Σάββατο 20 Σεπτεμβρίου 2014

Σταυροφόροι - Νικηφόροι. Αρχιμ. Ιωήλ Κωνστάνταρος

Κυριακή μετά την Ύψωσιν. (Μαρκ. Η' 34-Θ' 1)

Ο λόγος του σταυρού συνοψίζει ολόκληρο το κεφάλαιο της πίστεως, πιστοποιώντας την ανάσταση και οδηγώντας προς τη σωτηρία.
Είναι αλήθεια ότι για τον άνθρωπο που ζει μέσα στην όλη ατμόσφαιρα της πτώσεως και των παθών, ο ξεκάθαρος λόγος του Κυρίου περί της άρσεως του σταυρού, ίσως φαίνεται σκληρός και βαρύς. 
Όμως, οι άγιοι της Εκκλησίας μας που βίωσαν αυτή την ζωή, στην οποία προηγείται ο πόνος του Σταυρού για να επέλθει η βιωματική χαρά της Αναστάσεως, αποδεικνύουν ότι μόνο δι' αυτής της οδού μπορεί ο άνθρωπος να οδηγηθεί και να φθάσει στον προορισμό του. Στον υψηλό προορισμό της Χριστοποιήσεως και του εξαγιασμού.
Αυτή είναι η σώζουσα πραγματικότητα και εάν θέλουμε να μη βρισκόμαστε μέσα σε φάσματα αληθείας που στην καλυτέρα των περιπτώσεων οδηγούν τον πιστό σε ένα νόθο θρησκευτικό συναισθηματισμό, είναι ανάγκη να συνειδητοποιήσουμε αυτόν ακριβώς τον λόγο του σταυρού.
Χρειάζεται δηλ. να είμαστε αποφασισμένοι να τα θυσιάσουμε όλα. Ακόμα και αυτόν τον θάνατο εάν χρειαστεί να τον συναντήσουμε με θάρρος, χάριν της σωτηρίας της ψυχής μας.
Όμως, ουδέποτε θα φθάσει ο πιστός σε ικανοποιητικά επίπεδα πίστεως, καθάρσεως και φωτισμού, εάν πρώτα δεν συνειδητοποιήσει την αξία της ψυχής του. Τούτο πραγματοποιείται όχι μόνο όταν σκεφθούμε πως φεύγοντας η ψυχή, το σώμα μένει ακίνητο και νεκρό, αλλά κυρίως από την ερώτηση που θέτει ο ίδιος ο Χριστός και που ακούμε στο Ευαγγελικό μας ανάγνωσμα: “τι ωφελήσει άνθρωπον εάν κερδίσει τον κόσμον όλον και ζημιωθεί την ψυχήν αυτού;”. Ολόκληρος ο κόσμος με όλα του τα αγαθά δεν είναι δυνατόν να αντισταθμίσει την αξία της ψυχής.
Ουδένα αντάλλαγμα ισάξιον της ψυχής θα υπάρξει ποτέ. Αυτή είναι η αλήθεια όσο κι αν ορισμένοι κλείνουν τους οφθαλμούς τους ενώπιόν της. Αλλά εάν πολλοί κουράζονται, υποβάλλονται σε ποικίλες θυσίες και πράττουν το παν, δίνοντας ακόμα και αυτήν τη ζωή τους για ν' αποκτήσουν κάτι το πρόσκαιρο, το παροδικό και εφήμερο που θέλοντας και μη θα το εγκαταλείψουν την ώρα του θανάτου τους, είναι δυνατόν οι πιστοί, τα μέλη της Ορθοδόξου Εκκλησίας να αρνούμαστε τις θυσίες προκειμένου να σωθεί η ανεκτίμητη ψυχή μας;
Εκείνο όμως που συγκλονίζει όταν ο άνθρωπος, έστω και στον ελάχιστο βαθμό το συνειδητοποιεί (διότι είναι αδύνατον να γίνει κατανοητό εξ' ολοκλήρου), είναι ότι για να ξεπλυθεί, δηλ. για να σωθεί η ψυχή μας, ο ίδιος ο Θεάνθρωπος Κύριός μας, έδωσε το αίμα του επάνω στο ξύλο του σταυρού.
Είναι τόσο πολύτιμη η ψυχή μας, ώστε δεν υπήρξε άλλο λύτρο ικανό για να δοθεί ώστε να λυτρωθεί αυτή. Να ελευθερωθούμε και ν' αποκτήσουμε και πάλι την υιοθεσία που διά της παρακοής είχαμε χάσει.
Γράφοντας στην Α' καθολική του επιστολή ο Απ. Πέτρος περί της ανάγκης, δηλ. της ευλογίας τού να ζούμε με αγιότητα, με φόβο Θεού και αγάπη, τονίζει μεταξύ των άλλων: “ειδότες ότι ου φθαρτοίς, αργυρίω ή χρυσίω, ελυτρώθητε εκ της ματαίας υμών αναστροφής πατροπαραδότου, αλλά τιμίω αίματι ως αμνού αμώμου και ασπίλου Χριστού” (Α' Πέτρ. α΄18-19). Δηλ. πρέπει να ζείτε και να συμπεριφέρεσθε με φόβο Θεού, διότι γνωρίζετε και δεν πρέπει ποτέ να το ξεχνάτε ότι ελευθερωθήκατε από τη μάταιη διαγωγή και συμπεριφορά που είχατε, και την οποία κληρονομήσατε από τους προπάτορές σας, και εξαγορασθήκατε όχι με λύτρα φθαρτά, δηλ. με ασημένια και χρυσά νομίσματα, αλλά με το πολύτιμο αίμα του Χριστού που προσφέρθηκε θυσία ως αίμα μικρού αρνιού τελείως αμόλυντου και καθαρού από κάθε κηλίδα αμαρτίας.
Αλλά η ανυπέρβλητη και αδιανόητη για τον άνθρωπο αυτή θυσία του Χριστού, μας υπαγορεύει και τον πόνο που χρειάζεται να βαστάσουμε, εάν θέλουμε να περάσουμε στην πορεία τού καθ' ομοίωσιν και τελικώς να σώσουμε την ψυχή μας. Ώστε χρειάζεται και κόπος στην πνευματική ζωή; Ίσως ερωτήσει κάποιος που βλέπει το θέμα από την θεωρητική του μόνο πλευρά. Μα, είναι δυνατόν να υπάρξει θυσία, έστω και η μικρότερη στη ζωή μας που να είναι αποσυνδεδεμένη από τον ανεπιθύμητο πόνο; Εάν ναι, τότε δεν μπορεί να γίνεται λόγος καν περί θυσίας. Αγωνιστική διάθεσις και Χριστιανική ζωή που δεν κοστίζει στον πιστό δεν είναι παρά “εικονική πραγματικότητα”.
Και αυτή την πτυχή τής πραγματικότητας θα πρέπει να την βάλουμε για τα καλά στην καρδιά μας εάν θέλουμε να έχουμε “προκοπήν βίου και πίστεως και συνέσεως πνευματικής”.
Αλλά στο σημείο που μας οδήγησε ο λόγος τού Σταυρού θα πρέπει να σταθούμε ώστε να δούμε λίγο βαθύτερα την έννοια του πόνου και της θυσίας σε σχέση με τον προσωπικό μας καταρτισμό. Της θυσίας και του πόνου με την διπλή τους πάντοτε μορφή. Τον αγώνα δηλ. και την προσπάθεια εναντίον τόσο του αμαρτωλού κόσμου, όσο ιδίως εναντίον του κακού και αμαρτωλού μας εαυτού.
Θα λέγαμε ότι η θυσία ως ακατάπαυστος τρόπος ζωής, συνοψίζει και συνέχει όλες τις ευλογημένες παραμέτρους της Εκκλησιαστικής ζωής. Αποτελεί ουσία της ορθοδόξου ζωής αφού ο ίδιος ο Χριστός το κηρύσσει άνευ περιστροφών: “Όστις θέλει οπίσω μου ακολουθείν, απαρνησάσθω εαυτόν”. Αυτή την άρνηση του εαυτού μας συνακολουθεί η άρσις του σταυρού με ό,τι βεβαίως αυτό συνεπάγεται και που δρομολογεί ακολουθία και συνοδοιπορία με τον ίδιο τον Ιησού.
Θα αποτελούσε κοινόν τόπο εάν θελήσουμε να αναφερθούμε ειδικώς σε όλες αυτές τις κακές έξεις, τις αδυναμίες και τα φανερά ή κρύφια πάθη που είναι ανάγκη να αντιμετωπίσουμε και πολλές φορές να ματώσουμε και γιατί όχι να πονέσουμε σε μεγάλο βαθμό. Άλλωστε όσοι βιώνουν την χριστιανική ζωή στο πρώτο στάδιο της καθάρσεως, αντιλαμβάνονται και κατανοούν πολύ περισσότερα από τα όσα καταγράφονται.
Τούτο μόνο λέμε στο σημείο αυτό. Η αρχή της θυσίας για την αγάπη και την δόξα του Χριστού, ξεκινά με τον σταυρό της αυταπαρνήσεως. Ναι, αυταπάρνησις. Δύσκολη μεν, αναγκαία δε για τον αγώνα μας, αφού μετά την πτώση των πρωτοπλάστων η αμαρτία έγινε ένα με το “είναι” μας. Λόγω δε του ότι “έγκειται η διάνοια του ανθρώπου επιμελώς επί τα πονηρά εκ νεότητος αυτού” (Γεν. Η' 21), η αυταπάρνησις με το πνεύμα της θυσίας χρειάζεται να διαποτίσει την συνείδηση ώστε τελικώς να απαλλαγεί η ψυχή μας από το κακό και να ξεφύγει η ύπαρξή μας, όσο το δυνατόν από την αμαρτητική ροπή.
Εννοείται δε ότι τον σκληρό αυτό αγώνα της αυταπαρνήσεως συνακολουθεί από την άλλη και ο ισοστάσιος αγώνας εναντίον του “αμαρτωλού κόσμου”. Η θεόπνευστη φράση του Ευαγγελιστού Ιωάννου: “Μη αγαπάτε τον κόσμον, μηδέ τα εν τω κόσμω” (Α' Ιωάν. Β' 15), δεν πρέπει να επιτρέπουμε ποτέ να ξεθωριάζει από το κεφάλαιο της Χριστοήθειας, όπως αναπτύσσει στο θέμα αυτό και ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης.
Αλλ' ο σταυρός ως αυταπάρνησις και θυσιαστική ζωή, σταματά όχι μόνο στο πρώτο βάθρο τής καθάρσεως, αλλά διαπερνά νικηφόρος έως και αυτή την κατάσταση της θεώσεως, επευλογώντας και ενδυναμώνοντας την ύπαρξη. Εδώ πρόκειται περί καταστάσεων που είναι αδιανόητες και ασύλληπτες για όσους δεν έχουν αποφασίσει ακόμα να ξεκινήσουν ή βρίσκονται ήδη στην αρχή της πνευματικής τους πορείας. Τούτο δε διότι όχι μόνο δεν παύει η θυσία όσο αναπνέει ο άνθρωπος αλλά προϊόντος του χρόνου και αναλόγως της πνευματικής ωριμάνσεως, ο Σταυρός ως τρόπος ζωής, ως θυσία και πόνος γίνεται ποθητός στην καρδιά που πυρπολείται από το λατρευτό πρόσωπο του Ιησού. Και εάν προσέξει κανείς την ζωή των εκλεκτών ψυχών που σταθερά βαδίζουν την οδόν της αγιότητος, πολύ εύκολα θα διαπιστώσει ότι κάθε φορά ο Θεός τούς ζητά και νέα θυσία. Χαρίζει νέο σταυρό και αναμένει νέα αυταπάρνηση. Άλλωστε, η ψυχή που αγωνίζεται δεν μπορεί παρά να θέλει εκείνο που θέλει και ο Νυμφίος της. Να υποτάσσει την θέλησή της στην δική του θέληση, γνωρίζοντας ότι ο δρόμος είναι μεν κακοτράχαλος και ανηφορικός, αλλά στην κορφή προσμένει ο πρωτομάρτυρας της θυσίας. Ο ίδιος ο Ιησούς Χριστός.
Επομένως, το να λιτανεύει κανείς τον μετρημένο στα δικά του μέτρα σταυρό, τούτο αποτελεί την μεγαλύτερη ευλογία που θα μπορούσε κανείς να δεχθεί, γνωρίζοντας ότι αυτή η εσταυρωμένη αγάπη στους σταυροφόρους πιστούς, χαρίζει “αντί των φθαρτών τα άφθαρτα· αντί των προσκαίρων τα αιώνια· αντί των επιγείων τα επουράνια”.
Αμήν

Άρχ. Ιωήλ Κωνστάνταρος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου