Σάββατο 23 Αυγούστου 2014

Χρεωστικός εγκλωβισμός ή απελευθέρωση αγάπης; Αρχιμ. Ιωήλ Κωνστάνταρος

Ευαγγελικό Ανάγνωσμα 
Κυριακής ΙΑ' Ματθαίου. (Ματθ. ιη΄ 23-35)

            Το ότι ο Θεός συγχωρεί τον άνθρωπο ό,τι κι αν έχει διαπράξει, όταν φυσικά ο ίδιος ο άνθρωπος ταπεινωθεί και ζητήσει συγχώρεση, αυτό αποτελεί αδιαπραγμάτευτη πραγματικότητα.
Το πρόβλημα όμως ανακύπτει όταν ο άνθρωπος δεν μπορεί ή μάλλον δεν θέλει να συγχωρέσει τον “σύνδουλό του”, τον συνάνθρωπό του.
            Αλλά τί ακριβώς συμβαίνει και ενώ ο Θεός λησμονεί, ο άνθρωπος αρνείται αυτή την λυτρωτική για τον ίδιο πράξη;
            Η παραβολή των μυρίων ταλάντων την οποία θα ακούσουμε στην Ευαγγελική περικοπή, φωτίζει το θέμα και τονίζει την κατάληξη όσων αρνούνται και στο σημείο αυτό να μιμηθούν τον Θεό και να ξεδιπλώσουν την αγάπη τους.
            Το τι αισθάνθηκε ο δούλος και οφειλέτης του οποίου παραγράφτηκε το δυσβάστακτο χρέος των μυρίων ταλάντων, ένεκεν της ευσπλαγχνίας του Κυρίου του, αυτό το βιώνει κανείς όταν μέσα στο “λουτρό της μετανοίας”, στο μυστήριο της αγάπης του Θεού, εναποθέτει στο βάθρο τού Εσταυρωμένου το βάρος των πολλών του αμαρτημάτων. “Σπλαγχνισθείς ο Κύριος τον δούλον απολύει αυτόν και το δάνειον αφήκει αυτώ”.
            Να όμως φίλοι μου που η όλη διαδικασία δεν σταματά στο σημείο αυτό. Είναι ανάγκη ο άνθρωπος που δέχεται την ευλογία της συγχωρήσεως, στη συνέχεια να περάσει και στην αναγκαία διαδικασία, στην πράξη δηλ. που αποδεικνύει ότι συνειδητοποίησε όχι απλώς συναισθηματικώς, αλλά ουσιαστικώς την αγάπη και την ευσπλαγχνία του Θεού. Και όπως φανερώνει ο Ευαγγελικός λόγος η πράξη αυτή ονομάζεται συγχώρεσις του “συνδούλου”, του αδελφού.
            Ας μη σπεύσει κάποιος να ισχυριστεί ότι αυτό είναι μια εύκολη υπόθεση. Πολλές φορές, ακόμα και στα πνευματικά κατορθώνουμε τα “δύσκολα” και σκοντάπτουμε στα “εύκολα”.
            Αλλά τι ακριβώς είναι εκείνο που κάνει τον άνθρωπο όχι απλώς να μπλοκάρει μετά την δική του άφεση και το “σχίσιμον του χειρογράφου” του, αλλά να ξεσπά από μέσα του κάποιες φορές μια περίεργη κακία και μια πειρασμική εμμονή στο λιγοστό χρέος του αδελφού;
            Πολλοί είναι οι λόγοι. Ο κυριότερος όμως πέριξ του οποίου στρέφονται και άλλες καταστάσεις είναι η ψυχρότητα της αγάπης την οποία συνακολουθεί η κακία με όλα τα συμπαρομαρτούντα.
            Αποδεικνύει ο άνθρωπος που βρίσκεται σε αυτήν την ψυχική κατάσταση πως δεν έχει συνειδητοποιήσει ότι η συγχώρεσις που ζητά από τον Θεό, προϋποθέτει από τον ίδιο την συγχώρεση του αδελφού του. Δεν έχει κατανοήσει ότι το μυστήριο δεν λειτουργεί “μαγικώ τω τρόπω”, αλλά ότι είναι ανάγκη ο συγχωρούμενος από τον Θεό να προσφέρει μέσα από την καρδιά του αυτό που του αναλογεί ως συγχώρεση και ως λησμονιά στα λάθη των “συνδούλων”.
            Αλλά εκείνο το οποίο είναι ανάγκη να προσεχθεί είναι η πραγματικότητα της “συνδουλείας”. Έχουν τον ίδιο εργοδότη και βρίσκονται στον ίδιο εργασιακό χώρο. Ο άνθρωπος όσο κι αν δεν θέλει να το παραδεχθεί, ουδέποτε παραμένει αυτόνομος και φυσικά σε ουδεμία των περιπτώσεων θα παραμείνει χωρίς χρέος μπροστά στον Κύριό του. Ναι μεν ο Κύριός του “απέλυσε αυτόν και το δάνειον αφήκεν αυτώ”, όμως τούτο δεν σημαίνει πως φεύγει και από την υπηρεσία του. Πολύ δε περισσότερο αυτό δεν σημαίνει ότι σε λίγο δεν θα αρχίσει και πάλι η διαδικασία ενός νέου χρέους.
            Η μετάνοια δεν είναι κάτι που συντελείται άπαξ και δια παντός, αλλά είναι μια διαδικασία και ένας τρόπος ζωής ακατάπαυστος και ισόβιος. Το δε συγκλονιστικό είναι ότι η αγάπη του Θεού μας συγχωρεί αμαρτήματα, ενώ εμείς αρνούμαστε να συγχωρήσουμε λάθη του αδελφού, που, όσο βαριά κι αν μας φαίνονται αυτά, δεν είναι παρά πταίσματα μπροστά στα δικά μας εγκλήματα.
             Πραγματικά συγκλονίζεται ο άνθρωπος όταν συνειδητοποιήσει ότι φέρει επάνω του τόσο το βάρος και την ενοχή του προπατορικού αμαρτήματος, όσο και τα εκούσια αμαρτήματα που “λόγω, έργω, διανοία” δίχως σταματημό διαπράττει και συσσωρεύει όσο βρίσκεται σε αυτή τη ζωή.
            Εάν τώρα προσθέσουμε και “δάνεια” των χαρισμάτων που έχουμε λάβει και μαζί μ΄ αυτά τις δωρεές των Ιερών Μυστηρίων που εξαιτίας της θεϊκής αγάπης εντελώς δωρεάν απολαμβάνουμε, τότε μπορούμε κάπως να αισθανθούμε το τι οφείλουμε στον Κύριό μας και Θεό μας.
            Αλλά εκείνο που ακόμα περισσότερο συγκλονίζει είναι ότι δεν παραμένουμε ανεξέλεγκτοι. Ότι τελικώς θα δώσουμε λόγο για όλα αυτά που χρεώνονται μέρα με την ημέρα στον προσωπικό μας λογαριασμό.
            Το “ηθέλησε συνάραι λόγον μετά των δούλων αυτού” ο Κύριος, κάνει τον κάθε συνειδητοποιημένο πιστό να προσβλέπει στον εύκολο τρόπο δια του οποίου θα αποσβέσει το χρέος του. Δηλαδή στην ουσιαστική προσωπική του μετάνοια και στην ολόψυχη συγνώμη που θα παράσχει στον αδελφό του.
            Τον οφειλέτη των μυρίων ταλάντων βλέπουμε πως δεν τον σώζει το ότι ο Κύριός του τον συγχώρεσε και του χάρισε ό,τι χρεωστούσε, ούτε πάλι το ότι καθημερινώς βρίσκεται στην υπηρεσία του Κυρίου του, ούτε προφανώς το ότι κάποιες φορές θα κάθισε κοντά του στο ίδιο τραπέζι απολαμβάνοντας “ξενίας Δεσποτικής”. Όπως τελικώς δεν θα ωφελήσει σε τίποτε, μάλλον θα επιβαρύνει την θέση τού πιστού που, ενώ τηρεί όλες τις διατάξεις και όλα, από τα μικρά και τα ελάχιστα έως τα “βαρύτερα του νόμου”, εάν τελικώς ο ίδιος δεν προσφέρει απλόχερα την αγάπη στον σύνδουλό του. Την αγάπη που μεταφράζεται σε συγχώρηση αλλά και σε προσφορά επιπλέον βοηθημάτων και συνδρομών.
            Τελικώς, θα πρέπει να γίνει κατανοητό απ΄ όλους μας ότι η μεγάλη δωρεά της συγχωρήσεώς μας βρίσκεται μεν στα χέρια του Θεού, αλλά ενεργοποιείται από την θέληση την δική μας.
            Ας μη σταματά λοιπόν το βλέμμα της καρδιάς μας μόνο στον πνευματικό νόμο της συγχωρήσεως δια του ιερού μυστηρίου, αλλ΄ ας περνά και στην δευτέρα πράξη του πνευματικού νόμου, στην συγχώρεση δηλ. του “συναδελφού” μας.
            Η δευτέρα, ή μάλλον ταυτόχρονη ολοκάρδια πράξη της αγάπης, ενεργοποιεί την πρώτη και έτσι έρχεται το ευλογημένο αποτέλεσμα. Εάν όμως κανείς επιμένει στην άρνηση αυτής της αγάπης, τότε δεν έχει παρά να σταθεί στους δύο τελευταίους στίχους της Ευαγγελικής περικοπής. Τα λόγια αυτά του ίδιου του Ιησού θριματίζουν κάθε πάγο και σαρώνουν κάθε “λογική” αντίρρηση που μπορεί να φέρει ο εσκοτισμένος νους.
            Στο χέρι λοιπόν του ανθρώπου είναι να δεχθεί την έκφραση της αγάπης του Θεού ως ολοκληρωτική δωρεά συγχωρήσεως και προσαυξήσεως χάριτος, και στο χέρι του είναι πάλι να βιώσει την “οργήν” του Κυρίου του, περνώντας “τοις βασανισταίς έως ου αποδώ παν το οφειλόμενον αυτώ”. Αλλά θα μπορέσει ποτέ να πληρώσει; Δυστυχώς! Είναι χρέος ανεξόφλητον. Είναι δυνατόν ποτέ ένας πάμπτωχος δούλος να πληρώσει χρέος εκατοντάδων εκατομμυρίων; Αλλ΄ είναι πολύ περισσότερο αδύνατον να απαλλαγεί ο άνθρωπος από το τεράστιο βάρος των αμαρτιών του, και μάλιστα όταν παρέλθει η παρούσα ζωή. Αυτό μόνο με την θυσία του Χριστού πληρώνεται. Αλλά αυτή τη θυσία ο άνθρωπος του μίσους την καταπάτησε και την αρνήθηκε. Έδειξε διαγωγή εντελώς αντίθετη προς το νόμο και τη διαγωγή του Χριστού, ο οποίος μάς ζητά να συγχωρούμε πρώτα ώστε να συγχωρεθούμε στη συνέχεια.
            Αδελφοί μου. Η πνευματική ζωή, δηλ. η Ορθόδοξος πνευματικότης, στηρίζεται μεν στην Πίστη αλλά ταυτοχρόνως οικοδομείται στην Αγάπη. Το δε χειρότερο απ΄ όλα τα αμαρτήματα είναι το να μη συγχωρούμε τους εν Χριστώ αδελφούς μας αλλά και κάθε άνθρωπο.
            Και ας μη ξεφεύγει ποτέ από το νου μας ότι καθημερινώς εμείς οι ίδιοι φέρουμε επάνω μας δια της Κυριακής Προσευχής μια μεγάλη ευχή που εάν δεν προσέξουμε μπορεί να αποβεί σε μεγάλη κατάρα. Ποια τώρα είναι αυτή; “Και άφες ημίν τα οφειλήματα ημών, ως και ημείς αφίεμεν τοις οφειλέταις ημών” (Ματθ. στ΄ 12).
Αμήν.


Αρχιμ.  Ιωήλ  Κωνστάνταρος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου