Κουμπιά

Κυλιόμενο Μήνυμα

Δευτέρα 30 Δεκεμβρίου 2024

Τὸ χάρισμα τοῦ Μαρτυρίου καὶ οἱ προϋποθέσεις του. Μνήμη Ὁσιονεομάρτυρος Γεδεῶν. Ἀρχ. Ἀθανάσιος Μυτιληναῖος

Τὸ χάρισμα τοῦ Μαρτυρίου καὶ οἱ προϋποθέσεις του

Μνήμη Ὁσιονεομάρτυρος Γεδεῶν († 30 Δεκεμβρίου)

Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία μακαριστοῦ γέροντος (†) Ἀθανασίου Μυτιληναίου
ἐκφωνήθηκε στὴν Ἱερὰ Μονὴ Κομνηνείου Λαρίσης στὶς 30-12-1999
Σήμερα ἡ Ἐκκλησία μας, ἀγαπητοί μου, καὶ ὅλως ἰδιαιτέρως ἡ δευτέρα πόλις τῆς μητροπολιτικῆς μας περιφερείας, ὁ Τύρναβος, ἑορτάζουν τὴν μνήμην του ὀσιονεομάρτυρος Γεδεῶν.
Εἶναι ὁ πολιοῦχος του Τυρνάβου, γιατί σ’ αὐτὴν τὴν πόλη ἔδωσε τὴ χριστιανική του μαρτυρία ὁ ἅγιος. Τὰ δὲ λείψανά του εἶναι τὸ ὡραιότερο στολίδι τῆς πόλεως, ἀλλὰ καὶ τὸ μεγαλύτερο καύχημά της. 
Εἶναι, ἀκόμη, πηγὴ πολλῆς πνευματικῆς δυνάμεως ἀλλὰ καὶ ἐλέγχου ὅτι σὲ κάθε ἐποχὴ βιοῦται τὸ εὐαγγέλιο καὶ δίδεται ἡ μαρτυρία τοῦ πιστοῦ. 
Ὁ ἅγιος Γεδεῶν γεννήθηκε στὰ Κάπουρνα τῆς Μακρυνίτσης στὸ Πήλιο τὸ 1766 ἀπὸ γονεῖς φτωχούς, ἀλλὰ καὶ πολὺ εὐλαβεῖς. 
Ἐλέγετο Νικόλαος. Στὰ δώδεκά του χρόνια βρέθηκε νὰ δουλεύει στὸ μπακάλικο ἑνὸς ἐξαδέλφου τῆς μητέρας του στὸ Βελεστίνο. 
Ὁ Τοῦρκος διοικητὴς παρετήρησε ὅτι ὁ μικρὸς Νικόλαος ἦταν πολὺ ἔξυπνος, πολὺ εὔστροφος καὶ ζήτησε ἀπὸ τὸν θεῖο του, τὸν μπακάλη, νὰ τὸν πάρει εἰς τὸ σπίτι τοῦ ἐκεῖ ὡς ὑπηρέτη. 
Ἐκεῖνος, ὁ θεῖος του, ἀρνήθηκε· λέγει: «Πῶς θὰ σοῦ τὸ δώσω ἐγὼ τὸ παιδί; Δὲν εἶναι δικό μου τὸ παιδί. Πῶς θὰ γίνει αὐτό;». 
Ἀλλὰ ὁ Τοῦρκος τὸ πῆρε τὸ παιδὶ μὲ τὴ βία- ἐξάλλου, κατοχὴ ἦταν. 
Ἐκεῖ στὸ σπίτι τοῦ Τούρκου μὲ ξεγέλασμα δέχτηκε τὴν περιτομή. Πῶς μποροῦσε ἕνα μικρὸ παιδάκι 12-13 χρονῶν νὰ γνωρίζει τί πρᾶγμα εἶναι ἡ περιτομὴ κ.λπ. Ἔτσι λοιπὸν περιετμήθη ὁ μικρὸς Νικόλαος. Εἶναι ἡ ἀναγνώρισις, θὰ λέγαμε, τοῦ Ἰσλὰμ ἡ περιτομή. 
Τὴν ἀπάτη του τὴν ἔφερε βαρέως, γι' αὐτὸ δύο μῆνες ἀργότερα δραπετεύει στὴν Κρήτη, κανεὶς δὲν τὸ ἐγνώριζε ποῦ εἶχε πάει, ὅπου καὶ μένει ἐκεῖ τρία ὁλόκληρα χρόνια, στὸ σπίτι ἑνὸς ἱερέως. Ἀλλὰ ὁ ἱερεὺς αὐτὸς ἀπέθανε καὶ ἀναγκάζεται ὁ νεαρὸς Νικόλαος νὰ ἀποχωρήσει ἀπὸ τὸ σπίτι τοῦ ἱερέως. 
Ἔρχεται στὴ μονὴ Καρακάλλου, εἰς τὸ Ἅγιο Ὅρος, ὅπου ἐκεῖ ἐξομολογεῖται τὸ ἁμάρτημά του καὶ χειροθετεῖται μεγαλόσχημος μοναχός. Ἔμεινε ἐκεῖ στὴ μονὴ Καρακάλλου τριανταπέντε ὁλόκληρα χρόνια. 
Μελετοῦσε διαρκῶς στὸ μοναστήρι του τὴν πτώση του καὶ μετροῦσε τὸ πέρασμα τῆς ζωῆς του, ψάχνοντας νὰ βρεῖ τὸν τρόπο τοῦ μαρτυρίου του· γιατί πίστευε ὅτι μόνον ἔτσι θὰ μποροῦσε νὰ ξεπλύνει αὐτὸ τὸ πολὺ μεγάλο ἁμάρτημα· γιατί στὴν πραγματικότητα ἦταν ἄρνησις τοῦ Χριστοῦ, παρὰ τὸ ὅτι δὲν ἐγνώριζε τί ἦταν ἡ ἰσλαμικὴ περιτομή. Ἐπιθυμοῦσε, μὲ τὸ μαρτύριο ὅπως σᾶς εἶπα, νὰ ξεπλύνει τὸ ἁμάρτημά του. 
Ἐπῆρε τὴν εὐλογία ἀπὸ τὸ μοναστήρι, ἐπῆρε τὴν εὐχὴ τοῦ γέροντος καὶ ὅλων τῶν μοναχῶν τοῦ μοναστηριοῦ καὶ ἔρχεται στὸ Βελεστίνο. 
Ἐκεῖ, μὲ μία σειρὰ προκλήσεων – ὅσοι διαβάσατε τὸν βίο τοῦ ἀσφαλῶς ξέρετε πόσες προκλήσεις δημιουργοῦσε- συλλαμβάνεται καὶ ὁδηγεῖται εἰς τὸν Τύρναβο, γιὰ νὰ δικαστεῖ ἀπὸ τὸν Βελὴ Πασᾶ, ποὺ ἦταν γιὸς τοῦ Ἀλὴ Πασᾶ. 
Ἀπολογούμενος, εἶπε στὸν Βελὴ Πασᾶ: «Ἐγώ, ὦ ἡγεμών, νέος τὴν ἡλικίαν ἀπατηθεὶς ὑπὸ τινος τῶν Ἀγαρηνῶν, ἠρνήθην τόν Ἰησοῦν μου Χριστὸν καὶ ἔγινα Τοῦρκος. Εἰς ἐμαυτὸν δὲ ἐλθὼν καὶ μετανοήσας γιὰ τὸ θεοστυγὲς καὶ ψυχώλεθρον κίνημα, κατέφυγα εἰς τό Ἅγιὸ Ὄρος ἳνὰ κλαύσω ἀξίως τὴν ἁμαρτία μου· εἰς ὅλο τοῦτο τὸ διάστημα τῆς ἐκεῖ ἐπιπόνου διατριβῆς μου, ἐλεγχόμενος ὑπὸ τῆς συνειδήσεώς μου. 
Ἐπέστρεψα δὲ ἐδῶ διὰ νὰ ὁμολογήσω τὸν παρ' ἐμοῦ ἀνοήτως ἀρνηθέντα Ἰησοῦ μου Χριστόν, Θεὸν ἀληθινόν, μέχρι θανάτου, πρὸς ἐξάλειψιν τοῦ ῥύπου τῆς ἀρνήσεως». 
Καὶ ὡς γνωστόν, συνελήφθη, ὕστερα ἀπὸ τὶς ἀπανωτές –σᾶς εἶπα – προκλήσεις του, ὁδηγήθηκε εἰς τὸν Τύρναβον καὶ ἐκεῖ ὑπέστη φρικτὸν θάνατον μὲ ἀλλεπαλλήλους ἀκρωτηριασμούς. Νὰ κόβουν το ‘νὰ χέρι, νὰ κόβουν τ’ ἄλλο χέρι, νὰ κόβουν το ΄νὰ πόδι, νὰ κόβουν τ’ ἄλλο πόδι, ἀντιλαμβάνεστε... Καὶ ἐμαρτύρησε στὶς 30 Δεκεμβρίου τοῦ ἔτους 1818. 

Τὸ μαρτύριον αἵματος εἶναι ἡ κορωνίδα, ἀγαπητοί μου, τῶν χαρισμάτων τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ὅλοι οἱ πιστοὶ δὲν τὸ ἔχουν τὸ χάρισμα αὐτό. Αὐτὸ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον εἶναι ἐκεῖνο ποὺ προετοιμάζει τοὺς πιστοὺς καὶ Αὐτὸ τὸ Ἴδιο προετοιμάζει καὶ τοὺς μέλλοντας μάρτυρας. 
Μὲ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον γινόμεθα πνευματικοὶ ἄνθρωποι, ἀλλὰ δεχόμεθα, ἐὰν ἔχομεν ἀκραία πίστιν καὶ ἀγάπην εἰς τὸν Χριστόν, μᾶς προετοιμάζει, σᾶς εἶπα, τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον, καὶ γιὰ τὸ ἀκραῖο χάρισμα, ποὺ εἶναι τὸ μαρτύριον. 
Σὲ τί συνίσταται ὅμως αὐτὴ ἡ προετοιμασία; Στὴν αὔξηση τῶν ἄλλων χαρισμάτων τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἐάν, δηλαδή, πῆρες ἄλλα χαρίσματα καὶ αὐτὰ τὰ ἔχεις αὐξήσει, τότε σοῦ δίδει τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον καὶ τὸ χάρισμα τοῦ μαρτυρίου. 
Εἶναι ἀκρότατον· μόνο νὰ σκεφτεῖ κανεὶς τί σημαίνει μαρτύριον – ποὺ βέβαια εἶναι γνωστὸν ἂν ἀνοίξομε ἕνα μαρτυρολόγιον θὰ δοῦμε τί φοβερὰ μαρτύρια ὑπέστησαν ἐκεῖνοι ποὺ ἐμαρτύρησαν γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ.
 
Σὲ τί, λοιπόν, συνίσταται αὐτὴ ἡ προετοιμασία; Στὴν αὔξηση τῶν ἄλλων χαρισμάτων, ὅπως σᾶς εἶπα, τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. 
Εἶναι γνωστὸν ὅτι τὰ χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἔρχονται ἔξωθεν – δὲν ὑπάρχουν μέσα μας. Ἔρχονται ἀπ' ἔξω, ἔρχονται ἀπὸ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον. Ἁπλῶς ὁ ἄνθρωπος, σὰν ἀποδέκτης αὐτῶν τῶν χαρισμάτων, κάνει δεκτὴ αὐτὴν τὴν προσφοράν. 
Γιὰ παράδειγμα σᾶς λέγω, ἡ ἀγάπη δὲν ἔχει πηγή της τὴν καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου, ὄχι... Ἔχει πηγή, τὸ χάρισμα τῆς ἀγάπης, τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον. 
Τὸ στέλνει αὐτὸ ὁ Θεὸς τὸ χάρισμα καὶ ὅταν ὁ ἄνθρωπος εἶναι δεκτικὸς αὐτοῦ τοῦ χαρίσματος, τὸ παίρνει. Καὶ ὅταν τὸ πάρει, τότε ἔχει τὸ χάρισμα τῆς ἀγάπης, εἴτε εἰς τὸν Θεόν, εἴτε εἰς τὸν πλησίον ἄνθρωπον, πάντως τὸ χάρισμα τῆς ἀγάπης ἔρχεται ἀπ' ἔξω. 
Αὐτὸ νὰ τὸ ξέρομε καὶ νὰ τὸ καταλάβομε. Εἶναι ὅπως- νὰ τὸ πῶ θεολογικά- κάθε χάρισμα ἄκτιστος ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ ποὺ στέλλεται στὸν κάθε πιστὸν καὶ ἀναλόγως, ἂν ἀνταποκριθεῖ ὁ πιστός, τότε βεβαίως τὸ χάρισμα αὐτὸ ἐνοικεῖ μέσα εἰς τὸν πιστὸν καὶ τὸ ἐκδηλώνει. 
Ἔτσι κάθε ἄνθρωπος, βέβαια, δέχεται τὰ χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τὰ χαρίσματα ἀπὸ τὸν οὐρανό, καλεῖται ὅμως ὄχι μόνο νὰ ἀποδεχθεῖ – κάθε ἄνθρωπος, ἀλλὰ ὅλοι οἱ ἄνθρωποι δὲν ἀποδέχονται, ἔρχεται τὸ χάρισμα ἀλλὰ δὲν ἀποδέχονται- καλεῖται ὅμως ὁ ἄνθρωπος ὁ ὁποῖος θὰ πάρει ἕνα χάρισμα ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, νὰ τὸ ἀποδεχτεῖ καὶ νὰ τὸ αὐξήσει. 
Ἐδῶ εἶναι τὸ σπουδαῖο... Δὲν εἶναι μόνον νὰ τὸ ἀποδεχτεῖ ἀλλὰ πρέπει καὶ νὰ τὸ αὐξήσει· διότι ἡ αὔξησις βέβαια, θὰ λέγαμε, πάλι εἶναι μὲ τὴ βοήθεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἀλλὰ μετέχει ὅμως ἡ ἀνθρωπίνη προαίρεσις, τὸ ἀνθρώπινον θέλω, ἡ ἀνθρωπίνη ἄσκησις, ὅπως θὰ δοῦμε πάλι πιὸ κάτω. 

Ἔτσι λοιπόν, ἂς ἀναφέρομε τί εἶναι ἐκεῖνα τὰ ὁποῖα θὰ βοηθήσουν ὥστε, ὅταν αὐξηθοῦν καὶ θέλει ὁ Θεός – προσέξτε· καὶ θέλει ὁ Θεός- νὰ φτάσομε καὶ εἰς τὸ ἀκρότατον χάρισμα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ποὺ εἶναι τὸ μαρτύριον. 
Καὶ πρῶτα πρῶτα ἔχομε τὴν αὔξηση τῆς πίστεως. Ἐὰν τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον δὲν δώσει τὸ χάρισμα τῆς πίστεως, δὲν ἔρχεται ἀπ' ἔξω, δὲν εἶναι κάτι δικό μου, τότε δὲν θὰ μπορῶ ποτέ μου νὰ πιστέψω. 
Ἦρθε τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον, νὰ μοῦ δώσει τὸ χάρισμα τῆς πίστεως, πολὺ καλά. Ἐγὼ τώρα τί πρέπει νὰ κάνω; Αὐτὸ νὰ τὸ αὐξήσω. 
Αὐξάνει μὲ πολλοὺς τρόπους. Μὲ τὴ μελέτη, μὲ τὴν προσευχή, μὲ τὴν ἐμβάθυνση μέσα εἰς τὸ μυστήριο τῆς πίστεως, μὲ τὴ συμμόρφωσή μου στὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ κ.ο.κ. 
Ἡ πίστις καὶ αὐξάνει καὶ ἐλαττοῦται- μὴν τὸ ξεχνᾶμε αὐτό. Φερειπείν, οἱ μαθηταὶ ἔλεγαν εἰς τὸν Κύριον· βέβαια, ξεκίνησαν ἀπὸ μίαν πίστη νὰ ἀκολουθήσουν τὸν Χριστόν, ξέρετε ὅμως τί ἔβλεπαν εἰς τὸν ἑαυτό τους; Ὅτι δὲν ἦταν ἐπαρκὴς ἡ πίστη τὴν ὁποία εἶχαν, γι΄αυτό τί ἀκριβῶς ἔλεγαν εἰς τὸν Κύριον: «Πρόσθες ἡμῖν, Κύριε, πίστιν». «Πρόσθεσε». 
Ἄ, ὥστε λοιπὸν εἶναι κάτι τὸ ὁποῖον προστίθεται ἡ πίστις. Ναί. Μὰ ἐὰν προστίθεται, τότε καὶ ἀφαιρεῖται. Εἶναι πολὺ φυσικό. 
Ἔτσι βλέπομε, ὁ Πέτρος κάποια στιγμὴ ὀλιγοψύχησε. Τί τοῦ λέει ὁ Χριστὸς ἐκεῖ ποὺ πῆγε νὰ περπατήσει ἐπάνω στὴν ἐπιφάνεια τῆς λίμνης; «Εἰς τί ἐδίστασας, ὀλιγόπιστε;». Ἀφαιρέθηκε ἐκείνη τὴ στιγμὴ ἡ πίστις. Ἀπὸ τί ἀφαιρέθηκε; Ἀπὸ τὴ βιαιότητα τοῦ ἀνέμου. Μὰ ἔχεις τὸν Διδάσκαλον μπροστά... Ἔ, μειώθηκε. 
Ἀλλὰ καὶ ὁ Ἰούδας; Ὁ Ἰούδας δὲν ἐμείωσε τὴν πίστιν, διότι γιὰ νὰ ἀκολουθήσει τὸν Χριστόν, διέθετε κάποια πίστιν. Τώρα ἔρχεται ἡ στιγμὴ ποὺ χάνει, ὁλότελα χάνει τὴν πίστη.

Μὴν ξεχνᾶμε λοιπόν, μπορεῖ νὰ χάσω τὴν πίστη μου, μπορεῖ νὰ βρῶ τὴν πίστη μου, μπορεῖ νὰ τὴ μεγαλώσω, μπορεῖ νὰ τὴ μικρύνω. 
Καὶ ἡ αὔξησις τῆς πίστεως προϋποθέτει ὄχι μιὰ μετρία πίστη, ἀλλὰ μιὰ πολλὴ πίστη, ὅταν μιλᾶμε γιὰ αὔξηση. Μιὰ πίστη ζῶσα, ἐνεργό, μιὰ πίστη ποὺ βλέπει μὲ εἰλικρίνεια ἐκεῖνα ποὺ δὲν βλέπουν οἱ πολλοὶ καὶ ποὺ ἔχουν βέβαια μετρία πίστη. 
Μᾶς κάνει ἐντύπωση, πολλὲς φορές, ἀγαπητοί, «γιατί αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος δὲν πιστεύει; Γιατί ἔχει τόσο λίγη πίστη;». 
Ναί. Ξέρετε πότε θὰ δοκιμαστεῖ ἡ πίστις τῶν Χριστιανῶν; Δοκιμάζεται καθημερινά... Θὰ δοκιμαστεῖ ὅμως στὶς ἡμέρες τοῦ Ἀντιχρίστου. 
Θὰ πᾶς ἀδελφέ μου νὰ τὸν προσκυνήσεις; Μόνο καὶ μόνο – τὸ ἀκούω ἀπὸ τώρα αὐτό...- μόνο καὶ μόνο γιὰ νὰ πάρεις τρόφιμα, γιατί λὲς ἔχεις παιδιά; Ὥστε ἔτσι; Ἔχεις παιδιά, ἔ; «Τί θὰ κάνω;». Σᾶς εἶπα, τό ΄χῷ ἀκούσει πολλὲς φορές... «Θὰ ἀφήσω τὰ παιδιά μου νὰ πεθάνουν;». Αὐτὸ δὲν εἶναι μία ἀπιστία; Καὶ σπεύδεις νά... προσκυνήσεις τὸν Ἀντίχριστο; 

Ἕνα δεύτερο σημεῖο. Εἶναι ἡ αὔξησις τῆς ἐλπίδος. Ἡ ἐλπίδα – τί εἶναι ἡ ἐλπίδα; εἶναι ἡ τονισμένη πίστις. Ἂν πεῖτε στὸ μικρό σας παιδάκι ὅτι ὅταν θὰ γυρίσετε ἀπὸ τὴ δουλειά, θὰ τοῦ φέρετε ἕνα πολὺ ὡραῖο παιχνίδι, τὸ παιδὶ τὸ πίστεψε. Κάτι παραπάνω· χοροπηδάει ἀπὸ τὴ χαρά του: «Ὁ μπαμπᾶς θὰ μοῦ φέρει ἕνα παιχνίδι, μοῦ εἶπε!». Καὶ τί κάνει; Χαίρεται! 
Τί εἶναι λοιπὸν ἡ ἐλπίδα; Ἡ ἐλπίδα εἶναι τονισμένη πίστις καὶ φέρει εἰς τὸ προσκήνιον, εἰς τὸ προσκήνιον φέρει τὴν χαρά. Αὐτὴ εἶναι ἡ ἐλπίδα. 
Πρέπει ὁ πιστὸς νὰ ἀρχίσει νὰ βιώνει, ἀκόμα, τὴ ματαιότητα τοῦ παρόντος κόσμου. Πόσα πράγματα ὑπάρχουν γύρω... 
Ἀλλὰ τὴν ματαιότητα δὲν τὴν βλέπει ὁ πιστὸς στὰ ἔργα τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ στὰ ἔργα τῶν ἀνθρώπων. Ὁ Θεὸς ὅ,τι δημιουργεῖ, δὲν εἶναι τίποτα μάταιον. Ἔκανε τὸν ἄνθρωπο. Ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἕνα μάταιο ἔργο τοῦ Θεοῦ; Ἄπαγε! 
Ἀκοῦστε τί λέγει ὁ Ψαλμωδός: «Μὴ γὰρ ματαίως ἔκτισας πάντας τοὺς υἱοὺς τῶν ἀνθρώπων;» λέει στὸν 88ον Ψαλμό του. «Τάχα μάταια ἐδημιούργησες τοὺς ἀνθρώπους;». 
Γιὰ νὰ θαυμάσει τὴν κατασκευὴ τοῦ ἀνθρώπου, χωρὶς νὰ μπορεῖ πιὸ πολλὰ πράγματα νὰ ἐξηγήσει ὁ Δαβίδ, ὥστε μὲ ἔκπληξη ἐρωτάει ὁ Ψαλμωδὸς εἰς τὸν 8ον Ψαλμόν: «Τί ἐστιν ἄνθρωπος, ὅτι μιμνῄσκῃ αὐτοῦ;». «Ἀλήθεια, τί εἶναι ὁ ἄνθρωπος, ποὺ φτάνεις Σύ, ὁ Δημιουργός, νὰ τὸν θυμᾶσαι;». 
Δηλαδὴ «ἀσχολεῖσαι μὲ τὸν ἄνθρωπο καὶ τὸν θυμᾶσαι;». υἱὸς ἀνθρώπου, ὅτι ἐπισκὲπτῃ αὐτόν;». Ἢ τί εἶναι – ἐβραϊσμός, ἰδιότητα ἑβραϊκή, «υἱὸς ἀνθρώπου», «ἄνθρωπος» τὸ ἴδιο εἶναι- ὁ ἄνθρωπος ὥστε φτάνεις νὰ τὸν ἐπισκέπτεσαι;». 
Καὶ μάλιστα μὲ τὴν κορυφαία ἐκείνη ἐπίσκεψη τῆς Ἐνανθρωπήσεως. Τάχα, τόσο σπουδαῖος εἶναι ὁ ἄνθρωπος; 
Θέλετε νὰ δεῖτε τί ἀξίζει ὁ ἄνθρωπος; Χάριν τοῦ ὁποίου ἔγινε ὁ Θεὸς Λόγος, ἄνθρωπος. Ζυγίστε τὴν πράξη αὐτὴ τοῦ Θεοῦ Λόγου, γιὰ νὰ καταλάβετε ποιά εἶναι ἡ ἀξία τοῦ ἀνθρώπου. Δὲν εἶναι λοιπὸν ἡ δημιουργία ἑνὸς ἀνθρώπου κάτι τὸ μάταιον. Τὰ ἔργα τοῦ Θεοῦ δὲν εἶναι μάταια. Ὅ,τι ὑπάρχει γύρω. Ἀπὸ τὸν ἥλιο μέχρι τὸ χορτάρι. Τὰ ἀστέρια, τὰ πάντα, ὅ,τι κάνει ὁ Θεός, δὲν εἶναι τίποτε μάταιον. 
Τὰ ἔργα τῶν ἀνθρώπων, ὅμως, εἶναι ἐκεῖνα τὰ ὁποῖα δὲν φέρουν τὴ σφραγῖδα τοῦ Θεοῦ καὶ συνεπῶς εἶναι μάταια. 
Πάντως, ἡ ἐλπίδα πρέπει νὰ ξεκολλάει ἀπὸ τὰ γήινα καὶ νὰ συνδέεται μὲ τὰ οὐράνια. Αὐτὴ εἶναι ἡ αὔξησις τῆς ἐλπίδος περὶ τῆς ὁποίας καὶ ὁ λόγος.
 
Ἔρχομαι σὲ ἕνα τρίτο. Εἶναι ἡ αὔξησις τῆς ἀγάπης. Μιὰ ἀγάπη ποὺ πρέπει νὰ στρέφεται στὸν ἄλλον ἄνθρωπο, ἀσφαλῶς, ἀλλὰ κυριότατα στὰ ἔργα τοῦ Θεοῦ καὶ στὸν ἴδιο τόν Θεό. Θὰ ἀγαπήσω τὰ ἔργα τοῦ Θεοῦ. Ἕνα ζωάκι, ἕνα λουλούδι. Θὰ θαυμάσω τὸν Δημιουργόν. 
Ἀλλὰ προπαντὸς θὰ ἀγαπήσω τὸν Θεὸν· διότι, κάθε ἄλλη ἐπί μέρους ἀγάπη ἐκεῖ ἀποτείνεται, εἰς τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. 
Πολλὲς φορὲς μιλᾶμε γιὰ ἀγάπη -πολλὲς φορές! Εἶναι στὴ γλῶσσα μας τὸ θέμα τῆς ἀγάπης- ἀλλὰ μιὰ ἀγάπη ποὺ πάντοτε τὴν ἐννοοῦμε μόνο εἰς τὸν ἄλλον ἄνθρωπον καὶ ὄχι εἰς τὸν Θεόν. Σὰν νὰ εἶναι αὐτονόητο ὅτι ἀγαπᾶμε τὸν Θεό. 
Ἀγαπητοί μου, δὲν εἶναι καθόλου αὐτονόητο... Πρέπει νὰ διακρίνω, θυμηθεῖτε, τὴν ἐπιτομὴ τῶν ἐντολῶν: «Ἀγαπήσεις Κύριον τὸν Θεὸν σοῦ –κ.λπ. καὶ τὸν πλησίον σοῦ ὡς ἑαυτόν». 
Ὅταν οἱ ἐντολὲς μπαίνουν ἡ μιὰ μετὰ τὴν ἄλλη , κατ’ ἕναν ἱεραρχικὸν τρόπον, δὲν εἶναι ἀπὸ μιὰ πολυτελῆ, θὰ λέγαμε, διάθεση. Ἁπλούστατα ἡ ἀγάπη πρὸς τὸν ἄλλον ἄνθρωπον εἶναι δεύτερη μετὰ τὴν ἀγάπη πρὸς τὸν Θεόν. 
Ἔτσι, ὅταν μιλᾶμε γιὰ ἀγάπη, δὲν ἐννοοῦμε τὴν ἀγάπη πρὸς τὸν Θεό. Εἶναι δυστύχημα... Τὸ ἀκόμη ὅμως χειρότερο, ξέρετε ποιό εἶναι; Χμμμ... Μιλᾶμε γιὰ τὸ Μillenium. «Θὰ μποῦμε», λέει, «στὴν τρίτη χιλιετία. Τί πρέπει νὰ προσέξουμε;». Ἀκούω, διαβάζω... «Τί πρέπει», λένε, «νὰ προσέξομε;» Ναί. «Νὰ μὴν ἐπαναλάβομε», λένε, «τὰ λάθη», -σπουδαῖοι, τρανοὶ ἐπιστήμονες, κατὰ τὰ ἄλλα πολὺ ὡραῖοι- «δὲν πρέπει νὰ ἐπαναλάβομε τὰ λάθη ποὺ κάναμε εἰς τὴν δευτέρα χιλιετία. 
Πρέπει νὰ ἀναπτύξομε –ἐδῶ προσέξτε...- τὸν ἀνθρωπισμὸ· διότι ἐτονίσαμε τὴν τεχνολογία, τὰ παιδιά μας νὰ μάθουν τεχνολογία καὶ τεχνολογία, ἔχομε φτάσει σὲ κάποια ὕψη τεχνολογίας, πωπω..., ἔτσι ποὺ ὁ ἴδιος ὁ ἄνθρωπος νὰ ἀπορεῖ: ‘’Ἐκεῖ φτάσαμε;’’». 
Κι ὅμως, ἀγαπητοί μου, νομίζομε ὅτι αὐτὴ ἡ γνῶσις θὰ φέρει καὶ τὸν ἀνθρωπισμό. Ἀντιθέτως, ἔχει φέρει τὴν ἀγριότητα, τὸν ἀπανθρωπισμό, ὄχι τὸν ἀνθρωπισμό. 
Ξέρετε γιατί; Διότι αὐτὸς ποὺ θέλομε νὰ καλλιεργήσουμε, τὸν ἀνθρωπισμὸ δηλαδή, δὲν περνάει ἀπὸ τὸν Θεό. Εἶναι κάτι ποὺ μιλᾶμε γιὰ τὴν ἀγάπη ἀπὸ ἄνθρωπο σὲ ἄνθρωπο ἀπ' εὐθείας. Καὶ ἔτσι εἴδαμε καὶ τὸ φαινόμενον, νά... βομβαρδίζουμε τοὺς Σέρβους «γιὰ λόγους», λέει, «φιλανθρωπίας»... Τὸ ἀκούσατε αὐτὸ ποτέ; «Γιὰ λόγους φιλανθρωπίας...». 
Ξέρετε τί εἶναι αὐτό; Πρόβα τζενεράλε. Ἡ Σερβία εἶναι πρόβα τζενεράλε. Εἶναι ἡ γενικὴ δοκιμή, γενικὴ δοκιμή, τί θὰ γίνει παρακάτω, ἐὰν δὲν ἱκανοποιεῖς τὰ γοῦστα ἐκείνων ποὺ ἔχουνε κάποια γοῦστα... Καὶ αὐτὸ λέγεται ἀγάπη; 
Ἡ ἀγάπη πρέπει νὰ περνάει ἀπὸ τὸν Θεό. Πρέπει νά ‘χει τὴ σφραγῖδα τοῦ Θεοῦ. Ἀλλιώτικα, αὐτὸς ὁ ἀνθρωπισμός, ὁ οὑμανισμός, εἶναι ἀπανθρωπία. Νὰ τὸ ξέρομε αὐτὸ καὶ νὰ τὸ συνειδητοποιήσομε περισσότερο καὶ περισσότερο. 

Ἔτσι λοιπὸν θὰ ἔχομε αὔξηση καὶ τῆς ἀγάπης· ἡ ἀγάπη ἐκείνη, ἡ ὁποία πρέπει νὰ ὑποκαίει τὰ σπλάχνα. Ἔλεγε ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ἔλεγε: «Ἐμοὶ δὲ τὸ ζῆν Χριστὸς καὶ τὸ ἀποθανεῖν κέρδος». «Γιὰ μένα, τὸ νὰ ζῶ εἶναι κέρδος. Τὸ νὰ πεθάνω; Κι αὐτὸ εἶναι κέρδος· γιὰ τὸν Χριστό». «Τὶς ἡμᾶς χωρίσει», λέει στὸ ὄγδοο κεφάλαιο στὴν πρὸς Ρωμαίους ἐπιστολή του: «Τὶς ἡμᾶς χωρίσει ἀπὸ τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ;». Ποιός μπορεῖ νὰ μᾶς χωρίσει; Μάχαιρα; Πεῖνα; Γυμνότης; Τίποτα δὲν μπορεῖ νὰ μᾶς χωρίσει- ἐκεῖ πρέπει νὰ φτάνει ἡ ἀγάπη. Ἡ ἀγάπη, τὸ ἐπαναλαμβάνω, εἰς τὸν Χριστόν. 

Ἕνα τέταρτο σημεῖον. Κάθε μαρτύριον πρέπει νὰ εἶναι καρπὸς τῆς ἀγάπης στὸν Χριστό. Ἔτσι, ἔχομε ἐδῶ ὁπωσδήποτε νὰ φτάνομε σ’ αὐτό. Ὅπως ἔλεγε ὁ ἀπόστολος Παῦλος. Ποιός μπορεῖ νὰ μᾶς χωρίσει; 
Ἕνα σημεῖο ἀκόμα. Εἶναι ἡ αὔξηση τῆς ἀσκήσεως. Ναί. Εἶναι γνωστὸ ὅτι οἱ ψυχικὲς καὶ σωματικὲς ταλαιπωρίες κάμπτουν καὶ τὴν ἀγάπη καὶ τὴν πίστη τοῦ ἀνθρώπου, μὲ ἀποτέλεσμα ὁ ἄνθρωπος νὰ προδίδει τὸν Χριστόν. Αὐτὸ τὸ γνωρίζουν οἱ ἐχθροὶ τῆς πίστεως. 
Γι΄αὐτό χρειάζεται διαρκὴς ἄσκησις καὶ λιτότητα ζωῆς. Ἡ τρυφὴ τοῦ βίου πρέπει νὰ ἀπουσιάζει τελείως. Ἡ νηστεία· ἡ ἑκουσία πτωχεία· ἡ μετὰ ὑπομονῆς ἀσθένεια· ἡ ποικίλη ταλαιπωρία· εἶναι θαυμάσια στοιχεῖα αὐξήσεως τῆς ὑπομονῆς γιὰ τὴν ἀντιμετώπιση τοῦ μαρτυρίου. 
Ὁ ἀσκούμενος πιστὸς πρέπει νὰ ἔχει τὴν ἄσκηση διαρκῶς μπροστά του. Τὸ βιβλίο τῆς Ἀποκαλύψεως ὁμιλεῖ καὶ περὶ οἰκονομικοῦ ἀποκλεισμοῦ. Μποροῦμε νὰ ἀντέξομε; 

Καὶ ἕνα τελευταῖο στοιχεῖο. Εἶναι ἡ αὔξησις τῆς συνέσεως καὶ τῆς διακρίσεως. Θὰ πρέπει νὰ διακρίνομε πῶς θὰ κινηθοῦμε εἰς τὸ θέμα τῆς διακρίσεως. 

Ἀγαπητοί. Εἶναι χαρακτηριστικὸ ὅτι ὁ ἅγιος Γεδεῶν προετοιμαζόταν μὲς στὸ μοναστήρι του τριανταπέντε χρόνια γιὰ τὸ μαρτύριο ποὺ θὰ ὑφίστατο. Ἂν αὐθορμήτως ἐμφανίστηκε, ὅπως καὶ ὁ ἅγιος Κωνσταντῖνος ὁ Ὑδραῖος – ἔχομε μιὰν ἀνάλογην περίπτωσιν εἰς τὴν Ρόδον- ἔγινε γιατί προηγουμένως σᾶς εἶπα, δὲν πρέπει νὰ πάει κανεὶς αὐθόρμητα. Στάσου. Εἶσαι ἕτοιμος; Γιατί ὑπῆρξε παλιὸς λογαριασμὸς ποὺ ἔπρεπε νὰ ἐξοφληθεῖ μὲ τὸν ἰσλαμισμό. Παλιὸς λογαριασμός... 
Πάντως, ἀγαπητοί, ἡ ἐποχή μας ἔχει ἀνάγκη ἀπὸ μάρτυρες Χριστοῦ. Ἐκκλησία χωρὶς μάρτυρες, εἶναι ἐκκλησία χωρὶς μαρτυρίαν. Καὶ μαρτύριον ἐννοοῦμε κάθε μορφῆς μαρτύριον. Ἀπὸ τὸ μαρτύριο τοῦ αἵματος μέχρι τὸ μαρτύριο τῆς συνειδήσεως. Καὶ τὸ μαρτύριον τῆς κοινωνικῆς περιφρονήσεως. Πρέπει νὰ ἀσκούμεθα. Γιατί ἀλλιώτικα ὅλα τὰ ἄλλα δὲν θὰ μποροῦν νὰ αὐξηθοῦν καὶ ἔτσι νὰ μὴ μᾶς χαρίσει τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον τὸ ἀκρότατο χάρισμά Του, ποὺ εἶναι τὸ μαρτύριον. Ἀμήν. 



ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ
καὶ μὲ ἀπροσμέτρητη εὐγνωμοσύνη στὸν πνευματικό μας καθοδηγητή
μακαριστὸ γέροντα Ἀθανάσιο Μυτιληναῖο,
Ἀπομαγνητοφώνηση ὁμιλίας καὶ ψηφιοποίηση κειμένου:
Ἑλένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
Ἐπιμέλεια πολυτονισμοῦ: Ἄκτιστον



ΠΗΓΗ:

http://www.arnion.gr/mp3/omilies/p_athanasios/mnhmh_agivn/mnhmh_agivn_003.mp3

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου