Ἔλλογοι καὶ εὔλογοι πρωτοχρονιάτικοι προβληματισμοί
Μὲ τὴ χάρη τοῦ ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ εἰσερχόμαστε γιὰ μιὰ ἀκόμη φορὰ στὸν νέο ἐνιαυτὸ τῆς χρηστότητάς Του.
«Πατᾶμε» τὸ «σκαλοπάτι» τοῦ νέου χρόνου. Σὲ κάθε ἔλλογο ἄνθρωπο, μαζὶ μὲ τὶς ἐλπίδες καὶ τὶς προσδοκίες γιὰ τὴ νέα χρονιά, γεμίζει αὐτὲς τὶς ἡμέρες τὴν ψυχή του εὔλογος προβληματισμὸς γιὰ τὴν ἔννοια τῆς ροῆς τοῦ χρόνου.
Κι’ αὐτὸ διότι ὁ χρόνος μαζὶ μὲ τὸν «δίδυμο ἀδελφό του τὸν χῶρο», κατὰ τὸ ἀείμνηστο νεοφανῆ ἅγιο Ἰουστῖνο Πόποβιτς, ἀποτελοῦν τοὺς δύο βαρεῖς ζυγοὺς τοῦ ἀνθρώπου σὲ ὅλη τὴν ἐπὶ γῆς ζωή του, τοὺς ὁποίους σύρει καὶ οἱ ὁποῖοι τοῦ περιορίζουν τὸν διακαῆ του πόθο γιὰ τὴν ἀπολυτότητα.
«Δὲν ὑπάρχει τίποτε πιὸ τραγικὸν καὶ φοβερὸν ἀπὸ τὸ ἀνθρώπινον γένος ζευγμένον εἰς τὸν βαρὺν ζηγὸν τοῦ χώρου καὶ τοῦ χρόνου», χωρὶς τὸ Χριστό, ἔγραψε ὁ ἁγιασμένος Γέροντας.
Ὁ χωροχρόνος χωρὶς τὸ Θεὸ εἶναι ἕνα φοβερὸ μαρτύριο, ὁ ὁποῖος σέρνει τὸν ἄνθρωπο στὴν ἀνυπαρξία!
Ἡ ροὴ τοῦ χρόνου εἶναι βεβαίως μιὰ ὑποκειμενικὴ αἴσθηση, ἀφοῦ αὐτὴ ὁρίζεται ἀπὸ τὴ φθορὰ τὴ δική μας καὶ τὶς μεταβολὲς τοῦ ὑλικοῦ κόσμου, κύρια μὲ τὶς κινήσεις τοῦ ἡλίου καὶ τοῦ πλανήτη μας.
Μὲ τὴν θεωρία τῆς σχετικότητας εἰσήχθη ἡ ἔννοια τοῦ χωροχρόνου, σύμφωνα μὲ τὴν ὁποία ἡ ροὴ τοῦ χρόνου μεταβάλλεται σὲ σχέση μὲ τὴν ταχύτητα, ἡ ὁποία ἀποκαλεῖται «βαρυτικὴ διαστολὴ τοῦ χρόνου», ἀποδεικνύοντας περίτρανα τὸ γραφικό: «χίλια ἔτη ἐν ὀφθαλμοῖς σου (Κύριε) ὡς ἡμέρα ἡ ἐχθὲς» (Ψάλμ89,4).
Ἡ σύλληψη καὶ ὁ καθορισμὸς τῆς ἔννοιας τοῦ χρόνου εἶναι λοιπὸν στενὰ συνυφασμένη μὲ τὴ θέση καὶ τὴν κίνηση τοῦ ὑλικοῦ περιβάλλοντος κόσμου καὶ ἔχει ἐπίσης ἄμεση σχέση καὶ μὲ τὸ εὐμετάβλητο τῆς ὑλικῆς δημιουργίας.
Αὐτὸ τὸ εἶχε συλλάβει πρῶτος ὁ μεγάλος ἀρχαῖος Ἕλληνας φιλόσοφος Ἡράκλειτος (580-490 π. Χ.), ὁ ὁποῖος εἶχε συνοψίσει ὁλόκληρη τὴν σκέψη του γιὰ τὸ χρόνο στὴν παροιμιώδη φράση του «τὰ πάντα ρεῖ».
Τίποτε δὲν εἶναι στατικὸ σὲ αὐτὸν τὸν κόσμο, τὰ πάντα μεταβάλλονται, γεννιοῦνται, ἀκμάζουν, φθείρονται, πεθαίνουν.
Ὁ κόσμος τάχθηκε ἀπὸ τὸ Θεὸ Δημιουργό του νὰ μὴν εἶναι στατικός, ἀλλὰ νὰ βρίσκεται σὲ συνεχῆ μεταβολὴ καὶ κίνηση, σὲ μιὰ ἀδιάκοπη ροή, ἡ ὁποία τὸν ὁδηγεῖ στὸ τελεολογικό του σκοπό.
Ὅμως ὁ χρόνος εἶναι κάτι βαθύτερο καὶ οὐσιαστικότερο ἀπὸ αὐτὸ ποὺ μποροῦμε νὰ ἀντιληφτοῦμε, ἀφοῦ εἶναι στενὰ συνυφασμένος μὲ τὸ χῶρο καὶ χωρὶς αὐτὸν εἶναι ἀδύνατη ἡ σύλληψή του. Εἶναι ἕνα ἐνδοκοσμικὸ μέγεθος τὸ ὁποῖο ὁρίζει τὴν σχετικότητα καὶ τὴ φθαρτότητα.
Ἀντικειμενοποιεῖ τὴν κτιστὴ δημιουργία τοῦ Θεοῦ, ὁ Ὁποῖος εἶναι ὁ δημιουργὸς τοῦ χώρου καὶ τοῦ χρόνου καὶ ὡς ἐκ τούτου βρίσκεται, ἐκτὸς αὐτῆς, ὡς ὁ μόνος ἄναρχος καὶ αἰώνιος, ὁ μόνος ἐκτὸς τόπου καὶ χρόνου.
Ἡ ροὴ τοῦ χρόνου εἶναι ἔντονα ἀποτυπωμένη σὲ ὅλες τὶς θρησκευτικὲς καὶ φιλοσοφικὲς παραδόσεις τῶν λαῶν. Ὡς καὶ θεοποίησή του ἔχουμε, ὅπως λ.χ. στὴν ἀρχαιοελληνικὴ μυθολογία στὸ πρόσωπο τοῦ «θεοῦ» Κρόνου (=χρόνου), ὁ ὁποῖος «τρώει τὰ παιδιά του», δηλαδὴ ἐκμηδενίζει τὰ πάντα μὲ τὴν ἀδηφάγα ροή του.
Στὸν Χριστιανισμὸ ὁ χρόνος πεῖρε μιὰ ἐντελῶς διαφορετικὴ θεώρηση. Ἐνέχει βαθύτατες θεολογικές, ἀνθρωπολογικὲς καὶ ἠθικὲς διαστάσεις. Ὁ χρόνος ἔχει ἀρχὴ καὶ θὰ ἔχει τέλος. Αὐτὸ ἐκφράζεται ξεκάθαρα ἀπὸ τὴν πρώτη καὶ τὴν τελευταία φράση τῆς Ἁγίας Γραφῆς.
«Ἐν ἀρχῇ ἐποίησεν ὁ Θεὸς τὸν οὐρανὸν καὶ τὴν γῆν» (Γέν.1,1) καὶ «ναὶ ἔρχομαι ταχὺ» (Ἀποκ.22,20).
Ὁ πρῶτος στίχος ἐκφράζει τὴν γένεση τοῦ χρόνου καὶ ὁ δεύτερος δηλώνει τὸ τέλος του, μαζὶ μὲ τὸ τέλος τῆς σημερινῆς μορφῆς τοῦ κόσμου, μὲ τὴν αὐθαρτοποίησή του, μὲ τὴ δημιουργία «καινοῦ οὐρανοῦ καὶ καινῆς γῆς» (Ἀποκ.21,1 καὶ Ἠσ.65,17).
Αὐτὴ εἶναι μιὰ ἀπὸ τίς θεμελιώδεις θέσεις τῆς χριστιανικῆς διδασκαλίας, ἡ ὁποία σὲ ἀντίθεση μὲ τὶς διάφορες πανθεϊστικὲς πίστεις, οἱ ὁποῖες δέχονται τὸ αὐθύπαρκτο καὶ τὴν αἰωνιότητα τοῦ κόσμου.
Τὰ ποιήματα τοῦ Θεοῦ ὑπόκεινται στὰ μεγέθη τοῦ χωροχρόνου, σὲ ἀντίθεση μὲ Ἐκεῖνον, ὁ Ὁποῖος, ὡς δημιουργός τους, εἶναι ἔξω ἀπὸ τὸ χῶρο καὶ τὸ χρόνο. Ὁ ἄνθρωπος δημιουργήθηκε μὲ σκοπὸ νὰ τὰ ὑπερβεῖ τὴ σχετικότητα τοῦ χρόνου καὶ τοῦ χώρου, νὰ γίνει αἰώνιος, κατὰ χάριν Θεός, ἀλλὰ τὸ γεγονὸς τῆς πτώσεως ἀνέστειλε αὐτὴ τὴ δυνατότητα.
Μὲ τὴν πτώση του κατέστη ὑποκείμενος τοῦ χώρου καὶ τοῦ χρόνου, διότι αὐτὴ ἀνέστειλε τὴ δυνατότητα τῆς αἰωνιότητας καὶ ὑπέστη ὁ ἴδιος τὶς συνέπειες τῆς φθορᾶς καὶ τοῦ θανάτου.
Ὅμως ὁ Θεὸς τῆς ἀγάπης ἔγινε ἄνθρωπος, γιὰ νὰ δώσει ξανὰ στὸν ἄνθρωπο τὴ δυνατότητα τῆς ὑπέρβασης τοῦ χωροχρόνου καὶ νὰ γίνει αἰώνιος. Μόνο ποὺ αὐτὴ ἡ δυνατότητα πραγματοποιεῖται ἀποκλειστικὰ ἐν τῷ Χριστῷ καὶ διὰ τῆς Ἐκκλησίας Του.
Ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός, μὲ τὴν ἐνανθρώπησή Του, εἰσῆλθε στὸ χῶρο καὶ τὸν χρόνο, καθαγιάζοντάς τους καὶ αἴροντας τὶς τραγικὲς συνέπειες τῆς φθορᾶς καὶ τοῦ θανάτου.
Ὅσοι πιστεύουμε σ’ Αὐτὸν καὶ εἴμαστε ἑνωμένοι ὀργανικὰ μαζί Του, ὑπερβαίνουμε τὰ δύο αὐτὰ μεγέθη καὶ ἡ γήινη ζωή μας καθίσταται τὸ προοίμιο τῆς αἰωνιότητας. Ἂς σκεφτοῦμε λοιπὸν πώς, ἂν θέλουμε νὰ εἶναι ἡ ζωή μας προοίμιο τῆς αἰωνιότητας, ἂς ἀξιοποιήσουμε τὴν παροῦσα ζωῆς μας, τὴν κάθε στιγμή μας.
Ἡ «ἀλλαγὴ» τοῦ χρόνου εἶναι εὐκαιρία γιὰ προβληματισμὸ στοὺς σκεπτόμενους ἀνθρώπους, οἱ ὁποῖοι «βλέπουν» μέσα στὴ ροή του τὴ δική τους ὑπαρξιακὴ σημασία καὶ οἱ ὁποῖοι θεωροῦν τὴν κάθε στιγμὴ τῆς ζωῆς τους, ὡς «ἡμέρα σωτηρίας», ὡς προθάλαμο τῆς αἰωνιότητας.
Δυστυχῶς ὁ πολὺς κόσμος μένει ἀπροβλημάτιστος καὶ ἀσυγκίνητος μὲ τὴ ροὴ τοῦ χρόνου. Βεβαίως οἱ «κοσμικοὶ» βιώνουν μὲ τὸ δικό τους εὐδαιμονιστικὸ τρόπο τὸ χρόνο. Βλέπουν τὴ ροὴ τοῦ χρόνου ὡς μιὰ συνεχῆ εὐκαιρία γιὰ τὴν «ἀπόλαυση τῆς ζωῆς», διότι, κατ’ αὐτοὺς ἡ ζωὴ εἶναι: «ὅ, τι φᾶμε καὶ ὅ, τί πιοῦμε», ζοῦμε γιὰ νὰ «φᾶμε τὴ ζωὴ μὲ τὸ κουτάλι», νὰ «γλεντήσουμε τὴ ζωή» μας!
Μὲ τὴν ἀνατολὴ τοῦ νέου χρόνου βάζουν στόχους γιὰ ἐπιτυχίες, οἱ ὁποῖες θὰ τοὺς χαρίσουν χρήματα, ἀπολαύσεις, εὔκολη ζωή.
Ὁ σημερινὸς ἄνθρωπος, ἀποκαμωμένος ἀπὸ τὰ προβλήματα, ποὺ ἔχει συσσωρεύσει ὁ ἴδιος στὴ ζωή του, δὲν τοῦ μένει καιρὸς γιὰ ὑψηλοὺς στοχασμοὺς καὶ προβληματισμούς.
Γι’ αὐτὸν «ὁ χρόνος εἶναι χρῆμα» καὶ κάθε στιγμὴ χαμένη, σημαίνει χάσιμο χρήματος. Ὑπάρχουν καὶ ἐκεῖνοι, ποὺ ὁ χρόνος εἶναι «ἀπόλαυση» καὶ ζοῦν γιὰ νὰ «ἀπολαμβάνουν τὴ ζωή τους», μέσα ἀπὸ τὸ ἀνελέητο κυνήγι τῆς ἡδονῆς.
Ὑπάρχουν καὶ ἐκεῖνοι ποὺ χρησιμοποιοῦν τὸ χρόνο γιὰ τὴν ἱκανοποίηση τῶν φιλοδοξιῶν τους, νὰ ἀποκτήσουν δύναμη, κοινωνικὴ προβολὴ καὶ καταξίωση.
Γιὰ μᾶς τοὺς Χριστιανοὺς ποιά σημασία ἔχει ὁ χρόνος; Εἴμαστε σὲ θέση νὰ σκεφτοῦμε ὅτι εἴμαστε περαστικοὶ καὶ προσωρινοὶ ἔνοικοι τῆς γῆς;
Ἀξιοποιοῦμε τὸ χρόνο γιὰ τὴ σωτηρία μας, ἢ τὸν προσπερνοῦμε ἀνέμελα καὶ ἐπιπόλαια, σὰν τὶς μωρὲς παρθένες, τῆς εὐαγγελικῆς περικοπῆς;
Σκεφτόμαστε ὅτι εἶναι ἐνδεχόμενο τὴν ἑπόμενη στιγμὴ νὰ μὴν ὑπάρχουμε, διότι ὁ θάνατος ἔρχεται συχνὰ ἀπροειδοποίητα, «ὡς κλέπτης ἐν νυκτὶ» (Ματθ.24,43, Α΄Θεσ.5,2, Αποκ.3,3);
Ἐμεῖς οἱ πιστοὶ ἔχουμε (πρέπει νὰ ἔχουμε) ἄλλους στόχους γιὰ τὴ ροὴ τοῦ χρόνου. Ἡ παροῦσα ζωή μας δὲν εἶναι αὐτοσκοπός, ἀλλὰ προθάλαμος τῆς αἰωνιότητας, ἡ ὁποία καθορίζει τὴ θέση μας σ’ αὐτήν, μὲ γνώμονα τὴν ἐλεύθερη ἐπιλογή μας.
Γι’ αὐτὸ ἡ κάθε στιγμὴ τῆς ἐπὶ γῆς ζωῆς μας εἶναι καθοριστικὴ γιὰ τὴν θέση μας στὴν αἰωνιότητα.
Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος μας προτρέπει νὰ ἐκμεταλλευόμαστε κάθε στιγμὴ τῆς ἐπίγειας ζωῆς μας γιὰ τὴ σωτηρία μας: «ἀπεκδυσάμενοι τὸν παλαιὸν ἄνθρωπον σὺν ταῖς πράξεσιν αὐτοῦ» (Κολ.3,9). Διότι, πλέον «νῦν γὰρ ἐγγύτερον ἡ σωτηρία ἡ ὅτε ἐπιστεύσαμεν, ἡ νὺξ προέκοψεν ἡ δὲ ἡμέρα ἤγγικεν» (Ρωμ.13,11), νὰ βρισκόμαστε σὲ συνεχῆ ἐγρήγορση, ἡ ὁποία συνίσταται στὸ νὰ «ἀποθώμεθα τὰ ἔργα τοῦ σκότους καὶ (νὰ) ἐνδυσώμεθα τὰ ὅπλα τοῦ φωτὸς» (Ρώμ.13,12). Νὰ διάγουμε τὸν ἐπίγειο βίο μας, περπατῶντας «ἐν καινότητι ζωῆς» (Ρωμ.6,4).
Ὁ Μ. Βασίλειος μᾶς συμβουλεύει νὰ κάνουμε ἐτούτη τὴ ζωὴ σκαλοπάτι γιὰ τὴ μέλλουσα, διότι: «οὗτος ὁ αἰὼν (εἶναι) τῆς μετανοίας, ἐκεῖνος τῆς ἀνταποδόσεως, οὗτος τῆς ἐργασίας, ἐκεῖνος τῆς μισθαποδοσίας, οὗτος τῆς ὑπομονῆς, ἐκεῖνος τῆς παρακλήσεως».
Στόχος μας ἂς εἶναι ὁ οὐρανός! Ἂν ποθοῦμε τὴν αἰωνιότητα, νὰ φροντίσουμε ἀποκολληθοῦμε ἀπὸ τὰ δεσμὰ τοῦ χωροχρόνου καὶ φυσικὰ τὴ δουλεία τῆς ἁμαρτίας, «ἑαυτοὺς καὶ ἀλλήλους καὶ πᾶσαν τὴν ζωὴν ἡμῶν Χριστῷ τῷ Θεῷ παραθώμεθα»!
Νὰ παραδοθοῦμε ὁλοκληρωτικὰ στὸν Λυτρωτή μας Χριστό, λέγοντάς Του: «Σοὶ παρακατατιθέμεθα τὴν ζωὴν ἡμῶν ἅπασαν καὶ τὴν ἐλπίδα, Δέσποτα φιλάνθρωπε»!
Ἡ ἀνατολὴ τοῦ νέου χρόνου ἂς γίνει μιὰ νέα ἀφετηρία τῆς πορείας μας πρὸς τὴν αἰωνιότητα! «Ἰδοὺ νῦν καιρὸς εὐπρόσδεκτος, ἰδοὺ νῦν ἡμέρα σωτηρίας» (Ρωμ.13,12)!
Καλὴ καὶ εὐλογημένη χρονιὰ γιὰ ὅλους μας!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου