842μ.Χ. Ἀναστήλωσις τῶν Ἱερῶν Εἰκόνων: 2025μ.Χ. Ἀναστήλωσις τοῦ Ἐσταυρωμένου
Γράφει ὁ κ. Λέων Μπράνγκ, Θεολόγος
Ἡ Διαρκὴς Ἱερὰ Σύνοδος δύο ἡμέρες μετὰ τὴν Κυριακὴ τῆς Ὀρθοδοξίας, τὴν 11η Μαρτίου 2025, ἀποφάσισε τὴν ἀναστήλωση τοῦ Ἐσταυρωμένου ἐντός τοῦ Ἱεροῦ Βήματος. Ἀνακοίνωσε:
«Ἐπειδὴ τὸν τελευταῖο καιρὸ ἔχουν προκύψει ποικίλες ἀναφορὲς σχετικὰ μὲ τὴν τοποθέτηση τοῦ Ἐσταυρωμένου ὄπισθεν τῆς Ἁγίας Τραπέζης καὶ τὴν περιφορὰ Του κατὰ τὴν ἀκολουθία τῆς Μεγάλης Πέμπτης, ἡ Διαρκὴς Ἱερὰ Σύνοδος, ὕστερα ἀπὸ εἰσήγηση τῆς Συνοδικῆς Ἐπιτροπῆς ἐπὶ τῆς Θείας Λατρείας καὶ τοῦ Ποιμαντικοῦ Ἔργου, ἀποφασίζει ὁμοφώνως ὅτι:
1. Ἡ τοποθέτηση τοῦ Σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ ὄπισθεν τῆς Ἁγίας Τραπέζης εἶναι γενικὰ καθιερωθεῖσα παράδοση, ὅπως παρατηροῦμε στὰ Πατριαρχεῖα καὶ τὶς Αὐτοκέφαλες Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες, καθώς, ἐπίσης, παράδοση εἶναι καὶ ἡ περιφορὰ τοῦ Ἐσταυρωμένου καὶ ἡ προσκύνησή Του τὴν Μεγάλη Πέμπτη, καθὼς καὶ τοῦ ἱεροῦ Ἐπιταφίου τὴν Μεγάλη Παρασκευή.
2. Ὁ Σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ στὴν θεολογία τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως ἐκφράζεται στὰ ἔργα τῶν Πατέρων καὶ στὴν ἱερὰ ὑμνογραφία, εἶναι ἄρρηκτα συνδεδεμένος μὲ τὴν Ἀνάστασή Του καὶ δὲν διαχωρίζονται: «Τὸν Σταυρόν σου προσκυνοῦμεν, Δέσποτα, καὶ τὴν ἁγίαν σου Ἀνάστασιν δοξάζομεν». Εἶναι ἑνιαῖο τὸ μυστήριο τοῦ Σταυροῦ καὶ τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ. Δὲν νοεῖται ὁ Σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ χωρὶς τὴν Ἀνάστασή Του, οὔτε Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ χωρὶς τὸν Σταυρό.
3. Οἱ λειτουργικὲς ἀλλαγὲς τοῦ τυπικοῦ τῆς Ἐκκλησίας γίνονται μὲ ἀποφάσεις τῶν Συνοδικῶν Ὀργάνων Της».
Εὐχαριστοῦμε ἀπὸ καρδίας τὴν Διαρκῆ Ἱερὰ Σύνοδο τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος γιὰ αὐτὴν τὴν ἀπόφαση, ἡ ὁποία θέτει τέλος σὲ μία διένεξη ποὺ διαταράσσει τὴν εἰρήνη στὴν Ἐκκλησία ἤδη παραπάνω ἀπὸ ἕνα χρόνο. Ἡ ἀναστήλωση τοῦ Ἐσταυρωμένου ἐκ μέρους τῆς Διαρκοῦς Ἱερᾶς Συνόδου πίσω ἀπὸ τὴν Ἁγία Τράπεζα προφανῶς δὲν ἀφορᾶ σὲ ἐκεῖνον τὸν Ἐσταυρωμένον, ὁ ὁποῖος, ὅπως ἐγράφη:
«εἶναι γεγονὸς τῆς Ἱστορίας καὶ ἀναφορᾶς καὶ προσκύνησης σὲ Αὐτὸν μίας καὶ μόνον ἡμέρας τοῦ χρόνου», δηλ. τῆς Μεγάλης Παρασκευῆς»
«μᾶς γυρνάει πίσω στὴν Ἱστορία», ταιριάζει «σὲ ἕνα Χριστὸ μόνιμα “Ἐσταυρωμένο” καὶ πεθαμένο…, καὶ μάλιστα πεθαμένο ἐκεῖ ὅλον τὸν χρόνο…»
ἀφορᾶ σὲ «πιετιστικὴ δυτικόφερτη ἐπίδραση τῶν Χριστιανικῶν Ὀργανώσεων στὴν Ἑλλάδα»
δείχνει «ἕνα Θεὸ τῆς Ἱστορίας (Ἀρειανισμὸς καὶ Νεστοριανισμός), ἐνατενιζόμενο ἀπὸ τὴν Ἱστορία, ἔτσι γιὰ νὰ τὸν λυποῦνται καὶ νὰ ἐκφράζουν τὴν συσσωρευμένη ψυχολογική τους στέρηση καὶ ἀνάγκη, γιὰ νὰ λατρεύουν κάτι ἁπτὸ καὶ χειροπιαστό, σωματοποιημένο καὶ ὁρατό, πόρρω ἀπομακρυνόμενοι ἀπὸ τὸν ἀόρατο πανταχοῦ παρόντα Τριαδικὸ Θεὸ καὶ τὸν Ἀναστημένο Χριστό».
δείχνει χαμηλοῦ ἐπιπέδου ἀνθρώπους», οἱ ὁποῖοι «λατρεύουν ἐμμονικά, ἀπολυτοποιημένα καὶ αὐτονομημένα (μὲ κίνδυνο νὰ μετατραποῦν σὲ μία ἀθέατη αἵρεση τῶν Ἐσταυρωμενολατρῶν) καὶ προσπαθοῦν νὰ ἐπιβάλουν στανικὰ ἑτεροδιδασκαλία γιὰ ἕνα στατικὸ ὁρατὸ Θεό, γιατί δὲν θέλουν καὶ δὲν ἀντέχουν νὰ λατρεύουν ἕνα Θεό, ὁ Ὁποῖος εἶναι ἀνάμεσά μας ζωντανὰ ὡς “ἀοράτως συνὼν”» καὶ πολλὰ ἄλλα.
Ὄχι, πρὸς Θεοῦ, ὄχι ἕνας τέτοιος Ἐσταυρωμένος ποὺ γεννᾶται στὴν φαντασίωση κάποιων ἀνθρώπων.
Ὁ Ἐσταυρωμένος, στὸν ὁποῖο ἀναφέρεται ἡ Διαρκὴς Ἱερὰ Σύνοδος περιγράφεται στὴν Ἀκολουθία τῆς Θείας Μεταλήψεως στὸ πρῶτο τροπάριο τῆς θ΄ Ὠδῆς:
«Χριστός ἐστι, γεύσασθε καὶ ἴδετε, ὁ Κύριος· δι’ ἡμᾶς καθ’ ἡμᾶς γὰρ πάλαι γενόμενος, ἅπαξ ἑαυτὸν τε προσάξας, ὡς προσφορὰν Πατρὶ τῷ ἰδίῳ ἀεὶ σφαγιάζεται, ἁγιάζων τοὺς μετέχοντας.» Ὅσο καὶ νὰ γίνεται ἀπὸ κάποιους, ἔστω καὶ ἀπὸ ἕνα ἀρχιερέα, πλύση ἐγκεφάλου στοὺς πιστούς, ὅτι πρόκειται γιὰ τὸν Ἐσταυρωμένον τῆς Μεγάλης Παρασκευῆς, γιὰ πεθαμένο Θεὸ κ.ἄ., αὐτοὶ γνωρίζουν ἀπὸ τοὺς ἀληθινοὺς Πατέρες καὶ Ποιμένες τους, τοὺς Ἁγίους Πατέρας, ἀναγινώσκοντες καὶ ὄντως γινώσκοντες τὴν Ἀκολουθία τῆς Θείας Μεταλήψεως: Ναί, ἱστορικά, ἡ θυσία τοῦ Χριστοῦ ἅπαξ ἔγινε, ἀπὸ ἐκεῖ καὶ ἔπειτα ὅμως ὁ Κύριος ἀναιμάκτως ἀεὶ σφαγιάζεται καὶ μᾶς ἁγιάζει καὶ μᾶς τρέφει μὲ τὸ ἄχραντο Σῶμα καὶ τὸ τίμιο Αἷμα Του. Καὶ αὐτὴ ἡ ἀναίμακτη θυσία εἶναι τὸ ἴδιο πραγματικὴ, ὅπως ἡ ἱστορικὴ θυσία τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ μας.
Καὶ ὅπως ὁ Ἐσταυρωμένος ἐκφράζει τὴν ἱστορικὴ θυσία τοῦ Θεανθρώπου, ὅταν τὴν Μεγάλη Πέμπτη τὸν περιφέρουμε στὸν Ναὸ καὶ τὴν Μεγάλη Παρασκευὴ τελοῦμε τὴν Ἀποκαθήλωση, μὲ τὸν ἴδιο τρόπο καὶ πίσω ἀπὸ τὴν Ἁγία Τράπεζα ὅλο τὸ χρόνο ἐκφράζει τὴν ἀεὶ γινόμενη ἀναίμακτη θυσία στὸ θυσιαστήριο, στὴν Ἁγία Τράπεζα. Καὶ φυσικὰ ἡ Διαρκὴς Ἱερὰ Σύνοδος δὲν μποροῦσε μὲ κανένα τρόπο νὰ δεχθεῖ τὴν παράφρονη καινοτομία, ὁ Ἐσταυρωμένος νὰ ἐξορίζεται ἀπὸ τὸ Ἱερὸ Βῆμα στὶς ἀποθῆκες τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ καὶ ἐκεῖ, ὄχι στὸ θυσιαστήριο, νὰ «σφαγιάζεται ἀεί», προκειμένου νὰ μᾶς ἁγιάζει.
Ἡ ἐξίσωση τῆς παράδοσής μας, ἐπειδὴ ἔχουμε στὸ Ἱερὸ Βῆμα τὴν Ἁγία Τράπεζα μαζὶ μὲ τὸν Σταυρὸ μὲ τὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, μὲ τὴν παράδοση τῶν Λατίνων ποὺ προβάλλουν τὸ crucifix, τὸ Σταυρὸ μὲ τὴν πλαστικὴ ἀπεικόνιση, τὸ ἄγαλμα τοῦ ἐσταυρωμένου Χριστοῦ ἐπάνω στὸ Ἱερὸ Βῆμα, εἶναι σαφῶς τὸ ἴδιο παράλογο. Μὲ ἐξαιρετικὴ σαφήνεια τονίζει ἡ ἀνακοίνωση τῆς Διαρκοῦς Ἱερᾶς Συνόδου, ὅτι «ὁ Σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ στὴν θεολογία τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως ἐκφράζεται στὰ ἔργα τῶν Πατέρων καὶ στὴν ἱερὰ ὑμνογραφία, εἶναι ἄρρηκτα συνδεδεμένος μὲ τὴν Ἀνάστασή Του καὶ δὲν διαχωρίζονται:
«Τὸν Σταυρόν σου προσκυνοῦμεν, Δέσποτα, καὶ τὴν ἁγίαν σου Ἀνάστασιν δοξάζομεν». Εἶναι ἑνιαῖο τὸ μυστήριο τοῦ Σταυροῦ καὶ τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ». Ἄρα μὲ ποιὰ λογικὴ συνέπεια μπορεῖ νὰ παρομοιάζεται ὁ Ἐσταυρωμένος στὸ Ἱερὸ Βῆμα τοῦ ὀρθόδοξου Ἱεροῦ Ναοῦ μὲ τὸ crucifix στοὺς δυτικοὺς Ναούς; Στὴ Δύση ὄντως τὸ crucifix εἶναι ἡ κορύφωση τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρωπίνου γένους. Ὄντως ἐκεῖ μπορεῖ νὰ γίνει λόγος γιὰ σταυρολατρία.
Ἡ διδασκαλία τους περὶ τῆς δικαίωσης καὶ σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου ἔχει διαμορφωθεῖ ἀπὸ τὴν Σχολαστικὴ Θεολογία καὶ ἀποτυπώνεται στὴν ἐπίσημη κατήχηση τῆς Ρωμαιοκαθολικῆς Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία ἐπικυρώθηκε ἀπὸ τὸν Πάπα Ἰωάννη Παῦλο Β΄ τὸ 1992. Ἐκεῖ τονίζεται π.χ. στὸ ἄρθρο 615, ὅτι ὁ Χριστὸς μὲ τὴν σταυρική του θυσία «προσέφερε ἱκανοποίηση στὸν Πατέρα γιὰ τὶς δικές μας ἁμαρτίες».
Αὐτὴ ἡ διδασκαλία βασίζεται στὸ παραμύθι τῆς προσβολῆς τοῦ Θεοῦ ἐξαιτίας τῆς ἀνυπακοῆς τῶν πρωτοπλάστων καὶ τῶν ἁμαρτιῶν τοῦ κάθε ἀνθρώπου. Καὶ αὐτὴ ἡ προσβολὴ τοῦ Θεοῦ μπορεῖ νὰ θεραπευτεῖ μόνο μὲ τὴ θυσία τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, μὲ τὸ νὰ ὑποστεῖ ὡς ἀναμάρτητος τὸ σταυρικὸ θάνατο. Αὐτὴ ἡ θυσία θὰ ἱκανοποιήσει τὴν τρωθεῖσα αἴσθηση τῆς δικαιοσύνης τοῦ Θεοῦ, θὰ ἀποκαταστήσει τὴν ψυχικὴ ἰσορροπία του καὶ ὡς ἀνεκτίμητη ἀξιομισθία τοῦ Χριστοῦ θὰ ἀνοίξει τὸ δρόμο γιὰ ἀποκατάσταση τῶν σχέσης Θεοῦ καὶ ἀνθρώπου.
Σύμφωνα μὲ τὸ ἄρθρο 1708 τῆς κατήχησης, ἡ ἀξιομισθία τοῦ πάθους τοῦ Χριστοῦ κάνει ἐφικτὴ τὴ νέα ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου στὸ Ἅγιον Πνεῦμα καὶ εἶναι ὑπαίτια, ὅπως τονίζει τὸ ἄρθρο 1992, γιὰ τὴ δικαίωση τοῦ ἀνθρώπου, ἡ ὁποία τοῦ παρέχεται μὲ τὸ μυστήριο τοῦ βαπτίσματος. Τὸ παπικὸ κανονικὸ δίκαιο μὲ τὰ ἄρθρα 992 ἐ.ἔ. ρυθμίζει καὶ τὶς ποινὲς γιὰ τὶς ἁμαρτίες μὲ βάση τὸν θησαυρὸ τῆς ἀξιομισθίας τοῦ Χριστοῦ καὶ τῶν ἀξιομισθιῶν τῶν ἁγίων.
Τὸ κεντρικὸ πρόβλημα τῆς δυτικῆς θεολογίας εἶναι ἡ καθαρὰ ἀνθρωπόμορφη θεώρηση τῆς σωτηρίας καὶ ὅτι ὁ Θεὸς κατ’ αὐτὴν ἔχει κτιστὲς ἐνέργειες, ὅτι παρέχει κτιστὴ χάρη. Ὁ Θωμᾶς Ἀκινάτης ἀκόμα καὶ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ θεωρεῖ ὡς κτιστὴ ἐνέργειά Του. Πυρήνας τῆς κτιστῆς ἐνέργειας καὶ χάριτος τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ ἀξιομισθία τοῦ Χριστοῦ πού, χάρη στὴ σταυρική του θυσία, ἔχει συσσωρεύσει σὲ ἕνα ταμεῖο, ἀπὸ τὸ ὁποῖο ἔπειτα ἀντλεῖ ἡ παπικὴ Ἐκκλησία γιὰ ὁποιαδήποτε χρήση. Καὶ ποιὸς μοιράζει αὐτὸ τὸ ἀνεξάντλητο πλοῦτο τῆς κτιστῆς χάριτος ἀπὸ τὸ ταμεῖο;
Ὁ ἀντιπρόσωπος τοῦ Χριστοῦ. Τὸ Ἅγιον Πνεῦμα ἐκπορεύεται καὶ ἀπὸ τὸν Χριστό, ἀφοῦ ταυτίζεται μὲ τὸ θησαυρὸ αὐτὸ σὲ ὅλα τὰ μυστήρια ποὺ παρέχονται στοὺς Παπικούς. Ὁ θησαυρὸς τῆς ἀξιομισθίας τοῦ Χριστοῦ καλύπτει τὴν ἱκανοποίηση τῆς δικαιοσύνης τοῦ Θεοῦ, γιὰ τὴν ὁποία ἤδη μιλήσαμε, ἐγγυᾶται τὴ δικαίωση ὅλων τῶν ἀνθρώπων ἐκείνων, οἱ ὁποῖοι στὸ διάβα τῆς ἱστορίας στρέφονται στὸν Θεό, παρέχει τὸν ἁγιασμὸ αὐτῶν τῶν ἀνθρώπων, ὅπως καὶ τὰ λυσίποινα ἢ ἀφέσεις.
Ἄρα ὁ Ἐσταυρωμένος στὴ Δύση εἶναι ταυτόσημος μὲ ὁλόκληρο αὐτὸ τὸ δοχεῖο τῆς κτιστῆς χάριτος ὡς ἀξιομισθίας τοῦ Χριστοῦ. Πῶς νὰ μὴ τοποθετεῖται αὐτὸς ὁ δυτικὸς Ἐσταυρωμένος πίσω ἀπὸ τὴν Ἁγία Τράπεζα στὸ Ἱερὸ Βῆμα, ἀφοῦ περικλείει τὰ πάντα; Ἡ ἀνάσταση ἐκεῖ εἶναι ἁπλῶς κάτι ἐπὶ πλέον ποὺ ἔπρεπε νὰ παρέχεται στὸ ἴδιο τὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ, καὶ ὡς ἐπὶ πλέον δῶρο δὲν ἀποτελεῖ οὐσιῶδες στοιχεῖο τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου.
Ἐντελῶς ἀντίθετα σὲ αὐτὴ τὴ δυτικὴ διαστρέβλωση ἡ ἀπόφαση τῆς Διαρκοῦς Ἱερᾶς Συνόδου, ἐκφράζει τὴ θεολογία καὶ τὴν παράδοση τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, τονίζοντας τὴν ἄρρηκτη ἑνότητα τοῦ Σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς ἐνδόξου Ἀναστάσεώς Του.
Ὀρθόδοξος Τύπος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου