς ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὑπῆρξε ἀπαράμιλλος. Ἀκόμα καὶ ὁ πεζὸς λόγος του εἶναι ποίημα καὶ γι’ αὐτὸ κατοπινοὶ ὑμνογράφοι, ὅπως ὁ Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, χρησιμοποίησαν αὐτούσιους λόγους του στοὺς ὕμνους τους, ὅπως στοὺς θεσπέσιους κανόνες τῶν Χριστουγέννων καὶ τοῦ Πάσχα!
Μαζὶ μὲ τοὺς ἄλλους Καππαδόκες Πατέρες, κατόρθωσε νὰ συνενώσει τὸ γνήσιο ἑλληνικὸ πνεῦμα μὲ τὴν χριστιανικὴ πίστη σὲ ἕνα καταπληκτικὸ σύνολο.
Ἡ σωζόμενη ἀλληλογραφία τοῦ μὲ τὸν ἀνεδαφικὸ ἀποστάτη Ἰουλιανὸ φανερώνει την ποιοτικὴ διαφορὰ τῶν δύο ἀνδρῶν.
Ὁ μὲν Γρηγόριος ἐκφράζει τὸ γνήσιο καὶ πραγματικὸ ἑλληνικὸ πνεῦμα τῆς προόδου, τοῦ σεβασμοῦ τῆς ἑτερότητας καὶ τῆς ἀέναης ἀναζήτησης τῆς ἀλήθειας, ὁ δὲ θρησκομανὴς αὐτοκράτορας ἐκφράζει τὸν παλιὸ χρεωκοπημένο εἰδωλολατρικὸ κόσμο τοῦ φανατισμοῦ, τῶν ἐμμονῶν, τῆς δεισιδαιμονίας καὶ τῆς μισαλλοδοξίας, ἡ ὁποία ἐκφράστηκε μὲ σκληροὺς διωγμοὺς ἐναντίων τῆς Ἐκκλησίας!
Χαρακτηριστικὴ εἶναι ἡ φράση του πρὸς τὸν Ἰουλιανὸ «τὸ ἑλληνίζειν ἐστὶ πολυσήμαντον», ἑλληνισμὸς καὶ μονισμὸς εἶναι δυὸ ἔννοιες ἀπόλυτα ἀσυμβίβαστες, ἀποδεικνύοντας στὸν ἄλλοτε συμμαθητὴ καὶ φίλο του, ὅτι ἡ ἀλλοπρόσαλλη πολιτική του ἀπέχει παρασάγγας ἀπὸ τὸν Ἑλληνισμό, τὸν ὁποῖο νόμιζε ὅτι ὑπηρετοῦσε καὶ ἡ ὁποία τὸν ὅρισε ὡς διαχρονικὸ σύμβολο αἰθεροβάμονα, ἀνεδαφικοῦ καὶ ἀποτυχημένου ἡγεμόνα!
Ὁ γνήσιος Ἑλληνισμὸς δὲν εἶναι ἕνα στατικὸ μέγεθος, ἕνας δογματικὸς μονισμός, ἀλλὰ ἡ διαρκὴς ἀναζήτηση τοῦ ἀληθοῦς καὶ ὄχι ἡ ταύτισή του μὲ τὸν χρεωκοπημένο παγανισμὸ καὶ ἡ ἐπιβολή του διὰ τῆς βίας.
Ἡ ἱστορία ἀποφάνθηκε: τὸν μὲν ὀνειροπαρμένο παγανιστὴ αὐτοκράτορα τὸν καταδίκασε ἐς ἀεὶ ὡς ἀποστάτη καὶ ἀποτυχημένο, τὸν δὲ Γρηγόριο τὸν ἀνέδειξε ὡς ὕψιστη πνευματικὴ προσωπικότητα, τὸν ὁποῖο σεμνύνονται οἱ αἰῶνες!
Ἀνακηρύχτηκε ἅγιος, πατέρας καὶ οἰκουμενικὸς διδάσκαλος τῆς Ἐκκλησίας μας. Ἡ μνήμη του τιμᾶται στὶς 25 Ἰανουαρίου, ἡμέρα τῆς κοιμήσεώς του καὶ στὶς 30 Ἰανουαρίου μαζὶ μὲ τοὺς ἄλλους δύο Ἱεράρχες, τὸ Μ. Βασίλειο καὶ τὸν Ι. Χρυσόστομο, ὁμοῦ ὡς προστάτες τῆς Παιδείας, τῶν γραμμάτων καὶ τοῦ πολιτισμοῦ.
Ἐν κατακλεῖδι, ὁ ἅγιος Γρηγόριος ἀποτελεῖ, πρέπει νὰ ἀποτελεῖ, πρότυπο καὶ γιὰ μᾶς τοὺς σύγχρονους ποιμένες καὶ διδασκάλους. Ἀκολουθῶντας τὰ ἴχνη ἐκείνου, μποροῦμε νὰ εἴμαστε ἀσφαλεῖς, ὅτι ἐπιτελοῦμε μὲ ἀκρίβεια καὶ ἀποτελεσματικότητα τὴν ἐκκλησιαστική μας διακονία, σὲ καιροὺς ὅπου αὐτὴ περνᾶ πολύπλευρη καὶ πολύμορφη κρίση.
Εἴθε, αὐτὸς ὁ ἀπαράμιλλος «ποιμενικὸς αὐλὸς τῆς θεολογίας», τὸ γλυκόλαλο στόμα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ὁ σοφός, ὁ ἔχων «νοῦν Χριστοῦ», ὁ διαπρύσιος κήρυκας τῆς μόνης σώζουσας ἐν Χριστῷ ἀλήθειας, ὁ ἀληθινὸς ποιμένας καὶ ὁ ἀξεπέραστος διδάσκαλος τῆς Ἐκκλησίας, νὰ εἶναι ὁ ἄοκνος ἀρωγός μας, στὴν προσωπικὴ καὶ συλλογικὴ πορεία μας. Νὰ εἶναι ὁ ἐμπνευστής μας καὶ ὁδηγός μας στὴν δύστηνη ἐποχὴ ποὺ ἔλαχε νὰ ζοῦμε, τῶν κακόηχων πλανῶν, τοῦ πρωτοφανοῦς πνευματικοῦ ἀποπροσανατολισμοῦ καὶ τῆς κατάρρευσης τῶν προαιώνιων καὶ πανανθρώπινων ἠθικῶν ἀξιῶν.
Εὔχομαι καλή, εὐλογημένη καὶ δημιουργικὴ νέα χρονιὰ σὲ ὅλους μας καὶ κάθε ἐπιτυχία στὸ σημαντικότατο πνευματικό, κοινωνικὸ καὶ ἐθνικὸ ἔργο τῆς «Ἑστίας Πατερικῶν Μελετῶν».
Σᾶς εὐχαριστῶ ποὺ μὲ ἀκούσατε
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου