Κλήμεντος καὶ Ἀγαθαγγέλου, Μαϋσιμά τοῦ Σύρου, Σαλαμάνου τοῦ
Ἡσυχαστοῦ, Εὐσεβίου, τῶν Ἁγίων Δύο Μαρτύρων, Ἀχολίου Ἐπισκόπου,
Γενναδίου ἐκ Λιθουανίας, Ἀλεξάνδρου ἐκ Ρωσίας, Ἀνατολίου Ἐπισκόπου,
Σύναξη πάντων τῶν ἐν Κοστρομὰ Ἁγίων, Διονυσίου τοῦ ἐν Ὀλύμπῳ.
Οἱ Ἅγιοι Κλήμης Ἐπίσκοπος Ἀγκύρας καὶ Ἀγαθάγγελος οἱ Μάρτυρες
Ὁ
Ἅγιος Ἱερομάρτυρας Κλήμης καταγόταν ἀπὸ τὴν Ἄγκυρα, ἀπὸ πατέρα Ἐθνικό
καὶ μητέρα Χριστιανή, ποὺ ὀνομαζόταν Εὐφροσύνη.
Σὲ ἡλικία δώδεκα ἐτῶν
ἐκάρη μοναχὸς καὶ σὲ ἡλικία εἴκοσι ἐτῶν χειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος Ἀγκύρας.
Ὁ μακάριος Ἱερομάρτυρας γνώρισε σὲ ὅλη του σχεδὸν τὴ ζωὴ τὸ μαρτύριο.
Ὑπέστη παντοειδεῖς καὶ φρικώδεις βασάνους ἐπὶ αὐτοκράτορα Διοκλητιανοῦ
(284-305 μ.Χ.) καὶ αὐτοκράτορα Μαξιμιανοῦ (285-305 μ.Χ.).
Πράγματι, ὁ
ἀγῶνας του πρὸς τοὺς τυράννους κράτησε ἐπὶ εἴκοσι ὀκτὼ ὁλόκληρα χρόνια,
χωρὶς νὰ διακόπτεται.
Στὴ φυλακὴ τῆς Ρώμης τὸν κρέμασαν σὲ ἕνα ξύλο καὶ τοῦ ξέσκισαν τὸ σῶμα
μὲ σιδερένια νύχια, τὸν κτύπησαν μὲ πέτρες, τὸν ἔδεσαν σὲ τροχὸ πού
γυρίζοντας τοῦ συνέτριψε τὸ σῶμα, τοῦ συνέτριψαν τὰ σαγόνια καὶ τοῦ
ἔβγαλαν τὰ δόντια.
Ἔτσι λοιπόν, ὁ Ἱερομάρτυς Κλήμης, ἀφοῦ γνώρισε κάθε
μορφὴ μαρτυρίου, ἀφοῦ ἔλεγξε μὲ τοὺς λόγους του καὶ τὸ ἅγιο παράδειγμά
του τοὺς δυσεβεὶς καὶ ἀφοῦ μὲ τὴν ὑπομονὴ καὶ καρτερία του κατέπληξε καί
αὐτοὺς τοὺς Ἀγγέλους, ἔλαβε τὸ στέφανο τῆς οὐράνιας δόξας.
Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Ἀγαθάγγελος καταγόταν ἀπὸ τὴν Ρώμη.
Ὅταν ὁ Ἅγιος Κλήμης
ἦταν φυλακισμένος στὴ Ρώμη, πρῶτος ὁ Ἅγιος Ἀγαθάγγελος καὶ ἔπειτα ἄλλοι,
ποὺ πίστεψαν στὸν Χριστό, προσῆλθαν στὴ φυλακὴ καὶ τοὺς βάπτισε. Ὅλους
αὐτοὺς ποὺ βαπτίσθηκαν, ὁ εἰδωλολάτρης αὐτοκράτορας τοὺς ἀποκεφάλισε.
Μόνο ὁ Ἅγιος Ἀγαθάγγελος δραπέτευσε καὶ ἀνέβηκε κρυφὰ στὸ πλοῖο, στό
ὁποῖο οἱ στρατιῶτες του Μαξιμιανοῦ θὰ ἔβαζαν τὸν Ἅγιο Κλήμεντα, γιὰ νά
τὸν στείλουν δέσμιο στὴ Νικομήδεια. Μόλις μπῆκε στὸ πλοῖο ὁ Ἱερομάρτυς
Κλήμης, ὁ Ἅγιος Ἀγαθάγγελος ἔπεσε στὰ πόδια του.
Ὁ Κλήμης χάρηκε πού
εἶδε τον Ἀγαθάγγελο ἐκεῖ καὶ θεώρησε τὸν πόθο του νὰ μαρτυρήσει γιὰ τόν
Χριστὸ ὡς εὐλογία Θεοῦ.
Ἐπάνω στὸ πλοῖο καὶ οἱ δύο Ἅγιοι ὑπέστησαν φοβερὰ βασανιστήρια, ὥσπου
ἔφθασαν στὴν Ἄγκυρα καὶ παρεδόθησαν στὸν Λούκιο, τὸν τοπικὸ ἄρχοντα. Τά
φρικώδη βασανιστήρια ἄρχισαν.
Τοὺς κρέμασαν σὲ ξύλο, τοὺς ἔκαψαν μέ
ἀναμμένες λαμπάδες τὰ πλευρά, τοὺς τρύπησαν μὲ πυρακτωμένα σουβλιά τα
χέρια ἀνάμεσα στὰ δάκτυλα, τοὺς ἔριξαν σὲ ἀσβέστη ἐπὶ δύο ἡμέρες, τους
κτύπησαν μὲ ράβδους, ἔμπηξαν στὴ γῆ ἀκόντια μὲ τὶς αἰχμές τους πρὸς τά
πάνω καὶ τοὺς ξάπλωσαν ἀπάνω στὶς αἰχμές, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ κατατρυπηθοῦν
τὰ σώματά τους καὶ νὰ τοὺς προκληθοῦν ἀφόρητοι πόνοι.
Ἰδιαίτερα του
Ἁγίου Ἀγαθαγγέλου περιέλουσαν τὸ κεφάλι μὲ λιωμένο μολύβι. Στὴν συνέχεια
τοὺς ἔδεσαν στὸ λαιμό
μυλόπετρες καὶ τοὺς ἔσυραν στοὺς δρόμους τῆς πόλεως.
Ὕστερα ἀπὸ ἐντολή του Λουκίου καὶ οἱ δύο Ἅγιοι ἀποκεφαλίσθηκαν. Μαζί
τους ἀποκεφαλίσθηκαν καὶ οἱ ὑπόλοιποι ἄνδρες, γυναῖκες καὶ παιδιὰ πού
εἶχαν πιστέψει στὸν Χριστό.
Ἡ Σύναξή τους τελεῖται στὸ Μαρτύριο, τὸ ὁποῖο βρίσκεται στὴν περιοχή
Εὐδοξίου, πέραν τοῦ Ἀνάπλου καὶ στὴν Ἐκκλησία τῆς Ἁγίας Εἰρήνης, της
παλαιᾶς καὶ τῆς νέας.
Ναὸ τοῦ Ἁγίου Κλήμεντος ἀνήγειρε ὁ αὐτοκράτορας Βασίλειος Β΄ (976-1025
μ.Χ.) στὰ ἀνάκτορα, ἐντὸς τοῦ ὁποίου φυλασσόταν ἡ κάρα τοῦ Ἁγίου μὲ ἄλλα
ἱερὰ λείψανα.
Ἀπὸ τὶς ἀρχὲς τοῦ 10ου αἰῶνα μ.Χ. ἡ σύναξη τῶν Ἁγίων
ἄρχισε νὰ τελεῖται στὴ μονὴ τοῦ Πατριάρχη Εὐθυμίου (907-912 μ.Χ.), πού
βρισκόταν στὴν περιοχή των Ὑψωμαθείων Κωνσταντινουπόλεως, στὴν ὁποία, το
ἔτος 907 μ.Χ., ὁ Μητροπολίτης Ἀγκύρας Γαβριὴλ δώρισε τὸ ὠμοφόριό του
Ἁγίου Κλήμεντος καὶ λείψανα τοῦ Ἁγίου Ἀγαθαγγέλου.
Ἀπολυτίκιο. Τοῦ Ἁγίου Κλήμεντος. Ἦχος δ'.
Κλῆμα ὁσιότητος, καὶ στέλεχος ἀθλήσεως, ἄνθος ἱερώτατον, καὶ καρπὸς ὡς
θεόσδοτος, τοῖς πιστοῖς πανίερε, ἡδύτατος ἐβλάστησας. Ἄλλ' ὡς Μαρτύρων
σύναθλος, καὶ Ἱεραρχῶν σύνθρονος, πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθῆναι τάς
ψυχὰς ἡμῶν.
Τοῦ Ἁγίου Ἀγαθαγγέλου. Ἦχος δ . Ὁ ὑψωθεῖς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Ὡς ἀγαθῶν ἀγγελιῶν προμηθέα, τῆς πρὸς ἡμᾶς τοῦ Ἰησοῦ εὐσπλαχνίας,
χαρμονικὼς ὑμνοῦμεν σὲ Μαρτύρων στέρρεσυ γὰρ Ἀγαθάγγελε, ἐναθλήσας
νομίμως, στάσεως ἠξίωσαι τῆς Ἀγγέλων ἀζίως, μεθ' ὤν πρεσβεύοις πάντοτε
Χριστῷ, πάσης ρυσθῆναι, ἡμᾶς περιστάσεως.
Κοντάκιον Ἦχος δ΄. Ἐπεφάνης σήμερον
Τῆς ἀμπέλου γέγονας, τίμιον κλῆμα, τοῦ Χριστοῦ πανεύφημε, Κλήμη
πολύαθλος ὀφθείς, σὺν τοῖς συνάθλοις τε ἔκραζες, Χριστέ, Μαρτύρων
φαιδρὸν ἀγαλλίαμα.
Ὁ Ὅσιος Μαϋσιμὰς ὁ Σῦρος
Ὁ Ὅσιος Μαϋσιμὰς ἢ Μαϊουμὰς κατοικοῦσε στὴν Κύρρο, κωμόπολη τῆς Συρίας,
κοντὰ στὴν Ἀντιόχεια. Ἦταν πολὺ μέτριος στὴν κατὰ κόσμον παιδεία, ἀλλά
διακρίθηκε στὴν ἐνάρετη ζωὴ καὶ τὴν κατὰ Θεὸν σοφία.
Ἀκολούθησε τον
μοναχικὸ βίο καὶ τὸ κελὶ τοῦ ἔμενε πάντα ἀνοιχτὸ γιὰ τοὺς φτωχοὺς καί
τοὺς ξένους.
Ποτὲ δὲν κρατοῦσε τίποτε γιὰ τὸν ἑαυτό του. Τὸ ψωμὶ καὶ τό
λάδι ποὺ τοῦ πρόσφεραν, ἐκεῖνος τὰ μοίραζε σὲ ὅσους εἶχαν ἀνάγκη.
Στὸ Συναξάρι ἀναφέρεται ὅτι εἶχε δύο πιθάρια. Τὸ ἕνα ἦταν γεμᾶτο σιτάρι
καὶ τὸ ἄλλο γεμᾶτο λάδι. Καὶ τὰ ἀγαθὰ αὐτὰ εἶχαν εὐλογηθεῖ ἀπὸ τὸν Θεό,
ὥστε, ἐνῷ ὁ Ὅσιος συνεχῶς προσέφερε, τὰ πιθάρια παρέμεναν γεμᾶτα, ὅπως
τὰ δοχεῖα τῆς χήρας ἀπὸ τὰ Σάρεπτα, ποὺ ἔτρεφε μὲ τὸ ἀλεύρι καὶ τὸ λάδι
τὸν Προφήτη Ἠλία.
Ὁ Ὅσιος Μαϋσιμὰς εἶχε σὲ ὅλη τὴ ζωὴ μόνο ἕνα ἔνδυμα.
Ὅταν τὸ ἔνδυμά του τρυποῦσε σὲ κάποιο μέρος, ἔραβε πάνω στὶς τρῦπες ἄλλα
μπαλώματα.
Τὰ φιλάνθρωπα ὅμως ἔργα τοῦ ἦτα πολλὰ καθημερινά. Ὅταν
μάλιστα κάποτε πληροφορήθηκε ὅτι ὁ ἄρχοντας τῆς πόλεως καταπίεζε τους
φτωχοὺς γεωργούς, ἐκεῖνος δὲν δίστασε νὰ παρουσιασθεῖ ἐνώπιόν του μὲ τά
πτωχικά του ράκη καὶ νὰ τοῦ δώσει μαθήματα δικαιοσύνης καὶ φιλανθρωπίας.
Ὁ Ὅσιος Μαϋσιμάς, ἀφοῦ ἔζησε θεοφιλῶς, κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.
Ὁ Ὅσιος Σαλαμάνης ὁ Ἡσυχαστής
Ὁ Ὅσιος Σαλαμάνης καταγόταν ἀπὸ μιὰ κωμόπολη, ποὺ ἦταν χτισμένη στή
δυτικὴ ὄχθη τοῦ ποταμοῦ Εὐφράτη καὶ ὀνομαζόταν Καπερσανά.
Ἐπειδὴ ἀγάπησε
τὴν ἐρημικὴ ζωή, ἀκολούθησε τὴν ὁδὸ τῆς μοναχικῆς πολιτείας καὶ ἔστησε
τὸ κελί του κοντὰ στὸν ποταμὸ Εὐφράτη.
Ὁ Ἐπίσκοπος τῆς πόλεως, ποὺ πληροφορήθηκε τὴν ἀρετὴ τοῦ Ὁσίου, πῆγε ὁ
ἴδιος νὰ τὸν συναντήσει, γιὰ νὰ τὸν πείσει νὰ δεχθεῖ την ἱεροσύνη, ἀλλά
ἐκεῖνος ἀρνήθηκε καὶ ἀρκέσθηκε στὴν ἡσυχία, τὴν προσευχὴ καὶ τὴν μελέτη
τοῦ θείου λόγου. Ἔτσι παρηγοροῦσε κατὰ Θεὸν καὶ ὁδηγοῦσε τὶς ψυχές των
ἀνθρώπων στὸν Χριστό.
Στὸ Συναξάρι ἀναφέρεται ὅτι μιὰ φορὰ πῆγαν ἐκεῖ οἱ ἄνθρωποι ἀπὸ τήν
κωμόπολη τῆς καταγωγῆς του, ποὺ τὸν ἤθελαν κοντά τους καὶ χωρὶς ἐκεῖνος
νὰ ἀντισταθεῖ ἢ νὰ συγκατατεθεῖ, τὸν ἥραν καὶ τὸν ἔφεραν στὴν κωμόπολή
τούς, ὅπου ἔκτισαν ἕνα κελὶ καὶ τὸν ἔκλεισαν ἐκεῖ.
Καὶ στὸ κελὶ αὐτὸ ὁ
Ὅσιος διέμενε μὲ ἡσυχία καὶ προσευχή. Ὕστερα ὅμως ἀπὸ λίγες ἡμέρες
ἔφθασαν ἐκεῖ νύχτα ἄνθρωποι ἀπὸ τὴν ἀντίπερα κωμόπολη, ποὺ πῆραν τον
Ὅσιο καὶ τὸν μετέφεραν στὴν δική τους κωμόπολη.
Ἐκεῖνος οὔτε ἀντίρρηση
ἔφερε, οὔτε κατέβαλε προσπάθεια νὰ μὴν τὸν πάρουν, οὔτε, πάλι, ἔδωσε την
συγκατάθεσή του γιὰ τὴν πράξη αὐτή.
Ἔτσι, λοιπόν, ὁ Ὅσιος Σαλαμάνης κατέστησε τὸν ἑαυτό του τελείως νεκρό
στὴν παροῦσα ζωὴ καὶ ἀγωνιζόταν μόνο νὰ τηρήσει τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, ὁ
Ὁποῖος τόσο ἀγάπησε τὸν ἄνθρωπο καὶ παρέδωκε τὸν ἑαυτό Του γιὰ τή
σωτηρία του.
Ἔτσι ἔζησε θεοφιλῶς ὁ Ὅσιος Σαλαμάνης καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.
Ὁ Ὅσιος Εὐσέβιος
Ὁ Ὅσιος Εὐσέβιος ἀκολούθησε τὸ μοναχικὸ βίο καὶ ἀσκήτευε σὲ σκοτεινὸ καί
ἀφεγγὲς κελί.
Μετὰ ἀπὸ παράκληση τοῦ Ὁσίου Ἀμμωνίου κοινοβίασε στό
μοναστήρι του, στὴ Συρία, ὅπου καὶ ἔγινε ἡγούμενος. Διῆλθε τὸ βίο του μέ
σκληρὰ πνευματικὰ ἀγωνίσματα, φορῶντας σιδερένια ζώνη, στὴ μέση καί
σιδερένιο κλοιὸ στὸν αὐχένα.
Ὁ Ὅσιος Εὐσέβιος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη κατὰ τὸν 4ο αἰῶνα μ.Χ.
Οἱ Ἅγιοι Δύο Μάρτυρες
Οἱ δύο Ἅγιοι Μάρτυρες μαρτύρησαν «ἐν τῷ Παρίω», πόλη ποὺ ἦταν κοντὰ στήν
Κύζικο καὶ τὴ Λάμψακο τῆς Μικρᾶς Ἀσίας βληθέντες σὲ λάκκο.
Ὁ Ἅγιος Ἀχόλιος Ἐπίσκοπος Θεσσαλονίκης
Ὁ Ἅγιος Ἀχόλιος (ἢ Ἀσχόλιος) ἔζησε καὶ ἔδρασε κατὰ τὰ ἔτη 360-383 μ.Χ.
Καταγόταν ἀπὸ τὴν Καισάρεια, ἀλλὰ δὲν ἀποκλείεται, σύμφωνα μὲ ἄλλες
μαρτυρίες, νὰ καταγόταν ἀπὸ τὴν Ἀχαΐα, ἀφοῦ σὲ αὐτὲς ἀναφέρεται ὡς
μοναχὸς στὴν Ἀχαΐα.
Ἂν οἱ πληροφορίες αὐτὲς εἶναι ἀκριβεῖς, τότε πρέπει
νὰ δεχθοῦμε ὅτι ἤδη τὸν 4ο αἰῶνα μ.Χ. ὁ μοναχισμὸς εἶχε ἐμφανισθεῖ στήν
Πελοπόννησο.
Ἡ ἐκλογὴ τοῦ Ἁγίου ὡς Ἐπισκόπου Θεσσαλονίκης ἔγινε, γιὰ τὴν εἰρήνευση
τοῦ λαοῦ τῆς πόλεως καὶ ὁλόκληρης τῆς Μακεδονίας. Ἡ ἐποχὴ ἦταν ταραγμένη
ἐξ αἰτίας τῶν αἱρέσεων.
Οἱ Ἀρειανοί, οἱ Πνευματομάχοι, οἱ ὀπαδοί του
Ἀπολλιναρίου καὶ ἄλλοι, μείωναν τὴν ἀγάπη καὶ τὴν πίστη. Ὁ Ἅγιος Ἀχόλιος
προτιμοῦσε τοὺς χρόνους τῶν διωγμῶν, γιατί τότε ἔλαμπε ἡ πίστη των
Χριστιανῶν, ἐνῷ λυπόταν γιὰ τὴν ὕπαρξη τῶν αἱρέσεων.
Γι αὐτὸ καὶ ἔτρεφε
θαυμασμὸ πρὸς τοὺς Μάρτυρες καὶ πρὸς τὸν στῦλο τῆς Ὀρθοδοξίας, τὸν Μέγα
Ἀθανάσιο.
Ἐκτὸς ἀπὸ τὶς αἱρέσεις ποὺ δημιουργοῦσαν προβλήματα στὴν αὐτοκρατορία,
προβλήματα σοβαρὰ καὶ μάλιστα ὀξύτατα, δημιουργοῦσαν καὶ οἱ ἐπιδρομές
τῶν βαρβαρικῶν φυλῶν.
Οἱ βασιλεῖς Γρατιανὸς καὶ Θεοδόσιος πέτυχαν
λαμπρὲς νῖκες, ἀφοῦ ἀντιμετώπισαν μὲ ἐπιτυχία, ὁ μὲν πρῶτος τους
Ἀλαμανούς, ποὺ παρεῖχαν πράγματα στὴν Γαλλία, ὁ δὲ δεύτερος τοὺς Γότθους
καὶ τοὺς Οὔννους.
Ἰδιαίτερα ἀναφερόμαστε στοὺς ἀγῶνες κατὰ τῶν Γότθων
καὶ Οὔννων, διότι κατὰ τοὺς ἀγῶνες αὐτοὺς διακρίθηκε ὁ Θεοδόσιος.
Τόν
βασιλέα Θεοδόσιο τότε παρότρυνε καὶ ἐνίσχυσε ἠθικὰ ὁ Ἐπίσκοπος
Θεσσαλονίκης Ἀχόλιος. Οἱ βάρβαροι λαοί, ποὺ λυμαίνονταν τὶς γύρω ἀπὸ τή
Θεσσαλονίκη πόλεις, δὲν μπόρεσαν νὰ διατρυπήσουν μὲ τὶς βολές τους τον
Ἅγιο Ἀχόλιο.
Ὁ Θεοδόσιος, μετὰ ἀπὸ τὸν θρίαμβό του ἐναντίων «των ἀμφί τον Ἴστρον
βαρβάρων», ἦλθε στὴ Θεσσαλονίκη. Τὸν θριαμβευτὴ αὐτοκράτορα ὑποδέχθηκε ὁ
Ἅγιος, τοῦ ὁποίου ἡ ἐπίδραση στὸν βασιλέα γιὰ θέματα ἐκκλησιαστικὰ ἦταν
ἀποφασιστική.
Ὁ Θεοδόσιος στὴ Θεσσαλονίκη, τὸ 380 μ.Χ., ἀσθένησε βαριά. Ὁ Ἅγιος
Ἀχόλιος «μυσταγωγήσας τον Θεοδόσιον» συνετέλεσε στὴν ἐπιβολή της
Ὀρθοδοξίας σὲ ὁλόκληρη τὴν αὐτοκρατορία.
Ὁ αὐτοκράτορας ἐμπνεόμενος ἀπό
τὸ δόγμα της Νίκαιας, ὄχι μόνο δήλωσε ἐπίσημα τῆς ἀφοσίωσή του στό
Σύμβολο τῆς Νίκαιας, ἀλλὰ καὶ ἐξέδωσε τὴν 28η Φεβρουαρίου τοῦ 380 μ.Χ.
τὸ περίφημο διάταγμα τῆς Θεσσαλονίκης.
Μὲ τὸ διάταγμα αὐτὸ ὁ Θεοδόσιος
καλοῦσε τοὺς αἱρετικοὺς «μὴ μετασχεῖν τῆς Ἀρείου δόξης».
Ὁ Ἅγιος βρισκόταν σὲ ἀλληλογραφία μὲ τὸν Μέγα Βασίλειο, ὁ ὁποῖος
γράφοντας πρὸς αὐτὸν τὸν ἀποκαλεῖ φωστῆρα τῆς Ἐκκλησίας καὶ τὸν ἐπαινεῖ.
Ἔλαβε μέρος στὴν Β Οἰκουμενικὴ Σύνοδο καὶ διακρίθηκε γιὰ τὴν ἁγιότητα
τοῦ βίου του καὶ τὴν ὀρθόδοξη πνευματικότητά του.
Ὁ Ἅγιος Ἀχόλιος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη μεταξὺ τῶν ἐτῶν 383 καὶ 384 μ.Χ.
Ὁ Ὅσιος Γεννάδιος ἐκ Λιθουανίας
Ὁ Ὅσιος Γεννάδιος γεννήθηκε στὴν πόλη Κοστρόμα της Λιθουανίας καὶ ἦταν
υἱὸς εὐσεβοῦς καὶ εὐγενοῦς οἰκογενείας.
Τὸ ὄνομά του ἦταν Γρηγόριος καί
ἀπὸ τὴν παιδικὴ ἡλικίας ἔδειξε μεγάλη ἀγάπη πρὸς τὴν λειτουργικὴ ζωή της
Ἐκκλησίας.
Ἐπειδὴ στὴν περιοχὴ ποὺ μεγάλωσε, πλεόναζε τὸ ρωμαιοκαθολικὸ στοιχεῖο,
ἠθέλησε νὰ ἐγκαταλείψει τὴ γενέτειρά του καὶ νὰ πάει νὰ ζήσει στή
γειτονικὴ Ρωσία. Ἔτσι ἔφτασε στὴ Μόσχα, ὅπου γνώρισε ἕναν ἄλλο νέο, τον
Θεόδωρο, μὲ τὴν ἴδια φλογερὴ ἀγάπη γιὰ τὸ μοναχικὸ βίο.
Μαζὶ πῆγαν νά
συμβουλευτοῦν τὸν Ἅγιο Ἀλέξανδρο τοῦ Σβέρ, ὁ ὁποῖος τὸν μὲν Γρηγόριο
ἔστειλε στὴ μονή του Κομέλση, ἐνῷ τὸν Θεόδωρο πίσω στὸν κόσμο.
Στὴ μονή του Κομέλση ὁ Γρηγόριος ἔγινε ὁ πιὸ ἀφοσιωμένος μαθητής τοῦ
Ἁγίου Κορνηλίου καὶ ἐκάρη μοναχὸς μὲ τὸ ὄνομα Γεννάδιος. Τὰ χαρίσματα
τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στόλιζαν τὴν ὕπαρξη τοῦ νέου μοναχοῦ.
Πρὸς τὸ τέλος τοῦ βίου του ὁ Ἅγιος Κορνήλιος πῆρε μαζί του τὸν Ὅσιο
Γεννάδιο καὶ ἵδρυσαν μιὰ νέα μονὴ στὴν Κοστρόμα, τὴ μονὴ Λιουμπεμώφ.
Ἐκεῖ ἔζησε ὁ Ὅσιος τὸν ὑπόλοιπο χρόνο τῆς ζωῆς του μὲ εἰρήνη καὶ ἄσκηση.
Ὁ Θεὸς τὸν ἀξίωσε νὰ κάνει θαύματα καὶ νὰ ἔχει τὸ προορατικὸ χάρισμα. Ὁ
Τσάρος Ἰβάν τον εὐλαβείτο πολύ καὶ τὸν ἔκανε παιδαγωγὸ τῆς θυγατέρας
του.
Ὁ Ὅσιος Γεννάδιος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1565.
Ὁ Ὅσιος Ἀλέξανδρος ἐκ Ρωσίας
Ὁ Ὅσιος Ἀλέξανδρος τοῦ Βόσκυ ἔζησε μεταξὺ τοῦ 15ου καὶ 16ου αἰῶνα μ.Χ. καὶ ἀσκήτεψε σὲ μονὴ κοντὰ στὴν Καστρόμα.
Ὁ Ἅγιος Ἀνατόλιος ὁ Ἱερομάρτυρας Ἐπίσκοπος Ὀδησσοῦ
Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Ἀνατόλιος γεννήθηκε τὸ ἔτος 1880 στὴν πόλη Κοβέλ της
Βολυνίας. Σπούδασε στὴ θεολογικὴ ἀκαδημία του Κιέβου καὶ συνέχισε τις
σπουδές του στὴν ἱστορία καὶ στὴν μελέτη τῶν ἀρχαίων χειρογράφων της
Βιβλιοθήκης τοῦ Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως.
Τὸ 1913 ἐξελέγη
Ἐπίσκοπος τοῦ Σιστοπὸλ καὶ τὸ 1927 μετετέθη στὴν Ἐπισκοπὴ τῆς Ὀδησσοῦ.
Ὁ Ἅγιος Ἀνατόλιος ἐκδιώχθηκε καὶ φυλακίσθηκε ἀπὸ τὸ σοβιετικὸ καθεστώς,
γιατί δὲν συμφωνοῦσε μὲ αὐτὰ ποὺ προσπαθοῦσαν νὰ ἐπιβάλλουν στὴ διοίκηση
καὶ τὴν ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας.
Οἱ κακουχίες τὸν ταλαιπώρησαν καί
κατέστρεψαν τὴν κλονισμένη ὑγεία του. Ἔτσι ἡ καρδιά του δὲν ἄντεξε καὶ ὁ
Ἅγιος Ἀνατόλιος κοιμήθηκε τὸ ἔτος 1938.
Ἡ Σύναξη πάντων τῶν ἐν Καστρομὰ τῆς Ρωσίας διαλαμψάντων Ἁγίων
Ἡ ἑορτὴ καθιερώθηκε τὸ ἔτος 1981. οἱ Ἅγιοι ποὺ ἑορτάζουν εἶναι:
ὁ
Ἱερομάρτυς Νικόδημος τῆς Καστρομά, οἱ Ἐπίσκοποι Ἰωνᾶς τῆς Μόσχας,
Διονύσιος τοῦ Σουζντάλ, Μητροφάνης τοῦ Βορονέζ, οἱ μοναχοὶ Ἀβραάμ του
Κουκχλόμα, Ἰακώβ του Ζελεζνομπορόφσκιϋ, Μακάριος τοῦ Πισέμσκιϋ, Παῦλος
τοῦ Ὀμπνόρσκιϋ, Κύριλλος τοῦ Μπελοζέρο, Γεννάδιος τῆς Κοστρομὰ καί
Λγιουμπίμογκραντ, Κύριλλος τοῦ Νοβοεζέρσκιϋ, Ἀδριανός του Μονζέσκιϋ,
Θεράπων του Μονζέσκιϋ, Ἰακώβ του Μπρυλίνσκιϋ, Παΐσιος τοῦ Γκαλίτς,
Ἀλέξανδρος τοῦ Βόσκιϋ, Μακάριος τοῦ Οὐνζένσκιϋ, Βαρνάβας τοῦ ποταμοῦ
Βετολούγκα, Γρηγόριος τοῦ Πελσέμσκιϋ καὶ Παχώμιος τοῦ Νερέχτσκιϋ.
Ὁ Ἅγιος Διονύσιος ὁ ἐν Ὀλύμπῳ
Ὁ Ἅγιος Διονύσιος γεννήθηκε λίγο πρὶν τὸ 1500 μ.Χ. στὸ ὀρεινὸ χωριὸ Σκλάταινα τῆς Καρδίτσας, τὴν σημερινὴ Δρακότρυπα.
Τὸ ὄνομά του ἦταν Δημήτριος καὶ ἀπὸ παιδὶ ἐπέδειξε ζῆλο γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ καὶ τὴν ἀσκητικὴ ζωή.
Σὲ ἡλικία 18 ἐτῶν μόνασε στὰ Μετέωρα λαμβάνοντας τὸ ὄνομα Δανιήλ.
Τρία χρόνια ἀργότερα, ἀναζητῶντας πιὸ ἀπομονωμένο τόπο καὶ ἐπειδὴ δὲν τοῦ ἔδιναν τὴν εὐκαιρία ν’ ἀναχωρήσει, πήδηξε ὡς διὰ θαύματος κάτω ἀπὸ τὸ βράχο τῶν Μετεώρων καὶ μετέβη στὶς Καρυὲς τοῦ Ἁγίου Ὅρους.
Ἐκεῖ γίνεται ἱερεὺς καὶ μεγαλόσχημος μοναχός, μετονομασθεὶς σὲ Διονύσιο.
Ἀργότερα ἐγκαθίσταται στὴν σκήτη Καρακάλου ὅπου ἔζησε ἐρημικὰ γιὰ δέκα ἔτη μὲ αὐστηρὴ ἄσκηση, προσευχὴ καὶ νηστεία, βιώνοντας πολλὲς θαυματουργικὲς ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ.
Ἡ ἰσάγγελη ζωή του στάθηκε αἰτία τῆς ἐκλογῆς του ὡς ἡγουμένου τῆς βουλγαρικῆς, τότε, μονῆς Φιλοθέου.
Συναντῶντας μεγάλες ἀντιδράσεις γιὰ τὸν τρόπο ζωῆς ποὺ θέλησε νὰ ἐφαρμόσει στὴν μονὴ ἐγκατέλειψε τὸ Ἅγιο Ὅρος καὶ ἐγκαταστάθηκε γύρω στὸ 1524 μ.Χ. στὴν μονὴ Τιμίου Προδρόμου στὴ Βέροια.
Θέλοντας ν’ ἀποφύγει τὴν ἐκλογή του σὲ ἐπίσκοπο ποὺ ἐπεδίωκαν οἱ κάτοικοι τῆς περιοχῆς, ἀναχώρησε κρυφὰ καὶ μετέβη στὸν Ὄλυμπο.
Ἐκεῖ ἀσκήτευσε σ’ ἕνα σπήλαιο ποὺ σώζεται μέχρι καὶ σήμερα.
Συκοφαντούμενος ὅμως ἐκδιώχθηκε ἀπὸ τὸ ἀσκητήριό του καὶ ἀναχώρησε γιὰ τὸ Πήλιο, ὅπου τὸ 1542 μ.Χ. ἵδρυσε τὴ μονὴ τῆς Ἁγίας Τριάδος Σουρβίας ἔπειτα ἀπὸ θαυματουργικὴ ὑπόδειξη τοῦ Θεοῦ.
Μετὰ ἀπὸ τρία ἔτη καὶ λόγῳ τῆς παντελοῦς ἀνυδρίας ποὺ ἔπληξε τὸν τόπο τῶν διωκτῶν του, ἐπέστρεψε ἐπισήμως μὲ πρόσκληση τοῦ διώκτη του Ἀγᾶ Σάκου.
Μὲ τὴν ἀγγελικὴ βιωτή του γρήγορα προσείλκυσε πλῆθος μοναχῶν, ὁ ἴδιος ὅμως χρησιμοποιοῦσε τὰ πλησιόχωρα σπήλαια γιὰ προσευχὴ καὶ ἡσυχία, ὅπου ζοῦσε στὸ γνόφο τῆς νοερῆς προσευχῆς.
Δὲν παρέλειπε, ὡστόσο, νὰ περιέρχεται τὰ γύρω χωριὰ γιὰ νὰ κηρύξει, νὰ ἐξομολογήσει καὶ νὰ στηρίξει τοὺς σκλαβωμένους Ἕλληνες. Εἶχε ἀπέραντη ἀγάπη γιὰ τὸ λαό.
Ἐκοιμήθη ἐν εἰρήνῃ, ἀφήνοντάς μας γιὰ ἀνεκτίμητο θησαυρὸ τὰ χαριτόβρυτα λείψανά του.
Σημείωση: Στὴ Δρακότρυπα ἡ ἑορτή του πανηγυρίζεται ἐπίσης τὴν τελευταία Κυριακὴ τοῦ Ἰουλίου.
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Τοῦ Ὀλύμπου οἰκήτωρ Πιερίας ἀγλάισμα, καὶ τῆς ἐπωνύμου Μονῆς σου ἱερὸν περιτείχισμα, ἐδείχθης Διονύσιε σοφέ, βιώσας ὥσπερ Ἄγγελος ἐν γῇ, καὶ παρέχεις τὴν ταχεῖαν σου ἀρωγήν, τοὶς εὐλαβῶς κραυγάζουσιν δόξα τῷ δεδωκότι σοὶ ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ θαυμαστώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργούντι διὰ σοῦ πάσιν ἰάματα.
Πληροφορίες ἀπό saint.gr καί synaxarion.gr
Ἀπολυτίκια ἀπό youtube.com/@orthodoxmusic-8948
Ἀναδημοσίευση ἀπό Ἀναβάσεις
Κουμπιά
- Αρχική
- Οπτικό Αγιολόγιο
- Ιανουάριος
- Φεβρουάριος
- Μάρτιος
- Απρίλιος
- Μάιος
- Ιούνιος
- Ιούλιος
- Αύγουστος
- Σεπτέμβριος
- Οκτώβριος
- Νοέμβριος
- Δεκέμβριος
- Πατερικά
- Γεροντικά
- Ομιλίες
- Εσταυρωμένος
- Επικοινωνία
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου