Τρίτη 1 Ιουλίου 2014

Όλο το μυαλό μας πήγε στα πόδια...του Σαμαρά. Δημήτρης Νατσιός

Δημήτρης Νατσιός  Δάσκαλος Κιλκίς -Θεολόγος

Είναι ξέσπασμα πατριωτισμού ή εκτόνωση της λαϊκής απελπισίας και φρίκης που προκαλούν η δυστυχία και οι οικονομικοπολιτικές αχρειότητες των κυβερνώντων;
«Ελλάς! ολέ! ολέ! Δεν σταματώ να τραγουδώ ποτέ! Ελλάς ολέ! ολέ!», τραγουδά, εν χορώ, η πιτσιρικαρία στις γειτονιές. Και οι γονείς τους «ψήλωσαν ένα μπόι» εξ αιτίας του θριάμβου της εθνικής ομάδας ποδοσφαίρου. Και το 2004 πάλι «μεγάλες στιγμές» βιώναμε. Ξεδιπλώθηκαν σημαίες στα μπαλκόνια, αποτυπώθηκε το σύμβολο σε μπλουζάκια, ζούσαμε το «έπος» της Πορτογαλίας. Το ερώτημα παραμένει: Είναι υγιής η ταύτιση της ποδοσφαιρικής ομάδας με το έθνος; Είναι «ξέσπασμα» ή παραλήρημα οι φρενήρεις ενθουσιασμοί;
Πέρασε «στα ψιλά» η δήλωση μεγαλοστελέχους αφρικανικής ομάδας ότι όλα γίνονται για τηλεοπτικές διαφημίσεις. Ξεγελάστηκε ο αφελής από Άγγλους δημοσιογράφους και έβγαλε τα άπλυτα στη φόρα, είπε τις κρυμμένες αλήθειες.
Πριν από δέκα περίπου χρόνια είχα δημοσιεύσει ένα άρθρο σε τοπική εφημερίδα του Κιλκίς με τίτλο «όλο το μυαλό μας πήγε στα πόδια του... Ροναλντίνιο». Το παραθέτω, απλώς στη θέση του παλαίμαχου Βραζιλιάνου ποδοσφαιριστή, μπορούμε να βάλουμε άλλο όνομα, Μέσι, Σουάρεζ και λοιπά πάμπλουτα, κακομαθημένα παιδάκια...
«Αν και ορισμένοι υποστηρίζουν ότι το ποδόσφαιρο εμφανίστηκε στην Αγγλία, το σωστό είναι πως το παιχνίδι της μπάλας πρωτοεμφανίζεται στην ελληνική αρχαιότητα. Ήταν το «φούλικλον» ή φαινίνδα», η «σφαίρα» και το «αρπαστόν». («Το δε καλούμενον διά της σφαίρας αρπαστόν φαινίνδα εκαλείτο», γράφει ο Αθήναιος στον Δειπνοσοφιστή του). Αποτελούσε ομαδική γυμναστική και όχι αγώνισμα για ανάδειξη νικητών. Δεν έλειψαν όμως και κατά την αρχαιότητα οι υπερβάσεις και οι σωματικές ταλαιπωρίες. Το αγώνισμα της «μπάλας» χαρακτηρίζεται από την Αθήναιο ορμητικό και κοπιαστικό, αλλά και επικίνδυνο εξαιτίας των βίαιων τραχηλικών κινήσεων. («Κατά τους τραχηλισμούς ρωμαλέον»).
Στην Αγγλία εμφανίστηκε τον 14ο αιώνα. Στην αρχή έκανε χειρίστη εντύπωση. Ο Άγγλος λόγιος Τ. Έλιοτ χαρακτήριζε το ποδόσφαιρο «κτηνώδη μανία και ακραία μορφή βίας». Ο Σαίξπηρ χρησιμοποιεί την φράση «ταπεινέ ποδοσφαιριστή» ως ύβριν. Το 1350 περίπου απαγορεύθηκε η ποδοσφαιρική παιδεία, επειδή έτεινε να εκτοπίσει την τοξοβολία, που γύμναζε τους πολεμιστές. Επανεμφανίζεται και επικρατεί από τα μέσα του 19ου αιώνα και εξαπλώνεται σ’ όλον τον κόσμο, κατέχοντας «βασιλική» θέση. Σήμερα είναι «το όπιο του λαού». Ο Όργουελ σε μία συνάντευξή του το 1950 στον Ουμπέρτο Έκο, και αναφερόμενος στο ποδόσφαιρο, θα πει: «Είναι αναγκαστικά ταυτισμένο με τη ζήλια, το μίσος, τον φανφαρονισμό και την σαδιστική ηδονή του βίαιου θεάματος. Με άλλα λόγια είναι ένας πόλεμος χωρίς πυροβολισμούς».
Άκουσα πρόσφατα κάποιον βετεράνο ποδοσφαιριστή να λέει πως είναι αφύσικο οι σημερινοί ποδοσφαιριστές να παίζουν τόσα παιχνίδια, είναι υπεράνθρωπο. Στηλίτευσε ακόμη τον εκ του πονηρού ποδοσφαιρικό κατακλυσμό. Κάθε βράδυ, χειμώνα καλοκαίρι, υπάρχει στην τηλεόραση ένας ποδοφαιρικός αγώνας. Η πρώτη παρατήρηση είναι ευεξήγητη. Είναι γνωστό πως σήμερα για τους περισσότερους αθλητές-και ποδοσφαιριστές-το ξεπέρασμα των δυνατοτήτων τους, με τοξικές ουσίες και αναβολικά, αποτελεί όχι μόνο φιλοδοξία, αλλά και πρόβλημα διαβίωσης. Ο αθλητισμός γενικά έχει εξελιχθεί σε ένα είδος τεχνολογίας και οι αθλητές σε εργαλεία. Χωρίς υπερβάσεις, πρωταθλήματα και ρεκόρ, αποστερούνται αμοιβών, διακρίσεων στα τηλεοπτικά μέσα, λαϊκών πανηγυρισμών και χρυσοπλήρωτων μεταγραφών. (Το να έχουμε αγοραπωλησίες ποδοσφαιριστών με ποσά που ξεπερνούν τον προϋπολογισμό φτωχών κρατών, αποδεικνύει περιτράνως την ξεφτίλα, την υποκρισία, την αναισχυντία του δήθεν «πολιτισμένου» κόσμου. Στα καθ’ ημάς η οδυνηρή περιπέτεια με τους Κεντέρη-Θάνου αποκάλυψε πως κάτω από το προσωπείο του «μεγάλου» αθλητή, κρύβονταν δύο άπληστα για χρήμα και μανιακά για φήμη υποκείμενα). Το να μιλήσεις σήμερα στην Ελλάδα για την αχρειότητα των επαγγελματικών, πρωτα-αθλητικών και ποδοσφαιρικών, εταιρειών συνιστά παραβίαση ανοιχτών θυρών. Η όλη διάρθρωση του ποδοσφαίρου στην Ελλάδα παραπέμπει στις γκανγκστερικές συμμορίες, που αποτύπωσε αριστοτεχνικά στην μεγάλη οθόνη ο Κόπολα με τον «Νονό» του.
Η δεύτερη παρατήρηση, για τις αυξημένες «δόσεις» ποδοσφαίρου στον «κυρίαρχο» λαό, προκαλεί εντύπωση. Αντί σχολιασμού, παραθέτω ένα χαρακτηριστικό ποίημα του Α.Πανσέληνου, καυστικότατο, με τίτλο «Το ποδοσφαιρικό ματς»:
«Εικοσιδυό λεβέντες και μια μπάλα
τις ώρες της δουλειάς και της σχόλη μας
με «ιδανικά» τις γέμισαν μεγάλα-
να φτιάξουν, λέει, το μέλλον της φυλής μας!
Πόδια στραβά, στραβά μυαλά και χέρια
κωλοπηδούν να πιάσουνε τ’ αστέρια.

Ορμούν, χτυπούν και κουτουλούν σα βόδια,
να βρουν το νόημα της ζωής στην πάλη
όλο το μυαλό τους πήγε στα πόδια
και λες κλωτσάν πια τ’ άδειο τους κεφάλι
και ζουν αυτοί και ο λαός μια καταδίκη
ανάμεσα στην ήττα και στην νίκη.

Νοικοκυραίοι, φτωχοί, μαγαζατόροι,
κινούν νωρίς τ’ απόγευμα σαν λύκοι
της ζωής οι νικημένοι με το ζόρι
της νίκης ν’ απολάψουν το αλκοολίκι-
και κλειούν σ’ ενός μαντράχαλου τα σκέλια
του κόσμου την αρχή και την συντέλεια!

Στείρα καρδιά και δύναμη τυφλού
παράγουν «ήρωες» μαζικά στους τόπους
Ω! κι αν βρισκόνταν δύο άνθρωποι δειλοί
να σώσουν απ’ τους ήρωες τους ανθρώπους,
που ζουν σ’ ενός πολέμου μες στη δίνη
για να ξεσυνηθίζουν την ειρήνη»!

Κοινωνική παρακμή αποτελεί η φανατική προσκόλληση πολιτών σε ποδοσφαιρικές ομάδες –όπως και στις φαυλεπίφαυλες κομματικές εξουσίες. Κάποιος θα αντιτάξει το επιχείρημα πως το ποδόσφαιρο μας χαρίζει χαρά, διασκεδάζουμε. Πέρυσι το καλοκαίρι (2004), είχαμε και εθνική ανάταση. Μα αυτό ακριβώς επιθυμεί η εξουσία, να ασχολείται με φανατισμό «το ζαλισμένο κοπάδι» με το ποδόσφαιρο. Ο ποδοσφαιρικός αγώνας, ιδίως για τους αφιονισμένους φανατικούς οπαδούς, είναι το παραισθησιογόνο τους-η βία, η λυτρωτική τους εκτόνωση. Πότε οι εθνικά υπερήφανοι φίλαθλοι και οι λοιποί καναπεδόβιοι των καφενείων (ή μάλλον κηφηνείων), ξεχύθηκαν στους δρόμους για να καταγγείλουν τις αυθαιρεσίες της εξουσίας, την κοινωνική αδικία, την ασυδοσία των ισχυρών και τους εθνικούς εξευτελισμούς; Η εξουσία προτιμά τις συγκρούσεις ή τους πανηγυρισμούς για τα γκολ, παρά διαδηλώσεις εναντίον των ανισοτήτων και της πολιτικής διαφθοράς. Υποδέχεται με συγκατάβαση τα παράφορα ή παρανοϊκά ξεσπάσματα των «αγαθών» Ελλήνων. Αρκεί να μην στρέφονται εναντίον της. Όσο η κοινωνία είναι εκχαυνωμένη «ποδοσφαιρικώς», όσο τα «οργισμένα νιάτα» ξεσπούν στα γήπεδα και στα «πέριξ» καταστήματα, όλα είναι καλά. Ανενόχλητοι οι παρακεντέδες της εξουσίας-κομματικοί και αθλητικοί-ροκανίζουν το δημόσιο χρήμα. (Κανείς δεν αντιδρά για το κουκούλωμα της χρηματιστηριακής απατεωνιάς. Αδιάφοροι «οι εγκλωβισμένοι» χάσκουν με τους θεατρινισμούς του δισεκατομμυριούχου Ροναλντίνιο. Τον κάλεσε και η ΕΠΑΕ, μαθαίνουμε, για να κάνει την κλήρωση των ελληνικών πρωταθλημάτων, με αμοιβή 300.000 ευρώ. Με λεφτά του δημοσίου οι τζιτζιφιόγκοι, οι κομπλεξικοί...). Όπως είπε και ο ποιητής «το μυαλό μας όλο πήγε στα πόδια». Τίποτε , νομίζω, δεν άλλαξε ως τα σήμερα...

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου