Κουμπιά

Κυλιόμενο Μήνυμα

Παρασκευή 27 Δεκεμβρίου 2024

Οἱ πρῶτοι μάρτυρες τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Θεοῦ Λόγου. Ἀρχ. Ἀθανάσιος Μυτιληναῖος

Οἱ πρῶτοι μάρτυρες τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Θεοῦ Λόγου

Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία μακαριστοῦ (†) γέροντος Ἀθανασίου Μυτιληναίου
Εἰς την δεύτερην ἡμέραν τῶν Χριστουγέννων
ἐκφωνήθηκε στὴν Ἱερὰ Μονὴ Κομνηνείου Λαρίσης στὶς 26-12-2000. (Β΄ ἔκδοσις)

Ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ μᾶς ἔφερε τὸν ἑαυτό Του ἀνάμεσά μας, ἀγαπητοί μου. Μᾶς τὸ εἶχε ὑποσχεθεῖ εἰς τὸν Παράδεισον ἐκεῖνο τὸ μοιραῖο δειλινό, ὅταν οἱ Πρωτόπλαστοι ἀναχωροῦσαν ἀπὸ αὐτόν. Καὶ ἐκείνη ἡ ὑπόσχεσις ἦταν ἡ κρυφὴ ἐλπίδα ὅτι μιὰ μέρα τὰ πράγματα θὰ ἄλλαζαν.Εἶχε πεῖ τότε ὁ Θεὸς εἰς τοὺς Πρωτοπλάστους: «Καὶ ἔχθραν θήσω ἀνὰ μέσον σοῦ καὶ ἀνὰ μέσον τῆς γυναικὸς καὶ ἀνὰ μέσον τοῦ σπέρματός σου καὶ ἀνὰ μέσον τοῦ σπέρματος αὐτῆς· αὐτός σου τηρήσει κεφαλήν, καὶ σὺ τηρήσεις αὐτοῦ πτέρναν».
Δηλαδή, μὲ ἁπλᾶ λόγια, ἀποτεινόμενος πρὸς τὴν Εὔα λέγει ὅτι «θὰ βάλω ἔχθρα ἀνάμεσα εἰς τὸ σπέρμα τὸ δικό σου καὶ εἰς τὸ σπέρμα τοῦ διαβόλου».
Βέβαια, ὁ διάβολος δὲν ἔχει σπέρμα, ἀλλά, ἐννοεῖται, τὸ πρᾶγμα τίθεται, τὸ πῶς θὰ ἐνεργήσει ὁ διάβολος- ὁ διάβολος εἶναι ἕνας, ἔ; Καὶ οἱ δαίμονες.
Καὶ δεύτερον, ὅταν ἀναφέρεται εἰς τὸ σπέρμα τῆς γυναικὸς κάνει ἐντύπωση ὅτι δὲν ἀναφέρεται εἰς τὸν ἄντρα ὁ Θεός, ἀλλὰ ἀναφέρεται εἰς τὴ γυναῖκα. Ἡ γυναῖκα δὲν ἔχει σπέρμα, ἀλλὰ ἐδῶ ὑπάρχει ἕνας σαφὴς ὑπαινιγμὸς ὅτι ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος θὰ ἤρχετο ἀπὸ τὴ γυναῖκα, θὰ ἦτο ἐκ Παρθένου. Ὅπως ἐκ παρθένου ἦταν ὁ Ἀδάμ, ἀπὸ ποῦ; Ποιὰν παρθένον; Ἀπὸ τὴν παρθένον γῆ.

Ἔτσι ἐδῶ ὑπάρχει αὐτὸ ποὺ οἱ Πατέρες τὸ ὀνόμασαν Πρωτευαγγέλιον. Δηλαδὴ τὸ πρῶτο χαρούμενο μήνυμα. Καὶ μάλιστα, ὅταν ἀναφέρεται σὲ αὐτὰ ὁ Θεὸς καὶ λέγει ὅτι Ἐκεῖνος, τὸ σπέρμα τῆς γυναικός, καὶ εἶναι ὁ Ἐνανθρωπήσας Θεὸς Λόγος, «θὰ σοῦ συντρίψει τὴν κεφαλήν».
Εἶναι γνωστὸ ὅτι ἡ συντριβὴ τῆς κεφαλῆς στὸ φίδι εἶναι ἕνα τελειωτικὸ χτύπημα. «Σὺ δὲ τηρήσεις αὐτοῦ πτέρναν». «Ἐσύ, θὰ τοῦ ἐπιφέρεις μίαν βλάβην σὰν νὰ τοῦ χτύπησες τὴ φτέρνα».
Καὶ εἶναι ἀγαπητοί μου, εἶναι ὁ σταυρὸς· ὅτι «θὰ τοῦ ἐπιφέρεις ἐσὺ τὸν θάνατον μὲ τὸν σταυρόν, ἀλλά, μὴν ξεχνᾶς ὅτι θὰ ἀναστηθεῖ.
Καὶ συνεπῶς, τὸ πλήγωμα τῆς φτέρνας εἶναι τίποτα, εἶναι μιὰ ἄκρη, ἐνῷ ἡ δική σου ἡ κεφαλὴ θὰ συντριβεῖ».
Καὶ τὸ πιὸ καταπληκτικὸ ξέρετε ποιό εἶναι; Αὐτὸ ποὺ θέλω διαρκῶς στὶς ὁμιλίες μου νὰ τὸ δείχνω καὶ ποὺ εἰλικρινὰ τὸ συναντοῦμε σὲ κάθε μας βῆμα: Ἐκεῖνος ποὺ μιλοῦσε τότε εἰς τοὺς Πρωτοπλάστους, δηλαδὴ ὁ Θεός, ἦταν ὁ Θεὸς Λόγος. Δὲν ἦταν ὁ Θεὸς Πατήρ.
Ἤτανε ὁ ἴδιος δηλαδὴ Ἐκεῖνος στὸ πρόσωπο τοῦ Ὁποίου θὰ συνέβαιναν αὐτὰ ποὺ σᾶς διηγήθηκα. Ὁ Ἴδιος. Δηλαδὴ εἶναι ὁ μετέπειτα Ἐνανθρωπήσας Θεὸς Λόγος, δηλαδὴ ὁ Ἰησοῦς Χριστός.
 
Ποῖοι ὅμως θὰ ἦσαν μάρτυρες, αὐτόπται καὶ μάρτυρες, ὅλων ἐκείνων τὰ ὁποῖα εἶπε ὁ Θεὸς εἰς τοὺς Πρωτοπλάστους;
Καὶ διὰ μὲν τὸ ξεκίνημα, μάρτυρες ἦσαν οἱ Πρωτόπλαστοι. Αὐτοὶ ἄκουσαν τὰ λόγια αὐτά. Ὅταν ὅμως θὰ ἐπραγματοποιοῦντο αὐτὰ ὅλα, ποιοί θὰ ἦσαν μάρτυρες;
Ἀγαπητοί μου, θὰ ἦσαν ἡ Θεοτόκος, ὁ Ἰωσήφ, οἱ ποιμένες, ὁ Συμεῶν ὁ Θεοδόχος, ἡ Ἄννα ἡ προφῆτις, «οἱ προσδεχόμενοι», ὅπως λέει ὁ Λουκᾶς, «λύτρωσιν εἰς Ἱερουσαλὴμ» καὶ οἱ μάγοι. Ὅλοι αὐτοὶ θὰ ἦσαν αὐτόπται καὶ μάρτυρες ὅτι ἐκεῖνα τὰ ὁποῖα ὑπεσχέθη ὁ Θεὸς εἰς τὸν Παράδεισον ἤδη προβαίνουν εἰς πραγμάτωσιν. Πραγματοποιήθηκαν δηλαδή.

Ὅλοι αὐτοὶ εἶχαν ἕνα κοινὸ γνώρισμα: τὴν πίστιν. Αὐτὴ ἡ ὁποία μᾶς προλαβαίνει καὶ μᾶς ὑπερκαλύπτει ὅλα τὰ γνωστικὰ ἐμπόδια. Γνωστικὰ ἐμπόδια... Πῶς μπορῶ ἐγὼ νὰ ξέρω τί θὰ γίνει ὕστερα ἀπὸ ἕνα λεπτό, ἀπὸ ἕνα δευτερόλεπτο...
Κι ὅμως αἰῶνες ὁλόκληροι μεσολαβοῦν. Ὅταν ὁ Θεὸς λέγει κάτι, ὁ ἄνθρωπος στηρίζεται σὲ αὐτό το κάτι. Πῶς στηρίζεται; Διὰ τῆς πίστεως.
Ἔτσι λοιπὸν ἐπίστεψαν εἰς τὴν ὑπόσχεσιν αὐτὴ τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ τώρα ποὺ ἔρχεται ἡ πραγμάτωσις ὅλων αὐτῶν.
Οἱ ἄνθρωποι αὐτοὶ ἀκόμη διέθεταν μιὰ καθαρὴ καρδιὰ καὶ ἐτήρουν τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ· διότι ἐὰν δὲν τηροῦμε τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ, δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ βρεθοῦμε ποτὲ μέσα εἰς τὸν χῶρον τῆς πραγματώσεως τῆς πίστεως.
Ἔτσι, προσήγγισαν, τὰ ὀνόματα ποὺ σᾶς εἶπα καὶ θὰ τὰ ἀναλύσουμε παρακάτω, τὸ μυστήριο τοῦ Θεοῦ μὲ πολλὴ χαρά, ποὺ τώρα γέμιζαν καὶ οἱ αἰσθήσεις τους καὶ τὰ μάτια τους καὶ τὰ αὐτιά τους ἀπὸ τὴν πληροφορία ὅτι ἡ ὑπόσχεσις τοῦ Θεοῦ ἔβρισκε ἐπί τέλους τὴν πλήρωσή της.
Καὶ πρῶτα ἡ Θεοτόκος. Ὅταν ἐδέχθη τὴν ἐπίσκεψη τοῦ Γαβριὴλ καὶ τῆς ἐπροτάθη τὸ μέγα γεγονός, ἐκείνη τὸ ἀπεδέχθη, μὲ πολλὴ πίστη καὶ μὲ πολλὴ ταπείνωση. Γι΄αυτό, ἀγαπητοί μου, πάντοτε ὅταν εὐχαριστοῦμε τὸν Θεὸν γιὰ τὶς εὐεργεσίες Του, θὰ πρέπει εὐθὺς ἀμέσως νὰ ἀποτεινόμεθα πρὸς τὴν Θεοτόκον καὶ νὰ τὴν εὐχαριστοῦμε.
Συγκεκριμένα. Κοινώνησες; Ποιόν θὰ εὐχαριστήσεις; Βεβαίως τὸν Ἅγιον Τριαδικὸν Θεὸν γιατί Αὐτὸν ἐπεκαλέσθημεν νὰ ἁγιάσει τὸ κρασὶ καὶ τὸ ψωμὶ σὲ Σῶμα καὶ Αἷμα Χριστοῦ.
Εὐθὺς μετὰ νὰ εὐχαριστοῦμε τὴν Θεοτόκον. Πάντοτε νὰ εὐχαριστοῦμε τὴν Θεοτόκον.
Γιατί τί λέμε εἰς τὴν Θεία Λειτουργία: «Ἐξαιρέτως τῆς Παναγίας Ἀχράντου», ποὺ θὰ πεῖ, ἐξαιρέτως, «ὅλως ἐξαιρετικὰ ὀφείλουμε νὰ εὐχαριστήσομεν τὴν Ὑπεραγίαν Θεοτόκον».
Ὅποτε λοιπὸν εὐχαριστοῦμε τὸν Θεόν, θὰ εὐχαριστοῦμε καὶ τὴν Παναγία, διότι ἐκείνη ἔδωσε τὸν ἑαυτό της, συνετέλεσε ἡ συμβολή της, εἶναι ἐκείνη ἡ ὁποία μᾶς ἔδωσε τελικὰ ἐκεῖνο τὸ ὁποῖο εἴχαμε ἀνάγκη, μὴν τὸ ξεχνᾶμε αὐτὸ ποτέ.

Ἡ Θεοτόκος, λοιπόν, εἶναι ἡ πρώτη ποὺ ἐδέχθη τὰ σκιρτήματα τοῦ νηπιάσαντος Λόγου στὰ σπλάχνα της. Εἶναι ἡ πρώτη ποὺ Τὸν εἶδε ὅταν γεννήθηκε. Στὸ προηγούμενο μάλιστα, ὅτι στὰ σπλάχνα της δέχτηκε τὰ σκιρτήματα, αὐτὸ κάθε γυναῖκα ποὺ ἐγκυμονεῖ τὸ ξέρει.
Πολλὲς φορές, τὸ ἔμβρυον κλωτσάει μέσα στὴν μήτρα τῆς μάνας του, τὸ ξέρομε αὐτό. Οἱ γυναῖκες τὸ ξέρουνε πάρα πολὺ καλά.
Εἶναι ἐκεῖνο ποὺ λέγεται μὲ τὴν ἔκφραση: «Τὸ ἀκούω τὸ παιδί». Ὅταν ἀντιθέτως δὲν τὸ «ἀκούει» τὸ παιδί- τὸ «ἀκούει», ἐννοεῖται, ἐντὸς εἰσαγωγικῶν- σημαίνει, κάτι συμβαίνει· πιθανῶς τὸ ἔμβρυο νὰ πέθανε· γιατί δὲν τὸ ἀκοῦμε.
Ἔτσι λοιπὸν ἔχουμε αὐτὰ τὰ σκιρτήματα. Εἶναι ἡ πρώτη καὶ ἡ μοναδικὴ ποὺ δέχεται αὐτὰ τὰ σκιρτήματα.

Καὶ ἡ Ἐλισάβετ, ἡ μητέρα τοῦ Ἰωάννου, ἐδέχθηκε αὐτὰ τὰ σκιρτήματα, ὅλοι τὸ ξέρουμε, μᾶς τὰ περιγράφει αὐτὰ ὁ Λουκᾶς, ὅταν ἡ Θεοτόκος ἐπεσκέφθη τὴ συγγενῆ της, ξαδέρφη πιθανῶς, παρὰ τὸ ὅτι εἶχαν πολὺ μεγάλη διαφορὰ στὴν ἡλικία καὶ τότε ἡ ἴδια τὸ ὁμολογεῖ, ἡ Ἐλισάβετ, ὅτι ἄκουσε τὰ σκιρτήματα τοῦ παιδιοῦ τῆς –τίνος;
Τοῦ Ἰωάννου- ὅταν ἀντίκρυσε ἡ μητέρα, ἡ Ἐλισάβετ, τὴν Θεοτόκον. Καὶ τὸ ὁμολογεῖ. Ὁπότε βλέπει κανένας ὅτι ὁ Ἰωάννης εἶχε τὸ προφητικὸ χάρισμα ἀπὸ τὰ σπλάχνα τῆς μάνας του.
Καὶ ἐκ τοῦ Ἰωάννου ἐπῆρε ἡ Ἐλισάβετ τὸ προφητικὸ χάρισμα καὶ εἶπε ὅ,τι εἶπε εἰς τὴν Θεοτόκον.
Μάλιστα αὐτὴ ἡ φράση «Πῶς ἦταν τὸ καλό», λέμε κι ἐμεῖς στὴ γλῶσσα μας, «νὰ μὲ ἐπισκεφτεῖ ἡ μητέρα τοῦ Κυρίου μου; Ἡ μητέρα, ἡ Παναγία, τοῦ Κυρίου μου -γιατί εἶναι Κύριός μου Αὐτὸς τὸν Ὁποῖον ἔχεις ἐσύ, ἡ Μαρία, μέσα στὰ σπλάχνα τὰ δικά σου».
Εἶναι λοιπὸν ἐκείνη ποὺ Τὸν εἶδε πρώτη ὅταν γεννήθηκε.
 
Εἶναι ἡ μόνη ποὺ Τὸν θήλασε καὶ εἶδε ὅλα τὰ θαυμαστὰ τῶν κινήσεών του· ὥστε νὰ γράφει ὁ εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς: «Ἡ δὲ Μαριὰμ πάντα συνετήρει τὰ ῥήματα ταῦτα –δηλαδὴ τὰ γεγονότα αὐτά- συμβάλλουσα ἐν τῇ καρδὶᾳ αὐτῆς». Καὶ ὅλα αὐτὰ τὰ συνέκρινε. Εἶναι ἡ πρώτη καὶ ἡ μόνη.
Ἡ Θεοτόκος ἐγνώριζε Ποιός ἦταν ὁ Ἰησοῦς καὶ προσήγγιζε τὰ μυστήρια μὲ ὅλη της τὴν ὕπαρξη.
Τὸ εἶχε πεῖ ὁ ἄγγελος εἰς τὴν Θεοτόκον: «Θὰ γεννήσεις τὸν Υἱὸν τοῦ Θεοῦ». Τί σήμαινε αὐτό; Εἶναι ἡ πρώτη καὶ ἡ μόνη ποὺ τὸ προσεγγίζει τὸ μυστήριο τῆς Ἐνανθρωπήσεως ὅσο κανεὶς ἄλλος ἄνθρωπος.
Πάντως, ἡ Θεοτόκος, πρὸς τιμὴν τῆς ὁποίας, ξέρετε, σήμερα οἱ πιστοὶ συνήχθησαν, δεύτερη μέρα τῶν Χριστουγέννων, γιὰ νὰ τὴν τιμήσουν- κι αὐτὸ λέγεται Σύναξις τῆς Θεοτόκου, ἔτσι θὰ δεῖτε στὸ ἡμερολόγιο, Σύναξις τῆς Θεοτόκου.
Τί θὰ πεῖ αὐτό; Θὰ πεῖ ὅτι οἱ πιστοὶ συνάχθηκαν στὸν ναὸ τοῦ Θεοῦ γιὰ νὰ τιμήσουν τὴν Θεοτόκον, ποὺ ὑπούργησε τὸ μυστήριον τῆς Ἐνανθρωπήσεως.
Τὸ ἔλεγα καὶ χθὲς αὐτό, ὅπως λέμε Σύναξις τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου ποὺ γιορτάζουμε τὴ δεύτερη μέρα ἀπὸ τὰ Θεοφάνεια -καὶ εἶναι ἡ 7η Ἰανουαρίου.
Δὲν εἶναι τότε ἡ ἑορτὴ τοῦ ἁγίου Ἰωάννου, ἀλλὰ εἶναι σύναξις, τῶν πιστῶν σύναξις, γιὰ νὰ τιμήσουν τὸν Ἰωάννη τὸν Βαπτιστὴ ποὺ ὑπούργησε στὸ μυστήριο τῆς Βαπτίσεως τοῦ Θεοῦ Λόγου του Ἐνανθρωπήσαντος.
Αὐτὸ θὰ πεῖ σύναξις. Συγκέντρωσις τῶν πιστῶν πρὸς τιμὴν ἑνὸς προσώπου. Κι ἐδῶ ἔχομε πρὸς τιμὴν τοῦ προσώπου τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου.
Έτσι, ἀγαπητοί, εἶναι ἡ μόνη καὶ πρώτη μάρτυς, ποὺ εἶδε, ἄκουσε καὶ ἔζησε τὴν Ἐνανθρώπηση τοῦ Θεοῦ Λόγου.
 
Κατόπιν εἶναι ὁ Ἰωσήφ. Αὐτὸς δὲν ἐγνώριζε τὸ μυστήριον διότι ἡ Θεοτόκος, στὴ βαθιά της ταπείνωση, δὲν τοῦ τὸ ἀπεκάλυψε· δὲν εἶπε τίποτε. Ὅταν ὅμως εἶδε ὁ Ἰωσὴφ ὅτι ἐγκυμονεῖ ἡ μνηστή του- ὄχι ἡ γυναῖκα του, ποτὲ γυναῖκα-τῆς Μαρίας ὁ Ἰωσήφ, τότε ἄρχισε νὰ ὑποψιάζεται.
Ἐκείνη ὅμως δὲν τὸν βγάζει ἀπὸ τὴν ὑποψία του, γιατί ἄφησε τὸ θέμα- τεράστιο θέμα,ε;- στὰ χέρια τοῦ Θεοῦ.
Καὶ πράγματι ὁ Ἰωσὴφ παίρνει τὴν πληροφορία ἀπὸ τὸν ἄγγελον, ἀπὸ τὸν ἴδιον ἄγγελον, τὸν Γαβριήλ, περὶ τίνος πρόκειται.
Μάλιστα, λέει ἐδῶ, τοῦ λέγει ὁ ἀρχάγγελος τὰ ἑξῆς: «Ἰωσήφ, υἱὸς Δαυίδ, σὺ ποὺ εἶσαι ἀπόγονος τοῦ Δαβίδ-ἀπόγονος τοῦ Δαβὶδ ἦταν καὶ ὁ Ἰωσὴφ καὶ ἡ Θεοτόκος.
Σημειώσατε ὅτι ναὶ μὲν ἡ Θεοτόκος ἔπρεπε νὰ εἶναι ἀπὸ τὴ γενιά του Δαβίδ, ἀλλὰ κατὰ τὴν νομικὴν τοποθέτησιν, ἔπρεπε νὰ εἶναι καὶ ὁ Ἰωσὴφ· διότι ὁ ἄντρας ὑπερέχει, εἶναι γνωστό.
Ἔτσι λοιπὸν ἦσαν καὶ οἱ δύο ἀπὸ τὴ γενεά του Δαβίδ, καὶ συνεπῶς πληροῦται ἡ προφητεία ὅτι θὰ εἶναι ἀπόγονος τοῦ Δαβὶδ καὶ ἀπὸ τὰ δύο πρόσωπα. Νομικῶς στὸν Ἰωσήφ, ἀλλὰ πραγματικῶς εἰς τὴν Θεοτόκον.
Γι΄αυτό τοῦ λέει ὁ ἄγγελος: «Ἰωσὴφ υἱὸς Δαυΐδ - ὦ υἱὲ Δαβίδ, δηλαδή-, μὴ φοβηθῇς παραλαβεῖν Μαριὰμ τὴν γυναῖκά σου· τὸ γὰρ ἐν αὐτῇ γεννηθὲν ἐκ Πνεύματός ἐστιν Ἁγίου. Τέξεται δὲ υἱὸν καὶ καλέσεις τὸ ὄνομα αὐτοῦ Ἰησοῦν· αὐτὸς γὰρ σώσει τὸν λαὸν αὐτοῦ ἀπὸ τῶν ἁμαρτιῶν αὐτῶν».
Ἰησοῦς εἶναι τὸ ἀντίστοιχο τὸ ἑλληνικὸ ποὺ λέμε Σωτήρης. Σωτήρης... Αὐτὸ θὰ πεῖ Ἰησοῦς. Ὁ Σωτῆρας.
Καὶ καθορίζει ἐδῶ μάλιστα τὸ εἶδος τῆς σωτηρίας, ὅτι εἶναι «ἀπὸ τῶν ἁμαρτιῶν αὐτῶν». Ἔτσι ὁ Ἰωσήφ, ἀγαπητοί, ἀποκτᾶ πολὺ σαφῆ γνώση περὶ τοῦ Ἰησοῦ, παρὰ τὸ ὅτι πάλι τίθεται ἡ ἀνάγκη τῆς πίστεως ὅταν μετὰ ἀπὸ λίγο θὰ πρέπει νὰ φεύγει γιὰ τὴν Αἴγυπτο καὶ θὰ ἤρχετο ὁ λογισμὸς μπροστὰ στὴν «ἀσθένεια» τοῦ Θεοῦ- «ἀσθένεια», βάζω ἐντὸς εἰσαγωγικῶν τὴ λέξη «ἀσθένεια», δηλαδὴ ἀδυναμία τοῦ Θεοῦ, ποὺ θὰ ἔπρεπε Αὐτὸς νὰ σώσει τὸν Ἰωσήφ, καὶ ὄχι ὁ Ἰωσὴφ νὰ σώσει τὸν Θεόν.
Ἀκοῦστε, ὁ Ἰωσὴφ νὰ σώσει, νὰ σώσει τὸν Θεόν. Δηλαδή, αὐτὴ εἶναι καὶ ἡ ζωή, ξέρετε, τοῦ πιστοῦ· ὅλο προσκόμματα, ὅλο δυσκολίες.
 Προσκρούουν εἰς τὸν ὀρθολογισμὸν τοῦ ἀνθρώπου. «Ἐγὼ θὰ σώσω τὸ νήπιον Ἰησοῦς; Ἂν εἶναι ὁ Ἐνανθρωπήσας Θεὸς Λόγος, ἂν εἶναι ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, γιατί τώρα μοῦ λέει ὁ ἄγγελος νὰ πάρω τὸ νήπιον αὐτὸ καὶ νὰ καταφύγω εἰς τὴν Αἴγυπτον- δὲν μπορεῖ νὰ τὸ προστατέψει ὁ Θεός; Τὸν ἑαυτό Του ὁ Ἴδιος... Ὁ ἴδιος ὁ Θεός. Ἐγὼ θὰ γίνω προστάτης καὶ σωτῆρας τοῦ Ἰησοῦ;».

Πόσα τέτοια προβάλλουν καὶ εἶναι χρήσιμο νὰ τὰ ξέρομε, γιατί, ἀγαπητοί, σᾶς λέγω ἀλήθεια, καθ’ ὅλο τὸ μῆκος τῆς ζωῆς μας αὐτὰ τίθενται. Εἴτε τὰ καταλαβαίνουμε, εἴτε δὲν τὰ καταλαβαίνουμε· εἴτε πιάνουμε ὁλόκληρο τὸ νόημα τοῦ πράγματος.
Ὡστόσο, ὁ Ἰωσήφ, προσφέρει στὸν Ἰησοῦν, ὅπως σᾶς εἶπα προηγουμένως, ἀπόγονος τοῦ Δαβίδ – ὁ Δαβὶδ εἶχε ζήσει χίλια χρόνια πρὸ τοῦ Ἰωσὴφ· ἐκρατοῦντο δὲ κατάλογοι ἀκριβῶς, ἀκριβῶς γιατί περίμεναν, περίμεναν τὸν Σωτῆρα καὶ ὅτι θὰ ἦταν ἐκ τῆς ρίζης Ἰεσσαί- προσφέρει τὴ γενεαλογική του καταγωγὴ ὁ Ἰωσήφ, ὅπως καὶ ἡ Θεοτόκος.
Καὶ ἔτυχε εὐλογίας ἐκ μέρους τοῦ Συμεῶν τοῦ Θεοδόχου καὶ λέγει «καὶ εὐλόγησεν αὐτούς»- αὐτούς! Καὶ τοὺς δυό! Καὶ τὴν Θεοτόκον!
Καὶ τὸν Ἰωσήφ. Συμεὼν κ.λπ. κ.λπ.
Ὁ Ἰωσήφ, λοιπόν, εἶναι ἕνας θεατὴς τῆς Ἐνανθρωπήσεως τοῦ Λόγου καὶ ταυτόχρονα ἕνας μάρτυς τοῦ γεγονότος. Θὰ τὸ πῶ ξανά, ποτὲ δὲν ὑπῆρξε σύζυγος τῆς Παναγίας μας, τῆς Μαρίας, ἁπλῶς ἦταν νομικὸς ἀλλὰ καὶ πραγματικὸς προστάτης-μία γυναῖκα εἰς τὸν κόσμον πῶς νὰ ἐκινεῖτο καὶ μάλιστα τὴν ἐποχὴ ἐκείνη.
Θὰ ἔλεγαν οἱ Ἑβραῖοι: «Ἔχεις παιδί; Ποῦ εἶναι ὁ ἄνδρας σου; Ἄρα εἶσαι κλεψίγαμος». Καὶ θὰ τὴν λιθοβολοῦσαν. Τὴν Παναγία θὰ τὴν λιθοβολοῦσαν. Εἶναι λοιπὸν ὁ Ἰωσὴφ νομικὰ φαινόμενος ἀνὴρ τῆς Μαρίας. Γι΄αυτό λέει ὁ ἄγγελος: «Πᾶρε τὴ γυναῖκα σου καὶ πήγαινε στὴν Αἴγυπτο».
Αὐτὸ γιὰ νὰ μὴ σκανδαλίζονται πολλοὶ γιατί νομίζουν ὅτι ἡ Θεοτόκος τὸν εἶχε σύζυγον καὶ ὅτι, ὅπως λένε οἱ Προτεστάντες καὶ οἱ ἀσεβεῖς ἄνθρωποι, ὅτι «εἶχε καὶ ἄλλα παιδιά, ἡ Θεοτόκος»... Μπερδεύουν τὸ πρᾶγμα μέ –ἀλλὰ ἀνοίγω μεγάλη ἱστορία...

Οἱ ποιμένες, ποὺ δέχτηκαν τὸ μήνυμα τοῦ ἀγγέλου τώρα, καὶ εἶδαν τὸ ἐξαίσιον ὅραμα τῶν ὑμνούντων ἀγγέλων- εἶναι καταπληκτικό!- εἶναι οἱ χρονικὰ κατοπινοὶ μάρτυρες καὶ θεαταὶ τῆς Ἐνανθρωπήσεως τοῦ Θεοῦ Λόγου.
Ἐκεῖνοι ἔβοσκαν τὰ πρόβατά τους ἀνύποπτα ἐκεῖνο τὸ βράδυ τῆς Γεννήσεως. Καὶ ἔλαβαν τὴ βεβαίωση τοῦ ἀγγέλου ὡς ἑξῆς: «Μὴ φοβεῖσθε· ἰδοὺ γὰρ εὐγγελίζομαι ὑμῖν χὰρὰν μεγάλην, ἥτις ἔσται παντὶ τῷ λαῷ, ὅτι ἐτέχθη ὑμῖν σήμερον σωτήρ, ὃς ἐστι Χριστὸς Κύριος, ἐν πόλει Δαυΐδ. Καὶ τοῦτο ὑμῖν τὸ σημεῖον (τὸ σημάδι)· εὑρήσετε βρέφος ἐσπαργανωμένον, κείμενον ἐν φάτνῃ».
Πολλὰ στοιχεῖα. Παίρνουν, ἐδῶ, πολὺ σαφεῖς ἐξηγήσεις ὥστε ἔχουν μίαν σαφήνειαν περὶ τοῦ προσώπου τοῦ Ἰησοῦ.
Ἄφησαν τὰ πρόβατά τους καὶ ἔτρεξαν –ἦταν ἔξω ἀπὸ τὴν Βηθλεέμ, στὰ χωράφια τῆς Βηθλεέμ- ἔτρεξαν νὰ ἰδοῦν· καὶ εἶδαν, καὶ θαύμασαν!
Ὅλα αὐτά, τὰ κρατοῦσε ἡ Θεοτόκος, ὅτι οἱ ποιμένες ἔτσι, αὐτὸ εἶπε ὁ Συμεῶν ὁ Θεοδόχος, ἐκεῖνο τὸ ἄλλο, ἐκεῖνο τὸ ἄλλο, καὶ τὰ ἐπληροφόρησε ὅλα αὐτὰ εἰς τὸν Λουκᾶν, ὁ ὁποῖος μᾶς τὰ περιέγραψε. Καὶ τὰ ἔχομε. Ἡ Θεοτόκος ὅλα αὐτὰ τὰ μάζευε. Τῆς ἔκαναν ἐντύπωση!
Ὅταν ἐπισκέφτηκαν τὸν Ἰησοῦν, λέγει ἐδῶ ὁ Λουκᾶς, συγνώμη ὁ Ματθαῖος –αὐτοὶ οἱ δύο εὐαγγελισταὶ μᾶς εἶπαν ὅλα αὐτὰ· τοὺς ποιμένες τοὺς περιγράφει ὁ Λουκᾶς· τοὺς μάγους τοὺς περιγράφει ὁ Ματθαῖος- «ἰδόντες –οἱ ποιμένες- διεγνώρισαν περὶ τοῦ ῥήματος τοῦ λαληθέντος αὐτοῖς περὶ τοῦ παιδίου τούτου - γνώρισαν-. Καὶ ὑπέστρεψαν οἱ ποιμένες δοξάζοντες καὶ αἰνοῦντες τὸν Θεὸν ἐπὶ πᾶσιν οἷς ἤκουσαν καὶ εἶδον –ὅσα ἄκουσαν καὶ ὅσα εἶδαν- καθὼς ἐλαλήθη πρὸς αὐτούς».
Ὥστε οἱ ποιμένες, ἀγαπητοί μου, «ἤκουσαν καὶ εἶδον»- αὐτό, ἔχει σημασία- τὸν Μεσσία καὶ περὶ τοῦ Μεσσίου.
 
Σαράντα μέρες μετά, θεατὴς καὶ μάρτυς γίνεται ὁ Συμεῶν ὁ Θεοδόχος. Ὅταν ἀνέβησαν εἰς τὰ Ἱεροσόλυμα, διὰ τὴν νομικὴν εὐλογίαν τὸ παιδὶ ποὺ θὰ σαράντιζε κ.λπ. κ.λπ. Αὐτὸ λέγεται «νομική», τοῦ νόμου δηλαδή, ἡ εὐλογία.
Καὶ κατὰ προφητικὴν θέσιν, ὑμνεῖ ὁ Συμεῶν τὸν Θεόν, γιατί τὰ μάτια του εἶδαν, ὅπως ἔλεγε, «τὸ σωτήριον τοῦ Θεοῦ»· δηλαδὴ Αὐτὸν ποὺ ἔστειλε ὡς Σωτῆρα εἰς τὸν κόσμον αὐτὸν ὁ Θεός.
Καὶ μάλιστα καθορίζει τὴν πορεία τοῦ βρέφους, δηλαδὴ τὸ μέλλον, ὅτι δηλαδὴ «Οὗτος –καὶ τὸ εἶπε εἰς τὸν Ἰωσὴφ καὶ εἰς τὴν Θεοτόκον- κεῖται εἰς πτῶσιν καὶ ἀνάστασιν πολλῶν ἐν τῷ Ἰσράὴλ- ὅσοι πιστέψουν θὰ εἶναι εἰς ἀνάστασιν· ὅσοι δὲν πιστέψουν θὰ εἶναι εἰς πτῶσιν- καὶ εἰς σημεῖον ἀντιλεγόμενον».
Καὶ πράγματι ὁ Ἰησοῦς, μέχρι σήμερα, 2000 χρόνια, εἶναι «σημεῖον ἀντιλεγόμενον». «Ποιός εἶναι ὁ Ἰησοῦς;». Ἐδῶ εἶναι τὸ ἐρώτημα. «Ποιός εἶναι ὁ Ἰησοῦς;».

Καὶ ἡ Ἄννα ἡ προφῆτις, μία γυναῖκα, ἡ ὁποία ἤτανε ἐκεῖ δίπλα κάπου καὶ ἄκουγε ὅλα αὐτά- «καὶ αὕτη αὐτῇ τῇ ὥρᾳ ἐπιστᾶσα ἀνθωμολογεῖτο τῷ Κυρὶῳ καὶ ἐλάλει περὶ αὐτοῦ πᾶσι τοῖς προσδεχομένοις λύτρωσιν ἐν Ἱερουσαλήμ».
Ὑπῆρχε μιὰ ὁμάδα ποὺ εἶχαν σωστὴ ἀντίληψη περὶ Μεσσίου· καὶ ἤρχοντο, βέβαια, νὰ προσκυνήσουν στὸν ναὸ καὶ τοὺς τό ΄λεγε: «Ἦρθε ὁ Μεσσίας! Ἦρθε ὁ Μεσσίας!». Καὶ αὐτὴ ἡ γυναῖκα ἤτανε ὀγδόντα τόσο χρονῶν, περνοῦσε τὸν καιρό της μὲ προσευχὲς καὶ νηστεῖες κ.λπ. κ.λπ.
Ὁπότε καὶ ἐκεῖνοι οἱ «προσδεχόμενοι», θὰ λέγαμε, «τὴν λύτρωσιν ἐν Ἱερουσαλήμ», καὶ αὐτοὶ πιθανότατα νὰ ἔγιναν καὶ μάρτυρες μὲ τὰ μάτια τους· νὰ εἶδαν.

Τέλος, εἶναι οἱ μάγοι· οἱ μάγοι, ποὺ φτάνουν στὴν Ἱερουσαλὴμ μετὰ ἀπὸ ἕνα περίπου χρόνο νὰ προσκυνήσουν τὸν Κύριο ποὺ ἔγινε ἄνθρωπος. Δὲν ἔχω πιὸ πολὺ χρόνο νὰ σᾶς πῶ γιατί μετὰ ἀπὸ ἕνα χρόνο· τὰ περὶ τῶν μάγων εἶναι πολλὰ· ποὺ μᾶς περιγράφει, ὅπως σᾶς εἶπα, ὁ Ματθαῖος.
Μᾶς ἐντυπωσιάζει τοῦτο: «Ἰδόντες», λέει, «τὸν ἀστέρα ἐχάρησαν χαρὰν μεγάλην σφόδρα –καὶ χαρὰ καὶ χαρὰ μεγάλη, καὶ μάλιστα σφόδρα χαρὰ μεγάλη· βεβαίως- καὶ ἐλθόντες εἰς τὴν οἰκίαν εἶδον τὸ παιδίον μετὰ Μαρίας τῆς μὴτρὸς αὐτοῦ, καὶ πεσόντες προσεκύνησαν αὐτῷ».
Ἡ χαρά τους ἀγαπητοί μου, ἦταν ἀπέραντη· ὅ,τι καὶ νὰ τοὺς χάριζαν τίποτα δὲν θὰ τοὺς χαροποιοῦσε ὅπως τὸ ὅτι εἶδαν τὸν Μεσσία τοῦ κόσμου· διότι, ὅπως λέει ἕνα ὡραῖο τροπάριο, ὁ Ἰησοῦς προσεκάλεσε τοὺς μάγους· καὶ οἱ μάγοι εἶναι τὰ πρωτόλεια τῶν ἐθνικῶν, δηλαδὴ τῶν εἰδωλολατρῶν.

Ἀγαπητοί. Ὅλοι αὐτοὶ στάθηκαν οἱ πρῶτοι θεαταὶ καὶ οἱ πρῶτοι μάρτυρες τοῦ Ἐνανθρωπήσαντος Λόγου.
Καὶ αὐτοὺς τοὺς θεατὰς καὶ μάρτυρας, τοὺς προσκαλεῖ, ὅπως σᾶς εἶπα, ὁ Ἴδιος, τὸ νήπιον Ἰησοῦς, ὁ Συμεῶν χρηματίζεται ἀπὸ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον, ἡ Ἄννα τὸ ἴδιο, οἱ ποιμένες δέχονται τὴ μαρτυρία τοῦ οὐρανοῦ καὶ τοὺς δίνεται τὸ σημεῖο τῆς ἀναγνωρίσεως, οἱ μάγοι ἔρχονται ἀπὸ πολὺ μακριά, καλεσμένοι καὶ αὐτοὶ τοῦ Θεοῦ Λόγου.
Ἀναφέρει σχετικὰ ἕνα ἰδιόμελο τῶν ἡμερῶν: «Μάγους προσκαλεῖται ὁ Νυμφίος τῆς Ἐκκλησίας. Δῶρα τούτων αἴρει, ὁ Υἱὸς τῆς Παρθένου - καὶ παίρνει δῶρα ὁ υἱὸς τῆς Παρθένου».

Ἀγαπητοί, ἂς προσέξουμε. Ὁ κάθε πιστὸς ἔχει ἐσωτερικὴ τὴν πληροφορία καὶ ἔχοντας τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον, ὁ κάθε πιστός, ὁμολογεῖ τὸν Ἰησοῦν, Τὸν ὁμολογεῖ Κύριον, δηλαδὴ Θεόν. Μόνον ὅσοι Τὸν εἶδαν μὲ τὰ μάτια τῆς πίστεως, θὰ Τὸν δοῦν ὅταν θὰ ξαναέλθει κατὰ τὴ Δευτέρα Τοῦ Παρουσία. Καὶ τότε ὅλοι μαζί, σύγχρονοι καὶ παλαιοί, ἄνθρωποι καὶ ἄγγελοι, θὰ δοξάσουν καὶ θὰ ὑμνήσουν τὸν Κύριον. Ἀμήν.


ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ
καὶ μὲ ἀπροσμέτρητη εὐγνωμοσύνη στὸν πνευματικό μας καθοδηγητή
μακαριστὸ γέροντα Ἀθανάσιο Μυτιληναῖο,
Ἀπομαγνητοφώνηση ὁμιλίας καὶ ψηφιοποίηση κειμένου:
Ἑλένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
Ἐπιμέλεια πολυτονισμοῦ: Ἄκτιστον


ΠΗΓΗ:

•    http://www.arnion.gr/mp3/omilies/p_athanasios/mnhmh_agivn/mnhmh_agivn_020.mp3

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου