Κουμπιά

Κυλιόμενο Μήνυμα

Κυριακή 9 Φεβρουαρίου 2025

Ἡ φαρισαϊκὴ διαγωγή μας σκοτώνει τὴν ἐν Χριστῷ σωτηρίᾳ μας. Κυριακὴ Τελώνου καὶ Φαρισαίου. π. Στέφανος Ἀναγνωστόπουλος

Κυριακὴ Τελώνου καὶ Φαρισαίου 2004


Πρωτοπρεσβυτέρου π. Στεφάνου Ἀναγνωστοπούλου

Χρόνια μας Πολλᾶ.
Καὶ λέω Χρόνια μας Πολλᾶ, γιατί σήμερα ὅλοι μας ποὺ ἀρχίζει τὸ Τριώδιο, γιορτάζουμε.
Καὶ γιορτάζουμε ἐπειδὴ ἡ παραβολὴ τοῦ Τελώνου καὶ Φαρισαίου μὲ τὴν ὁποίαν ἀρχίζει τὸ Τριώδιο, μᾶς ἀφορᾶ ὅλους μας, γιατί ἄλλος λίγο, καὶ ἄλλος πολύ, ἔχει συμμετοχὴ στὴν ὑπερηφάνεια καὶ στὸν Φαρισαϊσμό.
Γι’ αὐτὸ λοιπὸν ἔχουμε καὶ τὴν ὀνομαστική μας ἑορτὴ καὶ εὐχήθηκα λοιπὸν Χρόνια μας Πολλᾶ.
 
Λέγεται Τριώδιο, ἀφ' ἑνὸς μὲν διότι ἀποτελεῖται ἀπὸ τρεὶς περιόδους, ἡ πρώτη ἀρχίζει μὲ τὴν σημερινὴ Κυριακὴ τοῦ Τελώνου καὶ Φαρισαίου καὶ τελειώνει μὲ τὴν Κυριακή της Τυρινῆς, ἡ Δευτέρα περίοδος ἀρχίζει ἀπὸ τὴν Καθαρὰ Δευτέρα καὶ τελειώνει τὴν Κυριακὴ τῶν Βαΐων, καὶ ἡ Τρίτη περίοδος εἶναι ἡ περίοδος τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδας.
Καλεῖται ὅμως «Τριώδιο» καὶ γιὰ ἄλλον ἕναν λόγο. Διότι οἱ καθημερινὲς ἀκολουθίες δὲν ἀποτελοῦνται ἀπὸ ὀκτὼ ὠδές, ὅπως αὐτὲς ὑπάρχουν στὴν Παρακλητικὴ καὶ στὰ Μηναία, ἀλλὰ μόνον ἀπὸ τρεὶς ὠδές.

Λέγεται δὲ ἡ σημερινὴ Κυριακὴ ὅπως τὴν ἀκούσατε καὶ τὴν τονίσαμε δυὸ φορὲς «Τελώνου καὶ Φαρισαίου», διότι αὐτὴ ἦταν καὶ ἡ παραβολὴ ποὺ ἀκούσαμε προηγουμένως. Μικρὴ αὐτὴ ἡ Εὐαγγελικὴ περικοπή, ἀλλὰ μὲ πολὺ μεγάλα, καὶ βαθιὰ τὰ νοήματα.
Διδακτικὰ καὶ σωτήρια γιὰ ὅλους μας. Ἀρκεῖ βέβαια νὰ τὰ προσέχουμε. Γιὰ εἰκοσιτρία ὁλόκληρα χρόνια, σ’ αὐτὸν ἐδῶ τὸν μικρὸν ναό, ὁμιλοῦμε αὐτὴ τὴν ἡμέρα γιὰ τὴν ὑποκρισία καὶ τὸν Φαρισαϊσμό, ποὺ εἶναι γεννήματα τῆς ὑπερηφάνειας, τῆς κενοδοξίας καὶ τοῦ ἐγωισμοῦ ποὺ ἔχουμε ὅλοι μας. Καὶ ἄλλες φορὲς πάλι ὁμιλήσαμε γιὰ τὴν ταπείνωση.
Χιλιάδες σελίδες ἔχουν γραφεῖ καὶ γιὰ τὰ δυὸ αὐτὰ μεγάλα θέματα. Καὶ γιὰ τὴν ὑποκρισία καὶ τὸν Φαρισαϊσμό, ἀκόμα πιὸ περισσότερες χιλιάδες γιὰ τὴν ὑπερηφάνεια καὶ πολὺ περισσότερες γιὰ τὴν ταπείνωση.

Ὁ Φαρισαῖος θεωρεῖτο γιὰ τὴν ἐποχή του, ἄνθρωπος ἐνάρετος καὶ εὐσεβής. Πήγαινε πολὺ τακτικὰ στὸ ναό, ἢ στὶς διάφορες συναγωγὲς κατὰ περιοχές. Προσευχόταν φανερὰ καὶ ἐπιδεικτικά. Σήκωνε δηλαδὴ ἂς ποῦμε τὰ χέρια ψηλά, καὶ ἂν εἶχε καὶ κανένα κομποσχοίνι τὸ κρατοῦσε καὶ αὐτὸ ψηλὰ νὰ τὸ βλέπουν ὅλοι, ἔκανε ἀγαθοεργίες καὶ ἐλεημοσύνες πολὺ φανερὲς γιὰ νὰ τὶς βλέπουν ὅλοι, καὶ ἤλεγχε μετὰ φανατισμοῦ τους ἁμαρτάνοντας.
Καὶ δὲν ἤθελε νὰ ἔχει καμιὰ σχέση μαζί τους, διότι ἐθεωροῦσε τὸν ἑαυτόν του ἀμόλυντο καὶ ἀναμάρτητο.
Ἐπιπλέον δὲ ὁ Φαρισαῖος, ἐγνώριζε πάρα πολὺ καλὰ τὸν Μωσαϊκὸ Νόμο. Καὶ μὲ δυὸ λόγια θὰ λέγαμε ὅτι ἦταν ὁ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ.

Ἦταν ὅμως ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ; Δὲν ἦταν! Ὅπως δὲν εἴμαστε καὶ πολλοὶ ἀπὸ μᾶς. Διότι ὁ Θεὸς δὲν τὸν δικαίωσε, ἀντιθέτως τὸν καταδίκασε. Γιατί ἀφ' ἑνὸς μὲν ξεχώρισε τὸν ἑαυτόν του ἀπὸ τοὺς συνανθρώπους του, τοὺς ὁποίους θεωροῦσε μολυσμένους καὶ μεγάλους ἁμαρτωλούς, καὶ ἀφ' ἑτέρου διότι φανερὰ κορόϊδευε τὸν ἑαυτόν του.
Δὲν προσηύχετο στὸν Θεό. Προσηύχετο καὶ ἀπευθυνόταν μόνον στὸν ἑαυτό του. Ἦταν σὰ νὰ λέμε ὅτι εἶχε στήσει ἕναν καθρέφτη, ἔβλεπε τὸν ἑαυτόν του στὸν καθρέφτη καὶ σ’ αὐτὸν προσηύχετο. Μὲ τὸν ἑαυτόν του ὁμιλοῦσε, γιὰ τὸν ἑαυτόν του ὁμιλοῦσε, καὶ ἀπὸ τὸν ἑαυτόν του ἔπαιρνε ἀπαντήσεις. Ἀφοῦ μιλοῦσε στὸν καθρέφτη!

Γι’ αὐτὸ καὶ ἡ στάση του ἦταν ἀνάλογη. Στάθηκε ὅπως μᾶς εἶπε ὁ Κύριος στὴν παραβολή, στάθηκε εἰς ἑαυτόν.
Στάθηκε μπροστὰ στὸν ἑαυτόν του, μπροστὰ δηλαδὴ σ’ ἕναν καθρέφτη. Καμαρωτὸς καμαρωτὸς λοιπὸν ἀπέναντι στὸν ἑαυτόν του.
Αὐτὸς ὅμως ὁ τρόπος δὲν εἶναι προσευχή! Εἶναι διαστροφή. Εἶναι αὐτοδικαίωσις. Εἶναι αὐτοθέωσις. Εἶναι ἐγωλατρεία.
Καὶ αὐτὸ διότι πίστευε ὁ Φαρισαῖος τῆς ἐποχῆς ἐκείνης, οὔτε λίγο, οὔτε πολύ, ὅτι ὁ Θεὸς ἦταν ὑποχρεωμένος ἀπέναντί του.
Καὶ ὁ Θεός τοῦ χρεωστοῦσε εὐγνωμοσύνη ἐπειδὴ αὐτὸς ἔπραττε κάποια φανερὰ καλά. Τοῦ χρωστοῦσε εὐγνωμοσύνη ὁ Θεός, ἐπειδὴ ἤτανε καλὸς ἄνθρωπος, ἐπειδὴ δὲν ἔκανε τὶς ἀτιμίες καὶ τὰ διάφορα ἄλλα φανερὰ ἁμαρτήματα, καὶ δὲν ἔμοιαζε βέβαια σὰν τοὺς λοιποὺς ἁμαρτωλούς, καὶ μάλιστα ἔδειξε καὶ τὸν τελώνη.
«Ὅπως οὗτος ὁ τελώνης». Δὲν εἶμαι ἐγώ, λέει, σὰν τοὺς ἄλλους. Δὲν εἶμαι ὦσπερ οἱ λοιποὶ τῶν ἀνθρώπων! Ἢ ὅπως αὐτὸς ὁ τελώνης!
 
Τέλειος λοιπὸν ξεπεσμὸς τοῦ ἀνθρώπου, τοῦ θρησκευομένου ἀνθρώπου. Καμαρώνει καὶ φαντάζεται, φαντάζεται ὅτι εὐχαριστεῖ τὸν Θεὸ διότι εἶναι καλὸς ἄνθρωπος. Ἄλλο καλὸς ἄνθρωπος, ἄλλο καλὸς χριστιανός.
Καὶ μάλιστα νὰ σᾶς πῶ καὶ κάτι περισσότερο. Δὲν φτάνει τὸ καλὸς χριστιανός. Γιατί ὁ χριστιανὸς πρέπει νὰ φτάσει στὴν τελείωση. Στὸν ἁγιασμὸ καὶ στὴ θέωση. Πέραν λοιπὸν ἀπ’ τὸ καλὸς χριστιανός, εἶναι ἡ θέωσις.

Ὁ Θεὸς σὲ εὐχαριστῶ σοι, διότι δὲν εἶμαι ὦσπερ οἱ λοιποὶ τῶν ἀνθρώπων. Ἅρπαγες, ἄδικοι, πόρνοι, φονιᾶδες, κακοῦργοι, καὶ τὰ λοιπὰ καὶ τὰ λοιπά.
Καὶ ἀπαριθμεῖ δηλαδή, γνωστὰ ἁμαρτήματα, ποὺ ἦσαν φανερά. Ποὺ τὰ βλέπουν καὶ τὰ ξέρουν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι.
Ξέρουν ὅτι αὐτὸς εἶναι κλέφτης, ὅτι αὐτὸς πῆγε στὴ φυλακή, ὅτι ὁ ἄλλος σκότωσε, ὅτι ὁ ἄλλος πρόδωσε τὸ σπίτι του, ὅτι ὁ ἄλλος ἔκανε αὐτό, ὅτι ὁ ἄλλος ἔκανε ἐκεῖνο.
Ἀλλὰ γιὰ τὰ ἐσωτερικὰ ὅμως ἁμαρτήματα καὶ τὶς κρυφές του ἀδυναμίες, καὶ τὰ ὕπουλα πάθη ποὺ δουλεύουν μέσα μας, δὲν ἔκανε κανέναν λόγο.
Δὲν μίλησε παραδείγματος χάριν γιὰ τὴν ὑπερηφάνεια, γιὰ τὴν πονηριά, γιὰ τὴν ἐσωτερικὴ ἀσέλγεια.
Ποιός δὲν ἔχει ἀσέλγεια ἐσωτερική. Γιὰ τὴν μνησικακία. Γιὰ τὴν ἀκαταδεξία. Καὶ γιὰ τὸ φθόνο καὶ τὴ ζήλεια.
Ὑπάρχει κανένας ἀπὸ σᾶς ποὺ νὰ μὴ φθονεῖ καὶ νὰ μὴ ζηλεύει; Νὰ μὴν αἰσθάνθηκε καμιὰ φορὰ αὐτὸ τὸ φιδάκι νὰ δαγκάνει λίγο τὴν καρδούλα του; Ἐγώ το αἰσθάνθηκα πολλὲς φορές! Ἐσεῖς οὔτε μία;
Δὲ μίλησε γιὰ τὴν πλεονεξία! Δὲν μίλησε γιὰ τὴν φιλαργυρία! Δὲν μίλησε γιὰ τὴν βουλιμία καὶ γιὰ τὴν ἀκράτεια. Δὲν μίλησε γιὰ τοὺς αἰσχροὺς λογισμούς! Τὶς αἰσχρὲς σκέψεις. Τὶς αἰσχρὲς ἐπιθυμίες! Τὰ δουλέματα τὰ ἐσωτερικὰ τῆς ψυχῆς του, πούσαν ὅλα μαῦρα.
Δὲ μίλησε γιὰ τὸ δόλο καὶ τὴ δειλία, γιὰ τὴν ἀχαριστία καὶ τὴν συκοφαντία καὶ τόσα ἄλλα, νὰ μὴν τὰ ἀπαριθμοῦμε κι ὅλα.
 
Καὶ στὴ συνέχεια ὁ Φαρισαῖος πάλι καμαρώνοντας μπροστὰ στὸν καθρέφτη, εἶπε στὸν ἑαυτόν του : «Νηστεύω δὶς τοῦ Σαββάτου καὶ ἀποδεκατὼ ὅσα κτῶμαι».
Δηλαδὴ νηστεύω Τετάρτη καὶ Παρασκευή, καὶ ἀπὸ τὸ μισθό μου ποὺ εἶναι τριακόσιες χιλιάδες δραχμὲς τὸ μῆνα, κάθε μῆνα τὶς τριάντα, τὸ δέκα τοῖς ἑκατὸ δηλαδή, τὶς δίνω γιὰ ἐλεημοσύνη. Ἐγὼ εἶμαι ἐντάξει, δὲν εἶμαι σὰν τοὺς ἄλλους, οὔτε σὰν αὐτὸν τὸν τελώνην.
Ὁ τραγικὸς αὐτὸς κομπασμός, δυστυχῶς ἀδελφοί μου, δημιουργεῖ ὅπως εἶπα καὶ προηγουμένως, αὐτοδικαίωση καὶ κακομοιριά.
Ἔτσι ὁ Φαρισαῖος δὲν κέρδισε ἀπολύτως τίποτα, μὲ τὸν τρόπον αὐτὸν ποὺ προσηύχετο, καταδίκασε τὸν ἑαυτόν του εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων, καὶ ὁ ἄλλος ποὺ ἦταν ἁμαρτωλός, καὶ ποιός ξέρει σὲ πόσες μεγάλες ἁμαρτίες εἶχε πέσει, μὲ τὸ νὰ ὁμολογεῖ ὅμως συντετριμμένος τὴν ἁμαρτία του ἐνώπιον τοῦ Ἁγίου Θεοῦ, νὰ μὴν ἔχει τὴν τόλμην νὰ σηκώσει τὰ μάτια του γιὰ νὰ ἀτενίσει τὸν Θεόν, μὲ τὸ νὰ φωνάζει «ὁ Θεός μου, ἰλάσθητί μοὶ τῷ ἁμαρτωλῷ», αὐτὸς δικαιώθηκε, καὶ ὄχι ὁ Φαρισαῖος καὶ ὑπερήφανος.
Ἔτσι λοιπὸν συμβαίνει καὶ σὲ ὅλους ἐμᾶς.

Ἡ ὑπερηφάνεια, ἡ κενοδοξία καὶ ὁ ἐγωισμός, μᾶς κάνουν τὶς περισσότερες φορές, νὰ εἴμαστε ὑποκριταί.
Ὁ Φαρισαϊσμὸς εἶναι τόσο μεγάλο πάθος, ὥστε μερικοὶ ἀπὸ τοὺς Πατέρες νὰ τὸν θεωροῦν πολυκέφαλο θηρίο σὰν τὴν Λερναία Ὕδρα.
Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος λέγει τὰ ἑξῆς: «Γιὰ ὅλα τὰ κακά, φταίει ἡ ὑποκρισία, ἀφοῦ ὅλοι μας λίγο ἢ πολύ, εἴμαστε ἐγωισταὶ καὶ ὑπερήφανοι.
Μᾶς κάνει ἀκόρεστα νὰ διψᾶμε τὴ δόξα, τὴν ἐπίδειξη, τὴ δύναμη, τὴν ἐξουσία, τὸν πλοῦτο καὶ τὰ λοιπά, γιὰ νὰ μᾶς ρίξει στὸ λάκκο τῆς μεγαλομανίας, καὶ ἀπὸ κεῖ στὴν αἰώνια ἀπώλεια καὶ τὴν κόλαση. Καὶ σ’ αὐτὴν τὴν κατηγορία, δὲν ὑπάγονται»,- προσέξτε, τὸ λέγει αὐτὸ ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, - «δὲν ὑπάγονται οἱ πιὸ πολλοὶ ἀπὸ τοὺς χριστιανούς, ἀλλὰ καὶ πολλοὶ ἀπὸ μᾶς, ποὺ φορᾶμε τὸ ράσο, τοὺς παπᾶδες, τοὺς μοναχούς, τοὺς καλογήρους, τοὺς διακόνους, τοὺς δεσποτᾶδες», καὶ πρῶτος ἀπὸ ὅλους, ἀφορᾶ καὶ μένα.
Δὲν ξεχωρίζω τὸν ἑαυτό μου σὲ τίποτα ἀπὸ τοὺς ἄλλους.

Δυστυχῶς ἡ ὑποκρισία, σὰν διαβρωτικὴ ὑγρασία εἰσέρχεται παντοῦ.
Ἡ ὑποκρισία; Στὴν ἐλεημοσύνη. Μπαίνει μέσα. Ὑποκρινόμεθα ὅτι εἴμεθα ἐλεήμονες, θέλομε νὰ φαινόμαστε ἀπέναντι στοὺς ἄλλους, ἐνῷ δὲν εἴμεθα. Τί θὰ μᾶς πεῖ μεθαύριο ὁ Θεός; «Μὴ γνώτω ἡ ἀριστερά σου τί ποιεῖ ἡ δεξιά σου».
Στὴ νηστεία ἐπίσης καὶ στὴν προσευχή. Καὶ κεῖ μπαίνει ἡ ὑποκρισία. Τί λέει ὁ Θεός; Θέλεις νὰ προσευχηθεῖς; Κάντο κρυφά!
Εἴσελθε εἰς τὸ ταμεῖον σου, καὶ ὁ Θεὸς ὁ βλέπων ἐν τῷ κρυπτῷ, ἀποδώσει ἐν τῷ φανερῷ.
Νηστεύεις; Νήστευε. Μὴν τὸ φανερώνεις. Μὴν τὸ ἀποκαλύπτεις! Δὲν τρώω σοκολατάκι, λέει. Σήμερα νηστεύω. Καὶ μόλις πάει σπίτι, ἀνοίγει τὸ ψηγεῖο, καὶ καταβροχθίζει τὰ λουκάνικα.
Λοιπόν... Ἄ, μπαίνει καὶ στὴν ἀγρυπνία, καὶ νὰ μᾶς συγχωρέσουν καὶ οἱ ἅγιοι μας οἱ ἱεροψάλτες, ἀλλὰ λέγει ὁ Ἅγιος ἱερὸς Χρυσόστομος, ὅτι ἡ ὑποκρισία μπαίνει καὶ στὸ ὡραῖο ψάλσιμο. Συγγνώμην, ἔ; Θὰ λέμε.
Λοιπόν, μπαίνει στὸ σεμνὸ τὸ ντύσιμο, βάζουμε βλέπεις καὶ τὴ μαντίλα, δὲ λέω ὅτι δὲν πρέπει, ὁ Παῦλος τὸ ἐπιβάλλει, ἀλλὰ προσέξτε τὴν ὑποκρισία, αὐτὸ θέλει νὰ πεῖ.
Ἐπίσης καὶ στὰ φτωχικὰ ροῦχα. Ὁ ἄλλος φοράει φτωχικὰ ροῦχα, ἀπὸ ὑποκρισία, ὑποκρινόμενος.
Ἄμ, ποὺ μπαίνει στὴ διδασκαλία καὶ στὸ κήρυγμα... Ἐδῶ εἶμαι πρῶτος. Γιατί εἶμαι καὶ διδάσκαλος, εἶμαι καὶ κήρυκας τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ, ἄρα λοιπὸν καὶ πρῶτος φταίχτης σ’ αὐτὸ τὸ μεγάλο ἁμάρτημα.

Παντοῦ λοιπὸν εἰσέρχεται, καὶ πάντοτε μὲ τὸ φόρεμα τῆς εὐσεβοφάνειας, καὶ ἔτσι κυριευόμαστε ὅλοι μας, ἄλλος λίγο καὶ ἄλλος πολὺ ἀπὸ αὐτοθαυμασμὸ καὶ ἀπὸ αὐτοϊκανοποίηση.
Εἶναι αὐτὸ ποὺ βγάζει ὁ Φαρισαῖος πρὸς τὰ ἔξω. Τὶς καλές του πράξεις. Γιὰ τὸ θεαθῆναι τοῖς ἀνθρώποις. Καὶ ὅλα τὰ κρυφά, τὰ ἄσχημα, τὰ βρωμερά, τὰ ὕπουλα, τὰ δόλια, αὐτὰ τὰ κρύβει μέσα του.

Ἦρθε κάποιος πρὶν πάρα πολλὰ χρόνια, καὶ μοῦ εἶπε, -καὶ γιὰ νὰ τελειώνω, γιὰ νὰ δῶ, καὶ πόσα λεφτά σας μίλησα κιόλας, γιὰ νὰ μὴν σᾶς κουράζω.
- Λέει, ἐγὼ πάτερ ἀγαπῶ ὅλο τὸν κόσμο. Καὶ βγάζω καὶ τὸ ψωμί, τὴν μπουκιά μου ἀπ’ τὸ στόμα μου, καὶ τὴ δίνω στὸν ἄλλον.
- Μπράβο του.
- Πάω λέει καὶ στὰ νοσοκομεῖα, πάω καὶ στὰ γεροκομεία. Πάω καὶ στὶς φυλακές. Τρέχω ἐδῶ, τρέχω ἐκεῖ.
- Πολὺ καλά. Χίλιες εὐλογίες ναχεις ἀπ’ τὸ Θεό.
- Νὰ ἀλλὰ τὸν ἀδελφό μου ὅμως ποὺ μοῦ ἔκανε πλαστογραφία στὴν ὑπογραφὴ τῆς μάνας μου, ὄχι δὲν θέλω νὰ τὸν δῶ στὰ μάτια μου, ἀλλὰ ὅταν θὰ πεθάνει θὰ πάω πάνω στὸν τάφο του καὶ θὰ κάνω ἀκαθαρσίες.
- Δὲ μοῦ τόπε ἔτσι, μοῦ τόπε πιὸ βαριά, ἐγώ σας τὸ λέω ἐλαφριά.
- Τάκανε ὅλα, ἀλλὰ τὸν ἀδελφὸ δὲν τὸν συγχωροῦσε. Βλέπετε λοιπὸν ὅτι ἡ μνησικακία ποὺ ὑπῆρχε στὸ βάθος τῆς ψυχῆς του, ἦταν ἀσυγκρίτως πολὺ πιὸ μεγαλύτερη καὶ ἐξουδετέρωνε, ὅλα τὰ καλὰ ἔργα τὰ ὁποῖα ἔκανε, καὶ τὰ ὁποῖα ὄντως τὰ καλά του ἔργα, ὅπως τὰ ἀπαρίθμησε ἦταν ἀξιοθαύμαστα. Ἀλλὰ αὐτὸ δὲν φτάνει.

Πὼς θὰ σωθοῦμε. Θὰ σωθοῦμε μὲ τὴν μετάνοια. Καὶ τὸν τρόπο μᾶς τὸν δίδαξε ὁ τελώνης.
Θὰ πέφτουμε στὰ πόδια τοῦ πνευματικοῦ καὶ θὰ ζητᾶμε ἔλεος.
Πάτερ κάνε προσευχὴ νὰ μὲ συγχωρέσει ὁ Θεός. Ζητάω ἔλεος ἀπ’ τὸν Θεόν. Σήμερα, αὔριο πεθαίνω.
Ἔλεος θέλω ἀπ’ τὸν Θεόν. Ἔλεος. Γιατί τὸ ἔλεος θὰ μᾶς σώσει. Καὶ μόνον τὸ ἔλεος θὰ μᾶς σώσει.
Ἡ κραυγὴ τοῦ τελώνου. «Ὁ Θεός μου ἰλάσθητί μοὶ τῷ ἀμαρωλώ»,

Ἀμήν.

agia-varvara.blogspot.com
         
Περισσότερα ἄρθρα μὲ τὸν π. Στέφανο Ἀναγνωστόπουλο διαβάστε: π. Στέφανος Ἀναγνωστόπουλος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου