Δημήτρης Νατσιός Δάσκαλος Κιλκίς -Θεολόγος
Δυστυχισμένε μου λαέ, καλέ κ᾽ ἠγαπημένε πάντοτ’ εὐκολόπιστε καί πάντα προδομένε
(Διονύσιος Σολωμός)
Λίγο πρίν ἀπό την Ἐπανάσταση ὁ ἀπροσκύνητος Κλέφτης, Θεόδωρος Γρίβας, συλλαμβάνεται ἀπό τό «θηρίο» τῶν Ἰωαννίνων, τόν περιβόητο Ἀλῆ πασᾶ καί καταδικάζεται σέ θάνατο δι᾽ ἀπαγχονισμοῦ. Ὁ σπουδαῖος ἀθηναιογράφος Δημ. Καμπούρογλου, στό Βιογραφικόν Σχεδίασμα (ἐκδ. «Βεργίνα», Ἀθήνα, σ. 18) γιά τόν ἀγωνιστή τοῦ ᾽21 Θ. Γρίβα, διασώζει ἕνα χαρακτηριστικό ἐπεισόδιο: «Ὅταν ὁ δήμιος ἐπλησίασε κρατῶν τό σχοινίον, ὁ Γρίβας ἐκάλυψε τήν κεφαλήν του διά τοῦ ἐνδύματός του.
Ὁ σατράπης διέταξε τότε τόν δήμιον νά σταθῇ, τόν δέ Θεόδωρον νά πλησιάσῃ· καί τῷ εἶπε: Γιατί σκέπασες τό κεφάλι σου, φοβήθηκες τόν θάνατον; Δέν ἤξερες ὅτι ἀφοῦ ἀκολούθησες τή δουλειά τοῦ πατέρα σου αὐτή θά ἦταν ἡ τύχη σου; Δέν φοβήθηκα τόν θάνατο, ἀπεκρίθη ὁ Θεόδωρος, τόν φόβο τόν ἄφησα στήν κοιλιά τῆς μάνας μου, οὔτε θά μείνω χωρίς ἐκδίκησι· καί πατέρα ἔχω καί τέσσερεις ἀδελφούς· μά ντρέπομαι τόν κόσμο πού θά μέ ἰδῇ νά πεθάνω ἔτσι καί ἀπό τά χέρια τέτοιων παληανθρώπων (καί ἔδειξε τούς Γύφτους, οἵτινες συνήθως μετήρχοντο τό ἐπάγγελμα τοῦ δημίου). Ἐζήτησα τόν θάνατο, ὅπου ἔπρεπε, ἀλλ᾽ αὐτός μέ ἀρνήθηκε. Ἡ ἀπάντησις αὕτη τόσην ἐντύπωσιν ἔκαμεν εἰς τόν Ἀλῆ, ὥστε διέταξε νά μήν τόν ἀπαγχονίσωσι, ἀλλά νά τόν ρίψωσιν εἰς τάς φυλακάς».
Αὐτή εἶναι ἡ εἰκόνα τῆς σημερινῆς Πατρίδας. Ξακουστή, «ὄμορφη, πλούσια, κι ἄπαρτη καί σεβαστή κι ἁγία», στέκεται ἁλυσοδεμένη ἐνώπιον τῶν δημίων της καί κρύβει το πρόσωπό της, ὄχι ἀπό ντροπή -«τιμιωτέρα ἰδιότης στήν οἰκουμένη» δέν ὑπάρχει, Ἑλλάδα- ἀλλά γιά νά μή βλέπει τούς χα-μαίζηλους σατραπίσκους πού τήν «ἀπαγχονίζουν».
Καί τό «ἰκρίωμα», ἡ ἀγχόνη, ἔχει στηθεῖ μές στίς σχολικές τάξεις, ὅπου γιά πρώτη φορά ἀπό ἱδρύσεως τοῦ ἑλληνικοῦ κράτους κυκλοφοροῦν «βιβλία» -πανέρια μέ ὀχιές- στα ὁποῖα εὐτελίζονται καί γελοιοποιοῦνται τά πολυτίμητα τζιβαϊρικά τοῦ Γένους, ἡ ἀμώμητος Πίστη, ἡ Πατρίδα, οἱ ἐθνικοί ἀγῶνες, ἡ ἐξαίσια Παράδοσή μας! «Γιατί καί κεῖνα πού σεβάστηκεν ὁ Τοῦρκος, τ’ ἄθεα γράμματα τά πατᾶνε καί πᾶνε νά τά ξεριζώσουνε…
Τά ἄθεα γράμματα ὑφαίνουνε τό σάβανο τοῦ Γένους» μοιρολογεῖ ὁ Παπουλάκος (Ἰδιοπροσωπία τοῦ Νέου Ἑλληνισμοῦ, ἐκδ. «Ἵδρυμα Γουλανδρῆ-Χόρν», Ἀθήνα 1999, σ. 397).
Θά περίμενε κανείς ὅτι τό ᾽21, τά γενέθλια τοῦ κράτους μας, τό ἄφραστον θαῦμα τῆς Θεοτόκου -γιατί θαῦμα τῆς Θεομάνας μας ἦταν ἡ λευτεριά- θά τό προσέγγιζαν «οἱ νάνοι καί οἱ ἀρλεκίνοι, οἱ τροπαιοῦχοι τοῦ ἄδειου λόγου» (Παλαμᾶς), θά τό ἀντιμετώπιζαν μέ τήν πρέπουσα ἱερότητα. Νά, ὅπως τά εὐλογημένα γιαταγάνια καί καριοφίλια τῶν κλεφταρματολῶν: Τοῦ ἀντρειωμένου τ᾽ ἅρματα δέν πρέπει νά πουλιῶνται μόν’ πρέπει τους στήν ἐκκλησιά ἐκεῖ νά λειτουργιῶνται.
Γιατί τό ᾽21 εἶναι τό «ἅγιο Βῆμα» τῆς ἱστορίας μας!! «Ἡ ἑλληνική Ἐπανάσταση εἶναι ἡ πιό πνευματική ἐπανάσταση πού ἔγινε στόν κόσμο. Εἶναι ἁγιασμένη... Ἡ σκλαβιά πού ἔσπρωξε τούς Ἕλληνες νά ξεσηκωθοῦν καταπάνω στόν Τοῦρκο δέν ἤτανε μονάχα ἡ στέρηση κ’ ἡ κακοπάθηση τοῦ κορμιοῦ, ἀλλά, ἀπάνω ἀπ’ ὅλα, τό ὅτι ὁ τύραννος ἤθελε νά χαλάσει τήν πίστη τους, μποδίζοντάς τους ἀπό τά θρησκευτικά χρέη τους, ἀλλαξοπιστίζοντάς τους καί σφάζοντας ἤ κρεμάζοντάς τους, ἐπειδή δέν ἀρνιόντανε τήν πίστη τους γιά νά γίνουνε μωχαμετάνοι. Γιά τοῦτο πίστη καί πατρίδα εἴχανε γίνει ἕνα καί τό ἴδιο πρᾶγμα» (Φώτη Κόντογλου, Ἡ Πονεμένη Ρωμιοσύνη, ἐκδ. «Ἀστήρ», Ἀθήνα 71989, σ. 275). Γιά κάποιους ὅμως, πού κακῇ τῇ ὥρᾳ, γράφουν καί σχολικά βιβλία Γλώσσας, ἡ Ἐπανάσταση δέν εἶναι «ἁγιασμένη», ἀλλά εὐκαιρία γιά -ἄς μοῦ ἐπιτραπεῖ ἡ φράση- «χαβαλέ», γιά σαχλεπίσαχλες ἐπινοήσεις! Εἶναι δυνατόν νά διακωμωδεῖται τό ᾽21; Ἔχουν δικαίωμα κάποιοι νά γελοιοποιοῦν τά ὅσια καί τά ἱερά τοῦ Γένους;
Στήν Νεοελληνική Γλῶσσα Α´ Γυμνασίου (σ. 82-83) περιέχεται κείμενο -ἀφιέρωμα στό ᾽21 μέ τίτλο «Ἡ παράσταση». Ἀντιγράφω ἕνα ἀπόσπασμα: «...τότε ὁ Βαγγελάκης πού ἔκανε τόν Μπότσαρη καί τόν στένευε ἡ στολή του, ἔσκυψε νά πάρει τά τσαρούχια μου νά μοῦ τά δώσει καί φάνηκε τό σώβρακό του καί τά κορίτσια ἔβαλαν τά γέλια κι ἐκεῖνος τά κλάματα...
Καί ὁ κύριος διευθυντής... ἄρχισε νά φωνάζει:
- Ζήτω ἡ 25η Μαρτίου! καί εἶπε «καί τοῦ χρόνου» κι ὅλοι σηκώσαμε τά χέρια μπροστά καί εἴπαμε καί ζήτω κι ἡ κυρία Οὐρανία φώναξε πάλι προσοχή! καί σταθήκαμε ὅλοι προσοχή καί τραγουδήσαμε τόν ἐθνικό ὕμνο καί γιατί χαίρεται ὁ κόσμος καί χαμογελάει πατέρα; καί φύγαμε νά πᾶμε σπίτι μας νά φᾶμε σκορδαλιά γιά τό καλό τῆς ἡμέρας, νά κοιμηθοῦμε, νά ξυπνήσουμε, νά βάλουμε τά καλά μας καί νά πᾶμε νά ποῦμε χρόνια πολλά τοῦ Βαγγελάκη πού εἶχε τήν ἐθνική ἑορτή του».
(Σέ τέτοια ἀξιοθρήνητη γλῶσσα γραμμένο τό κείμενο - «σπασμένα ἑλληνικά»!! Και στήν ἴδια σελίδα, ἀντί νά μπεῖ μιά εἰκόνα τοῦ ᾽21, ὅπως γιά παράδειγμα ἡ «Ἔξοδος», παρεισέφρησε διαφήμιση γιά το ἐρεβοειδές κινηματογραφικό ἔργο «Ὁ ἄρχοντας τῶν δαχτυλιδιῶν»!!).
Τό ἴδιο χλευαστικό καί ἀνίερο ὕφος συναντοῦμε καί στό «Τετράδιο Ἐργασιῶν» Νεοελληνικῆς Γλώσσας τῆς Β´ Γυμνασίου (σ. 35). Κείμενο μέ τίτλο «Ἀρχίζουμε πρόβες γιά τήν ἐθνική γιορτή». Ἀντιγράφω καί ἀπό αὐτό τό κουρελούργημα ἕνα ἀπόσπασμα (τά ἀποσπάσματα ἐνίοτε εἶναι καί... ἐκτελεστικά! «Ἐκτελοῦν» καί μαγαρίζουν ἀνυποψίαστες, ἀθῶες παιδικές ψυχές!).
«Τέλεια! Σήμερα στό μάθημα τῆς μουσικῆς ἦταν τέλεια! Γιατί ἀπό αὔριο ἀρχίζουμε πρόβες γιά τή γιορτή τῆς 25ης Μαρτίου. Θά κάνουμε πρόβες μέ τή χορωδία, θά χάνουμε μαθήματα! Ἔχουμε μιά κάπως μικρή χορωδία στό σχολεῖο, καμιά τριανταριά ἄτομα καί ἔχει πλάκα. Τό ρεπερτόριο θά 'ναι τό συνηθισμένο: Ἐλεύθεροι Πολιορκημένοι καί δῶσ᾽του... Ἀπό τώρα ὀνειρεύομαι τίς ὧρες μαθημάτων πού θά χαθοῦν στίς πρόβες. Καί ἡ καλλιτεχνικοῦ, ἡ Βαφιώτη, μᾶς λέει ὅτι θέλει μιά ὁμάδα νά σχεδιάσει κάτι σκηνικά καί κάτι Κολοκοτρώνηδες καί κάτι σημαῖες καί δάφνες. Μέσα! Ὑπολογίζω κι ἄλλες χαμένες ὧρες μαθημάτων...».
Ἐρωτῶ: Πῶς θά μάθει ὁ ἄγουρος νέος μαθητής, πῶς θά τοῦ καλλιεργηθεῖ τό σέβας γιά τό ᾽21 καί ἡ ὑπερηφάνεια γιά τόν ἡρωισμό καί τήν αὐτοθυσία τῶν προγόνων του, ὅταν τοῦ «διδάσκουμε» τέτοιες ἀθλιότητες; Γιατί ὕστερα νά μήν καίουν τήν σημαία μας; Ποῦ εἶναι τά γραμμένα μέ αἷμα «ἀπομνημονεύματα» τῶν πολέμαρχων τοῦ Εἰκοσιένα; Τί ἀπέγιναν οἱ Ἐλεύθεροι Πολιορκημένοι τοῦ Σολωμοῦ, πού τιτλοφόρησε κατ᾽ ἀρχάς τό ἀριστούργημά του μέ τή λέξη Χρέος;
Ὁ μεγάλος ἐθνικός ποιητής μας, τό 1842, στίς 25 Μαρτίου μάλιστα, σέ μιά ἐπιστολή του στόν Γ. Τερτσέτη γράφει τοῦτα τά ἐπικαιρότατα λόγια: «...Τί νά εἴπω διά τό παρόν; Ἡ διαφθορά εἶναι τόσον γενική καί ἔχει τόσας βαθείας ρίζας, ὥστε προξενεῖ κατάπληξιν. Ὅταν οἱ αἴτιοι αὐτῆς παταχθοῦν ἐντελῶς εἶναι δυνατή μία ἠθική ἀναγέννησις. Τότε τό μέλλον μας θά εἶναι μεγάλο, ἄν ὅλα στηριχθοῦν εἰς τήν ἠθικήν, ἄν ἡ δικαιοσύνη θριαμβεύσῃ, ἄν τά γράμματα καλλιεργηθοῦν, ὄχι πρός ματαίαν ἐπίδειξιν, ἀλλά πρός ὠφέλειαν τοῦ λαοῦ, ὁ ὁποῖος ἔχει ἀνάγκην ἀπό ἀνατροφήν καί ἀπό μόρφωσιν ὄχι σχολαστικήν. Θά ἔχωμεν -ἤ μᾶλλον θά ἔχουν τά παιδιά μας- μίαν ἠθικήν ἀναγέννησιν τότε καί τό μέλλον θά εἶναι μεγάλο» (Δ. Σολωμοῦ, Ἅπαντα, ἐκδ. «Μέρμηγκας», σ. 168).
Γιά νά ἀνθίσουν τοῦτοι οἱ τόποι, μᾶς κανοναρχεῖ ὁ ποιητής, πρέπει νά «παταχθοῦν» οἱ αἴτιοι καί νά καλλιεργηθοῦν τά γράμματα «πού διαβάζουνε οἱ ἀγράμματοι κι ἁγιάζουνε» (Ἐλύτης). Μόνο ἡ Παιδεία, πού ἀρδεύεται ἀπό τήν Παράδοση τοῦ Γένους, μπορεῖ νά μᾶς σώσει!! Αὐτή ἡ Παιδεία θά ὁδηγήσει στον Ἐπαναγνισμό μας!! Νά ξαναγίνουμε ἁγνοί, ζώντας μέ τά δικά μας ἤθη καί ἔθιμα, μέ τά ρωμαίικα πλούτη καί ὄχι μέ τίς γουρουνοτροφές, τά ξυλοκέρατα τῶν Φράγκων καί τῶν ἡμετέρων Γραικύλων τῆς σήμερον!!
Παραπέμπω καί σ᾽ ἕνα ἀκόμη πονήρευμά τους, στήν Στ´ Δημοτικοῦ αὐτή τήν φορά, στήν Γλῶσσα (β´ τεῦχος, σ. 105). Ἐδῶ λογοκρίθηκε ὁ περίφημος λόγος τοῦ Κολοκοτρώνη στήν Πνύκα. Λέει σέ μιά ἀποστροφή τοῦ λόγου ὁ Γέρος τοῦ Μοριᾶ: «Οἱ παλαιοί Ἕλληνες, οἱ πρόγονοί μας, ἔπεσαν εἰς τήν διχόνοιαν καί ἐτρώγονταν μεταξύ τους, καί ἔτσι ἔλαβαν καιρό πρῶτα οἱ Ρωμαῖοι, ἔπειτα ἄλλοι βάρβαροι καί τούς ὑπόταξαν. Ὕστερα ἦλθαν οἱ Μουσουλμάνοι. Οἱ ἔμποροι καί οἱ προκομμένοι...». Μετά τήν λέξη «Μουσουλμάνοι», ὁ ἥρωας εἶπε καί κάποια ἄλλα πράγματα: «Καί ἔκαμαν ὅ,τι ἠμποροῦσαν διά νά ἀλλάξῃ ὁ λαός την πίστιν του. Ἔκοψαν γλῶσσες εἰς πολλούς ἀνθρώπους, ἀλλ᾽ ἐστάθη ἀδύνατο νά το κατορθώσουν. Τόν ἕνα ἔκοπταν, ὁ ἄλλος τόν σταυρό του ἔκαμνε».
Ἀλλά τό κομμάτι αὐτό λογοκρίθηκε, διότι θά πικραθεῖ ὁ ἀπέναντι «φίλος»...
Στά δέ «Κείμενα Νεοελληνικῆς Λογοτεχνίας» τῆς Γ´ Γυμνασίου, στίς σ. 46-48, συμπεριέλαβαν καί ἕνα ἀπόσπασμα ἀπό τά Ἀπομνημονεύματα τοῦ στρατηγοῦ Μακρυγιάννη. Λές «δόξα σοι ὁ Θεός»! Ὅμως... ἀπό τό ἀκατέργαστο αὐτό διαμάντι, ἐντόπισαν -οἱ τυμπανιαῖοι ἀποφορᾶς πατριδομάχοι- τό σημεῖο ὅπου ὁ Μακρυγιάννης γράφει κάτι ἐναντίον τοῦ Κολοκοτρώνη: «Οἱ ἄρχοντές μας, οἱ ἀρχηγοί μας ἔγιναν “Ἐκλαμπρότατοι”... ἔγινε ὁ Κολοκοτρώνης καί οἱ ἄλλοι συγγενεῖς καί φίλοι, πλούσιοι ἀπό γές (χωράφια), ἀργαστήρια, μύλους... Ὅταν ὁ Κολοκοτρώνης καί οἱ σύντροφοί του ἦρθαν ἀπό τή Ζάκυνθο, δέν εἶχαν οὔτε πιθαμή γῆς...».
Ὁ Μακρυγιάννης σέ ἄλλα πενήντα σημεῖα ἐπαινεῖ τόν Κολοκοτρώνη, ἀλλά αὐτό ἔπρεπε νά μπεῖ! Γιατί; Γιά νά μειώσουν τούς ἥρωες, νά τούς εὐτελίσουν! Ὁ ἥρωας, ὅπως καί ὁ ἅγιος, πού πολλές φορές στήν ἱστορία μας ταυτίζονται, εἶναι «ἐπικίνδυνα» πρότυπα γιά τούς νέους!! Ὁ δειλός καί πειθήνιος νεοραγιάς τῶν Μνημονίων εἶναι προτιμότερος. Μιλᾶμε σήμερα ὅλοι μας γιά Κρίση. Ὅμως ἡ πραγματική κρίση, αὐτή πού θά κρίνει καί τό μέλλον μας, ὡς λαοῦ ἱστορικοῦ, σοβεῖ μές στίς σχολικές αἴθουσες!!
Ἄν συνεχιστεῖ τό κακό θά χαθεῖ μιά ὁλόκληρη γενιά!! Ἡ νέα Τουρκοκρατία, μέσῳ τῆς Ἐκπαίδευσης καί τῶν ἀδιάφορων δασκάλων καί καθηγητῶν -ὑπάρχει πάντοτε ἡ «μαγιά» τοῦ Μακρυγιάννη- ἀνδρεῖ τούς Γενίτσαρους τοῦ μέλλοντος, τοῦ πολύ κοντινοῦ μας!! Ἐσχάτη ὥρα ἐστί, «νά μιλήσουμε, νά ’νεργήσουμε κι ὅ,τι θέλουν ἄς μᾶς κάμουν».
«Ἄν ἡ παροῦσα γενεά δέν ἐνδυναμωθεῖ ἀπό ἀνθρώπους μορφωμένους ἐν καλῇ διδασκαλίᾳ καί μάλιστα πρός τόν κανόνα τῆς ἁγίας ἡμῶν πίστεως καί τῶν ἠθῶν μας, θά εἶναι δυσοίωνο τό μέλλον τῆς Ἑλλάδος καί ἡ διακυβέρνησίς της ἀδύνατη» ἔγραφε σέ ἐπιστολή του πρός τόν Μισαήλ Ἀποστολίδη ὁ πρῶτος καί τελευταῖος Ὀρθόδοξος Ρωμιός Κυβερνήτης τῆς πατρίδας μας, Ἰωάννης Καποδίστριας (Ἰω. Τσάγκα, Ἡ ὀρθόδοξη χριστιανική ἀγωγή στό ἐκπαιδευτικό ἔργο τοῦ Ἰωάννη Καποδίστρια, ἐκδ. «Κυριακίδη», σ. 174).
Καί μιά καί σήμερα τό ἔνδοξο τοῦτο ἁλωνάκι, ἡ κατασυκοφαντημένη πατρίδα μας, εἶναι ζωσμένη ἀπό τίς «ἀλώπεκες τοῦ σκότους» (Εὐ. Βούλγαρης), τούς Φράγκους, καί τό ἐξ ἀνατολῶν θηρίο πάλιν μαίνεται, νά κλείσω μέ τό ἡρωικότερο ἐπεισόδιο τοῦ Ἀγώνα, τήν Ἔξοδο τοῦ Μεσολογγίου, πού μᾶς διδάσκει πῶς σώζονται τά ἔθνη (τό κείμενο δημοσιεύτηκε στό θαυμάσιο περιοδικό «Χριστιανική Βιβλιογραφία», τοῦ πολυσέβαστου Στυλιανοῦ Λαγουροῦ. Εἶναι ἀπόσπασμα ἀπό τό βιβλίο τοῦ Ν. Βούλγαρη Τό Μεσολόγγι τῶν Ἰδεῶν, ἑρμηνεία τῆς ἀπόφασης τῆς Ἐξόδου):
«Ἦταν πρωί, Σάββατο τοῦ Λαζάρου 10 Ἀπριλίου τοῦ 1826, ὅταν συγκροτήθηκε τό νεκροδόξαστο ἐκεῖνο συμβούλιο ἀποφάσεως. Ἦταν ἕνα συμβούλιο θανάτου. Οἱ καπεταναῖοι εἶχαν ἀναλάβει νά διερευνήσουν μέ ἀνιχνευτές τήν ὕπαρξη μυστικοῦ δρόμου - διόδου γιά ἀκίνδυνο πέρασμα τῶν Ἐλεύθερων Πολιορκημένων στήν ἐλευθερία. Κανένας ὅμως δέν ἔφερε ἐλπιδοφόρα πληροφορία. Οἱ λόχμες καί οἱ στενωποί φυλάγονταν ἄγρυπνα ἀπό τούς πολιορκητές σέ βάθος χώρου καί τόπου. Γενική ἦταν ἡ κατήφεια καί ἡ σιωπηλή θλίψη. Τή σιωπή τῆς στιγμῆς ἔσπασε ἡ βροντώδης καί σταθερή ἔκρηξη τοῦ τρανοδύναμου ἀρχηγοῦ τῆς Φρουρᾶς, τοῦ Θανάση ΡαζηΚότσικα:
- Ὑπάρχει δρόμος ὠρέ!
- Ποιός εἶναι, στρατηγέ, καί δέν τόν λές τόση ὥρα; διαμαρτυρήθηκαν ὅλοι οἱ παριστάμενοι.
- Εἶναι ὁ δρόμος τοῦ Θεοῦ, φωνάζει».
Μόνο ἄν ἀνεβοῦμε τόν δρόμο τοῦ Θεοῦ, τόν Γολγοθᾶ, θά ἀντισταθοῦμε ὡς λαός καί ὡς κράτος.
Δυστυχισμένε μου λαέ, καλέ κ᾽ ἠγαπημένε πάντοτ’ εὐκολόπιστε καί πάντα προδομένε
(Διονύσιος Σολωμός)
Λίγο πρίν ἀπό την Ἐπανάσταση ὁ ἀπροσκύνητος Κλέφτης, Θεόδωρος Γρίβας, συλλαμβάνεται ἀπό τό «θηρίο» τῶν Ἰωαννίνων, τόν περιβόητο Ἀλῆ πασᾶ καί καταδικάζεται σέ θάνατο δι᾽ ἀπαγχονισμοῦ. Ὁ σπουδαῖος ἀθηναιογράφος Δημ. Καμπούρογλου, στό Βιογραφικόν Σχεδίασμα (ἐκδ. «Βεργίνα», Ἀθήνα, σ. 18) γιά τόν ἀγωνιστή τοῦ ᾽21 Θ. Γρίβα, διασώζει ἕνα χαρακτηριστικό ἐπεισόδιο: «Ὅταν ὁ δήμιος ἐπλησίασε κρατῶν τό σχοινίον, ὁ Γρίβας ἐκάλυψε τήν κεφαλήν του διά τοῦ ἐνδύματός του.
Ὁ σατράπης διέταξε τότε τόν δήμιον νά σταθῇ, τόν δέ Θεόδωρον νά πλησιάσῃ· καί τῷ εἶπε: Γιατί σκέπασες τό κεφάλι σου, φοβήθηκες τόν θάνατον; Δέν ἤξερες ὅτι ἀφοῦ ἀκολούθησες τή δουλειά τοῦ πατέρα σου αὐτή θά ἦταν ἡ τύχη σου; Δέν φοβήθηκα τόν θάνατο, ἀπεκρίθη ὁ Θεόδωρος, τόν φόβο τόν ἄφησα στήν κοιλιά τῆς μάνας μου, οὔτε θά μείνω χωρίς ἐκδίκησι· καί πατέρα ἔχω καί τέσσερεις ἀδελφούς· μά ντρέπομαι τόν κόσμο πού θά μέ ἰδῇ νά πεθάνω ἔτσι καί ἀπό τά χέρια τέτοιων παληανθρώπων (καί ἔδειξε τούς Γύφτους, οἵτινες συνήθως μετήρχοντο τό ἐπάγγελμα τοῦ δημίου). Ἐζήτησα τόν θάνατο, ὅπου ἔπρεπε, ἀλλ᾽ αὐτός μέ ἀρνήθηκε. Ἡ ἀπάντησις αὕτη τόσην ἐντύπωσιν ἔκαμεν εἰς τόν Ἀλῆ, ὥστε διέταξε νά μήν τόν ἀπαγχονίσωσι, ἀλλά νά τόν ρίψωσιν εἰς τάς φυλακάς».
Αὐτή εἶναι ἡ εἰκόνα τῆς σημερινῆς Πατρίδας. Ξακουστή, «ὄμορφη, πλούσια, κι ἄπαρτη καί σεβαστή κι ἁγία», στέκεται ἁλυσοδεμένη ἐνώπιον τῶν δημίων της καί κρύβει το πρόσωπό της, ὄχι ἀπό ντροπή -«τιμιωτέρα ἰδιότης στήν οἰκουμένη» δέν ὑπάρχει, Ἑλλάδα- ἀλλά γιά νά μή βλέπει τούς χα-μαίζηλους σατραπίσκους πού τήν «ἀπαγχονίζουν».
Καί τό «ἰκρίωμα», ἡ ἀγχόνη, ἔχει στηθεῖ μές στίς σχολικές τάξεις, ὅπου γιά πρώτη φορά ἀπό ἱδρύσεως τοῦ ἑλληνικοῦ κράτους κυκλοφοροῦν «βιβλία» -πανέρια μέ ὀχιές- στα ὁποῖα εὐτελίζονται καί γελοιοποιοῦνται τά πολυτίμητα τζιβαϊρικά τοῦ Γένους, ἡ ἀμώμητος Πίστη, ἡ Πατρίδα, οἱ ἐθνικοί ἀγῶνες, ἡ ἐξαίσια Παράδοσή μας! «Γιατί καί κεῖνα πού σεβάστηκεν ὁ Τοῦρκος, τ’ ἄθεα γράμματα τά πατᾶνε καί πᾶνε νά τά ξεριζώσουνε…
Τά ἄθεα γράμματα ὑφαίνουνε τό σάβανο τοῦ Γένους» μοιρολογεῖ ὁ Παπουλάκος (Ἰδιοπροσωπία τοῦ Νέου Ἑλληνισμοῦ, ἐκδ. «Ἵδρυμα Γουλανδρῆ-Χόρν», Ἀθήνα 1999, σ. 397).
Θά περίμενε κανείς ὅτι τό ᾽21, τά γενέθλια τοῦ κράτους μας, τό ἄφραστον θαῦμα τῆς Θεοτόκου -γιατί θαῦμα τῆς Θεομάνας μας ἦταν ἡ λευτεριά- θά τό προσέγγιζαν «οἱ νάνοι καί οἱ ἀρλεκίνοι, οἱ τροπαιοῦχοι τοῦ ἄδειου λόγου» (Παλαμᾶς), θά τό ἀντιμετώπιζαν μέ τήν πρέπουσα ἱερότητα. Νά, ὅπως τά εὐλογημένα γιαταγάνια καί καριοφίλια τῶν κλεφταρματολῶν: Τοῦ ἀντρειωμένου τ᾽ ἅρματα δέν πρέπει νά πουλιῶνται μόν’ πρέπει τους στήν ἐκκλησιά ἐκεῖ νά λειτουργιῶνται.
Γιατί τό ᾽21 εἶναι τό «ἅγιο Βῆμα» τῆς ἱστορίας μας!! «Ἡ ἑλληνική Ἐπανάσταση εἶναι ἡ πιό πνευματική ἐπανάσταση πού ἔγινε στόν κόσμο. Εἶναι ἁγιασμένη... Ἡ σκλαβιά πού ἔσπρωξε τούς Ἕλληνες νά ξεσηκωθοῦν καταπάνω στόν Τοῦρκο δέν ἤτανε μονάχα ἡ στέρηση κ’ ἡ κακοπάθηση τοῦ κορμιοῦ, ἀλλά, ἀπάνω ἀπ’ ὅλα, τό ὅτι ὁ τύραννος ἤθελε νά χαλάσει τήν πίστη τους, μποδίζοντάς τους ἀπό τά θρησκευτικά χρέη τους, ἀλλαξοπιστίζοντάς τους καί σφάζοντας ἤ κρεμάζοντάς τους, ἐπειδή δέν ἀρνιόντανε τήν πίστη τους γιά νά γίνουνε μωχαμετάνοι. Γιά τοῦτο πίστη καί πατρίδα εἴχανε γίνει ἕνα καί τό ἴδιο πρᾶγμα» (Φώτη Κόντογλου, Ἡ Πονεμένη Ρωμιοσύνη, ἐκδ. «Ἀστήρ», Ἀθήνα 71989, σ. 275). Γιά κάποιους ὅμως, πού κακῇ τῇ ὥρᾳ, γράφουν καί σχολικά βιβλία Γλώσσας, ἡ Ἐπανάσταση δέν εἶναι «ἁγιασμένη», ἀλλά εὐκαιρία γιά -ἄς μοῦ ἐπιτραπεῖ ἡ φράση- «χαβαλέ», γιά σαχλεπίσαχλες ἐπινοήσεις! Εἶναι δυνατόν νά διακωμωδεῖται τό ᾽21; Ἔχουν δικαίωμα κάποιοι νά γελοιοποιοῦν τά ὅσια καί τά ἱερά τοῦ Γένους;
Στήν Νεοελληνική Γλῶσσα Α´ Γυμνασίου (σ. 82-83) περιέχεται κείμενο -ἀφιέρωμα στό ᾽21 μέ τίτλο «Ἡ παράσταση». Ἀντιγράφω ἕνα ἀπόσπασμα: «...τότε ὁ Βαγγελάκης πού ἔκανε τόν Μπότσαρη καί τόν στένευε ἡ στολή του, ἔσκυψε νά πάρει τά τσαρούχια μου νά μοῦ τά δώσει καί φάνηκε τό σώβρακό του καί τά κορίτσια ἔβαλαν τά γέλια κι ἐκεῖνος τά κλάματα...
Καί ὁ κύριος διευθυντής... ἄρχισε νά φωνάζει:
- Ζήτω ἡ 25η Μαρτίου! καί εἶπε «καί τοῦ χρόνου» κι ὅλοι σηκώσαμε τά χέρια μπροστά καί εἴπαμε καί ζήτω κι ἡ κυρία Οὐρανία φώναξε πάλι προσοχή! καί σταθήκαμε ὅλοι προσοχή καί τραγουδήσαμε τόν ἐθνικό ὕμνο καί γιατί χαίρεται ὁ κόσμος καί χαμογελάει πατέρα; καί φύγαμε νά πᾶμε σπίτι μας νά φᾶμε σκορδαλιά γιά τό καλό τῆς ἡμέρας, νά κοιμηθοῦμε, νά ξυπνήσουμε, νά βάλουμε τά καλά μας καί νά πᾶμε νά ποῦμε χρόνια πολλά τοῦ Βαγγελάκη πού εἶχε τήν ἐθνική ἑορτή του».
(Σέ τέτοια ἀξιοθρήνητη γλῶσσα γραμμένο τό κείμενο - «σπασμένα ἑλληνικά»!! Και στήν ἴδια σελίδα, ἀντί νά μπεῖ μιά εἰκόνα τοῦ ᾽21, ὅπως γιά παράδειγμα ἡ «Ἔξοδος», παρεισέφρησε διαφήμιση γιά το ἐρεβοειδές κινηματογραφικό ἔργο «Ὁ ἄρχοντας τῶν δαχτυλιδιῶν»!!).
Τό ἴδιο χλευαστικό καί ἀνίερο ὕφος συναντοῦμε καί στό «Τετράδιο Ἐργασιῶν» Νεοελληνικῆς Γλώσσας τῆς Β´ Γυμνασίου (σ. 35). Κείμενο μέ τίτλο «Ἀρχίζουμε πρόβες γιά τήν ἐθνική γιορτή». Ἀντιγράφω καί ἀπό αὐτό τό κουρελούργημα ἕνα ἀπόσπασμα (τά ἀποσπάσματα ἐνίοτε εἶναι καί... ἐκτελεστικά! «Ἐκτελοῦν» καί μαγαρίζουν ἀνυποψίαστες, ἀθῶες παιδικές ψυχές!).
«Τέλεια! Σήμερα στό μάθημα τῆς μουσικῆς ἦταν τέλεια! Γιατί ἀπό αὔριο ἀρχίζουμε πρόβες γιά τή γιορτή τῆς 25ης Μαρτίου. Θά κάνουμε πρόβες μέ τή χορωδία, θά χάνουμε μαθήματα! Ἔχουμε μιά κάπως μικρή χορωδία στό σχολεῖο, καμιά τριανταριά ἄτομα καί ἔχει πλάκα. Τό ρεπερτόριο θά 'ναι τό συνηθισμένο: Ἐλεύθεροι Πολιορκημένοι καί δῶσ᾽του... Ἀπό τώρα ὀνειρεύομαι τίς ὧρες μαθημάτων πού θά χαθοῦν στίς πρόβες. Καί ἡ καλλιτεχνικοῦ, ἡ Βαφιώτη, μᾶς λέει ὅτι θέλει μιά ὁμάδα νά σχεδιάσει κάτι σκηνικά καί κάτι Κολοκοτρώνηδες καί κάτι σημαῖες καί δάφνες. Μέσα! Ὑπολογίζω κι ἄλλες χαμένες ὧρες μαθημάτων...».
Ἐρωτῶ: Πῶς θά μάθει ὁ ἄγουρος νέος μαθητής, πῶς θά τοῦ καλλιεργηθεῖ τό σέβας γιά τό ᾽21 καί ἡ ὑπερηφάνεια γιά τόν ἡρωισμό καί τήν αὐτοθυσία τῶν προγόνων του, ὅταν τοῦ «διδάσκουμε» τέτοιες ἀθλιότητες; Γιατί ὕστερα νά μήν καίουν τήν σημαία μας; Ποῦ εἶναι τά γραμμένα μέ αἷμα «ἀπομνημονεύματα» τῶν πολέμαρχων τοῦ Εἰκοσιένα; Τί ἀπέγιναν οἱ Ἐλεύθεροι Πολιορκημένοι τοῦ Σολωμοῦ, πού τιτλοφόρησε κατ᾽ ἀρχάς τό ἀριστούργημά του μέ τή λέξη Χρέος;
Ὁ μεγάλος ἐθνικός ποιητής μας, τό 1842, στίς 25 Μαρτίου μάλιστα, σέ μιά ἐπιστολή του στόν Γ. Τερτσέτη γράφει τοῦτα τά ἐπικαιρότατα λόγια: «...Τί νά εἴπω διά τό παρόν; Ἡ διαφθορά εἶναι τόσον γενική καί ἔχει τόσας βαθείας ρίζας, ὥστε προξενεῖ κατάπληξιν. Ὅταν οἱ αἴτιοι αὐτῆς παταχθοῦν ἐντελῶς εἶναι δυνατή μία ἠθική ἀναγέννησις. Τότε τό μέλλον μας θά εἶναι μεγάλο, ἄν ὅλα στηριχθοῦν εἰς τήν ἠθικήν, ἄν ἡ δικαιοσύνη θριαμβεύσῃ, ἄν τά γράμματα καλλιεργηθοῦν, ὄχι πρός ματαίαν ἐπίδειξιν, ἀλλά πρός ὠφέλειαν τοῦ λαοῦ, ὁ ὁποῖος ἔχει ἀνάγκην ἀπό ἀνατροφήν καί ἀπό μόρφωσιν ὄχι σχολαστικήν. Θά ἔχωμεν -ἤ μᾶλλον θά ἔχουν τά παιδιά μας- μίαν ἠθικήν ἀναγέννησιν τότε καί τό μέλλον θά εἶναι μεγάλο» (Δ. Σολωμοῦ, Ἅπαντα, ἐκδ. «Μέρμηγκας», σ. 168).
Γιά νά ἀνθίσουν τοῦτοι οἱ τόποι, μᾶς κανοναρχεῖ ὁ ποιητής, πρέπει νά «παταχθοῦν» οἱ αἴτιοι καί νά καλλιεργηθοῦν τά γράμματα «πού διαβάζουνε οἱ ἀγράμματοι κι ἁγιάζουνε» (Ἐλύτης). Μόνο ἡ Παιδεία, πού ἀρδεύεται ἀπό τήν Παράδοση τοῦ Γένους, μπορεῖ νά μᾶς σώσει!! Αὐτή ἡ Παιδεία θά ὁδηγήσει στον Ἐπαναγνισμό μας!! Νά ξαναγίνουμε ἁγνοί, ζώντας μέ τά δικά μας ἤθη καί ἔθιμα, μέ τά ρωμαίικα πλούτη καί ὄχι μέ τίς γουρουνοτροφές, τά ξυλοκέρατα τῶν Φράγκων καί τῶν ἡμετέρων Γραικύλων τῆς σήμερον!!
Παραπέμπω καί σ᾽ ἕνα ἀκόμη πονήρευμά τους, στήν Στ´ Δημοτικοῦ αὐτή τήν φορά, στήν Γλῶσσα (β´ τεῦχος, σ. 105). Ἐδῶ λογοκρίθηκε ὁ περίφημος λόγος τοῦ Κολοκοτρώνη στήν Πνύκα. Λέει σέ μιά ἀποστροφή τοῦ λόγου ὁ Γέρος τοῦ Μοριᾶ: «Οἱ παλαιοί Ἕλληνες, οἱ πρόγονοί μας, ἔπεσαν εἰς τήν διχόνοιαν καί ἐτρώγονταν μεταξύ τους, καί ἔτσι ἔλαβαν καιρό πρῶτα οἱ Ρωμαῖοι, ἔπειτα ἄλλοι βάρβαροι καί τούς ὑπόταξαν. Ὕστερα ἦλθαν οἱ Μουσουλμάνοι. Οἱ ἔμποροι καί οἱ προκομμένοι...». Μετά τήν λέξη «Μουσουλμάνοι», ὁ ἥρωας εἶπε καί κάποια ἄλλα πράγματα: «Καί ἔκαμαν ὅ,τι ἠμποροῦσαν διά νά ἀλλάξῃ ὁ λαός την πίστιν του. Ἔκοψαν γλῶσσες εἰς πολλούς ἀνθρώπους, ἀλλ᾽ ἐστάθη ἀδύνατο νά το κατορθώσουν. Τόν ἕνα ἔκοπταν, ὁ ἄλλος τόν σταυρό του ἔκαμνε».
Ἀλλά τό κομμάτι αὐτό λογοκρίθηκε, διότι θά πικραθεῖ ὁ ἀπέναντι «φίλος»...
Στά δέ «Κείμενα Νεοελληνικῆς Λογοτεχνίας» τῆς Γ´ Γυμνασίου, στίς σ. 46-48, συμπεριέλαβαν καί ἕνα ἀπόσπασμα ἀπό τά Ἀπομνημονεύματα τοῦ στρατηγοῦ Μακρυγιάννη. Λές «δόξα σοι ὁ Θεός»! Ὅμως... ἀπό τό ἀκατέργαστο αὐτό διαμάντι, ἐντόπισαν -οἱ τυμπανιαῖοι ἀποφορᾶς πατριδομάχοι- τό σημεῖο ὅπου ὁ Μακρυγιάννης γράφει κάτι ἐναντίον τοῦ Κολοκοτρώνη: «Οἱ ἄρχοντές μας, οἱ ἀρχηγοί μας ἔγιναν “Ἐκλαμπρότατοι”... ἔγινε ὁ Κολοκοτρώνης καί οἱ ἄλλοι συγγενεῖς καί φίλοι, πλούσιοι ἀπό γές (χωράφια), ἀργαστήρια, μύλους... Ὅταν ὁ Κολοκοτρώνης καί οἱ σύντροφοί του ἦρθαν ἀπό τή Ζάκυνθο, δέν εἶχαν οὔτε πιθαμή γῆς...».
Ὁ Μακρυγιάννης σέ ἄλλα πενήντα σημεῖα ἐπαινεῖ τόν Κολοκοτρώνη, ἀλλά αὐτό ἔπρεπε νά μπεῖ! Γιατί; Γιά νά μειώσουν τούς ἥρωες, νά τούς εὐτελίσουν! Ὁ ἥρωας, ὅπως καί ὁ ἅγιος, πού πολλές φορές στήν ἱστορία μας ταυτίζονται, εἶναι «ἐπικίνδυνα» πρότυπα γιά τούς νέους!! Ὁ δειλός καί πειθήνιος νεοραγιάς τῶν Μνημονίων εἶναι προτιμότερος. Μιλᾶμε σήμερα ὅλοι μας γιά Κρίση. Ὅμως ἡ πραγματική κρίση, αὐτή πού θά κρίνει καί τό μέλλον μας, ὡς λαοῦ ἱστορικοῦ, σοβεῖ μές στίς σχολικές αἴθουσες!!
Ἄν συνεχιστεῖ τό κακό θά χαθεῖ μιά ὁλόκληρη γενιά!! Ἡ νέα Τουρκοκρατία, μέσῳ τῆς Ἐκπαίδευσης καί τῶν ἀδιάφορων δασκάλων καί καθηγητῶν -ὑπάρχει πάντοτε ἡ «μαγιά» τοῦ Μακρυγιάννη- ἀνδρεῖ τούς Γενίτσαρους τοῦ μέλλοντος, τοῦ πολύ κοντινοῦ μας!! Ἐσχάτη ὥρα ἐστί, «νά μιλήσουμε, νά ’νεργήσουμε κι ὅ,τι θέλουν ἄς μᾶς κάμουν».
«Ἄν ἡ παροῦσα γενεά δέν ἐνδυναμωθεῖ ἀπό ἀνθρώπους μορφωμένους ἐν καλῇ διδασκαλίᾳ καί μάλιστα πρός τόν κανόνα τῆς ἁγίας ἡμῶν πίστεως καί τῶν ἠθῶν μας, θά εἶναι δυσοίωνο τό μέλλον τῆς Ἑλλάδος καί ἡ διακυβέρνησίς της ἀδύνατη» ἔγραφε σέ ἐπιστολή του πρός τόν Μισαήλ Ἀποστολίδη ὁ πρῶτος καί τελευταῖος Ὀρθόδοξος Ρωμιός Κυβερνήτης τῆς πατρίδας μας, Ἰωάννης Καποδίστριας (Ἰω. Τσάγκα, Ἡ ὀρθόδοξη χριστιανική ἀγωγή στό ἐκπαιδευτικό ἔργο τοῦ Ἰωάννη Καποδίστρια, ἐκδ. «Κυριακίδη», σ. 174).
Καί μιά καί σήμερα τό ἔνδοξο τοῦτο ἁλωνάκι, ἡ κατασυκοφαντημένη πατρίδα μας, εἶναι ζωσμένη ἀπό τίς «ἀλώπεκες τοῦ σκότους» (Εὐ. Βούλγαρης), τούς Φράγκους, καί τό ἐξ ἀνατολῶν θηρίο πάλιν μαίνεται, νά κλείσω μέ τό ἡρωικότερο ἐπεισόδιο τοῦ Ἀγώνα, τήν Ἔξοδο τοῦ Μεσολογγίου, πού μᾶς διδάσκει πῶς σώζονται τά ἔθνη (τό κείμενο δημοσιεύτηκε στό θαυμάσιο περιοδικό «Χριστιανική Βιβλιογραφία», τοῦ πολυσέβαστου Στυλιανοῦ Λαγουροῦ. Εἶναι ἀπόσπασμα ἀπό τό βιβλίο τοῦ Ν. Βούλγαρη Τό Μεσολόγγι τῶν Ἰδεῶν, ἑρμηνεία τῆς ἀπόφασης τῆς Ἐξόδου):
«Ἦταν πρωί, Σάββατο τοῦ Λαζάρου 10 Ἀπριλίου τοῦ 1826, ὅταν συγκροτήθηκε τό νεκροδόξαστο ἐκεῖνο συμβούλιο ἀποφάσεως. Ἦταν ἕνα συμβούλιο θανάτου. Οἱ καπεταναῖοι εἶχαν ἀναλάβει νά διερευνήσουν μέ ἀνιχνευτές τήν ὕπαρξη μυστικοῦ δρόμου - διόδου γιά ἀκίνδυνο πέρασμα τῶν Ἐλεύθερων Πολιορκημένων στήν ἐλευθερία. Κανένας ὅμως δέν ἔφερε ἐλπιδοφόρα πληροφορία. Οἱ λόχμες καί οἱ στενωποί φυλάγονταν ἄγρυπνα ἀπό τούς πολιορκητές σέ βάθος χώρου καί τόπου. Γενική ἦταν ἡ κατήφεια καί ἡ σιωπηλή θλίψη. Τή σιωπή τῆς στιγμῆς ἔσπασε ἡ βροντώδης καί σταθερή ἔκρηξη τοῦ τρανοδύναμου ἀρχηγοῦ τῆς Φρουρᾶς, τοῦ Θανάση ΡαζηΚότσικα:
- Ὑπάρχει δρόμος ὠρέ!
- Ποιός εἶναι, στρατηγέ, καί δέν τόν λές τόση ὥρα; διαμαρτυρήθηκαν ὅλοι οἱ παριστάμενοι.
- Εἶναι ὁ δρόμος τοῦ Θεοῦ, φωνάζει».
Μόνο ἄν ἀνεβοῦμε τόν δρόμο τοῦ Θεοῦ, τόν Γολγοθᾶ, θά ἀντισταθοῦμε ὡς λαός καί ὡς κράτος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου