Σάββατο 6 Σεπτεμβρίου 2014

Η πρόσκληση της Σταυρικής του Αγάπης. Αρχιμ. Ιωήλ Κωνστάνταρος

Ευαγγελικό Ανάγνωσμα

Κυριακής προ της Υψώσεως. (Ιωάννου Γ' 13-17)
Ομολογουμένως, το σύμβολο του Τιμίου και Ζωοποιού Σταυρού, αποτελεί την συμπύκνωση της Ορθοδόξου πίστεώς μας και κατά τρόπο μοναδικό και αποκαλυπτικό μας αποδεικνύει την αγάπη του Θεού προς τον άνθρωπο. Αυτή την αγάπη για την οποία ο Ευαγγελιστής Ιωάννης δεν αναφέρει λόγια ανθρώπινα, αλλά καταγράφει τα λόγια του ίδιου του Χριστού.
Επειδή δε το θέμα αυτό της αγάπης του Θεού είναι τόσο μεγάλης σημασίας για τον άνθρωπο, γι' αυτό και στην λειτουργική μας σύναξη, την Κυριακή προ της Υψώσεως, θα ακούσουμε το ανάλογο ευαγγελικό ανάγνωσμα.
Οι λόγοι του Κυρίου είναι σαφέστατοι και δεν χωρά αλλοίωσις και παρερμηνεία. Τονίζουν το τι προσφέρει ο ίδιος ο Θεός για την σωτηρία μας. Δηλ. το μέγιστο. Ό,τι ανώτερο και πολυτιμώτερο, που ουδέποτε θα μπορούσε ο άνθρωπος από μόνος του να διανοηθεί και να συλλάβει.  Τον Υιόν Του τον Μονογενή! Το δεύτερο πρόσωπο της Αγίας Τριάδος που γίνεται άνθρωπος ώστε να καταστεί ο άνθρωπος κατά χάριν Θεός.
Προσφέρει ο Θεός Πατήρ το “απαύγασμα της δόξης” Του (Εβρ. Α' 3), και όπως αναφέρεται στη Θεία Λειτουργία τού Ουρανοφάντορος Μ. Βασιλείου, προσφέρεται για την σωτηρία του ανθρώπου Εκείνος που είναι “σφραγίς ισότυπος” προς τον Πατέρα.
Το Ευαγγελικό ανάγνωσμα που έχει θέσει η Αγία μας Εκκλησία κατά την ημέρα αυτή, είναι ένα απόσπασμα από τον διάλογο του Κυρίου με τον Νικόδημο. Τον άνθρωπο από την τάξη μεν των Φαρισαίων, που αποτελούσε μέλος του Συνεδρίου, που όμως διέθετε αγνή προαίρεση και τελικώς αποδέχθηκε αυτήν την αγάπη του Θεού. Συνειδητοποίησε δε και πίστευσε στο θεανδρικό πρόσωπο του Χριστού, σε τέτοιον βαθμό ώστε τελικώς αξιώνεται μαζί με τον Ιωσήφ τον από Αριμαθαίας να γίνει Μυροφόρος και να ενταφιάσει το άχραντο σώμα του Κυρίου Ιησού.
Μέσα σε αυτόν τον διάλογο που καταγράφει ο θεόπνευστος μαθητής, διαφαίνεται ιστορικώς η πραγματικότητα της θεϊκής αγάπης και μάλιστα παριστάνεται πολύ χαρακτηριστικά στο σύμβολο του Σταυρού. Ο όφις που υψώνει ο Μωυσής “εν τη ερήμω” δεν είναι παρά η προτύπωσις εκείνου που θα ακολουθήσει ως πραγματικό και ουσιαστικό γεγονός, αιώνες μετά, από τον ίδιο τον ενανθρωπίσαντα Θεό.
Η Ευαγγελική φράσις “ούτως υψωθήναι δει τον υιόν του ανθρώπου, ίνα πας  ο πιστεύων εις αυτόν μη απόληται, αλλ' έχει ζωήν αιώνιον” (Ιωάνν. Γ' 14-15), ότι δηλ. σύμφωνα με το μυστηριώδες σχέδιο του Θεού, έπρεπε να κρεμαστεί ψηλά επάνω στον Σταυρό ο Υιός του ανθρώπου και να προσλάβει έτσι το ομοίωμα της αμαρτίας (χωρίς όμως να έχει ουδεμία πραγματική σχέση με αυτή), για να μη χαθεί στον αιώνιο θάνατο κανένας απ' όσους πιστεύουν σ' αυτόν, αλλά να έχει ζωή αιώνια, η φράση λοιπόν αυτή, δηλώνει την διάσταση αυτού του Θεϊκού σχεδίου. Του σχεδίου που προεικονίζεται και προτυπώνεται στην Παλαιά Διαθήκη, πραγματοποιείται στην Καινή και ενεργοποιείται από την θέληση του ίδιου του ανθρώπου μέσα στον ευλογημένο χώρο της χάριτος που είναι η Ορθόδοξος Εκκλησία. Η κιβωτός της σωτηρίας, η οποία δια των ιερών μυστηρίων και της δυνάμεως του “τριμερούς σταυρού του Χριστού” σώζει τον άνθρωπο από τον οδυνηρό θάνατο που επιφέρουν τα δήγματα του όφεως.
Αλλά, δόξα τω Θεώ. Για του πιστεύοντας, αγωνιζομένους και οπλιζομένους τη δυνάμει του Σταυρού, ο Σατανάς απλώς έχει την εξουσία να πειράζει και όχι πλέον να θανατώνει.
Μέσα σε τόνο καθαρά θριαμβευτικό και αποκαλυπτικό, ο επιστήθιος μαθητής εξόριστος στην Πάτμο καταγράφει τούτη την αλήθεια που αναπτερώνει την αγάπη μας προς τον Θεό και τον ζήλο για Σταυροαναστάσιμη πορεία. “Και εβλήθη ο δράκων, ο όφις ο μέγας ο αρχαίος, ο καλούμενος Διάβολος και ο Σατανάς, ο πλανών την οικουμένην όλην, εβλήθη εις την γην, και οι άγγελοι αυτού μετ' αυτού εβλήθησαν” (Αποκαλ. ΙΒ' 9). Δηλ. ρίχθηκε ο δράκοντας ο μεγάλος, ο παλαιός όφις που παρέσυρε στην παράβασή του τους πρωτοπλάστους, αυτός που ονομάζεται διάβολος και σατανάς, και πλανά όλη την οικουμένη, ρίχθηκε κάτω στη γη, και μαζί μ' αυτόν ρίχθηκαν και οι σκοτεινοί άγγελοί του.
Αλλά ο Θεολόγος μαθητής δεν σταματά σε αυτήν μόνο την διαπίστωση. Θέλει μέσα στο ευαγγελικό κείμενο να αποτυπώσει την ανέκφραστη και ανερμήνευτη αγάπη που δια του οργάνου του Σταυρού, περιβάλλει ο Θεός την εικόνα του, τον άνθρωπο. Γι' αυτό και προσθέτει: “ούτω γαρ ηγάπησεν ο Θεός τον κόσμον, ώστε τον υιόν του τον μονογενή έδωκεν, ίνα πας ο πιστεύων εις αυτόν, μη απόληται, αλλ' έχη ζωήν αιώνιον” (Ιωάν Γ' 16). Ο στίχος αυτός αποτελεί συνέχεια του διαλόγου μεταξύ του Κυρίου και του Νικοδήμου. Είναι δε τόσο σπουδαίας σημασίας ώστε έχει χαρακτηρισθεί ως “η Βίβλος εν μικρογραφία”. Πράγματι συμπυκνώνει όλο το σχέδιο του Τριαδικού Θεού για την σωτηρία του ανθρώπου και συμπεριλαμβάνει ολόκληρη την θεία οικονομία και την πραγματοποίησή της. Η αλήθεια αυτή όταν συνειδητοποιείται χαρίζει μεγάλη ελπίδα και παρηγοριά προς τον πιστό που κάποιες φορές αισθάνεται να κουράζεται ή και να λιποψυχεί μέσα στο στάδιο του αγώνα.
Όντως, ο ίδιος ο Χριστός τονίζει μέσω του Νικοδήμου προς την κάθε καλοδιάθετη ύπαρξη. Μη σου φαίνεται παράδοξο ότι ο Υιός του ανθρώπου πρόκειται να υψωθεί επάνω στο ξύλο του σταυρού για τη σωτηρία σου. Διότι τόσο πολύ, τόσο υπερβολικώς αγάπησε ο Θεός τον κόσμο των ανθρώπων που ζούσε στην αμαρτία, ώστε παρέδωσε σε θάνατο τον μονάκριβο Υιό Του, για να μη χαθεί σε θάνατο αιώνιο αλλά να έχει ζωή αιώνια.
Επομένως, αυτή η αλήθεια εξοστρακίζει κάθε φόβο και κάθε εμπόδιο που είναι δυνατόν να πλησιάσει τον άνθρωπο για να τον φοβίσει και να τον αποτρέψει στο πλησίασμα, στην επικοινωνία, στην μετοχή, στην ταύτιση της θελήσεώς του με τον Θεό, δηλ. στον εξαγιασμό του. Και για να γίνει περισσότερο κατανοητή αυτή η πραγματικότητα, ο τελευταίος στίχος ξεκαθαρίζει: “ου γαρ απέστειλεν ο Θεός τον Υιόν Αυτού εις τον κόσμον ίνα κρίνη τον κόσμον, αλλ' ίνα σωθή ο κόσμος δι' αυτού” (Ιωάν. Γ' 17). Ναι, δεν απέστειλε ο Θεός τον Υιό του στον κόσμο για να καταδικάσει τον κόσμο, αλλά για να σωθεί ο κόσμος δια μέσω αυτού.
Ο άνθρωπος, μέσα στο δράμα τής αποστασίας του δεν μπορούσε να κατορθώσει τίποτε. Η πρωτοβουλία ανήκε στον Θεό, αφού σ' αυτόν υπάρχει η δυνατότητα της πραγματοποιήσεως της σωτηρίας. Έτσι λοιπόν θα πρέπει να γνωρίζουμε ότι σε αυτή την πρώτη του παρουσία ο Χριστός, δεν ήλθε για να κρίνει τους ανθρώπους. Η ταπείνωσις του Χριστού, δέχεται όλες τις ταπεινώσεις εκ μέρους των ανθρώπων. Φυσικά υπάρχει και η δευτέρα παρουσία που εκεί τα πράγματα θα είναι διαφορετικά. Όμως για τους συνειδητούς πιστούς που αποδέχονται τώρα τον Χριστό ως λυτρωτή, δεν υπάρχει ο κίνδυνος να τον αντιμετωπίσουν στο μέλλον ως κριτή.
Αλλά όταν κανείς δέχεται στην όλη του ύπαρξη τέτοιου είδους αγάπη, είναι δυνατόν να περιφρονήσει την πρόσκληση και να αρνηθεί την προσωπική του αποδοχή, δηλ. το ναι στον ίδιο τον Ιησού; Στην αντίθετη περίπτωση, με τι αλήθεια χαρακτηρισμό να αποδώσει κανείς την παραφροσύνη της αρνήσεως;
Ας κλείσουμε όμως με μια μεγάλη μορφή της Εκκλησίας μας που αγάπησε τον Ιησού όσο ελάχιστοι και απέδειξε ότι αυτή τη φλόγα της αγάπης, τίποτε στον κόσμο δεν μπορεί να την σβήσει.
Πρόκειται για τον άγιο Ιγνάτιο τον θεοφόρο. Αποστέλλει μια επιστολή που μιλά από μόνη της. “...καλόν μοι αποθανείν εις Χριστόν Ιησούν, ή βασιλεύειν των περάτων της γης... τον του Θεού θέλοντα είναι κόσμω μη χαρίσησθε... άφετέ με καθαρόν φώς λαβείν· εκεί παραγενόμενος άνθρωπος έσομαι. Επιτρέψατέ μοι μιμητήν είναι του πάθους του Θεού μου, ει τις αυτόν εν εαυτώ έχει νοησάτω ό θέλω, και συμπαθείτω μοι, ειδώς τα συνέχοντά με”. Δηλ. Είναι ωραίο για μένα να πεθάνω χάριν του Ιησού Χριστού, παρά να βασιλεύω της οικουμένης. Αυτόν που θέλει να ανήκει στον Θεό, μη τον χαρίσετε στον κόσμο. Αφήστε με να απολαύσω φως καθαρό. Όταν φθάσω εκεί (κοντά στο καθαρό φως του Θεού), τότε θα είμαι άνθρωπος. Δώστε μου την άδεια να μιμηθώ το (σταυρικό) πάθος του Θεού μου. Όποιος τον έχει μέσα του, ας καταλάβει εκείνο που θέλω, και ας με συμπαθήσει, αφού έχει πείρα εκείνων που με συνέχουν.
Το λοιπόν αδελφοί, δεν έχουμε παρά να αποδείξουμε ότι αποδεχόμαστε την πρόσκληση της σταυρικής Του αγάπης.
Αμήν.
 Αρχιμ. Ιωήλ Κωνστάνταρος
                                                 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου