Πρωτοπρεσβυτέρου π. Διονυσίου Τάτση
Ἡ Ἐκκλησία ἔχει πολλούς μεγάλους Ἁγίους, οἱ ὁποῖοι προτοῦ νά γνωρίσουν τό Χριστό ἦταν μεγάλοι ἁμαρτωλοί. Τό πνευματικό τους ἔργο δέν εἶναι εὔκολο νά ἐκτιμηθεῖ, γιατί ὑπερβαίνει πολλές φορές τίς ἀνθρώπινες δυνάμεις.
Οἱ μεγάλοι Ἅγιοι εἶχαν τή θεία δύναμη καί μποροῦσαν νά ξεπερνοῦν τά ποικίλα ἐμπόδια καί τούς σκληρούς πειρασμούς. Κορυφαῖο παράδειγμα ὑπῆρξε ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ὁ ὁποῖος ἀπό σφοδρός διώκτης τῆς Ἐκκλησίας ἔγινε μέγας ἀπόστολος!
Ἡ μεταστροφή του ἐντυπωσιάζει καί ἀκτινοβολεῖ. Τήν περιγράφει ὁ Εὐαγγελιστής Λουκᾶς στίς Πράξεις, μέ τρόπο λιτό καί χωρίς ἐξάρσεις. Τό μεγάλο γεγονός εἶναι συμπυκνωμένο σέ λίγους στίχους. Ἄς δοῦμε πρῶτα τά ἀρνητικά τοῦ Σαύλου. Ὅταν γινόταν ὁ λιθοβολισμός τοῦ διακόνου Στεφάνου, οἱ μάρτυρες κατηγορίας, πού θά ἔρριχναν πρῶτοι τίς πέτρες, ἀπέθεταν τά ροῦχα τους στά πόδια ἑνός νεαροῦ πού λεγόταν Σαῦλος (ζ΄ 58), ὁ ὁποῖος ἐπικροτοῦσε τή θανάτωση τοῦ Στεφάνου.
Μετά τό μαρτύριο, οἱ πιστοί θρήνησαν πολύ καί ἔθαψαν τό Στέφανο, ἐνῶ ὁ Σαῦλος «ρήμαζε τήν ἐκκλησία· ἔμπαινε μέ τή βία στά σπίτια, ἔσερνε ἔξω ἄντρες καί γυναῖκες καί τούς ἔρριχνε στή φυλακή»(η΄ 3).
Ἀνατριχιαστικό τό πάθος τοῦ Σαύλου. Ἤθελε νά ἐξαλείψει τήν ἐκκλησία, νά ἐκφοβίσει τούς πιστούς, νά τούς φυλακίσει καί νά ὁδηγηθοῦν στό θάνατο, ἐάν ἐπέμεναν στήν πίστη τους. Ὁ Σαῦλος ἤθελε νά δραστηριοποιηθεῖ κατά τῶν πιστῶν καί πέρα ἀπό τήν Ἱερουσαλήμ. Ἀνησυχοῦσε γιά τήν ἐξάπλωση τῆς ἐκκλησίας καί εἶχε «ἀπειλητικές καί φονικές διαθέσεις γιά τούς μαθητές τοῦ Κυρίου»,ἀφοῦ αὐτοί πρωτοστατοῦσαν καί ἐνέπνεαν.
Ζήτησε μάλιστα καί συστατικές ἐπιστολές ἀπό τόν ἀρχιερέα γιά τίς συναγωγές τῆς Δαμασκοῦ, ὅπου θά συνέχιζε τό διωγμό καί «ὅποιους θά ᾿βρισκε ἐκεῖ νά ἀκολουθοῦν τήν ὁδό τοῦ Κυρίου, ἄντρες καί γυναῖκες, ἤθελε νά τούς φέρει δεμένους στήν Ἱερουσαλήμ». Γιά ὅλα αὐτά ὁ Σαῦλος ἦταν ὁ φόβος καί ὁ τρόμος τῶν πιστῶν. Αὐτός ὁ φοβερός διώκτης, μέ θαυμαστό καί συγκλονιστικό τρόπο, μεταμορφώθηκε σέ θερμό ὑποστηρικτή καί ὑπέρμαχο τῶν πιστῶν.
Ὁ ἴδιος ὁ Κύριος τόν εἶχε διαλέξει, γιά νά γίνει ὁ μεγαλύτερος ἀπόστολος τοῦ Εὐαγγελίου. Στήν περιγραφή τῆς μεταστροφῆς τοῦ Σαύλου, πού κάνει ὁ Εὐαγγελιστής Λουκᾶς, βλέπουμε ὅλες τίς λεπτομέρειες καί ἐντυπωσιαζόμαστε. Ἦταν ἕνα μεγάλο θαῦμα. Κάτι πού κανένας πιστός δέν εἶχε φανταστεῖ.
Ὁ Σαῦλος λοιπόν πήγαινε μέ τήν ὁμάδα του στή Δαμασκό, ὅταν ξαφνική ἀστραπή ἀπό τόν οὐρανό τόν φώτισε δυνατά καί ἔπεσε κάτω, ἐνῶ άκούστηκε μιά φωνή νά τοῦ λέει:
-Σαούλ, Σαούλ, γιατί μέ καταδιώκεις; Αὐτός ἀπορημένος ρώτησε:
-Ποιός εἶσαι, Κύριε; Καί ὁ Κύριος τοῦ ἀπάντησε:
-Ἐγώ εἶμαι ὁ Ἰησοῦς, πού ἐσύ τόν καταδιώκεις. Σήκω ὅμως καί μπές στήν πόλη· ἐκεῖ θά σοῦ ποῦνε τί πρέπει νά κάνεις. Ἐδῶ βλέπουμε ὁ ἴδιος ὁ Χριστός νά ἀφυπνίζει τόν Σαῦλο καί νά τόν ὁδηγεῖ στή σωτηρία καί στή συνέχεια στό ἀποστολικό ἔργο. Δέν στέλνει κάποιον ἄγγελό του.
Ὅπως ὁ ἴδιος εἶχε καλέσει τούς δώδεκα μαθητές, ἔτσι καλεῖ καί τόν Σαῦλο, πού ἐπρόκειτο νά γίνει κορυφαῖος ἀπόστολος. Οἱ ἄντρες πού παρακολουθοῦσαν ἔμειναν μέ τό στόμα ἀνοικτό, γιατί ἄκουσαν φωνή, ἀλλά δέν εἶδαν κανένα.
Ὁ Σαῦλος ἐπίσης εἶχε χάσει τό φῶς του, ἐνῶ τά μάτια ἦταν ἀνοιχτά. Οἱ συνοδοί του τόν σήκωσαν καί τόν ὁδήγησαν στή Δαμασκό, ὅπου ἐπί τρεῖς ἡμέρες ἦταν τυφλός καί δέν ἔτρωγε τίποτα οὔτε ἔπινε. Ἐκεῖ ζοῦσε ἕνας μαθητής πού τόν ἔλεγαν Ἀνανία, στόν ὁποῖο φανερώθηκε σέ ὅραμα ὁ Κύριος καί τοῦ εἶπε:
-Ἀνανία, σήκω καί πήγαινε στήν ὁδό πού λέγεται εὐθεῖα. Ἐκεῖ στό σπίτι τοῦ Ἰούδα, ζήτησε κάποιον ἀπό τήν Ταρσό πού λέγεται Σαῦλος. Αὐτή τή στιγμή προσεύχεται καί εἶδε σέ ὅραμα κάποιον πού λέγεται Ἀνανίας νά μπαίνει καί νά ἀκουμπάει πάνω του τό χέρι του, γιά νά ξαναβρεῖ τό φῶς του. Ὁ Ἀνανίας ὅμως χωρίς νά ἀρνηθεῖ, εἶπε:
-Κύριε, ἀπό πολλούς ἔχω ἀκούσει πόσα δεινά ὁ ἄνθρωπος αὐτός προκάλεσε στούς πιστούς σου στήν Ἱερουσαλήμ. Κι ἐδῶ πού ἦρθε ἔχει ἐξουσιοδότηση ἀπό τούς ἀρχιερεῖς νά συλλάβει ὅλους ἐκείνους πού ὁμολογοῦν τό ὄνομά σου. Καί ὁ Κύριος φανέρωσε στόν Ἀνανία τό σχέδιο πού εἶχε γιά τό διώκτη Σαῦλο:
-Πήγαινε, γιατί αὐτό τόν διάλεξα ἐγώ, γιά νά τόν χρησιμοποιήσω ὡς ὄργανο, πού θά μέ κάνει γνωστό στά ἔθνη καί στούς ἄρχοντές τους καί στόν ἰσραηλιτικό λαό. Κι ἐγώ θά τοῦ δείξω πόσα θά πρέπει νά πάθει γιά χάρη τοῦ ὀνόματός μου. Ὁ Ἀνανίας χωρίς καθυστέρηση πῆγε στό σπίτι καί ἀκουμπώντας τά χέρια του πάνω στόν Σαῦλο, τοῦ εἶπε ὅτι τόν ἔστειλε ὁ Ἰησοῦς, πού τοῦ φανερώθηκε στό δρόμο καθώς ἐρχόταν, γιά νά ξαναβρεῖ τό φῶς του καί νά γεμίσει μέ Ἅγιο Πνεῦμα.
Καί πράγματι ἐκείνη τή στιγμή ἔπεσαν ἀπό τά μάτια τοῦ Σαύλου κάτι σάν λέπια καί ξαναβρῆκε τό φῶς του. Στή συνέχεια σηκώθηκε, βαφτίστηκε, ἔφαγε καί ἀνένηψε πλήρως. Χωρίς κανένα δισταγμό, ἄρχισε τό ἀποστολικό του ἔργο, προκαλώντας τήν κατάπληξη ἐκείνων πού τόν γνώριζαν, ἀλλά καί τό πάθος τῶν Ἰουδαίων ἐναντίον του, οἱ ὁποῖοι ἀποφάσισαν τήν ἐξόντωσή του, γι᾿ αὐτό καί ἐπιτηροῦσαν τίς πύλες μέρα καί νύχτα. «Ἀλλά οἱ μαθητές του τόν πῆραν, τόν ἔβαλαν μέσα σ᾿ ἕνα καλάθι καί μέ σχοινί τόν κατέβασαν νύχτα ἀπό τό τεῖχος». Ἔτσι γλύτωσε ἀπό τή μανία τῶν Ἰουδαίων καί ἐπιδόθηκε ἐνεργότερα στό ἀποστολικό του ἔργο.
Πρεσβ. Διονύσιος Τάτσης
Ὀρθόδοξος Τύπος ἀρ. φύλ. 2016 28 Μαρτίου 2014
Ἡ Ἐκκλησία ἔχει πολλούς μεγάλους Ἁγίους, οἱ ὁποῖοι προτοῦ νά γνωρίσουν τό Χριστό ἦταν μεγάλοι ἁμαρτωλοί. Τό πνευματικό τους ἔργο δέν εἶναι εὔκολο νά ἐκτιμηθεῖ, γιατί ὑπερβαίνει πολλές φορές τίς ἀνθρώπινες δυνάμεις.
Οἱ μεγάλοι Ἅγιοι εἶχαν τή θεία δύναμη καί μποροῦσαν νά ξεπερνοῦν τά ποικίλα ἐμπόδια καί τούς σκληρούς πειρασμούς. Κορυφαῖο παράδειγμα ὑπῆρξε ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ὁ ὁποῖος ἀπό σφοδρός διώκτης τῆς Ἐκκλησίας ἔγινε μέγας ἀπόστολος!
Ἡ μεταστροφή του ἐντυπωσιάζει καί ἀκτινοβολεῖ. Τήν περιγράφει ὁ Εὐαγγελιστής Λουκᾶς στίς Πράξεις, μέ τρόπο λιτό καί χωρίς ἐξάρσεις. Τό μεγάλο γεγονός εἶναι συμπυκνωμένο σέ λίγους στίχους. Ἄς δοῦμε πρῶτα τά ἀρνητικά τοῦ Σαύλου. Ὅταν γινόταν ὁ λιθοβολισμός τοῦ διακόνου Στεφάνου, οἱ μάρτυρες κατηγορίας, πού θά ἔρριχναν πρῶτοι τίς πέτρες, ἀπέθεταν τά ροῦχα τους στά πόδια ἑνός νεαροῦ πού λεγόταν Σαῦλος (ζ΄ 58), ὁ ὁποῖος ἐπικροτοῦσε τή θανάτωση τοῦ Στεφάνου.
Μετά τό μαρτύριο, οἱ πιστοί θρήνησαν πολύ καί ἔθαψαν τό Στέφανο, ἐνῶ ὁ Σαῦλος «ρήμαζε τήν ἐκκλησία· ἔμπαινε μέ τή βία στά σπίτια, ἔσερνε ἔξω ἄντρες καί γυναῖκες καί τούς ἔρριχνε στή φυλακή»(η΄ 3).
Ἀνατριχιαστικό τό πάθος τοῦ Σαύλου. Ἤθελε νά ἐξαλείψει τήν ἐκκλησία, νά ἐκφοβίσει τούς πιστούς, νά τούς φυλακίσει καί νά ὁδηγηθοῦν στό θάνατο, ἐάν ἐπέμεναν στήν πίστη τους. Ὁ Σαῦλος ἤθελε νά δραστηριοποιηθεῖ κατά τῶν πιστῶν καί πέρα ἀπό τήν Ἱερουσαλήμ. Ἀνησυχοῦσε γιά τήν ἐξάπλωση τῆς ἐκκλησίας καί εἶχε «ἀπειλητικές καί φονικές διαθέσεις γιά τούς μαθητές τοῦ Κυρίου»,ἀφοῦ αὐτοί πρωτοστατοῦσαν καί ἐνέπνεαν.
Ζήτησε μάλιστα καί συστατικές ἐπιστολές ἀπό τόν ἀρχιερέα γιά τίς συναγωγές τῆς Δαμασκοῦ, ὅπου θά συνέχιζε τό διωγμό καί «ὅποιους θά ᾿βρισκε ἐκεῖ νά ἀκολουθοῦν τήν ὁδό τοῦ Κυρίου, ἄντρες καί γυναῖκες, ἤθελε νά τούς φέρει δεμένους στήν Ἱερουσαλήμ». Γιά ὅλα αὐτά ὁ Σαῦλος ἦταν ὁ φόβος καί ὁ τρόμος τῶν πιστῶν. Αὐτός ὁ φοβερός διώκτης, μέ θαυμαστό καί συγκλονιστικό τρόπο, μεταμορφώθηκε σέ θερμό ὑποστηρικτή καί ὑπέρμαχο τῶν πιστῶν.
Ὁ ἴδιος ὁ Κύριος τόν εἶχε διαλέξει, γιά νά γίνει ὁ μεγαλύτερος ἀπόστολος τοῦ Εὐαγγελίου. Στήν περιγραφή τῆς μεταστροφῆς τοῦ Σαύλου, πού κάνει ὁ Εὐαγγελιστής Λουκᾶς, βλέπουμε ὅλες τίς λεπτομέρειες καί ἐντυπωσιαζόμαστε. Ἦταν ἕνα μεγάλο θαῦμα. Κάτι πού κανένας πιστός δέν εἶχε φανταστεῖ.
Ὁ Σαῦλος λοιπόν πήγαινε μέ τήν ὁμάδα του στή Δαμασκό, ὅταν ξαφνική ἀστραπή ἀπό τόν οὐρανό τόν φώτισε δυνατά καί ἔπεσε κάτω, ἐνῶ άκούστηκε μιά φωνή νά τοῦ λέει:
-Σαούλ, Σαούλ, γιατί μέ καταδιώκεις; Αὐτός ἀπορημένος ρώτησε:
-Ποιός εἶσαι, Κύριε; Καί ὁ Κύριος τοῦ ἀπάντησε:
-Ἐγώ εἶμαι ὁ Ἰησοῦς, πού ἐσύ τόν καταδιώκεις. Σήκω ὅμως καί μπές στήν πόλη· ἐκεῖ θά σοῦ ποῦνε τί πρέπει νά κάνεις. Ἐδῶ βλέπουμε ὁ ἴδιος ὁ Χριστός νά ἀφυπνίζει τόν Σαῦλο καί νά τόν ὁδηγεῖ στή σωτηρία καί στή συνέχεια στό ἀποστολικό ἔργο. Δέν στέλνει κάποιον ἄγγελό του.
Ὅπως ὁ ἴδιος εἶχε καλέσει τούς δώδεκα μαθητές, ἔτσι καλεῖ καί τόν Σαῦλο, πού ἐπρόκειτο νά γίνει κορυφαῖος ἀπόστολος. Οἱ ἄντρες πού παρακολουθοῦσαν ἔμειναν μέ τό στόμα ἀνοικτό, γιατί ἄκουσαν φωνή, ἀλλά δέν εἶδαν κανένα.
Ὁ Σαῦλος ἐπίσης εἶχε χάσει τό φῶς του, ἐνῶ τά μάτια ἦταν ἀνοιχτά. Οἱ συνοδοί του τόν σήκωσαν καί τόν ὁδήγησαν στή Δαμασκό, ὅπου ἐπί τρεῖς ἡμέρες ἦταν τυφλός καί δέν ἔτρωγε τίποτα οὔτε ἔπινε. Ἐκεῖ ζοῦσε ἕνας μαθητής πού τόν ἔλεγαν Ἀνανία, στόν ὁποῖο φανερώθηκε σέ ὅραμα ὁ Κύριος καί τοῦ εἶπε:
-Ἀνανία, σήκω καί πήγαινε στήν ὁδό πού λέγεται εὐθεῖα. Ἐκεῖ στό σπίτι τοῦ Ἰούδα, ζήτησε κάποιον ἀπό τήν Ταρσό πού λέγεται Σαῦλος. Αὐτή τή στιγμή προσεύχεται καί εἶδε σέ ὅραμα κάποιον πού λέγεται Ἀνανίας νά μπαίνει καί νά ἀκουμπάει πάνω του τό χέρι του, γιά νά ξαναβρεῖ τό φῶς του. Ὁ Ἀνανίας ὅμως χωρίς νά ἀρνηθεῖ, εἶπε:
-Κύριε, ἀπό πολλούς ἔχω ἀκούσει πόσα δεινά ὁ ἄνθρωπος αὐτός προκάλεσε στούς πιστούς σου στήν Ἱερουσαλήμ. Κι ἐδῶ πού ἦρθε ἔχει ἐξουσιοδότηση ἀπό τούς ἀρχιερεῖς νά συλλάβει ὅλους ἐκείνους πού ὁμολογοῦν τό ὄνομά σου. Καί ὁ Κύριος φανέρωσε στόν Ἀνανία τό σχέδιο πού εἶχε γιά τό διώκτη Σαῦλο:
-Πήγαινε, γιατί αὐτό τόν διάλεξα ἐγώ, γιά νά τόν χρησιμοποιήσω ὡς ὄργανο, πού θά μέ κάνει γνωστό στά ἔθνη καί στούς ἄρχοντές τους καί στόν ἰσραηλιτικό λαό. Κι ἐγώ θά τοῦ δείξω πόσα θά πρέπει νά πάθει γιά χάρη τοῦ ὀνόματός μου. Ὁ Ἀνανίας χωρίς καθυστέρηση πῆγε στό σπίτι καί ἀκουμπώντας τά χέρια του πάνω στόν Σαῦλο, τοῦ εἶπε ὅτι τόν ἔστειλε ὁ Ἰησοῦς, πού τοῦ φανερώθηκε στό δρόμο καθώς ἐρχόταν, γιά νά ξαναβρεῖ τό φῶς του καί νά γεμίσει μέ Ἅγιο Πνεῦμα.
Καί πράγματι ἐκείνη τή στιγμή ἔπεσαν ἀπό τά μάτια τοῦ Σαύλου κάτι σάν λέπια καί ξαναβρῆκε τό φῶς του. Στή συνέχεια σηκώθηκε, βαφτίστηκε, ἔφαγε καί ἀνένηψε πλήρως. Χωρίς κανένα δισταγμό, ἄρχισε τό ἀποστολικό του ἔργο, προκαλώντας τήν κατάπληξη ἐκείνων πού τόν γνώριζαν, ἀλλά καί τό πάθος τῶν Ἰουδαίων ἐναντίον του, οἱ ὁποῖοι ἀποφάσισαν τήν ἐξόντωσή του, γι᾿ αὐτό καί ἐπιτηροῦσαν τίς πύλες μέρα καί νύχτα. «Ἀλλά οἱ μαθητές του τόν πῆραν, τόν ἔβαλαν μέσα σ᾿ ἕνα καλάθι καί μέ σχοινί τόν κατέβασαν νύχτα ἀπό τό τεῖχος». Ἔτσι γλύτωσε ἀπό τή μανία τῶν Ἰουδαίων καί ἐπιδόθηκε ἐνεργότερα στό ἀποστολικό του ἔργο.
Πρεσβ. Διονύσιος Τάτσης
Ὀρθόδοξος Τύπος ἀρ. φύλ. 2016 28 Μαρτίου 2014
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου